Editorial 643 - Ψευτομαγκιά: Η αληθινή δικαιολογία

Από το

motomag

1/6/2023

Πρώτος μήνας καλοκαιριού μετά από έναν Μάιο γεμάτο βροχές που σημαίνει πως ξεκινάμε κάπως καθυστερημένα την περίοδο του ξεκράνωτου σκούτερ, του «άσε ρε τα παιδιά να ζήσουν» όποτε μιλήσεις για κράνος, του «τα παίρνετε από τις αντιπροσωπείες» όταν μιλήσεις για γάντια, και του «εμείς ρε τι πάθαμε», όταν τολμήσεις να πεις για την σαγιονάρα. Θεωρώ πλέον πως έχω ακούσει κάθε είδους βλακεία που θα μπορούσε να πει κάποιος για να αντικρούσει το αυτονόητο: Ότι είναι ψευτόμαγκας που απαντά και το κάνει γιατί εδώ δεν κινδυνεύει από αυτή τη συμπεριφορά. Για κάθε έναν που έχει μία ηλίθια απάντηση σαν αυτές παραπάνω απέναντι σε κάτι τόσο απλό, όσο το να οδηγείς φορώντας γάντια, μπουφάν, κράνος σωστό παπούτσι κτλ, θα ήθελα να έχω την δυνατότητα να τον κλειδώσω στο αμπάρι για Αγκόνα. Με το που βγει στην απέναντι όχθη θα ψάχνει από μόνος του να τα βάλει όλα, πρώτα γιατί κανείς άλλος μοτοσυκλετιστής δεν θα είναι σαν αυτόν οπότε θα αισθάνεται μειονεκτικά, η αχίλλειος πτέρνα του Έλληνα, και δεύτερον γιατί στα πρώτα 120 μέτρα θα τον έχουν σταματήσει κόβοντας πρόστιμο. Θα έγραφα για τα βόρεια σύνορα επειδή ούτε κι εκεί θα ξεφύγεις αν δεν ταξιδεύεις σωστά, αλλά δύσκολα θα πετύχεις ταξιδευτή που να μην έχει όλο του τον εξοπλισμό, αυτά συμβαίνουν στον αστικό ιστό σε όλες τις πόλεις και τα χωριά της Ελλάδας. Για αυτό και θα ήταν εκπληκτικό να μπορεί κανείς να τους στείλει έξω για λίγο. Όχι πως μόλις περάσεις τα σύνορα είναι όλα τέλεια, είμαστε στην φανταστικότερη χώρα του κόσμου και μπορούμε να την κάνουμε καλύτερη αν ανοίξουμε τα μάτια μας για αυτό τα λέμε και τα ξανά λέμε, για να τα καταφέρουμε κάποια στιγμή. Εδώ μεταξύ μας το έχουμε καταφέρει αυτό, εκεί έξω τα πράγματα συνεχίζουν να είναι πολύ άσχημα αλλά υπάρχει φως στην άκρη του τούνελ, βλέπω αμυδρά την διαφορά να γίνεται. Δεδομένο πως και αυτό το καλοκαίρι η εικόνα ενός τουρίστα είναι πως το κράνος στην Ελλάδα δεν είναι υποχρεωτικό, απλώς συνίσταται. Δεν μπορεί να καταλάβει ο τουρίστας την ευκολία με την οποία περνάμε δίπλα από αστυνομικούς που δεν γράφουν μία ξεκάθαρη παράβαση, το ερμηνεύει ότι δεν είναι παράβαση. Που να ήξερε και πόσους χάνουμε κάθε μήνα. Οπότε ναι, δεν έχουμε φτάσει σε αυτό το βαθμό αλλαγής αλλά διαγράφεται το μακρινό μέλλον λίγο πιο αισιόδοξο από την στιγμή που νέα παιδιά ξεκινούν την προτροπή για κράνος μόλις βλέπουν κάποιον που δεν το φορά. Λίγο παλαιότερα να γυρίσουμε και η προτροπή μετά βίας ακουγόταν, τώρα είναι το πρώτο που θα πει κάποιος, πριν πει μπράβο για την σούζα ή το οτιδήποτε ήταν αυτό που τράβηξε την προσοχή και συγκέντρωσε τον κόσμο.

Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που μπερδεύεται ο τουρίστας για το αν είναι υποχρεωτικό το κράνος, έχει περάσει υποσυνείδητα το μήνυμα και για το κράνος σε κάθε έναν που δεν σκέφτεται τις συνέπειες της τιμωρίας του. Ούτε λόγος να σκεφτεί τις συνέπειες μίας πτώσης, διότι εκείνος δεν πέφτει και αυτά συμβαίνουν στους άλλους. Άλλωστε εδώ δίπλα θα πάει, δεν είναι μακριά και άλλα τόσα και τόσα που έχουμε ακούσει, φτάνοντας στο απίθανο ότι εκείνος έχει πιο δυνατό σβέρκο και μπορεί να κρατήσει το κεφάλι μακριά από την άσφαλτο όταν πέφτει, όπως έκαναν οι παλιοί. Δεν είναι τυχαίο που ζουν, είχαν πιο δυνατό σβέρκο. Ξέρουμε επίσης πως τα κράνη δεν είναι αεροδυναμικά και χαλάνε τις κόντρες, η μυτόγκα και το πεταχτό αυτί, το ένα κλειστό μάτι από την μεριά που είναι το μάγουλο γυρισμένο, έτσι όπως έχει γυρίσει λίγο το κεφάλι για να βλέπει χύνοντας δάκρυα, είναι σκηνικό που κερδίζει σε μία αεροδυναμική σήραγγα κάθε SHOEI, HJC κτλ… Είναι εντυπωσιακό το πόσα μπορεί να σκαρφιστεί καθένας για να υποστηρίξει την θέση του και η Πολιτεία δεν πάει πίσω. Ελληνική κι αυτή άλλωστε. Από το «η τάδε ομάδα δεν μπορεί να γράφει κλήσεις πρέπει να τους συμπαθεί ο κόσμος», μέχρι το «αν σταματούν κάθε έναν που παρανομεί δεν θα ολοκληρώσουν περιπολίες» είναι λίγες από τις τραγικές δικαιολογίες της επιτρεπόμενης ανομίας. Προφανώς δεν θέλουμε μία αστυνομία που σταματά τα πάντα γιατί κάποια δεν είναι δίκαια, όπως ότι απαγορεύεται η διήθηση μιας και δεν είμαστε άξιοι να κάνουμε -τουλάχιστον- αυτό που έχει κάνει η Γαλλία εδώ και χρόνια. Δεν θα το παίξει κανείς ηθικοπλάστης, γιατί και οι σούζες απαγορεύονται γενικά, αλλά σε ένα χώρο που οι συνθήκες είναι ελεγχόμενες είναι ένα διασκεδαστικό παιχνίδι και τα μπαντιλίκια και όλα αυτά με τα οποία μπορεί κανείς να χαρεί την μοτοσυκλέτα του φορώντας πλήρη εξοπλισμό. Δεν θα δείτε πουθενά ούτε μία φωτογραφία δική μας, ακόμη και σε ιδιωτικές στιγμές οδήγησης, χωρίς πλήρη εξοπλισμό. Γιατί και τα παπούτσια ακόμη μπορούν να είναι μοτοσυκλετιστικά χωρίς να μπορείς να επικαλεστείς το κόστος. Όπως αγοράζεις τα αθλητικά και βλέπουμε τον αστράγαλό σου όταν οδηγείς, με τα ίδια ίσως και λιγότερα αγόραζες τα μοτοσυκλετιστικά και μάλιστα παρήγγειλε τα από το εξωτερικό, έτσι για να μην μπορείς να πεις πως είναι προτροπή για τα μαγαζιά με αξεσουάρ μοτοσυκλέτας. Δεν υπάρχει καμία απολύτως δικαιολογία, θέμα συνήθειας είναι όλα και θέμα οργάνωσης για την Πολιτεία που και αυτό το έχει αφήσει στην τύχη της. Το παράδειγμα από όλες τις χώρες του εξωτερικού είναι τελείως διαφορετικό. Δεν ζουν σκλαβωμένοι, δεν ζουν είναι λιγότερο ελεύθεροι, δεν χαίρονται λιγότερο τις μοτοσυκλέτες τους και γελάνε εξίσου με τέτοιες ηλίθιες δικαιολογίες που θα τις πει κανείς μόνο και μόνο για να μην παραδεχτεί την αλήθεια: ότι απλά εδώ η ψευτομαγκιά δεν τιμωρείται.

