Editorial 652 - Από το ίδιο καζάνι οι φακές, σε όλα τα στρατόπεδα

Από το

motomag

1/3/2024

Γράφω αυτές τις γραμμές ενώ βρίσκομαι ξανά στην Ισπανία για τις αποστολές του επόμενου τεύχους και πριν από λίγο αστειευόμασταν με τα στελέχη της BMW για ένα από τα κοινά μας στοιχεία, ένα από αυτά που μας συνδέουν: Πως δεν μπορούμε να αποκτήσουμε τις μοτοσυκλέτες για τις οποίες είμαστε εκεί! Και αν μπορεί να γίνει για μία, τότε σίγουρα δεν γίνεται για όλες που ξεχωρίσαμε το ίδιο. Δεν χρειάζεται να εξηγήσω πως κανείς δεν θέλει να έχει μόνο μία. Φανταστικό το M1000XR αλλά χώμα δεν πατάς ούτε για να σταματήσεις στην άκρη του δρόμου για κατούρημα. Χωρίς τα στελέχη δεν θα υπήρχαν τα μοντέλα και χωρίς εμάς ενδεχομένως να μην είχε καν συμπεριληφθεί στη σφαίρα επιλογών του τελικού αγοραστή. Απαραίτητες λοιπόν οι υπηρεσίες όλων μας για την πορεία ενός νέου μοντέλου που όμως δεν ανταμείβονται στο βαθμό που πρέπει. Τέταρτο κύμα ακρίβειας και ανατιμήσεων αλλά με πάντα σταθερή την τιμή του περιοδικού και τρίτο αυτοκίνητο για τον project leader στον κλάδο των αυτοκινήτων, στο διπλανό γραφείο του project leader στην μοτοσυκλέτα που έβαλε την υπογραφή του να βγει το τελευταίο μοντέλο στην παραγωγή αλλά δεν μπορεί να το οδηγήσει ξανά, γιατί πολύ απλά δεν μπορεί να το αποκτήσει. Η εταιρεία θα του δώσει το επόμενο πρωτότυπο δοκιμών και στο ενδιάμεσο κενό ένα παλαιότερο μοντέλο, οπότε κάθε δημοσιογραφική παρουσίαση είναι ουσιαστικά και ένα αντίο για κάθε πνευματικό του παιδί! Μπερδεύονται στο μεταξύ, έχουν συνηθίσει για χρόνια με τα κωδικά ονόματα κάθε μοντέλου και ξαφνικά πρέπει να απευθυνθούν με την εμπορική ονομασία. Δεν φτάνει που λένε αντίο, θα πρέπει να το κάνουν και με ένα όνομα άγνωστο προς αυτούς. «Το KR-125 είναι η μεγάλη μου αγάπη, μου κόβονται τα χέρια που ξέρω πως θα αργήσω πολύ να το ξανά οδηγήσω» - «Το ποιο;» - «Δεν με παρακολουθείς; Το M1000XR!» - «Ναι, ευχαριστώ για την μικρή αποκάλυψη, ξεκίνα τώρα να λες για τον κώδικα των ονομάτων…».

