Aprilia Shiver 750 (2007 - 2010)

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

2/8/2015

Σε δρόμο εξέλιξης

Η Aprilia εντυπωσίασε στην έκθεση του Μιλάνο το 2006 παρουσιάζοντας το Shiver 750. Η νέα μοτοσυκλέτα δρόμου είχε πολλά εντυπωσιακά στοιχεία στον σχεδιασμό της, ενώ ο καινούργιος κινητήρας υποσχόταν πλούσια τεχνολογία και ψεκασμό ride by wire

Mε το Shiver η Aprilia, έχοντας ήδη περιέλθει στην ιδιοκτησία της Piaggio, εισήρθε σε μια κατηγορία μοτοσυκλετών που μέχρι τότε δεν διέθετε κάποιο μοντέλο. Οι μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτες δρόμου έχουν πλήθος εκπροσώπων τόσο από τους κατασκευαστές, όσο και από εξειδικεύσεις και υποκατηγορίες. Honda Hornet, Ducati Monster, Kawasaki Z750, Suzuki GSR, Yamaha Fazer, BMW 800R είναι μερικά από τα μοντέλα στα οποία προστέθηκε το Shiver το 2007, το οποίο ήταν φτιαγμένο “σε λευκό χαρτί”. Δεν ήταν εξέλιξη κάποιου προηγούμενου μοντέλου, ενώ και ο νέος κινητήρας έκανε την εμφάνισή του ταυτόχρονα.Αφήνοντας στην άκρη την τάση που ακολουθούν οι περισσότεροι κατασκευαστές προσπαθώντας να φτιάξουν τις μοτοσυκλέτες τους με μικρές συνολικά διαστάσεις, η Αprilia έφτιαξε το Shiver μεγάλο, ενώ η συνολική του εμφάνιση εντυπωσίαζε. Ανακατεύοντας συστατικά από την αισθητική των streetfighters, το Shiver έχει πάνω του πολλά εξαρτήματα και σχεδιαστικές απόψεις που προκαλούν εντύπωση και αφήνουν υποσχέσεις, όπως το ανεστραμμένο πιρούνι με τις ακτινικές δαγκάνες, η φαρδιά ζάντα των έξι ιντσών πίσω, το βαμμένο σε χρώματα για να το αναδεικνύουν υβριδικό πλαίσιο, το χρυσαφί fat bar τιμόνι, οι πληροφορίες από τα όργανα και πιο ψηλά από όλα αυτά οι απολήξεις των εξατμίσεων ψηλά στην ουρά. To υβριδικό πλαίσιο είναι σε κοινή θέα με το μπροστινό του μέρος να είναι ένα χωροδικτύωμα από ατσάλινους σωλήνες με βιδωμένα πάνω του τα δυο χυτά αλουμινένια τμήματα που το συμπληρώνουν.Εντυπωσιακό στην όψη είναι και το αλουμινένιο ψαλίδι, φτιαγμένο από δυο χυτά τμήματα ενωμένα μεταξύ τους με βίδες και παξιμάδια, δείχνοντας την προσπάθεια της εταιρείας να προσφέρει μια εντυπωσιακή μοτοσυκλέτα σε προσιτή τιμή. Στο επίκεντρο βέβαια όλων ήταν ο καινούργιος V2 κινητήρας με την τεχνολογική υπεροχή του ride by wire ψεκασμού, που έφθανε για πρώτη φορά σε αυτή την κατηγορία μοτοσυκλετών και τιμής. O κινητήρας με την περιεχόμενη γωνία στις 90ο και τους δυο εκκεντροφόρους στην κάθε κεφαλή να περιστρέφονται από ένα σύστημα που χρησιμοποιεί αλυσίδα και γρανάζια έχει συμμαζεμένες διαστάσεις, ενώ βασικό χαρακτηριστικό είναι η πολύ κοντή διαδρομή του εμβόλου σε σχέση με τη διάμετρο, απόρροια του αρχικού σχεδιασμού του που είχε γίνει για μεγαλύτερη χωρητικότητα από τα 750 κυβικά που διαθέτει αφότου άρχισε η παραγωγή του.O ψεκασμός της Marelli έχει δυο ανεξάρτητες μεταξύ τους μονάδες που ελέγχουν το άνοιγμα των πεταλούδων μετά από την