Editorial 597 - Τα μεγάλα On-Off στο χώμα

x
Από το

motomag

1/8/2019

Η περίπτωση του Iker να κερδίζει κατά κράτος τον Chris Birch είναι το καλύτερο παράδειγμα για το αν τα μεγάλα on-off κάνουν για το χώμα ή αν είμαστε όλοι μπλεγμένοι σε μία παγκόσμια συνομωσία του marketing. Μια συνομωσία για να πωλούνται μεγάλες μοτοσυκλέτες και να σπάνε σε κατσικόδρομους που δεν είχαν καμία δουλειά να μπαίνουν. Και ποιος είναι τελικά αυτός ο Iker που κέρδισε τον Birch; Αυτό ακριβώς. Ο Iker δεν είναι κάποιος γνωστός μας.

Τα on-off είναι η κατηγορία με την μεγαλύτερη εμπορική κίνηση τα τελευταία χρόνια, έχει εκτοξεύσει τον ανταγωνισμό στήνοντας τον κάθε κατασκευαστή στην γωνία του, αν και σε πολλές περιπτώσεις οι γωνίες αυτές δεν έχουν απόλυτα ξεκάθαρη την θέση τους και υπάρχουν κατασκευαστές που κονταροχτυπιούνται. Δεν βλέπουν όλοι τις ίδιες παρατάξεις. Αν κοιτάς μονάχα την ιπποδύναμη, τότε η Ducati Multistrada είναι απευθείας απέναντι από την Super Adventure της KTM χωρίς να παίζει ανάμεσά τους το GS, η μοτοσυκλέτα που ξεκίνησε ολόκληρη την κατηγορία, ενώ αν αρχίσεις να προσθέτεις τις δυνατότητες στο χώμα τότε το πράγμα γίνεται εξαιρετικά σύνθετο. Και εκεί ακριβώς θα υπάρχει πάντοτε εκείνη η φωνούλα στο βάθος, ή που με κεφαλαία γράμματα θα γράψει στα κοινωνικά δίκτυα πως ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ON-OFF ΔΕΝ ΚΑΝΟΥΝ ΓΙΑ ΧΩΜΑ! Είναι άλλωστε πάντοτε πιο εύκολο να γράψει κάποιος με κεφαλαία ένα σχόλιο από μακριά, αντί να φωνάζει κατά πρόσωπο την άποψή του σε μία μεγάλη παρέα. Ας μείνουμε λιγάκι σε αυτό το ζήτημα, με αφορμή ένα πρόσφατο παράδειγμα που εξελίχθηκε στα μάτια μας και όχι μία φορά μέσα σε μία ημέρα. Ο φίλος του περιοδικού κι άρχοντας σε παγκόσμιο επίπεδο του Enduro με μεγάλες On-Off μοτοσυκλέτες, ο Chris Birch, συνάντησε την νέμεσή του σε κάποιον μη επαγγελματία, σε έναν άνθρωπο που είναι 1.67 σε ύψος, δεν τρέχει σε αγώνες, δεν είναι η δουλειά του να βάζει την μοτοσυκλέτα του μέσα στα μονοπάτια και να βγάζει φωτογραφίες. Δεν είναι κάποιος που πουλά μοτοσυκλέτες, όχι, ο Iker είναι ένας από εμάς.

Ισπανός που γουστάρει να ταξιδεύει, έχοντας διασχίσει με την κοπέλα του -σε ξεχωριστές μοτοσυκλέτες- την Ασία, τα Βαλκάνια και την Ευρώπη και στα 48 του χρόνια πλέον, η εμπειρία του έχει χτιστεί όχι από τους 2-3 αγώνες enduro που πήρε μέρος πριν από είκοσι χρόνια, αλλά από τα πράγματα που έκανε με την μοτοσυκλέτα του. Ο Iker δεν πήρε την μεγάλη του on-off να την γεμίσει αξεσουάρ και να την βλέπει γυαλισμένη να του συντηρεί το όνειρο για ταξίδια. Όχι, ο τύπος αυτός βούτηξε το χέρι του στο γλυκό και έφαγε ταξιδιάρικα χιλιόμετρα με το κουτάλι. Έχτισε την εμπειρία του και τις ικανότητές του και τώρα στα 48 χρόνια, χωρίς να πατά με ευκολία στο έδαφος από την σέλα του Super Adventure R, μπήκε στον Πρόλογο του KTM Adventure Rally στην Βοσνία πρόσφατα, και κέρδισε τον Chris Birch σε μία ανεπίσημη μεταξύ του κόντρα. Αμέσως μετά ένας άλλος Γερμανός έκανε και τον καλύτερο χρόνο, αλλά τον Iker δεν τον ένοιαζε που θα ήταν δεύτερος στην λίστα. Σημασία έχει που νίκησε τον Birch, σημασία έχει που Laia Sanz μου είπε πως με το Super Advneture R ο Iker είναι πιο γρήγορος και από εκείνη…

