Editorial 621 - Η εξέλιξη του είδους έχει και βήματα προς τα πίσω

Από το

motomag

1/8/2021

Τα τελευταία χρόνια στους αγώνες όσα δυστυχήματα και ατυχήματα με σοβαρούς τραυματισμούς συμβαίνουν, έχουν κατά συντριπτική πλειοψηφία ένα κοινό παρονομαστή, οι αναβάτες χτυπούν μεταξύ τους ή δέχονται το μοιραίο χτύπημα από άλλους αναβάτες που δεν έχουν καταφέρει να τους αποφύγουν. Έχουμε πλέον εξελίξει τον εξοπλισμό ασφαλείας που φορά κάποιος σε βαθμό πρωτόγνωρο για άλλες εποχές, αερόσακους που αντιλαμβάνονται σε κλάσματα δευτερολέπτου αν πρόκειται να πέσεις και η μοτοσυκλέτα να μην σηκώνεται, από το αν θα πέσεις και η μοτοσυκλέτα θα μπορεί να συνεχίσει, οπότε δεν θα πρέπει να ενεργοποιηθεί για να μπορέσεις να συνεχίσεις! Τα κράνη αντέχουν πολλά “G” και οι περισσότεροι από όσους βλέπουν αγώνες ακόμη προσπαθούν να καταλάβουν την διαφορά των “G” που δέχεται ο πιλότος και χάνει τις αισθήσεις του με ελάχιστα, από τα δεκάδες που μετρούν οι στολές των αναβατών σε κάθε πτώση. Κι ο κόσμος μπερδεύεται διότι πολύ απλά τώρα άρχισε να γίνεται αποδέκτης αυτής της πληροφορίας και δεν γνωρίζει πώς να την αξιολογήσει!

Παράλληλα και ταυτόχρονα, οι πίστες έχουν αποκτήσει άσφαλτο για να μπορέσεις να διορθώσεις, παγίδες για να σταματήσεις όταν δεν θα καταφέρεις να διορθώσεις και τέλος τοίχο να σε σταματήσει κάπως καλύτερα όταν δεν θα αρκεί και η παγίδα. Πέφτεις με πολλά και γλιτώνεις χωρίς κανένα τραυματισμό ή πολύ πιο ανώδυνα από εκείνο που θα μπορούσε να συμβεί με παλαιότερη χάραξη. Και κάθε έξοδος, κάθε ατύχημα γίνεται αμέσως και μάθημα για να διορθωθεί η κάθε πίστα ακόμη περισσότερο.

Και μετά είναι τα ηλεκτρονικά. Εκείνα που θα προσπαθήσουν να μειώσουν τις πιθανότητες να συμβούν όλα τα παραπάνω, όμως προσέξτε, δεν είναι αυτός ο σκοπός που δημιουργήθηκαν. Δεν είναι η ασφάλεια τους το πρώτο μέλημα, η χρήση τους έχει παρεξηγηθεί από την πλειοψηφία. Τα ηλεκτρονικά είναι εκεί για να πηγαίνουν οι αναβάτες γρηγορότερα. Να κάνουν περισσότερους γύρους κοντά στο όριο και να μην παρουσιάζουν τεράστιες αυξομειώσεις από την αρχή και μέχρι το τέλος του αγώνα. Σε παρόμοια κουβέντα με τον Freddie «Fast» Spenser λίγο πριν αναλάβει πρόεδρος των κριτών στα MotoGP, είχε αναφερθεί σε συζήτηση με τον Rossi σχετικά με τα ηλεκτρονικά της νέας εποχής, ως αναβάτες που ξέρουν πολύ καλά το πριν, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να έχουν την απόδοση των σημερινών μοτοσυκλετών χωρίς την συνδρομή τους! Διότι η σύγκριση ιπποδύναμης και βάρους που γίνεται με εκπροσώπους της μεγάλης κατηγορίας από μία παλαιότερη εποχή, δεν έχει καμία υπόσταση, από την στιγμή που τώρα καλείσαι να κάνεις έναν αγώνα στο όριο πολύ καλύτερων ελαστικών, μέσα σε πίστες που επιτρέπουν πολύ καλύτερο ρυθμό. Τα ηλεκτρονικά τους βοηθούν να είναι συνέχεια πολύ πιο κοντά στο όριο κι αν μπορούσαν να αντικαταστήσουν ικανότητες, τότε δεν θα χαιρόμασταν τους αγώνες τόσο πολύ όπως συμβαίνει τώρα.

