Editorial 634

x
Από το

motomag

1/9/2022

Τις ημέρες που θα κυκλοφορεί αυτό το τεύχος θα σβήσουν τα αγωνιστικά φώτα για ακόμη έναν αναβάτη, ο Andrea Dovizioso αφήνει την αγωνιστική καριέρα στα MotoGP προχωρώντας στο επόμενό του βήμα. Μακάρι βέβαια αυτή την ευκαιρία του επόμενου βήματος να την είχαν τόσο ο Nicky Hayden, όσο και ο Marco Simoncelli με τον δεύτερο ειδικά να μην έχει προλάβει να ολοκληρωθεί αγωνιστικά στον βαθμό που το κατάφερε ο Hayden κερδίζοντας έναν τίτλο. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που μέσα από αυτή τη θέση κατάφερα να συναναστραφώ και με τους δύο και να γνωρίσω τι άνθρωποι ήταν, επιβεβαιώνοντας για μία ακόμη φορά πως ο αγωνιστικός κόσμος της μοτοσυκλέτας δεν έχει κλειδαρότρυπα αλλά κανονικό παράθυρο χωρίς κουρτίνες και πολύ λιγότερα από αυτό που πιστεύουμε μένουν στο σκοτάδι για πάντα. Όσες φορές επίσης μίλησα με τον Andrea Dovizioso το ίδιο κατάλαβα, πως για ορισμένους αναβάτες το ζήτημα της ψυχολογίας στηρίζεται περισσότερο στην ομάδα, ενώ σε άλλους είναι περισσότερο εσωτερικό θέμα -και δίχως ψυχολογία δεν γίνεται να γυρίσεις γρήγορα. Οπότε ο Andrea Dovizioso καλά κάνει και φεύγει νωρίτερα, αφήνοντας την τρέχουσα σεζόν καθώς ανήκει στην πρώτη κατηγορία και δεν γίνεται να γυρίσει τώρα τον διακόπτη στην εσωτερική αναζήτηση και να βρει το σθένος να συνεχίσει. Με την αποχώρηση του Dovizioso, ο Aleix Espargargo θα είναι ο μεγαλύτερος σε ηλικία αγωνιζόμενος της μεγάλης κατηγορίας του MotoGP σε ενεργό δράση, και όπως μόνο στον κόσμο των MotoGP μπορεί να συμβεί, αυτή είναι και η καλύτερή του χρονιά, ενώ όπως και ο Rossi ανήκει στους αγωνιζόμενους της δεύτερης κατηγορίας.

Ωστόσο θα σταθώ σε ένα άλλο κομμάτι για μία από τις πιο δυνατές περιόδους των MotoGP μέχρι αυτή τη στιγμή, που καμία σχέση δεν έχει να κάνει με τους αγωνιζόμενους. Αντίστοιχα καλοί υπήρχαν πάντα μην μπερδεύεστε. Εκείνο που άλλαξε δραματικά αυτή τη δεκαετία, είναι ο τρόπος που βλέπουμε αγώνες, τα κοινωνικά δίκτυα και η αμεσότητα με την οποία αγκαλιάζουμε τους νικητές και ζούμε την νίκη τους. Ο Rossi ήταν ικανός αλλά ταυτόχρονα και τυχερός που πέτυχε την κορυφαία κατηγορία σε αυτή την περίοδο και όχι σε μία προγενέστερη που οι θεατές των αγώνων έκαναν λιγότερο ντόρο. Λιγότερες φωτογραφίες ανέβαζαν από εκεί που πήγαιναν, λιγότερο φωτογραφίζονταν με τους «Θεούς τους», λιγότερα μάτια έβλεπαν τις φάτσες τους. Οι -περισσότερες- μανάδες των οπαδών των MotoGP, έμαθαν τους αγωνιζόμενους όταν πλέον ο γιόκας τους τους έκλεβε την ώρα στην κοινή τηλεόραση για να παρακολουθήσει τον αγώνα και αργότερα έκλεβε την μετάδοση από κάποιο πειρατικό κανάλι, ποστάριζε τις φωτογραφίες και έγραφε τα ονόματά τους.

