Gilera Runner VXR 200 2006-2007

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/8/2010

Στην τρυφερή ηλικία του πρώτου διπλώµατος, τότε που τα µόνα προβλήµατα είναι πώς θα πετύχει το σκονάκι ή αν θα ανταποκριθεί θετικά στα βλέµµατα η συµµαθήτρια, οι συµβουλές, και κυρίως αυτές περί οδήγησης, περνούν σε δεύτερη µοίρα. Αν πάρεις το µάθηµα χωρίς πάθηµα, τότε µεγαλώνοντας θα είσαι λιγότερο... Iνδιάνος και αρκετά έµπειρος. Το Runner είναι εκεί για να σε βοηθήσει να το καταφέρεις
[blockquote]Ναι
για τις δυνατότητες γρήγορης οδήγησης
για τη διαχρονικότητά του
για την αξιοπιστία του
Οχι
για τις µικρές δυνατότητες φόρτωσης
για τον περιορισµένο αποθηκευτικό χώρο
Γιατί
σας αρέσει να είστε σπορ σε οτιδήποτε οδηγείτε, ακόµα και αν αυτό είναι σκούτερ, και θέλετε ένα µεταχειρισµένο που να δείχνει καινούριο
Τι να προσέξετε
σέρβις, ρωτήστε  αν και πότε έχει γίνει αλλαγή του ιµάντα -αν η αλλαγή του πλησιάζει, ζητήστε µείωση τιµής. Αν είναι από τα πρώτα µοντέλα του 2006, κοιτάξτε για τυχόν διαρροή νερού. Στα πρώτα µοντέλα υπήρχε πρόβληµα µε την τρόµπα νερού, αλλά καθώς αλλαζόταν δωρεάν από την αντιπροσωπεία, αν ο ιδιοκτήτης είχε πρόβληµα και δεν την άλλαξε, τότε σίγουρα θα έχει κάνει και άλλες σοβαρότερες παραλήψεις[/blockquote]
Λίγα σκούτερ αυτής της κατηγορίας έχουν να επιδείξουν τόσο µεγάλο παρελθόν. Από τον δίχρονο, 180 κυβικών πρόγονο µε το ανεστραµµένο πιρούνι και τις πολλές δυνατότητες “πειράγµατος”, πέρασε στα 200 τετράχρονα κυβικά και την πολιτισµένη CVT µετάδοση. Ο κινητήρας του Piaggio Leader 200 µε τους 14,2 ίππους, το ακολουθούσε ήδη για σχεδόν τρία χρόνια, και οι δύο τους είχαν τον απαραίτητο χρόνο για να εδραιώσουν µια άψογη συνεργασία. Η υδρόψυξη, η τετραβάλβιδη κεφαλή και το καρµπιρατέρ, παραµένουν και στη νέα έκδοση του 2008, µε µικρές αλλαγές λόγω προδιαγραφών.
Οι βασικές αλλαγές που δέχτηκε το Runner τότε, ήταν ο σχεδιασµός του πλαισίου και το µέγεθος των τροχών. Από τις δώδεκα ίντσες που ήταν µέχρι τότε, ο µπροστά έγινε δεκατέσσερις και ο πίσω δεκατρείς. Αυτό, σε συνδυασµό µε το λιγότερο ελαστικό πλαίσιο, το έκανε πιο σταθερό στις ευθείες σε υψηλές ταχύτητες και στο εσωτερικό των στροφών. Ωστόσο, η µία και µόνη τιµονόπλακα του πιρουνιού και οι ελαστικοί σύνδεσµοι κινητήρα-πλαισίου, αναιρούσαν κάποια από τα παραπάνω. Οι περισσότεροι πάντως αγοραστές του Runner, δεν ενδιαφέρονταν τόσο για τις επιδόσεις του, όσο για τη µοντέρνα και προκλητική του παρουσία. Δικαιολογεί το όνοµά του απλώς και µόνο µε την εµφάνισή του, η οποία έχει αποδείξει πλέον τη διαχρονικότητά της.