Όλη αυτή η εξέλιξη όμως έχει φέρει και τους αναβάτες πιο κοντά από κάθε άλλη φορά με την εκπαίδευσή τους να ξεκινά πιο νωρίς από κάθε άλλη φορά. Μην βιαστείτε να πείτε πως παλιά οδηγούσαν όλοι μαζί μπουλούκι, διότι ναι έτσι ήταν. Αλλά με άλλες συνθήκες από τις σημερινές. Όπως όλες οι μορφές του αθλητισμού, έτσι και ο μηχανικός αθλητισμός δεν υποβάλλει σε κάποιο λάθος όταν ξεκινά από νεαρή ηλικία. Η εξέλιξη κάθε αθλήματος έρχεται από τον πρωταθλητισμό και τέτοιοι είναι οι άνθρωποι που αφοσιώνονται και κάνουν μόνο αυτό στην ζωή τους. Άλλες θυσίες έπρεπε να κάνουμε εμείς, μου είχε πει ο Spencer κι άλλες οι τωρινοί αναβάτες. Κανείς δεν μπορεί να κάνει άμεσες συγκρίσεις του τότε με το σήμερα. Και σήμερα ξεκινάς από νωρίς για να φτάσεις εκεί που είναι οι άλλοι.

Κι όλα αυτά μας έχουν φέρει σε σκηνικά όπως της Μοτο3 και Moto2 που είναι εξαιρετικά να τα βλέπεις από έξω αλλά ανεβάζουν κατά πολύ τον κίνδυνο. Και όσο όλα αυτά τα παραπάνω πεδία εξέλιξης προχωρούν και προς τα κάτω, σε άλλα εθνικά πρωταθλήματα που λειτουργούν ως βάσει για τα MotoGP, ο κίνδυνος μεταφέρεται και σε αυτά. Πρόσφατο τραγικό γεγονός ο θάνατος του 14χρουνου Hugo Millan στον αγώνα της πίστας Aragon για το FIM Repsol CEV. Φοβερή πίστα, φοβερά ελαστικά, φοβερές μοτοσυκλέτες και μία συστάδα νέων αναβατών που όλοι τους οδηγούσαν μαζί γιατί αυτό δημιουργούν τέτοιες φοβερές συνθήκες: Μία θερμοκοιτίδα για στενό ανταγωνισμό – και στον μηχανικό αθλητισμό ο στενός ανταγωνισμός φέρνει και ατυχήματα. Πολλές φορές ανάγονται και σε δυστυχήματα και όσο πιο νέος είναι ο αθλητής, τόσο πιο τραγικό και το γεγονός. Ας σκεφτούμε και μία στιγμή τον συνομήλικό του που έπεσε επάνω του. Δεν είναι ούτε Colin Edwards ούτε Valentino Rossi να αποχαιρετήσουν τον Marco Simoncelli γνωρίζοντας πως δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι για να τον αποφύγουν. Πρέπει να ζήσει με κάτι που χαρακτηρίζεται από όλους τραγικό αθλητικό συμβάν, αλλά ο ίδιος το βλέπει διαφορετικά. Η εξέλιξη έχει αυξήσει την ασφάλεια σε πρωτόγνωρο βαθμό σε όλα τα πεδία που έπασχαν οι αγώνες μέχρι τώρα. Από τον εξοπλισμό και τις πίστες μέχρι και τις μοτοσυκλέτες. Χρειάζεται τελείως διαφορετική προσέγγιση από εδώ και πέρα και περεταίρω εξέλιξη της τεχνολογίας για να περιορίσουμε κι αυτό το φαινόμενο. Ένα ηλεκτρονικό, ασύρματο kill switch, έχει ήδη πέσει σαν ιδέα. Θα καταστρέφει τον αγώνα όσων ακολουθούν αλλά αυτό είναι ελάχιστος φόρος. Αν υπήρχε τρόπος να μην οδηγεί σε νέο ατύχημα θα είχε βρει υποστηρικτές. Προς το παρόν λοιπόν δεν είμαστε μπροστά σε τεχνολογία. Είμαστε πίσω…

