Editorial 650 - Αταξικός μοτοσυκλετισμός

Από το

motomag

1/1/2024

Ή αλλιώς ο τρόπος να πάρεις το γκάζι και την ποιότητα στριψίματος χωρίς να δώσεις μία μικρή περιουσία, να μη χρειαστεί να βάλεις τέσσερις τοίχους και τα όνειρα για το δικό σου κεραμίδι πάνω σε μία σέλα, γιατί οι μοτοσυκλέτες που δεν κοστίζουν όσο μία γκαρσονιέρα δεν έχουν να σου προσφέρουν τίποτα. Τον αταξικό μοτοσυκλετισμό τον έκαναν δώρο στην ανθρωπότητα οι Ιάπωνες. Δίχως αυτούς θα είχαμε αγγλικές, ιταλικές, αμερικάνικες και γερμανικές μοτοσυκλέτες που θα ήταν για λίγους και καλούς. Υπέροχες σε κάθε περίπτωση, αλλά για λίγους. Ο Ιάπωνας με τη βιομηχανική του επανάσταση στον κόσμο της μοτοσυκλέτας έφερε την αλλαγή στους αριθμούς παραγωγής σε ένα πολύ κρίσιμο στάδιο, αφότου έχτισε πολύ γρήγορα ο ίδιος μοτοσυκλετιστική κουλτούρα. Ήταν βασικό στοιχείο της ιστορίας τους, το γεγονός πως η Ιαπωνία απέχτησε πολύ γρήγορα μοτοσυκλετιστική κουλτούρα και μάλιστα αντίστοιχη με την ευρωπαϊκή. Μπορεί να υπήρχαν διαφορές και πράγματα που βλέπεις μόνο εκεί, όπως οι ομάδες Bōsōzoku, αλλά σε γενικές γραμμές οι ίδιες μοτοσυκλέτες που πωλούνταν στην Ιαπωνία, έκαναν και εδώ καριέρα αυτούσιες. Φθηνές, καλές και γρήγορες, αυτές τις μοτοσυκλέτες μας έμαθαν οι Ιάπωνες και όπου καλές βάλτε δύο πράγματα, την αξιοπιστία και την οδική συμπεριφορά.

Κι αυτό ακριβώς εξακολουθούν να κάνουν και τώρα. Η μεγάλη διαφορά είναι πως οι τιμές υπολογίζονται με τον μέσο όρο της Ευρώπης και η Ελλάδα απέχει από τον μέσο όρο στα ατομικά έσοδα, ώστε να έχει την ίδια βαρύτητα για όλους ένα μεγάλο έξοδο όπως η αγορά μοτοσυκλέτας. Το καλό για εμάς είναι πως αυτή η ανισότητα υπάρχει και εσωτερικά στις υπόλοιπες χώρες. Προφανώς και το γενικό καλό θα ήταν να μην υπάρχουν ανισότητες αλλά για θέματα ουτοπίας θα συζητήσουμε άλλη φορά. Οι Ιάπωνες το διέκριναν αυτό και ετοίμασαν κινήσεις για δημιουργία πιο προσιτών οικονομικά μοντέλων μόνο που δεν κινήθηκαν γρήγορα. Τα 500άρια δικύλινδρα που φέρνει η Kawasaki για τη νέα χρονιά, θα έπρεπε να είναι μαζί μας εδώ και τουλάχιστον μία τριετία - τετραετία, ενώ θα πρέπει να περιμένουμε άλλον ένα χρόνο για να δούμε το KLE να ζωντανεύει. Δεν τους κατηγορώ για ολιγωρία, γιατί αν δούμε τη μεγάλη εικόνα, θα προσέξουμε πως κινούνται ταχύτητα σε αγορές που σημειώνουν εκατομμύρια πωλήσεις. Αλλάζουν ισορροπίες σε κεντρική Ασία, σε Κίνα και Ινδία, αγορές που κάθε μήνα πουλούν δεκαπλάσια από το σύνολο της Ευρωπαϊκής αγοράς, μιλώντας με μονάδες. Το κενό εδώ το κάλυψαν αμέσως οι Κινέζοι κατασκευαστές.

