Μετά από μια πολύ μεγάλη μείωση των πωλήσεών της, αποτέλεσμα και της παγκόσμιας ύφεσης –μόλις εκατόν πενήντα μοτοσυκλέτες πούλησε το 2011– η Bimota έκανε την μεγάλη επιστροφή στην Eicma. Έχοντας απουσιάσει για δυο χρόνια, έκανε τη μεγάλη επιστροφή και παρουσίασε δυο καινούργια μοντέλα δρόμου, την ανανεωμένη αγωνιστική Moto2 και, για πρώτη φορά στην ιστορία της, μοτοσυκλέτες εκτός δρόμου με δίχρονο και τετράχρονο κινητήρα. Ο Roberto Comini που έσωσε την εταιρεία από την πτώχευση το 2003, και μετά από την προσωπική τραγωδία του θανάτου της γυναίκας του, κάτι που τον υποχρέωσε να γυρίσει πίσω στην διεύθυνση της φαρμακευτικής εταιρείας, τώρα έχει αφοσιωθεί και πάλι στην Bimota. Χρηματοδότησε την ανάπτυξη των καινούργιων μοντέλων και σκοπεύει να αναδιοργανώσει πλήρως το δίκτυο διανομής τους. Η διεύρυνση της γκάμας των μοντέλων είναι το κλειδί του σχεδίου του Comini για να προσφέρει η Bimota μια ευρύτερη επιλογή μοντέλων στους πελάτες και τους αντιπροσώπους της διατηρώντας την εστίαση της εταιρείας στην ποιότητα και την αποκλειστικότητα. Η πρώτη νέα μοτοσυκλέτα είναι η DB9 Brivido, μια έκδοση streetfighter της DB8 Biposto της διθέσιας έκδοσης της DB7. Βrivido στα ιταλικά σημαίνει συγκίνηση. Σχεδιάστηκε από τον Enrico Borghesan στις εγκαταστάσεις της Bimota."Προσπάθησα να κρατήσω την διακριτική αισθητική του DB7 ενώ ταυτόχρονα να έχει και τη μυώδη όψη ενός streetfighter" λέει ο Borgesen. Ο αρχιμηχανικός της Bimota Andrea Acquaviva, είχε μια πτώση πριν από δυο χρόνια, οδηγώντας προς την δουλειά του ένα DB7, και για αυτό “ηρέμησε” την ριζοσπαστική γεωμετρία του, φέρνοντας την γωνία κάστερ στις 25ο και αυξάνοντας το ίχνος κατά πέντε χιλιοστά μεγαλύτερο ίχνος για την DB9. Χρησιμοποιεί την ανανεωμένη έκδοση του υγρόψυκτου 1198 της Ducati, τον Testastreta Evoluzione στη μορφή που κινεί τις Daivel και Multistrada Με 162 ίππους και 13 χιλιογραμμόμετρα ροπής στις 8.000 έχει προγραμματιστεί να αρχίσει η παραγωγή του, τον Φεβρουάριο, σε τιμή που δεν έχει ανακοινωθεί. Με στόχο να πάρει τη πρώτη θέση από το Streetfighter S της Ducati το DB9 Brivido ζυγίζει 176 κιλά, έχοντας το πιρούνι της Marzocchi με τα καλάμια των πενήντα χιλιοστών πλήρως ρυθμιζόμενο όπως και το αμορτισέρ της Extreme Tech ακτινικές δαγκάνες και δίσκους 320 χιλιοστών της Brembo και σφυρήλατες ζάντες της OZ. Ο Borghesan ήταν επίσης υπεύθυνος για την σύλληψη του DB10 Bimotard , η οποία λόγω των χρονικών περιορισμών σχεδιάστηκε σε εξωτερικό συνεργάτη υπό την καθοδήγησή του. Είναι μια έκδοση supermoto που βασίζεται στο καθιερωμένο DB6 Delirio χρησιμοποιώντας τον κλασσικό αερόψυκτο κινητήρα της Ducati με τις δυο βαλβίδες και τους 98ίππους από τα 1078 κυβικά του. Τo πλαίσιο είναι ατσάλινο χωροδικτύωμα αλλά με αυξημένες τις διαδρομές των αναρτήσεων που φθάνουν πλέον στα 160 χιλιοστά. Χρησιμοποιεί τον ίδιο συνδυασμό αναρτήσεων με τo ανεστραμμένο της Marzocchi και το αμορτισέρ της Extreme Tech και το βάρος της να φθάνει τα 168 κιλά και την παραγωγή της να έχει προγραμματιστεί για τον Μάιο του 2012. Για να ενισχύσει την παρουσία της στους αγώνες, η Bimota έχει προσλάβει τον ισπανό πρώην αναβάτη του παγκόσμιου superbike, Ruben Xaus, ως διευθυντή αγωνιστικού , ο οποίος εκτός των άλλων καθηκόντων του για τεστ οδήγησης στις μοτοσυκλέτες, θα διαχειριστεί την ισπανική ομάδα που θα αγωνιστεί στην επόμενη σεζόν με την αναθεωρημένη έκδοση της HB4 στην Μoto2. Αυτή έχει πολλές αλλαγές και με εξαντλητική δίαιτα αλλά και νέο κουστούμι από ανθρακονήματα, έχασε τέσσερα κιλά σε σύγκριση με την προηγούμενη έκδοση που οδηγούσε ο Ratthapark Wilairot, και έφερε σαν καλύτερο