Eicma 2021 Royal Enfield: Από το «Project Origin» στο SG650! Μόνο μέταλλο!

Συζήτηση με τον Paolo Brovedani – Chief Product Developer
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

2/12/2021

Η Royal Enfield, η βασίλισσα της Ινδίας για εμάς και «global leader» στις μεσαίες μοτοσυκλέτες έως 750 κυβικά όπως αυτοαποκαλούνται, (χωρίς να λένε όμως και ψέματα) είχε μία ενδιαφέρουσα παρουσία στην EICMA όπου μας έδειξε και το SG650, ένα καλοφτιαγμένο Concept που σηματοδοτεί τα 120 χρόνια της εταιρείας.

Είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε με τον κ.Paolo Brovedani που έχει επιτελική θέση στην διαδικασία εξέλιξης και ανάπτυξης νέων μοντέλων, ξεκινώντας με το ζήτημα των προμηθευτών και της εφοδιαστικής αλυσίδας που μαζί με τα μεταφορικά είναι αυτή την στιγμή το μεγαλύτερο πρόβλημα όλων ανεξαιρέτως των κατασκευαστών. Ακριβώς δηλαδή όπως διαβάσατε στο ΜΟΤΟ ήδη από το καλοκαίρι πως θα γινόταν.

Η Royal Enfield σύμφωνα με τον κ.Brovedani έχει ένα πολύ υψηλό ποσοστό αυτό-τροφοδοσίας της γραμμής παραγωγής, σε αντίθεση με άλλους κατασκευαστές που εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τρίτους. Αυτό το οφείλει σε μία σειρά από λόγους ξεκινώντας από την απλότητα της κατασκευής, μέχρι και στα υλικά που χρησιμοποιεί, καθώς κυριαρχεί το μέταλλο και όχι το πλαστικό. Είναι πιο φθηνό να προμηθευτείς πλαστικά, ή κρύσταλλα για φανάρια και φλας από τρίτες χώρες και είναι πιο δύσκολο τα εισαγόμενα εξαρτήματα να αφορούν μεταλλικά ρεζερβουάρ, πάνελ κτλ. Για την Ινδία που κατασκευάζει τα πάντα και διαθέτει φθηνά εργατικά χέρια, αυτή η ισότητα τιμών εξαπλώνεται και σε κάθε είδους ανταλλακτικών, με την Royal Enfield να διατηρεί έτσι γραμμές παραγωγής που για κάποια μοντέλα τροφοδοτούνται έως και 100% από την ινδική αγορά.

Να θυμίσουμε στους αναγνώστες πως καμία ευρωπαϊκή μοτοσυκλέτα δεν πλησιάζει αυτό το νούμερο. Για παράδειγμα, η γραμμή παραγωγής της Multistrada τροφοδοτείται στο 60% από προμηθευτές έως και 150 χιλιόμετρα μακριά από το εργοστάσιο της Bologna, περίπου το 10% έρχεται από μακρύτερα ή από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και ένα 30% έρχεται από τρίτες χώρες, όπως ας πούμε το πίσω φωτιστικό σώμα που είναι κινέζου προμηθευτή. Λίγο-πολύ αυτή είναι μία εικόνα που αντιπροσωπεύει και το σύνολο της αυτοκίνησης κι έτσι εξηγείται πώς γιγαντώνεται το τωρινό πρόβλημα της εφοδιαστικής αλυσίδας επηρεάζοντας το σύνολο της παραγωγής.

Η Royal Enfield ακόμη και για τα φρένα απευθύνεται σε ντόπιους προμηθευτές όπως για παράδειγμα την Bybre, που είναι θυγατρική της Brembo. Η Bybre φτιάχτηκε για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στην τεράστια ζήτηση της τοπικής αγοράς αλλά και στην απαίτηση για πιο προσιτό προϊόν και σύμφωνα με παλαιότερη (2019) δήλωση των ίδιων των ανθρώπων της Brembo, που έχουμε την δυνατότητα να μιλάμε απευθείας, τα προϊόντα της Bybre δεν γίνεται να εξισωθούν με της μητρικής εταιρείας. Προφανώς και δεν υπάρχει κανένα πλάνο για κάτι τέτοιο και η Bybre έχει φτιαχτεί για συγκεκριμένο λόγο όπως είπαμε, αλλά δεν θα γινόταν να κατασκευάζουν εκεί πέρα GP4, για παράδειγμα, ακόμη κι αν το ήθελαν και ο λόγος είναι η πρώτη ύλη.

