Editorial 621 - Η εξέλιξη του είδους έχει και βήματα προς τα πίσω

Από το

motomag

1/8/2021

Τα τελευταία χρόνια στους αγώνες όσα δυστυχήματα και ατυχήματα με σοβαρούς τραυματισμούς συμβαίνουν, έχουν κατά συντριπτική πλειοψηφία ένα κοινό παρονομαστή, οι αναβάτες χτυπούν μεταξύ τους ή δέχονται το μοιραίο χτύπημα από άλλους αναβάτες που δεν έχουν καταφέρει να τους αποφύγουν. Έχουμε πλέον εξελίξει τον εξοπλισμό ασφαλείας που φορά κάποιος σε βαθμό πρωτόγνωρο για άλλες εποχές, αερόσακους που αντιλαμβάνονται σε κλάσματα δευτερολέπτου αν πρόκειται να πέσεις και η μοτοσυκλέτα να μην σηκώνεται, από το αν θα πέσεις και η μοτοσυκλέτα θα μπορεί να συνεχίσει, οπότε δεν θα πρέπει να ενεργοποιηθεί για να μπορέσεις να συνεχίσεις! Τα κράνη αντέχουν πολλά “G” και οι περισσότεροι από όσους βλέπουν αγώνες ακόμη προσπαθούν να καταλάβουν την διαφορά των “G” που δέχεται ο πιλότος και χάνει τις αισθήσεις του με ελάχιστα, από τα δεκάδες που μετρούν οι στολές των αναβατών σε κάθε πτώση. Κι ο κόσμος μπερδεύεται διότι πολύ απλά τώρα άρχισε να γίνεται αποδέκτης αυτής της πληροφορίας και δεν γνωρίζει πώς να την αξιολογήσει!

Παράλληλα και ταυτόχρονα, οι πίστες έχουν αποκτήσει άσφαλτο για να μπορέσεις να διορθώσεις, παγίδες για να σταματήσεις όταν δεν θα καταφέρεις να διορθώσεις και τέλος τοίχο να σε σταματήσει κάπως καλύτερα όταν δεν θα αρκεί και η παγίδα. Πέφτεις με πολλά και γλιτώνεις χωρίς κανένα τραυματισμό ή πολύ πιο ανώδυνα από εκείνο που θα μπορούσε να συμβεί με παλαιότερη χάραξη. Και κάθε έξοδος, κάθε ατύχημα γίνεται αμέσως και μάθημα για να διορθωθεί η κάθε πίστα ακόμη περισσότερο.

Και μετά είναι τα ηλεκτρονικά. Εκείνα που θα προσπαθήσουν να μειώσουν τις πιθανότητες να συμβούν όλα τα παραπάνω, όμως προσέξτε, δεν είναι αυτός ο σκοπός που δημιουργήθηκαν. Δεν είναι η ασφάλεια τους το πρώτο μέλημα, η χρήση τους έχει παρεξηγηθεί από την πλειοψηφία. Τα ηλεκτρονικά είναι εκεί για να πηγαίνουν οι αναβάτες γρηγορότερα. Να κάνουν περισσότερους γύρους κοντά στο όριο και να μην παρουσιάζουν τεράστιες αυξομειώσεις από την αρχή και μέχρι το τέλος του αγώνα. Σε παρόμοια κουβέντα με τον Freddie «Fast» Spenser λίγο πριν αναλάβει πρόεδρος των κριτών στα MotoGP, είχε αναφερθεί σε συζήτηση με τον Rossi σχετικά με τα ηλεκτρονικά της νέας εποχής, ως αναβάτες που ξέρουν πολύ καλά το πριν, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να έχουν την απόδοση των σημερινών μοτοσυκλετών χωρίς την συνδρομή τους! Διότι η σύγκριση ιπποδύναμης και βάρους που γίνεται με εκπροσώπους της μεγάλης κατηγορίας από μία παλαιότερη εποχή, δεν έχει καμία υπόσταση, από την στιγμή που τώρα καλείσαι να κάνεις έναν αγώνα στο όριο πολύ καλύτερων ελαστικών, μέσα σε πίστες που επιτρέπουν πολύ καλύτερο ρυθμό. Τα ηλεκτρονικά τους βοηθούν να είναι συνέχεια πολύ πιο κοντά στο όριο κι αν μπορούσαν να αντικαταστήσουν ικανότητες, τότε δεν θα χαιρόμασταν τους αγώνες τόσο πολύ όπως συμβαίνει τώρα.