Ένας αναβάτης διέγνωσε σωστά την εποχή του και -επειδή μπορούσε- πάτησε σε αυτό και ανέβασε κατακόρυφα την δημοφιλία του και μαζί την δημοτικότητα ολόκληρου του αθλήματος. Σε μία εκ βαθέων συζήτηση με τον Freddie Spencer, τον Fast Freddie, ο άλλοτε καλύτερος αναβάτης των ημερών του και δημοφιλής στον μέγιστο βαθμό που εκείνη η εποχή μπορούσε να προσφέρει, μου εξηγούσε πως ορισμένοι από τους πρωταθλητές που μετά τα MotoGP δεν θα χρειαστεί να δουλέψουν θα πρέπει να ευχαριστούν τον Rossi για αυτό. Προσέξτε, αυτά είναι λόγια του Fast Freddie όχι δικά μου, παρότι τα ασπάζομαι πλήρως μετά την συζήτηση που είχα μαζί του, λίγο πριν εκδώσει το βιβλίο με τις μαύρες αποκαλύψεις για την ζωή του και ενώ ετοιμαζόταν για τα χειμερινά τουρ που κάνει για να συμπληρώσει το εισόδημά του! Πριν γίνει και μέλος της επιτροπής κριτών και βρει τρόπο να αποκατασταθεί επαγγελματικά, σε αυτή την ηλικία, κερδίζοντας ταυτόχρονα και πολλούς εχθρούς από εκεί που είχε μόνο φίλους. Μου έλεγε χαρακτηριστικά πως ο Lorenzo ασχολείται τώρα με το real estate και έχει ακριβά αυτοκίνητα γιατί κάποιος κατάφερε να διαπραγματευτεί απίστευτα υψηλά συμβόλαια αμοιβής, συμπαρασύροντας και των υπολοίπων. Ο Casey Stoner μπορούσε, λέει ο Freddie, να επιλέξει να φύγει γιατί κατάφερε να επιστρέψει πίσω στην οικογένειά του τις τεράστιες θυσίες που έκαναν για να φτάσει ο ίδιος να γίνει Πρωταθλητής. Σε μία άλλη περίοδο θα τους επέστρεφε πίσω τα κύπελλα και όλοι μαζί θα έψαχναν μετά να βρουν δουλειά, όχι ποιο κτήμα θα αγοράσουν για να ζήσουν ευτυχισμένοι. Τον ρώτησα αν έβγαζε εκείνη την στιγμή κάποια πίκρα ή μιλά με θαυμασμό και μου εξήγησε πως θα ήταν ζήτημα πίκρας αν υπήρχε κάτι που μπορούσε να κάνει, όμως όχι. Ήταν απλά η εποχή, η απαρχή των κοινωνικών δικτύων, η ευκολία ταξιδιών και ένα σωρό άλλοι παράγοντες που συνετέλεσαν στην τρομακτική άνοδο του αθλήματος. Δεν ήταν μόνο οι αναβάτες. Για αυτό και τα πράγματα θα συνεχίσουν να πηγαίνουν μπροστά, διότι οι θεσμοί προσαρμόζονται και ακολουθούν την εποχή, γιατί τα MotoGP έχουν τώρα κάμερες 2.500 frame για να σου δίνουν το καλύτερο πλάνο. Το μόνο που αλλάζει είναι η διάθεση των παλαιότερων οπαδών να μαθαίνουν καινούρια πρόσωπα μεγαλώνοντας. Παθαίνουν το ίδιο με τις μοτοσυκλέτες, σε αρκετούς ανθρώπους το πάθος ξεφτίζει αλλά το πρόβλημα είναι πως δεν το καταλαβαίνουν ή απλά είναι το τελευταίο που θέλουν να παραδεχτούν. Ξεχνούν πως μία νέα γενιά έρχεται που θα έχει τους δικούς της ήρωες στους αγώνες, θα ακούει την δική της μουσική, θα αναγνωρίζει διαφορετικούς ηθοποιούς και θα οδηγεί διαφορετικές μοτοσυκλέτες, γενικό είναι το πράγμα. Κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει αυτή την στιγμή πώς θα είναι, καλύτερο ή χειρότερο. Περιμένουμε να το δούμε με την ίδια όρεξη για το μέλλον και σιγά-σιγά σκιαγραφούμε και την πιθανότερη εκδοχή του…

Στη "σχολή" του 2010 και ανά γραμμή ξεκινώντας από κάτω, βλέπουμε τους:

Nicky Hayden, Casey Stoner, Jorge Lorenzo, Valentino Rossi, Dani Pedrosa, Andrea Dovizioso.