Ακόµα και το νέο µοντέλο τού 2008, κινείται στα ίδια πλαίσια, ακολουθώντας τη γνωστή σχεδιαστική γραµµή, οπότε το παλιό δεν υπάρχει φόβος να δείχνει απαρχαιωµένο. Τα πλαστικά, η σέλα και τα χειριστήρια δικαιολογούν τα σχόλια για προσεγµένη ποιότητα, αφού πλέον δύσκολα θα βρεθεί κάποιο που θα δείχνει τα χρόνια του. Ένας τοµέας όπου έπασχαν τα πρώτα γρήγορα δίχρονα, κατεχόµενα από εφηβική τρέλα, Runner, ήταν οι αναρτήσεις και τα φρένα. Όσο οξύµωρο και αν ακούγεται αυτό, δεν παύει να είναι αδιαµφισβήτητο γεγονός, µε το ανεστραµµένο πιρούνι να χάνει συχνά γράσο από την τσιµούχα και τα φρένα να έχουν µειωµένη αίσθηση.
Στο τετράχρονο VXR µε το συµβατικό πιρούνι, τα πράγµατα ήταν καλύτερα και στο µοντέλο του 2006 σηµαντικά αναβαθµισµένα. Το πιρούνι είχε πλέον καλύτερη πληροφόρηση και οι αποσβέσεις του έρχονταν γρήγορα, αλλά χωρίς ταλαντώσεις. Οι δύο δίσκοι, 240 χιλιοστών µπροστά και 220 χιλιοστών πίσω, κρίνονται αρκετοί για ένα δυνατό φρενάρισµα, ενώ ιδιαίτερα µπροστά υπήρχε καλύτερη πληροφόρηση ως προς το µπλοκάρισµα. Τα δύο αµορτισέρ εστιάζουν περισσότερο στην άνεση, αλλά δεν υστερούν στη γρήγορη οδήγηση. Ακόµα και µε δεύτερο άτοµο, δεν χάνουν την απόσβεσή τους και δεν τερµατίζουν εύκολα.
Η µεγάλη σέλα είναι άνετη και για τους δύο και ο συνεπιβάτης απολαµβάνει πρακτικές χειρολαβές, ωστόσο απουσιάζει κάποια σχάρα -ίσως βέβαια γιατί θα χαλούσε τη σπορτίφ εµφάνιση. Η εµφάνιση άλλωστε δέχτηκε τότε ιδιαίτερη φροντίδα, αφού οι αλλαγές σε σχέση µε το προηγούµενο µοντέλο, εκτός από το µέγεθος των τροχών και το πλαίσιο, ήταν τα χρώµατα, τα γραφικά, τα φωτιστικά σώµατα και τα όργανα. Η γρήγορη οδήγηση για την οποία ήταν ανέκαθεν φτιαγµένο το Runner, το έχει προικίσει όχι µόνο µε ένα στιβαρό πλαίσιο, αλλά και συνολικά µε µια “συµπαγή” κατασκευή και σωστή κατανοµή των µαζών.
Η χρήση που τα περισσότερα αντιµετώπισαν, ήταν σκληρή. Θα περίµενε λοιπόν κανείς ότι θα υπήρχαν αρκετά µηχανικά προβλήµατα, ωστόσο τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν άλλα. Έχουµε καταγράψει αρκετά παραδείγµατα όπου τα διαστήµατα σέρβις δεν τηρούνταν, χωρίς ωστόσο να δηµιουργούνται σηµαντικά προβλήµατα. Ο ιµάντας κίνησης, σύµφωνα µε τη Gilera πρέπει να ελέγχεται στα 6.000 χιλιόµετρα και να αλλάζεται στα 12.000. Ιδιαίτερα όµως µε έναν αναβαθµισµένο ιµάντα που έβγαλε το εργοστάσιο λίγο αργότερα, το διάστηµα αλλαγής ανέβηκε στα 18.000 χιλιόµετρα, µε αρκετούς να αλλάζουν ακόµα και στις 24.000 χωρίς προβλήµατα. Στα πρώτα σκούτερ που πωλήθηκαν στη χώρα µας, παρατηρήθηκε ένα µικρό πρόβληµα στην τρόµπα νερού, αλλά το ανταλλακτικό που στάλθηκε από το εργοστάσιο ήταν διαφορετικό και δεν έπασχε.
