Editorial 600 - Σε βάσεις γερές…

Από το

motomag

1/11/2019

Εξωπλανήτες σε αέναο ταξίδι στο διάστημα δίχως τροχιά, ώσπου κάθε μερικές εκατοντάδες τεύχη, η βαρύτητα κάποιου γαλαξία αναπόφευκτα μας παγιδεύει, κόβουμε τότε για λίγο ταχύτητα μέχρι όμως να εκτοξευτούμε ξανά εμπρός πολύ πιο γρήγορα από πριν! Όλες οι καριέρες έχουν το ίδιο, οι ζωές των ανθρώπων επίσης. Έτσι είναι και η πορεία του περιοδικού στον χώρο και τον χρόνο. Κι αν ρωτάτε που βρισκόμαστε τώρα, η απάντηση είναι ξεκάθαρα σε νέα επιτάχυνση. Τα τελευταία δύο χρόνια βρισκόμαστε σε μία νέα φάση επιτάχυνσης και δεν φαίνεται τίποτα στον ορίζοντα που θα μπορούσε να την ανακόψει… Κάπως συγκυριακά επίσης, ευθυγραμμίστηκαν τα πράγματα και στο 600στό τεύχος οδηγούμε αποκλειστικά την νέα Africa Twin, μία μοτοσυκλέτα που ξεκίνησε την καριέρα της σχεδόν ταυτόχρονα με το περιοδικό μας! Εκείνη με κάποια διαλείμματα, εμείς με κανένα… Άντεξε όμως το όνομα Africa Twin όλα αυτά τα χρόνια, όπως και το όνομα Tenere, όπως τόσα και τόσα ονόματα μοντέλων. Αν ήταν αυτοκίνητο το όνομα θα είχε καταργηθεί, η ιστορία θα είχε διακοπεί. Στα αυτοκίνητα τα ονόματα των μοντέλων έχουν μέγιστη διάρκεια ζωής τις δύο δεκαετίες, κι έπειτα οι εταιρίες τα καταργούν γιατί έχουν διαπιστώσει έμπρακτα πως ο κόσμος παύει να ταυτίζεται μαζί τους. Από την άλλη στην μοτοσυκλέτα όχι μόνο δεν υπάρχει ανώτερο όριο αλλά ακριβώς το αντίθετο, όσο παλιότερο το όνομα τόσο το καλύτερο και το ίδιο ισχύει και για τον ειδικό τύπο. Όσο μεγαλύτερη η ιστορία του, τόσο πιο γερά πατά στα πόδια του.

