Editorial 640 - To Bradefer KTM - BAJAJ και στην μέση τα 490…

Από το

motomag

1/3/2023

Ο μεγιστάνας Stefan Pierer, από τους πλέον δραστήριους και πανέξυπνους ανθρώπους της βιομηχανίας μοτοσυκλέτας όπως τον χαρακτήρισε ο Eric De Seynes, CEO της Yamaha Europe (και για εμένα εξίσου έξυπνος και δραστήριος), διαλέγει να συνεργαστεί με τον μεγιστάνα Rahul Bajaj, έναν από τους πιο ικανούς ανθρώπους σε ολόκληρη την Ινδική βιομηχανία. Η συνεργασία δύο μεγιστάνων που είναι εξίσου φιλόδοξοι και ικανοί στους ίδιους ακριβώς τομείς δραστηριοτήτων, ξεκινά πάντα με την ορμή που δημιουργεί αυτή η ταύτιση προσωπικοτήτων και κοινών στόχων και αναπόφευκτα οδηγεί στη σύγκρουση. Διότι η κορυφή δεν έχει χώρο για δύο και όταν έχεις στόχο να την κατακτήσεις θα συμπορευτείς στους πρόποδες με όποιον πηγαίνει προς την ίδια κατεύθυνση αλλά όσο ανεβαίνεις και το πλάτος στενεύει, τόσο κοιτάς να βρεθείς πιο μπροστά από κάθε άλλον δίπλα σου. Κι αν δεν υπάρξει προσπέραση, τότε μοιραία έρχεται η σύγκρουση. Managing director της Bajaj Auto είναι από το 2005 ο Rajiv Bajaj που είναι νεότερος από τον Pierer. Ωστόσο ο Rahul εγγονός το ιδρυτή του τεράστιου αυτού γκρουπ που εκτείνεται σε 40 εταιρείες και σε διαφορετικούς τομείς, όχι μόνο στις μοτοσυκλέτες, παραμένει επικεφαλής και επιβλέπει τα πάντα. Rahul και Stefan έχουν πολλές ομοιότητες και αντίστοιχο πεδίο δράσης στον χρηματιστηριακό τομέα όπου ο Pierer θεωρείται αυθεντία από μία μικρή μερίδα ανθρώπων που έχει δει το έργο του εκεί, με το ευρύτερο κοινό να τον γνωρίζει μονάχα μέσα από την πορεία του στην KTM, ενίοτε και από τις καυστικές του δηλώσεις στον Τύπο. Για μία από αυτές ο λόγος, απλά πρέπει να περιγράψουμε πρώτα το πεδίο της μάχης. Ο Rahul ανέλαβε την Bajaj το 1994 όταν απεβίωσε ο θείος του, Ramkrishna που είχε πάρει τα σκήπτρα της εταιρείας από τον πατέρα του Rahul, τον Kamalnayan. Εκείνος ήταν που έβαλε την Bajaj στα σκούτερ την ταραχώδη εποχή πριν τελειώσει ο ΒΠΠ έχοντας αναλάβει την εταιρεία από τον πατέρα του, τον πρώτο της δυναστείας ονόματι Jamnalal και μαθητή μάλιστα του Mahatma Gandhi. Για αυτό και η Bajaj πορεύτηκε με τις αρχές του Γκαντισμού. Ο Rahul αναλαμβάνει το 1994 τα ηνία της Bajaj, ο Pierer διανύει εκείνη την στιγμή την δεύτερη χρονιά στο τιμόνι της KTM και χρόνια αργότερα οι δύο αυτοί μεγιστάνες θα συνεργαστούν στενά. Ο Rahul απεβίωσε ακριβώς πριν από ένα χρόνο σε ηλικία 83 ετών και μπορεί το τεράστιο αυτό γκρουπ να ήταν ήδη πολύ μεγάλο για έναν άνθρωπο και να διοικούταν ήδη από μέλη της οικογένειας, αλλά μέχρι και την τελευταία στιγμή είχε λόγο σε κάθε σημαντική απόφαση.

