Editorial 652 - Από το ίδιο καζάνι οι φακές, σε όλα τα στρατόπεδα

Από το

motomag

1/3/2024

Γράφω αυτές τις γραμμές ενώ βρίσκομαι ξανά στην Ισπανία για τις αποστολές του επόμενου τεύχους και πριν από λίγο αστειευόμασταν με τα στελέχη της BMW για ένα από τα κοινά μας στοιχεία, ένα από αυτά που μας συνδέουν: Πως δεν μπορούμε να αποκτήσουμε τις μοτοσυκλέτες για τις οποίες είμαστε εκεί! Και αν μπορεί να γίνει για μία, τότε σίγουρα δεν γίνεται για όλες που ξεχωρίσαμε το ίδιο. Δεν χρειάζεται να εξηγήσω πως κανείς δεν θέλει να έχει μόνο μία. Φανταστικό το M1000XR αλλά χώμα δεν πατάς ούτε για να σταματήσεις στην άκρη του δρόμου για κατούρημα. Χωρίς τα στελέχη δεν θα υπήρχαν τα μοντέλα και χωρίς εμάς ενδεχομένως να μην είχε καν συμπεριληφθεί στη σφαίρα επιλογών του τελικού αγοραστή. Απαραίτητες λοιπόν οι υπηρεσίες όλων μας για την πορεία ενός νέου μοντέλου που όμως δεν ανταμείβονται στο βαθμό που πρέπει. Τέταρτο κύμα ακρίβειας και ανατιμήσεων αλλά με πάντα σταθερή την τιμή του περιοδικού και τρίτο αυτοκίνητο για τον project leader στον κλάδο των αυτοκινήτων, στο διπλανό γραφείο του project leader στην μοτοσυκλέτα που έβαλε την υπογραφή του να βγει το τελευταίο μοντέλο στην παραγωγή αλλά δεν μπορεί να το οδηγήσει ξανά, γιατί πολύ απλά δεν μπορεί να το αποκτήσει. Η εταιρεία θα του δώσει το επόμενο πρωτότυπο δοκιμών και στο ενδιάμεσο κενό ένα παλαιότερο μοντέλο, οπότε κάθε δημοσιογραφική παρουσίαση είναι ουσιαστικά και ένα αντίο για κάθε πνευματικό του παιδί! Μπερδεύονται στο μεταξύ, έχουν συνηθίσει για χρόνια με τα κωδικά ονόματα κάθε μοντέλου και ξαφνικά πρέπει να απευθυνθούν με την εμπορική ονομασία. Δεν φτάνει που λένε αντίο, θα πρέπει να το κάνουν και με ένα όνομα άγνωστο προς αυτούς. «Το KR-125 είναι η μεγάλη μου αγάπη, μου κόβονται τα χέρια που ξέρω πως θα αργήσω πολύ να το ξανά οδηγήσω» - «Το ποιο;» - «Δεν με παρακολουθείς; Το M1000XR!» - «Ναι, ευχαριστώ για την μικρή αποκάλυψη, ξεκίνα τώρα να λες για τον κώδικα των ονομάτων…».