Το οποίο μας οδηγεί στην επόμενη ερώτηση προς τον κ.Brovedani σχετικά με την προέλευση του μετάλλου στην Royal Enfield, ιδιαίτερα από την στιγμή που η Ινδία φημίζεται για την ανακύκλωση που πραγματοποιεί. Πράγματι, μας εξηγεί, έχουν γίνει μελέτες για χρήση ανακυκλωμένου μετάλλου όμως προς το παρόν όλη η παραγωγή στηρίζεται σε κράμα πρωτογενών υλικών. Στο μέλλον είναι κάτι που σίγουρα θα περάσει στην πράξη, όχι όμως προτού εξελίξουν την διαδικασία. Προς το παρόν, εξηγεί ο κ.Brovedani, είναι πιο προσιτό οικονομικά να χρησιμοποιούν πρωτογενή υλικά που έχουν και την σωστή συνταγή για το πώς να τους συμπεριφέρονται.

Στον τομέα του σκληρού ανταγωνισμού, που ήδη οι Ασιάτες κατασκευαστές έχουν εντείνει σε μεγάλο βαθμό, η θέση της Royal Enfield είναι πως δεν τον φοβήθηκαν ποτέ και δεν είναι κάτι νέο για αυτούς, καθώς βρίσκονται στην μεγαλύτερη αγορά του κόσμου που έτσι κι αλλιώς ο ανταγωνισμός ήταν ανέκαθεν υψηλός. Έχοντας τοποθετηθεί στην κορυφή της Ινδικής αγοράς απολαμβάνουν μία θέση που σε τοπικό βαθμό ξεφεύγει της απευθείας σύγκρισης και με δεδομένο πως η τοπική αγορά μετρά πωλήσεις σε εκατομμύρια μονάδες, η Royal Enfield έχει το πλεονέκτημα να κοιτά από ψηλά.

Σύμφωνα με τον κ.Brovedani το Concept SG650 είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα για τον τρόπο που γεφυρώνεται το παρελθόν με το τώρα, χωρίς να χάνονται οι αξίες της Royal Enfield και ταυτόχρονα τονίζοντας την μεγάλη παράδοση της εταιρείας στο customizing. Ο αναλογικός κόσμος δεν πρέπει να συμπιέζεται από τον ψηφιακό κι ακριβώς όπως συνυπάρχουν τα μηχανικά ρολόγια μαζί με τα ηλεκτρονικά, έτσι και μοτοσυκλέτες όπως η SG650 έχουν την δική τους ξεχωριστή και μάλιστα δεσπόζουσα θέση. Ο τρόπος κατασκευής έχει εδώ τον πρωταρχικό ρόλο, με παράδειγμα το ρεζερβουάρ που είναι φτιαγμένο σε CNC, έχει «σκαφτεί» λοιπόν από ένα μασίφ κομμάτι αλουμινίου, όπως και οι τροχοί το ίδιο, και με αυτή την ευκαιρία προετοιμάστηκαν και αντίστοιχα με βάσεις για σένσορες του ABS και τις δαγκάνες. Η δερμάτινη σέλα έχει ραφτεί στο χέρι, ενώ τα γραφικά και τα χρώματα ξεφεύγουν από τις παραδόσεις για να φέρουν το μέλλον πιο κοντά.

Η αλήθεια είναι πως από κοντά η SG650 δείχνει την φινέτσα της κι αποτυπώνει στο μάτι μία ολοκλήρωση κατασκευής που έως τώρα είναι συνυφασμένη με μάρκες όπως η H-D, ένας στόχος που οι άνθρωποι της Royal Enfield δεν σχολιάζουν, αλλά σου κλείνουν το μάτι όταν τους το λες. Κι έτσι με βεβαιότητα το συγκεκριμένο concept αποτυπώνει την πορεία της Royal Enfield τα τελευταία 120 χρόνια.

Η μεγαλύτερη συνεχής πορεία στην ιστορία.

