Editorial 607 - Στροφή στην μοτοσυκλέτα!

Από το

motomag

1/6/2020

Το πρόβλημα σε αυτή την χώρα ήταν πάντα οι πολλές φωνές. Ποτέ δεν είχαμε λίγες ή απουσία άποψης που να δείχνει πως στερεύουμε, αδυνατίζουμε και γινόμαστε εύκολα θύματα της εκάστοτε κυβέρνησης. Δεν μιλάω γενικά, αν και ισχύει με άνεση ως γενικός κανόνας σε αυτή την χώρα. Αναφέρομαι ωστόσο συγκεκριμένα στην μοτοσυκλέτα. Λέμε χρόνια στο ΜΟΤΟ πως τα διπλώματα πρέπει να εξισωθούν με την υπόλοιπη Ευρώπη και δεχόμαστε δύο ειδών αντιδράσεις. Θετικές κατά πλειοψηφία -ευτυχώς- και κάποιες αρνητικές που τις έχουμε χωρίσει σε δύο υποκατηγορίες. Η πρώτη είναι από συμφέρον, η δεύτερη από την βαθιά ανάγκη για αντιπαράθεση, που ως βαλκάνιοι είναι πάντα ο αφρός σε οποιαδήποτε μπύρα κι αν πίνουμε. Έτσι λοιπόν αντίθεση στην εξίσωση των διπλωμάτων φέρνει μερίδα εκπαιδευτών που πιστεύουν πως έτσι θα χάσουν έσοδα και αντίδραση για την αντίδραση έρχεται από μερίδα υπερευαίσθητων που νομίζουν πως έτσι θα αυξηθούν τα ατυχήματα. Είναι και οι δύο λάθος κι ευτυχώς αποτελούν μειοψηφία. Τα έσοδα για τους εκπαιδευτές οδήγησης θα αυξηθούν, γιατί θα μεγαλώσει αυτομάτως το ποσοστό μοτοσυκλετιστών στη χώρα, που θα πηγαίνουν για το επόμενο σκαλοπάτι στην άδεια. Αυτό έχει δείξει το παράδειγμα των υπόλοιπων χωρών, αλλά δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο για να το καταλάβετε από την εικόνα που είχαν πριν την καραντίνα τα σημεία που διενεργούνται εξετάσεις: Ένα σωρό έμπειροι αναβάτες με τις προσωπικές τους μοτοσυκλέτες που ενώ οδηγούν για χρόνια, δεν είχαν βγάλει ποτέ δίπλωμα. Νομίζει κανείς πως αυτή είναι μία εικόνα του παρελθόντος αλλά συμβαίνει τώρα, το 2020 στην Ελλάδα, στην Ευρώπη δηλαδή που δεν νοείται να υπάρχει ανασφάλιστο όχημα. Τονίζω το πριν την καραντίνα γιατί υπάρχει δικαιολογία για το μετά, και την απουσία εξετάσεων αυτό το διάστημα. Κάποιος όμως που οδηγεί για χρόνια χωρίς δίπλωμα το δικύλινδρο 650 ή 900 δεν του φταίει η καραντίνα που δεν έβγαλε δίπλωμα. Η εικόνα μπροστά στο Υπουργείο Μεταφορών που γίνονται οι εξετάσεις είναι αποκαρδιωτική για το ποσοστό έμπειρων αναβατών που βγάζουν δίπλωμα πρακτικά με το ζόρι, ενώ οδηγούν για χρόνια στους δημόσιους δρόμους. Και η κουβέντα μας με τους εκπαιδευτές οδήγησης το επιβεβαιώνει. Η βασική δικαιολογία για όσους οδηγούν χωρίς δίπλωμα, είναι η ίδια που υπάρχει και για το κράνος και τον υπόλοιπο εξοπλισμό αναβάτη. «Είχα λεφτά μόνο για μοτοσυκλέτα». Που μεταφράζεται καλύτερα σε «πήρα εκείνη που ήθελα, όχι εκείνη που θα έπρεπε αν έβλεπα το κόστος συνολικά: Δίπλωμα / Κράνος / Μπουφάν / Γάντια / Μποτάκια». Θα βάλει και εξάτμιση όμως, πριν πάρει τα παραπάνω, εκεί θα πάει η επόμενη επένδυση!