Το πρόβλημα των περισσότερων είναι η πεποίθησή πως την διαφορά την κάνει η μοτοσυκλέτα. Πως χρειάζονται το καλύτερο on-off για να κάνουν ένα Mega Test και φταίει η άτιμη η κοινωνία που δεν μπορούν το έχουν. Στα μέρη που θα δείτε στις επόμενες σελίδες, μπορείτε να πάτε με οποιαδήποτε μεταχειρισμένη βρείτε μπροστά σας. ΔΕΝ χρειάζεστε καμία από τις μοτοσυκλέτες που είχαμε εμείς μαζί μας. Η ανθρωπότητα έχει περάσει βέβαια από το στάδιο του παίρνω αυτό που χρειάζομαι και βρίσκεται στο σημείο που παίρνω αυτό που θέλω. Για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους τουλάχιστον, καθώς εμάς η οικονομική κατάσταση μας έριξε βίαια στην προηγούμενη κατάσταση. Ας είναι, δεν πειράζει. ΔΕΝ χρειάζεστε το καλύτερο on – off απλά μην πείτε στο εαυτό σας πως δεν τον χρειάζεστε γιατί αυτές οι μοτοσυκλέτες δεν κάνουν για χώμα. Θα εκπλαγείτε με το πόσοι «Iker» υπάρχουν στην Ελλάδα που βάζουν τις ακριβές τους μοτοσυκλέτες στο χώμα και κάνουν πράγματα όπως αυτά που θαυμάζει κανείς στο video του Chris Birch. Τα διάφορα σχολεία οδήγησης είναι ένας τρόπος να φτάσεις μέχρι την πόρτα, για να την περάσεις όμως πρέπει απλά να κάνεις την προσπάθεια. Πρέπει απλά να μπεις στην διαδικασία να οδηγήσεις, να πέσεις, να σηκωθείς και να συνεχίσεις.

Στο φετινό Mega Test που ξεκινά φέτος με «το story» και θα ολοκληρωθεί τον επόμενο μήνα με το συγκριτικό, για να είμαστε οι πρώτοι στον κόσμο που έχουμε μαζί μας και το Tenere της Yamaha, μετρήσαμε πάνω από είκοσι πτώσεις συνολικά σε 11 αναβάτες. Αυτό σημαίνει πως κάθε ένας έπεσε σχεδόν δύο φορές, κάποιος μία και άλλος τρεις. Καμία δεν ήταν σφοδρή ή προξένησε φθορά στην μοτοσυκλέτα που να δυσκολεύει την οδήγησή της και ήταν όλες τους μέρος του μιας τέτοιας δοκιμής. Ανάλογα με την μοτοσυκλέτα το να βυθίσεις μαρσπιέ και αντίβαρο τιμονιού στην απότομη πλαγιά, γιατί δεν σου βγήκε η ανάβαση και πρέπει να γυρίσεις προς τα πίσω, ισοδυναμεί από μηδενική ζημιά έως σπασμένη χούφτα στην περίπτωση του Multistrada για παράδειγμα. Αυτό δεν σημαίνει πως καμία τους δεν κάνει για χώμα, απλά πως κάποιες είναι καλύτερα προετοιμασμένες για αυτό. Ο Iker δεν ξεκίνησε από μικρό παιδί κάνοντας σούζες. Δεν ήταν ταλέντο, δεν πήγε σε κάποιο σχολείο, πήρε απλά μία μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα, την έβαλε στο χώμα και άρχισε να παιδεύεται. Μέχρι που στα 48 χρόνια κέρδισε τον επαγγελματία Chris Birch. Αν νομίζεις πως είναι κάτι πιο σπουδαίο από εσένα κάνεις λάθος. Απλά είναι ένας τύπος που είχε θέληση να βελτιωθεί…

 

 

 

 

 

 

 

editorial 521 - το τέλος της τέχνης;

