Το βρετανικό εργοστάσιο παρουσίασε τις ανανεωμένες, εκ βάθρων, Speed Triple S/R, λίγο πριν εκτεθούν δημόσια στην EICMA του Μιλάνου. Οι δύο νέες εκδόσεις φιλοδοξούν να συνεχίσουν την επιτυχημένη πορεία των Speed Triple έχοντας σημαντικά νέα όπλα στην "προίκα" που τις συνοδεύει. Στο επίκεντρο των αναβαθμίσεων βρίσκεται ο νέος τρικύλινδρος κινητήρας των 1050 κυβικών, ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ έχει δεχθεί βελτιώσεις σε 104 σημεία (!), εκ των οποίων τα σημαντικότερα αποτελέσματα είναι η αύξηση της ροπής σε όλο το φάσμα των στροφών, η βελτίωση της κατανάλωσης κατά 10%, ενώ παράλληλα είναι εναρμονισμένος με τις νέες, αυστηρότερες, προδιαγραφές Euro4.
Αυτές οι βελτιώσεις περιλαμβάνουν έναν νέο θάλαμο καύσης και κατά συνέπεια νέα κυλινδροκεφαλή, νέο στρόφαλο, διαφορετικό σχεδιασμό των εμβόλων και νέα σώματα ψεκασμού για το ride-by-wire σύστημα διαχείρισης του γκαζιού. Επιπλέον, διαθέτει τώρα μονόδρομο συμπλέκτη, νέο αποδοτικότερο ψυγείο και νέα εξάτμιση με πιο ελεύθερη ροή κατά 70%. Οι δύο νέες εκδόσεις του Speed Triple είναι εξοπλισμένες και με ένα νέο πακέτο βοηθημάτων υψηλής τεχνολογίας, για μια πιο ανθρωποκεντρική προσέγγιση προς όφελος του αναβάτη. Ανάμεσα στα καινούργια στοιχεία ξεχωρίζει η νέα ECU που προσφέρει πέντε διαφορετικά riding modes (Road, Rain, Sport, Track και ένα που όλες οι παράμετροι μπορούν να ρυθμιστούν βάσει των προτιμήσεων του αναβάτη), που δίνουν επιλογές για να ευρύτατο φάσμα παραγόντων και σεταρίσματος, έτσι ώστε να μπορεί να προσαρμοστεί με ευκολία σε διαφορετικά οδηγικά στιλ και συνθήκες. Επίσης, ο αναβάτης έχει στην διάθεσή του και ρυθμιζόμενα συστήματα ABS και traction control για την απόλυτη παραμετροποίηση όλων των χαρακτηριστικών της απόδοσης και της συμπεριφοράς των Speed Triple.
Από τον σαρωτικό αέρα της αλλαγής δεν εξαιρέθηκε η εμφάνιση, καθώς το κλειδί στον σχεδιασμό των νέων Speed Triple S και R είναι η στενή και δυναμική σιλουέτα. Τα πλαστικά είναι επανασχεδιασμένα, δίνοντας έμφαση στην επιθετική και "αθλητική" εμφάνιση, ενώ συμβάλλει σε αυτό τόσο η νέα ουρά που αντλεί την έμπνευσή της από το supersport Daytona 675R της εταιρείας, όσο και η μείωση του πλάτους του συνόλου κινητήρας-ψυγείο κατά 20 χιλιοστά, διατηρώντας την μινιμαλιστική σχεδιαστική άποψη που έχει γίνει συνώνυμο των γυμνών της Triumph. Οι monoblock ακτινικές δαγκάνες της Brembo αποτελούν μέρος του στάνταρ εξοπλισμού και στις δύο εκδόσεις, ενώ το R διαθέτει καρίνα, ανθρακονημάτινες λεπτομέρειες και εμπρός φτερό, και φυσικά αναρτήσεις της Ohlins.