Από την πρώτη στιγμή που βρεθήκαμε στην Σαρδηνία, οι αντιδράσεις των υπολοίπων που ασχολούνται με τον ειδικό τύπο στην χώρα αυτή ήταν κάπως άκομψες, το λιγότερο ανακοινώνοντας την δυσαρέσκειά τους. Όχι όλοι, κάποιοι που κάνουν πάντα το ίδιο με την λογική «άμα πιάσει». Κι ας μην έχουν περιοδικό, κι ας έχουν site που η επισκεψιμότητα είναι μικρότερη από του ΜΟΤΟ, κι ας είναι μικρότερη η απήχηση στα κοινωνικά δίκτυα. Για το ειδικό βάρος που είναι το σπουδαιότερο δεν το συζητούν έτσι κι αλλιώς μιας και δεν συμφέρει κάτι τέτοιο. Αντίστοιχα το MOTO δεν θα κάνει ποτέ κάτι τέτοιο, δεν θα αντιδράσει και πρωτίστως δεν θα εκβιάσει, ποτέ και κανέναν, αν χάσει θέση σε κάποια αποστολή. Συμβαίνει σπάνια και ο λόγος είσαστε όλοι εσείς. Κι όταν συμβεί απλά θα βρούμε την μοτοσυκλέτα από κάποιο άλλο κανάλι επικοινωνίας, διότι η υποχρέωση είναι πάντα απέναντι σε εσάς. Κι αυτό το όπλο έχουμε απέναντι σε όποια εταιρία μπορεί κατά καιρούς να μας κάνει παράπονα για την άποψή μας: Η μόνη υποχρέωση που έχουμε είναι απέναντι στον αναγνώστη. Εξαιτίας της τεράστιας συρρίκνωσης της αγοράς μοτοσυκλέτας, η Ελλάδα έχει αποκλειστεί από πολλές δημοσιογραφικές παρουσιάσεις τα τελευταία χρόνια και εμείς έχουμε πολλές φορές καταφέρει να ανοίξουμε κλειστές πόρτες. Την τελευταία φορά μάλιστα ανοίξαμε μία κλειστή πόρτα τόσο διάπλατα, που ήρθαν μαζί μας κι άλλοι που ασχολούνται με τον ειδικό τύπο στο ίδιο ταξίδι. Χαρά μας είναι όταν συμβαίνει αυτό, θέλουμε να υπάρχει τουλάχιστον ένας από την Ελλάδα για να μην μένει η χώρα πίσω. Στις αποστολές όμως το ζητούμενο δεν είναι να βγάλεις μία «σέλφι» και να πεις πως είσαι κι εσύ εκεί μαζί με όλους, εννοείται πως θα γίνει και αυτό, επιθυμητό και δηλώνουμε και πρωτεργάτες, αλλά το σημαντικό είναι άλλο. Η επαφή με τους ανθρώπους που σχεδιάζουν και εξελίσσουν, που έχουν δοκιμάσει και οδηγήσει, που θα σου πουν γιατί έκαναν έτσι εκείνο που εσύ το ήθελες αλλιώς -φτάνει να ξέρεις να ρωτήσεις φυσικά- είναι το σπουδαιότερο όλων. Είναι το στοιχείο που φέρνει γνώση που πρέπει να περάσει στον αναγνώστη. Και η πρώτη επαφή με την μοτοσυκλέτα φυσικά προέχει, αλλά δεν τους αφορά όλους η αγορά ενός μοντέλου, αντίθετα η ιστορία πίσω από αυτό, η εξέλιξή του και η πορεία του, έχει ενδιαφέρον για όλους. Η γνώση είναι λοιπόν το θέμα κι αυτή πρέπει προέχει. Για αυτό και είναι αστείο όταν υπάρχουν αντιδράσεις από άτομα που δεν εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό, αλλά το προσωπικό συμφέρον - για εμάς μακάρι να υπήρχαν περισσότερες από μία θέσεις, η διαφορά του κάθε μέσου φαίνεται άλλωστε στο τέλος. Συγκεκριμένα για την Africa Twin όμως, όταν παρουσιάστηκε η πρώτη της νέας εποχής τον Δεκέμβριο του 2015 και πήγε το ΜΟΤΟ να την οδηγήσει στην Νότια Αφρική, είχε προηγηθεί ένας δύσκολος αγώνας καθώς αρχικά δεν υπήρχε καμία θέση για την Ελλάδα. Παρά την τιτάνια προσπάθεια της Ελληνικής αντιπροσωπείας να εξασφαλίσει μία τουλάχιστον θέση, τα νούμερα της αγοράς δεν δικαιολογούσαν κάτι τέτοιο. Μέχρι που το MOTO επικοινώνησε απευθείας με τους Ιάπωνες, έχοντας εξασφαλίσει το τυπικό ΟΚ για την παράκαμψη αυτή από την ελληνική αντιπροσωπεία, ώστε να εξηγήσει την σχέση της χώρας με τις Africa από την εποχή των 650. Όπως επίσης και να δώσει τα σωστά στοιχεία για την οικονομική κατάσταση της χώρας μιας και επικρατούσε μία διαστρεβλωμένη εικόνα και στο τέλος να κερδίσουμε μία θέση, που είναι καλύτερο από το μηδέν φυσικά. Αν κερδίζαμε περισσότερες από μία, όπως έτυχε να γίνει φέτος σε αντίστοιχη περίπτωση, θα επωφελούταν κι άλλος, πράγμα που είναι έως και επιθυμητό από πλευράς μας κι όχι το αντίθετο. Το ζήτημα το έθεσε ένας φίλος που ξεκίνησε να ανεβάζει video με μοτοσυκλέτες και ήρθε να μας επισκεφτεί και να δει πώς λειτουργούμε, ώστε να αντιληφθεί την διαδικασία των δοκιμών και την δουλειά μας. Όπως ο ίδιος το είπε χαρακτηριστικά αμέσως μετά, το βάρος της ευθύνης που ξαφνικά αισθάνθηκε ήταν τεράστιο και δεν το είχε πριν. Διότι δεν αισθανόταν την ίδια τεράστια υποχρέωση που έχουμε εμείς απέναντι στους αναγνώστες του έντυπου τύπου… Φτάσαμε ως εδώ όλοι μαζί, και βάζουμε πορεία για χίλια και άλλα χίλια!