Συντελείται αυτή την στιγμή η ίδια ζύμωση στην Κίνα, που συνέβη κάποτε στην Ιαπωνία, όταν ο λαός έμαθε τα παπιά και τα μικρά δίκυκλα ως τον τρόπο να μετακινείται, μην μπορώντας να αποκτήσει αυτοκίνητο. Έχουμε γράψει πολύ αναλυτικά την ιστορία του Soichiro που μετά τον πόλεμο έδωσε στον λαό το παπί για να μπορεί να ζήσει. Ένα μοτοσυκλετάκι για να εργάζεσαι, να κουβαλάς, να μεταφέρεις, να μετακινείσαι. Εκατομμύρια μέσα στην Ιαπωνία και αργότερα σε όλο τον κόσμο, το αγάπησαν. Ένα μικρό ποσοστό από αυτούς πήραν το επόμενο μεγαλύτερο με την πρώτη ευκαιρία, και βήμα - βήμα δημιουργήθηκε ένας μοτοσυκλετισμός που με τη σειρά του απαιτούσε νέα μοντέλα και πλέον πίεζε για την εξέλιξη. Πριν από μία δεκαετία η ίδια ακριβώς αλλαγή ξεκίνησε να συμβαίνει στην Κίνα, και πλέον πάτησε στο πρώτο πλατύσκαλο και δεν υπάρχει επιστροφή. Κινέζος ταξιδευτής που αγοράζει μοτοσυκλέτα ντόπια, μόνο για να ταξιδεύει και έχει και σκούτερ για κάθε μέρα, δεν έχει υπάρξει στο παρελθόν. Είναι κάτι νέο, όπως συζητούσα με κινέζους κατασκευαστές στην πρόσφατη επίσκεψή μου στη χώρα τους. Καλά κάνει μερίδα των Ελλήνων και κοροϊδεύει τις κινέζικες μοτοσυκλέτες, αν όμως διευκρινίσουμε πως αναφέρεται στην εποχή που πανέξυπνοι Έλληνες έμποροι πήγαιναν στην Κίνα και αγόραζαν παπιά των 150 δολαρίων με το κοντέινερ για να τα φέρουν εδώ και να τα πουλούν στα supermarket. Κυριολεκτικά μιλώντας, πήγαινες supermarket με τα πόδια και έφευγες καβάλα με κράνος αντίστοιχο σε δίκυκλο που το είχες πληρώσει 8 φορές πάνω. Ο Κινέζος αναρωτιόταν τι τύποι τα καβαλούν αυτά, γιατί την ίδια στιγμή υπήρχαν στους δρόμους τους πιο ποιοτικές λύσεις. Εμείς ως ράτσα είμαστε πιο κοντά στον Κινέζο παρά στον Ιάπωνα. Λυπάμαι ας σας χαλάω το αφήγημα αλλά οι δικές μου εμπειρίες με βάση αυτά που εγώ έχω δει, μας φέρνουν πιο κοντά στον Κινέζο ως νοοτροπία. Η Ιαπωνία είναι ένα κράτος με αρχές και τακτοποιημένο γιατί οι πολίτες του είναι τέτοιοι. Το αστείο της υπόθεσης είναι πως σε λίγο καιρό και η Κίνα θα είναι το ίδιο. Ήδη μία ολόκληρη Ευρώπη υπάρχει μέσα στην Ιαπωνία από πλευράς βιοτικού επιπέδου και αστικού τρόπου ζωής. Μία ολόκληρη Ευρώπη που αμείβεται σε όλα τα επίπεδά της με αντίστοιχους μισθούς και έχει αντίστοιχες φιλοδοξίες και όνειρα. Ναι, υπάρχουν και άλλες τρεις “Ευρώπες” που είναι πιο κάτω αλλά έτσι όπως πάνε θα είναι σύντομα δύο και μετά μόλις μία. Να το προσέξουμε γιατί το επόμενο στάδιο είναι να ψάχνουμε φθηνά δίκυκλα από Λ. Αμερική ή να παρακαλάμε τους Αφρικανούς να φτιάξουν τις δικές τους μοτοσυκλέτες, καθώς αν συνεχίσει να ανοίγει η ψαλίδα, στο τέλος ούτε τις κινέζικες δεν θα μπορούμε να αποκτήσουμε από τη στιγμή που κάνουμε βήματα προς τα πίσω αντί για εμπρός. Θα είμαστε βέβαια πολύ καλοί στο να τους σχολιάζουμε. Εμείς εδώ -και εγώ προσωπικά- έχουμε πει τα χειρότερα για τις κινέζικες μοτοσυκλέτες. Από άρνηση για δοκιμή σε ένα Zongshen με 15άρη πίσω τροχό που είπαμε πως δεν πρέπει να του δώσουμε καμία απολύτως σημασία, μέχρι όλα όσα έχουμε γράψει για την απόκριση των CFMOTO, εξετάζουμε τα πάντα και ακριβώς για αυτό βλέπουμε την τεράστια αλλαγή που συντελείται με γεωμετρική πρόοδο. Κι ακριβώς επειδή είναι πολύ κοντά οι Κινέζοι στη δική μας νοοτροπία, το τελευταίο που μπορείς να πεις για εκείνους είναι πως διακατέχονται από αφέλεια και θα δώσουν τα χρήματά τους να αποκτήσουν κάτι που σπάει. Τώρα που έρχονται απευθείας εδώ οι Κινέζοι, με σοβαρές ελληνικές αντιπροσωπείες, και δεν μεσολαβεί ένας τυχοδιώκτης έμπορος supermarket, ας περιμένουμε κάτι διαφορετικό. Ο στόχος είναι ένας: Να έχουμε την καλύτερη μοτοσυκλέτα, στην χαμηλότερη τιμή. Από ανάγκη και όχι από πονηριά καθώς δεν περισσεύουν πολλά. Και στον χαρακτηρισμό καλύτερη περιλαμβάνουμε όπως είπαμε δύο, αξιοπιστία και οδική συμπεριφορά…