Maxton Engineering - Απεβίωσε ο ιδρυτής Ron Williams - Ο άγνωστος ρόλος στο HRC και την NR500 με τα οβάλ πιστόνια
Εμβληματικός μηχανικός, με απαράμμιλες γνώσεις, στο όνομα του οποίου οι αγωνιζόμενοι του IOMTT πίνουν νερό
Από τον
Κώστα Γκαζή
26/11/2024
Ο Ron Williams ήταν ένας πραγματικά ξεχωριστός μηχανικός, με μεγάλη αναγνώριση κυρίως από τους Βρετανούς αγωνιζόμενους που τον προτιμούσαν για τις αναρτήσεις τους, είτε συμμετείχαν στο BSB, είτε σε αγώνες Road-Racing όπως το Isle of Man TT. Όμως παρόλο που ήταν ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων, η φήμη του είχε ξεπεράσει τα στενά όρια της χώρας του, με τη Honda να τον προσκαλεί το 1981 στην Ιαπωνία, για να βοηθήσει στην κατασκευή του πλαισίου της πρωτοποριακής NR500 με τα οβάλ πιστόνια.
Τον Ron τον είχα γνωρίσει τηλεφωνικά, πριν από 30 χρόνια, όταν είχα στην κατοχή μου ένα Suzuki RG 500 Gamma και είχα αγοράσει ανεστραμμένο πιρούνι από GSX-R1100 του 91 για να αντικαταστήσω το συμβατικό πιρουνάκι των 38 mm που φόραγε από το εργοστάσιο. Καθώς σπούδαζα στην Αγγλία, χώρα με πλούσια μηχανολογική παράδοση, οι ερωτήσεις μου για το πού θα μπορούσα να κάνω revalving στο πιρούνι του GSX-R για το βάρος του RG είχαν πάντα την ίδια απάντηση: στη Maxton Engineering.
Πήρα τηλέφωνο την εταιρεία όπου μου απάντησε ο ίδιος ο Ron. Του εξήγησα τι ήθελα να κάνω, και εκείνος μου ζήτησε να του πως το βάρος μου με κράνος και εξοπλισμό μοτοσυκλέτας και να του πω αν θα οδηγούσα στον δρόμο ή σε πίστα. Εκείνος θα αναλάμβανε τα υπόλοιπα -και σε πολύ λογικό αντίτιμο. Του έστειλα μέσω ταχυδρομείου το πιρούνι στο Cheshire, όπου βρίσκεται η εταιρεία, προσεκτικά τυλιγμένο σε διάφορα παλιά ρούχα, με ένα σημείωμα με τις απαντήσεις στα ερωτήματά του.
Λίγες εβδομάδες μετά, είχα στα χέρια μου το πιρούνι και με το πέρας των σπουδών μου, επέστρεψα στην Κρήτη όπου και το τοποθέτησα στο RG, με παράλληλη επέμβαση στο πίσω αμορτισέρ για να ψηλώσει σε σχέση με πριν, και να μη βρίσκουν οι πάνω εξατμίσεις στο φαρδύ ελαστικό που φόραγε η ζάντα του GSX-R1100 που συνόδευε τη μετατροπή. Όμως ενώ είχα ακούσει τα καλύτερα για τον Ron, οι πρώτες βόλτες με το μεταλλαγμένο RG ήταν σκέτη τραγωδία, αφού ακόμα και στις χαμηλές ταχύτητες, τα tank-slapping διαδεχόταν το ένα το άλλο!
Ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε… έχανα τον λογαριασμό με το πόσες ταλαντώσεις στα στόπερ του τιμονιού μου επεφύλασσε το κάθε συμβάν. Απελπισμένος τηλεφώνησα εσπευσμένα στη Βρετανία, όπου ο Ron χωρίς να ανεβάσει πίεση μου είπε λακωνικά: “δεν έχω κάνει ποτέ λάθος στις αναρτήσεις μου”. Έτσι έλεγε εκείνος, όμως η κατάσταση συνέχισε να είναι δραματική, κι όποτε έβλεπα σαμάρι ή λακκούβα με έκοβε κρύος ιδρώτας.
Μέχρι εκείνη την επική βόλτα στον ΒΟΑΚ, με μια παρέα εννέα Suzuki, από RGV250, GSX-R750 μέχρι GSX-R1100 με κινητήρα Big Pops Yoshimura... εκεί έδωσα το RG στον μηχανικό μου, ονομαστό κάγκουρα και μηχανικό αγώνων τότε του Σήφη του Σταυρουλάκη που συμμετείχε στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Ταχύτητας. Εκείνος στο τιμόνι του RG, μαζί με το GSX-R1100 Big Pops εξαφανίστηκαν μπροστά, και τους βρήκαμε μόνο στο τέλος της βόλτας. Την σκηνή δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Το RG και το GSX-R σταματημένα στην άκρη της Εθνικής, και τους δυο αναβάτες να καπνίζουν δίπλα τους. Πιο πολύ όμως κάπνιζαν οι εξατμίσεις του σβηστού RG, που είχαν ανεβάσει θερμοκρασία και έκαιγαν τα υπολείμματα διχρονόλαδου που είχαν μέσα τους!