Με µηδενικά εργοστασιακά προβλήµατα και µεγάλα διαστήµατα σέρβις, το Runner είναι µια καλή πρόταση µεταχειρισµένου σκούτερ. Αν αποφασίσετε να το αποκτήσετε, για το µεγάλο σέρβις, µαζί δηλαδή µε αλλαγή ιµάντα κίνησης, των αναλώσιµων και µε όλους τους ελέγχους, η συνήθης τιµή είναι διακόσια ευρώ µαζί µε τα εργατικά. Για σκούτερ της κατηγορίας κρίνεται πολύ ικανοποιητική, ιδιαίτερα όταν για τα επόµενα περίπου 20.000 χιλιόµετρα, το µόνο που θα χρειαστεί είναι αλλαγές λαδιών. Μια πρόταση λοιπόν που παραµένει επίκαιρη, τόσο από άποψη δυνατοτήτων όσο και από εξοπλισµό και εµφάνιση. Το Runner έχει κερδίσει τη διαχρονικότητά του από το 1997 που βρίσκεται στη γκάµα της Gilera, και η απόδειξη της αξίας του βρίσκεται στην ιστορία του.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Μονοκύλινδρος, τετράχρονος, υδρόψυκτος µε 1ΕΕΚ, 4 βαλβίδες
Διάµετρος επί διαδροµή (mm): 72x48,6
Κυβικά (cc): 198
Σχέση συµπίεσης: 11,5:1
Τροφοδοσία: Καρµπιρατέρ Keihin CVK 30
Σύστηµα εκκίνησης: Μίζα
Σύστηµα εξαγωγής: 1 σε 1
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συµπλέκτη:  Αυτόµατος, ξηρός, φυγοκεντρικός
Τελική µετάδοση: Τροχαλίες µεταβαλλόµενης διαµέτρου, ιµάντας
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, διπλό, σωληνωτό
Μεταξόνιο (mm): 1.340
Μήκος (mm): 1.840
Πλάτος (mm): 750
Ύψος σέλας (mm): 815
Βάρος κενή / γεµάτη (kg): 144 / 137,5
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):  8,7 / 1,7
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εµπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάµετρος (mm): 35
Διαδροµή (mm): 85
Ρυθµίσεις: Καµία
Πίσω: Αιωρούµενος βραχίονας µε δύο αµορτισέρ
Διαδροµή (mm): 70
Ρυθµίσεις: Προφόρτιση
ΦΡΕΝΑ
Εµπρός: Ένας δίσκος 240mm µε δαγκάνα δύο εµβόλων και γλίστρα
Πίσω: Δίσκος 220mm µε δαγκάνα ενός εµβόλου και γλίστρα
ΤΡΟΧΟΙ
ΕΜΠΡΟΣ
Ελαστικό / Διάσταση: 120/70-14’’
ΠΙΣΩ
Ελαστικό / Διάσταση: 140/60-13’’
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό στροφόµετρο, οθόνη LCD µε ενδείξεις ταχύµετρου / ολικού και µερικού χιλιοµετρητή / στάθµης καυσίµου / θερµοκρασίας ψυκτικού υγρού, λυχνίες για µεσαία και µεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / φλας / ρεζέρβα /, πλαϊνό και κεντρικό σταντ, αεραγωγοί θερµού αέρα, χυτές ζάντες αλουµινίου
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Ρύθµιση βαλβίδων (km): Στις 6.000 και κάθε 24.000
Έλεγχος / Αλλαγή λαδιού κινητήρα (km): Κάθε 6.000
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm):  19 / 8.750
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 1,7 / 7.250
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l): 96
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση:  215,16

