Editorial 652 - Από το ίδιο καζάνι οι φακές, σε όλα τα στρατόπεδα

Από το

motomag

1/3/2024

Γράφω αυτές τις γραμμές ενώ βρίσκομαι ξανά στην Ισπανία για τις αποστολές του επόμενου τεύχους και πριν από λίγο αστειευόμασταν με τα στελέχη της BMW για ένα από τα κοινά μας στοιχεία, ένα από αυτά που μας συνδέουν: Πως δεν μπορούμε να αποκτήσουμε τις μοτοσυκλέτες για τις οποίες είμαστε εκεί! Και αν μπορεί να γίνει για μία, τότε σίγουρα δεν γίνεται για όλες που ξεχωρίσαμε το ίδιο. Δεν χρειάζεται να εξηγήσω πως κανείς δεν θέλει να έχει μόνο μία. Φανταστικό το M1000XR αλλά χώμα δεν πατάς ούτε για να σταματήσεις στην άκρη του δρόμου για κατούρημα. Χωρίς τα στελέχη δεν θα υπήρχαν τα μοντέλα και χωρίς εμάς ενδεχομένως να μην είχε καν συμπεριληφθεί στη σφαίρα επιλογών του τελικού αγοραστή. Απαραίτητες λοιπόν οι υπηρεσίες όλων μας για την πορεία ενός νέου μοντέλου που όμως δεν ανταμείβονται στο βαθμό που πρέπει. Τέταρτο κύμα ακρίβειας και ανατιμήσεων αλλά με πάντα σταθερή την τιμή του περιοδικού και τρίτο αυτοκίνητο για τον project leader στον κλάδο των αυτοκινήτων, στο διπλανό γραφείο του project leader στην μοτοσυκλέτα που έβαλε την υπογραφή του να βγει το τελευταίο μοντέλο στην παραγωγή αλλά δεν μπορεί να το οδηγήσει ξανά, γιατί πολύ απλά δεν μπορεί να το αποκτήσει. Η εταιρεία θα του δώσει το επόμενο πρωτότυπο δοκιμών και στο ενδιάμεσο κενό ένα παλαιότερο μοντέλο, οπότε κάθε δημοσιογραφική παρουσίαση είναι ουσιαστικά και ένα αντίο για κάθε πνευματικό του παιδί! Μπερδεύονται στο μεταξύ, έχουν συνηθίσει για χρόνια με τα κωδικά ονόματα κάθε μοντέλου και ξαφνικά πρέπει να απευθυνθούν με την εμπορική ονομασία. Δεν φτάνει που λένε αντίο, θα πρέπει να το κάνουν και με ένα όνομα άγνωστο προς αυτούς. «Το KR-125 είναι η μεγάλη μου αγάπη, μου κόβονται τα χέρια που ξέρω πως θα αργήσω πολύ να το ξανά οδηγήσω» - «Το ποιο;» - «Δεν με παρακολουθείς; Το M1000XR!» - «Ναι, ευχαριστώ για την μικρή αποκάλυψη, ξεκίνα τώρα να λες για τον κώδικα των ονομάτων…».