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/3/2013

Ή η αρχή μιας άλλης; Μιλάω για την τέχνη της οδήγησης της μοτοσυκλέτας, με την έννοια της συνολικής σχέσης του αναβάτη μαζί της, της ενασχόλησής του με την λειτουργία της και την συντήρησή της. Κάθε πρόοδος της τεχνολογίας φέρνει και αλλαγές σ' αυτή τη σχέση. Από το 1969 που η λέξη "ηλεκτρονική" εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα, στο τρικύλινδρο δίχρονο Kawasaki Mach III 500, μπήκαν τα ηλεκτρονικά στην μοτοσυκλετιστική μας ζωή, ενώ σήμερα οι κορυφαίες μοτοσυκλέτες έχουν περισσότερα ηλεκτρονικά συστήματα από ποτέ, κι είμαστε μόνο στην αρχή της εξέλιξης των περισσότερων από αυτά. Και πιο πριν όμως, πριν το 1969, κάθε μικρή πρόοδος άλλαζε κάτι σημαντικό. Σκεφτείτε τους ταπεινούς διακόπτες των ρεζερβουάρ με τις τρεις υπό εξαφάνιση "λέξεις", ΟΝ-ΟFF-RES. Μέχρι να εμφανιστούν, έπρεπε να έχεις συνεχώς το νου σου πότε θα τελειώσει η βενζίνη, να σταματάς, να ανοίγεις την τάπα και να κουνάς τη μηχανή δεξιά αριστερά ώστε να κρίνεις με το μάτι (αν δεις το πλατσούρισμα) και το αφτί (το πως ακουγόταν το πλατσούρισμα) πόσο μακριά μπορείς να πας ακόμα. Με την εμφάνιση του ON-OFF-RES απλά άφηνες το αριστερό σου χέρι από το τιμόνι για να γυρίσεις ρεζέρβα, που από την εμπειρία σου ήξερες για πόσο σου φτάνει. Αργότερα, εμφανίστηκαν οι δείκτες στάθμης καυσίμου, με ένα πρόβλημα: Ήταν πολύ αναξιόπιστοι, καθώς κανένα ρεζερβουάρ μοτοσυκλέτας δεν έχει κανονικό σχήμα, κι έδειχναν γεμάτο-γεμάτο-γεμάτο για πολλά χιλιόμετρα, για να περάσουν όμως στο άδειο-άδειο- έμεινες βλάκα πολύ γρήγορα. Σήμερα έχουμε ψηφιακές μπαρίτσες που αναβοσβήνουν, μετρήσεις μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, και το πιο χρήσιμο απ' όλα, χιλιόμετρα που σου απομένουν μέχρι να μείνεις.

Για να μην πούμε τι γνώσεις και ενασχόληση απαιτούσαν οι προπολεμικής τεχνολογίας μοτοσυκλέτες, με λεβιεδάκια για την προπορεία της ανάφλεξης, για τον αέρα, παλιότερα και χειροκίνητη λίπανση κινητήρα, ακόμα και φώτα που άναβαν με σπίρτο, ας πιάσουμε το θέμα από την έλευση της ηλεκτρονικής ανάφλεξης. Ξαφνικά, ο αναβάτης δεν χρειαζόταν να ασχοληθεί με το ιδανικό αβάνς για κάθε ταχύτητα κιβωτίου, άνοιγμα γκαζιού και κλίση του οδοστρώματος. Δεν χρειαζόταν καν να υπάρχει μηχανικό αβάνς. Δεν χρειαζόταν πια να ξέρει τι κάνουν οι πλατίνες, να τις καθαρίζει, να τις ρυθμίζει και να τις αλλάζει, να βάζει λάδι στο σφουγγαράκι τους, να βρίσκει πεταμένο στην άκρη του δρόμου χαρτονάκι από Άσσο σκέτο κασετίνα για να ρυθμίζει το διάκενό τους στα 0,4 mm περίπου, να βρίσκει ντουκόχαρτο για να τις πάρει λίγο όταν μπιμπικιάσουν, να ταιριάζει άλλο πυκνωτάκι γιατί σιγά μην παραγγείλει το δικό τους. Ό,τι βρεθεί. Το κεφάλαιο πλατίνες όμως είχε ξεκινήσει την πορεία του προς το τέλος. Η βασική διαφορά των ηλεκτρονικών από τις πλατίνες είναι πως ενώ για τις πλατίνες ο αναβάτης μπορούσε να κάνει κάτι (να τις ρυθμίσει ή να τις αλλάξει στο πλάι του δρόμου και να συνεχίσει, όταν χαλάσει όμως η ηλεκτρονική πρέπει να την πετάξεις και αγοράσεις μια άλλη (και οι πρώτες χαλούσαν, ειδικά οι aftermarket), που δεν έβρισκες πρόχειρη και σε κάθε χωριό της Ελλάδας. Πλατίνες όμως, είχες πολλές πιθανότητες να βρεις, αν δεν κουβαλούσες μαζί σου.