Yamaha MT-03 (2006-2014)

Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

2/11/2016

Η μετουσίωση

Πριν από μια δεκαετία σχεδόν, η μόδα των "politically correct" supermoto βρισκόταν στο απόγειό της. Πολλές εταιρείες προσπάθησαν να εφαρμόσουν αυτή την φιλοσοφία σε διάφορες και διαφορετικές μοτοσυκλέτες δρόμου, αλλά ελάχιστες έπιασαν το νόημα. Από τα πολύ λίγα λαμπρά παραδείγματα μιας αποτελεσματικής μετουσίωσης στην πράξη ήταν και το Yamaha MT-03

Το 2004 ήταν μια χρονιά ορόσημο για την Yamaha, καθώς τότε άλλαξε ριζικά και συθέμελα ένα άλλο ορόσημο: Το θρυλικό ΧΤ. Εκείνη την χρονιά έκανε το ντεμπούτο του ο μονοκύλινδρος κινητήρας της Minarelli των 660 κυβικών στα ΧΤ660R/X, ο οποίος βρήκε πρόσφορο έδαφος σε πολλές εναλλακτικές από τότε, κι όχι απαραίτητα μόνο σε ό,τι κοσμούνταν από το έμβλημα των τριών διαπασών. Μια από τις καλύτερες όμως εφαρμογές του ήταν ένα τέκνο του Iwata που είδε το φως της παραγωγής δύο χρόνια μετά τα ανανεωμένα ΧΤ, το MT-03.
Το μονοκύλινδρο roadster της Yamaha, έπεσε ακριβώς πάνω στην εποχή που τα εργοστάσια προσπαθούσαν να παντρέψουν την "τρέλα" των supermoto με τις πρακτικές αξίες των street μοτοσυκλετών, με αποτελέσματα πολλές φορές ετερόκλητα και ανούσια μηχναολογικά. Οι μηχανολόγοι της Yamaha όμως δούλεψαν περισσότερα ορθολογιστικά και πιο ψύχραιμα, μελετώντας πώς ακριβώς θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν καλύτερα τις δυνατότητες του συγκεκριμένου κινητήρα και κατέληξαν σε ένα αποτέλεσμα που αντικειμενικά ταίριαξε πολύ καλύτερα στον χαρακτήρα του σε σχέση με τις δύο εκδόσεις των ΧΤ.
Οι μοναδικές αλλαγές που έγιναν για να προσαρμοστεί πλήρως με την προσωπικότητα της μοτοσυκλέτας, ήταν η διαφορετική χαρτογράφηση της ανάφλεξης (καθώς στα ΧΤ είχε δημιουργήσει αρκετά προβλήματα και πολλά παράπονα από τους ιδιοκτήτες τους), ένα διαφορετικό σύστημα εξαγωγής και το ταίριασμα με ένα πιο κοντό γρανάζωμα.

Ο κινητήρας έρχεται αυτούσιος από το ΧΤ, με διαφορετική όμως χαρτογράφηση, άλλη εξάτμιση και πιο κοντό γρανάζωμα


