Editorial 632 - MEGA TEST με βενζίνη για πολλά ακόμη χρόνια…

Από το

motomag

1/7/2022

Όταν πέρσι αποφασίσαμε να ανεβάσουμε την περιπέτεια του MEGA TEST στην Βοσνία, υπήρχαν πολλές επιφυλάξεις με πρώτο το ζήτημα της ασφάλειας. Όχι εξαιτίας της αστάθειας που επικρατεί στον βασανισμένο αυτό τόπο, αλλά γιατί τα βουνά της εξακολουθούν αυτή την στιγμή να είναι ναρκοθετημένα και παρόλο που σε γενικές γραμμές τα ναρκοπέδια υπάρχουν στον χάρτη, σχεδόν παντού όπου τελικά κινηθήκαμε, κανείς δεν μπορεί να σου υποσχεθεί πως δεν θα πατήσεις με το πασαλάκι του αντίσκηνου κάπου που δεν πρέπει. Κι έπειτα υπήρχε το άλλο: Ήταν αρκετά μακριά για να ταυτιστούν οι αναγνώστες με το μέρος και να καλλιεργήσουν την ιδέα να κάνουν την διαδρομή από μόνοι τους. Όμως από την στιγμή που το MEGA TEST είχε εξαντλήσει πλήρως την Ελλάδα, τις γείτονες χώρες και είχε φτάσει στο πρόσφατο παρελθόν μέχρι το Μαυροβούνιο, προτρέποντας αρκετούς να το επισκεφτούν, όπως είδαμε από τα μηνύματά σας, εεε, τι Μαυροβούνιο τι Βοσνία! Και πράγματι η χαρά μας ήταν διπλή, όταν είδαμε πόσες παρέες ακολούθησαν τα βήματα. Οπότε η συνέχεια ήταν εύκολη, στην Σερβία είχαμε ξανά πάει, το 2008, ευκαιρία να πιάσουμε την άκρη εκείνης της διαδρομής και να την επεκτείνουμε προς το πιο πράσινο σημείο της χώρας και στα σύνορα με την Βοσνία κλείνοντας τον κύκλο που άνοιξε πέρσι στις Δειναρικές Άλπεις!

Ο φετινός άθλος του MEGA TEST ξεκίνησε όπως και ο περσινός, ψάχνοντας να βρούμε μοτοσυκλέτες που μόλις έβγαιναν από το εργοστάσιο και το γεγονός πως τελικά έγινε κάτι τέτοιο, μοιάζει ακόμη και τώρα παράξενο και το πώς, ξεδιπλώνεται στις επόμενες σελίδες αλλά και σε αυτές που θα έρθουν τον Αύγουστο. Σας περιμένει ένα από τα πιο δύσκολα MEGA TEST που έχουμε πραγματοποιήσει ποτέ!

Με 4 ξεχωριστές εκκινήσεις στον χάρτη, οι 14 είδαμε τελείως διαφορετικά πράγματα μέχρι να συναντηθούμε στα νότια σύνορα της Σερβίας, έξω από το Κόσοβο. Εκείνοι που κατέβαιναν από την Αυστρία, που ερχόντουσαν από την Ιταλία και την Γαλλία, συναντούσαν στις Άλπεις μιλιούνια μοτοσυκλετών. Εμείς πάλι είμασταν τα μόνα δίκυκλα στις Ε.Ο.! Στην Σερβία όταν ψάχναμε ένα από τα πιο δύσκολα βράδια για κατάλυμα, ο ιδιοκτήτης ενός πανδοχείου έβαζε στοίχημα πως ακόμη κι αν αφήναμε τις μοτοσυκλέτες με τα κλειδιά επάνω, θα τις βρίσκαμε το πρωί στο ίδιο σημείο απλά γιατί κανείς δεν οδηγεί μοτοσυκλέτες εκεί πάνω και κανείς δεν ξέρει τον τρόπο να τις εκμεταλλευτεί. Δύο διαμετρικά αντίθετες εικόνες, σε μία ακτίνα 700-800 χιλιομέτρων, ένα μόνο από τα πολλά παραδείγματα που δείχνουν τις μεγάλες αντιθέσεις που χαρακτηρίζουν τα Βαλκάνια.