επεξεργασία των εντολών του αναβάτη που δίνει με την περιστροφή του γκριπ. Από τις πρώτες οδηγικές εντυπώσεις, η λειτουργία του ψεκασμού αποδείχθηκε “αχίλλειος πτέρνα” στην εξέλιξη που είχε προηγηθεί. Ο ψεκασμός είχε απότομη απόκριση, ενώ συχνά ανταποκρινόταν διαφορετικά από τον τρόπο που ανέμενε ο αναβάτης.H Aprilia θέλοντας να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητες που έδινε η νέα τεχνολογία, έχει υποκαταστήσει τον μονόδρομο συμπλέκτη για την αποφυγή των αναπηδήσεων του πίσω τροχού μετά από κατεβάσματα ταχυτήτων με κλειστό γκάζι, με το να μην κλείνουν τελείως οι πεταλούδες για να μην πέφτουν στο ρελαντί οι στροφές, αλλά στην πράξη σε έπιανε απροετοίμαστο. Mετά από αυτές τις διαπιστώσεις η Aprilia προσέθεσε στα Shiver του 2008 την δυνατότητα επιλογής από τον αναβάτη τριών διαφορετικών χαρτογραφήσεων που καθόριζαν την απόδοση του V2. Πάντως, η αναβάθμιση εφαρμόστηκε και στα Shiver που ήδη είχαν παραχθεί και πουληθεί. Οι τρεις χάρτες που έχει να διαλέξει ο αναβάτης είναι η Sport όπου η απόδοση είναι η μέγιστη, το ανέβασμα στροφών το ταχύτερο και η απόκριση στο άνοιγμα του γκαζιού άμεση. Στη θέση Touring η απόκριση και το ανέβασμα των στροφών γίνεται με πιο ήπιο τρόπο δίχως όμως η μέγιστη απόδοση να έχει ουσιαστική μείωση. Η ουσιαστική μείωση γίνεται με την επιλογή της χαρτογράφησης Rain, όπου η απόδοση μειώνεται για να βοηθά την οδήγηση σε βρεγμένους δρόμους με μειωμένη πρόσφυση. Έχουν ακολουθήσει και άλλες αναβαθμίσεις στο λογισμικό για να βελτιωθεί η συμπεριφορά του ψεκασμού, και πλέον τα αρχικά προβλήματα έχουν ουσιαστικά εκλείψει.Τo Shiver σαν μοτοσυκλέτα καθημερινής χρήσης στην κυκλοφορία στην πόλη μειονεκτεί από το μικρό κόψιμο του τιμονιού της και τη σχετικά σκληρή λειτουργία του κιβωτίου αλλά και των αναρτήσεων, απέχοντας από την άνεση άλλων χωρίς όμως να αποτελεί μια δύσχρηστη μοτοσυκλέτα. Εκτός πόλης, η απόδοση του κινητήρα, αλλά και ο ήχος του, κάνουν τα πράγματα διασκεδαστικά, ενώ και η θέση οδήγησης προσφέρεται για επιθετική οδήγηση. Η πληροφόρηση και η ποιότητα της λειτουργίας των αναρτήσεων και των φρένων δεν είναι αυτή των supersport μοτοσυκλετών, δείχνοντας και τα όρια του Shiver, ενώ το πλαίσιο τα καταφέρνει χωρίς κανένα πρόβλημα. Άλλωστε προέρχεται από έναν κατασκευαστή με τόσους παγκόσμιους τίτλους και εμπειρία από αγώνες που ακόμη και στο χαμηλής τιμής Shiver έχει να προσθέσει κάτι καλό.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, δικύλινδρος V90o , υγρόψυκτος με 2EEK/4 βαλβίδες

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 92 x 56,4

Κυβικά (cc): 749,9             

Σχέση συμπίεσης: 11:1               

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli, ride by wire                                   

Σύστημα εκκίνησης:    Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:  2 σε 1 σε 2