«Project Origin»

Ας μην ξεχνάμε άλλωστε, όπως έχουμε γράψει και στο ΜΟΤΟ επανειλημμένως, πως η Royal Enfield έχει την μεγαλύτερη, αδιάλειπτη πορεία στην παγκόσμια ιστορία του μοτοσυκλετισμού. Κι αυτό φέτος το γιόρτασε με τον καλύτερο τρόπο φτιάχνοντας μία ρέπλικα της πρώτης μοτοσυκλέτας που βγήκε από την γραμμή παραγωγής της! Η πρώτη ενός εργοστασίου είναι σπάνιο εύρημα, έως πρακτικά αδύνατο όταν μιλάμε για το 1.901, και λίγοι μπορούν να καυχηθούν πως το έχουν στην συλλογή τους! Διότι πριν από 120 χρόνια κανείς δεν σκεφτόταν να αποθηκεύσει την πρώτη που έφτιαχνε με την προοπτική πως στο μέλλον θα έχει φτάσει το μέγεθος πολυεθνικής με σπουδαίες πωλήσεις. Μιλάμε για ταραχώδεις εποχές με τεράστιες δυσκολίες και μεγάλη αβεβαιότητα, οπότε δεν σκέφτεσαι να κρατήσεις την πρώτη, το ακριβώς αντίθετο, πασχίζεις να την διώξεις από πάνω σου. Πόσο μάλιστα όταν κόστιζε 50 λίρες Αγγλίας που αντιστοιχούν σε €4.700 σημερινά χρήματα. Επίσης δεν υπήρχαν σχέδια ή λεπτομέρειες της πρώτης μοτοσυκλέτας, αλλά αυτό δεν σταμάτησε την Royal Enfield που έβαλε στόχο να κατασκευάσει μία ρέπλικα απόλυτα πιστή, όχι μόνο στην εμφάνιση αλλά και σε κατασκευή, επιστρέφοντας δηλαδή σε πρακτικές εκατό ετών! Ανέθεσε σε μία ομάδα ειδικών το δύσκολο αυτό στόχο, κι εκείνοι έψαξαν σε δημοσιεύματα της εποχής, σε παλιές φωτογραφίες των πρώτων ιδιοκτητών και συγκέντρωσαν κάθε στοιχείο που μπορούσε να υπάρχει, ώστε να χτίσουν μία απόλυτα λεπτομερή εικόνα του μοντέλου.

Ο αναβάτης έπρεπε να ξεκινήσει κάνοντας πετάλι μέχρι να πάρει μπροστά ο κινητήρας και μετά να γυρίσει το καρμπυρατέρ για να ξεκινήσει εκείνο να τροφοδοτεί, και όχι πριν. Ο αναβάτης έπρεπε επίσης να ελέγχει και την ανάφλεξη για να πετύχει σταθερή απόκριση, που σημαίνει πως δεν υπήρχε γκαζιέρα με την έννοια που ξέρουμε εμείς, αλλά με μαεστρία έπρεπε να ρυθμίζεις το άνοιγμα των βαλβίδων, κυριολεκτικά ακούγοντας και αισθανόμενος τον κινητήρα! Αντιλαμβάνεστε λοιπόν πως η λίπανση ήταν ακόμη πιο πολύπλοκη διαδικασία! Στην αριστερή πλευρά του κυλίνδρου, υπήρχε ένας λεβιές από τον οποίο ο αναβάτης μπορούσε να ελέγχει την τροφοδοσία λαδιού μέσα στον στροφολοθάλαμο, το οποίο και καιγόταν μετά από 10-15 μίλια, πριν επαναλάβει την διαδικασία. Αν το παράκανε θα γινόταν μαύρος κι αυτός και όλοι οι πεζοί γύρω του, αν το ξεχνούσε θα τον έσπαγε. Φανταστείτε τα τώρα όλα αυτά, απέναντι στους οδηγούς του σήμερα.

Μία δεκαετία αργότερα η Royal Enfield έβγαζε το Model 200, το οποίο ήταν δίχρονο, έπιανε 40 μίλια τελικής και είχε φρένα και τροχούς ποδηλάτου. Μπορεί να μην χρειαζόταν πλέον να είσαι ένας κανονικός μηχανικός για να την οδηγήσεις, αλλά σίγουρα έπρεπε να είσαι γενναίος. Την δεκαετία του 1930 η Royal Enfield είχε μοτοσυκλέτα 1.140 κυβικών με αρκετή ροπή για να ξεριζώσει ένα δέντρο, όπως έλεγαν χαρακτηριστικά, και προωθούνταν στο μεγάλο μοτοσυκλετιστικό κοινό της Αγγλίας μέχρι και την έναρξη του πολέμου. Την χειρότερη περίοδο στην σύγχρονη ιστορία της ανθρωπότητας, έφτιαχναν μοτοσυκλέτες για τον στρατό, προβάλλοντας την απλότητα και την ευκολία κατασκευής και επισκευών, ως μέγιστο προτέρημα.