Και η χώρα μας είναι γεμάτη από αυτές. Φταίει το ταπεραμέντο μας. Το τελευταίο πράγμα για το οποίο διαφωνεί η κοινή γνώμη της μοτοσυκλέτας, είναι τα ηλεκτρικά δίκυκλα χωρίς να υπάρχει κανένας λόγος για αυτή την διαφωνία! Διότι εμείς στο ΜΟΤΟ έχουμε ξεκαθαρίσει πως μοτοσυκλέτες όπως τις ξέρουμε, με κινητήρες εσωτερικής καύσης που καίνε βενζίνη θα συνεχίσουν να εξελίσσονται για τουλάχιστον 15 χρόνια από τώρα. Προσέξτε, όχι να πωλούνται απλά, αλλά να εξελίσσονται και ο χρόνος αυτός δεν αναμένεται να συρρικνωθεί. Αν στο μεταξύ υπάρχουν ηλεκτρικά δίκυκλα που θα εξυπηρετούν μετακινήσεις ρουτίνας, όπως τα σκούτερ και που θα εξελίσσονται ολοένα και περισσότερο, αυτό δεν θα πρέπει να ενοχλεί κανέναν, εκτός εκείνων που πραγματικά ενδιαφέρονται για το περιβάλλον και καταλαβαίνουν πως τα ηλεκτρικά οχήματα, αυτή την στιγμή, μόνο πιο καθαρά δεν είναι. Το αντίθετο, αλλά κι αυτό είναι ζήτημα εξέλιξης. Και η εξέλιξη σε μία ελεύθερη αγορά έχει να κάνει με την ζήτηση. Δίχως αυτή μένει κανείς στάσιμος, όπως θα μείνουν τα πράγματα εδώ και μόνο εδώ, ενώ έξω θα προχωρούν. Να οι αντιθέσεις που λέγαμε πιο πάνω! Γιατί θα μείνουν στάσιμα; Γιατί μία ζωή η μοτοσυκλέτα είναι στο παρασκήνιο αντί για εκεί που της αξίζει στο προσκήνιο:

Το πρόγραμμα επιδοτήσεων “Κινούμαι Ηλεκτρικά 1” είχε απορρόφηση κονδυλίων κάτω από 50% (εκταμιεύτηκαν μόλις 20 εκατομμύρια ευρώ από τα 42 που είχαν προϋπολογιστεί) αλλά η κυβέρνηση συνεχίζει να ακολουθεί το ίδιο σκεπτικό επιδοτήσεων και στο πρόγραμμα “Κινούμαι Ηλεκτρικά 2”, παρά το γεγονός πως αυτή τη φορά το πρόγραμμα έχει προϋπολογισμό 75 εκατομμύρια ευρώ. Ενώ το πιο λογικό για τα δεδομένα της Ελλάδας με την ακανόνιστη ρυμοτομία και τα τεράστια προβλήματα συγκοινωνίας είναι τα προγράμματα αυτά να στραφούν προς τα δίκυκλα, δίνονται μεγαλύτερες επιδοτήσεις σε ακριβά αυτοκίνητα και ευνοούνται οι μεγάλοι Όμιλοι leasing και ενοικιάσεων αντί για τους απλούς ιδιώτες. Η επιδότηση στα αυτοκίνητα και τα επαγγελματικά τρίκυκλα είναι από 30% έως και 40% με μέγιστο ποσό τα 8.000€, ενώ για τα δίκυκλα η επιδότηση δεν ξεπερνά το 20% και μέγιστο ποσό τα 800€ με προοπτική να ανέβει χωρίς όμως να έχει ακόμη συμβεί.

Με δεδομένο πως στον πρώτο κύκλο επιδοτήσεων του Κινούμαι Ηλεκτρικά 1, έμειναν αδιάθετα 22 εκατομμύρια ευρώ και με δεδομένο πως αυτή τη στιγμή το μποτιλιάρισμα στο κέντρο των μεγάλων αστικών κέντρων έχει κάνει τη χρήση αυτοκινήτου μαρτυρική για όλους, προκαλεί εντύπωση που η κυβέρνηση δεν επιδοτεί (τουλάχιστον) με το ίδιο ποσοστό τα ηλεκτρικά δίκυκλα, τα οποία λύνουν ταυτόχρονα δύο τεράστια προβλήματα των αστικών κέντρων και όχι μόνο ένα όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Επίσης η επιδοτήσεις στα δίκυκλα είναι πολύ πιο εύκολα να απορροφηθούν, αφού μιλάμε για οχήματα με τιμές λιανικής από 3.000 έως το πολύ 25.000€, όταν στα αυτοκίνητα τα αντίστοιχης αυτονομίας μοντέλα κοστίζουν από 30.000 έως και 200.000€. Στην περίπτωση των ηλεκτρικών δίκυκλων οι επιδοτήσεις πάνε σε ένα πολύ μεγαλύτερο κοινό της μεσαίας οικονομικά τάξης που λαμβάνει σοβαρά υπόψη του το κάθε ευρώ πριν αγοράσει, ενώ στην περίπτωση των αυτοκινήτων η επιδότηση πάει κυρίως στις εταιρείες leasing και σε ιδιώτες που σίγουρα δεν τους λείπουν τα 8.000€ όταν κοιτάζουν να αγοράσουν αυτοκίνητα των 80.000€….