editorial 524 - Club 100

Από το

Μαύρο Σκύλο

3/7/2013

Δεν μπορώ να φανταστώ πως στα κολασμένα στροφιλίκια του Montenegro μια street θα μπορούσε να πάει το ίδιο γρήγορα και το ίδιο απολαυστικά με τις on-off του MEGA TEST. Στο editorial του προηγούμενου τεύχους έγραφα πως οι on-off είναι πια οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, με τις υπόλοιπες κατηγορίες να είναι οι... εξειδικευμένες, όπως οι street. To ταξίδι μας στο Montenegro επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς μου. Στην πραγματική ζωή, η οδήγηση σε κάθε είδους δρόμο είναι απόλαυση με αυτές τις μοτοσυκλέτες που πρώτοι εμείς στο ΜΟΤΟ αποκαλέσαμε παντός δρόμου. Χωρίς αυτή η απόλαυση να σταματά εκεί που τελειώνει η άσφαλτος. Μερικοί μπορούν να θεωρήσουν από παράδοξη έως υπερβολική την χρήση μιας μοτοσυκλέτας με 1200 κυβικά και πάνω από 100 ίππους στο χώμα, αλλά δεν είναι. Το μόνο εμπόδιο είναι για τους περισσότερους το ποσό που απαιτείται για την αγορά της, και οι οδηγικές ικανότητες που θα πρέπει να διαθέτουν για να την πάνε όπως μπορεί να πάει. Στην πραγματικότητα, οι καλύτερες σημερινές παντός δρόμου είναι πιο ικανές στα χώματα από άλλες μικρότερες δικύλινδρες ή μονοκύλινδρες, ακόμα κι από κάποιες που έχουν τα μισά τους κυβικά και άλογα.

Αλλά τα χώματα είναι μόνο ένα μέρος των ταλέντων τους. Όπως φάνηκε στα πολλά βρεγμένα χιλιόμετρα που κάναμε, αν είσαι εξοπλισμένος με αδιάβροχα, μπότες και γάντια που δεν μπάζουν νερό, μπορείς να τις ευχαριστηθείς ακόμα κι εκεί, ευχαριστώντας την εξέλιξη των RAIN mode, των ABS και των traction control. [Παρένθεση περί αδιάβροχων: Αξιόπιστα αδιάβροχες μπότες βρίσκεις πια, με τα αδιάβροχα πάνω κάτω και τα γάντια τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Έχουμε δει φτηνά που δεν μπάζουν, στην αρχή τουλάχιστον, και ακριβά που είναι σφουγγάρια. Ίσως πρέπει να φτιάξουμε μια λίστα με τα αποδεδειγμένα αδιάβροχα αδιάβροχα.]

Κάπου εκεί μου καρφώθηκε και μια άλλη ερώτηση στο μυαλό, από αυτές που μου έρχονται κατά καιρούς για να βασανίζομαι εγώ και να βασανίζω και τους γύρω μου: Μπορεί μια μοτοσυκλέτα να είναι καλή αν δεν την ευχαριστιέσαι και κάτω από τα 100 km/h; Μπορείς να απολαμβάνεις οδήγηση με μέγιστη ταχύτητα τα 100; Μήπως στις σημερινές οικονομικές και κυκλοφοριακές συνθήκες τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες είναι οι πιο χαβαλεδιάρικες ό,τι διαδρομή κι αν κάνεις; Σκέφτηκα τον Λύκο που μόλις τελείωσε την ανακατασκευή ενός XL185, που το 99% των χιλιομέτρων που θα κάνει θα είναι έως 100. Είμαι σίγουρος πως θα είναι ξετρελαμένος χωρίς ποσώς να τον απασχολεί που αυτό το μηχανάκι του δεν θα βλέπει πολύ πάνω από 100 συχνά, και που θα πάει 120 αν ο άνεμος είναι ούριος, ο δρόμος έντονα κατηφορικός και οι πλανήτες ευθυγραμμισμένοι καταλλήλως, με τις βαλβιδούλες του να χοροπηδάνε στην κεφαλή λίγο πριν πεταχτούν έξω και το πλαίσιο ένα τσικ πριν κοπεί, συνήθως στην αριστερή μεριά, κοντά στον άξονα του ψαλιδιού.