“Οι εντυπώσεις σου”… ρώτησα, κι εκείνος με χέρι που έτρεμε ελαφρά μου απάντησε “δεν ξέρεις τι έχεις!” Τι έχανα; Τι δεν καταλάβαινα; “Το πιρούνι δουλεύει εκπληκτικά, αλλά θέλει χιλιόμετρα. Από τα 160 και πάνω δουλεύει όπως κανένα άλλο. Απλώς εμπιστέψου το, ξεπέρασε τα 160 και κράτα το γκάζι ανοιχτό.” Τον εμπιστεύτηκα και ως ανταμοιβή μου, ανακάλυψα κράτημα που δεν μπορούσα ούτε να ονειρευτώ με το προηγούμενο πιρούνι, κράτημα που έφερνε τη μοτοσυκλέτα πολλές δεκαετίες μπροστά, με άμεση σύγκριση με πολύ πιο σύγχρονα σπορ μοντέλα. Σε ευχαριστώ Ron!
Τα χρόνια πέρασαν, ο Ron μεγάλωσε κι αυτός, και το 2020 υπέστη εγκεφαλικό, με τις επιπτώσεις του οποίου πάλευε τα τελευταία 4 χρόνια. Στις 25/11 μέσω της σελίδας της Maxton Engineering ήρθε η ανακοίνωση της οικογένειάς του που ανέφερε τα εξής: “ Με βαριά καρδιά ανακοινώνουμε τον θάνατο του ιδρυτή και πατέρα της οικογένειας, Ron Williams, ο οποίος πέθανε το βράδυ του Σαββάτου. Ήταν πρωτοπόρος της βιομηχανίας και όλοι μας στη Maxton είμαστε ευγνώμονες που μας έδωσε την ευκαιρία να μάθουμε από εκείνον.”
Ο Ron Williams ίδρυσε τη Maxton το 1971, πουλώντας το αυτοκίνητό του για να χρηματοδοτήσει την επιχείρηση. Το όνομα Maxton ήταν σύνθετη λέξη από το Max (Μέγιστο) και το Ton που στα αγγλικά σημαίνει και τα 100 μίλια την ώρα -160 χλμ/ώρα.
Στην μακρόχρονη καριέρα του, ο Ron Williams ασχολήθηκε πέρα από τις αναρτήσεις για τις οποίες έγινε ιδιαίτερα γνωστός και με τα πλαίσια -δυο τομείς που συνδέονται άρρηκτα, και η βαθιά γνώση του Ron στη γεωμετρία των πλαισίων τον βοηθούσε σε τεράστιο βαθμό στη βελτίωση των εργοστασιακών αναρτήσεων.
Είχε ξεκινήσει κατασκευάζοντας πλαίσιο για Matchless πριν ασχοληθεί με πλαίσια για τα δίχρονα TZ, και με το τρικύλινδρο αγωνιστικό Kawasaki KR750 του Mick Grant το οποίο μετασκεύασε βοηθώντας τον Grant να πάρι τον τίτλο στο IOMTT στην κατηγορία Senior το 1975.
Το 1981, η Honda προσκάλεσε τον Ron στην Ιαπωνία, για να επιθεωρήσει την NR500 με τα οβάλ πιστόνια, και για να βοηθήσει στη δημιουργία ενός πιο συμβατικού πλαισίου, δουλεύοντας μαζί με τους μηχανικούς της ιαπωνικής εταιρείας και με τον Takeo Fukai που αργότερα έγινε ο CEO της Honda.
Παράλληλα, ο Ron κατασκεύαζε τους δικούς του τροχούς μοτοσυλκλετών από μαγνήσιο, ενώ πλέον η Maxton Engineering είναι γνωστή αποκλειστικά για τις κορυφαίες aftermarket αναρτήσεις της, με τον γιο του Ro, Richard, να έχει αναλάβει τα ηνία της επιχείρησης.