Μέσα από την τεράστια διαδικασία που έφτιαξαν για να δημιουργήσουν την ρέπλικα της πρώτης μοτοσυκλέτας, συνδέθηκαν ξανά με το παρελθόν και εκτίμησαν εκ νέου την τεράστια αυτή πορεία τους! Λίγες μάρκες μπορούν να γιορτάσουν κάτι τέτοιο και για να τιμήσουν ακόμη περισσότερο αυτή την πορεία, είχαν στην EICMA και τις επετειακές μοτοσυκλέτες που το φινίρισμά τους αξίζει να το δει κανείς από κοντά.

Οι Interceptor INT 650 και Continental GT 650 έκλεψαν την παράσταση και είχαν πάντα κόσμο τριγύρω τους. Συνοδεύονται από αύξοντα σειριακό αριθμό και θα φτιαχτούν μόλις 60 για τις τέσσερις γεωγραφικές περιοχές του κόσμου.

Ετικέτες

Zontes Iceland Tour 2025 – Ο Μητσάκης έφτασε στα Νησιά Φερόες!

Από την Αθήνα στο Hirtshals της Δανίας και έπειτα "απόβαση" στα Νησιά
Zontes Iceland Tour 2025 Κωνσταντίνος Μητσάκης
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

16/4/2025

Σε εξέλιξη βρίσκεται το τελευταίο ταξιδιωτικό "Zontes Iceland Tour 2025" του Κωνσταντίνου Μητσάκη με την τρικύλινδρη Zontes 703F και “τελικό προορισμό” την Ισλανδία.

Η Zontes 703F, φορτωμένη με ταξιδιωτικό εξοπλισμό, κινήθηκε αβίαστα από τις ιταλικές ακτές μέχρι τις γερμανικές autobahnen και τις πεδιάδες της Δανίας. Για το ταξίδι  ταξίδι μέχρι το λιμάνι Hirtshals (σημείο αναχώρησης για Ισλανδία), ο Μητσάκης κάλυψε περισσότερα από 2.300 χιλιόμετρα περνώντας από την Ελλάδα στην Ιταλία και έπειτα σε Αυστρία, Γερμανία και Δανία, για να φτάσει έπειτα στις Νήσους Φερόες, την προγραμματισμένη στάση σε ένα ακτοπλοϊκό ταξίδι δυόμιση ημερών. Ας δούμε όμως τι έχει να μας πει ο ίδιος για την μέχρι τώρα εμπειρία του.

Zontes Iceland Tour 2025 Κωνσταντίνος Μητσάκης

“Το ακτοπλοϊκό δρομολόγιο Πάτρα–Ανκόνα αποτέλεσε την αφετηρία του ZONTES ICELAND TOUR 2025. Μετά από ένα ευχάριστο ταξίδι στα νερά της Αδριατικής, αποβιβάστηκα στην Ιταλία και ξεκίνησα για τα σύνορα της Αυστρίας με προορισμό το αλπικό πέρασμα Brenner (574 χλμ.). Καθοδόν για τον ιταλικό βορρά, θεώρησα χρέος μου να επισκεφθώ το Ελληνικό Στρατιωτικό Κοιμητήριο στην πόλη Rimini, προκειμένου να αποτείνω έναν ελάχιστο φόρο τιμής στους 116 Έλληνες μαχητές της 3ης Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας που σκοτώθηκαν στη μάχη του Ρίμινι (1944)…

Μπορεί το οδικό πέρασμα της ZONTES 703F από το αυστριακό έδαφος να ήταν αρκετά σύντομο (μόλις 70 χλμ.), μια στάση για καφέ στο λατρεμένο μου Seefeld (το κοσμοπολίτικο τουριστικό θέρετρο των Αυστριακών Άλπεων), την έκανα! Και μετά την ανοιξιάτικη μοσχοβολιά των Άλπεων, οι τροχοί της ZONTES 703F άρχισαν να ρολάρουν με υποδειγματική σταθερότητα και ασφάλεια στις κορεσμένες γερμανικές autobahnen…