Στο μεταξύ αυτή η γκρίνια υπάρχει και από την πλειοψηφία των τελικών αγοραστών που με χαρά θα ήθελαν μια ακόμη ή μία διαφορετική από αυτή που έχουν, αλλά δεν βγαίνουν τα νούμερα. Η γκρίνια δεν σταματά ούτε και στο τέρμα πάνω σκαλί, φτάνει και στο συμβούλιο των θεών, το διοικητικό δηλαδή συμβούλιο κάθε κατασκευαστή που βλέπει το κόστος να εκτοξεύεται και την πίεση για τις τιμές που συνεχώς ανεβαίνουν να γίνεται ασφυκτική. Πρώτη φορά στην ιστορία τους κάνουν παρουσίαση για τρία διαφορετικά μοντέλα μαζί στην BMW, συμπιεσμένο το πρόγραμμα και της ΚΤΜ που σε άλλη περίπτωση θα ήταν τα Duke που θα απολαύσετε στις επόμενες σελίδες σε ξεχωριστές ημερομηνίες. Χρυσές δουλειές κάνουν βέβαια, μην τους λυπηθεί κανείς γιατί η αγορά της μοτοσυκλέτας ανεβαίνει σταθερά παρά το πισωγύρισμα σε αγορές – κλειδιά όπου διακυβεύονται πολλές χιλιάδες κομμάτια, όπως της Γερμανίας. Αυτή την στιγμή το R1300GS που τόσα πολλά ακούστηκαν για το μούτρο και την εμφάνισή του έχει δώσει 20% επάνω στην BMW και η ουρά για να το αποκτήσεις μετριέται ήδη σε μήνες και όπως πάει θα φτάσει τον χρόνο. Ήδη η απήχηση των Duke με την επίσης εξωγήινη εμφάνιση είναι παραπάνω από θετική. Κάποιοι βέβαια δεν έχουν χοντρή πέτσα ή τους αγγίζουν σε ευαίσθητες χορδές: Ο Ιταλός σχεδιαστής του Honda Hornet 750 πέρασε ένα εφιαλτικό δεκαπενθήμερο όπου σκεφτόταν να τα παρατήσει, πέρασε από το μυαλό του να αλλάξει επάγγελμα μέχρι να δει την διαφορά αντιμετώπισης των σχολίων που είχε το πιο πάνω επίπεδο. «Μην ανησυχείς, οι περισσότεροι από αυτού που σχολιάζουν είναι που δεν είχαν πρόθεση αγοράς, που έχουν ήδη το προηγούμενο και θέλουν να τονίσουν πως το δικό τους είναι καλύτερο, ή που έχουν ανταγωνιστή με -20 άλογα και φυσικά δεν θα το παραδεχτούν», δώσε χρόνο του έλεγαν, θα φανούν αν οι πραγματικά δυσαρεστημένοι είναι περισσότεροι από τους υπόλοιπους. Σε διαφορετικό στρατόπεδο τα ίδια: Μου εξηγούσαν πριν λίγες ημέρες πως αρχίζουν να αποστασιοποιούνται από τα κοινωνικά δίκτυα γιατί δεν αποτυπώνουν την πραγματικότητα. Δεν είναι περίεργο να το ακούς αυτό από τους πορτοκαλί, πάντα είχαν καλό μέτρο στην ποιοτική αξιολόγηση της αγοράς, είναι εντυπωσιακό όμως όταν το παραδέχονται στο καπάκι λίγες ημέρες μετά στην BMW που εδώ και λίγα χρόνια έκαναν στροφή και χάραξαν μία νέα πορεία όπου η online παρουσία τους μπήκε στο επίκεντρο. Και για την εμφάνιση είναι το λιγότερο, αυτό που γίνεται με τις ανακλήσεις είναι καλύτερο. Στατιστικά είμαστε σε καλύτερο επίπεδο από πριν, όμως ακούγονται περισσότερο τώρα. Ναι τους απαντώ και ευτυχώς που η ΕΕ ανακοινώνει τα πάντα γιατί έχουμε ζήσει να γίνονται σιωπηρές ανακλήσεις, να πηγαίνεις για αλλαγή λαδιών και να σου κρατάνε την μοτοσυκλέτα τρεις μέρες λυμένη η μισή χωρίς να το μαθαίνεις ή χωρίς να μπορείς να το αποδείξεις. Καλύτερα τώρα από την δική μας πλευρά. Δεν διαφώνησαν αλλά το ποσοστό λάθους είναι μικρότερο ανά εξάρτημα. Κατασκευαστικά υπάρχει μία ανοχή ας πούμε ένα μικρό ποσοστό απόκλισης από το ιδανικό για κάθε τι που κατασκευάζει κάθε προμηθευτής. Όταν ζητήσεις πενήντα κομμάτια για να δέσεις πενήντα μοντέλα προ-παραγωγής τα πάντα κυλούν ομαλά, στα χίλια όμως αρχίζουν οι ανοχές να συντονίζονται και οδηγείσαι σε απόκλιση που είναι χειρότερη από αστοχία ενός συγκεκριμένου εξαρτήματος. Αυτή ήταν η αιτιολόγηση που δόθηκε για τις ανακλήσεις από έναν άνθρωπο που πέρασε έξι χρόνια από την ζωή του στην Κίνα, στρώνοντας την γραμμή παραγωγής εκεί, η οποία πέρα του σκούτερ περιορίζεται πλέον μόνο στους κινητήρες των F και μόνο αυτούς, ώστε να έχουν όλο τον έλεγχο στο Βερολίνο.  «Ακόμη και έτσι, δύσκολα υπογράφεται συγχωροχάρτι. Μέχρι το δικό σου επίπεδο, ναι είμαστε όλοι μαζί σε ένα καζάνι, από εκεί και πάνω όμως οι υπόλοιποι σιγοβράζουν δεν μοιραζόμαστε τις ίδιες ανησυχίες, κι αν αυτές εκφραστούν καμιά φορά με ένα -πώς το έχουν φτιάξει έτσι- ίσως να είναι τελικά και ελαφρύτερο».

