Editorial 595 - Η κατσαρίδα

Από το

motomag

1/6/2019

Κάθε δεινόσαυρος που δεν πέταγε, εξαφανίστηκε πριν από περίπου 65 εκατομμύρια χρόνια. Τα περισσότερα όμως θηλαστικά, χελώνες, κροκόδειλοι, σαλαμάνδρες και βατράχια, μαζί με σαλιγκάρια, όστρακα, αστερίες και αχινούς, επέζησαν, όπως και όσα σκληροτράχηλα φυτά άντεξαν τις ακραίες καιρικές συνθήκες. Και φυσικά οι κατσαρίδες. Κάθε οργανισμός έχει ένα μοναδικό οικοσύστημα στο οποίο ζει, κι όλοι οι οργανισμοί χρειάζεται να προσαρμόζονται στις αλλαγές ώστε να επιβιώσουν. Η αλλαγή είναι η μόνη σταθερά στην φύση. Και τα είδη που επιβιώνουν δεν είναι τα πιο ισχυρά, ή τα πιο έξυπνα, ή τα πιο όμορφα. Είναι αυτά που καταφέρνουν να προσαρμοστούν σε ένα περιβάλλον που συνέχεια αλλάζει.

Το θέμα της προσαρμογής είναι ένα θέμα που είχαν παρατηρήσει οι άνθρωποι από την αρχαιότητα. Ο Εμπεδοκλής δεν πίστευε πως η προσαρμογή είχε κάποιο τελικό σκοπό, αλλά είχε παρατηρήσει πως “συμβαίνει με φυσικό τρόπο, αφού αυτά τα είδη επιβιώνουν”. Ο Αριστοτέλης πίστευε σε τελικούς σκοπούς, αλλά υπέθετε πως τα είδη είναι στάσιμα και δεν εξελίσσονται. Θα ήθελα να τους είχα και τους δύο να παρακολουθήσουμε μαζί έναν αγώνα MotoGP στο Zoo, και να προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε γιατί ο Marc Marquez έχει κερδίσει επτά παγκόσμια, τα πέντε στα MotoGP. (Μια παρένθεση εδώ: Δεν μου είναι συμπαθής. Ένας αγωνιζόμενος είναι όμως, δεν τον θέλω για κολλητό, κι αν μου είναι αντιπαθής αυτό δεν με εμποδίζει να θαυμάζω όσα έχει καταφέρει). Όπως και πολλοί άλλοι, ξεκίνησε από το χώμα, σε ηλικία μόλις τεσσάρων ετών. Έμαθε έτσι πολύ νωρίς πως η μοτοσυκλέτα γλιστράει και πως η τέχνη της οδήγησης είναι να την καταφέρεις να κάνει που μπορεί να μην θέλει, ή που η διαθέσιμη πρόσφυση να μην της επιτρέπει να κάνει. Και δεν ξέχασε το χώμα, αφού πέρυσι έτρεξε σε αγώνα του Ισπανικού πρωταθλήματος enduro και τερμάτισε μόλις έξω από την δεκάδα. Να μια καλή εξήγηση γιατί μπορεί και διαχειρίζεται την ανύπαρκτη ισορροπία μιας μοτοσυκλέτας που έχει πέσει, κι εκείνος καταφέρνει να την ξανασηκώσει και να συνεχίσει. Τις περισσότερες φορές. Την ίδια σχέση με την ισορροπία μέσω της απώλειας πρόσφυσης είχαν και αναβάτες που άλλαξαν τα οδηγικά δεδομένα και άφησαν ιστορία, όπως ο Kenny Roberts με την προϊστορία του στο dirt track, που ήταν ο μοναδικός άλλος αναβάτης εκτός του Marquez που κέρδισε πρωτάθλημα στην κορυφαία κατηγορία την πρώτη σαιζόν που συμμετείχε, το ‘78.   