Zontes Iceland Tour 2025


Μέσα στις δυο επόμενες ημέρες, ακολουθώντας την διαδρομή Munich–Nuremberg–Kessel–Flensburg (1.150 χλμ.), η μαύρη ZONTES 703F βρέθηκε στο στοιχείο της και με οδήγησε με άνετους και ξεκούραστους ταξιδιωτικούς ρυθμούς στα σύνορα της Δανίας. Ανέλπιστα ιδανικές στάθηκαν όμως και οι καιρικές συνθήκες, αφού ο υδράργυρος έφτασε να φλερτάρει τους 18°C, ενώ δεν χρειάστηκε να φορέσω αδιάβροχα…


Διατρέχοντας κατόπιν 350 επίπεδα χιλιόμετρα στη Δανία, το ταξίδι στην ηπειρωτική Ευρώπη έλαβε τέλος στο λιμάνι Hirtshals –εκεί με καρτερούσε το πλοίο για την Ισλανδία. Ανεφοδιασμός σε καύσιμα και τρόφιμα, επικύρωση ακτοπλοϊκών εισιτηρίων και ο δίτροχος Πυθέας ο Μασσαλιώτης ήταν έτοιμος να αποπλεύσει για το υδάτινο ταξίδι του στη μυστηριώδη Θούλη, που εικάζεται πως ήταν η Ισλανδία των αρχαίων χρόνων…


Το ακτοπλοϊκό ταξίδι από τη Δανία στην Ισλανδία διαρκεί περίπου 2,5 μέρες – μιλάμε για σκέτη απελπισία! Ευτυχώς, τη γαλάζια απεραντοσύνη του Βόρειου Ατλαντικού φρόντισαν να “διακόψουν” τα Νησιά Φερόες, που βρίσκονται στη μέση περίπου της θαλάσσιας απόστασης Δανίας-Ισλανδίας…


Καθώς το πλοίο αγκυροβόλησε για 6 ώρες στο λιμάνι της πρωτεύουσας Torshavn, άδραξα την ευκαιρία και αποβιβάστηκα με την μαύρη ZONTES 703F (προηγήθηκε συνεννόηση με τον υπεύθυνο αξιωματικό του πλοίου), προκειμένου να έχω μια επιδερμική γνωριμία με τα απομονωμένα νησιά των ψαράδων, που τις ατέλειωτες νύχτες του χειμώνα είναι παραδομένα στα χιόνια και στους αρκτικούς ανέμους. Τα τελευταία πάντως χρόνια, τα Νησιά Φερόες έχουν μπει δειλά στον τουριστικό χάρτη των ψαγμένων ταξιδευτών, καθώς αντιπροσωπεύουν έναν ιδιαίτερο προορισμό φυσιολατρικού χαρακτήρα… 


Μετά την ξενάγησή μου στην ποικιλόχρωμη Torshavn, χάραξα κατόπιν διαδρομή για το βορρά του κεντρικού νησιού Streymoy, με προορισμό κάποιους ειδυλλιακούς καταρράκτες και παραδοσιακά ψαροχώρια. Καθοδόν, το σκηνικό της τοπικής φύσης ήταν κατά το πλείστο ένα βραχώδες τοπίο αλπικής ζώνης (τούνδρα), ο καλοσυντηρημένος οδικός άξονας ακολουθούσε πιστά το ανάγλυφο του εδάφους, ενώ τα κυριότερα νησιά του συμπλέγματος ενώνονταν με υποθαλάσσια τούνελ…


Στη διάρκεια της σύντομης παραμονής μου στα Νησιά Φερόες, οι μεταβολές του καιρού ήταν συχνές και απρόβλεπτες: ήλιος με δόντια, πυκνή συννεφιά, καταιγίδα, ξανά λίγο ήλιος, χιονόνερο με τσουχτερό κρύο, πάλι βροχή! Όπως ήταν αναμενόμενο, το αρχικό ταξιδιωτικό πλάνο ναυάγησε και αρκέστηκα σε μια πιο σύντομη γυροβολιά, πριν καταλήξω ξανά στο λιμάνι της Torshavn και επιβιβαστώ στο πλοίο για την συνέχεια του ZONTES ICELAND TOUR 2025…”