Μία ελπίδα είναι πως ο ΣΕΜΕ μετά την πλήρη απαγκίστρωσή του από τον κλάδο του αυτοκινήτου θα κάνει τις απαραίτητες ενέργειες προς τους αρμόδιους φορείς, ώστε τα ηλεκτρικά δίκυκλα να έχουν – έστω - την ίδια αντιμετώπιση στις επιδοτήσεις με τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. 

 

editorial 526 - Ο ταξιδιώτης και άλλες ιστορίες

Από το

Μαύρο Σκύλο

2/9/2013

Τον βλέπω σταθερά τα τελευταία καλοκαίρια. Έχει ένα από τα πρώτα Transalp, ασημί με ταμπούρο, πρέπει να φτάνει την εικοσπενταετία γεμάτη πια (το Transalp, ο ιδιοκτήτης είναι μεγαλύτερος). Το χρώμα της μάνας του, μοναδική διακόσμηση δεκάδες αυτοκόλλητα από διάφορες χώρες του κόσμου. Θυμίζει αυτές τις προπολεμικές βαλίτσες που είχαν κολλημένα πάνω τους σήματα θερέτρων και ξενοδοχείων, πιστοποίηση της οικονομικής άνεσης του ταξιδεμένου ιδιοκτήτη τους. Μόνο που εδώ μιλάμε για το ακριβώς αντίθετο. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος φαίνεται πως ταξιδεύει πολύ, με τα ελάχιστα δυνατά έξοδα. Ουδεμία υποψία ασορτί τριβάλιτσου και ηλεκτρονικών βοηθημάτων, εργαλεία που πολλοί θεωρούν πια απαραίτητα για ταξίδι. Τα πράγματα δεμένα με χταπόδια το ένα πάνω από το άλλο, η σκηνή, το στρωματάκι, το sleeping bag. ειδικά η σκηνή του θα πρέπει να αποτελέσει έκθεμα σε ταξιδιωτικό μουσείο. Μιλάμε για ένα σκηνάκι που είναι τόσο μικρό, ώστε είσαι σίγουρος όταν το δεις πως ο ένοικός του αποκλείεται να κοιμάται ποτέ με τα πόδια τεντωμένα, αφού έτσι κι αλλιώς δεν χωράει μέσα σε άλλη στάση εκτός από την εμβρυακή. Το μέγεθός του είναι ένα θέμα, το άλλο είναι η κατάστασή του. Φτιαγμένο από το σύνηθες ασημί απ' έξω, μπλε σκούρο από μέσα πανί, έχει φτάσει πια σε μια κατάσταση φθοράς που είναι πιο πολύ μπλε απ' έξω παρά ασημί. Οι μπανέλες του ίσα που το στηρίζουν όρθιο, το πανί ίσα που στέκει και δεν διαλύεται σε μικρά-μικρά κομματάκια για να το πάρει ο αέρας. Έχω δει τέτοια σκηνάκια να τα πουλάνε 9,9 ευρώ καινούρια, κι όχι σε προσφορά. Κι όμως, δεν το αλλάζει με τίποτα. Για περίπτωση βροχής, κουβαλάει μαζί του ένα νάιλον, που το ρίχνει από πάνω και το καλύπτει ολόκληρο, ενώ περισσεύει και γύρω-γύρω πάνω από μέτρο. Μιλάμε για ένα στάδιο πριν την ασφυξία. Αλλά πόσο συχνά βρέχει το καλοκαίρι;

Πέρα από το κράνος, και ο μοτοσυκλετιστικός εξοπλισμός λάμπει δια της απουσίας του. Μινιμαλισμός κι εκεί. Το θέμα είναι όμως πως ο άνθρωπος ταξιδεύει, σε άσφαλτο και χώμα, και ταξιδεύει πολύ, σε αντίθεση με όσους εγκλωβίζονται σε απαιτητικά στερεότυπα και καταλήγουν να μην κάνουν τίποτα. Όσοι θεωρούν πως χρειάζονται απαραιτήτως μοτοσυκλέτα των 20.000 ευρώ για να ταξιδέψουν, καταλήγουν να χάνουν το ίδιο το ταξίδι. Με 20.000 ευρώ ο συγκεκριμένος ταξιδιώτης θα έκανε δύο φορές το γύρο του κόσμου.