Η άλλη μορφή αντίδρασης είναι αυτή που αγνοεί πως όλοι οι παραπάνω είναι ήδη κομμάτι των ελληνικών δρόμων, από τα πλέον επικίνδυνα αν εμπλακείς σε ατύχημα μαζί τους. Ζητώντας ακόμη περισσότερα μαθήματα. Δηλαδή η μερίδα αυτή θέλει να γιγαντωθεί το πρόβλημα περισσότερο, καθώς περισσότερα μαθήματα σημαίνει μεγαλύτερο κόστος που είναι και ο βασικός λόγος που βλέπουμε νεαρούς χωρίς δίπλωμα. Με τα μαθήματα δεν έγινε κανείς οδηγός. Με τον σωστό έλεγχο όμως αποφεύχθηκαν πολλά. Και έλεγχο σε αυτή την χώρα δεν έχουμε.

Δίχως να ζητά κανείς να ζήσουμε με περισσότερη αστυνόμευση, η αντίληψη του ωχαδερφισμού που επικρατεί εδώ, είναι που πρέπει να νικηθεί. Και στην Αυστρία και στην Γερμανία και στην Ισπανία και την Ιταλία, χώρες που δεν μας μοιάζουν και χώρες με τις οποίες μοιραζόμαστε κοινά στοιχεία, θα «την βγάλεις καθαρή» αν κάνεις μία σούζα ή αν οδηγήσεις γρήγορα σε έναν επαρχιακό δρόμο. Ναι είναι περισσότερο πιθανό συγκριτικά με εδώ, να κερδίσεις μία κλήση για επικίνδυνη οδήγηση στην Ισπανία. Αλλά θα το έχεις κάνει σε ένα δρόμο με απίθανη άσφαλτο όπου οδηγείς συχνότερα γιατί έχεις ζήσει και περισσότερο. Τα τροχαία δυστυχήματα για τους Ισπανούς μοτοσυκλετιστές είναι λιγότερα ανά κάτοικο από ότι στην Ελλάδα. Μην τολμήσεις όμως να βγεις από το σπίτι δίχως κράνος. Δεν θα το κάνεις κανείς, δεν θα το κάνει ούτε και ο πιτσιρικάς που δουλεύει τα καλοκαίρια σε ξενοδοχεία και μπαρ, για να κερδίσει το δικαίωμα στην ιγμορίτιδα το χειμώνα. Δουλεύει τα καλοκαίρια για να αγοράσει μοτοσυκλέτα το χειμώνα και να γυρνά ξεκράνωτος ρουφώντας την μύτη του μέχρι να έρθει η Άνοιξη και η ώρα που θα βγάζει τα μυγάκια από το μάτι του. Κι όλα αυτά, συχνά χωρίς δίπλωμα… Το πρώτο πράγμα που θα πάρει μαζί του αν φύγει από το χωρίο και πάει απέναντι στην Ιταλία για το πρώτο του ταξίδι, είναι το κράνος. Εκεί δεν θα διανοηθεί να καβαλήσει χωρίς. Θα το ξανά βγάλει στην επιστροφή…

Το πρόβλημά μας λοιπόν, δεν είναι αν θα γίνονται πιο αυστηρές εξετάσεις διπλώματος, που έτσι και αλλιώς δεν πιστοποιούν πως ξέρεις να οδηγείς μοτοσυκλέτα. Μεταξύ μας όλοι μας αναγνωρίζουμε πως μαθαίνεις οδηγώντας, όχι κάνοντας σαλιγκάρια σε κορύνες, εκτός κι αν μιλάμε για Gymkhana. Αν έχουμε μία φωνή προς τα έξω, κοινή, τότε μόνο θα μπορέσουμε να αλλάξουμε κάτι προς το καλύτερο. Και το καλύτερο μας το δείχνει το παράδειγμα και η πραγματικότητα, όχι η θεωρεία.

