Editorial 634

x
Από το

motomag

1/9/2022

Τις ημέρες που θα κυκλοφορεί αυτό το τεύχος θα σβήσουν τα αγωνιστικά φώτα για ακόμη έναν αναβάτη, ο Andrea Dovizioso αφήνει την αγωνιστική καριέρα στα MotoGP προχωρώντας στο επόμενό του βήμα. Μακάρι βέβαια αυτή την ευκαιρία του επόμενου βήματος να την είχαν τόσο ο Nicky Hayden, όσο και ο Marco Simoncelli με τον δεύτερο ειδικά να μην έχει προλάβει να ολοκληρωθεί αγωνιστικά στον βαθμό που το κατάφερε ο Hayden κερδίζοντας έναν τίτλο. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που μέσα από αυτή τη θέση κατάφερα να συναναστραφώ και με τους δύο και να γνωρίσω τι άνθρωποι ήταν, επιβεβαιώνοντας για μία ακόμη φορά πως ο αγωνιστικός κόσμος της μοτοσυκλέτας δεν έχει κλειδαρότρυπα αλλά κανονικό παράθυρο χωρίς κουρτίνες και πολύ λιγότερα από αυτό που πιστεύουμε μένουν στο σκοτάδι για πάντα. Όσες φορές επίσης μίλησα με τον Andrea Dovizioso το ίδιο κατάλαβα, πως για ορισμένους αναβάτες το ζήτημα της ψυχολογίας στηρίζεται περισσότερο στην ομάδα, ενώ σε άλλους είναι περισσότερο εσωτερικό θέμα -και δίχως ψυχολογία δεν γίνεται να γυρίσεις γρήγορα. Οπότε ο Andrea Dovizioso καλά κάνει και φεύγει νωρίτερα, αφήνοντας την τρέχουσα σεζόν καθώς ανήκει στην πρώτη κατηγορία και δεν γίνεται να γυρίσει τώρα τον διακόπτη στην εσωτερική αναζήτηση και να βρει το σθένος να συνεχίσει. Με την αποχώρηση του Dovizioso, ο Aleix Espargargo θα είναι ο μεγαλύτερος σε ηλικία αγωνιζόμενος της μεγάλης κατηγορίας του MotoGP σε ενεργό δράση, και όπως μόνο στον κόσμο των MotoGP μπορεί να συμβεί, αυτή είναι και η καλύτερή του χρονιά, ενώ όπως και ο Rossi ανήκει στους αγωνιζόμενους της δεύτερης κατηγορίας.

Ωστόσο θα σταθώ σε ένα άλλο κομμάτι για μία από τις πιο δυνατές περιόδους των MotoGP μέχρι αυτή τη στιγμή, που καμία σχέση δεν έχει να κάνει με τους αγωνιζόμενους. Αντίστοιχα καλοί υπήρχαν πάντα μην μπερδεύεστε. Εκείνο που άλλαξε δραματικά αυτή τη δεκαετία, είναι ο τρόπος που βλέπουμε αγώνες, τα κοινωνικά δίκτυα και η αμεσότητα με την οποία αγκαλιάζουμε τους νικητές και ζούμε την νίκη τους. Ο Rossi ήταν ικανός αλλά ταυτόχρονα και τυχερός που πέτυχε την κορυφαία κατηγορία σε αυτή την περίοδο και όχι σε μία προγενέστερη που οι θεατές των αγώνων έκαναν λιγότερο ντόρο. Λιγότερες φωτογραφίες ανέβαζαν από εκεί που πήγαιναν, λιγότερο φωτογραφίζονταν με τους «Θεούς τους», λιγότερα μάτια έβλεπαν τις φάτσες τους. Οι -περισσότερες- μανάδες των οπαδών των MotoGP, έμαθαν τους αγωνιζόμενους όταν πλέον ο γιόκας τους τους έκλεβε την ώρα στην κοινή τηλεόραση για να παρακολουθήσει τον αγώνα και αργότερα έκλεβε την μετάδοση από κάποιο πειρατικό κανάλι, ποστάριζε τις φωτογραφίες και έγραφε τα ονόματά τους.