Όλη αυτή η εξέλιξη όμως έχει φέρει και τους αναβάτες πιο κοντά από κάθε άλλη φορά με την εκπαίδευσή τους να ξεκινά πιο νωρίς από κάθε άλλη φορά. Μην βιαστείτε να πείτε πως παλιά οδηγούσαν όλοι μαζί μπουλούκι, διότι ναι έτσι ήταν. Αλλά με άλλες συνθήκες από τις σημερινές. Όπως όλες οι μορφές του αθλητισμού, έτσι και ο μηχανικός αθλητισμός δεν υποβάλλει σε κάποιο λάθος όταν ξεκινά από νεαρή ηλικία. Η εξέλιξη κάθε αθλήματος έρχεται από τον πρωταθλητισμό και τέτοιοι είναι οι άνθρωποι που αφοσιώνονται και κάνουν μόνο αυτό στην ζωή τους. Άλλες θυσίες έπρεπε να κάνουμε εμείς, μου είχε πει ο Spencer κι άλλες οι τωρινοί αναβάτες. Κανείς δεν μπορεί να κάνει άμεσες συγκρίσεις του τότε με το σήμερα. Και σήμερα ξεκινάς από νωρίς για να φτάσεις εκεί που είναι οι άλλοι.

Κι όλα αυτά μας έχουν φέρει σε σκηνικά όπως της Μοτο3 και Moto2 που είναι εξαιρετικά να τα βλέπεις από έξω αλλά ανεβάζουν κατά πολύ τον κίνδυνο. Και όσο όλα αυτά τα παραπάνω πεδία εξέλιξης προχωρούν και προς τα κάτω, σε άλλα εθνικά πρωταθλήματα που λειτουργούν ως βάσει για τα MotoGP, ο κίνδυνος μεταφέρεται και σε αυτά. Πρόσφατο τραγικό γεγονός ο θάνατος του 14χρουνου Hugo Millan στον αγώνα της πίστας Aragon για το FIM Repsol CEV. Φοβερή πίστα, φοβερά ελαστικά, φοβερές μοτοσυκλέτες και μία συστάδα νέων αναβατών που όλοι τους οδηγούσαν μαζί γιατί αυτό δημιουργούν τέτοιες φοβερές συνθήκες: Μία θερμοκοιτίδα για στενό ανταγωνισμό – και στον μηχανικό αθλητισμό ο στενός ανταγωνισμός φέρνει και ατυχήματα. Πολλές φορές ανάγονται και σε δυστυχήματα και όσο πιο νέος είναι ο αθλητής, τόσο πιο τραγικό και το γεγονός. Ας σκεφτούμε και μία στιγμή τον συνομήλικό του που έπεσε επάνω του. Δεν είναι ούτε Colin Edwards ούτε Valentino Rossi να αποχαιρετήσουν τον Marco Simoncelli γνωρίζοντας πως δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι για να τον αποφύγουν. Πρέπει να ζήσει με κάτι που χαρακτηρίζεται από όλους τραγικό αθλητικό συμβάν, αλλά ο ίδιος το βλέπει διαφορετικά. Η εξέλιξη έχει αυξήσει την ασφάλεια σε πρωτόγνωρο βαθμό σε όλα τα πεδία που έπασχαν οι αγώνες μέχρι τώρα. Από τον εξοπλισμό και τις πίστες μέχρι και τις μοτοσυκλέτες. Χρειάζεται τελείως διαφορετική προσέγγιση από εδώ και πέρα και περεταίρω εξέλιξη της τεχνολογίας για να περιορίσουμε κι αυτό το φαινόμενο. Ένα ηλεκτρονικό, ασύρματο kill switch, έχει ήδη πέσει σαν ιδέα. Θα καταστρέφει τον αγώνα όσων ακολουθούν αλλά αυτό είναι ελάχιστος φόρος. Αν υπήρχε τρόπος να μην οδηγεί σε νέο ατύχημα θα είχε βρει υποστηρικτές. Προς το παρόν λοιπόν δεν είμαστε μπροστά σε τεχνολογία. Είμαστε πίσω…

editorial 521 - το τέλος της τέχνης;