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:   Υγρός, πολύδισκος, υδραυλικός

Σχέσεις ταχυτήτων: Έξι

Τελική μετάδοση:    Αλυσίδα, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο χωροδικτύωμα βιδωμένο σε αλουμινένιες πλάκες, αφαιρούμενο υποπλαίσιο

Γωνία κάστερ (o):       25,7

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.440

Ύψος σέλας (mm):  810

Βάρος κατασκευαστή κενή / γεμάτη (kg):    189/

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 219

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l):            15/

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Ανεστραμμένο πιρούνι Showa

Διάμετρος (mm):  43

Διαδρομή (mm):  120                

Ρυθμίσεις:   Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση επαναφοράς

Πίσω:  ένα αμορτισέρ WP, χωρίς μοχλικό

Διαδρομή (mm):  130

Ρυθμίσεις:  Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων

Πίσω:    Δίσκος 270mm, δαγκάνα με δύο έμβολα

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:   120/70 -17

Ζάντα:    3,50 x 17

Πίσω

Ελαστικό:     180/50 -17

Ζάντα:    6 x17’’

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο, ψηφιακό ταχύμετρο, ρολόι, επιλογή χαρτογραφήσεων για τον κινητήρα, ένδειξη σχέσης κιβωτίου, ένας ολικός και δυο μερικοί χιλιομετρητές, ένδειξη μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, θερμοκρασίας ψυκτικού, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά/πίεση λαδιού/λειτουργία ψεκασμού, φλας, μεγάλη σκάλα φώτων, ανοικτό stand

 

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 95/9.000

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            8,3/9.000

 

Επιτάχυνση 0 – 400m (sec) : 12,39

 

 

Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): Sport: 74,1/9.500, Tour:73,5/9.400, Rain: 64,6/9.500    

Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): Sport: 6/7.400, Tour: 6/7.600, Rain: 5/6.800            

O V2 δεν εκπλήσσει με την απόδοσή του στις χαμηλές στροφές αλλά τα πηγαίνει πολύ καλύτερα στις μεσαίες και τις ψηλές φθάνοντας να αποδίδει 75 “μεστούς” ίππους, με την κατανάλωσή του και τα διαστήματα συντήρησής του να είναι αυτά ενός σύγχρονου κινητήρα. Στο διάγραμμα αποτυπώνονται οι καμπύλες της ροπής και ισχύος και με τους τρεις χάρτες. Αυτό που δεν φαίνεται είναι ο αγριωπός τρόπος που ανεβάζει στροφές στον Sport, o κανονικός του Touring και ο βαρετός του Rain. O ήχος του - εκτός από του ρελαντί - είναι από ευχάριστος έως ερεθιστικός

 

Ο V2 κρέμεται από το υβριδικό πλαίσιο του Shiver. Δυνατός στις μεσαίες και ψηλές στροφές που περιστρέφεται με άνεση, με χαμηλή όμως απόδοση στις χαμηλές στροφές. Το αμορτισέρ είναι τοποθετημένο δεξιά από τον διαμήκη άξονα αφήνοντας χώρο για την εξάτμιση

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            6,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            238

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, σε €)

Έμβολο: 262

Μπιέλα: 165

Τελικό εξάτμισης: 479

Εμπρός φτερό: 54

Εμπρός ζάντα: 145

Μανέτα φρένου: 32

Σέλα: 81

Πλαίσιο: 530

(Τα αλουμινένια τμήματα): 196

Oι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Φεβρουάριο του 2012

Η εντυπωσιακή εμφάνιση του Shiver δεν συνοδεύεται από πολύ υψηλή ποιότητα κατασκευής, με αποτέλεσμα να χάνει σχετικά εύκολα την γυαλιστερή του όψη. Οξειδώσεις εμφανίζονται για παράδειγμα στον συλλέκτη της εξάτμισης εκεί που περνάει από το ψαλίδι, ενώ έχουν παρατηρηθεί και αλλοιώσεις στη βαφή του πλαστικού ρεζερβουάρ. Επομένως χρειάζεται λεπτομερή έλεγχο για την κατάστασή του σαν μεταχειρισμένο. Ακόμη θα πρέπει να ερευνηθεί εάν έχει δεχθεί τις αναβαθμίσεις που έχουν γίνει όσον αφορά στον προγραμματισμό της μονάδας διαχείρισης του κινητήρα. Αυτά να γίνουν πριν από την ακρόαση των ήχων του κινητήρα. Μετά έχει σειρά και η πιστοποίηση ότι όλα δουλεύουν σωστά, με την οδήγησή της.