αποτέλεσμα μια τέταρτη θέση στο Αssen, κατά τη διάρκεια του 2010. Για πρώτη φορά στα 38 χρόνια της ιστορίας της η Bimota εξετάζει το ενδεχόμενο να εισέλθει στην αγορά μοτοσυκλετών εκτός δρόμου μέσω των BBX 300 και BBX508 που εκτέθηκαν στο Μιλάνο. Οι μοτοσυκλέτες αναπτύχθηκαν από την JTG / Jotagas εταιρεία που ανήκει στον Mika Arpa και τον πολυπρωταθλητή Trial Jordi Tarrés, και εδρεύει στη βορειοανατολική Ισπανία στο Alcañiz στην πίστα των αγώνων Superbike και MotoGP. Η BBX300 ζυγίζει 100 κιλά και τροφοδοτείται από δίχρονο κινητήρα με καρμπυρατέρ και διαστάσεις 72 επί 72 χιλιοστά. Θα υπάρχει και έκδοση με 250 κυβικά ενώ η εκκίνηση γίνεται με μίζα. Ο τετράχρονος κινητήρας του BBX508 έχει τέσσερις βαλβίδες, τροφοδοσία από ψεκασμό και διαστάσεις 100 επί 62,5 χιλιοστά ενώ θα διατεθεί με 400 και 450 κυβικά. Η μοτοσυκλέτα ζυγίζει 115 κιλά και μοιράζεται το ίδιο πλαίσιο με την δίχρονη BBX300. Τo πιρούνι της Marzocchi έχει καλάμια πενήντα χιλιοστών και δίνει διαδρομή 330 χιλιοστά ενώ το αμορτισέρ της Öhlins δίνει στον πίσω τροχό 320 χιλιοστά. Το αφεντικό της Bimota Roberto Comini έχει πει ότι το θέμα των BBX θα προχωρήσει μόνο εάν οι αντιπρόσωποί της καταγράψουν ενδιαφέρον και ζήτηση. Το αν θα γίνει αυτό μένει να το δούμε.
Royal Enfield Scram 440 - Υπερκυβισμένος κινητήρας, αρκετές ακόμα αλλαγές
Εξωτερικά το Scram 440 δείχνει ολόιδιο με το 410, με τις εξωτερικές αλλαγές να εντοπίζονται κυρίως στον αριθμό που αναγράφεται στο ρεζερβουάρ και αναφέρεται στον κυβισμό του κινητήρα, και στο διαφορετικό όργανο, καθώς το νέο 440 διαθέτει μόνο την κεντρική οθόνη οργάνων από το παλαιότερο, χωρίς τη δεύτερη του tripper, ενώ ΔΕΝ είναι η πλήρως ψηφιακή στρογγυλή οθόνη που είδαμε πρώτα στο Himalayan 450.
Ελαφρώς μπερδεμένη κρίνεται η επιλογή να μη χρησιμοποιηθεί ο υγρόψυκτος Sherpa του Himalayan 450 με τους 40 hp στο νέο SCRAM 440, αλλά μια νέα υπερκυβισμένη έκδοση του 411, με ελάχιστα βελτιωμένη απόδοση σε ελαφρώς χαμηλότερες στροφές. Συγκεκριμένα από τους 23,9 hp / 6.500 rpm και τα 3,26 kgm / 4.250 rpm του Scram 411, ανεβαίνουμε στους 25,4 hp / 6.250 rpm και στα 3,46 kgm / 4.000 rpm στο Scram 450. Νέο είναι το κιβώτιο που από πέντε σχέσεις προηγουμένως, έχει πλέον έξι.
Η δεύτερη αλλαγή αφορά στα όργανα, όπου το παλαιότερο δίδυμο των στρογγυλών οργάνων δίνει τη θέση του σε ένα στρογγυλό όργανο χωρίς το δεύτερο μικρότερο του tripper, ενώ και εδώ περιέργως -για να μείνει χαμηλά η τιμή μάλλον- η Enfield ΔΕΝ χρησιμοποιεί το πλήρως ψηφιακό όργανο του Himalayan 450 με τη συνδεσιμότητα που περιλαμβάνει και πλοήγηση με χάρτες.
Σημειώστε πως όλες οι πληροφορίες μας αυτή τη στιγμή προέρχονται από τον ινδικό τύπο, καθώς η Royal Enfield δεν έχει κάνει αναλυτική παρουσίαση του μοντέλου.
Το πλαίσιο βασίζεται στου Scram 411, είναι όμως ενισχυμένο για μεγαλύτερη αντοχή και αξιοπιστία -και για να μπορείτε να το φορτώσετε άφοβα με top-box-, ενώ οι Ινδοί δημοσιογράφοι αναφέρονται σε ελαφρώς μεγαλύτερα έμβολα στη δαγκάνα της Bybre μπροστά, ενώ το ABS μπορεί και να απενεργοποιηθεί.
Στην ακριβότερη έκδοση νέοι είναι οι τροχοί των 19 και 17 ιντσών με μπράτσα, που πλέον είναι αλουμινένοι και φέρουν tubeless ελαστικά, ενώ οι αγοραστές των εκδόσεων με τις ακτίνες μπορούν αν θέλουν να βάλουν τους χυτούς με τα μπράτσα ως aftermarket αξεσουάρ.
Νέος, και LED είναι ο στρογγυλός προβολέας, με δυνατότερης έντασης λαμπτήρες, ενώ ίδιο παραμένει το ρεζερβουάρ.
Αλλαγές δεν έχουμε ούτε στις αναρτήσεις, με το συμβατικό πιρούνι των 41 mm να παραμένει, όπως παραμένει και μονό αμορτισέρ πίσω.
Η αναλυτική παρουσίαση της μοτοσυκλέτας θα γίνει τον Ιανουάριο του 2025.