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/3/2013

Ή η αρχή μιας άλλης; Μιλάω για την τέχνη της οδήγησης της μοτοσυκλέτας, με την έννοια της συνολικής σχέσης του αναβάτη μαζί της, της ενασχόλησής του με την λειτουργία της και την συντήρησή της. Κάθε πρόοδος της τεχνολογίας φέρνει και αλλαγές σ' αυτή τη σχέση. Από το 1969 που η λέξη "ηλεκτρονική" εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα, στο τρικύλινδρο δίχρονο Kawasaki Mach III 500, μπήκαν τα ηλεκτρονικά στην μοτοσυκλετιστική μας ζωή, ενώ σήμερα οι κορυφαίες μοτοσυκλέτες έχουν περισσότερα ηλεκτρονικά συστήματα από ποτέ, κι είμαστε μόνο στην αρχή της εξέλιξης των περισσότερων από αυτά. Και πιο πριν όμως, πριν το 1969, κάθε μικρή πρόοδος άλλαζε κάτι σημαντικό. Σκεφτείτε τους ταπεινούς διακόπτες των ρεζερβουάρ με τις τρεις υπό εξαφάνιση "λέξεις", ΟΝ-ΟFF-RES. Μέχρι να εμφανιστούν, έπρεπε να έχεις συνεχώς το νου σου πότε θα τελειώσει η βενζίνη, να σταματάς, να ανοίγεις την τάπα και να κουνάς τη μηχανή δεξιά αριστερά ώστε να κρίνεις με το μάτι (αν δεις το πλατσούρισμα) και το αφτί (το πως ακουγόταν το πλατσούρισμα) πόσο μακριά μπορείς να πας ακόμα. Με την εμφάνιση του ON-OFF-RES απλά άφηνες το αριστερό σου χέρι από το τιμόνι για να γυρίσεις ρεζέρβα, που από την εμπειρία σου ήξερες για πόσο σου φτάνει. Αργότερα, εμφανίστηκαν οι δείκτες στάθμης καυσίμου, με ένα πρόβλημα: Ήταν πολύ αναξιόπιστοι, καθώς κανένα ρεζερβουάρ μοτοσυκλέτας δεν έχει κανονικό σχήμα, κι έδειχναν γεμάτο-γεμάτο-γεμάτο για πολλά χιλιόμετρα, για να περάσουν όμως στο άδειο-άδειο- έμεινες βλάκα πολύ γρήγορα. Σήμερα έχουμε ψηφιακές μπαρίτσες που αναβοσβήνουν, μετρήσεις μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, και το πιο χρήσιμο απ' όλα, χιλιόμετρα που σου απομένουν μέχρι να μείνεις.

Για να μην πούμε τι γνώσεις και ενασχόληση απαιτούσαν οι προπολεμικής τεχνολογίας μοτοσυκλέτες, με λεβιεδάκια για την προπορεία της ανάφλεξης, για τον αέρα, παλιότερα και χειροκίνητη λίπανση κινητήρα, ακόμα και φώτα που άναβαν με σπίρτο, ας πιάσουμε το θέμα από την έλευση της ηλεκτρονικής ανάφλεξης. Ξαφνικά, ο αναβάτης δεν χρειαζόταν να ασχοληθεί με το ιδανικό αβάνς για κάθε ταχύτητα κιβωτίου, άνοιγμα γκαζιού και κλίση του οδοστρώματος. Δεν χρειαζόταν καν να υπάρχει μηχανικό αβάνς. Δεν χρειαζόταν πια να ξέρει τι κάνουν οι πλατίνες, να τις καθαρίζει, να τις ρυθμίζει και να τις αλλάζει, να βάζει λάδι στο σφουγγαράκι τους, να βρίσκει πεταμένο στην άκρη του δρόμου χαρτονάκι από Άσσο σκέτο κασετίνα για να ρυθμίζει το διάκενό τους στα 0,4 mm περίπου, να βρίσκει ντουκόχαρτο για να τις πάρει λίγο όταν μπιμπικιάσουν, να ταιριάζει άλλο πυκνωτάκι γιατί σιγά μην παραγγείλει το δικό τους. Ό,τι βρεθεί. Το κεφάλαιο πλατίνες όμως είχε ξεκινήσει την πορεία του προς το τέλος. Η βασική διαφορά των ηλεκτρονικών από τις πλατίνες είναι πως ενώ για τις πλατίνες ο αναβάτης μπορούσε να κάνει κάτι (να τις ρυθμίσει ή να τις αλλάξει στο πλάι του δρόμου και να συνεχίσει, όταν χαλάσει όμως η ηλεκτρονική πρέπει να την πετάξεις και αγοράσεις μια άλλη (και οι πρώτες χαλούσαν, ειδικά οι aftermarket), που δεν έβρισκες πρόχειρη και σε κάθε χωριό της Ελλάδας. Πλατίνες όμως, είχες πολλές πιθανότητες να βρεις, αν δεν κουβαλούσες μαζί σου.