editorial 526 - Ο ταξιδιώτης και άλλες ιστορίες

Από το

Μαύρο Σκύλο

2/9/2013

Τον βλέπω σταθερά τα τελευταία καλοκαίρια. Έχει ένα από τα πρώτα Transalp, ασημί με ταμπούρο, πρέπει να φτάνει την εικοσπενταετία γεμάτη πια (το Transalp, ο ιδιοκτήτης είναι μεγαλύτερος). Το χρώμα της μάνας του, μοναδική διακόσμηση δεκάδες αυτοκόλλητα από διάφορες χώρες του κόσμου. Θυμίζει αυτές τις προπολεμικές βαλίτσες που είχαν κολλημένα πάνω τους σήματα θερέτρων και ξενοδοχείων, πιστοποίηση της οικονομικής άνεσης του ταξιδεμένου ιδιοκτήτη τους. Μόνο που εδώ μιλάμε για το ακριβώς αντίθετο. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος φαίνεται πως ταξιδεύει πολύ, με τα ελάχιστα δυνατά έξοδα. Ουδεμία υποψία ασορτί τριβάλιτσου και ηλεκτρονικών βοηθημάτων, εργαλεία που πολλοί θεωρούν πια απαραίτητα για ταξίδι. Τα πράγματα δεμένα με χταπόδια το ένα πάνω από το άλλο, η σκηνή, το στρωματάκι, το sleeping bag. ειδικά η σκηνή του θα πρέπει να αποτελέσει έκθεμα σε ταξιδιωτικό μουσείο. Μιλάμε για ένα σκηνάκι που είναι τόσο μικρό, ώστε είσαι σίγουρος όταν το δεις πως ο ένοικός του αποκλείεται να κοιμάται ποτέ με τα πόδια τεντωμένα, αφού έτσι κι αλλιώς δεν χωράει μέσα σε άλλη στάση εκτός από την εμβρυακή. Το μέγεθός του είναι ένα θέμα, το άλλο είναι η κατάστασή του. Φτιαγμένο από το σύνηθες ασημί απ' έξω, μπλε σκούρο από μέσα πανί, έχει φτάσει πια σε μια κατάσταση φθοράς που είναι πιο πολύ μπλε απ' έξω παρά ασημί. Οι μπανέλες του ίσα που το στηρίζουν όρθιο, το πανί ίσα που στέκει και δεν διαλύεται σε μικρά-μικρά κομματάκια για να το πάρει ο αέρας. Έχω δει τέτοια σκηνάκια να τα πουλάνε 9,9 ευρώ καινούρια, κι όχι σε προσφορά. Κι όμως, δεν το αλλάζει με τίποτα. Για περίπτωση βροχής, κουβαλάει μαζί του ένα νάιλον, που το ρίχνει από πάνω και το καλύπτει ολόκληρο, ενώ περισσεύει και γύρω-γύρω πάνω από μέτρο. Μιλάμε για ένα στάδιο πριν την ασφυξία. Αλλά πόσο συχνά βρέχει το καλοκαίρι;

Πέρα από το κράνος, και ο μοτοσυκλετιστικός εξοπλισμός λάμπει δια της απουσίας του. Μινιμαλισμός κι εκεί. Το θέμα είναι όμως πως ο άνθρωπος ταξιδεύει, σε άσφαλτο και χώμα, και ταξιδεύει πολύ, σε αντίθεση με όσους εγκλωβίζονται σε απαιτητικά στερεότυπα και καταλήγουν να μην κάνουν τίποτα. Όσοι θεωρούν πως χρειάζονται απαραιτήτως μοτοσυκλέτα των 20.000 ευρώ για να ταξιδέψουν, καταλήγουν να χάνουν το ίδιο το ταξίδι. Με 20.000 ευρώ ο συγκεκριμένος ταξιδιώτης θα έκανε δύο φορές το γύρο του κόσμου.

