Editorial 593 - Ο εχθρός είναι αλλού

x
Από το

motomag

1/4/2019

Ένα ένα φτιάχνονται τα καρφιά για το φέρετρο του κινητήρα εσωτερικής καύσης: Η Honda παρουσίασε στο Tokyo Motorcycle Show ένα ηλεκτρικό motocross, θυμίζοντας την κίνησή της να καταργήσει τα δίχρονα, με τελευταίο το CR250R του 2007. Τα διάσημα αρχικά όμως, CR, κοσμούν και το νέο της ηλεκτρικό πρωτότυπο. Ήταν λάθος να τα καταργήσει; Θα μπορούσε να εξελίξει κι άλλο το πρωτοποριακό σύστημά της με την ελεγχόμενη αυτανάφλεξη, το AR (Activated Radicals Combustion); Ναι, αλλά σε βάθος χρόνου, δεν είναι βέβαιο πόσο νόημα θα είχε για την διάσωση του κινητήρα εσωτερικής καύσης. Απ’ την άλλη, όση βενζίνη κι αν κυλάει στις φλέβες μας, θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως η εποχή που ζούμε δεν θα μπορούσε να διαρκέσει για πάντα. Η τεχνολογία αλλάζει την ζωή των ανθρώπων, κι αυτό έκανε πάντα, και θα συνεχίσει να το κάνει, με όλο και επιταχυνόμενο ρυθμό.

Και για να φτάσουμε να έχουμε μοτοσυκλέτες, έπρεπε πρώτα να ανακαλυφθεί ο τροχός και να φτιαχτούν τα πρώτα τροχοφόρα οχήματα, μια χρήση δηλαδή του τροχού πέρα από τους χερόμυλους για άλεσμα σιτηρών ή τους τροχούς διαμόρφωσης πηλού για κατασκευή κεραμικών. Όσο για το πότε φτιάχτηκαν τα πρώτα τροχοφόρα, υπήρχαν ενδείξεις πως περίπου ταυτόχρονα, γύρω στο 4.500 π.Χ., εμφανίστηκαν στην Μεσοποταμία, τον Καύκασο και την ανατολική Ευρώπη. Το 2002 όμως, σε βάλτους νότια της Ljubljana στην Σλοβενία, που κατοικούνταν τουλάχιστον από το 9.000 π.Χ., βρέθηκε ξύλινος τροχός πιθανώς χειράμαξας, με διάμετρο 72 εκατοστά και άξονα μήκους 120 εκατοστών. Ήταν φτιαγμένος από ξύλο φλαμουριάς, με άξονα από ξύλο βελανιδιάς. Η οπή στο κέντρο του ήταν τετράγωνη, κάτι που σημαίνει πως ο άξονας περιστρεφόταν μαζί με τους τροχούς. Χρονολογήθηκε στο 5.150 – 5.300 π.Χ. και είναι ο παλαιότερος που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα, δείχνοντας όμως ένα επίπεδο κατασκευής τροχού και άξονα που συνιστά πως η εφεύρεση ήταν πολύ παλαιότερη. Τροχό είχαμε, τροχοφόρα είχαμε εδώ και 7.500 χρόνια τουλάχιστον, μοτοσυκλέτα όμως; Για να φτάσουμε στην μοτοσυκλέτα έπρεπε πρώτα να περάσουμε από το ποδήλατο, και το πρώτο όχημα μονού ίχνους (με τον ένα τροχό πίσω από τον άλλο, στην ίδια ευθεία, έτσι ώστε να αφήνει ένα μοναδικό ίχνος) που κινούνταν με την δύναμη των ποδιών του επιβαίνοντος εφευρέθηκε από τον Γερμανό βαρώνο Karl von Drais, το 1817, στο Μόναχο της (όπου και η έδρα της BMW – δεν θα μπορούσε να είχε φέρει ο νεαρός τότε Όθωνας ένα ποδήλατο Drais όταν ήρθε στην Ελλάδα;). Ήταν και το πρώτο δίτροχο με εμπρός τροχό που έστριβε με τιμόνι. Το όνομά του επιβίωσε ως τις μέρες μας χαρακτηρίζοντας τα σιδηροδρομικά οχήματα, τις ντερεζίνες.