editorial 533 - η Νίκη και τα φτερά της

Από το

Μαύρο Σκύλο

31/3/2014

Πόσο μακριά έφτασε η έμπνευση που χάρισε σε όλο τον κόσμο η περίφημη Νίκη της Σαμοθράκης; Και πως γύρισε σε μας αυτή η έμπνευση, από την Ιαπωνία πίσω στην Ελλάδα, μέσω ανθρώπων που είχαν μαύρη μουτζούρα κάτω από τα νύχια τους;

 

Ο Gihei Honda προερχόταν από οικογένεια αγροτών, από πάππο προς πάππου που λένε, είχε πολεμήσει στον Ρωσο-Ιαπωνικό πόλεμο, κι αργότερα, άνοιξε ένα σιδεράδικο, όπου επισκεύαζε και ποδήλατα. Πήγαινε στο Τόκυο, αγόραζε παλιά ποδήλατα, τα ανακατασκεύαζε και τα πουλούσε. Ο πρωτότοκός του ο Soichiro είχε γεννηθεί το 1906, κι από μικρό παιδάκι, βοηθούσε τον πατέρα του, βάζοντας τη μουτζούρα από νωρίς στη ζωή του. Αρκετά χιλιόμετρα από το σπίτι του, βρισκόταν ένα αποφλοιωτήριο ρυζιού, κι ο παππούς του μικρού Soichiro τον έπαιρνε στην πλάτη τζιτζίνα ως εκεί. Ο μικρός περνούσε ώρες παρακολουθώντας μια σπάνια για την εποχή βενζινοκίνητη μηχανή που έδινε κίνηση στο μύλο. Tο ’14, ενώ ήταν στη δευτέρα τάξη, είχε την τύχη να δει ένα αεροπλάνο, που το πιλοτάριζε ο Άγγλος Niles Smith. O Soichiro έφτιαξε "γυαλιά" αεροπόρου από χαρτόνι, έβαλε έλικες από μπαμπού στο ποδήλατό του κι επί μήνες τρομοκρατούσε τους ανθρώπους και τις κότες του χωριού με τα γρήγορα περάσματά του. Ο πρώτος κάγκουρας;

Μετά από οχτώ χρόνια στο σχολείο, ο 15χρονος Soichiro μπήκε το 1922 μαθητευόμενος σε ένα συνεργείο αυτοκινήτων στο Τόκυο, μακριά από το σπίτι του, κι έμεινε έκπληκτος από το πόσα αυτοκίνητα κυκλοφορούσαν εκεί. Στο Komyo, το χωριό του κοντά στο Hamamatsu, θα ήταν τυχερός αν έβλεπε ένα το μήνα. Η πρώτη του δουλειά όμως στην ART Shokai (το συνεργείο που λέγαμε), ήταν άσχετη με αυτοκίνητα: έπρεπε κάθε μέρα να κουβαλάει το μούλικο του ιδιοκτήτη στην πλάτη του, και τον είχε πιάσει απελπισία, καθώς έβλεπε το όνειρό του να απομακρύνεται. Μπορεί να μην γινόταν ποτέ μηχανικός αυτοκινήτων. Ήταν δυστυχής και θα τα παράταγε αν δεν ντρεπόταν να αντικρίσει τους γονείς του. Αυτό που τον βοήθησε ήταν ο μεγάλος σεισμός του 1923, που σχεδόν κατέστρεψε την Art Shokai όπως άλλωστε και την γύρω περιοχή, με αποτέλεσμα να φύγουν οι άλλοι εργαζόμενοι πίσω στα σπίτια τους. Έμεινε μόνο ο ιδιοκτήτης, ο Yuzo Sakakibara, ο αρχιμηχανικός και ο Honda, οπότε αναγκαστικά έκανε τα πάντα, κι έμαθε γρήγορα. Επιπλέον, ο Sakakibara ήταν τρελός με τους αγώνες, και συμφώνησε να ξεκινήσει ο μαθητευόμενος Honda την κατασκευή ενός αγωνιστικού αυτοκινήτου, στον ελεύθερό του χρόνο φυσικά, δηλαδή το βράδυ. Κάπου είχαν βρει έναν αεροπορικό κινητήρα Curtis-Wright, V8 8.000 κυβικών και 100 ίππων. Εκτός από τον κινητήρα, ο Honda έφτιαξε τα πάντα μόνος του, ακόμα και τις ακτίνες των ξύλινων τροχών! Το αυτοκίνητο ήταν γρήγορο και κέρδισε απρόσμενα πολλούς αγώνες. Εκτός όμως από τα αυτοκίνητα, του άρεσαν φυσικά και οι μοτοσυκλέτες. Επιβιώνει μια φωτογραφία του 15χρονου Soichiro πάνω σε μια μοτοσυκλέτα με καλάθι, από το 1922 ή το 1923.