Alvaro Bautista, Loris Capirossi, Colin Edwards, Ben Spies, Hiroshi Aoyama.

Mika Kallio, Aleix Espargaró, Marco Simoncelli, Marco Melandri, Randy De Puniet, Hector Barbera και με εξαίρεση τις δύο μεγάλες απώλειες είναι όλοι τους επαγγελματικά αποκατεστημένοι, κάποιοι δεν χρειάζεται και να ξανά δουλέψουν σε αντίθεση με τις προηγούμενες γενιές που στα όρια της σύνταξης αναρωτιούνται τι άλλο μπορούν να κάνουν για να συμπληρώσουν εισόδημα…

editorial 532 - χωρίς μοτοσυκλέτα

Από το

Μαύρο Σκύλο

7/3/2014

Πως λέμε "Χωρίς οικογένεια", του Έκτορος Μαλό; Τρεις βδομάδες τώρα χωρίς μοτοσυκλέτα, λόγω γόνατου, κι έχω πάθει στέρηση. Μου λείπει ακόμα κι η καθημερινή μετακίνηση σπίτι-γραφείο, που εξ ορισμού είναι ό,τι πιο επικίνδυνο, βαρετό και ανούσιο. Αναγκαστικά μετακινούμαι με αυτοκίνητο, το κάθισμα τέρμα πίσω τραβηγμένο, το πόδι κάγκελο τεντωμένο, κλέβω λίγο κιόλας και χαλαρώνω τον κάτω ιμάντα του νάρθηκα για να μπορεί να λυγίζει λίγο το πόδι και να δουλεύω γκάζι-φρένο.

Καθώς με το αυτοκίνητο περνάω περισσότερο χρόνο ακίνητος, μπορώ να παρατηρώ ακόμα καλύτερα όσα συμβαίνουν γύρω μου στους δρόμους, κι απορώ ακόμα περισσότερο: Πως καταφέρνουμε κι επιβιώνουμε; Όσοι κινούμαστε με μοτοσυκλέτα αποδεικνύουμε πως όντως, γίνονται θαύματα. Μ' αυτά που βλέπεις στους δρόμους θα πίστευες πως μέσα σε μια βδομάδα δεν θα υπήρχε όρθιος μοτοσυκλετιστής ούτε για δείγμα. Κι όμως, φαίνεται πως είμαστε σαν τις κατσαρίδες, δεν εξηγείται αλλιώς.

Κινούμαι σε δρόμο διπλής κυκλοφορίας, χωρίς νησίδα, και μπροστά μου ακόμη ένας με μια "κούρσα" έχει βγάλει φλας για να στρίψει αριστερά στην ίδια κάθετο που θέλω να στρίψω κι εγώ. Η είσοδος όμως της καθέτου είναι μισόκλειστη από έργα του ΟΤΕ, έχουν σκάψει κι έχουν βάλει τα πάντα: Πλέγματα πορτοκαλιά στηριγμένα σε μπετόβεργες (all time safety classic η μπετόβεργα), σήματα "υποχρεωτική πορεία δεξιά", κορδέλες ασπροκόκκινες και φαναράκι που αναβοσβήνει. Τι άλλο να βάλουν; Το μόνο που χρειαζόταν να κάνει όποιος ήθελε να μπει στην κάθετο ήταν να πάρει λίγο πιο ανοιχτά την στροφή, αποφεύγοντας το εμπόδιο. Και τι κάνει ο τύπος; Το προφανές. Παίρνει φόρα και πέφτει πάνω σε όλα αυτά, σαν να μην υπήρχαν. Περνώντας δίπλα του, είδα την φάτσα του πανικόβλητη, έκπληκτη, λες και πλέγματα και ταμπέλες και φαναράκια πετάχτηκαν ξαφνικά μπροστά του. Ήθελα να σταματήσω και να τον βρίσω, να του πω πως είναι ηλίθιος και επικίνδυνος. Και γιατί; Γιατί φαντάστηκα πως θα μπορούσα κάλλιστα να οδηγώ μοτοσυκλέτα, και να τον συναντήσω στον δρόμο μου, και να πέσει πάνω μου έτσι όπως έπεσε και στην σήμανση των έργων. Είμαι σίγουρος πως θα είχε την ίδια δικαιολογία: Δεν σε είδα, δεν τα είδα.