Στο μεταξύ αυτή η γκρίνια υπάρχει και από την πλειοψηφία των τελικών αγοραστών που με χαρά θα ήθελαν μια ακόμη ή μία διαφορετική από αυτή που έχουν, αλλά δεν βγαίνουν τα νούμερα. Η γκρίνια δεν σταματά ούτε και στο τέρμα πάνω σκαλί, φτάνει και στο συμβούλιο των θεών, το διοικητικό δηλαδή συμβούλιο κάθε κατασκευαστή που βλέπει το κόστος να εκτοξεύεται και την πίεση για τις τιμές που συνεχώς ανεβαίνουν να γίνεται ασφυκτική. Πρώτη φορά στην ιστορία τους κάνουν παρουσίαση για τρία διαφορετικά μοντέλα μαζί στην BMW, συμπιεσμένο το πρόγραμμα και της ΚΤΜ που σε άλλη περίπτωση θα ήταν τα Duke που θα απολαύσετε στις επόμενες σελίδες σε ξεχωριστές ημερομηνίες. Χρυσές δουλειές κάνουν βέβαια, μην τους λυπηθεί κανείς γιατί η αγορά της μοτοσυκλέτας ανεβαίνει σταθερά παρά το πισωγύρισμα σε αγορές – κλειδιά όπου διακυβεύονται πολλές χιλιάδες κομμάτια, όπως της Γερμανίας. Αυτή την στιγμή το R1300GS που τόσα πολλά ακούστηκαν για το μούτρο και την εμφάνισή του έχει δώσει 20% επάνω στην BMW και η ουρά για να το αποκτήσεις μετριέται ήδη σε μήνες και όπως πάει θα φτάσει τον χρόνο. Ήδη η απήχηση των Duke με την επίσης εξωγήινη εμφάνιση είναι παραπάνω από θετική. Κάποιοι βέβαια δεν έχουν χοντρή πέτσα ή τους αγγίζουν σε ευαίσθητες χορδές: Ο Ιταλός σχεδιαστής του Honda Hornet 750 πέρασε ένα εφιαλτικό δεκαπενθήμερο όπου σκεφτόταν να τα παρατήσει, πέρασε από το μυαλό του να αλλάξει επάγγελμα μέχρι να δει την διαφορά αντιμετώπισης των σχολίων που είχε το πιο πάνω επίπεδο. «Μην ανησυχείς, οι περισσότεροι από αυτού που σχολιάζουν είναι που δεν είχαν πρόθεση αγοράς, που έχουν ήδη το προηγούμενο και θέλουν να τονίσουν πως το δικό τους είναι καλύτερο, ή που έχουν ανταγωνιστή με -20 άλογα και φυσικά δεν θα το παραδεχτούν», δώσε χρόνο του έλεγαν, θα φανούν αν οι πραγματικά δυσαρεστημένοι είναι περισσότεροι από τους υπόλοιπους. Σε διαφορετικό στρατόπεδο τα ίδια: Μου εξηγούσαν πριν λίγες ημέρες πως αρχίζουν να αποστασιοποιούνται από τα κοινωνικά δίκτυα γιατί δεν αποτυπώνουν την πραγματικότητα. Δεν είναι περίεργο να το ακούς αυτό από τους πορτοκαλί, πάντα είχαν καλό μέτρο στην ποιοτική αξιολόγηση της αγοράς, είναι εντυπωσιακό όμως όταν το παραδέχονται στο καπάκι λίγες ημέρες μετά στην BMW που εδώ και λίγα χρόνια έκαναν στροφή και χάραξαν μία νέα πορεία όπου η online παρουσία τους μπήκε στο επίκεντρο. Και για την εμφάνιση είναι το λιγότερο, αυτό που γίνεται με τις ανακλήσεις είναι καλύτερο. Στατιστικά είμαστε σε καλύτερο επίπεδο από πριν, όμως ακούγονται περισσότερο τώρα. Ναι τους απαντώ και ευτυχώς που η ΕΕ ανακοινώνει τα πάντα γιατί έχουμε ζήσει να γίνονται σιωπηρές ανακλήσεις, να πηγαίνεις για αλλαγή λαδιών και να σου κρατάνε την μοτοσυκλέτα τρεις μέρες λυμένη η μισή χωρίς να το μαθαίνεις ή χωρίς να μπορείς να το αποδείξεις. Καλύτερα τώρα από την δική μας πλευρά. Δεν διαφώνησαν αλλά το ποσοστό λάθους είναι μικρότερο ανά εξάρτημα. Κατασκευαστικά υπάρχει μία ανοχή ας πούμε ένα μικρό ποσοστό απόκλισης από το ιδανικό για κάθε τι που κατασκευάζει κάθε προμηθευτής. Όταν ζητήσεις πενήντα κομμάτια για να δέσεις πενήντα μοντέλα προ-παραγωγής τα πάντα κυλούν ομαλά, στα χίλια όμως αρχίζουν οι ανοχές να συντονίζονται και οδηγείσαι σε απόκλιση που είναι χειρότερη από αστοχία ενός συγκεκριμένου εξαρτήματος. Αυτή ήταν η αιτιολόγηση που δόθηκε για τις ανακλήσεις από έναν άνθρωπο που πέρασε έξι χρόνια από την ζωή του στην Κίνα, στρώνοντας την γραμμή παραγωγής εκεί, η οποία πέρα του σκούτερ περιορίζεται πλέον μόνο στους κινητήρες των F και μόνο αυτούς, ώστε να έχουν όλο τον έλεγχο στο Βερολίνο.  «Ακόμη και έτσι, δύσκολα υπογράφεται συγχωροχάρτι. Μέχρι το δικό σου επίπεδο, ναι είμαστε όλοι μαζί σε ένα καζάνι, από εκεί και πάνω όμως οι υπόλοιποι σιγοβράζουν δεν μοιραζόμαστε τις ίδιες ανησυχίες, κι αν αυτές εκφραστούν καμιά φορά με ένα -πώς το έχουν φτιάξει έτσι- ίσως να είναι τελικά και ελαφρύτερο».