Στην υπόλοιπη Ευρώπη αυτή την στιγμή, κάνουν λόγο για την ανάγκη στροφής στην μοτοσυκλέτα ώστε ο κόσμος να μην μπαίνει στα μέσα μαζικής μεταφοράς και να μην μποτιλιαρίζεται στους δρόμους. Έφτασαν να συζητούν την διήθηση στην Γερμανία κι εμείς εδώ ακόμη μαλώνουμε μεταξύ μας για το αν κάποιος που οδηγεί αυτοκίνητο δέκα χρόνια, μπορεί με μερικά μαθήματα -και μόνο- να ανέβει σε ένα σκούτερ με έξι - οκτώ άλογα! Και ταυτόχρονα αδιαφορούμε για τον ακράνωτο δεκαεπτάχρονο που δεν πήρε ποτέ του δίπλωμα! Η υπόλοιπη Ευρώπη αναγνωρίζει πως η ιδιωτική μετακίνηση είναι καταρχήν δικαίωμα που πρέπει να διαφυλάξει και έπειτα πως με την μοτοσυκλέτα θα υπάρξει τρόπος να εξασφαλιστεί σε ένα μέλλον με περισσότερα οχήματα στους ήδη πηγμένους δρόμους. Εδώ ας το συζητήσουμε λίγο ακόμη, δεν βαριέσαι, υπάρχει χρόνος μέχρι την επόμενη πανδημία…

editorial τ.530 - αξίζουν και τώρα!

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/12/2013

Ένα από τα άσχημα των εποχών με αφθονία χρήματος ήταν πως έκαναν τις μοτοσυκλέτες να μοιάζουν αναλώσιμες. Όταν υπάρχει η δυνατότητα συχνών αλλαγών, και πολλοί δεν το σκέφτονταν δεύτερη φορά πριν πουλήσουν τη μια κι αγοράσουν την άλλη, μια παρενέργεια είναι πως μειώνεται ο χρόνος ενασχόλησης με την ίδια την μοτοσυκλέτα. Κι όταν δεν της βάζεις χέρι, όταν δεν την γνωρίζεις λίγο πιο βαθιά, όταν μόνο το συνεργείο ασχολείται μαζί της, τότε χάνεις πολλά από την σχέση σου μαζί της. Λόγω της ίδιας ευκολίας στην απόκτηση καινούργιας, στα παλιότερα μοντέλα κανείς δεν έδινε σημασία, κι ειδικά σ' αυτά που δεν ήταν τόσο παλιά ή σπάνια ώστε να θεωρούνται κλασικά, ειδικά σ' αυτά που δεν είχαν αξία χρηματική παρά μόνο συναισθηματική. Πολλές τέτοιες μοτοσυκλέτες βρίσκονται παρατημένες σε αυλές, αποθήκες και υπόγεια, μοτοσυκλέτες που τόσα είχαμε ζήσει μαζί τους αλλά κάποια στιγμή παροπλίστηκαν και ξεχάστηκαν. Ξανασκεφτείτε το, γιατί αυτές οι μοτοσυκλέτες αξίζουν και τώρα.