Το σκεφτόμουν επίσης οδηγώντας την τελευταία βδομάδα το Honda ΜSX125, με το τετρατάχυτο συμπλεκτάτο ψεκαστό παπίσιο μοτεράκι του και τα δωδεκάρια λαστιχάκια του. Σε κάθε φανάρι κάποιος θα μου μιλήσει, ρωτώντας γι' αυτό, όπου σταματήσω όλοι το χαζεύουν, προφανώς γιατί το θεωρούν χαριτωμένο, γιατί κάτι τους λέει χωρίς ίσως να ξέρουν ακριβώς γιατί. Κι αυτό πάει 100 στην ευθεία, παραπάνω στον κατήφορο. Μέχρι τα 100 όμως, τα έχεις κάνει όλα κι έχεις περάσει πολύ καλά, ακόμα και στην πιο συνηθισμένη, βαρετή συνήθως διαδρομή. Γιατί μου ανάβουν φωτιές τώρα; Αν είχα ένα δεκάρικο για κάθε έναν που με ρώτησε, θα είχα μαζέψει τα λεφτά για να το αγοράσω, ή μήπως να τα μαζέψω για να πάρω δεκατριάρι Husqvarna, με τις τιμές που έχουν; Θέλει κανείς το εντεκάρι μου;

Ποιό είναι το μυστικό του Club 100; Κοίτα να δεις, ρωτάω ποιό είναι το μυστικό χωρίς να έχω εξηγήσει τι είναι το Club 100. Για να συνεννοούμαστε, προτείνω να λέμε πως ανήκουν στο Club 100 όλοι εκείνοι οι αναβάτες και όλες οι μοτοσυκλέτες που την κύρια απόλαυση από την οδήγησή τους την βρίσκουν πριν τα 100. Δεν υπάρχει περιορισμός κυβικών, ας είναι και Goldwing 1800, αρκεί να σου δίνει χαρά όταν την οδηγείς και κάτω από 100. Εκεί μέσα στο Club 100 μπαίνουν από μοτοποδήλατα μέχρι MX, trial και enduro, αν και οι superbikes και τα supersport όχι, καθώς δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως τα απολαμβάνει κυρίως πριν... φτάσει η πρώτη στον κόφτη. Στο Club 100 έτσι ανήκουν και τα classics, που κι αυτά τα απολαμβάνουμε με ταχύτητες καθημερινά εφικτές, κοινό χαρακτηριστικό των Club 100 μοτοσυκλετών. Όπως είπαμε και για τα χωματερά, που τα πάντα στον κόσμο τους συμβαίνουν κυρίως κάτω από τα 100, χωρίς αυτό να αφαιρεί ούτε στο ελάχιστο την γοητεία τους.

