BMW VISION NEXT 100: Όλα καλά θα πάνε…

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

13/10/2016

Η BMW παρουσίασε την αντίληψή της για το μέλλον της αυτοκίνησης και παράλληλα ενσωμάτωσε μία «αυτό-ισορροπούμενη» / διασυνδεδεμένη μοτοσυκλέτα, που καταργεί το κράνος, θέτοντας ερωτήματα για τα επόμενα εκατό χρόνια...

Πρέπει με το ζόρι τώρα να μιλήσουμε για το μέλλον. Κάθε φορά που μία εταιρία βγάζει ένα φουτουριστικό σχέδιο, μακριά από κάθε έννοια πραγματικότητας, εμείς θα πρέπει να ξεκινάμε από την αρχή την ίδια κουβέντα που έχει πάντα και την ίδια κατάληξη. Ότι κάθε πέρσι ήταν και καλύτερα, ότι το μέλλον της μοτοσυκλέτας είναι ένα δυστοπικό συνονθύλευμα από ηλεκτρονικά βοηθήματα, πολύ μακριά από αυτό που ξέρουμε τώρα και πως η βασική μοναδικότητα που μας προσφέρει η μοτοσυκλέτα –η αίσθηση ελευθερίας- θα χαθεί για πάντα.

Στην πράξη έτσι παίζουμε το παιχνίδι της εταιρίας που παρουσιάζει το σχέδιο, απλά για να γίνει ντόρος γύρω από το όνομά της. Στην συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται για την BMW και πρέπει να αναφερθούμε στο φουτουριστικό σχέδιο, από την στιγμή που βλέπουμε από εχθές, να έχει φουντώσει και πάλι η συζήτηση για το μέλλον της μοτοσυκλέτας,  γύρω από το νέο σχέδιο.

Η «Tron-like» μοτοσυκλέτα της BMW, κρύβει μέσα στους τροχούς της τα γυροσκόπια που την κρατούν σε ισορροπία και έχει ένα πλαίσιο που κάμπτεται αντίστοιχα με την ταχύτητά της, για να μπορεί να στρίβει. Επειδή την ισορροπία της αναλαμβάνουν τα γυροσκόπια στους τροχούς με την μεταβαλλόμενη αυλάκωση του εύκαμπτου εξωτερικού κελύφους, το VISION NEXT 100 δεν χρειάζεται κράνος για να το οδηγήσεις, αφού θεωρητικά δεν μπορεί να πέσει. Επίσης θεωρικά δεν μπορεί να τρακάρει με άλλα οχήματα, καθώς είναι διασυνδεδεμένο μαζί τους για αποφυγή ατυχημάτων… Από αυτά και μόνο, κάθε έννοια της οδήγησης μοτοσυκλέτας όπως την ξέρουμε παύει να ισχύει σε μία τέτοια υλοποίηση και η εμπειρία της βόλτας μαζί της, θα είναι σίγουρα κάτι πολύ διαφορετικό – αν υπάρξει ποτέ τέτοια περίπτωση. Προς το παρόν κανείς δεν μπορεί να απαντήσει πώς είναι να οδηγείς κάτι τέτοιο, ούτε η ίδια η BMW, από την στιγμή που αυτό που βλέπουμε δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα μη λειτουργικό μοντέλο. Πρακτικά πρόκειται για μία έκθεση ιδεών, μ’ ένα σεβαστό κόστος εργατοωρών σε ακριβοπληρωμένους σχεδιαστές, και άμεσο όφελος τον ντόρο γύρω από το όνομα της BMW…