Ο "πού είμαι ρε γαμώτο;": Βρισκόμουν σε ένα απομονωμένο ορεινό χωριό, απ' αυτά που το κοντινότερο βενζινάδικο είναι στα 50 χιλιόμετρα, αλλά που τώρα πια οι δύο από τις τρεις οδικές προσβάσεις του είναι ασφαλτοστρωμένες. Ακούω τετρακύλινδρο μοτέρ να πλησιάζει, με τον αναβάτη του να το φορτώνει το στροφόμετρο. Φτάνει στο χωριό, σταματάει χωρίς να κατέβει και χωρίς να βγάλει κράνος, ρίχνει μια ματιά δεξιά-αριστερά, κάνει επί τόπου στροφή και φεύγει προς την κατεύθυνση που ήρθε. Μυστήριο. Αν είχε ξεχάσει κάτι στο σπίτι, κι ήταν κάτοικος Αθηνών, ήθελε χίλια χιλιόμετρα μπρος πίσω για να πάει να το πάρει. Μερικοί όμως αφορμή για να κάνουν χιλιόμετρα ψάχνουν. Μπορεί όμως να αντιλήφθηκε, λίγο αργά είναι η αλήθεια, πως είχε φτάσει σε λάθος χωριό για το ραντεβού του. Tip: Φίλε, μην εμπιστεύεσαι το GPS, ειδικά αν έχει αυτόματη διόρθωση, κι αντί να πας στο Με-λιγαλά σε στέλνει στο Μέ-τσοβο. Επίσης, παίζει κι εκείνη να σε έστησε, και να μην είχε ποτέ σκοπό να σε συναντήσει.

Ο φιλομαθής με τον φραπέ στο χέρι: "Ρε συ, πες μου τώρα που σε βρήκα, εσύ που ξέρεις. Το Horex το καινούργιο είναι καλό;" Τι να σου πω ρε συ, δεν βλέπω πολλά να κυκλοφορούν, αν το πάρεις όμως, ευχαρίστως να το οδηγήσουμε.

Άλλος, σε διαδικασία επίλυσης μυστηριωδών συμπτωμάτων: "Έχει ένα πρόβλημα η μοτοσυκλέτα μου. Ξεκινάω, και μόλις βάζω τρίτη-τετάρτη ο κινητήρας σβήνει. Ευτυχώς ήταν κατηφόρα ως το σπίτι κι έβαλα την ουδέτερη, ξέρεις, την NATURAL, και τσούλησα μέχρι εκεί. Ο μάστορας μου είπε πως φταίει η εξάτμιση, που δεν είναι της μάνας του, και μου έχει παραγγείλει μια καινούργια. Πιστεύεις πως θα λυθεί το πρόβλημα;" Του μάστορα σίγουρα, της μοτοσυκλέτας, χλωμό το βλέπω.

Οι ασορτί: Ίδια κράνη, ίδια ρούχα με την συνεπιβάτιδα, και να σωστά μαντέψατε, Γερμανική μοτοσυκλέτα οδηγούσε, απ' αυτές με τα Βαυαρικά και κατόπιν υιοθετημένα Ελληνικά χρώματα στο σηματάκι τους. Οι βαλίτσες της μαμάς του, η οδήγηση δική του. Με αυτοκίνητο ήμουν, σε δρόμο με κίνηση, και μέσα σε μια ώρα τον πέρασα – με πέρασε τρεις φορές. Μα τι κάνουν; Συχνουρία έχουν; Ποιό είναι το νόημα να οδηγείς μοτοσυκλέτα αν σε ένα δρόμο με κίνηση πηγαίνεις τελικά πιο αργά από τα αυτοκίνητα; Tip: Yπάρχουν και αυτοκίνητα με το ίδιο σηματάκι.