Ένας αναβάτης διέγνωσε σωστά την εποχή του και -επειδή μπορούσε- πάτησε σε αυτό και ανέβασε κατακόρυφα την δημοφιλία του και μαζί την δημοτικότητα ολόκληρου του αθλήματος. Σε μία εκ βαθέων συζήτηση με τον Freddie Spencer, τον Fast Freddie, ο άλλοτε καλύτερος αναβάτης των ημερών του και δημοφιλής στον μέγιστο βαθμό που εκείνη η εποχή μπορούσε να προσφέρει, μου εξηγούσε πως ορισμένοι από τους πρωταθλητές που μετά τα MotoGP δεν θα χρειαστεί να δουλέψουν θα πρέπει να ευχαριστούν τον Rossi για αυτό. Προσέξτε, αυτά είναι λόγια του Fast Freddie όχι δικά μου, παρότι τα ασπάζομαι πλήρως μετά την συζήτηση που είχα μαζί του, λίγο πριν εκδώσει το βιβλίο με τις μαύρες αποκαλύψεις για την ζωή του και ενώ ετοιμαζόταν για τα χειμερινά τουρ που κάνει για να συμπληρώσει το εισόδημά του! Πριν γίνει και μέλος της επιτροπής κριτών και βρει τρόπο να αποκατασταθεί επαγγελματικά, σε αυτή την ηλικία, κερδίζοντας ταυτόχρονα και πολλούς εχθρούς από εκεί που είχε μόνο φίλους. Μου έλεγε χαρακτηριστικά πως ο Lorenzo ασχολείται τώρα με το real estate και έχει ακριβά αυτοκίνητα γιατί κάποιος κατάφερε να διαπραγματευτεί απίστευτα υψηλά συμβόλαια αμοιβής, συμπαρασύροντας και των υπολοίπων. Ο Casey Stoner μπορούσε, λέει ο Freddie, να επιλέξει να φύγει γιατί κατάφερε να επιστρέψει πίσω στην οικογένειά του τις τεράστιες θυσίες που έκαναν για να φτάσει ο ίδιος να γίνει Πρωταθλητής. Σε μία άλλη περίοδο θα τους επέστρεφε πίσω τα κύπελλα και όλοι μαζί θα έψαχναν μετά να βρουν δουλειά, όχι ποιο κτήμα θα αγοράσουν για να ζήσουν ευτυχισμένοι. Τον ρώτησα αν έβγαζε εκείνη την στιγμή κάποια πίκρα ή μιλά με θαυμασμό και μου εξήγησε πως θα ήταν ζήτημα πίκρας αν υπήρχε κάτι που μπορούσε να κάνει, όμως όχι. Ήταν απλά η εποχή, η απαρχή των κοινωνικών δικτύων, η ευκολία ταξιδιών και ένα σωρό άλλοι παράγοντες που συνετέλεσαν στην τρομακτική άνοδο του αθλήματος. Δεν ήταν μόνο οι αναβάτες. Για αυτό και τα πράγματα θα συνεχίσουν να πηγαίνουν μπροστά, διότι οι θεσμοί προσαρμόζονται και ακολουθούν την εποχή, γιατί τα MotoGP έχουν τώρα κάμερες 2.500 frame για να σου δίνουν το καλύτερο πλάνο. Το μόνο που αλλάζει είναι η διάθεση των παλαιότερων οπαδών να μαθαίνουν καινούρια πρόσωπα μεγαλώνοντας. Παθαίνουν το ίδιο με τις μοτοσυκλέτες, σε αρκετούς ανθρώπους το πάθος ξεφτίζει αλλά το πρόβλημα είναι πως δεν το καταλαβαίνουν ή απλά είναι το τελευταίο που θέλουν να παραδεχτούν. Ξεχνούν πως μία νέα γενιά έρχεται που θα έχει τους δικούς της ήρωες στους αγώνες, θα ακούει την δική της μουσική, θα αναγνωρίζει διαφορετικούς ηθοποιούς και θα οδηγεί διαφορετικές μοτοσυκλέτες, γενικό είναι το πράγμα. Κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει αυτή την στιγμή πώς θα είναι, καλύτερο ή χειρότερο. Περιμένουμε να το δούμε με την ίδια όρεξη για το μέλλον και σιγά-σιγά σκιαγραφούμε και την πιθανότερη εκδοχή του…

Στη "σχολή" του 2010 και ανά γραμμή ξεκινώντας από κάτω, βλέπουμε τους:

Nicky Hayden, Casey Stoner, Jorge Lorenzo, Valentino Rossi, Dani Pedrosa, Andrea Dovizioso.