 

Στα 21 του, άνοιξε παράρτημα της ART στο Hamamatsu, συνεχίζοντας να κατασκευάζει πρωτότυπα αγωνιστικά αυτοκίνητα – πάντα στον ελεύθερό του χρόνο – που οδηγούσε ο ίδιος στους αγώνες. Εννιά χρόνια αργότερα, το 1936, είχε ένα ατύχημα σε αγώνα, όχι από δικό του λάθος, με αποτέλεσμα να διαλυθεί η αριστερή μεριά του προσώπου του, να βγάλει τον ώμο του και να σπάσει και τους δύο καρπούς του. Είχε προλάβει όμως να βγάλει την μεγαλύτερη μέση ωριαία που είχε επιτευχθεί ποτέ στην Ιαπωνία. Συνήλθε, και το ’37 ξεκίνησε να φτιάχνει ελατήρια πιστονιών, μελετώντας μόνος του μεταλλουργία και χύτευση. Επέκτεινε τις κατασκευαστικές του δραστηριότητες και κατά την διάρκεια του πολέμου, οι εγκαταστάσεις του όμως βομβαρδίστηκαν και ισοπεδώθηκαν από σεισμό το 1945. Πούλησε όμως το στοκ των ελατηρίων και των πιστονιών του στην Toyota, για το ισόποσο των σχεδόν 800.000 δολαρίων σήμερα. Αποφάσισε να περάσει τον επόμενο ένα χρόνο γλεντώντας με τους φίλους του, φτιάχνοντας το δικό του ουίσκι. Και το έκανε. Κι αν σήμερα υπάρχει η Honda όπως την ξέρουμε, αυτό οφείλεται και στην Toyota, και στα τρικούβερτα γλέντια του Soichiro.

To ’46, ξεκίνησε το Τεχνολογικό Ινστιτούτο Ερευνών Honda, τον πρόδρομο της Honda Motor Company, και, μας τα έπρηξες με τον Ηοnda, τι σχέση έχει επιτέλους με την Νίκη της Σαμοθράκης; Όλη αυτή μου η έρευνα για τα χρόνια της ζωής του Soichiro πριν ξεκινήσει να φτιάχνει μοτοσυκλέτες, ξεκίνησε από μία απορία μου: Πως προέκυψε το λογότυπο των μοτοσυκλετών της Honda, το πασίγνωστο "Φτερό"; Θα περίμενε κανείς πως θα ήταν γνωστή η ιστορία ενός από τα πιο γνωστά λογότυπα του κόσμου. Αλλά όχι. Στην βιβλιοθήκη του ΜΟΤΟ έχουμε πολλά βιβλία για την Honda, ακόμα και στα Ιαπωνικά που δεν ξέρουμε να διαβάζουμε. Τίποτα σχετικό δεν γράφεται εκεί. Τυχαία όμως, ψάχνοντας για την ιστορία των τετράχρονων trial της Honda, έπεσα πάνω στο site του Joan Forrellad, το onlytrial.com, που επί δεκαετίες ασχολείται με το θέμα. Εκεί, υπάρχει ένα άρθρο που αναφέρει πως ο Soichiro επέλεξε τον συμβολισμό των φτερών της θεάς Νίκης, και ειδικότερα από την απεικόνισή τους στο περίφημο άγαλμα της Νίκης της Σαμοθράκης, για να δώσει στην νέα του τότε εταιρεία ένα σύμβολο.