Οι κλαμπάτοι: Για άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε φέτος το καλοκαίρι η υποψία μου πως μόλις η παρέα μεγαλώσει πάνω από τις δύο-τρεις μοτοσυκλέτες, η μέση ωριαία τους πέφτει δραματικά. Τα πράγματα χειροτερεύουν όταν οι μοτοσυκλέτες είναι όλες ίδια μοντέλα, οπότε για κάποιο μυστηριώδη λόγο ο αριθμός των στάσεων αυξάνεται εκθετικά, και η άφιξη στον όποιο προορισμό γίνεται όνειρο όλο και πιο μακρινό. Επιπλέον, κάθε κατηγορία μοτοσυκλετών φαίνεται πως προτιμά διαφορετικά σημεία για στάση. Οι παρέες με αναβάτες μεγάλων on-off σταματούν μόνο εκεί που υπάρχει φαγητό, και έχω την υποψία πως μερικές τέτοιες παρέες σταματούν σε ΟΛΑ τα σημεία όπου υπάρχει φαγητό. Με το δεδομένο πως κατά κανόνα το φαγητό στους κεντρικούς οδικούς άξονες είναι για πέταμα, είναι να απορείς τι είδους γαστριμαργικό τουρισμό κάνουν οι άνθρωποι. Βεβαίως, έτσι σου λύνεται η απορία γιατί από μακριά το Varadero το 1000 φαινόταν σαν 125.

Ούτε οι σφήκες: "Σταμάτησα να φάω δυο σουβλάκια ρε παιδί μου, ε, αν έρχεσαι για Ήπειρο από Αθήνα μέσω της παλιάς εθνικής, Θήβα, Λειβαδιά, Μπράλο, Δομοκό, με 640 Adventure, σε πιάνει μια πείνα. Κάπου μετά την Καλαμπάκα, παραγγέλνω δυο σουβλάκια, τρώω το ένα γιατί πείναγα πολύ, κι όπως κοίταζα το άλλο, έρχονται κάτι σφήκες, το μυρίζουν... και φεύγουν." Προφανώς ο φίλος που μου διηγήθηκε την ιστορία την παρεξήγησε την φάση, και δεν κατάλαβε πως μ' αυτό τον τρόπο οι Έλληνες επιχειρηματίες στο χώρο της εστίασης βοηθούν αποτελεσματικά στη διατήρηση της σιλουέτας των ταξιδιωτών. Το σκεπτικό είναι απλό: Δεν θα φας πολύ, αφού δεν τρώγονται. Κι αν φας έστω και λίγο, δεν θα θέλεις να ξαναδείς κρέας για κανένα μήνα. Αποτοξίνωση. Tip: Μπορείτε να κουβαλάτε μια σφήκα μαζί σας, για να δοκιμάζει το φαγητό των εστιατορίων της εθνικής πριν το ακουμπήσετε.

Τα χαρμάνια: Για κάποιον περίεργο λόγο, οι αναβάτες των superbike καπνίζουν περισσότερο. Μπορεί να υπάρχει μια μυστηριώδης σύνδεση με τις συχνότητες των κραδασμών δεύτερης τάξης των τετρακύλινδρων και τις εκκρίσεις αδρεναλίνης, που κάνει επιτακτική την ανάγκη για νικοτίνη στα πιο άσχετα σημεία. Τους έχω δει σταματημένους σε ΛΕΑ πλάτους 40 πόντων με τις νταλίκες να περνάνε στον πόντο από τα κλιπόν τους, να τραβάνε παράλληλη τζούρα από το τσιγάρο τους και το φουγάρο του φορτηγού. Επίσης, πρέπει να κατέχουν το ανεπίσημο ρεκόρ για το πιο γρήγορο άναμμα τσιγάρου από την στιγμή που το σταντ θα ακουμπήσει στην άσφαλτο. Υπάρχει λόγος όμως γι' αυτό: Πρέπει να δείξουν στο φίλο τους, που θα σταματήσει ένα λεπτό μετά, πως τον περιμένουν πολλή ώρα. Σ' αυτό βοηθούν και μερικές γόπες που μπορείς να έχεις φυλαγμένες σε αλουμινόχαρτο, και τις πετάς κάτω μόλις σταματήσεις: "Που είσαι ρε σαύρα, μισό πακέτο έχω κάνει..."