Έχοντας επισκεφτεί τους χώρους της BMW Motorrad, σε διάφορες χρονικές περιόδους με ποιο πρόσφατη την περίοδο που μόλις είχαν μετακομίσει στις εγκαταστάσεις της F1 – έχουμε δει και από κοντά, τον τρόπο λειτουργίας ενός από τα πιο εντατικά εργαζόμενα σχεδιαστικά τμήματα. Κάθε τι που αναλαμβάνουν, είτε πρόκειται για νέο μοντέλο, είτε για την ανανέωση ενός υπάρχοντος, προέρχεται από μία ομάδα ανθρώπων όπου το εμπορικό τμήμα έχει βαρύτητα λόγου. Από εκεί και πέρα υπάρχουν στο χρονοδιάγραμμα εργασιών αρκετά περιθώρια για να εργαστούν σε εκθέσεις ιδεών, όπως το Next 100. Αυτό στην BMW είναι πολύ πιο προγραμματισμένο και τοποθετημένο σε ράγες, απ’ ότι σε άλλες εταιρίες… Για παράδειγμα ο εκκεντρικός διευθυντής του σχεδιαστικού τμήματος της Yamaha, πραγματοποιεί τέτοιου είδους σχέδια κατά βούληση –δική του- και όχι βάση εταιρικού σχεδιασμού. Έχει κι αυτή η τακτική τα δικά της προτερήματα, ενώ μία πιο «υβριδική» κατάσταση επικρατεί στην Honda. Στην BMW όμως ο εταιρικός προγραμματισμός έχει συμπεριλάβει στο χρονοδιάγραμμα τέτοιες «ασκήσεις» και μάλιστα έχει δώσει κατεύθυνση.

Η BMW παραμένει πρωτίστως μία εταιρία που κατασκευάζει αυτοκίνητα, και σε πολλές περιπτώσεις οι κινήσεις της BMW Motorrad είναι απόρροια μίας πολιτικής που έχει μάθει να εκφράζει το όραμα της αυτοκινητοβιομηχανίας. Το VISION NEXT 100 είναι αυτό ακριβώς: Ανάμεσα στα φουτουριστικά αυτοκίνητα που σχεδίασαν για αντίστοιχη έκθεση στο Los Angeles, παρουσίασαν και μία πρόταση στους δύο τροχούς καθώς αυτό αποτελεί κομμάτι της εικόνας της εταιρίας. Δεν σημαίνει ότι αυτό που βλέπουμε, είναι πράγματι το μέλλον της μοτοσυκλέτας για τους Γερμανούς, αφού όπως είπαμε αυτό καθορίζεται από μία ομάδα που βαρυσήμαντο ρόλο έχει το εμπορικό κομμάτι. Ωστόσο ο προβληματισμός που εκφράζεται για το μέλλον της μοτοσυκλέτας, ανάμεσα σε αυτοκίνητα που διασυνδεδεμένα κινούνται αυτόνομα, πράγμα τωρινό και όχι μακρινό, είναι απόλυτα βάσιμος και τον ενστερνιζόμαστε στο έπακρο. Μιλώντας με τον άνθρωπο που αυτή την στιγμή φτιάχνει το Motobot για την Yamaha, το πρώτο ρομπότ που θα μπορεί να οδηγήσει μοτοσυκλέτα ακριβώς όπως και ο άνθρωπος, είχα θέσει τον ίδιο προβληματισμό: Στο κοντινό μέλλον η μοτοσυκλέτα θα βρεθεί πολύ πιο πίσω από την πρόοδο στα αυτοκίνητα, που ήδη έχουν θέσει τις βάσεις για την μεταξύ τους επικοινωνία, κερδίζοντας έναν βαθμό ανεξαρτησίας. Ανάμεσά τους οι μοτοσυκλέτες και κυρίως η διήθηση που μας ενδιαφέρει εδώ στην Ελλάδα, θα είναι στο τέλος ο μόνος αστάθμητος παράγοντας. Μήπως λοιπόν τέτοιες υλοποιήσεις, όπως το Motobot ή το Vision 100 θα δώσουν μία κάποια (κακή για εμάς) λύση; Ιάπωνες και Γερμανοί σχεδιαστές βρίσκουν εδώ ένα κοινό παρονομαστή, ότι ακόμα κι αν οδηγηθούμε εκεί, αυτό δεν θα γίνει στις μέρες που μας αναλογούν οδηγώντας... Πρόκειται για τους ανθρώπους που καθορίζουν τις εξελίξεις, για αυτούς που φτιάχνουν το μέλλον, κι όμως δεν βλέπουν ότι οι μοτοσυκλέτες θα πάψουν να είναι κάτι άλλο από αυτό που ξέρουμε τώρα, τουλάχιστον για πολύ καιρό ακόμα. Με αυτό ως δεδομένο ας αντιμετωπίζουμε σχέδια όπως το Vision 100 με πιο ελαφριά καρδιά, και όχι ως απόλυτες εκφράσεις ενός δυστοπικού μέλλοντος για τις μοτοσυκλέτες. Άλλωστε πάντα υπάρχει και κάτι το θετικό, θα θέλαμε για παράδειγμα να δούμε ακόμα και σήμερα τροχούς που μεταλλάσσουν το πέλμα που έρχεται σε επαφή με τον δρόμο και από εξαιρετική πρόσφυση στο χώμα, σου δίνουν την δυνατότητα να πλαγιάσεις στην άσφαλτο. Με την σημερινή πρόοδο των μεγάλων μοτοσυκλετών παντός δρόμου, τα ελαστικά είναι πλέον τα μόνα που δεν μπορείς να προσαρμόσεις –σε βαθμό απόλυτο- με το πάτημα ενός κουμπιού…