Ήρθαν και εποχές που ο αναβάτης δεν είχε να ρυθμίσει τίποτα. Ούτε αναρτήσεις, ούτε απόδοση κινητήρα, ούτε κάτι άλλο που να είχε σχέση με την συμπεριφορά και τις επιδόσεις της μοτοσυκλέτας. Έτσι είναι, κι ο καθένας ας την οδηγήσει όπως μπορεί. Φυσικά, πάντα κάποιοι μπορούσαν καλύτερα από τους άλλους. Σήμερα, με όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα, υπάρχει άραγε εξίσωση των αναβατών, ή παραμένουν οι διαφορές μεταξύ τους; Μια απλουστευμένη λογική λέει πως από την στιγμή που τα ηλεκτρονικά αποφασίζουν τι θα συμβεί, η απόδοση των φρένων για παράδειγμα, θα είναι ίδια για όλους. Πατάς με όλη σου τη δύναμη, το ABS κάνει τη δουλειά του, οι ημιενεργητικές αναρτήσεις την δική τους, σταματάνε όλοι οι αναβάτες στις ίδιες αποστάσεις, αντίστοιχα γλιτώνουν όλοι το ίδιο ένα γλίστρημα χάρη στο traction control, κατεβάζουν όλοι όπως νά 'ναι ταχύτητες αφού έχουν μονόδρομο συμπλέκτη και auto blipper, και κάπως έτσι είναι εύκολο να πιστέψει κανείς πως πάει πια, δεν χρειάζεται να ξέρει κανείς να οδηγεί, τα συστήματα τα κάνουν όλα γι' αυτόν, άντε κι έγιναν όλοι ίδιοι. Μόνο που στην πραγματική ζωή δεν είναι καθόλου έτσι. Είναι αλήθεια πως τα ηλεκτρονικά συστήματα μπορούν να βοηθήσουν κάποιον αναβάτη, άπειρο ή έμπειρο αδιάφορο, να την γλιτώσει κάποια στιγμή. Ο λιγότερο ικανός όμως θα παραμείνει σ' αυτό το επίπεδο, ενώ ο καλύτερος αναβάτης θα αφιερώσει χρόνο και φαιά ουσία για να κατανοήσει πλήρως και εμπειρικά την λειτουργία του κάθε συστήματος. Μετά, έρχεται το επόμενο στάδιο, η πλήρης εκμετάλλευση των νέων δυνατοτήτων που προσφέρει το κάθε καλοσχεδιασμένο σύστημα. Βοηθούν τα ηλεκτρονικά στην εξέλιξη των αναβατών; Σίγουρα ναι. Κανείς αναβάτης δεν μπορούσε ποτέ να οδηγεί με μπλοκαρισμένους τους τροχούς. Το σύνηθες ήταν ένα ξαφνικό μπλοκάρισμα και εξίσου αστραπιαία, επώδυνη πτώση. Αυτό που αλλάζει είναι πως τώρα ο αναβάτης προειδοποιείται για το όριο της πρόσφυσης και του μπλοκαρίσματος, και ρυθμίζει το φρενάρισμά του ανάλογα, πετυχαίνοντας πολύ πιο εύκολα τη μέγιστη επιβράδυνση. Αυτό και μόνο απελευθερώνει ένα κομμάτι από την υπολογιστική ισχύ του εγκεφάλου του, που δεν χρειάζεται πια να ασχολείται με το συγκεκριμένο θέμα, τουλάχιστον όχι τόσο πολύ. Αν προσθέσει κανείς τις αντίστοιχες μειώσεις απαιτήσεων σε υπολογιστική ισχύ και στα θέματα της πρόσφυσης, της απόκρισης – απόδοσης του κινητήρα και της λειτουργίας των αναρτήσεων που άρχισαν πια να προσαρμόζονται στις συνθήκες της κάθε στιγμής, ο αναβάτης έχει πια το περιθώριο να ασχοληθεί την αξιοποίηση όλων αυτών, με τις γραμμές του, με τις εντολές του προς την μοτοσυκλέτα, έτσι όπως ποτέ πριν δεν μπορούσε να κάνει. Γι' αυτό κι ακόμα δεν μπορούμε να ξέρουμε σε ποιο οδηγικό επίπεδο μπορούν να μας φτάσουν. Ακόμα και οι αναβάτες – θεοί των MotoGP μπορεί να αναπολούν τις μέρες χωρίς ηλεκτρονικά "βοηθήματα", τουλάχιστον όσοι έμαθαν αρχικά να τρέχουν χωρίς αυτά, αλλά δεν θα μπορούσαν να πάνε το ίδιο γρήγορα χωρίς αυτά. Και πάλι, μιλάμε για τους καλύτερους του κόσμου, με τις καλύτερες μοτοσυκλέτες, που τρέχουν σε συγκεκριμένες συνθήκες μιας κλειστής πίστας. Στους δρόμους, είναι μια άλλη ιστορία. Για ρωτήστε τους, πόσοι από αυτούς τους υπερ-αναβάτες κυκλοφορούν με μοτοσυκλέτα στο δρόμο; Αν υπάρχει κάποιος, θα είναι η εξαίρεση.