Ο μονοκύλινδρος κινητήρας "παντρεύτηκε" με ένα μοντέρνο και καλοσχεδιασμένο πακέτο, το οποίο αισθητικά ακόμη και σήμερα δεν δείχνει παρωχημένο. Ανέκαθεν η σειρά ΜΤ χαρακτηρίζονταν από έναν ιδιαίτερο σχεδιασμό και στην περίπτωση του ΜΤ-03 δεν λυπήθηκαν τους πόρους. Το φαρδύ τιμόνι, πέρα από ένα λειτουργικό στοιχείο που προσφέρει ένα εξαιρετικό μοχλό, συμβάλλει στην όμορφη όψη της μοτοσυκλέτας από μπροστά, σε συνδυασμό με το φαρδύ πάνω μέρος του ρεζερβουάρ και το μοντέρνο σχήμα του προβολέα που σωστά δεν ακολούθησε τις ρετρό τάσεις των αντίστοιχων στρογγυλών, χρωμιομένων των γυμνών τετρακύλινδρων. Η λεπτή σιλουέτα του χάρη στο μικρό πλάτος του μονοκύλινδρου, το ιδιόμορφο σχήμα του ψαλιδιού, το οριζόντια τοποθετημένο δεξιά αμορτισέρ και οι δύο εξατμίσεις που βγαίνουν ψηλά κάτω από τη σέλα του συνεπιβάτη, συνθέτουν ένα σύνολο το οποίο όχι μόνο ξεχωρίζει, αλλά και είναι αποτελεσματικό σε ό,τι αφορά τον ρόλο που καλείται να υπηρετήσει.
Η κατανομή της δύναμης του μονοκύλινδρου κινητήρα σε ένα πολύ μεγάλο φάσμα στροφών από χαμηλά, κάνει το ΜΤ όχι μόνο ένα πραγματικό εργαλείο για το ασφυκτικό περιβάλλον της κίνησης μέσα στην πόλη, αλλά του δίνει τη δυνατότητα να προσφέρει διασκέδαση ακόμη κι εκεί που οι συνθήκες μοιάζουν απαγορευτικές. Σε συνδυασμό με το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού και το μεγάλο πλάτος του, τα ντριφταρίσματα και οι ελεγχόμενες πλαγιολισθήσεις μπορούν να γίνουν εκεί που οι υπόλοιποι αναβάτες θα παλεύουν με την ισορροπία για να βρουν πέρασμα να χωρέσουν. Μοναδικός περιορισμός μερικές φορές το ύψος του τιμονιού που μπορεί να συναντήσει τους καθρέφτες των ακινητοποιημένων αυτοκινήτων. Το χαμηλό ύψος της σέλα συμβάλλει κι αυτό στην εμπιστοσύνη που εμπνέει η μοτοσυκλέτα αλλά και στο να διατηρηθεί το συνολικό κέντρο βάρους (μαζί με τον αναβάτη) χαμηλά. Το πλαίσιο προσφέρει κι αυτό με τη σειρά του ένα άκαμπτο σύνολο που δείχνει ότι μπορεί να διαχειριστεί πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις, και σε συνδυασμό με την εξαιρετική απόδοση των αναρτήσεων σε προδιαθέτει να παίξεις με τα όρια της πρόσφυσης σε οποιοδήποτε είδος ασφάλτου.

Χωρίς μοχλικό και οριζόντια τοποθετημένο αμορτισέρ, το οποίο όμως αποδίδει άριστα και δένει απόλυτα με το υπόλοιπο σύνολο