Ήρθαν και εποχές που ο αναβάτης δεν είχε να ρυθμίσει τίποτα. Ούτε αναρτήσεις, ούτε απόδοση κινητήρα, ούτε κάτι άλλο που να είχε σχέση με την συμπεριφορά και τις επιδόσεις της μοτοσυκλέτας. Έτσι είναι, κι ο καθένας ας την οδηγήσει όπως μπορεί. Φυσικά, πάντα κάποιοι μπορούσαν καλύτερα από τους άλλους. Σήμερα, με όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα, υπάρχει άραγε εξίσωση των αναβατών, ή παραμένουν οι διαφορές μεταξύ τους; Μια απλουστευμένη λογική λέει πως από την στιγμή που τα ηλεκτρονικά αποφασίζουν τι θα συμβεί, η απόδοση των φρένων για παράδειγμα, θα είναι ίδια για όλους. Πατάς με όλη σου τη δύναμη, το ABS κάνει τη δουλειά του, οι ημιενεργητικές αναρτήσεις την δική τους, σταματάνε όλοι οι αναβάτες στις ίδιες αποστάσεις, αντίστοιχα γλιτώνουν όλοι το ίδιο ένα γλίστρημα χάρη στο traction control, κατεβάζουν όλοι όπως νά 'ναι ταχύτητες αφού έχουν μονόδρομο συμπλέκτη και auto blipper, και κάπως έτσι είναι εύκολο να πιστέψει κανείς πως πάει πια, δεν χρειάζεται να ξέρει κανείς να οδηγεί, τα συστήματα τα κάνουν όλα γι' αυτόν, άντε κι έγιναν όλοι ίδιοι. Μόνο που στην πραγματική ζωή δεν είναι καθόλου έτσι. Είναι αλήθεια πως τα ηλεκτρονικά συστήματα μπορούν να βοηθήσουν κάποιον αναβάτη, άπειρο ή έμπειρο αδιάφορο, να την γλιτώσει κάποια στιγμή. Ο λιγότερο ικανός όμως θα παραμείνει σ' αυτό το επίπεδο, ενώ ο καλύτερος αναβάτης θα αφιερώσει χρόνο και φαιά ουσία για να κατανοήσει πλήρως και εμπειρικά την λειτουργία του κάθε συστήματος. Μετά, έρχεται το επόμενο στάδιο, η πλήρης εκμετάλλευση των νέων δυνατοτήτων που προσφέρει το κάθε καλοσχεδιασμένο σύστημα. Βοηθούν τα ηλεκτρονικά στην εξέλιξη των αναβατών; Σίγουρα ναι. Κανείς αναβάτης δεν μπορούσε ποτέ να οδηγεί με μπλοκαρισμένους τους τροχούς. Το σύνηθες ήταν ένα ξαφνικό μπλοκάρισμα και εξίσου αστραπιαία, επώδυνη πτώση. Αυτό που αλλάζει είναι πως τώρα ο αναβάτης προειδοποιείται για το όριο της πρόσφυσης και του μπλοκαρίσματος, και ρυθμίζει το φρενάρισμά του ανάλογα, πετυχαίνοντας πολύ πιο εύκολα τη μέγιστη επιβράδυνση. Αυτό και μόνο απελευθερώνει ένα κομμάτι από την υπολογιστική ισχύ του εγκεφάλου του, που δεν χρειάζεται πια να ασχολείται με το συγκεκριμένο θέμα, τουλάχιστον όχι τόσο πολύ. Αν προσθέσει κανείς τις αντίστοιχες μειώσεις απαιτήσεων σε υπολογιστική ισχύ και στα θέματα της πρόσφυσης, της απόκρισης – απόδοσης του κινητήρα και της λειτουργίας των αναρτήσεων που άρχισαν πια να προσαρμόζονται στις συνθήκες της κάθε στιγμής, ο αναβάτης έχει πια το περιθώριο να ασχοληθεί την αξιοποίηση όλων αυτών, με τις γραμμές του, με τις εντολές του προς την μοτοσυκλέτα, έτσι όπως ποτέ πριν δεν μπορούσε να κάνει. Γι' αυτό κι ακόμα δεν μπορούμε να ξέρουμε σε ποιο οδηγικό επίπεδο μπορούν να μας φτάσουν. Ακόμα και οι αναβάτες – θεοί των MotoGP μπορεί να αναπολούν τις μέρες χωρίς ηλεκτρονικά "βοηθήματα", τουλάχιστον όσοι έμαθαν αρχικά να τρέχουν χωρίς αυτά, αλλά δεν θα μπορούσαν να πάνε το ίδιο γρήγορα χωρίς αυτά. Και πάλι, μιλάμε για τους καλύτερους του κόσμου, με τις καλύτερες μοτοσυκλέτες, που τρέχουν σε συγκεκριμένες συνθήκες μιας κλειστής πίστας. Στους δρόμους, είναι μια άλλη ιστορία. Για ρωτήστε τους, πόσοι από αυτούς τους υπερ-αναβάτες κυκλοφορούν με μοτοσυκλέτα στο δρόμο; Αν υπάρχει κάποιος, θα είναι η εξαίρεση.