Η κατηγορία αυτή των Μοτοσυκλετών Συναισθηματικής Αξίας ξεφεύγει από τις συνήθεις κλασικές, κι όχι μόνο λόγω ηλικίας. Υπάρχει μια τεράστια διαφορά: Αυτές οι μοτοσυκλέτες έχουν αξία ειδικά και αποκλειστικά για τον ιδιοκτήτη τους, σε αντίθεση με τις κοινώς και παγκοσμίως αποδεκτές "ιστορικές". Ένα ταπεινό XL185S δεν έχει την χρηματική αξία ή την αίγλη ενός RC30, αλλά για αυτόν που το έχει στην καρδιά του λέει πολλά, ενώ το superbike μπορεί να το θαυμάζεις, αλλά να είναι συναισθηματικά αδιάφορο. Μπορεί την μοτοσυκλέτα να την είχες μικρός ή να την έχεις ακόμα κάπου παρατημένη, μπορεί να την θυμάσαι να περνάει κι εσύ να χάσκεις με το στόμα ανοιχτό, μπορεί να την είχε ο πατέρας σου και πάνω της να έκανες την πρώτη σου βόλτα. Μπορεί να ήταν μια φωτογραφία μόνο που κάποτε είχες δει σ' ένα περιοδικό, μπορεί να μην είχες καμιά παλιότερη επαφή μαζί της αλλά για τους δικούς σου μοναδικούς λόγους να έφαγες την φλασιά: "Θέλω να ζήσω πράγματα μαζί της". Και να ξεκινήσεις για ένα μοναδικό ταξίδι, που θα σε ανταμείψει πλούσια πριν καν πάρει μπρος ο κινητήρας και διανύσεις τα πρώτα μέτρα. Το πιο ενθαρρυντικό απ' όλα δεν είναι πως κάποιοι παλιοί μοτοσυκλετιστές βγάζουν ξανά στο δρόμο τις παλιές τους αγάπες, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Πολλοί νέοι αποφασίζουν να ασχοληθούν για πρώτη φορά με την μοτοσυκλέτα κι αντί να κλαίγονται που δεν έχουν χρήματα να αγοράσουν το τελευταίο σούπερ ουάου μοντέλο, μαζεύουν ένα παλιό μηδαμινής ή μηδενικής αξίας και το ξαναβγάζουν σε κυκλοφορία, με πολλή προσωπική ενασχόληση. Κι ίσως να μην υπάρχει καλύτερος τρόπος για να αρχίσει κάποιος το ταξίδι του στον κόσμο της μοτοσυκλέτας. Για σκεφτείτε το: Πριν καν την οδηγήσει, θα την έχει λύσει, επισκευάσει, συντηρήσει και ξαναδέσει, χτίζοντας μια μοναδική σχέση μαζί της. Και στην εποχή της ηλεκτρονικής "κοινωνικότητας", όταν οι άλλοι είναι σκυμμένοι στα έξυπνα κινητά τους και θεωρούν πως "επικοινωνούν", υπάρχουν παρέες που πραγματικά ζουν και επικοινωνούν μέσω κοινών δράσεων, που μαθαίνουν και διασκεδάζουν ξαναδίνοντας ζωή σε μια μοτοσυκλέτα, ξοδεύοντας λιγότερα χρήματα από το κόστος ενός καλού laptop.