Ο Marquez, στο ντεμπούτο του στα MotoGP, δοκίμασε το Honda RC213V στην Valencia μετά το τέλος του πρωταθλήματος του 2012 και ήταν ένα δευτερόλεπτο πιο αργός από τον πιο γρήγορο, τον Dani Pedrosa. Στις πρώτες επίσημες δοκιμές στη Sepang ήταν τρίτος τις δύο πρώτες μέρες, πίσω από τους Pedrosa και Lorenzo αλλά μπροστά από τον Rossi, που τον πέρασε την τελευταία μέρα. Το γυρολόγιό του σε μια προσομοίωση αγώνα ήταν απίστευτα σταθερά γρήγορο για έναν πρωτοεμφανιζόμενο. Έδωσε έτσι μια πρώτη γεύση του τι θα ακολουθούσε. Όλα αυτά τα χρόνια μέχρι σήμερα είχε το πλεονέκτημα της συμμετοχής με την ίδια ομάδα, με διαδοχικές εξελίξεις της ίδιας μοτοσυκλέτας, κάτι που άλλοι δεν είχαν, και θυμηθείτε τα παραδείγματα των Rossi και Lorenzo που άλλαξαν ομάδες και μοτοσυκλέτες. O Rossi δεν προσαρμόστηκε ποτέ, ο Lorenzo μόλις πήγε να προσαρμοστεί έφυγε από την Ducati και πήγε στην Honda όπου και πάλι δηλώνει πως “χρειάζεται πολύς χρόνος”.