Αυτό τώρα, είναι ένα πρόβλημα. Αλλά δεν είναι δικαιολογία. Το "δεν σε είδα" να το καταλάβω αν πρόκειται για τυφλό, και γνήσιο μάλιστα, όχι μαϊμού. Ελπίζω όμως πως οι τυφλοί δεν οδηγούν, ακόμα και στην Ελλάδα. Άνθρωπος που έχει τα ματάκια του και βλέπει, άνθρωπος που οδηγεί, δεν δικαιούται να πει δεν είδα. Δεν είδες, γιατί δεν κοίταγες, βλάκα. Κι ας φαίνεται πως είχες ανοιχτά τα μάτια σου, δεν έχεις όμως την εγκεφαλική χωρητικότητα που απαιτείται για να αναγνωρίζεις τι βλέπεις. Κι αν εσύ πιστεύεις στην μετεμψύχωση, εγώ λέω να απολαύσω ακόμα για πολύ αυτή την ζωή πριν πάω για την επόμενη. Δεν μιλάω μόνο για τον κύριο με την κούρσα εναντίον έργων, μιλάω και για την κοπελιά που είχε καρφωμένο το βλέμμα της στο υπερπέραν κι ερχόταν καταπάνω μου κοιτώντας με αλλά χωρίς να με βλέπει, κι έχω φάει φρίκη, ένα Jimny οδηγώ, μπορεί κι ανεβαίνει πεζοδρόμια, αλλά το άτιμο δεν πηδάει στο πλάι σαν γατί περνώντας πάνω από παρκαρισμένα για να βρεθώ στο πεζοδρόμιο και να γλιτώσω, να βάλω όπισθεν το σκέφτηκα αλλά είχα άλλον πίσω μου, το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να βυθίσω το κουμπί της κόρνας βαθιά μέσα στο τιμόνι και να εισπνεύσω δυνατά μέσα από τα σφιγμένα δόντια μου (αυτό πάντα βοηθάει) περιμένοντας το μπαμ. Η σκηνή αυτή είχε γυριστεί φαίνεται σε super hi definition, γιατί παρακολούθησα τα μάτια της να εστιάζουν αργά, κι εξίσου αργά να στρίβει το τιμόνι, λες και το αυτοκίνητό της μέσα ήταν γεμάτο διαφανή μαρμελάδα και δυσκολευόταν. Πέρασε χιλιοστά δίπλα μου, ατάραχη όμως, κι εξακολουθώντας να μιλάει στο κινητό.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάνω μια διακοπή για να παρακαλέσω τις αυτοκινητοβιομηχανίες να εγκαταστήσουν, και ως πρώτη τοποθέτηση και ως ρετροφίτ, το εξής σύστημα: Μόλις το αυτοκίνητο ανιχνεύσει χρήση κινητού, να ανοίγει αυτόματα το παράθυρο του οδηγού. Επόμενή μου παράκληση είναι να γίνει μια μικρή αλλαγή στον ΚΟΚ, που θα λέει το εξής: "Πας νοήμων μοτοσυκλετιστής δικαιούται άνευ ποινής να αρπάξει το κινητό ή το μπλουτούθ ή το χαντσφρή και να το σφεντονίσει όσο πιο μακριά μπορεί, κατά προτίμηση σε σημείο που θα το πατήσουν αμέσως τα άλλα αυτοκίνητα". To ζητάω αυτό γιατί πολλές φορές έχω την επιθυμία να το κάνω, αλλά με εμποδίζουν τα κλειστά παράθυρα. Πιστεύω πως είναι ένα μέτρο που θα σώσει πολλές ζωές. Εναλλακτικά, για να μην αφήνουν οι μοτοσυκλετιστές το δεξί τους χέρι από το τιμόνι, θα συμβιβαζόμουν με μια συσκευή που με το πάτημα ενός κουμπιού θα ανατίναζε όλα τα κινητά σε απόσταση πέντε μέτρων. Μια απλή συσκευή ηλεκτρομαγνητικού παλμού δηλαδή, κατάλληλα ρυθμισμένη για να μην καταστρέφει τα ηλεκτρονικά της ίδιας της μοτοσυκλέτας (που κατά προτίμηση θα πρέπει να είναι με καρμπυρατέρ και πλατίνες, χωρίς ηλεκτρονική, για να έχεις το κεφάλι σου ήσυχο), αλλά που θα μπλοκάρει τόσο το κινητό όσο και τα ηλεκτρικά του αυτοκινήτου.