editorial 524 - Club 100

Από το

Μαύρο Σκύλο

3/7/2013

Δεν μπορώ να φανταστώ πως στα κολασμένα στροφιλίκια του Montenegro μια street θα μπορούσε να πάει το ίδιο γρήγορα και το ίδιο απολαυστικά με τις on-off του MEGA TEST. Στο editorial του προηγούμενου τεύχους έγραφα πως οι on-off είναι πια οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, με τις υπόλοιπες κατηγορίες να είναι οι... εξειδικευμένες, όπως οι street. To ταξίδι μας στο Montenegro επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς μου. Στην πραγματική ζωή, η οδήγηση σε κάθε είδους δρόμο είναι απόλαυση με αυτές τις μοτοσυκλέτες που πρώτοι εμείς στο ΜΟΤΟ αποκαλέσαμε παντός δρόμου. Χωρίς αυτή η απόλαυση να σταματά εκεί που τελειώνει η άσφαλτος. Μερικοί μπορούν να θεωρήσουν από παράδοξη έως υπερβολική την χρήση μιας μοτοσυκλέτας με 1200 κυβικά και πάνω από 100 ίππους στο χώμα, αλλά δεν είναι. Το μόνο εμπόδιο είναι για τους περισσότερους το ποσό που απαιτείται για την αγορά της, και οι οδηγικές ικανότητες που θα πρέπει να διαθέτουν για να την πάνε όπως μπορεί να πάει. Στην πραγματικότητα, οι καλύτερες σημερινές παντός δρόμου είναι πιο ικανές στα χώματα από άλλες μικρότερες δικύλινδρες ή μονοκύλινδρες, ακόμα κι από κάποιες που έχουν τα μισά τους κυβικά και άλογα.

Αλλά τα χώματα είναι μόνο ένα μέρος των ταλέντων τους. Όπως φάνηκε στα πολλά βρεγμένα χιλιόμετρα που κάναμε, αν είσαι εξοπλισμένος με αδιάβροχα, μπότες και γάντια που δεν μπάζουν νερό, μπορείς να τις ευχαριστηθείς ακόμα κι εκεί, ευχαριστώντας την εξέλιξη των RAIN mode, των ABS και των traction control. [Παρένθεση περί αδιάβροχων: Αξιόπιστα αδιάβροχες μπότες βρίσκεις πια, με τα αδιάβροχα πάνω κάτω και τα γάντια τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Έχουμε δει φτηνά που δεν μπάζουν, στην αρχή τουλάχιστον, και ακριβά που είναι σφουγγάρια. Ίσως πρέπει να φτιάξουμε μια λίστα με τα αποδεδειγμένα αδιάβροχα αδιάβροχα.]

Κάπου εκεί μου καρφώθηκε και μια άλλη ερώτηση στο μυαλό, από αυτές που μου έρχονται κατά καιρούς για να βασανίζομαι εγώ και να βασανίζω και τους γύρω μου: Μπορεί μια μοτοσυκλέτα να είναι καλή αν δεν την ευχαριστιέσαι και κάτω από τα 100 km/h; Μπορείς να απολαμβάνεις οδήγηση με μέγιστη ταχύτητα τα 100; Μήπως στις σημερινές οικονομικές και κυκλοφοριακές συνθήκες τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες είναι οι πιο χαβαλεδιάρικες ό,τι διαδρομή κι αν κάνεις; Σκέφτηκα τον Λύκο που μόλις τελείωσε την ανακατασκευή ενός XL185, που το 99% των χιλιομέτρων που θα κάνει θα είναι έως 100. Είμαι σίγουρος πως θα είναι ξετρελαμένος χωρίς ποσώς να τον απασχολεί που αυτό το μηχανάκι του δεν θα βλέπει πολύ πάνω από 100 συχνά, και που θα πάει 120 αν ο άνεμος είναι ούριος, ο δρόμος έντονα κατηφορικός και οι πλανήτες ευθυγραμμισμένοι καταλλήλως, με τις βαλβιδούλες του να χοροπηδάνε στην κεφαλή λίγο πριν πεταχτούν έξω και το πλαίσιο ένα τσικ πριν κοπεί, συνήθως στην αριστερή μεριά, κοντά στον άξονα του ψαλιδιού.