Στην τελευταία μου επίσκεψη στα κεντρικά γραφεία της KTM AG στο Mattighofen, ένα υψηλόβαθμο στέλεχος που σπάνια εμφανίζεται στις δημοσιογραφικές αποστολές και αγαπά πολύ την Ελλάδα την οποία επισκέπτεται οικογενειακώς για διακοπές, μου λέει χαρακτηριστικά πως σε μία κρίσιμη καμπή της πορτοκαλί πορείας η επιτυχία των μονοκύλινδρων που κατασκευάζει η Bajaj τους ανέκοψε από μία κατηφορική βουτιά. Έχουν φυσικά οριστικά γλιτώσει καταφέρνοντας να γίνουν ο μεγαλύτερος Ευρωπαίος κατασκευαστής. Δεν είναι άλλωστε μυστικό πως τα 200, 250 και κυρίως τα 390 έδωσαν στην KTM μία τεράστια ώθηση τόσο στην τεράστια αγορά της Ινδίας, όσο και στην Ευρωπαϊκή. Ο Rajiv Bajaj, στρατηγικός εταίρος της KTM με 48% χαιρετά την απόκτηση της Husqvarna και όλα δείχνουν πως αυτή η συνεργασία έχει γίνει ένας γάμος αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Για αυτό και δεν υπάρχει κανένας ντόρος, όταν ένα χρόνο πριν από όλα αυτά, ο Pierer ξεκινά συνεργασία με την CFMOTO θεμελιώνοντας εργοστάσιο στην Κίνα. Παράλληλα η Bajaj ανακοινώνει την έναρξη συνεργασίας με την Triumph, αυτό είναι πιο ανησυχητικό καθώς η συνεργασία αφορά τις αγορές που ήδη εμπλέκεται η KTM και όχι ένα νέο πεδίο όπως η Κίνα. Περνά όμως πιο ήπια, πρώτα γιατί δεν υπάρχει δεδομένο πλάνο συνεργασίας και έπειτα γιατί δεν έχει οριστικοποιηθεί ο ορίζοντας της εκκίνησης της. Ταυτόχρονα η πλευρά της Αυστρίας εξηγεί πως στόχος είναι η αγορά της Κίνας και εταίρος σε αυτό μία εταιρεία με λαμπρό μέλλον εκεί, διαλύοντας και το παραμικρό συννεφάκι στο γάμο με την Bajaj. Παράλληλα με τα παραπάνω ο Pierer παραχωρεί συνέντευξη στον Alan Cathcart ρίχνοντας την βόμβα πως έχει ξεκινήσει η δημιουργία μίας ολόκληρης σειράς δικύλινδρων μοντέλων 490 στην Ινδία! Κυλά ο χρόνος χωρίς να βλέπουμε τέτοια μοντέλα και φτάνουμε στο 2020 όπου σε νέα συνέντευξη και με ξεκάθαρη ερώτηση αν έχει εγκαταλείψει το πλάνο των 490, ο Pierer ρίχνει την βόμβα πως το R&D στο Pune της Ινδίας όπου βρίσκεται και το εργοστάσιο της Bajaj έχει δουλέψει σκληρά και έχουν το πλάνο ανάπτυξης έτοιμο, αλλά ενδέχεται η παραγωγή του να φύγει και να πάει στην CFMOTO αναβαθμίζοντας τον ρόλο της, ως στρατηγικό εταίρο. Τα τηλέφωνα στην Αυστρία αρχίζουν να χτυπάνε αμέσως μόλις ο Cathcart μεταδίδει τα λόγια του Pierer πρώτα από τους αντιπροσώπους που ρωτάνε να μάθουν πότε έρχονται τα μοντέλα και έπειτα από τα ίδια τα στελέχη της KTM που δεν γνωρίζουν τίποτα για το σχέδιο αυτό. Είναι η πρώτη ένδειξη προς τα έξω πως υπάρχουν σύννεφα στις σχέσεις των δύο μεγιστάνων. Στην πορεία των γεγονότων η Bajaj ενισχύει τους δεσμούς με την Triumph και αμέσως μετά η Triumph ανακοινώνει το πλάνο της να μπει στην αγορά Motocross και Enduro, εκεί δηλαδή που κατεξοχήν δραστηριοποιείται η KTM! Τα 490 κάνουν την εμφάνισή τους σε συνέδριο μετόχων του Pierer Group όπου εργοστάσιο κατασκευής αναφέρεται η Bajaj και στην πορεία ο Rahul εγκαταλείπει τον μάταιο τούτο κόσμο. Πριν από λίγες ημέρες ο Pierer εξηγεί πως η πλατφόρμα 490 εγκαταλείφθηκε για πάντα και θα στραφεί σε μία νέα που θα αναπτύξει η CFMOTO. Αυτό σημαίνει πως μπήκαμε σε μία νέα δυναμική ισορροπία και όχι οριστική ρήξη στις σχέσεις τους και πως φυσικά 490 καλά κάναμε και περιμέναμε, αλλά δεν θα τα δούμε ποτέ. Οι δύο τους θα συνεχίσουν από κοινού για όσο χρειαστεί, αλλά από άλλο δρόμο προς την κορυφή, κι όποιος φτάσει πρώτος…

editorial τ.530 - αξίζουν και τώρα!