Στην πορεία, ξαναζωντανεύουν τέχνες και τεχνικές που κινδυνεύουν να χαθούν, σώζονται γνώσεις και ανασύρονται πατέντες, εφευρίσκονται νέες και οι παρέες περνάνε καλά πριν ακόμα την πρώτη τους βόλτα. Το ευτύχημα είναι πως όλες αυτές οι συναισθηματικής αξίας μοτοσυκλέτες δεν χρειάζονται εξειδικευμένο εξοπλισμό για την συντήρηση και την ρύθμισή τους, καθώς τα ηλεκτρονικά τους λάμπουν δια της απουσίας τους, και τα διαγνωστικά ήταν άγνωστη λέξη όταν φτιάχτηκαν. Με βασικά εργαλεία και όρεξη μπορούν να γίνουν οι περισσότερες δουλειές, χωρίς να είναι απαραίτητα τα Τρία Χι της αναπαλαίωσης κλασικών μοτοσυκλετών: Χρήμα, Χρόνος, Χώρος. Ένας χώρος κάπου θα βρεθεί, χρόνος επίσης, ενώ το χρήμα είναι ελάχιστο, ειδικά όταν δεν σε απασχολεί η αυθεντικότητα και ξεφύγεις από το "100% original". Έτσι, ξεφεύγεις και από τα νύχια του αετονύχη που σε περιμένει με ακονισμένο το ξυράφι για να σου πουλήσει το καρασπάνιο original παπαράκι που θεωρεί πως αξίζει το βάρος του σε χρυσό. Κι έχει μεγαλύτερη αξία να καταφέρεις να σώσεις εξαρτήματα, παρά να έχεις φουσκωτό πορτοφόλι και να τα πάρεις όλα καινούργια. Πως ξανανιώνει ένα πλαστικό; Πως θα μπαλώσεις το σκουριασμένο φτερό χωρίς να φαίνεται; Πως θα ξεσκουριάσεις ζάντες και ακτίνες; Πως θα ξεβάψεις το πλαίσιο; Που θα βρεις "βαρελάκια" για να αλλάξεις συρματόσχοινα στις ντίζες; Πως θα καθαρίσεις το καρμπυρατέρ; Τις βίδες; Πως βγαίνουν τα ρουλεμάν των τροχών; Κι αυτά είναι λίγα μόνο από τα χιλιάδες ερωτήματα που θα δημιουργηθούν στην πορεία μιας ανακατασκευής, και που θα οδηγήσουν σε αντίστοιχες απαντήσεις και γνώση.

Φυσικά, κάποια στιγμή μπορεί να χρειαστούν αυθεντικά ανταλλακτικά, γιατί αυτά θέλεις, κι όχι κάποια πατέντα. Μέχρι στιγμής, υπήρχε μόνο μία εταιρεία που ενεργά στηρίζει με ανταλλακτικά παλιά (πολύ παλιά...) μοντέλα, κι αυτή είναι η BMW, που έχει κατάλογο με τα ανταλλακτικά των κλασικών της. Πρόσφατα όμως, η Suzuki στην Αγγλία ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα παλαιών ανταλλακτικών, που θα διατίθενται online για δημοφιλή μοντέλα του παρελθόντος. Η αρχή γίνεται με το πρώτο RGV250Γ, για το οποίο μπορεί κανείς να βρει εκτός από ανταλλακτικά, service και parts manual, όπως και προσπέκτους (τα manual είναι δωρεάν και μπορεί να τα κατεβάσει οποιοσδήποτε). Κάθε τρίμηνο θα ακολουθεί ένα ακόμα μοντέλο, όπως τα πρώτα GSX-R, το δίχρονο υγρόψυκτο 750 (ο "βραστήρας"), το GS1000S, η μεγάλη Katana 1100, το 250 Χ7 και άλλα. Ενστικτωδώς, έχουμε σε μεγαλύτερη εκτίμηση κάθε εταιρεία που σέβεται το παρελθόν της, και δεν το έχει ξεχάσει κοιτάζοντας μόνο το σήμερα. Ακόμα κι αν δεν υπάρχουν σε στοκ τα ανταλλακτικά (η Suzuki δεν διευκρινίζει αν θα ξαναφτιαχτούν ανταλλακτικά για αυτά τα μοντέλα ή θα διατίθεται το στοκ μέχρι να εξαντληθεί, αν και είναι λίγο απίθανο να έχουν πλήρες στοκ για GT750 και GS1000S, οπότε μάλλον θα τα ξαναφτιάξουν...) κάθε εταιρεία θα μπορούσε να έχει σε ειδικό site τα service manual και τους καταλόγους των ανταλλακτικών για τα προ εικοσαετίας μοντέλα της, βοηθώντας την ίδια της την ιστορία να παραμείνει ζωντανή και εμπνέοντας τους αναβάτες να μείνουν "πιστοί" στην μάρκα. Έτσι κι αλλιώς, μοτοσυκλέτες τέτοιας ηλικίας σπάνια περνούν την πόρτα εξουσιοδοτημένων συνεργείων, οπότε δεν πρόκειται να χάσουν χρήματα, και οι κατάλογοι των ανταλλακτικών μπορούν να χρησιμεύσουν και για παραγγελίες αλλά και για τις πολύ συχνές απορίες του στυλ "τώρα που στο διάολο έμπαινε αυτή η ροδέλα...". Ανοίγεις το parts list και βλέπεις άμεσα που πάει κάθε παπαράκι και κάθε καυλιτζέκι, γιατί πάντα είναι αυτά τα αγνώστου προορισμού και θέσεως εξαρτήματα που κάτι σου θυμίζουν, αλλά που με τίποτα δεν θυμάσαι που ακριβώς πάνε.