Ο "πού είμαι ρε γαμώτο;": Βρισκόμουν σε ένα απομονωμένο ορεινό χωριό, απ' αυτά που το κοντινότερο βενζινάδικο είναι στα 50 χιλιόμετρα, αλλά που τώρα πια οι δύο από τις τρεις οδικές προσβάσεις του είναι ασφαλτοστρωμένες. Ακούω τετρακύλινδρο μοτέρ να πλησιάζει, με τον αναβάτη του να το φορτώνει το στροφόμετρο. Φτάνει στο χωριό, σταματάει χωρίς να κατέβει και χωρίς να βγάλει κράνος, ρίχνει μια ματιά δεξιά-αριστερά, κάνει επί τόπου στροφή και φεύγει προς την κατεύθυνση που ήρθε. Μυστήριο. Αν είχε ξεχάσει κάτι στο σπίτι, κι ήταν κάτοικος Αθηνών, ήθελε χίλια χιλιόμετρα μπρος πίσω για να πάει να το πάρει. Μερικοί όμως αφορμή για να κάνουν χιλιόμετρα ψάχνουν. Μπορεί όμως να αντιλήφθηκε, λίγο αργά είναι η αλήθεια, πως είχε φτάσει σε λάθος χωριό για το ραντεβού του. Tip: Φίλε, μην εμπιστεύεσαι το GPS, ειδικά αν έχει αυτόματη διόρθωση, κι αντί να πας στο Με-λιγαλά σε στέλνει στο Μέ-τσοβο. Επίσης, παίζει κι εκείνη να σε έστησε, και να μην είχε ποτέ σκοπό να σε συναντήσει.

Ο φιλομαθής με τον φραπέ στο χέρι: "Ρε συ, πες μου τώρα που σε βρήκα, εσύ που ξέρεις. Το Horex το καινούργιο είναι καλό;" Τι να σου πω ρε συ, δεν βλέπω πολλά να κυκλοφορούν, αν το πάρεις όμως, ευχαρίστως να το οδηγήσουμε.

Άλλος, σε διαδικασία επίλυσης μυστηριωδών συμπτωμάτων: "Έχει ένα πρόβλημα η μοτοσυκλέτα μου. Ξεκινάω, και μόλις βάζω τρίτη-τετάρτη ο κινητήρας σβήνει. Ευτυχώς ήταν κατηφόρα ως το σπίτι κι έβαλα την ουδέτερη, ξέρεις, την NATURAL, και τσούλησα μέχρι εκεί. Ο μάστορας μου είπε πως φταίει η εξάτμιση, που δεν είναι της μάνας του, και μου έχει παραγγείλει μια καινούργια. Πιστεύεις πως θα λυθεί το πρόβλημα;" Του μάστορα σίγουρα, της μοτοσυκλέτας, χλωμό το βλέπω.

Οι ασορτί: Ίδια κράνη, ίδια ρούχα με την συνεπιβάτιδα, και να σωστά μαντέψατε, Γερμανική μοτοσυκλέτα οδηγούσε, απ' αυτές με τα Βαυαρικά και κατόπιν υιοθετημένα Ελληνικά χρώματα στο σηματάκι τους. Οι βαλίτσες της μαμάς του, η οδήγηση δική του. Με αυτοκίνητο ήμουν, σε δρόμο με κίνηση, και μέσα σε μια ώρα τον πέρασα – με πέρασε τρεις φορές. Μα τι κάνουν; Συχνουρία έχουν; Ποιό είναι το νόημα να οδηγείς μοτοσυκλέτα αν σε ένα δρόμο με κίνηση πηγαίνεις τελικά πιο αργά από τα αυτοκίνητα; Tip: Yπάρχουν και αυτοκίνητα με το ίδιο σηματάκι.