Εκτός από τους τροχούς, αυτή την στιγμή θα ήταν όμορφο να είχαμε και τα γυαλιά του Vision Next 100, που ενσωματώνουν ένα HUD (οθόνη προβολής) προβάλλοντας πληροφορίες για την οδήγηση. Με εμφάνιση εμπνευσμένη από την ονειρική BMW R32 του 1923, το Vision Next 100 είναι μία άσκηση σχεδιασμού, απέναντι σε προβληματισμούς που εμείς ως μοτοσυκλετιστές, πιθανότατα δεν θα προλάβουμε να έχουμε…

Royal Enfield: Νέο ορόσημο με πάνω από 1.000.000 πωλήσεις μοτοσυκλετών το 2024

Ρεκόρ παραγωγής για την ινδική εταιρεία και ιστορικό ρεκόρ πωλήσεων
Royal Enfield ρεκόρ παραγωγής και πωλήσεων 2024
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

17/4/2025

Ένα ιστορικό για την ίδια ορόσημο-ρεκόρ έπιασε η Royal Enfield τη χρονιά που μας πέρασε με τις πάνω από 1.000.000 μοτοσυκλέτες που πούλησε το 2024.

Όπως είχατε διαβάσει και εδώ λίγους μήνες πριν, το 2024 ήταν η χρονιά που η Royal Enfield θα έφτανε ή και θα ξεπερνούσε σε παραγωγή το ένα εκατομμύριο μοτοσυκλέτες. Έτσι καθώς διανύουμε τον 4ο μήνα του 2025, η RE επιβεβαίωσε αυτό που είχαμε προβλέψει καταφέρνοντας όχι μόνο να φτάσει αλλά και να ξεπεράσει το ένα εκατομμύριο στις μοτοσικλέτες που πούλησε σε όλον τον κόσμο.

Με μία λακωνική ανάρτηση στα κοινωνικά της δίκτυα, η εταιρεία δήλωσε: “Αυτό το εκπληκτικό κατόρθωμα δεν θα ήταν δυνατό χωρίς την υποστήριξη των συνεργατών μας, των αντιπροσώπων μας και κυρίως των πελατών μας. Σας οφείλουμε την επιτυχία αυτής της μάρκας. Σας ευχαριστούμε”.