Αυτή η τάση, της αναγέννησης των Μοτοσυκλετών Συναισθηματικής Αξίας που Αξίζουν και Τώρα (ακριβώς γιατί έχουν συναισθηματική αξία!), συνδυάζεται ιδανικά και με το customizing. Ας ξεχάσουμε όμως καλύτερα την εποχή που custom σήμαινε "ψευτοτσόπερ", μοτοσυκλέτα δηλαδή μαζικής παραγωγής που αντλούσε το στυλ της από τις πραγματικά custom κατασκευές της αμερικάνικης δύσης, που σήμερα λέγεται cruiser. Περιφραστικά, θα μπορούσαμε να περιγράψουμε το customizing ως την διαδικασία με την οποία μετατρέπεται εμφανισιακά και λειτουργικά μια μοτοσυκλέτα έτσι ώστε να ταιριάζει με τα γούστα του ιδιοκτήτη της. Και τα café racer τέτοια είναι, και τα street trackers, και τα scrambler style και τόσα άλλα που δεν έχουν όνομα αλλά τους δίνει υπόσταση η φαντασία και η εργασία του κατασκευαστή τους. Ακόμα και ένα rat bike, custom είναι, φτιάχτηκε "επί τούτου". To customizing (και παρακαλώ τον Λύκο ως προφέσορα της Αγγλικής να εφεύρει τον ελληνικό όρο) αφορά όλες τις μοτοσυκλέτες, από τις πιο μικρές και φτηνές ως τις πιο μεγάλες και ακριβές. Όλοι μας λίγο πολύ κάτι κάνουμε στις μοτοσυκλέτες μας, κάποια πινελιά δική μας προσθέτουμε, είναι όμως οι πιο εκτεταμένες επεμβάσεις που μπορούν να βγάλουν αριστουργήματα ή εκτρώματα. Αν γουστάρετε για παράδειγμα ιταλικά V2, ρίξτε μια ματιά στην Radical Ducati που φτιάχνει κάτι αριστουργήματα με σαφείς αναφορές στο παρελθόν. Ή δείτε το στυλ των Deus και των Wrenchmonkees, που έχει επηρεάσει δεκάδες άλλους επαγγελματίες καστομάδες. Κάπου εκεί συναντιέται η μοτοσυκλέτα με την τέχνη, κάπου εκεί είναι και η ευκαιρία του κάθε ερασιτέχνη να δημιουργήσει. Θέλει και λίγο προσοχή βέβαια, γιατί σε τέτοιες περιπτώσεις όλοι οι φίλοι και γνωστοί θεωρούν υποχρέωσή τους να σου δηλώσουν "έτσι θα το κάνεις!", για κάτι που οι ίδιοι δεν έχουν κάνει ποτέ. Καθώς η μοτοσυκλέτα είναι προσωπική υπόθεση, και μια custom μοτοσυκλέτα ακόμη περισσότερο, μπορείτε να θυμίσετε στους φίλους σας πως η καμήλα είναι άλογο που το έφτιαξε επιτροπή. Και στην ουσία, κάθε αναγέννηση μοτοσυκλέτας που θα την κάνει να ξεφύγει από την αυθεντική της μορφή, είναι customizing. To ενθαρρυντικό είναι πως με αυτή την διαδικασία, μοτοσυκλέτες που ποτέ δεν διεκδικούσαν βραβείο ομορφιάς, μπορούν να μετατραπούν σε κάτι αξιόλογο, συνήθως με την διαδικασία της αφαίρεσης, με στόχο μια πιο μίνιμαλ αισθητική. Ποιός θα περίμενε πως ένα Suzuki LS650 Savage μπορεί να μετατραπεί σχετικά εύκολα σε dirt tracker ή café racer; Κι όμως, λίγο φαντασία θέλει, να μπορείς να βιδώνεις και να ξεβιδώνεις βίδες, κι άντε, να βοηθήσουν και μερικοί φίλοι. Ακόμα και ασχημόπαπα σαν κάτι Yamaha SR250 και περίεργα σαν τον Χαρούμενο Χοντρούλη TW200, μπορούν να γίνουν "κουλά" μηχανάκια, μοναδικά σαν αυτόν που θα τα φτιάξει.