Το γεγονός πως αγωνίζεται με Honda δεν σημαίνει πως δεν χρειάζεται να προσαρμόζεται σε αλλαγές, είτε της ίδιας του της μοτοσυκλέτας είτε σε αυτές των αντιπάλων τους. Tα Ducati, από κει που ήταν κάποτε του στυλ “τρελό γκάζι, αλλά δεν στρίβουν”, έγιναν πιο ολοκληρωμένες μοτοσυκλέτες και φέτος δείχνουν πως μπορούν να τα κάνουν όλα καλά. Δεν συνέβη το ίδιο και με τα Honda, που υστερούσαν σε δύναμη αλλά ήταν πολύ καλά στο φρενάρισμα της τελευταίας στιγμής και την είσοδο στην στροφή. Το HRC είχε αποφασίσει να βρει άλογα ψηλά, για να αντιμετωπίσει τα Ducati στην ευθεία, μεγαλώνοντας το φιλτροκούτι μαζί με άλλες αλλαγές στην εισαγωγή. Αυτό σήμαινε πως διάφορα εξαρτήματα που βρίσκονταν εκεί γύρω έπρεπε να μετακομίσουν, κι αρκετά από αυτά πήγαν μπροστά, στην μύτη του φαίρινγκ. Η ανακατανομή του βάρους σε συνδυασμό με την περισσότερη δύναμη άλλαξαν την συμπεριφορά του RC213V: Αντίο φρένα της τελευταίας στιγμής, αντίο αστραπιαία είσοδος, ιδού κάτι ξαφνικά γλιστρήματα του μπροστινού στις εισόδους των στροφών. Το οδηγικό στυλ που έφερε πέρσι τον Marquez στην κορυφή δεν δούλευε πια, κι ο Ισπανός έπρεπε να το αλλάξει. Και το έκανε, μαζί με μια σημαντική αλλαγή στρατηγικής και μια έξυπνη επιλογή μπροστινού ελαστικού. Τα φρένα της τελευταίας στιγμής φορτίζουν πολύ το μπροστινό ελαστικό και το υπερθερμαίνουν, αλλά με την μοτοσυκλέτα να μην υποστηρίζει πια αυτό το οδηγικό στυλ, ο Marquez φόρεσε μαλακό ελαστικό μπροστά. Αυτό όμως, επίσης μπορεί να υπερθερμανθεί αν ο αναβάτης βρίσκεται πίσω από άλλους, και δεν ψύχεται καλά με φρέσκο αέρα! Τέτοιες “λεπτομέρειες” είναι που κάνουν την διαφορά. Έτσι, αποφάσισε να αλλάξει στρατηγική, κι αντί να περιμένει στο γκρουπ των πρωτοπόρων μέχρι να κάνει τις προσπεράσεις του, προσπαθεί να φεύγει μπροστά από την αρχή. Η στρατηγική του φαίνεται να αποδίδει, καθώς φέτος και νίκες έχει πάρει και έχει οδηγήσει τους αγώνες συνολικά για πολύ περισσότερους γύρους απ’ ότι πέρυσι (59 αντί για 44). Το πόσο εύθραυστη είναι όμως ακόμα και μια τέτοια στρατηγική από έναν αναβάτη του επιπέδου του Marquez, είναι προφανές από το πότε αποφασίζει αν θα την ακολουθήσει, κι όπως είπε ο ίδιος, το κάνει μετά το warm up, ακριβώς πριν την εκκίνηση, τότε κρίνει αν το μπροστινό του δίνει την αίσθηση που χρειάζεται για να το προσπαθήσει. Στη συνέχεια, αντί όπως πέρσι να προσπαθεί να καθυστερήσει όσο το δυνατόν περισσότερο τα φρένα και μετά να στρίψει ακαριαία και να σηκώσει την μοτοσυκλέτα όσο πιο γρήγορα γίνεται, φρέναρε πιο νωρίς (όπως δήλωσε ο Miller, “δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο στα φρένα”) και είχε μεγαλύτερη ταχύτητα μέσα στην στροφή, επιταχύνοντας και πιο γρήγορα μετά, όπου κρατιόταν και μαζί με τα Ducati στην ευθεία. Επιβεβαίωσε έτσι το αρχαίο ρητό “οι αγώνες στην ευθεία κερδίζονται”, αφού μια έξοδος με πιο πολλά χιλιόμετρα που τα κουβαλάς σε όλη την ευθεία που ακολουθεί, κάνει την απόσταση να καλύπτεται πιο γρήγορα. Μετά, φρένα και πάλι από την αρχή, αλλά με σταθερά περισσότερα χιλιόμετρα στο μεγαλύτερο μέρος του γύρου. Κι αν το μαλακό μπροστινό σου λάστιχο αντέξει, χάρη στο δροσερό αεράκι της πρώτης θέσης, κερδίζεις. Αν σε λένε Marquez. Kι αν δεν πέσεις. Με τέτοιου είδους στρατηγικές και επιλογές οδηγικού στυλ, αλλά το κυριότερο, την ικανότητα να τις αλλάζει κατά βούληση έχοντας στο τσεπάκι του κι άλλες αν χρειαστούν, ο Marc Marquez αρχίζει να μοιάζει με κατσαρίδα που θα επιβιώσει ό,τι κι αν συμβεί. Τουλάχιστον μέχρι να μην καταφέρνει πια να προσαρμόζεται στις αλλαγές, οπότε θα προστεθεί κι αυτός στον κατάλογο των εξαφανισμένων ειδών.   

 

editorial 529 - η όμορφη αλητεία

Από το

Μαύρο Σκύλο

28/11/2013

η όμορφη αλητεία

 

Άλλες εποχές, θα ξερογλειφόμασταν βλέποντας μια μοτοσυκλέτα σαν την καινούργια CBR-SP. Κάτι το μονόσελο, κάτι τα Ohlins μπρος πίσω, κάτι τα λίγα άλογα ακόμα και η ιστορία με τα προσεκτικά ταιριαγμένα έμβολα και μπιέλες, από χέρι ανθρώπου ένα-ένα ζυγισμένα κι όχι τυχαία, θα μπορούσαμε να γράφουμε σελίδες επί σελίδων. Όχι πως τώρα δεν μπορούμε, όχι πως τώρα δεν ξερογλειφόμαστε. Έχουν αλλάξει όμως οι προτεραιότητές μας. Αντί για μια υπέροχη μοτοσυκλέτα εξειδικευμένη χρήσης που απευθύνεται σε άνετους οικονομικά, μιας κάποιας ηλικίας μοτοσυκλετιστές, σήμερα οφείλουμε να προσέχουμε πολύ περισσότερο όσα νέα μοντέλα μπορούν να ενθουσιάσουν τους νέους, που δεν έχουν ακόμα στις επιλογές τους την μοτοσυκλέτα. Γιατί σε λίγο θα μείνουμε λίγοι, μιας κάποιας ηλικίας, και μετά από μας... ένα μεγάλο κενό.