Alvaro Bautista, Loris Capirossi, Colin Edwards, Ben Spies, Hiroshi Aoyama.

Mika Kallio, Aleix Espargaró, Marco Simoncelli, Marco Melandri, Randy De Puniet, Hector Barbera και με εξαίρεση τις δύο μεγάλες απώλειες είναι όλοι τους επαγγελματικά αποκατεστημένοι, κάποιοι δεν χρειάζεται και να ξανά δουλέψουν σε αντίθεση με τις προηγούμενες γενιές που στα όρια της σύνταξης αναρωτιούνται τι άλλο μπορούν να κάνουν για να συμπληρώσουν εισόδημα…

editorial 524 - Club 100

Από το

Μαύρο Σκύλο

3/7/2013

Δεν μπορώ να φανταστώ πως στα κολασμένα στροφιλίκια του Montenegro μια street θα μπορούσε να πάει το ίδιο γρήγορα και το ίδιο απολαυστικά με τις on-off του MEGA TEST. Στο editorial του προηγούμενου τεύχους έγραφα πως οι on-off είναι πια οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, με τις υπόλοιπες κατηγορίες να είναι οι... εξειδικευμένες, όπως οι street. To ταξίδι μας στο Montenegro επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς μου. Στην πραγματική ζωή, η οδήγηση σε κάθε είδους δρόμο είναι απόλαυση με αυτές τις μοτοσυκλέτες που πρώτοι εμείς στο ΜΟΤΟ αποκαλέσαμε παντός δρόμου. Χωρίς αυτή η απόλαυση να σταματά εκεί που τελειώνει η άσφαλτος. Μερικοί μπορούν να θεωρήσουν από παράδοξη έως υπερβολική την χρήση μιας μοτοσυκλέτας με 1200 κυβικά και πάνω από 100 ίππους στο χώμα, αλλά δεν είναι. Το μόνο εμπόδιο είναι για τους περισσότερους το ποσό που απαιτείται για την αγορά της, και οι οδηγικές ικανότητες που θα πρέπει να διαθέτουν για να την πάνε όπως μπορεί να πάει. Στην πραγματικότητα, οι καλύτερες σημερινές παντός δρόμου είναι πιο ικανές στα χώματα από άλλες μικρότερες δικύλινδρες ή μονοκύλινδρες, ακόμα κι από κάποιες που έχουν τα μισά τους κυβικά και άλογα.

Αλλά τα χώματα είναι μόνο ένα μέρος των ταλέντων τους. Όπως φάνηκε στα πολλά βρεγμένα χιλιόμετρα που κάναμε, αν είσαι εξοπλισμένος με αδιάβροχα, μπότες και γάντια που δεν μπάζουν νερό, μπορείς να τις ευχαριστηθείς ακόμα κι εκεί, ευχαριστώντας την εξέλιξη των RAIN mode, των ABS και των traction control. [Παρένθεση περί αδιάβροχων: Αξιόπιστα αδιάβροχες μπότες βρίσκεις πια, με τα αδιάβροχα πάνω κάτω και τα γάντια τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Έχουμε δει φτηνά που δεν μπάζουν, στην αρχή τουλάχιστον, και ακριβά που είναι σφουγγάρια. Ίσως πρέπει να φτιάξουμε μια λίστα με τα αποδεδειγμένα αδιάβροχα αδιάβροχα.]