editorial 525 - Ο μύθος ζει

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/7/2013

Κι όμως, ο μύθος της μοτοσυκλέτας δημιουργήθηκε από αυτούς που προκαλούσαν το κοινό αίσθημα, την κοινή ησυχία και τους φιλήσυχους πολίτες. Κάτι Άγριοι Μάρλον Μπράντοι, κάτι Ήσυχοι Καβαλάρηδες με τα πιρούνια σαπέρα, κάτι μπυροκοιλιάδες με πολλά ραφτά στα γιλέκα τους, κάτι αλάνια με τέσσερις σε καμία και κουρελούδες για να έρθουμε και στα δικά μας. Μπορεί από την απόσταση των τριάντα ή σαράντα χρόνων όλα αυτά να μας φαίνονται από αφελή έως ρομαντικά, για την εποχή τους όμως ήταν πολύ σοβαρά, απασχολούσαν την κοινή γνώμη, οι γριές σταυροκοπιόντουσαν, οι νοικοκυραίοι έβριζαν τα ξεκράνωτα αληταριά. Παράλληλα, υπήρχαν βέβαια και οι καθωσπρέπει μοτοσυκλετιστές, με τα κράνη τους και τα δερμάτινά τους τα Λιούις Λέδερς που είχαν φέρει "απέξω", καβάλα στα ακριβά τους μηχανάκια. Πολύ χοντρικά, υπήρχε ένας διαχωρισμός ανάμεσα σε παράνομους και νόμιμους.

Όταν οι "νόμιμοι" έγιναν πολλοί, κι έγιναν πολλοί χάρη στο μύθο που είχαν δημιουργήσει οι "παράνομοι", χρειάστηκαν δεκαετίες προσπαθειών για να καθαρίσουν από πάνω τους τη ρετσινιά του αλήτη. Εδώ μέσα υπάρχει μια σχιζοφρένεια, αν το σκεφθεί κανείς ψύχραιμα. Δηλαδή κάποιοι προσελκύονται από την αίγλη της αντίστασης στα κατεστημένα ήθη μέσω της μοτοσυκλέτας, κι αμέσως μετά προσπαθούν να αποκηρύξουν αυτή την εικόνα. Δεν χάνουν έτσι τον λόγο που τους έφερε στην μοτοσυκλέτα, μαζί με την αίγλη της; Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα, που "γέμισε ο τόπος μοτοσυκλέτες", όταν άλλοι προσπαθούν να οριοθετήσουν τους "αληθινούς" σε σχέση με τους "ψεύτικους" μοτοσυκλετιστές. Μπορούν όμως στ' αλήθεια να μπουν κριτήρια μοτοσυκλετιστικής αυθεντικότητας; Να φτιάξουμε κι ένα ειδικό ΚΤΕΟ αναβατών που θα δίνει πιστοποιητικά γνησιότητας; Και τι κριτήρια θα μπορούσαν να είναι αυτά; Διανυθέντα χιλιόμετρα; Μηχανολογικές γνώσεις; Χρονομετρήσεις στην πίστα; Δεν πιστεύω πως έχει καν νόημα να το σκέφτεται κανείς.

Αν επιλέξει κανείς μοτοσυκλέτα, είναι μοτοσυκλετιστής. Για όποιον λόγο κι αν το κάνει. Ας μην ξέρει κατά που πέφτει το μπουζί κι ας πιστεύει πως η μπιέλα είναι είδος παγωτού ή τραγουδίστρια. Ας μην έχει ταξιδέψει ποτέ έξω από τα όρια του δήμου του. Ακόμα κι αν πλαγιάζει μόνο όταν κοιμάται, κι όχι στις στροφές. Τι σε κόφτει εσένα και γκρινιάζεις; Μήπως κι εσύ, αντίστοιχα, δεν χάλασες την πιάτσα σ' ό,τι σου αναλογεί; Αν ζήταγες την γνώμη των παλιών αλανιών για σένα, αλλά και των σύγχρονων, μπορεί κι εκείνοι να σκέφτονται κάτι αντίστοιχα μειωτικό για σένα.