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/12/2013

Ένα από τα άσχημα των εποχών με αφθονία χρήματος ήταν πως έκαναν τις μοτοσυκλέτες να μοιάζουν αναλώσιμες. Όταν υπάρχει η δυνατότητα συχνών αλλαγών, και πολλοί δεν το σκέφτονταν δεύτερη φορά πριν πουλήσουν τη μια κι αγοράσουν την άλλη, μια παρενέργεια είναι πως μειώνεται ο χρόνος ενασχόλησης με την ίδια την μοτοσυκλέτα. Κι όταν δεν της βάζεις χέρι, όταν δεν την γνωρίζεις λίγο πιο βαθιά, όταν μόνο το συνεργείο ασχολείται μαζί της, τότε χάνεις πολλά από την σχέση σου μαζί της. Λόγω της ίδιας ευκολίας στην απόκτηση καινούργιας, στα παλιότερα μοντέλα κανείς δεν έδινε σημασία, κι ειδικά σ' αυτά που δεν ήταν τόσο παλιά ή σπάνια ώστε να θεωρούνται κλασικά, ειδικά σ' αυτά που δεν είχαν αξία χρηματική παρά μόνο συναισθηματική. Πολλές τέτοιες μοτοσυκλέτες βρίσκονται παρατημένες σε αυλές, αποθήκες και υπόγεια, μοτοσυκλέτες που τόσα είχαμε ζήσει μαζί τους αλλά κάποια στιγμή παροπλίστηκαν και ξεχάστηκαν. Ξανασκεφτείτε το, γιατί αυτές οι μοτοσυκλέτες αξίζουν και τώρα.

Η κατηγορία αυτή των Μοτοσυκλετών Συναισθηματικής Αξίας ξεφεύγει από τις συνήθεις κλασικές, κι όχι μόνο λόγω ηλικίας. Υπάρχει μια τεράστια διαφορά: Αυτές οι μοτοσυκλέτες έχουν αξία ειδικά και αποκλειστικά για τον ιδιοκτήτη τους, σε αντίθεση με τις κοινώς και παγκοσμίως αποδεκτές "ιστορικές". Ένα ταπεινό XL185S δεν έχει την χρηματική αξία ή την αίγλη ενός RC30, αλλά για αυτόν που το έχει στην καρδιά του λέει πολλά, ενώ το superbike μπορεί να το θαυμάζεις, αλλά να είναι συναισθηματικά αδιάφορο. Μπορεί την μοτοσυκλέτα να την είχες μικρός ή να την έχεις ακόμα κάπου παρατημένη, μπορεί να την θυμάσαι να περνάει κι εσύ να χάσκεις με το στόμα ανοιχτό, μπορεί να την είχε ο πατέρας σου και πάνω της να έκανες την πρώτη σου βόλτα. Μπορεί να ήταν μια φωτογραφία μόνο που κάποτε είχες δει σ' ένα περιοδικό, μπορεί να μην είχες καμιά παλιότερη επαφή μαζί της αλλά για τους δικούς σου μοναδικούς λόγους να έφαγες την φλασιά: "Θέλω να ζήσω πράγματα μαζί της". Και να ξεκινήσεις για ένα μοναδικό ταξίδι, που θα σε ανταμείψει πλούσια πριν καν πάρει μπρος ο κινητήρας και διανύσεις τα πρώτα μέτρα. Το πιο ενθαρρυντικό απ' όλα δεν είναι πως κάποιοι παλιοί μοτοσυκλετιστές βγάζουν ξανά στο δρόμο τις παλιές τους αγάπες, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Πολλοί νέοι αποφασίζουν να ασχοληθούν για πρώτη φορά με την μοτοσυκλέτα κι αντί να κλαίγονται που δεν έχουν χρήματα να αγοράσουν το τελευταίο σούπερ ουάου μοντέλο, μαζεύουν ένα παλιό μηδαμινής ή μηδενικής αξίας και το ξαναβγάζουν σε κυκλοφορία, με πολλή προσωπική ενασχόληση. Κι ίσως να μην υπάρχει καλύτερος τρόπος για να αρχίσει κάποιος το ταξίδι του στον κόσμο της μοτοσυκλέτας. Για σκεφτείτε το: Πριν καν την οδηγήσει, θα την έχει λύσει, επισκευάσει, συντηρήσει και ξαναδέσει, χτίζοντας μια μοναδική σχέση μαζί της. Και στην εποχή της ηλεκτρονικής "κοινωνικότητας", όταν οι άλλοι είναι σκυμμένοι στα έξυπνα κινητά τους και θεωρούν πως "επικοινωνούν", υπάρχουν παρέες που πραγματικά ζουν και επικοινωνούν μέσω κοινών δράσεων, που μαθαίνουν και διασκεδάζουν ξαναδίνοντας ζωή σε μια μοτοσυκλέτα, ξοδεύοντας λιγότερα χρήματα από το κόστος ενός καλού laptop.