Και με την επάνοδο των ηλεκτρικών ήρθε η ώρα να αναθεωρήσουμε το πότε φτιάχτηκε η πρώτη μοτοσυκλέτα. Μέχρι τώρα θεωρούσαμε ως πρώτη μοτοσυκλέτα παραγωγής την  Hildebrand & Wolfmüller, την πρώτη με κινητήρα εσωτερικής καύσης που φτιάχτηκε κι αυτή στο Μόναχο το 1894. Αλλά παλαιότερα υπήρξαν μοτοσυκλέτες ατμοκίνητες (το 1867, σε Γαλλία και ΗΠΑ), ενώ σχεδόν ταυτόχρονα και ηλεκτρικές. Έτσι κι αλλιώς, και κάποια από τα πρώτα αυτοκίνητα ήταν ηλεκτρικά, και μάλιστα ήταν και τα πιο γρήγορα τότε, σε σχέση με τα βενζινοκίνητα. Οπότε, κάποια στιγμή θα πρέπει να μην ασχολούμαστε με το τι είδους κινητήρα είχε ή έχει μια μοτοσυκλέτα, αλλά με την αίσθηση που σου δίνει όταν την οδηγείς. Ας μην ξεχνάμε και την αντίσταση που εμφανίζουν οι άνθρωποι σε κάτι που αλλάζει τις συνήθειες και τις ζωές τους. Όταν βγήκαν τα πρώτα ποδήλατα, πολλές πόλεις τα απαγόρευσαν, για τον φόβο ατυχημάτων. Το ίδιο γινόταν και με τα πρώτα αυτοκίνητα, με την νομοθεσία στην Αγγλία να επιβάλλει να προπορεύεται ένας πεζός που κουνούσε μια κόκκινη σημαία, και το αυτοκίνητο να ακολουθεί. Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν οχήματα με τροχούς για πάνω από 8.000 χρόνια, και οι λαοί από τον Καύκασο να έχουν φέρει μέσω των Βαλκανίων τον τροχό και στον Ελλαδικό χώρο, όπως και την λέξη για τον κύκλο, που οδήγησε στην λέξη μοτοσυκλέτα (και γι’ αυτό γράφεται με ύψιλον, όπως κι ο κύκλος, κι όχι με γιώτα). Προέρχεται από την πρωτο- Ινδοευρωπαϊκή “kwekwlo”, που μας έδωσε και την αγγλική λέξη wheel, αλλά και την chakra των Σανσκριτικών. Οι Δωριείς είχαν ήδη άρματα με τροχούς με ακτίνες όταν κατέβηκαν στα Βαλκάνια και τον Ελλαδικό χώρο, ενώ υπάρχουν ενδείξεις πως είχαν ήδη και σιδερένια στεφάνια γύρω από τους ακτινωτούς τροχούς τους, μια τέχνη που χάθηκε από την Ελλάδα μαζί με τους τελευταίους καροποιούς, στα τέλη της δεκαετίας του ’70.

Μπροστά λοιπόν στα πάνω από 8.000 χρόνια ύπαρξης τροχοφόρων, οι μοτοσυκλέτες με κινητήρα εσωτερικής καύσης υπάρχουν για μόλις 125 χρόνια, κι εμείς φρικάρουμε με την επερχόμενη αλλαγή του είδους του κινητήρα. Λογικό, αφού έτσι μάθαμε, έτσι συνηθίσαμε, έτσι γουστάρουμε, έτσι απολαμβάνουμε, κι επιπλέον, δεν έχουμε δει ακόμα ή δεν έχουμε καβαλήσει ηλεκτρική μοτοσυκλέτα που να είναι συνολικά καλύτερη από την αντίστοιχη βενζινοκίνητη, ειδικά στην αυτονομία της κίνησης, αυτή που μας δίνει την περίφημη ελευθερία που όλοι αναζητούμε οδηγώντας μοτοσυκλέτα. Ο εχθρός όμως δεν είναι ο ηλεκτροκινητήρας. Εστιάζουμε την προσοχή μας εκεί, και δεν βλέπουμε πως σύντομα, δεν θα μας νοιάζει, γιατί θα έχουμε άλλους πραγματικά σοβαρούς μπελάδες, όπως το σύστημα ISA (Intelligent Speed Adaptation), που οι πρώτες του μορφές ήδη υπάρχουν σε αυτοκίνητα. Αναγνωρίζει τα όρια ταχύτητας, προειδοποιεί σε πρώτη φάση τον οδηγό, σε επόμενη φάση δεν θα τον αφήνει να ξεπεράσει το όριο ταχύτητας και σε συνδυασμό με το καταγραφικό “μαύρο κουτί”, θα ειδοποιεί αυτόματα τις αρχές για παραβάσεις, με αποδείξεις, όπου κι αν συμβούν αυτές οι παραβάσεις… Και κάπως έτσι, χάνεται η απόλαυση της οδήγησης της μοτοσυκλέτας, τουλάχιστον σε δημόσιους δρόμους, τουλάχιστον σε ένα περιβάλλον αυτόνομων αυτοκινήτων.  Κι αυτό μας ξαναφέρνει στο ηλεκτρικό motocross της Honda, που τουλάχιστον θα μπορούμε να οδηγούμε χωρίς τον φόβο του Big Brother