Μέσα από μια τέτοια διαδικασία, μπαίνεις λίγο και στα παπούτσια των κατασκευαστών, και αν εσύ δυσκολεύεσαι να αποφασίσεις πως θες να κάνεις την δική σου, την προσωπική σου μοτοσυκλέτα, καταλαβαίνεις τι μπελά έχουν στο κεφάλι τους όσοι σχεδιάζουν μια μοτοσυκλέτα που προορίζεται για να αρέσει σε όλο τον πλανήτη. Μια άλλη πτυχή του customizing είναι πως σε πολλές περιπτώσεις οι μοτοσυκλέτες γίνονται λειτουργικά χειρότερες, στο όνομα της εμφάνισης: Σέλες υποτυπώδεις, αναρτήσεις με μικρότερες διαδρομές, ο απολύτως ελάχιστος εξοπλισμός, μικρότερα ρεζερβουάρ, λάστιχα τετράγωνα... Κι όμως, αυτές οι "ελλείψεις" τελικά καταλήγουν να ενισχύουν την εμπειρία, και όχι να την μειώνουν. Μια custom μοτοσυκλέτα μπορεί και να πηγαίνει, να στρίβει, να φρενάρει χειρότερα, αλλά η εμπειρία της οδήγησής της να είναι ανώτερη της καλύτερης λειτουργικά αρχικής της μορφής. Να και κάτι άλλο λοιπόν που ενισχύει το γόητρο των custom μοτοσυκλετών: Η απόλαυση που παίρνεις από την οδήγησή τους είναι ανεξάρτητη από μετρήσιμα μεγέθη επιδόσεων, ή τεχνικά χαρακτηριστικά που θα έδιναν την νίκη σε μια λεκτική μάχη της καφετέριας.

Μου φαίνεται πως η επιστροφή σε μοτοσυκλέτες που για τον καθένα μας αξίζουν και τώρα, και που έχουν επιλεγεί με συναισθηματικά και όχι ορθολογιστικά κριτήρια, δεν είναι παρά μια έστω και ασυνείδητη επιστροφή στις αρχικές αξίες της μοτοσυκλέτας, τότε που ένας κινητήρας, ένα πλαίσιο, ένα ρεζερβουάρ και δύο ρόδες ήταν αρκετές για να νιώσεις μοναδικές συγκινήσεις, ή για να κάνεις το γύρο του κόσμου. Οι αυτοκινητάδες το έχουν χάσει αυτό το παιχνίδι. Πως να κάτσεις να κάνεις ένα σύγχρονο αυτοκίνητο απλό και ελαφρύ σαν ένα 2CV; Δεν γίνεται. Μια μοτοσυκλέτα όμως...