Στο μεταξύ αυτή η γκρίνια υπάρχει και από την πλειοψηφία των τελικών αγοραστών που με χαρά θα ήθελαν μια ακόμη ή μία διαφορετική από αυτή που έχουν, αλλά δεν βγαίνουν τα νούμερα. Η γκρίνια δεν σταματά ούτε και στο τέρμα πάνω σκαλί, φτάνει και στο συμβούλιο των θεών, το διοικητικό δηλαδή συμβούλιο κάθε κατασκευαστή που βλέπει το κόστος να εκτοξεύεται και την πίεση για τις τιμές που συνεχώς ανεβαίνουν να γίνεται ασφυκτική. Πρώτη φορά στην ιστορία τους κάνουν παρουσίαση για τρία διαφορετικά μοντέλα μαζί στην BMW, συμπιεσμένο το πρόγραμμα και της ΚΤΜ που σε άλλη περίπτωση θα ήταν τα Duke που θα απολαύσετε στις επόμενες σελίδες σε ξεχωριστές ημερομηνίες. Χρυσές δουλειές κάνουν βέβαια, μην τους λυπηθεί κανείς γιατί η αγορά της μοτοσυκλέτας ανεβαίνει σταθερά παρά το πισωγύρισμα σε αγορές – κλειδιά όπου διακυβεύονται πολλές χιλιάδες κομμάτια, όπως της Γερμανίας. Αυτή την στιγμή το R1300GS που τόσα πολλά ακούστηκαν για το μούτρο και την εμφάνισή του έχει δώσει 20% επάνω στην BMW και η ουρά για να το αποκτήσεις μετριέται ήδη σε μήνες και όπως πάει θα φτάσει τον χρόνο. Ήδη η απήχηση των Duke με την επίσης εξωγήινη εμφάνιση είναι παραπάνω από θετική. Κάποιοι βέβαια δεν έχουν χοντρή πέτσα ή τους αγγίζουν σε ευαίσθητες χορδές: Ο Ιταλός σχεδιαστής του Honda Hornet 750 πέρασε ένα εφιαλτικό δεκαπενθήμερο όπου σκεφτόταν να τα παρατήσει, πέρασε από το μυαλό του να αλλάξει επάγγελμα μέχρι να δει την διαφορά αντιμετώπισης των σχολίων που είχε το πιο πάνω επίπεδο. «Μην ανησυχείς, οι περισσότεροι από αυτού που σχολιάζουν είναι που δεν είχαν πρόθεση αγοράς, που έχουν ήδη το προηγούμενο και θέλουν να τονίσουν πως το δικό τους είναι καλύτερο, ή που έχουν ανταγωνιστή με -20 άλογα και φυσικά δεν θα το παραδεχτούν», δώσε χρόνο του έλεγαν, θα φανούν αν οι πραγματικά δυσαρεστημένοι είναι περισσότεροι από τους υπόλοιπους. Σε διαφορετικό στρατόπεδο τα ίδια: Μου εξηγούσαν πριν λίγες ημέρες πως αρχίζουν να αποστασιοποιούνται από τα κοινωνικά δίκτυα γιατί δεν αποτυπώνουν την πραγματικότητα. Δεν είναι περίεργο να το ακούς αυτό από τους πορτοκαλί, πάντα είχαν καλό μέτρο στην ποιοτική αξιολόγηση της αγοράς, είναι εντυπωσιακό όμως όταν το παραδέχονται στο καπάκι λίγες ημέρες μετά στην BMW που εδώ και λίγα χρόνια έκαναν στροφή και χάραξαν μία νέα πορεία όπου η online παρουσία τους μπήκε στο επίκεντρο. Και για την εμφάνιση είναι το λιγότερο, αυτό που γίνεται με τις ανακλήσεις είναι καλύτερο. Στατιστικά είμαστε σε καλύτερο επίπεδο από πριν, όμως ακούγονται περισσότερο τώρα. Ναι τους απαντώ και ευτυχώς που η ΕΕ ανακοινώνει τα πάντα γιατί έχουμε ζήσει να γίνονται σιωπηρές ανακλήσεις, να πηγαίνεις για αλλαγή λαδιών και να σου κρατάνε την μοτοσυκλέτα τρεις μέρες λυμένη η μισή χωρίς να το μαθαίνεις ή χωρίς να μπορείς να το αποδείξεις. Καλύτερα τώρα από την δική μας πλευρά. Δεν διαφώνησαν αλλά το ποσοστό λάθους είναι μικρότερο ανά εξάρτημα. Κατασκευαστικά υπάρχει μία ανοχή ας πούμε ένα μικρό ποσοστό απόκλισης από το ιδανικό για κάθε τι που κατασκευάζει κάθε προμηθευτής. Όταν ζητήσεις πενήντα κομμάτια για να δέσεις πενήντα μοντέλα προ-παραγωγής τα πάντα κυλούν ομαλά, στα χίλια όμως αρχίζουν οι ανοχές να συντονίζονται και οδηγείσαι σε απόκλιση που είναι χειρότερη από αστοχία ενός συγκεκριμένου εξαρτήματος. Αυτή ήταν η αιτιολόγηση που δόθηκε για τις ανακλήσεις από έναν άνθρωπο που πέρασε έξι χρόνια από την ζωή του στην Κίνα, στρώνοντας την γραμμή παραγωγής εκεί, η οποία πέρα του σκούτερ περιορίζεται πλέον μόνο στους κινητήρες των F και μόνο αυτούς, ώστε να έχουν όλο τον έλεγχο στο Βερολίνο.  «Ακόμη και έτσι, δύσκολα υπογράφεται συγχωροχάρτι. Μέχρι το δικό σου επίπεδο, ναι είμαστε όλοι μαζί σε ένα καζάνι, από εκεί και πάνω όμως οι υπόλοιποι σιγοβράζουν δεν μοιραζόμαστε τις ίδιες ανησυχίες, κι αν αυτές εκφραστούν καμιά φορά με ένα -πώς το έχουν φτιάξει έτσι- ίσως να είναι τελικά και ελαφρύτερο».