Την παραπάνω δήλωση έρχονται να επιβεβαιώσουν και τα οικονομικά αποτελέσματα της RE, με το οικονομικό έτος 2024 για τους Ινδούς να λήγει στις 31 Μαρτίου 2025. Έναντι του 2023, οι πωλήσεις μοτοσυκλετών αυξήθηκαν κατά 11% και έφτασαν στο 1,09 εκατ. μονάδες.

Το εκπληκτικό, αν κάτσει και το σκεφτεί κανείς, με την Royal Enfield, είναι ότι παράγει αποκλειστικά μοτοσυκλέτες, ανάμεσα στις οποίες δεν έχει κανένα μοντέλο κάτω από 350 κυβικά! Στην αύξηση των πωλήσεων βοήθησαν οι νέες μοτοσυκλέτες που παρουσίασε η εταιρεία τους τελευταίους μήνες, όπως και οι εξαγωγές στον υπόλοιπο κόσμο που αυξήθηκαν κατά 37% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.

Η Enfield Cycle Company, όπως αρχικά ονομαζόταν η εταιρεία, ιδρύθηκε το 1901 στο Ηνωμένο Βασίλειο και είναι ο παλαιότερος κατασκευαστής μοτοσυκλετών στον κόσμο με συνεχή παραγωγή. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός της “μετανάστευσης” της εταιρείας από το Ηνωμένο Βασίλειο στην Ινδία και θα το δούμε επιγραμματικά παρακάτω.

Μετά την ανεξαρτησία της Ινδίας το 1947, η ινδική κυβέρνηση χρειαζόταν αξιόπιστες μοτοσυκλέτες για την αστυνομία και το στρατό της. Το 1952, η ινδική κυβέρνηση δοκίμασε μερικές μοτοσυκλέτες της εταιρείας και βρήκε το Royal Enfield Bullet (το οποίο είναι σε συνεχή παραγωγή από το 1932 έως και σήμερα!) ξεχωριστό για την αντοχή και τις επιδόσεις του, έτσι παρήγγειλε 800 τέτοιες μοτοσυκλέτες.

Για να καλύψει την τεράστια ζήτηση, η Enfield συνεργάστηκε με την Madras Motors, μία ινδική εταιρεία και δημιουργήσαν τη Enfield India Ltd, με έδρα το Chennai. Το 1971 το εργοστάσιο στο Ηνωμένο Βασίλειο κλείνει και η παραγωγή μεταφέρεται εξολοκλήρου στην Ινδία. Το 1994, το γκρουπ Eicher Motors εξαγοράζει την Enfield India και το brand μετονομάστηκε σε Royal Enfield για να αρχίσει από εκεί και έπειτα η μεταμόρφωση της RE από μια σχεδόν τοπική εταιρεία με ιστορικό όνομα και ετήσια παραγωγή περίπου 25.000 μοτοσυκλετών σε έναν παγκόσμιο κατασκευαστή, από τους μεγαλύτερους στον κόσμο, ειδικά στους κυβισμούς 350-650. Χωρίς παπιά, χωρίς σκούτερ και χωρίς μοτοσυκλέτες σε κυβισμούς από 50 έως και 300 κ.εκ.!

Η εταιρεία διατηρεί πλέον τρεις σταθμούς παραγωγής – όλοι στην Ινδία – με τους δύο από αυτούς να ανοίγουν την τελευταία δεκαετία, δείχνοντας ξεκάθαρα την ανάπτυξη της εταιρείας. Πλέον έχει επίσης και μονάδα συναρμολόγησης στην Ταϊλάνδη (και άλλες πέντε Αργεντινή, Κολομβία, Βραζιλία, Μπαγκλαντές και Νεπάλ) που ξεκίνησε να λειτουργεί πριν από λίγο καιρό. Σήμερα, η Royal Enfield είναι μία παγκόσμια εταιρεία μοτοσυκλετών με 100% ινδικές ρίζες.