Κάπου εκεί μου καρφώθηκε και μια άλλη ερώτηση στο μυαλό, από αυτές που μου έρχονται κατά καιρούς για να βασανίζομαι εγώ και να βασανίζω και τους γύρω μου: Μπορεί μια μοτοσυκλέτα να είναι καλή αν δεν την ευχαριστιέσαι και κάτω από τα 100 km/h; Μπορείς να απολαμβάνεις οδήγηση με μέγιστη ταχύτητα τα 100; Μήπως στις σημερινές οικονομικές και κυκλοφοριακές συνθήκες τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες είναι οι πιο χαβαλεδιάρικες ό,τι διαδρομή κι αν κάνεις; Σκέφτηκα τον Λύκο που μόλις τελείωσε την ανακατασκευή ενός XL185, που το 99% των χιλιομέτρων που θα κάνει θα είναι έως 100. Είμαι σίγουρος πως θα είναι ξετρελαμένος χωρίς ποσώς να τον απασχολεί που αυτό το μηχανάκι του δεν θα βλέπει πολύ πάνω από 100 συχνά, και που θα πάει 120 αν ο άνεμος είναι ούριος, ο δρόμος έντονα κατηφορικός και οι πλανήτες ευθυγραμμισμένοι καταλλήλως, με τις βαλβιδούλες του να χοροπηδάνε στην κεφαλή λίγο πριν πεταχτούν έξω και το πλαίσιο ένα τσικ πριν κοπεί, συνήθως στην αριστερή μεριά, κοντά στον άξονα του ψαλιδιού.

Το σκεφτόμουν επίσης οδηγώντας την τελευταία βδομάδα το Honda ΜSX125, με το τετρατάχυτο συμπλεκτάτο ψεκαστό παπίσιο μοτεράκι του και τα δωδεκάρια λαστιχάκια του. Σε κάθε φανάρι κάποιος θα μου μιλήσει, ρωτώντας γι' αυτό, όπου σταματήσω όλοι το χαζεύουν, προφανώς γιατί το θεωρούν χαριτωμένο, γιατί κάτι τους λέει χωρίς ίσως να ξέρουν ακριβώς γιατί. Κι αυτό πάει 100 στην ευθεία, παραπάνω στον κατήφορο. Μέχρι τα 100 όμως, τα έχεις κάνει όλα κι έχεις περάσει πολύ καλά, ακόμα και στην πιο συνηθισμένη, βαρετή συνήθως διαδρομή. Γιατί μου ανάβουν φωτιές τώρα; Αν είχα ένα δεκάρικο για κάθε έναν που με ρώτησε, θα είχα μαζέψει τα λεφτά για να το αγοράσω, ή μήπως να τα μαζέψω για να πάρω δεκατριάρι Husqvarna, με τις τιμές που έχουν; Θέλει κανείς το εντεκάρι μου;

Ποιό είναι το μυστικό του Club 100; Κοίτα να δεις, ρωτάω ποιό είναι το μυστικό χωρίς να έχω εξηγήσει τι είναι το Club 100. Για να συνεννοούμαστε, προτείνω να λέμε πως ανήκουν στο Club 100 όλοι εκείνοι οι αναβάτες και όλες οι μοτοσυκλέτες που την κύρια απόλαυση από την οδήγησή τους την βρίσκουν πριν τα 100. Δεν υπάρχει περιορισμός κυβικών, ας είναι και Goldwing 1800, αρκεί να σου δίνει χαρά όταν την οδηγείς και κάτω από 100. Εκεί μέσα στο Club 100 μπαίνουν από μοτοποδήλατα μέχρι MX, trial και enduro, αν και οι superbikes και τα supersport όχι, καθώς δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως τα απολαμβάνει κυρίως πριν... φτάσει η πρώτη στον κόφτη. Στο Club 100 έτσι ανήκουν και τα classics, που κι αυτά τα απολαμβάνουμε με ταχύτητες καθημερινά εφικτές, κοινό χαρακτηριστικό των Club 100 μοτοσυκλετών. Όπως είπαμε και για τα χωματερά, που τα πάντα στον κόσμο τους συμβαίνουν κυρίως κάτω από τα 100, χωρίς αυτό να αφαιρεί ούτε στο ελάχιστο την γοητεία τους.

