Όλες οι πρώτες ύλες έχουν γίνει πανάκριβες τα τελευταία δύο χρόνια, λόγω της απότομης διακοπής της ζήτησης αρχικά και της απότομης αύξησης της ζήτησης μετά την κορύφωση της πανδημίας, όπου σε συνδυασμό με την εκτίναξη του κόστους των μεταφορικών, έχουν οδηγήσει σε τρομερό πληθωρισμό την παγκόσμια οικονομία.
Σαν να μην έφτανε όμως αυτή η θεωρητικά πρόσκαιρη αποδιοργάνωση της βιομηχανικής αλυσίδας, ήρθε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία για να αποτελειώσει, ό,τι είχε μείνει όρθιο.
Διότι όπως και με τους πολέμους στο Ιράκ, η Ουκρανία και η Ρωσία είναι από τους μεγαλύτερους προμηθευτές ενέργειας και πρώτων υλών στον κόσμο.
Έτσι πέρα από την πολιτική και οικονομική αστάθεια που πάντα προκαλεί ένας πόλεμος, στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει δημιουργηθεί ένα τεράστιο έλλειμα πρώτων υλών και ενέργειας στις βιομηχανίες όλου του κόσμου.
Ένα από τα πρώτα βιομηχανικά θύματα αυτού του πολέμου ήταν σήμερα Τρίτη οι κατασκευαστές μπαταριών.
Συγκεκριμένα η τιμή του νικέλιου έφτασε μέσα σε λίγες ώρες τα 100.000 δολάρια ΗΠΑ ο τόνος, με αποτέλεσμα το χρηματιστήριο μετάλλων του Λονδίνου να διακόψει την διαπραγμάτευση της τιμής του. Πρόκειται για αύξηση της τάξης του 111% ενώ αξίζει να σημειωθεί πως η Ρωσία είναι από τους μεγαλύτερους προμηθευτές εξευγενισμένου νικέλιου που χρησιμοποιείται στις μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων και πως το 50% των ετήσιων εξαγωγών της πάει στις βιομηχανίες της Ολλανδίας και της Γερμανίας.