Δεν λέω, ξέρω πως το μυαλό των περισσότερων από μας έχει κολλήσει κάπου εκεί στην ηλικία των 18 με 20, με όσα ψήγματα γνώσης και εμπειρίας μπορεί να μας χάρισαν τα χρόνια από τότε. Γι' αυτό, ακόμα και στην Ελλάδα του 2013 δεν παύουμε να ονειρευόμαστε, να μας τρέχουν τα σάλια καθώς τα νέα από το Σαλόνι του Μιλάνου και το Tokyo Motor Show φτάνουν σιγά σιγά και ψηφιακά στα γραφεία του ΜΟΤΟ. Βλέπουμε Έμμε Βου Αγκούστα Τουρίσμο Βελότσε Οττοτσέντο, κι επίτηδες το γράφω ελληνικά για να το διαβάζεις και να γεμίζει το στόμα σου, να το βλέπεις και να θολώνει το μάτι σου. Κι αυτοί έκριναν πως μόνο με superbike και supersport δουλειά δεν γίνεται, ψωμάκι δεν βγαίνει. Να και καινούργιο Ducati Monster, πιο μακρύ, πιο δυνατό, πιο μεγάλο, πιο Ντιαβελοειδές. Κάτι θα ξέρουν: εδώ στην Ελλάδα, το μεγάλο muscle bike το Diavel, έχει πουλήσει περισσότερα κομμάτια από το μικρότερο, πιο βολικό και καθημερινά χρήσιμο Hyperstrada! Φαίνεται πως αυτοί που έχουν τα χρήματα, αγοράζουν κάτι εντυπωσιακό παρά κάτι πιο πρακτικό, και φυσικό το βρίσκω.