Για σκέψου. Αγόρασες μοτοσυκλέτα γιατί; Όποια απάντηση κι αν δώσει ο καθένας μας σ' αυτό το ερώτημα, δεν θα γίνει περισσότερο ή λιγότερο μοτοσυκλετιστής. Ναι κύριε, αγόρασα από μίμηση. Ναι, εγώ για φιγούρα. Ναι, για να δείχνω πως είμαι ωραίος τύπος, για να τρομάζω τον εαυτό μου, για να ανήκω κάπου, για να αποκτήσω μια ταυτότητα, δώστε όποια απάντηση θέλετε, κι από αυτές που θεωρούνται θετικές, ή από αυτές που άλλοι θεωρούν κατακριτέες. Μην δίνετε καμία σημασία, τελικά, δεν έχει σημασία το γιατί.

Αν θεωρήσει κανείς πως μπορεί να υπάρχουν "κριτήρια μοτοσυκλετιστού", είναι σαν να δέχεται πως υπάρχουν μοτοσυκλετιστές – πρότυπα που σαν κι αυτούς θα έπρεπε να είναι και όλοι οι άλλοι. Αυτό όμως θυμίζει πολύ επικίνδυνα κάτι άλλους τύπους που λένε πως όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να ανήκουν στην Άρεια φυλή και τους υπόλοιπους να τους κάνουμε σαπούνια. Αν αρχίσουμε με τα κριτήρια και τις προδιαγραφές, τότε ξεκινάμε μια διαδικασία χωρίς νόημα και χωρίς τέλος, θα καταντήσουμε σαν τους πολιτικούς και τα κόμματά τους.

Φυσικά, υπάρχουν και οι ακραίοι. Δεν είμαι σίγουρος αν υπάρχει πουθενά στον πλανήτη απολύτως νομοταγής μοτοσυκλετιστής, που δεν παραβαίνει ποτέ τον ΚΟΚ και είναι πλήρως συμμορφωμένος με κάποια ιδανικά πρότυπα μοτοσυκλετιστή. Έτσι ως υπόθεση εργασίας, ας πούμε πως υπάρχει. Στο άλλο άκρο, έζησα πρόσφατα μια βραδιά στην Καστοριά, όπου οι συνήθεις προσκολλούμενοι της Πανελλήνιας κάγκουρες έκαναν τα δικά τους, burn out, μοτέρ στους κόφτες κι άλλα τέτοια ψυχαγωγικά, παρέα με μερικούς ντόπιους.

Το σκηνικό εύκολα θα μπορούσε να είχε ξεφύγει εντελώς. Το πλήθος που είχε μαζευτεί στον παραλιακό δρόμο μπροστά στα μπαράκια απολάμβανε την μηχανολογική αναισθησία και το άρωμα του καμένου λάστιχου. Μα πόση ώρα μπορεί να δουλεύει ένα V-Strom 650 στον κόφτη; Πόσο μεγάλο κατόρθωμα είναι να κάψεις ένα λάστιχο σταματημένος; Κάποια στιγμή, η αστυνομία που ήταν απούσα από το συγκεκριμένο σημείο, αλλά ειδοποιημένη εκ των προτέρων από τους οργανωτές της Πανελλήνιας περίμενε τέτοιου είδους γεγονότα, έκλεισε την κυκλοφορία στον δρόμο αυτό και περίμενε μερικές εκατοντάδες μέτρα παραπέρα, στα φανάρια. Άφησε δηλαδή να ξεφύγει πρώτα το πράγμα, αντί να έχει μια διακριτική παρουσία που θα απέτρεπε να ξεφύγει. Έτσι κι αλλιώς, ήταν τόσο το πλήθος που άλλες αγαπημένες γυμναστικές επιδείξεις όπως σούζες και κόντρες, δεν ήταν δυνατόν να γίνουν. Μια μοτοσυκλέτα όμως που σβουρίζει επιτόπου, ξυστά στα πόδια εκατοντάδων θεατών, ή πιο δίπλα η άλλη που έκαιγε λάστιχο με το μοτέρ στον κόφτη, δεν θέλει πολύ για να εκτοξευτεί μέσα στο πλήθος, από απόσταση επαφής. Τα θύματα θα ήταν σίγουρα, ευτυχώς όμως δεν έγινε κάτι τέτοιο. Όσο περνούσε η ώρα, τόσο ανέβαινε και το "κέφι". Κι όταν στο αποκορύφωμά του έφτασαν τρία περιπολικά και συνέλαβαν ένα άτομο, ήταν σαφώς αργά: Το πλήθος με μια βοή έκλεισε γύρω από τα περιπολικά, επιτέθηκε στους αστυνομικούς και απέσπασε τελικά τον κρατούμενο από τα χέρια τους, εμφανώς χτυπημένο και με τα ρούχα σκισμένα. Το πλήθος πέταγε μπουκάλια, φώναζε περί μπάτσων γουρουνιών και δολοφόνων, έσπασε κι ένα παρμπρίζ περιπολικού. Αν ήμουν αστυνομικός, μάλλον θα φοβόμουν για την ζωή μου εκείνη την ώρα, ως θεατής, είχα το νου μου μην αρχίσουν να πέφτουν τίποτα αδέσποτες, από μάπες έως σφαίρες. Δεν ήθελε και πολύ. Οι αστυνομικοί, ψύχραιμοι, αποφασίζουν να φύγουν. Μόλις μπήκαν στα περιπολικά, κάποιος που είχε τη μηχανή του παρκαρισμένη με την ανοιχτή της εξάτμιση μισό μέτρο από το παράθυρο του οδηγού του περιπολικού, ανέβηκε πάνω της, έβαλε μπρος, κι άφησε το μοτέρ να κακαρίζει στον κόφτη. Οι αστυνομικοί ξανακατεβαίνουν από τα περιπολικά, μιλάνε με τον τύπο, αλλά δεν τον συλλαμβάνουν. Απ' ό,τι κατάλαβα ακούγοντάς τους να μιλάνε, ήταν ντόπιος, τον ήξεραν. Τα μάζεψαν κι έφυγαν από κει, αλλά την έστησαν στα φανάρια όπου υπήρχε και κλούβα των ΜΑΤ, κι έγραφαν όποιον έφευγε από κει. Αυτά έγιναν το Σάββατο, τα ίδια και χειρότερα επαναλήφθηκαν την Κυριακή, χωρίς όμως έφοδο περιπολικών. Απλά κάθησαν και έγραφαν ως τα ξημερώματα όσους έφευγαν από κει, για ό,τι μπορούσαν να τους γράψουν.