Editorial 562 - Αφανής τεχνολογία

x
Από το

motomag

1/9/2016

Σ’ αυτό το τεύχος έχουμε μια πολύ ωραία αντίθεση: Απ’ τη μια μεριά δύο εξωτικές Ιταλικές κατασκευές, απ’ την άλλη, τρεις μοτοσυκλέτες που κάνουν περισσότερα απ’ όσα δείχνουν με την πρώτη ματιά.

Κι ενώ είναι άγνωστο τι χρόνους θα έκανε μια Tamburini T12 Massimo στην πίστα, σε σχέση με την δωρητή κινητήρας της BMW S1000RR, δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει το απόλυτο της κατασκευής της. Με κινητήρα factory superbike της BMW που βγάζει 235 ίππους, ζυγίζει 154 κιλά, ένα λιγότερο από το ελάχιστο όριο των MotoGP!  Όπως είπαν και οι άνθρωποι της BMW όταν την είδαν από κοντά, δεν υπάρχει περίπτωση μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής να πετύχει το επίπεδο της ποιότητας και της προσοχής στην λεπτομέρεια που έχει μια Τ12. Kι ούτε βέβαια θα μπορούσε ποτέ να είναι μαζικής παραγωγής μια μοτοσυκλέτα κόστους πάνω από 300.000 ευρώ. Γι’ αυτό και μίλησα για χρόνους, για γυρολόγια, για μετρήσιμα μεγέθη. Γιατί υπάρχει βέβαια η – αξία ανεκτίμητη – απόλαυση της μορφής, της υφής και της ποιότητας του συνόλου και των εξαρτημάτων του, υπάρχει το δέος του ονόματος του Tamburini και της ιστορίας του και της γνώσης πως αυτή ήταν για κείνον η ιδανική superbike, κι αυτά είναι αρκετά για να σε μαγέψουν χωρίς καν να χρειάζεται να την οδηγήσεις. Έχοντας στο μυαλό μου πως σχεδόν όλες οι Bimota (πλην των DB2) που έχω οδηγήσει ήταν μάλλον απογοητευτικές ως σύνολο και συμπεριφορά (και ειδικά η πολυσυζητημένη Tesi), θα ήθελα πάρα πολύ να οδηγήσω μια Τ12 αλλά... απ’ τη μια θα κράταγα και μικρό καλάθι (με τόσες υποσχέσεις, είναι εύκολο να απογοητευτείς), κι απ’ την άλλη, αν όλα ήταν καλά, δεν έχω την ικανότητα να γράψω χρόνους ανταγωνιστικούς με μια μοτοσυκλέτα επιπέδου MotoGP. Μόνο εικόνες και αισθήσεις θα μάζευα, δεν θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω όπως της αξίζει και να μπορέσω να την αξιολογήσω σε ένα απίθανο να συμβεί ποτέ συγκριτικό: Μια Yamaha M1 που θα μας δάνειζε το φιλαράκι μας ο Valentino, μια BMW του παγκοσμίου SBK και μια T12 Massimo… Θα χρειαζόμασταν βέβαια και αντίστοιχα μυθικούς αναβάτες, για να τις οδηγήσουν στο Mugello κατά προτίμηση, για να βγάλουμε μετά τα συμπεράσματά μας. Τα γυρολόγια θα έλεγαν την ψυχρή αλήθεια, θα είχαμε μια τυπική νικήτρια, καλά θα περνάγαμε αν τις κάναμε κι εμείς μια βόλτα, αλλά μήπως έτσι θα χάναμε την ουσία; Τα πιο σημαντικά πράγματα στις μοτοσυκλέτες (όπως και στη ζωή) δεν είναι μετρήσιμα, δεν κατατάσσονται σε πρώτο δεύτερο τρίτο. Επιπλέον, κάθε τέτοια εξωτική κατασκευή έχει πολύ εξειδικευμένο και περιορισμένο πεδίο δράσης: Ακόμα και στην περίπτωση ενός πλούσιου συλλέκτη, ιδιοκτήτη T12, υποπτεύομαι πως περισσότερη ευχαρίστηση θα ήταν για κείνον να την χαζεύει στο γκαράζ του παρέα με τους φίλους του, παρά να κάνει μερικούς γύρους το χρόνο σε πίστα, φοβούμενος μην την κάνει την στραβή, το τσακίσει και το απαξιώσει. Η δε απολύτως χειρότερη περίπτωση θα ήταν να την αγοράσει κάποιος, και να την κρατήσει βουβή ακίνητη κι ανέραστη στο σαλόνι του σπιτιού του. Ως έργο τέχνης.