Χρειάζεται να έχει κανείς πρότερη εμπειρία σε "αναλογικές" μοτοσυκλέτες, για να εκτιμήσει τις "ψηφιακές"; Όχι απαραίτητα. Μπορεί να είναι και καλύτερα να μην έχει. Είναι δύσκολο για τους περισσότερους να αποβάλλουν συνήθειες και προκαταλήψεις ετών. Το πραγματικό αποτέλεσμα θα το δούμε στους αναβάτες των επόμενων γενεών, που θα έχουν μάθει να βρίσκουν νέα όρια μόνο πάνω σε νέες μοτοσυκλέτες.

Ο τίτλος αυτού του editorial είναι παραπλανητικός. Η τέχνη δεν τελειώνει, εξελίσσεται. Το ίδιο και οι αναβάτες. Αυτό που αλλάζει μαζί με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών είναι το είδος της εμπλοκής του αναβάτη, ποια πράγματα χρειάζεται να σκέφτεται, πότε και πόσο. Η ουσία όμως, παραμένει ίδια. Κατανόηση, εφαρμογή, εξέλιξη. Έτσι κι αλλιώς, η κίνηση μιας μοτοσυκλέτας και στους τρεις άξονες του χώρου (ταυτόχρονα!) και το πλήθος των ερεθισμάτων που δέχεται ο αναβάτης της, απαιτεί πολύ πιο ουσιαστική εμπλοκή απ' ότι ένα αυτοκίνητο. Επιβάλλεται άλλωστε, καθώς οι συνέπειες του κάθε λάθους μπορεί να είναι πολύ χειρότερες. Από τη μια, φοβάμαι πως οι οδηγοί των σύγχρονων αυτοκινήτων μπορεί να γίνονται καλοί χειριστές αλλά σπάνια πραγματικά καλοί οδηγοί, καθώς δεν αποκτούν εμπειρία για την δυναμική συμπεριφορά του αυτοκινήτου όταν πια οι νόμοι της φυσικής ορίζουν την πορεία του. Μερίδιο ευθύνης εδώ, ειδικά στα αυτοκίνητα, έχουν και οι πωλητές, όπως και πολλοί "δημοσιογράφοι", που επιμένουν "αυτό δεν κολλάει πουθενά, τα κάνει όλα μόνο του, πάντα θα σε σώζει". Μια ματιά στις μπαριέρες και τα χαντάκια του δρόμου πάει στο χιονοδρομικό του Παρνασσού, τις μέρες που ο δρόμος είναι χιονισμένος ή και παγωμένος, δίνει μια καλή άποψη: Ειδικά αυτά που υποτίθεται πως είναι άτρωτα, όπως οι μεγάλες ψηλές τζιπούρες, πάνε στου χαντάκ' χωρίς δεύτερη συζήτηση, αν ο οδηγός τους πιστέψει τους ισχυρισμούς πωλητών και εταιριών. Το ίδιο ισχύει και στις μοτοσυκλέτες. Τα συστήματα δεν είναι πανάκεια, απλά σου βγάζουν μερικές σκοτούρες απ' το κεφάλι σου, αφήνοντάς σε να ασχοληθείς με άλλα ζητήματα. Το γεγονός πως η οδήγηση μοτοσυκλέτας απαιτεί το 100% της προσοχής σου, δεν αλλάζει. Αποδεδειγμένα όμως, τα συστήματα αυτά μειώνουν τις συνέπειες μιας λάθος εκτίμησης και μας βοηθούν να πάμε πιο γρήγορα, με περισσότερη ασφάλεια.