Το μυστικό λοιπόν του Club 100 είναι πως μπορείς να οδηγείς πραγματικά στο όριο, χωρίς να χρειάζεσαι ούτε πίστα, ούτε συγκεκριμένο είδος δρόμου, τίποτα το ειδικό. Κι όταν λέμε στο όριο, είναι από κάθε άποψη, στο όριο των δυνατοτήτων του αναβάτη ή της μοτοσυκλέτας: Στην ουσία, οι συγκινήσεις από την επαφή με αυτό το όριο δεν διαφέρουν από αυτές που ζει ο Rossi οδηγώντας στα MotoGP. Ακόμα κι ο ίδιος όμως ο Valentino, για να διασκεδάσει και να προπονηθεί και να ευχαριστηθεί οδήγηση όταν δεν καβαλάει την Μ1 του, κάνει γύρους σε πίστα dirt track με το Ouroboros που φτιάχνει ο πατέρας του ή παίζει με χωματερά μηχανάκια ή κοντράρεται με τους φίλους του πάνω σε φτιαγμένα τρίκυκλα Ape, άρα εκτός MotoGP, είναι κι εκείνος μέλος του Club 100, ακόμα κι αν δεν το ξέρει. Κάπως έτσι, διαπιστώνουμε πως στην κυριολεξία τους οι συγκινήσεις δεν εξαρτώνται από την απόλυτη ταχύτητα, παρά μόνο από την σχετική. Για να συγκινηθείς απαιτείται κίνηση, ελληνικά μιλάμε, ας καταλαβαίνουμε και τι σημαίνουν οι λέξεις. Γι' αυτό και υποστηρίζω πως για να ευχαριστηθείς την μοτοσυκλέτα, δεν απαιτείται ούτε η πιο γρήγορη, ούτε η πιο ακριβή, ούτε η πιο εξοπλισμένη, ούτε η πιο καινούργια. Το μόνο που χρειάζεται είναι να λειτουργεί, να την καβαλήσεις και να φύγεις.

Ίσως μερικούς να τους ξενίζει η ιδέα πως μπορεί να οδηγείς στο όριο ενώ πηγαίνεις σιγά. Κι εδώ μπαίνει η έννοια της απόλυτης και της σχετικής ταχύτητας. Όταν παλιότερα πηγαίναμε το ZX-12R τελικιασμένο στα 312, τότε βιώναμε την απόλυτη ταχύτητα μοτοσυκλέτας παραγωγής. Όταν σήμερα περνάμε ένα κακοτράχαλο μονοπάτι με 40, πάμε αργά; Σε απόλυτα νούμερα ναι, σε σχετική ταχύτητα όχι, αν είναι πολύ δύσκολο να περάσει κάποιος από το ίδιο μονοπάτι με 42. Άρα, μπορείς να οδηγείς οριακά με 40, ενώ αν ταξιδεύεις στον ανοιχτό δρόμο με 160 κινδυνεύεις να σε πάρει ο ύπνος.

Αν και δεν δεχόμαστε νταλίκες στο Club 100, απατάσθε αν πιστέψετε πως είναι αργές ή δεν οδηγούνται οριακά, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούμε εύκολα. Μια φορτωμένη νταλίκα που κινείται σταθερά με 100, μπορεί να βγάλει καλύτερη μέση ωριαία από μια παρέα γρήγορων που θα πηγαίνουν τέζα αλλά θα σταματάνε κάθε 50-60 χιλιόμετρα για ανεφοδιασμό, τσιγάρο και κουβεντούλα. Πόσες φορές δεν σας έχει τύχει να βλέπετε την νταλίκα που είχατε περάσει ώρα πριν, να σας προσπερνά όταν σταματήσετε στο βενζινάδικο; Βγάζει καλύτερη μέση ωριαία, τι να κάνουμε, κι όσο για την οριακή οδήγηση της νταλίκας, δεν την αντιλαμβανόμαστε όσο κινείται με σταθερή ταχύτητα, μόλις όμως συμβεί κάτι και πρέπει να φρενάρει ή να αλλάξει πορεία απότομα και αναλάβει πια η μάζα και η αδράνειά της τον λόγο, γίνεται χαμός.