Επικοινώνησα με τον Joan για να μάθω από πού βρήκε αυτή την πληροφορία: "Ήταν πολύ δύσκολο, και μου πήρε χρόνια. Ευτυχώς όμως, καθώς έχω πολλούς καλούς φίλους από την Ιαπωνία, αρκετούς που ήταν κοντά στον Soichiro την δεκαετία του ’60 και του ’70, κατάφερα να μάθω αυτά που έγραψα στο άρθρο μου." Δεν είχα τον χρόνο για να "σκαλίσω" στην Ιαπωνία μήπως μάθω κάτι περισσότερο, πριν γράψω αυτό το editorial (θα το κάνω όμως). Άρχισα να σκέφτομαι το πως έφτασε ως τον Soichiro η Nίκη της Σαμοθράκης, αφού όπως είδατε δεν έκανε αυτό που θα λέγαμε κλασικές σπουδές. Και πριν ξεκινήσει την Honda, δεν γνωρίζω να έχει ταξιδέψει εκτός Ιαπωνίας, οπότε κομμάτι δύσκολο να είχε επισκεφθεί το Λούβρο, όπου εκτίθεται από το 1883 η Νίκη της Σαμοθράκης. Στην Ιαπωνία όμως, είναι πολύ γνωστή και αγαπητή η αρχαία Ελλάδα, η ιστορία και η μυθολογία της. Υπάρχει ακόμα και το νησί της ελιάς, κατάφυτο με ελιές, πλήρες με αντίγραφα αρχαίων ναών! Ίσως τελικά ο Soichiro να μην έκανε μόνο πάρτυ τον ένα χρόνο των διακοπών του, αλλά να άνοιξε και κανένα βιβλίο.

Ξέρουμε πως ήταν κάπου ανάμεσα στο 220-185 π.Χ. όταν αφιερώθηκε το άγαλμα της Θεάς Νίκης στο ιερό των Μεγάλων Θεών, των Καβείρων, στην Σαμοθράκη. Φτιάχτηκε από Παριανό μάρμαρο και τοποθετήθηκε στην πλώρη ενός πέτρινου πολεμικού πλοίου από ασβεστόλιθο, μέσα σε μια λιμνούλα. Με τα φτερά της απλωμένα προς τα πίσω, το στήθος προτεταμένο, το λεπτό της φόρεμα με τις δραματικές του πτυχές κολλημένο πάνω της και το κεφάλι της που προφανώς κράταγε ψηλά (λέω προφανώς γιατί δεν έχει βρεθεί ακόμα το κεφάλι), έμοιαζε σαν να είχε μόλις προσνηωθεί στην πλώρη του πλοίου, παροτρύνοντας τον στόλο προς την νίκη. Άγνωστο ποιος ήταν ο γλύπτης, ή ποια ναυμαχία μνημονεύει. Η βάση του, η πλώρη του πλοίου, ήταν από Ροδίτικο μάρμαρο, και παρόμοια αγάλματα σε πλώρες έχουν βρεθεί από την Μικρά Ασία ως την Λιβύη. Η Νίκη της Σαμοθράκης βρέθηκε το 1863 από έναν ερασιτέχνη Γάλλο αρχαιολόγο, τον Charles Champoiseau, που ήταν τότε υποπρόξενος της Γαλλίας στην Αδριανούπολη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έφτασε στο Λούβρο έναν χρόνο μετά.

 

Με το δεδομένο πως ο Soichiro είχε ασχοληθεί πολύ περισσότερο με αυτοκίνητα πριν τον πόλεμο, παρά με μοτοσυκλέτες, μπορεί να είχε ήδη γνωρίσει την Νίκη της Σαμοθράκης από κει, και συγκεκριμένα από τα αυτοκίνητα της Rolls-Royce, μαθαίνοντας αργότερα ποια απεικόνιζε η φτερωτή κυρία πάνω στην τάπα των ψυγείων τους, που κι αυτά ήταν σε στυλ αρχαίων ελληνικών ναών. Το ψυγείο τους μπορείτε να το φανταστείτε σαν την μπροστινή όψη του Παρθενώνα, με την θεά Νίκη στην κορυφή του αετώματος, πράγμα που είναι και αλήθεια, γιατί από κει έχει έρθει και η έμπνευση για την χαρακτηριστική εμφάνιση των Rolls-Royce. Είναι μια ωραία ιστορία, με εστέτ λάτρεις της τέχνης και ερωμένες βαρόνων...

