Mugen Shinden Ni – ηλεκτρικό, αλλά πιο γρήγορο από Honda RSC1000 στο Isle of Man ΤΤ

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

5/6/2014

To 2009, στον πρώτο αγώνα ΤΤ Ζero με ηλεκτρικές μοτοσυκλέτες, o Rob Barber με το AGNI έκανε τον ταχύτερο γύρο του με μέση ωριαία 140,7 km/h. Αν έτρεχε στο ΤΤ του... 1936, μόλις που θα πέρναγε την νικήτρια Norton Manx, που είχε μέση ωριαία 138,1 km/h. Το πόρισμα είχε βγει: Οι ηλεκτρικές αγωνιστικές μοτοσυκλέτες του 2009 ήταν το ίδιο γρήγορες με τις βενζινοκίνητες του 1936, παρά το πλεονέκτημά τους από τις προόδους της τεχνολογίας σε πλαίσια, αναρτήσεις, φρένα και ελαστικά.

Μέσα σε τέσσερα όμως ακόμη χρόνια, τα ηλεκτρικά που τόσο αγαπάμε να περιφρονούμε (τουλάχιστον όσοι κατεβάζουν σφηνάκια σούπερ αμόλυβδης για πρωινό), έχουν προοδεύσει πολύ, κερδίζοντας μια δεκαετία κάθε χρόνο! Φέτος, στον αγώνα μηδενικών ρύπων του ΤΤ, φαβορί ήταν η Mugen Shinden Ni, με αναβάτες τους κορυφαίους John McGuinness και Bruce Anstey. Ιαπωνική η Mugen, εταιρία φτιαγμένη από το πλευρό του Soichiro Honda, αφού την έφτιαξε και την έτρεχε ο γιος του για να παράγει εξαρτήματα βελτιώσεων για μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα. Μια χαρά είναι λοιπόν για να πάρει το βάρος της εξέλιξης των ηλεκτρικών, αντί για την πατρική Honda. Η Μugen συνεργάζεται και με την Mission Motors, που επίσης ασχολείται μόνο με ηλεκτρικές μοτοσυκλέτες. To Μugen Shinden Ni του 2014 δεν έχει τίποτα κοινό με του 2013, κι αυτό δείχνει πόσο σοβαρά έχει πάρει η Mugen, δηλαδή η Honda, το ζήτημα "ηλεχτρικά αγωνιάρικα μηχανάκια". Η Mugen βέβαια ανακοινώνει πως πρόκειται για δικό της πρόγραμμα εξέλιξης και δεν είναι ανακατεμένη η Honda, αλλά δεν έχουμε βρει ακόμα κανέναν που να το πιστεύει αυτό.

Ήδη από τα δοκιμαστικά, ο ΜcGuinness με το Mugen γύρισε με μ.ω.τ. 186,1 km/h, ξεπερνώντας τα ρεκόρ γύρου του Joey Dunlop από το 1980 (185,4 km/h, με Yamaha TZ750) και από το 1981 (185,7 km/h, με Honda RSC1000), φτάνοντας πολύ κοντά και στο ρεκόρ γύρου του 1984 (και πάλι του Joey Dunlop, με Honda RS500, στα 190,7 km/h). Επόμενος στόχος, για του χρόνου, είναι το ρεκόρ του 1985 από τον Steve Hislop με Honda RC30, στα 195,3 km/h.

Κάπως έτσι, κι ενώ ξεκίνησαν με ιδιοκατασκευές αγνώστων εταιριών εκτός των καθιερωμένων της μοτοσυκλέτας, τα ηλεκτρικά μέσα σε τέσσερα χρόνια βρέθηκαν από το 1936 στο 1984 μόλις ασχολήθηκαν μαζί τους μεγάλες εταιρίες και τα καβάλησαν κορυφαίοι αναβάτες.   