Στην πορεία, ξαναζωντανεύουν τέχνες και τεχνικές που κινδυνεύουν να χαθούν, σώζονται γνώσεις και ανασύρονται πατέντες, εφευρίσκονται νέες και οι παρέες περνάνε καλά πριν ακόμα την πρώτη τους βόλτα. Το ευτύχημα είναι πως όλες αυτές οι συναισθηματικής αξίας μοτοσυκλέτες δεν χρειάζονται εξειδικευμένο εξοπλισμό για την συντήρηση και την ρύθμισή τους, καθώς τα ηλεκτρονικά τους λάμπουν δια της απουσίας τους, και τα διαγνωστικά ήταν άγνωστη λέξη όταν φτιάχτηκαν. Με βασικά εργαλεία και όρεξη μπορούν να γίνουν οι περισσότερες δουλειές, χωρίς να είναι απαραίτητα τα Τρία Χι της αναπαλαίωσης κλασικών μοτοσυκλετών: Χρήμα, Χρόνος, Χώρος. Ένας χώρος κάπου θα βρεθεί, χρόνος επίσης, ενώ το χρήμα είναι ελάχιστο, ειδικά όταν δεν σε απασχολεί η αυθεντικότητα και ξεφύγεις από το "100% original". Έτσι, ξεφεύγεις και από τα νύχια του αετονύχη που σε περιμένει με ακονισμένο το ξυράφι για να σου πουλήσει το καρασπάνιο original παπαράκι που θεωρεί πως αξίζει το βάρος του σε χρυσό. Κι έχει μεγαλύτερη αξία να καταφέρεις να σώσεις εξαρτήματα, παρά να έχεις φουσκωτό πορτοφόλι και να τα πάρεις όλα καινούργια. Πως ξανανιώνει ένα πλαστικό; Πως θα μπαλώσεις το σκουριασμένο φτερό χωρίς να φαίνεται; Πως θα ξεσκουριάσεις ζάντες και ακτίνες; Πως θα ξεβάψεις το πλαίσιο; Που θα βρεις "βαρελάκια" για να αλλάξεις συρματόσχοινα στις ντίζες; Πως θα καθαρίσεις το καρμπυρατέρ; Τις βίδες; Πως βγαίνουν τα ρουλεμάν των τροχών; Κι αυτά είναι λίγα μόνο από τα χιλιάδες ερωτήματα που θα δημιουργηθούν στην πορεία μιας ανακατασκευής, και που θα οδηγήσουν σε αντίστοιχες απαντήσεις και γνώση.