Το σκεφτόμουν επίσης οδηγώντας την τελευταία βδομάδα το Honda ΜSX125, με το τετρατάχυτο συμπλεκτάτο ψεκαστό παπίσιο μοτεράκι του και τα δωδεκάρια λαστιχάκια του. Σε κάθε φανάρι κάποιος θα μου μιλήσει, ρωτώντας γι' αυτό, όπου σταματήσω όλοι το χαζεύουν, προφανώς γιατί το θεωρούν χαριτωμένο, γιατί κάτι τους λέει χωρίς ίσως να ξέρουν ακριβώς γιατί. Κι αυτό πάει 100 στην ευθεία, παραπάνω στον κατήφορο. Μέχρι τα 100 όμως, τα έχεις κάνει όλα κι έχεις περάσει πολύ καλά, ακόμα και στην πιο συνηθισμένη, βαρετή συνήθως διαδρομή. Γιατί μου ανάβουν φωτιές τώρα; Αν είχα ένα δεκάρικο για κάθε έναν που με ρώτησε, θα είχα μαζέψει τα λεφτά για να το αγοράσω, ή μήπως να τα μαζέψω για να πάρω δεκατριάρι Husqvarna, με τις τιμές που έχουν; Θέλει κανείς το εντεκάρι μου;

Ποιό είναι το μυστικό του Club 100; Κοίτα να δεις, ρωτάω ποιό είναι το μυστικό χωρίς να έχω εξηγήσει τι είναι το Club 100. Για να συνεννοούμαστε, προτείνω να λέμε πως ανήκουν στο Club 100 όλοι εκείνοι οι αναβάτες και όλες οι μοτοσυκλέτες που την κύρια απόλαυση από την οδήγησή τους την βρίσκουν πριν τα 100. Δεν υπάρχει περιορισμός κυβικών, ας είναι και Goldwing 1800, αρκεί να σου δίνει χαρά όταν την οδηγείς και κάτω από 100. Εκεί μέσα στο Club 100 μπαίνουν από μοτοποδήλατα μέχρι MX, trial και enduro, αν και οι superbikes και τα supersport όχι, καθώς δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως τα απολαμβάνει κυρίως πριν... φτάσει η πρώτη στον κόφτη. Στο Club 100 έτσι ανήκουν και τα classics, που κι αυτά τα απολαμβάνουμε με ταχύτητες καθημερινά εφικτές, κοινό χαρακτηριστικό των Club 100 μοτοσυκλετών. Όπως είπαμε και για τα χωματερά, που τα πάντα στον κόσμο τους συμβαίνουν κυρίως κάτω από τα 100, χωρίς αυτό να αφαιρεί ούτε στο ελάχιστο την γοητεία τους.