Το ζήτημα για το αν ήταν σωστές οι ενέργειες της αστυνομίας είναι άλλο, γιατί ακούγεται λίγο περίεργο να επιτρέπεις να γίνεται η κόλαση και μετά να γράφεις όποιον φεύγει από κει γιατί δεν φόραγε κράνος. Είναι σαφές πως θα μπορούσαν να είχαν χειριστεί πιο αποτελεσματικά την κατάσταση. Αυτό όμως που με απασχολεί εδώ είναι πως δεν μπορεί να δηλώνει κάποιος "αυτοί δεν είναι μοτοσυκλετιστές", και να ελπίζει έτσι πως δεν θα του κολλήσει κι αυτού η ρετσινιά του κάγκουρα (ή ο τιμητικός τίτλος, ανάλογα από ποια μεριά το βλέπεις). Είτε μας αρέσει είτε όχι, όλοι εμείς που χρησιμοποιούμε μοτοσυκλέτα είμαστε μοτοσυκλετιστές, χωρίς εξαιρέσεις. Και πρώτα απ' όλα βέβαια, είμαστε άνθρωποι, το "μοτοσυκλετιστής" είναι απλά μια ακόμα ιδιότητα που μπορεί να έχει κανείς. Δεν έχουμε όλοι τον ίδιο χαρακτήρα, δεν συμπεριφερόμαστε το ίδιο. Ζούμε όμως σε μια κοινωνία, κι έχουμε συμφωνήσει να τηρούμε κάποιους κανόνες. Υπάρχει νομοθεσία για το τι επιτρέπεται και τι όχι. Κι ο καθένας είναι υπεύθυνος και υπόλογος για τις πράξεις του. Όπως δεν έχει κανένα νόημα να βγαίνουν οι πολίτες και να δηλώνουν "εμείς δεν είμαστε κλέφτες", όταν κάποιοι άλλοι ληστέψουν μια τράπεζα, έτσι δεν έχει και νόημα να φωνάζουμε "αυτοί δεν είναι μοτοσυκλετιστές, εμείς δεν είμαστε έτσι". Το τι είναι ο καθένας το δείχνει με τις πράξεις του, κι όσοι είναι τόσο ηλίθιοι ώστε να πιστεύουν πως οι πράξεις μερικών δεκάδων ατόμων χαρακτηρίζουν εκατοντάδες χιλιάδες άλλους, δικό τους πρόβλημα (ευφυΐας). Αν υπάρχουν δέκα δολοφόνοι μέσα σε δέκα εκατομμύρια Έλληνες, τότε όλοι οι Έλληνες είναι δολοφόνοι;