Αν δεν απολαμβάνεις την οδήγηση πηγαίνοντας και χαλαρά, δεν είναι καλή η μοτοσυκλέτα. Σωστό ή λάθος; Ας το σκεφτούμε λίγο. Μου φαίνεται πως μια μοτοσυκλέτα που την απολαμβάνεις μόνο πηγαίνοντας γρήγορα, είναι χειρότερη από μια που την βρίσκεις μαζί της και στο χαλαρό και στο γρήγορο. Στην δεύτερη περίπτωση, χρειάζεται πολύ πιο ποιοτικές αναρτήσεις που να μπορούν να ανταποκριθούν το ίδιο καλά και σε χαμηλές και σε υψηλές ταχύτητες, κι αυτό είναι πιο δύσκολο και πιο ακριβό για να το πετύχει ένας κατασκευαστής μοτοσυκλετών. Απαιτείται επίσης πολύ μεγαλύτερη αρχική επένδυση στην σχεδίασή της, τόσο σε γνώση όσο και χρήμα, από το στάδιο της σχεδίασης ως τις δοκιμές εξέλιξης. Ζητήματα όπως η συγκέντρωση της μάζας κοντά στο κέντρο βάρους έχουν προκύψει και εξελιχθεί από αυτή ακριβώς την ανάγκη, της ομοιογενούς και προβλέψιμης συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας σε όλες τις συνθήκες. Πολλοί μπερδεύουν την έννοια "ευκολοδήγητο" πιστεύοντας πως λίγο πολύ σημαίνει "μειωμένων δυνατοτήτων". Το αντίθετο συμβαίνει. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αγαπημένες μας παντός δρόμου αυτού του τεύχους. Οι καλύτερες από αυτές χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις γενιές και δεκαετίες έρευνας, εξέλιξης και εμπειρίας για να φτάσουν τις σημερινές τους δυνατότητες, όπου φυσικά και είναι πιο ευκολοδήγητες από τις προγόνους τους ενώ ταυτόχρονα οι επιδόσεις τους είναι αναμφισβήτητα ανώτερες σε όλους τους τομείς. Και ειδικά για να γίνουν ικανές να μπουν και στο Club 100, να μπορούν δηλαδή να είναι απολαυστικές και όταν πηγαίνεις χαλαρά ή σε πολύ κλειστό στροφιλίκι, χρειάστηκε να βελτιωθεί τόσο η ομοιογένειά τους, όσο και κάθε υποσύστημά τους ξεχωριστά, μαζί με την αρμονική συνεργασία όλων των υποσυστημάτων. Νομίζετε πως είναι απλό να κάνεις ελαστικό έναν δικύλινδρο κινητήρα 1200 κυβικών και 130 ίππων, την στιγμή που μια γενιά πριν ένας παρόμοιος με 1000 κυβικά και 90 ίππους δεν ήταν; Καθόλου απλό. Αυτό φάνηκε άλλωστε γιατί ακόμα και μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας με τους ψεκασμούς ακόμα βελτιώνονται αισθητά κάθε χρόνο, σε αντίθεση με την αντίληψη που υπήρχε όταν πρωτοεφαρμόστηκαν (ή καλύτερα, την ελπίδα) πως τώρα τέλειωσαν όλοι μας οι μπελάδες, οι τροφοδοσίες αναφλέξεις θα αυτορυθμίζονται και με το software θα κάνεις μια έτσι με το laptop σου και θα τα φτιάχνεις όλα. Δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Όπως δεν είναι και απλό να φτιάξεις έναν προοδευτικό, σταθερής απόδοσης συμπλέκτη, ένα καλοσχεδιασμένο κιβώτιο με τις κατάλληλες σχέσεις και σωστή αίσθηση κουμπώματος ταχύτητας στο λεβιέ, και τόσα άλλα. Αυτό που θέλω να πω είναι πως για να φτιαχτεί μια ικανή μοτοσυκλέτα, απολαυστική σε όλες τις συνθήκες, ρυθμούς και ταχύτητες, απαιτείται πολύ περισσότερος κόπος, χρόνος, γνώση και χρήμα απ' ότι για να φτιάξεις μια που αποδίδει καλά μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες. Πρέπει να είσαι πολύ καλός για να μπεις στο Club 100!

Mε μια πιο ευρεία ερμηνεία, οι μοτοσυκλέτες που αξίζουν να μπουν στο Club 100 είναι όσες απολαμβάνουμε καθημερινά, σε κάθε ρυθμό και σε κάθε δρόμο, ανεξάρτητα από κυβικά, τιμή και ηλικία. Ήδη το Club απέκτησε το δεύτερο μέλος του, τον Λύκο, που ενθουσιάστηκε με την ιδέα, μην αρχίσετε όμως να λέτε για καταστατικά και προεδρεία, δεν χρειάζεται να καταδικάσουμε το Club μόλις που γεννήθηκε, είπαμε, το Club 100 είναι μόνο ιδέα και άποψη, κι ας παραμείνει έτσι.