Editorial 562 - Αφανής τεχνολογία

x
Από το

motomag

1/9/2016

Σ’ αυτό το τεύχος έχουμε μια πολύ ωραία αντίθεση: Απ’ τη μια μεριά δύο εξωτικές Ιταλικές κατασκευές, απ’ την άλλη, τρεις μοτοσυκλέτες που κάνουν περισσότερα απ’ όσα δείχνουν με την πρώτη ματιά.

Κι ενώ είναι άγνωστο τι χρόνους θα έκανε μια Tamburini T12 Massimo στην πίστα, σε σχέση με την δωρητή κινητήρας της BMW S1000RR, δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει το απόλυτο της κατασκευής της. Με κινητήρα factory superbike της BMW που βγάζει 235 ίππους, ζυγίζει 154 κιλά, ένα λιγότερο από το ελάχιστο όριο των MotoGP!  Όπως είπαν και οι άνθρωποι της BMW όταν την είδαν από κοντά, δεν υπάρχει περίπτωση μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής να πετύχει το επίπεδο της ποιότητας και της προσοχής στην λεπτομέρεια που έχει μια Τ12. Kι ούτε βέβαια θα μπορούσε ποτέ να είναι μαζικής παραγωγής μια μοτοσυκλέτα κόστους πάνω από 300.000 ευρώ. Γι’ αυτό και μίλησα για χρόνους, για γυρολόγια, για μετρήσιμα μεγέθη. Γιατί υπάρχει βέβαια η – αξία ανεκτίμητη – απόλαυση της μορφής, της υφής και της ποιότητας του συνόλου και των εξαρτημάτων του, υπάρχει το δέος του ονόματος του Tamburini και της ιστορίας του και της γνώσης πως αυτή ήταν για κείνον η ιδανική superbike, κι αυτά είναι αρκετά για να σε μαγέψουν χωρίς καν να χρειάζεται να την οδηγήσεις. Έχοντας στο μυαλό μου πως σχεδόν όλες οι Bimota (πλην των DB2) που έχω οδηγήσει ήταν μάλλον απογοητευτικές ως σύνολο και συμπεριφορά (και ειδικά η πολυσυζητημένη Tesi), θα ήθελα πάρα πολύ να οδηγήσω μια Τ12 αλλά... απ’ τη μια θα κράταγα και μικρό καλάθι (με τόσες υποσχέσεις, είναι εύκολο να απογοητευτείς), κι απ’ την άλλη, αν όλα ήταν καλά, δεν έχω την ικανότητα να γράψω χρόνους ανταγωνιστικούς με μια μοτοσυκλέτα επιπέδου MotoGP. Μόνο εικόνες και αισθήσεις θα μάζευα, δεν θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω όπως της αξίζει και να μπορέσω να την αξιολογήσω σε ένα απίθανο να συμβεί ποτέ συγκριτικό: Μια Yamaha M1 που θα μας δάνειζε το φιλαράκι μας ο Valentino, μια BMW του παγκοσμίου SBK και μια T12 Massimo… Θα χρειαζόμασταν βέβαια και αντίστοιχα μυθικούς αναβάτες, για να τις οδηγήσουν στο Mugello κατά προτίμηση, για να βγάλουμε μετά τα συμπεράσματά μας. Τα γυρολόγια θα έλεγαν την ψυχρή αλήθεια, θα είχαμε μια τυπική νικήτρια, καλά θα περνάγαμε αν τις κάναμε κι εμείς μια βόλτα, αλλά μήπως έτσι θα χάναμε την ουσία; Τα πιο σημαντικά πράγματα στις μοτοσυκλέτες (όπως και στη ζωή) δεν είναι μετρήσιμα, δεν κατατάσσονται σε πρώτο δεύτερο τρίτο. Επιπλέον, κάθε τέτοια εξωτική κατασκευή έχει πολύ εξειδικευμένο και περιορισμένο πεδίο δράσης: Ακόμα και στην περίπτωση ενός πλούσιου συλλέκτη, ιδιοκτήτη T12, υποπτεύομαι πως περισσότερη ευχαρίστηση θα ήταν για κείνον να την χαζεύει στο γκαράζ του παρέα με τους φίλους του, παρά να κάνει μερικούς γύρους το χρόνο σε πίστα, φοβούμενος μην την κάνει την στραβή, το τσακίσει και το απαξιώσει. Η δε απολύτως χειρότερη περίπτωση θα ήταν να την αγοράσει κάποιος, και να την κρατήσει βουβή ακίνητη κι ανέραστη στο σαλόνι του σπιτιού του. Ως έργο τέχνης.