Από τι εξαρτάται όμως το πότε θα φτάσουν τα ηλεκτρικά τους χρόνους των βενζινοκίνητων; Με αυτό το ρυθμό προόδου θα ήταν δυνατό μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, θεωρητικά. Η ισχύς δεν είναι πρόβλημα, ούτε η ροπή. Το Μugen έχει 134 ίππους και 22 κιλά ροπής, και σήμερα υπάρχουν ηλεκτρικού κινητήρες που θα μπορούσαν να ξεπεράσουν την απόδοση των MotoGP, με πάνω από 240 ίππους. Το πρόβλημα είναι στην αποθήκευση της ενέργειας, και την διαχείρισή της. Οι ανάγκες αποθήκευσης, με την σημερινή τεχνολογία, την κάνουν βαριά: Είναι πάνω από 240 κιλά. Η διαχείριση της αποθηκευμένης ηλεκτρικής ενέργειας είναι αυτή που καθορίζει το πόσο γρήγορα μπορεί να πάει ο McGuinness, κι αυτό φάνηκε με την βελτίωση του χρόνου μετά από κάθε δοκιμαστικό γύρο και τις ρυθμίσεις που έκαναν. Στην ευθεία του Sulby, το Μugen πέρναγε με 265,5 km/h, καθόλου άσχημα.

Πόση πρακτική αξία έχουν τα ηλεκτρικά αγωνιστικά; Πως θα περάσει αυτή η τεχνολογία από τους αγώνες στο δρόμο, και γιατί να περάσει; Η ύπαρξη αγώνων "μηδενικών ρύπων" σε τι εξυπηρετεί; Μέχρι να αλλάξει κάτι ριζικά στις μπαταρίες, ελάχιστα πράγματα. Όγκος, βάρος, φόρτιση, διαχείριση, όλα προβληματικά προς το παρόν. Και δεν θέλετε να ξέρετε τι θα συμβεί αν κάποιος απρόσεκτος μάστορας βραχυκυκλώσει ένα πλήρως φορτισμένο Mugen. Θα τον παρατηρούν οι επιστήμονες με τα τηλεσκόπια καθώς θα μπαίνει σε τροχιά γύρω από το φεγγάρι, εντελώς ξεροψημένος. Όσο όμως κι αν λέμε αστειάκια, η ιστορία είναι γοητευτική, καθώς τα ρεύματα τα βάζουν με τις βενζίνες, και κάνουν τεράστιες προόδους. Έτσι, έστω και σαν άσκηση χωρίς πρακτικό αποτέλεσμα.

 

Royal Enfield: Νέο ορόσημο με πάνω από 1.000.000 πωλήσεις μοτοσυκλετών το 2024

Ρεκόρ παραγωγής για την ινδική εταιρεία και ιστορικό ρεκόρ πωλήσεων
Royal Enfield ρεκόρ παραγωγής και πωλήσεων 2024
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

17/4/2025

Ένα ιστορικό για την ίδια ορόσημο-ρεκόρ έπιασε η Royal Enfield τη χρονιά που μας πέρασε με τις πάνω από 1.000.000 μοτοσυκλέτες που πούλησε το 2024.

Όπως είχατε διαβάσει και εδώ λίγους μήνες πριν, το 2024 ήταν η χρονιά που η Royal Enfield θα έφτανε ή και θα ξεπερνούσε σε παραγωγή το ένα εκατομμύριο μοτοσυκλέτες. Έτσι καθώς διανύουμε τον 4ο μήνα του 2025, η RE επιβεβαίωσε αυτό που είχαμε προβλέψει καταφέρνοντας όχι μόνο να φτάσει αλλά και να ξεπεράσει το ένα εκατομμύριο στις μοτοσικλέτες που πούλησε σε όλον τον κόσμο.

Με μία λακωνική ανάρτηση στα κοινωνικά της δίκτυα, η εταιρεία δήλωσε: “Αυτό το εκπληκτικό κατόρθωμα δεν θα ήταν δυνατό χωρίς την υποστήριξη των συνεργατών μας, των αντιπροσώπων μας και κυρίως των πελατών μας. Σας οφείλουμε την επιτυχία αυτής της μάρκας. Σας ευχαριστούμε”.