 

Στην άλλη άκρη του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος, έχουμε απλές και χρηστικές μοτοσυκλέτες όπως οι BMW F700GS και R 9T Scrambler, μαζί με την NC750X της Honda. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι πως ως σύνολο αποδίδουν καλύτερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς βλέποντας τα επί μέρους εξαρτήματά τους και το εμφανές επίπεδο της τεχνολογίας τους. Μπορεί να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, να μην προσπαθούν να εντυπωσιάσουν με την τεχνολογία τους, ας μην ξεχνάμε όμως πως η καλύτερη τεχνολογία δεν είναι κάποιο σύστημα ή ηλεκτρονικό βοήθημα, αλλά η φαιά ουσία του εγκεφάλου αυτών που εξέλιξαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Στην περίπτωση του Honda, η "αφανής" τεχνολογία συγκεντρώνεται κυρίως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας ενός κατασκευαστή κολοσσού σε μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, έτσι ώστε να φτιάξει αυτό που ξέρει πως οι περισσότεροι αναβάτες χρειάζονται: Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα χρήσεων στην άσφαλτο, με αξιοπιστία, πρακτικότητα και οικονομία.  Έφτιαξε δηλαδή η Honda αυτό που χρειάζεται η πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, κάτι που δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με αυτό που ονειρεύονται. Κάτι δηλαδή σαν την γυναίκα που θα ήσουν ευτυχής αν παντρευόσουν, σε αντίθεση με αυτή που θα επιθυμούσες να έχεις στο κρεβάτι σου. Λίγοι είναι τόσο ρεαλιστές ώστε να κάνουν τη σωστή επιλογή για συμβίωση, δυστυχώς.

Παρόμοιας φιλοσοφίας και το 700 της ΒΜW, με το σύνολο να αποδεικνύεται ανώτερο των επί μέρους εξαρτημάτων του, με πιο σπορ χροιά και απόδοση σε σχέση με το Honda. Τόσο μάλιστα, που λίγες αλλά καίριες αλλαγές το κάνουν να ανταγωνίζεται το "ανώτερο" στα χαρτιά, και προσανατολισμένο περισσότερο από το 700 προς το χώμα, F800GS.   

     

Διαφορετικού είδους και επιδόσεων μοτοσυκλέτες χρειάζονται και άλλες δόσεις τεχνολογίας, δεν μπαίνουν όλες στο ίδιο τσουβάλι, κάνοντας άκυρες τις συζητήσεις του είδους "χρειάζεται το traction control ή όχι;". Για μια superbike είναι απαραίτητο, ειδικά αν ο αναβάτης της θέλει να απολαμβάνει την οδήγηση στην πίστα αντί να περιμένει το επόμενο high siding. Για τους 90 ίππους στο τροχό του Scrambler στις περισσότερες περιπτώσεις όχι, σε μερικές ναι, και τελικά μπορεί να κάνει και χωρίς αυτό. Κι αυτές είναι οι προφανείς τεχνολογίες, ενώ πιο σημαντικές είναι οι αφανείς, που σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία και την σωστή κρίση, φτιάχνουν απολαυστικές, άρτιες και ομοιογενείς μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα, ένα πιρούνι με σωστά επιλεγμένα ελατήρια και αποσβέσεις, χωρίς ρυθμίσεις, θα δουλέψει καλύτερα από ένα πολύ μαλακό, αλλά πολυρυθμιζόμενο. Γιατί το δεύτερο, θα είναι μια ισχυρή ένδειξη πως αυτοί που εξέλιξαν την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν έκαναν τις σωστές επιλογές, με πιθανότερη κατάληξη πως και το σύνολο δεν θα λειτουργεί σωστά τελικά. Από το "τεχνολογικά εντυπωσιακό, αλλά πλημμελώς εξελιγμένο", το "καλοεξελιγμένο, αλλά απλό", είναι πάντα προτιμότερο. Και ο αναβάτης του, δένεται πολύ περισσότερο μαζί του, αφού δεν απογοητεύεται από τεχνολογίες που υποτίθεται θα του έκαναν τη ζωή εύκολη, ενώ αντίθετα του την κάνουν περίπλοκη χωρίς λόγο. 

 

 

Το MOTO HAPPENING αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Ο λόγος; Η ανωτέρα βία!