Το μυστήριο των διοδίων: Βλέπω μοτοσυκλέτες σταματημένες μετά τα διόδια, και απορώ. Την ημέρα, κάθονται μέσα στον ήλιο, εκεί ακριβώς που αυτοκίνητα και νταλίκες επιταχύνουν και το καυσαέριο πάει σύννεφο. Η ζέστη μπορεί να είναι αφόρητη, τα ρούχα τους κατά κανόνα μαύρα, αλλά αυτοί εκεί, κάνουν στάση ή περιμένουν τους φίλους τους. Τη νύχτα, σταματούν καμιά εκατοστή μέτρα μακριά, εκεί που το ημίφως αρχίζει να γίνεται σκοτάδι και τα νυσταγμένα και βαριά φώτα του νταλικιέρη δεν θα είναι αρκετά για να τους δει. Απ' την άλλη, αν θες να σταματήσεις κάπου και ΔΕΝ θέλεις να πας σε βενζινάδικο ή εστιατόριο, οι επιλογές σου περιορίζονται πολύ. Τα πάρκινγκ των ακριβοπληρωμένων μας "εθνικών οδών" βρωμάνε και ζέχνουν, που να τα επισκεφθείς και νύχτα; Για προορισμούς γράφουν όλα τα ταξιδιωτικά, μήπως ήρθε η ώρα να φτιάξουμε μια λίστα με τα "Φιλικά στο μοτοσυκλετιστή σημεία στάσης";

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας: Στο ΗΙGH TEST του 1998, όταν με ... οn-off είχαμε πάει κοντά στις ψηλότερες κορυφές της Ελλάδας, ανεβήκαμε όσο μπορούσαμε και στον Σμόλικα, το δεύτερο ψηλότερο βουνό. Είχαμε 12 on-off και μέσα σε πέντε μέρες επισκεφθήκαμε πέντε βουνά πάνω από τα 2000 μέτρα. Πλάκα είχε. Περιττό να σας πω πως τα μηχανάκια είχαν πέσει όλα, όπως και οι μισοί τουλάχιστον αναβάτες. Στον Σμόλικα έπεσε το τελευταίο που είχε μείνει αλώβητο, σε μια ανηφόρα που σηματοδότησε και το τέλος της ανάβασής μας στο βουνό. Όχι πως είχαμε πει πως θα την ανέβουμε, ήταν τόσο μεγάλη η κλίση και τόσο ανώμαλο το έδαφος που δεν είχε νόημα με αυτά τα μηχανάκια. Από τότε όμως, αν και ήξερα πως από πάνω υπάρχει μια στάνη και ξεκινά το μονοπάτι για την Δρακόλιμνη, μου είχε μείνει η απορία: Που τελειώνει ο δρόμος; Πόσο πάει ακόμα; Ευκαιρία να το ανακαλύψω, αφού πέρναγα από την περιοχή. Ο δρόμος είναι πολύ όμορφος, ξεκινά από το χωριό Πάδες κι ανηφορίζει στον Σμόλικα, περνά από ξέφωτα όπου περιμένεις να δεις νεράιδες κι από σκοτεινά δάση όπου μόνο τρολ μπορούν να ζουν, νερά τρέχουν παντού. Μας κάνουν εντύπωση τα πολλά σπασμένα δέντρα. Φτάνουμε και στην επίμαχη ανηφόρα, εκεί είναι ακόμα, μόνο που ο δρόμος την παρακάμπτει πια: Συνεχίζει δεξιά, μια αριστερή φουρκέτα, μια δεξιά και στα πενήντα μέτρα από την κορυφή της περιβόητης ανηφόρας, σταματάει σε μια στάνη. Αυτό ήταν λοιπόν. Αν τότε είχαμε παιδευτεί, είχαμε τραβήξει κι είχαμε σπρώξει για να ανεβάσουμε ένα τουλάχιστον μηχανάκι επάνω, θα έκανε άλλα πενήντα μέτρα πριν σταματήσει! Υψόμετρο εκεί; 1940 μέτρα, δυο ευγενικά παλικάρια στη στάνη, η μάνα τους και η γιαγιά τους: "Λύσσαξαν τα σκυλιά ψες βράδυ γιε μου, αρκούδα δεν ήταν, δεν κάνουν έτσι άμα ειν' αρκούδα, λύκος ήταν αλλά τίποτα δεν έκανε".

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας επιτέλους έχει λυθεί, τώρα μένει άλλο: Ανεβαίνει μηχανάκι στην Δρακόλιμνη από κει;