Το μυστικό λοιπόν του Club 100 είναι πως μπορείς να οδηγείς πραγματικά στο όριο, χωρίς να χρειάζεσαι ούτε πίστα, ούτε συγκεκριμένο είδος δρόμου, τίποτα το ειδικό. Κι όταν λέμε στο όριο, είναι από κάθε άποψη, στο όριο των δυνατοτήτων του αναβάτη ή της μοτοσυκλέτας: Στην ουσία, οι συγκινήσεις από την επαφή με αυτό το όριο δεν διαφέρουν από αυτές που ζει ο Rossi οδηγώντας στα MotoGP. Ακόμα κι ο ίδιος όμως ο Valentino, για να διασκεδάσει και να προπονηθεί και να ευχαριστηθεί οδήγηση όταν δεν καβαλάει την Μ1 του, κάνει γύρους σε πίστα dirt track με το Ouroboros που φτιάχνει ο πατέρας του ή παίζει με χωματερά μηχανάκια ή κοντράρεται με τους φίλους του πάνω σε φτιαγμένα τρίκυκλα Ape, άρα εκτός MotoGP, είναι κι εκείνος μέλος του Club 100, ακόμα κι αν δεν το ξέρει. Κάπως έτσι, διαπιστώνουμε πως στην κυριολεξία τους οι συγκινήσεις δεν εξαρτώνται από την απόλυτη ταχύτητα, παρά μόνο από την σχετική. Για να συγκινηθείς απαιτείται κίνηση, ελληνικά μιλάμε, ας καταλαβαίνουμε και τι σημαίνουν οι λέξεις. Γι' αυτό και υποστηρίζω πως για να ευχαριστηθείς την μοτοσυκλέτα, δεν απαιτείται ούτε η πιο γρήγορη, ούτε η πιο ακριβή, ούτε η πιο εξοπλισμένη, ούτε η πιο καινούργια. Το μόνο που χρειάζεται είναι να λειτουργεί, να την καβαλήσεις και να φύγεις.

Ίσως μερικούς να τους ξενίζει η ιδέα πως μπορεί να οδηγείς στο όριο ενώ πηγαίνεις σιγά. Κι εδώ μπαίνει η έννοια της απόλυτης και της σχετικής ταχύτητας. Όταν παλιότερα πηγαίναμε το ZX-12R τελικιασμένο στα 312, τότε βιώναμε την απόλυτη ταχύτητα μοτοσυκλέτας παραγωγής. Όταν σήμερα περνάμε ένα κακοτράχαλο μονοπάτι με 40, πάμε αργά; Σε απόλυτα νούμερα ναι, σε σχετική ταχύτητα όχι, αν είναι πολύ δύσκολο να περάσει κάποιος από το ίδιο μονοπάτι με 42. Άρα, μπορείς να οδηγείς οριακά με 40, ενώ αν ταξιδεύεις στον ανοιχτό δρόμο με 160 κινδυνεύεις να σε πάρει ο ύπνος.

Αν και δεν δεχόμαστε νταλίκες στο Club 100, απατάσθε αν πιστέψετε πως είναι αργές ή δεν οδηγούνται οριακά, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούμε εύκολα. Μια φορτωμένη νταλίκα που κινείται σταθερά με 100, μπορεί να βγάλει καλύτερη μέση ωριαία από μια παρέα γρήγορων που θα πηγαίνουν τέζα αλλά θα σταματάνε κάθε 50-60 χιλιόμετρα για ανεφοδιασμό, τσιγάρο και κουβεντούλα. Πόσες φορές δεν σας έχει τύχει να βλέπετε την νταλίκα που είχατε περάσει ώρα πριν, να σας προσπερνά όταν σταματήσετε στο βενζινάδικο; Βγάζει καλύτερη μέση ωριαία, τι να κάνουμε, κι όσο για την οριακή οδήγηση της νταλίκας, δεν την αντιλαμβανόμαστε όσο κινείται με σταθερή ταχύτητα, μόλις όμως συμβεί κάτι και πρέπει να φρενάρει ή να αλλάξει πορεία απότομα και αναλάβει πια η μάζα και η αδράνειά της τον λόγο, γίνεται χαμός.