Σιγά σιγά, τις μέρες των παρουσιάσεων των νέων μοντέλων, έχω την εντύπωση πως τέτοιο καταιγισμό είχαμε χρόνια να δούμε, και το μόνο σίγουρο είναι πως καλύτερες μοτοσυκλέτες από τις σημερινές ποτέ άλλοτε δεν υπήρξαν. Δεν φτάνουμε βέβαια στα επίπεδα του Ιαπωνικού οργασμού του 1988-1990, όταν παρουσιάστηκαν πολλές και σημαντικές μοτοσυκλέτες-ορόσημα, αλλά τότε οι ευρωπαίοι κοιμόντουσαν ακόμα, και δεν ήταν παίχτες δυνατοί που να ανταγωνίζονται στα ίσα τους Ιάπωνες. Σήμερα, οι ευρωπαίοι είναι πιο δυνατοί από ποτέ, και οι μικροί, και οι μεγαλύτεροι σαν τις ΚΤΜ και BMW. Οι Ιάπωνες, από την άλλη, έχουν την Honda να πρωτοστατεί παρουσιάζοντας 13 νέα ή βελτιωμένα μοντέλα, κι έχοντας πια στην γκάμα της 15 μοτοσυκλέτες για την κατηγορία διπλωμάτων Α2. Η Yamaha συγκέντρωσε την μοτοσυκλετιστική της αντεπίθεση σε δύο νέα naked, η Kawasaki ανανέωσε τα τετρακύλινδρα χιλιάρια της (μερικά πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ, τα μοντέλα με τόσους κυλίνδρους και κυβικά ήταν πάντα συνυφασμένα με το όνομα της Kawasaki) και η Suzuki περιορίστηκε στο νέο V-Strom, που στα χαρτιά τουλάχιστον δεν φαίνεται να πλεονεκτεί κάπου έναντι των αντιπάλων του, σε τεχνολογία ή επιδόσεις. Όμως, ήρθαν τα νέα από Ιαπωνία μεριά, κι ένα δροσερό φρέσκο αεράκι φύσηξε από την μεριά της Suzuki: Πίσω από το αδιάφορο έως άσχημο όνομα Recursion κρύβεται μια μοτοσυκλέτα που αξίζει να ονειρευτείς, με ξεχωριστή εμφάνιση (είναι όμορφο ρε παιδί μου, επιτέλους κύριοι σχεδιαστές της Suzuki, ξυπνήστε, να, μπορείτε να τα καταφέρετε) κι ένα πολύ ενδιαφέρον εξάρτημα μπροστά από τον εξακοσάρη κινητήρα του: Ένα τουρμπάκι! Όσοι από σας είστε αρκετά μεγάλοι για να θυμάστε τις προηγούμενες προσπάθειες των Ιαπώνων με τα turbo, μπορεί να μην ενθουσιαστείτε, και με το δίκιο σας, αφού τότε τα turbo αποκτούσαν πολύ παραπάνω απότομο γκάζι απ' όσο μπορούσαν να διαχειριστούν τα ισχνά πλαίσιά τους. Με άλλα λόγια, το παραπάνω γκάζι ήταν το τελευταίο πράγμα που χρειαζόντουσαν, αν και γι' αυτό ακριβώς ήταν συναρπαστικά στην οδήγηση, εφόσον ο τρόμος και τα στιγμιαία άσπρα μαλλιά ήταν η ιδέα που είχες περί συναρπαστικού. Σήμερα όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά, και πλαίσια πια ξέρουν να φτιάχνουν, και αναρτήσεις. Το περίεργο είναι πως η Suzuki επέλεξε να χάσει δημοσιότητα και δεν έδειξε το Recursion στο Μιλάνο, πράγμα που έκανε και η Kawasaki, με μια δική της παραλλαγή στο θέμα υπερτροφοδότηση. Παρουσίασε μόνο τον κινητήρα μιας μελλοντικής μοτοσυκλέτας, χωρίς να αναφέρει τα κυβικά του, κι αυτή τη φορά το ενδιαφέρον εξάρτημα βρισκόταν πίσω του, κι όχι μπροστά του: Ένας κομπρέσορας! Κι η Kawasaki δεν είναι άσχετη με αυτή την τεχνολογία, αφού έχει στην παραγωγή ένα jet ski με κομπρέσορα και 300 άλογα από τα χίλια πεντακόσα τόσα κυβικά του! Οι καλές γλώσσες λένε πως μπορεί να είναι 1.000cc και να τοποθετηθεί σε μελλοντικό ΖΖ-R "1400". Ένας απλός υπολογισμός με βάση την αναλογία των κυβικών μιλά για 200 άλογα, αλλά ο κινητήρας του θαλάσσιου κατασκευάσματος δεν είναι τόσο "τσιτωμένος" όσο μιας μοτοσυκλέτας επιδόσεων, ούτε ο αριθμός είναι πια εντυπωσιακός, οπότε μπορούμε να ελπίζουμε σε περισσότερα, που τα ηλεκτρονικά θα κάνουν οδηγήσιμα...

Αυτές οι δύο εξελίξεις μπορεί να αποδειχτούν πολύ χρήσιμες στο μέλλον για τις δύο ιαπωνικές εταιρείες. Και οι δύο χρειάζονται κάτι διαφορετικό, ένα πόλο έλξης της προσοχής του κοινού. Και η υπερτροφοδότηση μπορεί να είναι κάτι που να απευθύνεται (ως αίγλη) στους ήδη μοτοσυκλετιστές, αλλά ενδέχεται να γίνει κι αυτό το κάτι διαφορετικό που να προσελκύσει και μη μοτοσυκλετιστές. Άλλωστε, δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο για το κοινό του αυτοκινήτου, κι η χρήση της εκεί το έχει προετοιμάσει, εξοικειώνοντάς το με την τεχνολογία.