Οι κλαμπάτοι: Για άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε φέτος το καλοκαίρι η υποψία μου πως μόλις η παρέα μεγαλώσει πάνω από τις δύο-τρεις μοτοσυκλέτες, η μέση ωριαία τους πέφτει δραματικά. Τα πράγματα χειροτερεύουν όταν οι μοτοσυκλέτες είναι όλες ίδια μοντέλα, οπότε για κάποιο μυστηριώδη λόγο ο αριθμός των στάσεων αυξάνεται εκθετικά, και η άφιξη στον όποιο προορισμό γίνεται όνειρο όλο και πιο μακρινό. Επιπλέον, κάθε κατηγορία μοτοσυκλετών φαίνεται πως προτιμά διαφορετικά σημεία για στάση. Οι παρέες με αναβάτες μεγάλων on-off σταματούν μόνο εκεί που υπάρχει φαγητό, και έχω την υποψία πως μερικές τέτοιες παρέες σταματούν σε ΟΛΑ τα σημεία όπου υπάρχει φαγητό. Με το δεδομένο πως κατά κανόνα το φαγητό στους κεντρικούς οδικούς άξονες είναι για πέταμα, είναι να απορείς τι είδους γαστριμαργικό τουρισμό κάνουν οι άνθρωποι. Βεβαίως, έτσι σου λύνεται η απορία γιατί από μακριά το Varadero το 1000 φαινόταν σαν 125.

Ούτε οι σφήκες: "Σταμάτησα να φάω δυο σουβλάκια ρε παιδί μου, ε, αν έρχεσαι για Ήπειρο από Αθήνα μέσω της παλιάς εθνικής, Θήβα, Λειβαδιά, Μπράλο, Δομοκό, με 640 Adventure, σε πιάνει μια πείνα. Κάπου μετά την Καλαμπάκα, παραγγέλνω δυο σουβλάκια, τρώω το ένα γιατί πείναγα πολύ, κι όπως κοίταζα το άλλο, έρχονται κάτι σφήκες, το μυρίζουν... και φεύγουν." Προφανώς ο φίλος που μου διηγήθηκε την ιστορία την παρεξήγησε την φάση, και δεν κατάλαβε πως μ' αυτό τον τρόπο οι Έλληνες επιχειρηματίες στο χώρο της εστίασης βοηθούν αποτελεσματικά στη διατήρηση της σιλουέτας των ταξιδιωτών. Το σκεπτικό είναι απλό: Δεν θα φας πολύ, αφού δεν τρώγονται. Κι αν φας έστω και λίγο, δεν θα θέλεις να ξαναδείς κρέας για κανένα μήνα. Αποτοξίνωση. Tip: Μπορείτε να κουβαλάτε μια σφήκα μαζί σας, για να δοκιμάζει το φαγητό των εστιατορίων της εθνικής πριν το ακουμπήσετε.

Τα χαρμάνια: Για κάποιον περίεργο λόγο, οι αναβάτες των superbike καπνίζουν περισσότερο. Μπορεί να υπάρχει μια μυστηριώδης σύνδεση με τις συχνότητες των κραδασμών δεύτερης τάξης των τετρακύλινδρων και τις εκκρίσεις αδρεναλίνης, που κάνει επιτακτική την ανάγκη για νικοτίνη στα πιο άσχετα σημεία. Τους έχω δει σταματημένους σε ΛΕΑ πλάτους 40 πόντων με τις νταλίκες να περνάνε στον πόντο από τα κλιπόν τους, να τραβάνε παράλληλη τζούρα από το τσιγάρο τους και το φουγάρο του φορτηγού. Επίσης, πρέπει να κατέχουν το ανεπίσημο ρεκόρ για το πιο γρήγορο άναμμα τσιγάρου από την στιγμή που το σταντ θα ακουμπήσει στην άσφαλτο. Υπάρχει λόγος όμως γι' αυτό: Πρέπει να δείξουν στο φίλο τους, που θα σταματήσει ένα λεπτό μετά, πως τον περιμένουν πολλή ώρα. Σ' αυτό βοηθούν και μερικές γόπες που μπορείς να έχεις φυλαγμένες σε αλουμινόχαρτο, και τις πετάς κάτω μόλις σταματήσεις: "Που είσαι ρε σαύρα, μισό πακέτο έχω κάνει..."