 

Εντυπωσιακή η ουρά με τις δυο απολήξεις του τελικού να υπογραμμίζουν την ταυτότητά της

 

 

 

Yamaha MT-03 (2006-2014)

Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

2/11/2016

Η μετουσίωση

Πριν από μια δεκαετία σχεδόν, η μόδα των "politically correct" supermoto βρισκόταν στο απόγειό της. Πολλές εταιρείες προσπάθησαν να εφαρμόσουν αυτή την φιλοσοφία σε διάφορες και διαφορετικές μοτοσυκλέτες δρόμου, αλλά ελάχιστες έπιασαν το νόημα. Από τα πολύ λίγα λαμπρά παραδείγματα μιας αποτελεσματικής μετουσίωσης στην πράξη ήταν και το Yamaha MT-03

Το 2004 ήταν μια χρονιά ορόσημο για την Yamaha, καθώς τότε άλλαξε ριζικά και συθέμελα ένα άλλο ορόσημο: Το θρυλικό ΧΤ. Εκείνη την χρονιά έκανε το ντεμπούτο του ο μονοκύλινδρος κινητήρας της Minarelli των 660 κυβικών στα ΧΤ660R/X, ο οποίος βρήκε πρόσφορο έδαφος σε πολλές εναλλακτικές από τότε, κι όχι απαραίτητα μόνο σε ό,τι κοσμούνταν από το έμβλημα των τριών διαπασών. Μια από τις καλύτερες όμως εφαρμογές του ήταν ένα τέκνο του Iwata που είδε το φως της παραγωγής δύο χρόνια μετά τα ανανεωμένα ΧΤ, το MT-03.
Το μονοκύλινδρο roadster της Yamaha, έπεσε ακριβώς πάνω στην εποχή που τα εργοστάσια προσπαθούσαν να παντρέψουν την "τρέλα" των supermoto με τις πρακτικές αξίες των street μοτοσυκλετών, με αποτελέσματα πολλές φορές ετερόκλητα και ανούσια μηχναολογικά. Οι μηχανολόγοι της Yamaha όμως δούλεψαν περισσότερα ορθολογιστικά και πιο ψύχραιμα, μελετώντας πώς ακριβώς θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν καλύτερα τις δυνατότητες του συγκεκριμένου κινητήρα και κατέληξαν σε ένα αποτέλεσμα που αντικειμενικά ταίριαξε πολύ καλύτερα στον χαρακτήρα του σε σχέση με τις δύο εκδόσεις των ΧΤ.
Οι μοναδικές αλλαγές που έγιναν για να προσαρμοστεί πλήρως με την προσωπικότητα της μοτοσυκλέτας, ήταν η διαφορετική χαρτογράφηση της ανάφλεξης (καθώς στα ΧΤ είχε δημιουργήσει αρκετά προβλήματα και πολλά παράπονα από τους ιδιοκτήτες τους), ένα διαφορετικό σύστημα εξαγωγής και το ταίριασμα με ένα πιο κοντό γρανάζωμα.

Ο κινητήρας έρχεται αυτούσιος από το ΧΤ, με διαφορετική όμως χαρτογράφηση, άλλη εξάτμιση και πιο κοντό γρανάζωμα