Σκέφτηκα πολύ μέχρι να αποφασίσω ποια είναι η πιο σημαντική μοτοσυκλέτα ανάμεσα στα νέα μοντέλα του '14, αλλά για να το πούμε αυτό, πρέπει να είναι σαφή τα κριτήρια. Κι αυτά αλλάζουν, ανάλογα με την εποχή, τα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα. Και δεν πρόκειται για τα προσωπικά μου κριτήρια (για το ποια μοτοσυκλέτα δηλαδή θα ήθελα πολύ να αγοράσω) αλλά γι' αυτά που θα δείχνουν τι μπορεί να σημαίνει ένα νέο μοντέλο για τους ήδη μοτοσυκλετιστές, όπως εξίσου και γι' αυτούς που εξαιτίας του μπορεί τώρα να γίνουν. Έτσι, θα πρέπει να είναι σχετικά προσιτό οικονομικά και προσιτό οδηγικά, να έχουμε βάσιμες ενδείξεις πως θα μπορούν όλοι να ευχαριστηθούν οδηγώντας το. Επιπλέον, η γοητεία του να μην βασίζεται σε απόλυτους αριθμούς επιδόσεων, αλλά στις συγκινήσεις που μπορεί να προσφέρει σε όλους τους αναβάτες, ανεξάρτητα από το οδηγικό επίπεδό τους. . Η μοτοσυκλέτα λοιπόν που πλησιάζει περισσότερο αυτά τα κριτήρια για το 2014 είναι το νέο ΚΤΜ RC390. Με εμφάνιση βγαλμένη κατ' ευθείαν από την Μoto3, λογική τιμή, σίγουρα ενδιαφέρον οδηγικά, δεν έχει, λόγω κυβικών, το τρελό γκάζι που θα αποθάρρυνε τους πιο άπειρους, αρκετό όμως για να διασκεδάσουν όλοι χωρίς κανείς να νιώθει "φτωχός συγγενής" γιατί δεν είχε τα χρήματα να πάρει κάτι μεγαλύτερο. Μ' αρέσουν οι μοτοσυκλέτες που μπορούν να σταθούν μόνες τους, χωρίς να χρειάζεται να δανείζονται αίγλη από κάποιο μεγαλύτερο μοντέλο της γκάμας. Επίσης, και θυμηθείτε το Club 100, μ' αρέσουν οι μοτοσυκλέτες που μπορείς να τις ευχαριστηθείς στα περισσότερα από τα χιλιόμετρα που θα κάνεις μαζί τους, κάτι που δεν ισχύει για παράδειγμα με κάποιο superbike, ή ακόμα και τα μικρότερα supersport. Φανταστείτε πόσο τονωτική είναι για την ψυχολογία κάθε αναβάτη η οδήγηση μιας μοτοσυκλέτας όταν εκείνος είναι "το αφεντικό", σε αντίθεση με μιας που "του επιτρέπει" να την οδηγήσει και να μείνει όρθιος κυρίως χάρη στα ηλεκτρονικά βοηθήματά της. Δεν λέω πως η οδήγηση μοτοσυκλετών με ABS, traction control κι ό,τι άλλο ηλεκτρονικό δεν μπορεί να είναι απολαυστική, κάθε άλλο, μερικές δεν θα τις ήθελα με τίποτα χωρίς αυτά. Είναι όμως πιο αγνή εμπειρία η οδήγηση μιας αναλογικής μοτοσυκλέτας, που η συμπεριφορά της εξαρτάται αποκλειστικά από τις δικές σου εντολές, χωρίς να παίρνει πρωτοβουλίες και να αντιδρά εκείνη αντί για σένα. Είναι η διαφορά ανάμεσα στο "το πάω το μηχανάκι" και στο "μου επιτρέπει να το πάω", κι είναι άμεσα συνδεδεμένη με το είδος της ικανοποίησης που μένει όταν τα έχουμε καταφέρει καλά σε μια δύσκολη κατάσταση, όταν έχουμε επιβιώσει και ικανοποιηθεί χάρη και μόνο στις δικές μας ικανότητες.