Ανάμεσα σ’ αυτούς που είχαν μαγευτεί από το μεγαλείο και την αίσθηση της κίνησης της Νίκης της Σαμοθράκης, ήταν και ο πρώτος διευθύνων σύμβουλος της Rolls-Royce, ο Claude Goodman Johnson. Mια από τις αγαπημένες του ασχολίες ήταν να επισκέπτεται μουσεία και γκαλερί. Είχε κάνει πολλά ταξίδια στο Παρίσι, περνώντας ατέλειωτες ώρες στο Λούβρο. Έτσι, όταν το 1910 είχε την ιδέα για μια μασκότ που θα κοσμούσε το ψυγείο των Rolls-Royce, ήξερε τι ήθελε: "Θέλω κάτι πανέμορφο," είπε στον γλύπτη Charles Sykes, "πήγαινε στο Λούβρο να ρίξεις μια ματιά στην Νίκη της Σαμοθράκης". Ο Charles το έκανε, αλλά λίγο η καλλιτεχνική του περηφάνια, λίγο το μεγαλείο της Νίκης, δεν του επέτρεψαν να αντιγράψει ακριβώς την θεά. Προτίμησε να της δώσει μια πιο λεπτεπίλεπτη όψη, να την κάνει πιο συλφίδα, κάτι που θεωρούσε πως θα εξέφραζε καλύτερα την χάρη, το αθόρυβο και την ήρεμη δύναμη των αυτοκινήτων της θρυλικής μάρκας. Ο Charles είχε μπει πολλές φορές στις Rolls-Royce του πάτρονά του John Montagu, δεύτερου βαρόνου Montagu του Beaulieu, οπότε είχε άποψη. O βαρόνος, φανατικός των αυτοκινήτων, είχε ξεκινήσει το 1902 το περιοδικό The Car Illustrated, με γραφεία στην πλατεία Piccadilly παρακαλώ. Επίσης, είχε γνωρίσει και την Eleanor Thornton, προσωπική βοηθό του βαρόνου από το ξεκίνημα του περιοδικού και του Automobile Club. H "Τhorn" ή "Τhorny" όπως την φώναζαν οι φίλοι της (τώρα φταίω εγώ που η απόσταση από το Thorny ως το Horny είναι μικρή;), όχι μόνο έγινε το αγαπημένο μοντέλο του γλύπτη Sykes, αλλά και δια βίου ερωμένη του βαρόνου Montagu, εν γνώσει και με την ανοχή της γυναίκας του. Όπως είδα σε φωτογραφίες, το σώμα της Eleanor δεν είχε σχέση με την συλφίδα μασκότ, αλλά ήταν φυσικό ο έμμισθος του βαρόνου γλύπτης να θέλει να την κολακέψει. Όλοι όμως όσοι ήξεραν την Eleanor, αναγνώρισαν το πρόσωπό της στην μασκότ του ψυγείου, την πιο διάσημη στο χώρο του αυτοκινήτου. Στην αρχή είχε ονομαστεί The Spirit of Speed, γρήγορα όμως άλλαξε σε Spirit of Ecstasy, κάτι που θεωρήθηκε πιο ταιριαστό με τον χαρακτήρα της Rolls-Royce. H Εleanor όμως έχει και μια άλλη, τραγική όμως, σύνδεση με τον ελλαδικό χώρο, εκτός από το ότι δάνεισε το πρόσωπό της σε μια μεταλλαγμένη Νίκη της Σαμοθράκης: Το πλοίο SS Persia που την μετέφερε προς την Ινδία, μαζί με τον βαρόνο, τορπιλίστηκε από γερμανικό υποβρύχιο το 1915 ανοιχτά της Κρήτης. Ο Montagu επιβίωσε, η Eleanor όχι.

 

Από το πρώτο-πρώτο λογότυπο της Honda, το 1947, υπάρχει μια αναφορά στα φτερά της Νίκης της Σαμοθράκης. Από το 1949, στο model C, την θέση της κουκλάρας Νίκης έχει πάρει ένας μπρατσαράς, αλλά με τα φτερά και τη στάση του δρομέα που τερματίζει πρώτος. Το 1954, τα πρώτα Benly είχαν δύο φτερά, ενώ από το 1955 καθιερώνεται το άσπρο φτερό με τα αρχικά "ΗΜ" από κάτω του, σε μαύρο φόντο. Μια σημαντική αλλαγή ήρθε το ’73-’74, όταν το φτερό συνδυάστηκε με το όνομα Honda, για να γίνει πιο στυλιζαρισμένο στην έκδοση που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα.

Όταν ο άγνωστος γλύπτης τελείωνε την Νίκη της Σαμοθράκης, πριν από 2200 χρόνια, ούτε που θα μπορούσε να φανταστεί πως θα γινόταν έμπνευση για το πιο διάσημο έμβλημα στο χώρο του αυτοκινήτου αλλά και σήμα κατατεθέν της πιο μεγάλης εταιρείας μοτοσυκλετών, που θα κυνηγούσε και θα κατακτούσε την νίκη σε κάθε κατηγορία αγώνων. Το μόνο που μας μένει είναι να μάθουμε επιτέλους τι ήταν οι Κάβειροι και τα μυστήριά τους...