 

Στην άλλη άκρη του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος, έχουμε απλές και χρηστικές μοτοσυκλέτες όπως οι BMW F700GS και R 9T Scrambler, μαζί με την NC750X της Honda. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι πως ως σύνολο αποδίδουν καλύτερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς βλέποντας τα επί μέρους εξαρτήματά τους και το εμφανές επίπεδο της τεχνολογίας τους. Μπορεί να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, να μην προσπαθούν να εντυπωσιάσουν με την τεχνολογία τους, ας μην ξεχνάμε όμως πως η καλύτερη τεχνολογία δεν είναι κάποιο σύστημα ή ηλεκτρονικό βοήθημα, αλλά η φαιά ουσία του εγκεφάλου αυτών που εξέλιξαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Στην περίπτωση του Honda, η "αφανής" τεχνολογία συγκεντρώνεται κυρίως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας ενός κατασκευαστή κολοσσού σε μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, έτσι ώστε να φτιάξει αυτό που ξέρει πως οι περισσότεροι αναβάτες χρειάζονται: Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα χρήσεων στην άσφαλτο, με αξιοπιστία, πρακτικότητα και οικονομία.  Έφτιαξε δηλαδή η Honda αυτό που χρειάζεται η πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, κάτι που δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με αυτό που ονειρεύονται. Κάτι δηλαδή σαν την γυναίκα που θα ήσουν ευτυχής αν παντρευόσουν, σε αντίθεση με αυτή που θα επιθυμούσες να έχεις στο κρεβάτι σου. Λίγοι είναι τόσο ρεαλιστές ώστε να κάνουν τη σωστή επιλογή για συμβίωση, δυστυχώς.

Παρόμοιας φιλοσοφίας και το 700 της ΒΜW, με το σύνολο να αποδεικνύεται ανώτερο των επί μέρους εξαρτημάτων του, με πιο σπορ χροιά και απόδοση σε σχέση με το Honda. Τόσο μάλιστα, που λίγες αλλά καίριες αλλαγές το κάνουν να ανταγωνίζεται το "ανώτερο" στα χαρτιά, και προσανατολισμένο περισσότερο από το 700 προς το χώμα, F800GS.   

     

Διαφορετικού είδους και επιδόσεων μοτοσυκλέτες χρειάζονται και άλλες δόσεις τεχνολογίας, δεν μπαίνουν όλες στο ίδιο τσουβάλι, κάνοντας άκυρες τις συζητήσεις του είδους "χρειάζεται το traction control ή όχι;". Για μια superbike είναι απαραίτητο, ειδικά αν ο αναβάτης της θέλει να απολαμβάνει την οδήγηση στην πίστα αντί να περιμένει το επόμενο high siding. Για τους 90 ίππους στο τροχό του Scrambler στις περισσότερες περιπτώσεις όχι, σε μερικές ναι, και τελικά μπορεί να κάνει και χωρίς αυτό. Κι αυτές είναι οι προφανείς τεχνολογίες, ενώ πιο σημαντικές είναι οι αφανείς, που σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία και την σωστή κρίση, φτιάχνουν απολαυστικές, άρτιες και ομοιογενείς μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα, ένα πιρούνι με σωστά επιλεγμένα ελατήρια και αποσβέσεις, χωρίς ρυθμίσεις, θα δουλέψει καλύτερα από ένα πολύ μαλακό, αλλά πολυρυθμιζόμενο. Γιατί το δεύτερο, θα είναι μια ισχυρή ένδειξη πως αυτοί που εξέλιξαν την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν έκαναν τις σωστές επιλογές, με πιθανότερη κατάληξη πως και το σύνολο δεν θα λειτουργεί σωστά τελικά. Από το "τεχνολογικά εντυπωσιακό, αλλά πλημμελώς εξελιγμένο", το "καλοεξελιγμένο, αλλά απλό", είναι πάντα προτιμότερο. Και ο αναβάτης του, δένεται πολύ περισσότερο μαζί του, αφού δεν απογοητεύεται από τεχνολογίες που υποτίθεται θα του έκαναν τη ζωή εύκολη, ενώ αντίθετα του την κάνουν περίπλοκη χωρίς λόγο. 

 

 

Το MOTO HAPPENING αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Ο λόγος; Η ανωτέρα βία!