Το μυστήριο των διοδίων: Βλέπω μοτοσυκλέτες σταματημένες μετά τα διόδια, και απορώ. Την ημέρα, κάθονται μέσα στον ήλιο, εκεί ακριβώς που αυτοκίνητα και νταλίκες επιταχύνουν και το καυσαέριο πάει σύννεφο. Η ζέστη μπορεί να είναι αφόρητη, τα ρούχα τους κατά κανόνα μαύρα, αλλά αυτοί εκεί, κάνουν στάση ή περιμένουν τους φίλους τους. Τη νύχτα, σταματούν καμιά εκατοστή μέτρα μακριά, εκεί που το ημίφως αρχίζει να γίνεται σκοτάδι και τα νυσταγμένα και βαριά φώτα του νταλικιέρη δεν θα είναι αρκετά για να τους δει. Απ' την άλλη, αν θες να σταματήσεις κάπου και ΔΕΝ θέλεις να πας σε βενζινάδικο ή εστιατόριο, οι επιλογές σου περιορίζονται πολύ. Τα πάρκινγκ των ακριβοπληρωμένων μας "εθνικών οδών" βρωμάνε και ζέχνουν, που να τα επισκεφθείς και νύχτα; Για προορισμούς γράφουν όλα τα ταξιδιωτικά, μήπως ήρθε η ώρα να φτιάξουμε μια λίστα με τα "Φιλικά στο μοτοσυκλετιστή σημεία στάσης";

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας: Στο ΗΙGH TEST του 1998, όταν με ... οn-off είχαμε πάει κοντά στις ψηλότερες κορυφές της Ελλάδας, ανεβήκαμε όσο μπορούσαμε και στον Σμόλικα, το δεύτερο ψηλότερο βουνό. Είχαμε 12 on-off και μέσα σε πέντε μέρες επισκεφθήκαμε πέντε βουνά πάνω από τα 2000 μέτρα. Πλάκα είχε. Περιττό να σας πω πως τα μηχανάκια είχαν πέσει όλα, όπως και οι μισοί τουλάχιστον αναβάτες. Στον Σμόλικα έπεσε το τελευταίο που είχε μείνει αλώβητο, σε μια ανηφόρα που σηματοδότησε και το τέλος της ανάβασής μας στο βουνό. Όχι πως είχαμε πει πως θα την ανέβουμε, ήταν τόσο μεγάλη η κλίση και τόσο ανώμαλο το έδαφος που δεν είχε νόημα με αυτά τα μηχανάκια. Από τότε όμως, αν και ήξερα πως από πάνω υπάρχει μια στάνη και ξεκινά το μονοπάτι για την Δρακόλιμνη, μου είχε μείνει η απορία: Που τελειώνει ο δρόμος; Πόσο πάει ακόμα; Ευκαιρία να το ανακαλύψω, αφού πέρναγα από την περιοχή. Ο δρόμος είναι πολύ όμορφος, ξεκινά από το χωριό Πάδες κι ανηφορίζει στον Σμόλικα, περνά από ξέφωτα όπου περιμένεις να δεις νεράιδες κι από σκοτεινά δάση όπου μόνο τρολ μπορούν να ζουν, νερά τρέχουν παντού. Μας κάνουν εντύπωση τα πολλά σπασμένα δέντρα. Φτάνουμε και στην επίμαχη ανηφόρα, εκεί είναι ακόμα, μόνο που ο δρόμος την παρακάμπτει πια: Συνεχίζει δεξιά, μια αριστερή φουρκέτα, μια δεξιά και στα πενήντα μέτρα από την κορυφή της περιβόητης ανηφόρας, σταματάει σε μια στάνη. Αυτό ήταν λοιπόν. Αν τότε είχαμε παιδευτεί, είχαμε τραβήξει κι είχαμε σπρώξει για να ανεβάσουμε ένα τουλάχιστον μηχανάκι επάνω, θα έκανε άλλα πενήντα μέτρα πριν σταματήσει! Υψόμετρο εκεί; 1940 μέτρα, δυο ευγενικά παλικάρια στη στάνη, η μάνα τους και η γιαγιά τους: "Λύσσαξαν τα σκυλιά ψες βράδυ γιε μου, αρκούδα δεν ήταν, δεν κάνουν έτσι άμα ειν' αρκούδα, λύκος ήταν αλλά τίποτα δεν έκανε".

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας επιτέλους έχει λυθεί, τώρα μένει άλλο: Ανεβαίνει μηχανάκι στην Δρακόλιμνη από κει;