Το μυστικό λοιπόν του Club 100 είναι πως μπορείς να οδηγείς πραγματικά στο όριο, χωρίς να χρειάζεσαι ούτε πίστα, ούτε συγκεκριμένο είδος δρόμου, τίποτα το ειδικό. Κι όταν λέμε στο όριο, είναι από κάθε άποψη, στο όριο των δυνατοτήτων του αναβάτη ή της μοτοσυκλέτας: Στην ουσία, οι συγκινήσεις από την επαφή με αυτό το όριο δεν διαφέρουν από αυτές που ζει ο Rossi οδηγώντας στα MotoGP. Ακόμα κι ο ίδιος όμως ο Valentino, για να διασκεδάσει και να προπονηθεί και να ευχαριστηθεί οδήγηση όταν δεν καβαλάει την Μ1 του, κάνει γύρους σε πίστα dirt track με το Ouroboros που φτιάχνει ο πατέρας του ή παίζει με χωματερά μηχανάκια ή κοντράρεται με τους φίλους του πάνω σε φτιαγμένα τρίκυκλα Ape, άρα εκτός MotoGP, είναι κι εκείνος μέλος του Club 100, ακόμα κι αν δεν το ξέρει. Κάπως έτσι, διαπιστώνουμε πως στην κυριολεξία τους οι συγκινήσεις δεν εξαρτώνται από την απόλυτη ταχύτητα, παρά μόνο από την σχετική. Για να συγκινηθείς απαιτείται κίνηση, ελληνικά μιλάμε, ας καταλαβαίνουμε και τι σημαίνουν οι λέξεις. Γι' αυτό και υποστηρίζω πως για να ευχαριστηθείς την μοτοσυκλέτα, δεν απαιτείται ούτε η πιο γρήγορη, ούτε η πιο ακριβή, ούτε η πιο εξοπλισμένη, ούτε η πιο καινούργια. Το μόνο που χρειάζεται είναι να λειτουργεί, να την καβαλήσεις και να φύγεις.

Ίσως μερικούς να τους ξενίζει η ιδέα πως μπορεί να οδηγείς στο όριο ενώ πηγαίνεις σιγά. Κι εδώ μπαίνει η έννοια της απόλυτης και της σχετικής ταχύτητας. Όταν παλιότερα πηγαίναμε το ZX-12R τελικιασμένο στα 312, τότε βιώναμε την απόλυτη ταχύτητα μοτοσυκλέτας παραγωγής. Όταν σήμερα περνάμε ένα κακοτράχαλο μονοπάτι με 40, πάμε αργά; Σε απόλυτα νούμερα ναι, σε σχετική ταχύτητα όχι, αν είναι πολύ δύσκολο να περάσει κάποιος από το ίδιο μονοπάτι με 42. Άρα, μπορείς να οδηγείς οριακά με 40, ενώ αν ταξιδεύεις στον ανοιχτό δρόμο με 160 κινδυνεύεις να σε πάρει ο ύπνος.

Αν και δεν δεχόμαστε νταλίκες στο Club 100, απατάσθε αν πιστέψετε πως είναι αργές ή δεν οδηγούνται οριακά, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούμε εύκολα. Μια φορτωμένη νταλίκα που κινείται σταθερά με 100, μπορεί να βγάλει καλύτερη μέση ωριαία από μια παρέα γρήγορων που θα πηγαίνουν τέζα αλλά θα σταματάνε κάθε 50-60 χιλιόμετρα για ανεφοδιασμό, τσιγάρο και κουβεντούλα. Πόσες φορές δεν σας έχει τύχει να βλέπετε την νταλίκα που είχατε περάσει ώρα πριν, να σας προσπερνά όταν σταματήσετε στο βενζινάδικο; Βγάζει καλύτερη μέση ωριαία, τι να κάνουμε, κι όσο για την οριακή οδήγηση της νταλίκας, δεν την αντιλαμβανόμαστε όσο κινείται με σταθερή ταχύτητα, μόλις όμως συμβεί κάτι και πρέπει να φρενάρει ή να αλλάξει πορεία απότομα και αναλάβει πια η μάζα και η αδράνειά της τον λόγο, γίνεται χαμός.