Χρειάζεται να έχει κανείς πρότερη εμπειρία σε "αναλογικές" μοτοσυκλέτες, για να εκτιμήσει τις "ψηφιακές"; Όχι απαραίτητα. Μπορεί να είναι και καλύτερα να μην έχει. Είναι δύσκολο για τους περισσότερους να αποβάλλουν συνήθειες και προκαταλήψεις ετών. Το πραγματικό αποτέλεσμα θα το δούμε στους αναβάτες των επόμενων γενεών, που θα έχουν μάθει να βρίσκουν νέα όρια μόνο πάνω σε νέες μοτοσυκλέτες.

Ο τίτλος αυτού του editorial είναι παραπλανητικός. Η τέχνη δεν τελειώνει, εξελίσσεται. Το ίδιο και οι αναβάτες. Αυτό που αλλάζει μαζί με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών είναι το είδος της εμπλοκής του αναβάτη, ποια πράγματα χρειάζεται να σκέφτεται, πότε και πόσο. Η ουσία όμως, παραμένει ίδια. Κατανόηση, εφαρμογή, εξέλιξη. Έτσι κι αλλιώς, η κίνηση μιας μοτοσυκλέτας και στους τρεις άξονες του χώρου (ταυτόχρονα!) και το πλήθος των ερεθισμάτων που δέχεται ο αναβάτης της, απαιτεί πολύ πιο ουσιαστική εμπλοκή απ' ότι ένα αυτοκίνητο. Επιβάλλεται άλλωστε, καθώς οι συνέπειες του κάθε λάθους μπορεί να είναι πολύ χειρότερες. Από τη μια, φοβάμαι πως οι οδηγοί των σύγχρονων αυτοκινήτων μπορεί να γίνονται καλοί χειριστές αλλά σπάνια πραγματικά καλοί οδηγοί, καθώς δεν αποκτούν εμπειρία για την δυναμική συμπεριφορά του αυτοκινήτου όταν πια οι νόμοι της φυσικής ορίζουν την πορεία του. Μερίδιο ευθύνης εδώ, ειδικά στα αυτοκίνητα, έχουν και οι πωλητές, όπως και πολλοί "δημοσιογράφοι", που επιμένουν "αυτό δεν κολλάει πουθενά, τα κάνει όλα μόνο του, πάντα θα σε σώζει". Μια ματιά στις μπαριέρες και τα χαντάκια του δρόμου πάει στο χιονοδρομικό του Παρνασσού, τις μέρες που ο δρόμος είναι χιονισμένος ή και παγωμένος, δίνει μια καλή άποψη: Ειδικά αυτά που υποτίθεται πως είναι άτρωτα, όπως οι μεγάλες ψηλές τζιπούρες, πάνε στου χαντάκ' χωρίς δεύτερη συζήτηση, αν ο οδηγός τους πιστέψει τους ισχυρισμούς πωλητών και εταιριών. Το ίδιο ισχύει και στις μοτοσυκλέτες. Τα συστήματα δεν είναι πανάκεια, απλά σου βγάζουν μερικές σκοτούρες απ' το κεφάλι σου, αφήνοντάς σε να ασχοληθείς με άλλα ζητήματα. Το γεγονός πως η οδήγηση μοτοσυκλέτας απαιτεί το 100% της προσοχής σου, δεν αλλάζει. Αποδεδειγμένα όμως, τα συστήματα αυτά μειώνουν τις συνέπειες μιας λάθος εκτίμησης και μας βοηθούν να πάμε πιο γρήγορα, με περισσότερη ασφάλεια.