Ο μονοκύλινδρος κινητήρας "παντρεύτηκε" με ένα μοντέρνο και καλοσχεδιασμένο πακέτο, το οποίο αισθητικά ακόμη και σήμερα δεν δείχνει παρωχημένο. Ανέκαθεν η σειρά ΜΤ χαρακτηρίζονταν από έναν ιδιαίτερο σχεδιασμό και στην περίπτωση του ΜΤ-03 δεν λυπήθηκαν τους πόρους. Το φαρδύ τιμόνι, πέρα από ένα λειτουργικό στοιχείο που προσφέρει ένα εξαιρετικό μοχλό, συμβάλλει στην όμορφη όψη της μοτοσυκλέτας από μπροστά, σε συνδυασμό με το φαρδύ πάνω μέρος του ρεζερβουάρ και το μοντέρνο σχήμα του προβολέα που σωστά δεν ακολούθησε τις ρετρό τάσεις των αντίστοιχων στρογγυλών, χρωμιομένων των γυμνών τετρακύλινδρων. Η λεπτή σιλουέτα του χάρη στο μικρό πλάτος του μονοκύλινδρου, το ιδιόμορφο σχήμα του ψαλιδιού, το οριζόντια τοποθετημένο δεξιά αμορτισέρ και οι δύο εξατμίσεις που βγαίνουν ψηλά κάτω από τη σέλα του συνεπιβάτη, συνθέτουν ένα σύνολο το οποίο όχι μόνο ξεχωρίζει, αλλά και είναι αποτελεσματικό σε ό,τι αφορά τον ρόλο που καλείται να υπηρετήσει.
Η κατανομή της δύναμης του μονοκύλινδρου κινητήρα σε ένα πολύ μεγάλο φάσμα στροφών από χαμηλά, κάνει το ΜΤ όχι μόνο ένα πραγματικό εργαλείο για το ασφυκτικό περιβάλλον της κίνησης μέσα στην πόλη, αλλά του δίνει τη δυνατότητα να προσφέρει διασκέδαση ακόμη κι εκεί που οι συνθήκες μοιάζουν απαγορευτικές. Σε συνδυασμό με το μεγάλο κόψιμο του τιμονιού και το μεγάλο πλάτος του, τα ντριφταρίσματα και οι ελεγχόμενες πλαγιολισθήσεις μπορούν να γίνουν εκεί που οι υπόλοιποι αναβάτες θα παλεύουν με την ισορροπία για να βρουν πέρασμα να χωρέσουν. Μοναδικός περιορισμός μερικές φορές το ύψος του τιμονιού που μπορεί να συναντήσει τους καθρέφτες των ακινητοποιημένων αυτοκινήτων. Το χαμηλό ύψος της σέλα συμβάλλει κι αυτό στην εμπιστοσύνη που εμπνέει η μοτοσυκλέτα αλλά και στο να διατηρηθεί το συνολικό κέντρο βάρους (μαζί με τον αναβάτη) χαμηλά. Το πλαίσιο προσφέρει κι αυτό με τη σειρά του ένα άκαμπτο σύνολο που δείχνει ότι μπορεί να διαχειριστεί πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις, και σε συνδυασμό με την εξαιρετική απόδοση των αναρτήσεων σε προδιαθέτει να παίξεις με τα όρια της πρόσφυσης σε οποιοδήποτε είδος ασφάλτου.

Χωρίς μοχλικό και οριζόντια τοποθετημένο αμορτισέρ, το οποίο όμως αποδίδει άριστα και δένει απόλυτα με το υπόλοιπο σύνολο