Κάθε εξέλιξη φέρνει νέες απαιτήσεις. Όταν το φαίρινγκ της BMW R100RS και τα άλλα full fairing που ακολούθησαν έκαναν εφικτό το πολύωρο ταξίδι μεγάλων ταχυτήτων, έθεσε και μια σειρά νέων, αυξημένων απαιτήσεων σε λάστιχα, αναρτήσεις, φρένα, πλαίσια... Όσο ανέβαιναν οι ιπποδυνάμεις και οι ταχύτητες, ανέβαιναν κι ένα σκαλί οι απαιτήσεις, όχι μόνο για την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα, αλλά και για τον αναβάτη της. Όταν δεν υπήρχαν ρυθμίσεις αναρτήσεων, δεν ασχολούνταν κανείς μαζί τους κι όλα καλά, πορευόσουν μ' αυτά που είχες. Βάλε όμως στην εξίσωση τις πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις με hi-low speed συμπίεση, προφορτίσεις, επαναφορές, ύψος πίσω ανάρτησης, σκληρότητες ελατηρίων, ύψος στάθμης λαδιού και διαφορετικό ιξώδες, κι έχεις ένα λαμπρό νέο πεδίο γνώσης και πειραματισμών που οδηγεί και σε καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας, και σε βελτίωση της συμπεριφοράς της, και σε πιο σκεπτόμενους αναβάτες, και σε πρόοδο των ίδιων των αναρτήσεων.

Φυσικά, το κάθε ηλεκτρονικό σύστημα που είναι προγραμματισμένο να λειτουργεί και να επεμβαίνει με ένα συγκεκριμένο τρόπο, έχει και ένα εγγενές και ουσιώδες μειονέκτημα: Είναι τόσο καλό (ή κακό) όσο του επιτρέπουν οι παράμετροι της λειτουργίας του. Μπορεί οι κατασκευαστές να λένε πως προγραμματίζουν τα συστήματά τους να αντιδρούν όπως θα ήθελε ένας έμπειρος αναβάτης, πιπιλίζοντας παράλληλα την καραμέλα της ασφάλειας, η πραγματικότητα όμως είναι πως στόχος των πωλήσεών τους δεν είναι το μικρό ποσοστό των πραγματικά καλών αναβατών, αλλά η μετριότητα της μάζας, που ελπίζουν να ψήσουν πως η υπερμοτοσυκλέτα τους δεν αποτελεί απειλή, αλλά ευεργέτημα. Πως θα τους ανεβάσει σε οδηγικές απολαύσεις παραδεισένιες, σε μέρη μακρινά κι ονειρεμένα, πως θα τους κάνει καλύτερους απ' ότι είναι. Μόνο που αυτό δεν γίνεται. Κανείς προγραμματιστής δεν μπορεί να προβλέψει τις καταστάσεις που θα προκύψουν στην πραγματική ζωή, το ίδιο όπως κανείς κατασκευαστής κράνους δεν μπορεί να προβλέψει όλους τους πιθανούς τρόπους και τόπους πρόσκρουσης του ξερού μας κεφαλιού που θα φοράει το κράνος. Η ασφάλεια όμως είναι το μεγάλο εμπόρευμα των ημερών μας, κι αυτό μας πουλάνε όλοι. Η αλήθεια είναι πως με ηλεκτρονικά ή χωρίς, η μοτοσυκλέτα παραμένει υπέροχα επικίνδυνη, και γι' αυτό την αγαπάμε. Φαίνεται πως μας χρειάζεται να νιώθουμε πως για μια ακόμη μέρα, για μια ακόμη βόλτα, τα καταφέραμε με την αξία μας απέναντι στους κινδύνους. Με βοηθήματα ή χωρίς. Κι αν μια μέρα βγει το απόλυτα ασφαλές μοντέλο που με τίποτα δεν θα σε αφήσει να κινδυνεύσεις, 1) Δεν θα είναι μοτοσυκλέτα, και 2) Δεν θα έχει ενδιαφέρον.