Αν υπάρχουν μοτοσυκλετιστές με παραβατική συμπεριφορά, δεν είναι υπόθεση των υπόλοιπων μοτοσυκλετιστών να τους "συνετίσουν", ούτε χρειάζεται να διαχωρίσουν την θέση τους. Δεν μιλάμε για αυτοδικία εδώ. Ούτε η αποκήρυξή τους από τους υπόλοιπους έχει κάποιο νόημα ή αποτέλεσμα. Το μόνο που έχει νόημα, είναι να κάνει ο καθένας τη δουλειά του. Οι οργανωτές της Πανελλήνιας την δική τους, η αστυνομία την δική της. Καλά έκαναν οι πρώτοι και προειδοποίησαν τις αρχές, αφού ήξεραν το φορτίο που κουβαλάει τόσα χρόνια η Πανελλήνια, πολύ άσχημα έκαναν οι δεύτεροι την δική τους, αφού απουσίαζε η έννοια πρόληψη, και δεν έκαναν τίποτα μέχρι να ξεφύγει τελείως η κατάσταση.

Μερικοί ίσως σκεφτούν πως είναι λυπηρό ότι οι καγκουριές στην Καστοριά συγκέντρωναν κάθε βράδυ πολύ περισσότερο κόσμο απ' ότι συνολικά η Πανελλήνια στο Νεστόριο. Από αυτό μπορεί να βγει το συμπέρασμα πως πολύ περισσότεροι γουστάρουν έκνομο χαβαλέ απ' ότι μια συγκέντρωση καθωσπρέπει μοτοσυκλετιστών. Και που είναι το πρόβλημα δηλαδή, και γιατί πρέπει να μας εκπλήσσει αυτό; Ίσα ίσα, που είναι φυσικό και αναμενόμενο και κανένα πρόβλημα. Το αντίθετο θα ήταν σαν να υποστηρίζουμε πόσο την βρίσκουμε να ταξιδεύουμε στην εθνική οδό τηρώντας τα όρια ταχύτητας. Ξαναγυρίζουμε έτσι στην αρχή του κειμένου μας, και στις αρχές του μύθου της μοτοσυκλέτας. Μήπως είναι αυτοί ακριβώς οι κάγκουρες που τον συντηρούν σήμερα, άσχετα αν οι καθωσπρέπει τους γουστάρουν ή όχι; Φυσικά και δεν επικροτώ ή δεν ενθαρρύνω συμπεριφορές που βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή των άλλων. Σκέφτομαι όμως, πως αν οι πολιτικώς ορθοί μοτοσυκλετιστές είχαν αντίστοιχη ενέργεια και προσήλωση στον στόχο τους, θα είχαν πετύχει πολύ περισσότερα. Οι συμπεριφορές των ανθρώπων δεν αλλάζουν εύκολα. Ακριβώς όπως και οι γυναίκες προτιμούν τα κακά παιδιά από τα μαμόθρεφτα, έτσι και οι κάγκουρες έχουν το δικό τους κοινό. Μήπως υπάρχει και λίγη ζήλεια σ' αυτή την αντιπαράθεση; Αντίστοιχη με την αρχέγονη έχθρα μεταξύ νομάδων και μονίμως εγκατεστημένων;

Είμαστε όλοι μοτοσυκλετιστές. Δεν μπορεί να είμαστε όλοι ίδιοι, δεν είναι εφικτό, άσε που θα ήταν και πολύ βαρετό. Ούτε χρειάζεται να μοιάσουν οι μεν στους δε, ούτε υπάρχουν καν "μεν" και "δε". Σ' ένα βαθμό, όλοι μας γινόμαστε και λίγο κάγκουρες εκεί που νομίζουμε πως μας παίρνει, ή για να διασκεδάσουμε. Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω... Όλοι μας είμαστε κομμάτι του κόσμου της μοτοσυκλέτας, ας τον απολαύσουμε ο καθένας όπως γουστάρει.