Το συνολικό στήσιμο του ΜΤ-03 είναι τόσο καλό, που ακόμη και αν τύχει να βρεθεί στο εθνικό οδικό δίκτυο οι περιορισμοί θα μπουν μόνο από την έλλειψη προστασίας, καθώς σε ταχύτητες μέχρι τα 140km/h επιδεικνύει μια ανέλπιστη σταθερότητα για γυμνή μοτοσυκλέτα. Οι κραδασμοί του μονοκύλινδρου και οι μηχανικοί θόρυβοι του κινητήρα διατηρούνται σε πολύ χαμηλά επίπεδα και η όποια υπομονή στην μάχη με τον αέρα θα ανταμειφθεί μόλις βρεθεί σε στροφιλίκι. Το MT φτάνει στα όρια της κλίσης του με απίστευτη ευκολία και με μια σιγουριά αντίστοιχη των σύγχρονων streetfighters, με τις αναρτήσεις να απορροφούν αποτελεσματικά τις τυχόν ανωμαλίες, ακόμη και υπό κλίση, ενώ τα πολύ δυνατά φρένα δεν έχουν κανένα απολύτως πρόβλημα να στο να σταματήσουν όποτε τους ζητηθεί τα 191 (γεμάτα) πραγματικά κιλά της μοτοσυκλέτας.
Η επιτυχία του ΜΤ-03 σχεδιαστικά και κατασκευαστικά, είναι ότι αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο την αξία των απλών και σωστά μελετημένων λύσεων. Μπορεί να μην διαθέτει τουριστικές δυνατότητες και αντίστοιχο εξοπλισμό, και η κατανάλωσή του να κυμαίνεται σε ελαφρώς πιο ψηλά επίπεδα σε σύγκριση με τα σημερινά δεδομένα αντίστοιχου κυβισμού και κυλίνδρων μοτοσυκλετών, αλλά έχει ένα σημαντικό αβαντάζ. Από την αρχή του σχεδιασμού του είχε έναν ξεκάθαρο στόχο και εστίασε μόνο σ' αυτόν: στο να προσφέρει διασκέδαση και πρακτικότητα στην καθημερινή ρουτίνα του ιδιοκτήτη του, κι αυτό είναι κάτι που το πετυχαίνει απόλυτα.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, υγρόψυκτος μονοκύλινδρος, με 4Β/Κ και 2ΕΕΚ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 100 x 84
Κυβικά (cc): 660
Σχέση συμπίεσης: 10,0:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής:  2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός πολύδισκος
Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια

ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο, ανοιχτό, χωληνωτό
Γωνία κάστερ (o): 26
Ίχνος (mm): 97
Μεταξόνιο (mm): 1.420
Ύψος σέλας (mm): 805
Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 174
Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 191
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 15 / 3,4

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Τηλεσκοπικό, συμβατικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm):  120
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Ένα αμορτισέρSachs χωρίς μοχλικό
Διαδρομή τροχού(mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου

ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 298mm με δαγκάνες δύο εμβόλων
Πίσω: Δίσκος 240mm της Brembo με δαγκάνα ενός εμβόλου


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70ZR-17
Πίσω
Ελαστικό: 160/60ZR-17

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Αναλογικό στροφόμετρο και ψηφιακή οθόνη με ταχύμετρο, ολικό και δύο μερικούς χιλιομετρητές και ενδεικτικές λυχνίες για μεγάλη σκάλα/φλας/ρεζέρβα/πίεση λαδιού


ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 45/6.000
Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm): 5,7/5.250
Επιτάχυνση 0 - 400m (sec, Μέτρηση ΜΟΤΟ): 14,03

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ
Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 43,4/6.000
Ροπή στον τροχό (kg.m/rpm): 5,6/5.100

Αν αντιστοιχίσετε το διάγραμμα του ΜΤ-03 με το αντίστοιχο του ΧΤ θα διαπιστώσετε ότι είναι ακριβώς ίδιο υπό κλίμακα, με διαφορά που φτάνει ως και τους τρεις ίππους. Αυτό αντισταθμίζεται από το κοντύτερο γρανάζωμα, αλλά στο χαρτί δεν είναι ορατή η διαφορά στην προοδευτικότητα. Εξαιρετική η απόδοση ψηλά που μένει ίδια για σχεδόν 2.5000 στροφές, ενώ και η καμπύλη της ροπής είναι υποδειγματική με πάνω από 5 χιλιογραμμόμετρα σε ένα πολύ μεγάλο εύρος στροφών
DYNO ΑΠΟ ΤΕΥΧΟΣ 368


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)
Μέση: 6,8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)
Μέση: 220

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 24%, €)

Έμβολο πλήρες: 170

Μπιέλα: 96,68

Τελικό εξάτμισης: 639,52

Εμπρός φτερό: 62,73  

Εμπρός τροχός: 487,13

Προβολέας: 151,60

Μανέτα φρένου: 55,37

Σέλα αναβάτη: 143,60

Πλαίσιο: 1386,85

Οι προαναφερόμενες τιμές ίσχυαν τον Οκτώβριο του 2016