Την παραπάνω δήλωση έρχονται να επιβεβαιώσουν και τα οικονομικά αποτελέσματα της RE, με το οικονομικό έτος 2024 για τους Ινδούς να λήγει στις 31 Μαρτίου 2025. Έναντι του 2023, οι πωλήσεις μοτοσυκλετών αυξήθηκαν κατά 11% και έφτασαν στο 1,09 εκατ. μονάδες.

Το εκπληκτικό, αν κάτσει και το σκεφτεί κανείς, με την Royal Enfield, είναι ότι παράγει αποκλειστικά μοτοσυκλέτες, ανάμεσα στις οποίες δεν έχει κανένα μοντέλο κάτω από 350 κυβικά! Στην αύξηση των πωλήσεων βοήθησαν οι νέες μοτοσυκλέτες που παρουσίασε η εταιρεία τους τελευταίους μήνες, όπως και οι εξαγωγές στον υπόλοιπο κόσμο που αυξήθηκαν κατά 37% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.

Η Enfield Cycle Company, όπως αρχικά ονομαζόταν η εταιρεία, ιδρύθηκε το 1901 στο Ηνωμένο Βασίλειο και είναι ο παλαιότερος κατασκευαστής μοτοσυκλετών στον κόσμο με συνεχή παραγωγή. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός της “μετανάστευσης” της εταιρείας από το Ηνωμένο Βασίλειο στην Ινδία και θα το δούμε επιγραμματικά παρακάτω.

Μετά την ανεξαρτησία της Ινδίας το 1947, η ινδική κυβέρνηση χρειαζόταν αξιόπιστες μοτοσυκλέτες για την αστυνομία και το στρατό της. Το 1952, η ινδική κυβέρνηση δοκίμασε μερικές μοτοσυκλέτες της εταιρείας και βρήκε το Royal Enfield Bullet (το οποίο είναι σε συνεχή παραγωγή από το 1932 έως και σήμερα!) ξεχωριστό για την αντοχή και τις επιδόσεις του, έτσι παρήγγειλε 800 τέτοιες μοτοσυκλέτες.

Για να καλύψει την τεράστια ζήτηση, η Enfield συνεργάστηκε με την Madras Motors, μία ινδική εταιρεία και δημιουργήσαν τη Enfield India Ltd, με έδρα το Chennai. Το 1971 το εργοστάσιο στο Ηνωμένο Βασίλειο κλείνει και η παραγωγή μεταφέρεται εξολοκλήρου στην Ινδία. Το 1994, το γκρουπ Eicher Motors εξαγοράζει την Enfield India και το brand μετονομάστηκε σε Royal Enfield για να αρχίσει από εκεί και έπειτα η μεταμόρφωση της RE από μια σχεδόν τοπική εταιρεία με ιστορικό όνομα και ετήσια παραγωγή περίπου 25.000 μοτοσυκλετών σε έναν παγκόσμιο κατασκευαστή, από τους μεγαλύτερους στον κόσμο, ειδικά στους κυβισμούς 350-650. Χωρίς παπιά, χωρίς σκούτερ και χωρίς μοτοσυκλέτες σε κυβισμούς από 50 έως και 300 κ.εκ.!

Η εταιρεία διατηρεί πλέον τρεις σταθμούς παραγωγής – όλοι στην Ινδία – με τους δύο από αυτούς να ανοίγουν την τελευταία δεκαετία, δείχνοντας ξεκάθαρα την ανάπτυξη της εταιρείας. Πλέον έχει επίσης και μονάδα συναρμολόγησης στην Ταϊλάνδη (και άλλες πέντε Αργεντινή, Κολομβία, Βραζιλία, Μπαγκλαντές και Νεπάλ) που ξεκίνησε να λειτουργεί πριν από λίγο καιρό. Σήμερα, η Royal Enfield είναι μία παγκόσμια εταιρεία μοτοσυκλετών με 100% ινδικές ρίζες.