Αν δεν απολαμβάνεις την οδήγηση πηγαίνοντας και χαλαρά, δεν είναι καλή η μοτοσυκλέτα. Σωστό ή λάθος; Ας το σκεφτούμε λίγο. Μου φαίνεται πως μια μοτοσυκλέτα που την απολαμβάνεις μόνο πηγαίνοντας γρήγορα, είναι χειρότερη από μια που την βρίσκεις μαζί της και στο χαλαρό και στο γρήγορο. Στην δεύτερη περίπτωση, χρειάζεται πολύ πιο ποιοτικές αναρτήσεις που να μπορούν να ανταποκριθούν το ίδιο καλά και σε χαμηλές και σε υψηλές ταχύτητες, κι αυτό είναι πιο δύσκολο και πιο ακριβό για να το πετύχει ένας κατασκευαστής μοτοσυκλετών. Απαιτείται επίσης πολύ μεγαλύτερη αρχική επένδυση στην σχεδίασή της, τόσο σε γνώση όσο και χρήμα, από το στάδιο της σχεδίασης ως τις δοκιμές εξέλιξης. Ζητήματα όπως η συγκέντρωση της μάζας κοντά στο κέντρο βάρους έχουν προκύψει και εξελιχθεί από αυτή ακριβώς την ανάγκη, της ομοιογενούς και προβλέψιμης συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας σε όλες τις συνθήκες. Πολλοί μπερδεύουν την έννοια "ευκολοδήγητο" πιστεύοντας πως λίγο πολύ σημαίνει "μειωμένων δυνατοτήτων". Το αντίθετο συμβαίνει. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αγαπημένες μας παντός δρόμου αυτού του τεύχους. Οι καλύτερες από αυτές χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις γενιές και δεκαετίες έρευνας, εξέλιξης και εμπειρίας για να φτάσουν τις σημερινές τους δυνατότητες, όπου φυσικά και είναι πιο ευκολοδήγητες από τις προγόνους τους ενώ ταυτόχρονα οι επιδόσεις τους είναι αναμφισβήτητα ανώτερες σε όλους τους τομείς. Και ειδικά για να γίνουν ικανές να μπουν και στο Club 100, να μπορούν δηλαδή να είναι απολαυστικές και όταν πηγαίνεις χαλαρά ή σε πολύ κλειστό στροφιλίκι, χρειάστηκε να βελτιωθεί τόσο η ομοιογένειά τους, όσο και κάθε υποσύστημά τους ξεχωριστά, μαζί με την αρμονική συνεργασία όλων των υποσυστημάτων. Νομίζετε πως είναι απλό να κάνεις ελαστικό έναν δικύλινδρο κινητήρα 1200 κυβικών και 130 ίππων, την στιγμή που μια γενιά πριν ένας παρόμοιος με 1000 κυβικά και 90 ίππους δεν ήταν; Καθόλου απλό. Αυτό φάνηκε άλλωστε γιατί ακόμα και μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας με τους ψεκασμούς ακόμα βελτιώνονται αισθητά κάθε χρόνο, σε αντίθεση με την αντίληψη που υπήρχε όταν πρωτοεφαρμόστηκαν (ή καλύτερα, την ελπίδα) πως τώρα τέλειωσαν όλοι μας οι μπελάδες, οι τροφοδοσίες αναφλέξεις θα αυτορυθμίζονται και με το software θα κάνεις μια έτσι με το laptop σου και θα τα φτιάχνεις όλα. Δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Όπως δεν είναι και απλό να φτιάξεις έναν προοδευτικό, σταθερής απόδοσης συμπλέκτη, ένα καλοσχεδιασμένο κιβώτιο με τις κατάλληλες σχέσεις και σωστή αίσθηση κουμπώματος ταχύτητας στο λεβιέ, και τόσα άλλα. Αυτό που θέλω να πω είναι πως για να φτιαχτεί μια ικανή μοτοσυκλέτα, απολαυστική σε όλες τις συνθήκες, ρυθμούς και ταχύτητες, απαιτείται πολύ περισσότερος κόπος, χρόνος, γνώση και χρήμα απ' ότι για να φτιάξεις μια που αποδίδει καλά μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες. Πρέπει να είσαι πολύ καλός για να μπεις στο Club 100!

Mε μια πιο ευρεία ερμηνεία, οι μοτοσυκλέτες που αξίζουν να μπουν στο Club 100 είναι όσες απολαμβάνουμε καθημερινά, σε κάθε ρυθμό και σε κάθε δρόμο, ανεξάρτητα από κυβικά, τιμή και ηλικία. Ήδη το Club απέκτησε το δεύτερο μέλος του, τον Λύκο, που ενθουσιάστηκε με την ιδέα, μην αρχίσετε όμως να λέτε για καταστατικά και προεδρεία, δεν χρειάζεται να καταδικάσουμε το Club μόλις που γεννήθηκε, είπαμε, το Club 100 είναι μόνο ιδέα και άποψη, κι ας παραμείνει έτσι.