Σκεφτείτε κάτι: Αν με κάποιο μαγικό τρόπο μπορούσαμε να κάνουμε την οδήγηση μοτοσυκλέτας απολύτως ασφαλή, θα μας άρεσε να οδηγούμε; Αν δεν υπήρχε και το παραμικρό ίχνος κινδύνου, θα παίρναμε ικανοποίηση, θα νιώθαμε κάτι πάνω στη σέλα; Κι ακόμα παραπέρα, αν δεν υπήρχε αυτό το στοιχείο ρίσκου, θα διαλέγαμε ποτέ την μοτοσυκλέτα για να αντλούμε ευχαρίστηση, για να είμαστε πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι, ή θα κάναμε κάτι άλλο;

Ίσως κάπου εδώ να βρίσκεται τόσο ένας τρόπος για να ενδιαφερθούν περισσότεροι (και ιδίως νέοι) για την μοτοσυκλέτα, όσο και για να την απολαύσουν ακόμα πιο πολύ όσοι είναι ήδη αναβάτες. Μου φαίνεται πως χρειάζονται "μαθήματα διασκέδασης", αντί για μαθήματα "ασφαλούς οδήγησης", κάτι που έτσι κι αλλιώς είναι ανέφικτο, αφού δεν υπάρχει απόλυτα ασφαλής οδήγηση. "Ασφαλέστερη", ίσως.

Τι λέω εδώ; Μιλάω για μια πιο τίμια, πιο ρεαλιστική προσέγγιση στο θέμα μοτοσυκλέτα, υποστηρίζοντας πως είναι λάθος να προσπαθούμε να πείσουμε τους μη μοτοσυκλετιστές πως αν κάνουν "αυτό κι αυτό" δεν έχουν να κινδυνεύσουν από τίποτα, όπως κι επίσης τους ήδη μοτοσυκλετιστές. Αντίθετα, μου φαίνεται πως αν η προσέγγιση ξεκινά και εστιάζεται στην απόλαυση και την βαθιά ικανοποίηση που μπορεί να σου δώσει η μοτοσυκλέτα, ΑΚΡΙΒΩΣ γιατί είναι μια δραστηριότητα με ρίσκο, έχουμε πολύ περισσότερες πιθανότητες να προσελκύσουμε νέους αναβάτες κάθε ηλικίας, κάτι που θα κρατήσει πολύ πιο ζωντανό το χώρο. Και φυσικά, αυτό δεν είναι κάτι που διδάσκεται, αλλά μια βιωματική εμπειρία που ο καθένας ζει μόνος του, με ελεύθερη δράση και πειραματισμούς, ακριβώς γιατί η μοτοσυκλέτα δεν σημαίνει το ίδιο πράγμα για όλους, αλλά είναι διαφορετική εμπειρία για τον καθένα.

Αναλογικά, είναι το ίδιο πράγμα που συμβαίνει σε όσα παιδιά είναι σήμερα τόσο τυχερά ώστε να βγαίνουν στη γειτονιά τους ή στο κοντινό δάσος και απλά να παίζουν μόνα τους, κι όχι χωρίς ρίσκο όπως θα θυμάστε όσοι το έχετε ζήσει, σε αντίθεση με τα παιδιά που οι μόνες δραστηριότητές τους είναι υπό την επίβλεψη ενηλίκων, πληρωμένες από τους γονείς και διαφημισμένες ως "απόλυτα ασφαλείς".

Αν καταφέρουμε να δείξουμε πως η απόλαυση της μοτοσυκλέτας μπορεί να είναι αυτό ακριβώς το παιχνίδι χωρίς συγκεκριμένους στόχους, αυτή η όμορφη αλητεία (με την καλή έννοια) χωρίς προϋποθέσεις και στερεότυπα, τότε θα έχουμε ελπίδες και να δούμε πιο γνήσια συναρπαστικές μοτοσυκλέτες στο μέλλον, και την νέα γενιά αναβατών τους.