Το συνολικό στήσιμο του ΜΤ-03 είναι τόσο καλό, που ακόμη και αν τύχει να βρεθεί στο εθνικό οδικό δίκτυο οι περιορισμοί θα μπουν μόνο από την έλλειψη προστασίας, καθώς σε ταχύτητες μέχρι τα 140km/h επιδεικνύει μια ανέλπιστη σταθερότητα για γυμνή μοτοσυκλέτα. Οι κραδασμοί του μονοκύλινδρου και οι μηχανικοί θόρυβοι του κινητήρα διατηρούνται σε πολύ χαμηλά επίπεδα και η όποια υπομονή στην μάχη με τον αέρα θα ανταμειφθεί μόλις βρεθεί σε στροφιλίκι. Το MT φτάνει στα όρια της κλίσης του με απίστευτη ευκολία και με μια σιγουριά αντίστοιχη των σύγχρονων streetfighters, με τις αναρτήσεις να απορροφούν αποτελεσματικά τις τυχόν ανωμαλίες, ακόμη και υπό κλίση, ενώ τα πολύ δυνατά φρένα δεν έχουν κανένα απολύτως πρόβλημα να στο να σταματήσουν όποτε τους ζητηθεί τα 191 (γεμάτα) πραγματικά κιλά της μοτοσυκλέτας.
Η επιτυχία του ΜΤ-03 σχεδιαστικά και κατασκευαστικά, είναι ότι αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο την αξία των απλών και σωστά μελετημένων λύσεων. Μπορεί να μην διαθέτει τουριστικές δυνατότητες και αντίστοιχο εξοπλισμό, και η κατανάλωσή του να κυμαίνεται σε ελαφρώς πιο ψηλά επίπεδα σε σύγκριση με τα σημερινά δεδομένα αντίστοιχου κυβισμού και κυλίνδρων μοτοσυκλετών, αλλά έχει ένα σημαντικό αβαντάζ. Από την αρχή του σχεδιασμού του είχε έναν ξεκάθαρο στόχο και εστίασε μόνο σ' αυτόν: στο να προσφέρει διασκέδαση και πρακτικότητα στην καθημερινή ρουτίνα του ιδιοκτήτη του, κι αυτό είναι κάτι που το πετυχαίνει απόλυτα.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος μονοκύλινδρος, με 4Β/Κ και 2ΕΕΚ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 100 x 84
Κυβικά (cc): 660
Σχέση συμπίεσης: 10,0:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής:  2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια

ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, ανοιχτό, χωληνωτό
Γωνία κάστερ (o): 26
Ίχνος (mm): 97
Μεταξόνιο (mm): 1.420
Ύψος σέλας (mm): 805
Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 174
Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 191
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 15 / 3,4

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό, συμβατικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm):  120
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Ένα αμορτισέρSachs χωρίς μοχλικό
Διαδρομή τροχού(mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου

ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 298mm με δαγκάνες δύο εμβόλων
Πίσω: Δίσκος 240mm της Brembo με δαγκάνα ενός εμβόλου


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70ZR-17
Πίσω
Ελαστικό: 160/60ZR-17

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό στροφόμετρο και ψηφιακή οθόνη με ταχύμετρο, ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές και ενδεικτικές λυχνίες για μεγάλη σκάλα/φλας/ρεζέρβα/πίεση λαδιού


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 45/6.000
Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 5,7/5.250
Επιτάχυνση 0 - 400m (sec, Μέτρηση ΜΟΤΟ): 14,03

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 43,4/6.000
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,6/5.100

Αν αντιστοιχίσετε το διάγραμμα του ΜΤ-03 με το αντίστοιχο του ΧΤ θα διαπιστώσετε ότι είναι ακριβώς ίδιο υπό κλίμακα, με διαφορά που φτάνει ως και τους τρεις ίππους. Αυτό αντισταθμίζεται από το κοντύτερο γρανάζωμα, αλλά στο χαρτί δεν είναι ορατή η διαφορά στην προοδευτικότητα. Εξαιρετική η απόδοση ψηλά που μένει ίδια για σχεδόν 2.5000 στροφές, ενώ και η καμπύλη της ροπής είναι υποδειγματική με πάνω από 5 χιλιογραμμόμετρα σε ένα πολύ μεγάλο εύρος στροφών
DYNO ΑΠΟ ΤΕΥΧΟΣ 368


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 6,8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 220

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 24%, €)

Έμβολο πλήρες: 170

Μπιέλα: 96,68

Τελικό εξάτμισης: 639,52

Εμπρός φτερό: 62,73  

Εμπρός τροχός: 487,13

Προβολέας: 151,60

Μανέτα φρένου: 55,37

Σέλα αναβάτη: 143,60

Πλαίσιο: 1386,85

Οι προαναφερόμενες τιμές ίσχυαν τον Οκτώβριο του 2016