Κάθε εξέλιξη φέρνει νέες απαιτήσεις. Όταν το φαίρινγκ της BMW R100RS και τα άλλα full fairing που ακολούθησαν έκαναν εφικτό το πολύωρο ταξίδι μεγάλων ταχυτήτων, έθεσε και μια σειρά νέων, αυξημένων απαιτήσεων σε λάστιχα, αναρτήσεις, φρένα, πλαίσια... Όσο ανέβαιναν οι ιπποδυνάμεις και οι ταχύτητες, ανέβαιναν κι ένα σκαλί οι απαιτήσεις, όχι μόνο για την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα, αλλά και για τον αναβάτη της. Όταν δεν υπήρχαν ρυθμίσεις αναρτήσεων, δεν ασχολούνταν κανείς μαζί τους κι όλα καλά, πορευόσουν μ' αυτά που είχες. Βάλε όμως στην εξίσωση τις πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις με hi-low speed συμπίεση, προφορτίσεις, επαναφορές, ύψος πίσω ανάρτησης, σκληρότητες ελατηρίων, ύψος στάθμης λαδιού και διαφορετικό ιξώδες, κι έχεις ένα λαμπρό νέο πεδίο γνώσης και πειραματισμών που οδηγεί και σε καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας, και σε βελτίωση της συμπεριφοράς της, και σε πιο σκεπτόμενους αναβάτες, και σε πρόοδο των ίδιων των αναρτήσεων.

Φυσικά, το κάθε ηλεκτρονικό σύστημα που είναι προγραμματισμένο να λειτουργεί και να επεμβαίνει με ένα συγκεκριμένο τρόπο, έχει και ένα εγγενές και ουσιώδες μειονέκτημα: Είναι τόσο καλό (ή κακό) όσο του επιτρέπουν οι παράμετροι της λειτουργίας του. Μπορεί οι κατασκευαστές να λένε πως προγραμματίζουν τα συστήματά τους να αντιδρούν όπως θα ήθελε ένας έμπειρος αναβάτης, πιπιλίζοντας παράλληλα την καραμέλα της ασφάλειας, η πραγματικότητα όμως είναι πως στόχος των πωλήσεών τους δεν είναι το μικρό ποσοστό των πραγματικά καλών αναβατών, αλλά η μετριότητα της μάζας, που ελπίζουν να ψήσουν πως η υπερμοτοσυκλέτα τους δεν αποτελεί απειλή, αλλά ευεργέτημα. Πως θα τους ανεβάσει σε οδηγικές απολαύσεις παραδεισένιες, σε μέρη μακρινά κι ονειρεμένα, πως θα τους κάνει καλύτερους απ' ότι είναι. Μόνο που αυτό δεν γίνεται. Κανείς προγραμματιστής δεν μπορεί να προβλέψει τις καταστάσεις που θα προκύψουν στην πραγματική ζωή, το ίδιο όπως κανείς κατασκευαστής κράνους δεν μπορεί να προβλέψει όλους τους πιθανούς τρόπους και τόπους πρόσκρουσης του ξερού μας κεφαλιού που θα φοράει το κράνος. Η ασφάλεια όμως είναι το μεγάλο εμπόρευμα των ημερών μας, κι αυτό μας πουλάνε όλοι. Η αλήθεια είναι πως με ηλεκτρονικά ή χωρίς, η μοτοσυκλέτα παραμένει υπέροχα επικίνδυνη, και γι' αυτό την αγαπάμε. Φαίνεται πως μας χρειάζεται να νιώθουμε πως για μια ακόμη μέρα, για μια ακόμη βόλτα, τα καταφέραμε με την αξία μας απέναντι στους κινδύνους. Με βοηθήματα ή χωρίς. Κι αν μια μέρα βγει το απόλυτα ασφαλές μοντέλο που με τίποτα δεν θα σε αφήσει να κινδυνεύσεις, 1) Δεν θα είναι μοτοσυκλέτα, και 2) Δεν θα έχει ενδιαφέρον.