Φυσικά, κάποια στιγμή μπορεί να χρειαστούν αυθεντικά ανταλλακτικά, γιατί αυτά θέλεις, κι όχι κάποια πατέντα. Μέχρι στιγμής, υπήρχε μόνο μία εταιρεία που ενεργά στηρίζει με ανταλλακτικά παλιά (πολύ παλιά...) μοντέλα, κι αυτή είναι η BMW, που έχει κατάλογο με τα ανταλλακτικά των κλασικών της. Πρόσφατα όμως, η Suzuki στην Αγγλία ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα παλαιών ανταλλακτικών, που θα διατίθενται online για δημοφιλή μοντέλα του παρελθόντος. Η αρχή γίνεται με το πρώτο RGV250Γ, για το οποίο μπορεί κανείς να βρει εκτός από ανταλλακτικά, service και parts manual, όπως και προσπέκτους (τα manual είναι δωρεάν και μπορεί να τα κατεβάσει οποιοσδήποτε). Κάθε τρίμηνο θα ακολουθεί ένα ακόμα μοντέλο, όπως τα πρώτα GSX-R, το δίχρονο υγρόψυκτο 750 (ο "βραστήρας"), το GS1000S, η μεγάλη Katana 1100, το 250 Χ7 και άλλα. Ενστικτωδώς, έχουμε σε μεγαλύτερη εκτίμηση κάθε εταιρεία που σέβεται το παρελθόν της, και δεν το έχει ξεχάσει κοιτάζοντας μόνο το σήμερα. Ακόμα κι αν δεν υπάρχουν σε στοκ τα ανταλλακτικά (η Suzuki δεν διευκρινίζει αν θα ξαναφτιαχτούν ανταλλακτικά για αυτά τα μοντέλα ή θα διατίθεται το στοκ μέχρι να εξαντληθεί, αν και είναι λίγο απίθανο να έχουν πλήρες στοκ για GT750 και GS1000S, οπότε μάλλον θα τα ξαναφτιάξουν...) κάθε εταιρεία θα μπορούσε να έχει σε ειδικό site τα service manual και τους καταλόγους των ανταλλακτικών για τα προ εικοσαετίας μοντέλα της, βοηθώντας την ίδια της την ιστορία να παραμείνει ζωντανή και εμπνέοντας τους αναβάτες να μείνουν "πιστοί" στην μάρκα. Έτσι κι αλλιώς, μοτοσυκλέτες τέτοιας ηλικίας σπάνια περνούν την πόρτα εξουσιοδοτημένων συνεργείων, οπότε δεν πρόκειται να χάσουν χρήματα, και οι κατάλογοι των ανταλλακτικών μπορούν να χρησιμεύσουν και για παραγγελίες αλλά και για τις πολύ συχνές απορίες του στυλ "τώρα που στο διάολο έμπαινε αυτή η ροδέλα...". Ανοίγεις το parts list και βλέπεις άμεσα που πάει κάθε παπαράκι και κάθε καυλιτζέκι, γιατί πάντα είναι αυτά τα αγνώστου προορισμού και θέσεως εξαρτήματα που κάτι σου θυμίζουν, αλλά που με τίποτα δεν θυμάσαι που ακριβώς πάνε.

Αυτή η τάση, της αναγέννησης των Μοτοσυκλετών Συναισθηματικής Αξίας που Αξίζουν και Τώρα (ακριβώς γιατί έχουν συναισθηματική αξία!), συνδυάζεται ιδανικά και με το customizing. Ας ξεχάσουμε όμως καλύτερα την εποχή που custom σήμαινε "ψευτοτσόπερ", μοτοσυκλέτα δηλαδή μαζικής παραγωγής που αντλούσε το στυλ της από τις πραγματικά custom κατασκευές της αμερικάνικης δύσης, που σήμερα λέγεται cruiser. Περιφραστικά, θα μπορούσαμε να περιγράψουμε το customizing ως την διαδικασία με την οποία μετατρέπεται εμφανισιακά και λειτουργικά μια μοτοσυκλέτα έτσι ώστε να ταιριάζει με τα γούστα του ιδιοκτήτη της. Και τα café racer τέτοια είναι, και τα street trackers, και τα scrambler style και τόσα άλλα που δεν έχουν όνομα αλλά τους δίνει υπόσταση η φαντασία και η εργασία του κατασκευαστή τους. Ακόμα και ένα rat bike, custom είναι, φτιάχτηκε "επί τούτου". To customizing (και παρακαλώ τον Λύκο ως προφέσορα της Αγγλικής να εφεύρει τον ελληνικό όρο) αφορά όλες τις μοτοσυκλέτες, από τις πιο μικρές και φτηνές ως τις πιο μεγάλες και ακριβές. Όλοι μας λίγο πολύ κάτι κάνουμε στις μοτοσυκλέτες μας, κάποια πινελιά δική μας προσθέτουμε, είναι όμως οι πιο εκτεταμένες επεμβάσεις που μπορούν να βγάλουν αριστουργήματα ή εκτρώματα. Αν γουστάρετε για παράδειγμα ιταλικά V2, ρίξτε μια ματιά στην Radical Ducati που φτιάχνει κάτι αριστουργήματα με σαφείς αναφορές στο παρελθόν. Ή δείτε το στυλ των Deus και των Wrenchmonkees, που έχει επηρεάσει δεκάδες άλλους επαγγελματίες καστομάδες. Κάπου εκεί συναντιέται η μοτοσυκλέτα με την τέχνη, κάπου εκεί είναι και η ευκαιρία του κάθε ερασιτέχνη να δημιουργήσει. Θέλει και λίγο προσοχή βέβαια, γιατί σε τέτοιες περιπτώσεις όλοι οι φίλοι και γνωστοί θεωρούν υποχρέωσή τους να σου δηλώσουν "έτσι θα το κάνεις!", για κάτι που οι ίδιοι δεν έχουν κάνει ποτέ. Καθώς η μοτοσυκλέτα είναι προσωπική υπόθεση, και μια custom μοτοσυκλέτα ακόμη περισσότερο, μπορείτε να θυμίσετε στους φίλους σας πως η καμήλα είναι άλογο που το έφτιαξε επιτροπή. Και στην ουσία, κάθε αναγέννηση μοτοσυκλέτας που θα την κάνει να ξεφύγει από την αυθεντική της μορφή, είναι customizing. To ενθαρρυντικό είναι πως με αυτή την διαδικασία, μοτοσυκλέτες που ποτέ δεν διεκδικούσαν βραβείο ομορφιάς, μπορούν να μετατραπούν σε κάτι αξιόλογο, συνήθως με την διαδικασία της αφαίρεσης, με στόχο μια πιο μίνιμαλ αισθητική. Ποιός θα περίμενε πως ένα Suzuki LS650 Savage μπορεί να μετατραπεί σχετικά εύκολα σε dirt tracker ή café racer; Κι όμως, λίγο φαντασία θέλει, να μπορείς να βιδώνεις και να ξεβιδώνεις βίδες, κι άντε, να βοηθήσουν και μερικοί φίλοι. Ακόμα και ασχημόπαπα σαν κάτι Yamaha SR250 και περίεργα σαν τον Χαρούμενο Χοντρούλη TW200, μπορούν να γίνουν "κουλά" μηχανάκια, μοναδικά σαν αυτόν που θα τα φτιάξει.