Αν δεν απολαμβάνεις την οδήγηση πηγαίνοντας και χαλαρά, δεν είναι καλή η μοτοσυκλέτα. Σωστό ή λάθος; Ας το σκεφτούμε λίγο. Μου φαίνεται πως μια μοτοσυκλέτα που την απολαμβάνεις μόνο πηγαίνοντας γρήγορα, είναι χειρότερη από μια που την βρίσκεις μαζί της και στο χαλαρό και στο γρήγορο. Στην δεύτερη περίπτωση, χρειάζεται πολύ πιο ποιοτικές αναρτήσεις που να μπορούν να ανταποκριθούν το ίδιο καλά και σε χαμηλές και σε υψηλές ταχύτητες, κι αυτό είναι πιο δύσκολο και πιο ακριβό για να το πετύχει ένας κατασκευαστής μοτοσυκλετών. Απαιτείται επίσης πολύ μεγαλύτερη αρχική επένδυση στην σχεδίασή της, τόσο σε γνώση όσο και χρήμα, από το στάδιο της σχεδίασης ως τις δοκιμές εξέλιξης. Ζητήματα όπως η συγκέντρωση της μάζας κοντά στο κέντρο βάρους έχουν προκύψει και εξελιχθεί από αυτή ακριβώς την ανάγκη, της ομοιογενούς και προβλέψιμης συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας σε όλες τις συνθήκες. Πολλοί μπερδεύουν την έννοια "ευκολοδήγητο" πιστεύοντας πως λίγο πολύ σημαίνει "μειωμένων δυνατοτήτων". Το αντίθετο συμβαίνει. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αγαπημένες μας παντός δρόμου αυτού του τεύχους. Οι καλύτερες από αυτές χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις γενιές και δεκαετίες έρευνας, εξέλιξης και εμπειρίας για να φτάσουν τις σημερινές τους δυνατότητες, όπου φυσικά και είναι πιο ευκολοδήγητες από τις προγόνους τους ενώ ταυτόχρονα οι επιδόσεις τους είναι αναμφισβήτητα ανώτερες σε όλους τους τομείς. Και ειδικά για να γίνουν ικανές να μπουν και στο Club 100, να μπορούν δηλαδή να είναι απολαυστικές και όταν πηγαίνεις χαλαρά ή σε πολύ κλειστό στροφιλίκι, χρειάστηκε να βελτιωθεί τόσο η ομοιογένειά τους, όσο και κάθε υποσύστημά τους ξεχωριστά, μαζί με την αρμονική συνεργασία όλων των υποσυστημάτων. Νομίζετε πως είναι απλό να κάνεις ελαστικό έναν δικύλινδρο κινητήρα 1200 κυβικών και 130 ίππων, την στιγμή που μια γενιά πριν ένας παρόμοιος με 1000 κυβικά και 90 ίππους δεν ήταν; Καθόλου απλό. Αυτό φάνηκε άλλωστε γιατί ακόμα και μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας με τους ψεκασμούς ακόμα βελτιώνονται αισθητά κάθε χρόνο, σε αντίθεση με την αντίληψη που υπήρχε όταν πρωτοεφαρμόστηκαν (ή καλύτερα, την ελπίδα) πως τώρα τέλειωσαν όλοι μας οι μπελάδες, οι τροφοδοσίες αναφλέξεις θα αυτορυθμίζονται και με το software θα κάνεις μια έτσι με το laptop σου και θα τα φτιάχνεις όλα. Δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Όπως δεν είναι και απλό να φτιάξεις έναν προοδευτικό, σταθερής απόδοσης συμπλέκτη, ένα καλοσχεδιασμένο κιβώτιο με τις κατάλληλες σχέσεις και σωστή αίσθηση κουμπώματος ταχύτητας στο λεβιέ, και τόσα άλλα. Αυτό που θέλω να πω είναι πως για να φτιαχτεί μια ικανή μοτοσυκλέτα, απολαυστική σε όλες τις συνθήκες, ρυθμούς και ταχύτητες, απαιτείται πολύ περισσότερος κόπος, χρόνος, γνώση και χρήμα απ' ότι για να φτιάξεις μια που αποδίδει καλά μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες. Πρέπει να είσαι πολύ καλός για να μπεις στο Club 100!

Mε μια πιο ευρεία ερμηνεία, οι μοτοσυκλέτες που αξίζουν να μπουν στο Club 100 είναι όσες απολαμβάνουμε καθημερινά, σε κάθε ρυθμό και σε κάθε δρόμο, ανεξάρτητα από κυβικά, τιμή και ηλικία. Ήδη το Club απέκτησε το δεύτερο μέλος του, τον Λύκο, που ενθουσιάστηκε με την ιδέα, μην αρχίσετε όμως να λέτε για καταστατικά και προεδρεία, δεν χρειάζεται να καταδικάσουμε το Club μόλις που γεννήθηκε, είπαμε, το Club 100 είναι μόνο ιδέα και άποψη, κι ας παραμείνει έτσι.