Μετά από λίγες μέρες πίσω από στρογγυλό τιμόνι, άρχισα να κατανοώ και γιατί οι οδηγοί των αυτοκινήτων είναι όλοι έτοιμοι να σφάξουν τους άλλους οδηγούς. Φαινομενικά τα πράγματα είναι ήρεμα, κι όταν είσαι με μοτοσυκλέτα και δεν μένεις πολύ ανάμεσά τους αλλά κινείσαι συνεχώς, δεν μπορείς εύκολα να καταλάβεις πως αρκεί η παραμικρή αφορμή για να ξεσπάσει τρίτος παγκόσμιος πόλεμος. Όταν όμως αναγκαστείς να ζήσεις εγκλωβισμένος ανάμεσά τους, σιγά-σιγά η υποβόσκουσα αυτή οργή μπαίνει και στο δικό σου αυτοκίνητο από το ανοιχτό παράθυρο (ακόμα και το χειμώνα, εκτός εθνικής οδού, οδηγώ με ανοιχτό παράθυρο) και σε ποτίζει χωρίς να το καταλάβεις. Είναι φαίνεται τόσο αφύσικη η όλη φάση, σειρές ολόκληρες από ακινητοποιημένα αυτοκίνητα, άνθρωποι που περνούν έτσι ώρες ολόκληρες καθημερινά, που το μόνο που σκέφτεσαι είναι όχι πως θα γλιτώσεις, αλλά πως θα ξεσπάσεις στον πρώτο που θα κάνει το λάθος. Πρόκειται για μια κλασική εφαρμογή του πειράματος Καλχούν: Όταν τα ποντίκια είναι λίγα μέσα στο κουτί ανέχονται το ένα το άλλο. Όταν γίνουν πολλά, γίνονται και κανίβαλοι και τρώνε το ένα το άλλο για να επέλθει μια ισορροπία. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με τους οδηγούς αυτοκινήτων στους δρόμους. Είναι πολλοί, το κουτί είναι μικρό, τρώνε ο ένας τον άλλο. Άρχισα κι εγώ να επηρεάζομαι.

Στην φάση που για 500 μέτρα στενού δρόμου είχα μπροστά μου έναν κυριούλη που πήγαινε με πρώτη αργή-σκορτσάροντας-πατώντας φρένο-ανάβοντας δεξί φλας-όχι, όχι, αριστερό φλας τώρα-μπα, βάλε αλάρμ-σβήσε αλάρμ-κάνοντας πως θα χωθεί δεξιά-αλλά όχι, ίσως αριστερά-κι όλα αυτά τόσο αααργά που η βελόνα του κοντέρ ούτε που κουνιόταν, θυμήθηκα μια παλιά μου κατά φαντασίαν εφεύρεση: Το όπλο Ε.Ε.. Όπου Ε.Ε. σημαίνει Εξαΰλωσις-Εξαφάνισις, και όχι Ευρωπαϊκή Ένωση. Σημαδεύεις νοητά όποιον σε φρικάρει στο δρόμο και... ΠΑΦ! εξαφανίζεται από μπροστά σου. Ιδανικά, το όπλο Ε.Ε. είναι ρυθμισμένο για να τον στείλει, μαζί με το αυτοκίνητό του, σε μέρος χωρίς δρόμους, μακριά από πολιτισμό, όπως για παράδειγμα στα βάθη της ζούγκλας του Αμαζονίου, ή σε κάποιο ακατοίκητο ερημονήσι του Ειρηνικού Ωκεανού. Στην αρχή, όταν το είχα πρωτοεφεύρει, το είχα ρυθμισμένο απλώς να εξαφανίζει, όμως οι διαμαρτυρίες ανθρωπιστικών οργανώσεων με έκαναν να το μετατρέψω. Δουλεύει και για μοτοσυκλέτες, ειδικά για όσους καταφέρνουν να καθυστερούν πίσω τους αυτοκίνητα, μέσα στην πόλη, και όσους βγαίνουν μπροστά στα φανάρια, χωρίς να τα βλέπουν και όταν ανάψει πράσινο, κάθονται μέχρι να τους κορνάρουν τουλάχιστον 50 αυτοκίνητα για να ξεκινήσουν.