Μέσα από μια τέτοια διαδικασία, μπαίνεις λίγο και στα παπούτσια των κατασκευαστών, και αν εσύ δυσκολεύεσαι να αποφασίσεις πως θες να κάνεις την δική σου, την προσωπική σου μοτοσυκλέτα, καταλαβαίνεις τι μπελά έχουν στο κεφάλι τους όσοι σχεδιάζουν μια μοτοσυκλέτα που προορίζεται για να αρέσει σε όλο τον πλανήτη. Μια άλλη πτυχή του customizing είναι πως σε πολλές περιπτώσεις οι μοτοσυκλέτες γίνονται λειτουργικά χειρότερες, στο όνομα της εμφάνισης: Σέλες υποτυπώδεις, αναρτήσεις με μικρότερες διαδρομές, ο απολύτως ελάχιστος εξοπλισμός, μικρότερα ρεζερβουάρ, λάστιχα τετράγωνα... Κι όμως, αυτές οι "ελλείψεις" τελικά καταλήγουν να ενισχύουν την εμπειρία, και όχι να την μειώνουν. Μια custom μοτοσυκλέτα μπορεί και να πηγαίνει, να στρίβει, να φρενάρει χειρότερα, αλλά η εμπειρία της οδήγησής της να είναι ανώτερη της καλύτερης λειτουργικά αρχικής της μορφής. Να και κάτι άλλο λοιπόν που ενισχύει το γόητρο των custom μοτοσυκλετών: Η απόλαυση που παίρνεις από την οδήγησή τους είναι ανεξάρτητη από μετρήσιμα μεγέθη επιδόσεων, ή τεχνικά χαρακτηριστικά που θα έδιναν την νίκη σε μια λεκτική μάχη της καφετέριας.

Μου φαίνεται πως η επιστροφή σε μοτοσυκλέτες που για τον καθένα μας αξίζουν και τώρα, και που έχουν επιλεγεί με συναισθηματικά και όχι ορθολογιστικά κριτήρια, δεν είναι παρά μια έστω και ασυνείδητη επιστροφή στις αρχικές αξίες της μοτοσυκλέτας, τότε που ένας κινητήρας, ένα πλαίσιο, ένα ρεζερβουάρ και δύο ρόδες ήταν αρκετές για να νιώσεις μοναδικές συγκινήσεις, ή για να κάνεις το γύρο του κόσμου. Οι αυτοκινητάδες το έχουν χάσει αυτό το παιχνίδι. Πως να κάτσεις να κάνεις ένα σύγχρονο αυτοκίνητο απλό και ελαφρύ σαν ένα 2CV; Δεν γίνεται. Μια μοτοσυκλέτα όμως...