Όσο περνούν οι μέρες κι οδηγώ ακόμα αυτοκίνητο, η κατάστασή μου σοβαρεύει. Αρχίζω να ζηλεύω ακόμα και αυτούς που κυκλοφορούν μέσα στην Αθήνα με τριβάλιτσα Adventure, φορώντας καπελάκι και ξεκινούν από το φανάρι με τα πόδια κάτω για τουλάχιστον εκατό μέτρα, μέχρι να αισθανθούν σίγουροι για την ισορροπία τους και να τα βάλουν στα μαρσπιέ.

Ναι, τόσο χαμηλά έχω πέσει. Γλυκοκοιτάζω ακόμα και κάτι μεγκασκούτερ μπαουλοντίβανα που χρειάζονται χάιγουέι στις ερημιές της Νεβάδα για να χωρέσουν, κάτι παπιά ρημάδια που αλλού κοιτάει ο μπροστινός τους τροχός κι αλλού ο πίσω, μέχρι κι ένα Μεζέ 250 που άφηνε απ' την εξάτμισή του μια παχιά γραμμή αδιάλυτου καπνού, ξέρετε, εκείνα που στο ρελαντί βλέπεις θολό τον κινητήρα απ' τους κραδασμούς. Νόμιζα πως είχαν εξαφανιστεί, αλλά ήμουν κοντά στον Περισσό, οπότε η εμφάνισή του μπορεί να δικαιολογείται κι έτσι. Όχι πως δεν τα αγαπώ, είχα κι εγώ τέτοιο κάποτε, κι ας είχε προσπαθήσει δύο φορές να με δολοφονήσει, μία που κόλλησε τέρμα το γκάζι στην εθνική και μία που πήγε να πάρει φωτιά. Η σχέση μας δεν κράτησε πολύ.

Τώρα που δεν μπορώ να καβαλήσω, περνούν μπροστά από τα μάτια μου όλα τα μηχανάκια που είχα, κι όσα θα ήθελα να έχω, μια παρέλαση που μπορεί να με κρατήσει απασχολημένο για πολλή ώρα, ειδικά αν σκεφτώ και όσα είχα κάνει με αυτά που είχα και όσα θα ήθελα να κάνω με αυτά που δεν είχα. Ζω τέτοια στέρηση, που αν μου έλεγαν πως μπορείς να καβαλήσεις, αλλά μόνο ΑΥΤΟ (κάτι που κανονικά δεν θα ήθελα να βρεθώ πάνω του ούτε ταριχευμένος), θα χοροπηδούσα απ' τη χαρά μου. Το GS μου έχει μαραζώσει, το Χάσκυ μου με κοιτάει παραπονεμένο, αλλά το γόνατο είναι αυτό που θα πει πότε θα μπορέσω να ξανακαβαλήσω.

Κι όσο το σκέφτομαι, τόσο καταλήγω πως σε κάτι τέτοιες φάσεις στέρησης καταλαβαίνεις πόσο αγαπάς τις μοτοσυκλέτες, όταν πάψεις να έχεις ιδανικές καταστάσεις στο μυαλό σου και διαπιστώνεις πως θα ήσουν ευχαριστημένος με λιγότερα, έως ελάχιστα. Κι όταν οι προδιαγραφές σου φτάσουν στο σημείο "κινητήρα και ρόδες να έχει, και μια χαρά θα περάσουμε", τότε πρέπει να είναι το αντίστοιχο του "ζω στην έρημο και τρέφομαι με ακρίδες και μέλι, αλλά βρήκα τη φώτιση" ή του "μετά από δέκα χρόνια απομόνωσης σε σπηλιά του Θιβέτ ζω μόνο με δροσερό αεράκι κι αγαπάω όλο τον κόσμο". Μ' αυτά που γράφω, σ' αυτό το σημείο μου ήρθε μια εικόνα με τον Βούδα να διαλογίζεται κάτω από έναν φίκο, αλλά όταν κοίταξα πίσω από τον φίκο, είδα έναν τροχό να ξεπροβάλλει, με τρακτερωτό λάστιχο και ψηλό φτερό από πάνω του: Κι ο Βούδας εντούρο ονειρεύονταν.