 

Μην χάσετε το επόμενο τεύχος!

ΔΩΡΟ spray αλυσίδας IPONE

αξίας 6 ευρώ

Μια προσφορά της ΙΡΟΝΕ, του αντιπροσώπου της στην Ελλάδα Ελευθερίου ΑΕ και του ΜΟΤΟ!

editorial 521 - το τέλος της τέχνης;

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/3/2013

Ή η αρχή μιας άλλης; Μιλάω για την τέχνη της οδήγησης της μοτοσυκλέτας, με την έννοια της συνολικής σχέσης του αναβάτη μαζί της, της ενασχόλησής του με την λειτουργία της και την συντήρησή της. Κάθε πρόοδος της τεχνολογίας φέρνει και αλλαγές σ' αυτή τη σχέση. Από το 1969 που η λέξη "ηλεκτρονική" εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα, στο τρικύλινδρο δίχρονο Kawasaki Mach III 500, μπήκαν τα ηλεκτρονικά στην μοτοσυκλετιστική μας ζωή, ενώ σήμερα οι κορυφαίες μοτοσυκλέτες έχουν περισσότερα ηλεκτρονικά συστήματα από ποτέ, κι είμαστε μόνο στην αρχή της εξέλιξης των περισσότερων από αυτά. Και πιο πριν όμως, πριν το 1969, κάθε μικρή πρόοδος άλλαζε κάτι σημαντικό. Σκεφτείτε τους ταπεινούς διακόπτες των ρεζερβουάρ με τις τρεις υπό εξαφάνιση "λέξεις", ΟΝ-ΟFF-RES. Μέχρι να εμφανιστούν, έπρεπε να έχεις συνεχώς το νου σου πότε θα τελειώσει η βενζίνη, να σταματάς, να ανοίγεις την τάπα και να κουνάς τη μηχανή δεξιά αριστερά ώστε να κρίνεις με το μάτι (αν δεις το πλατσούρισμα) και το αφτί (το πως ακουγόταν το πλατσούρισμα) πόσο μακριά μπορείς να πας ακόμα. Με την εμφάνιση του ON-OFF-RES απλά άφηνες το αριστερό σου χέρι από το τιμόνι για να γυρίσεις ρεζέρβα, που από την εμπειρία σου ήξερες για πόσο σου φτάνει. Αργότερα, εμφανίστηκαν οι δείκτες στάθμης καυσίμου, με ένα πρόβλημα: Ήταν πολύ αναξιόπιστοι, καθώς κανένα ρεζερβουάρ μοτοσυκλέτας δεν έχει κανονικό σχήμα, κι έδειχναν γεμάτο-γεμάτο-γεμάτο για πολλά χιλιόμετρα, για να περάσουν όμως στο άδειο-άδειο- έμεινες βλάκα πολύ γρήγορα. Σήμερα έχουμε ψηφιακές μπαρίτσες που αναβοσβήνουν, μετρήσεις μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, και το πιο χρήσιμο απ' όλα, χιλιόμετρα που σου απομένουν μέχρι να μείνεις.

Για να μην πούμε τι γνώσεις και ενασχόληση απαιτούσαν οι προπολεμικής τεχνολογίας μοτοσυκλέτες, με λεβιεδάκια για την προπορεία της ανάφλεξης, για τον αέρα, παλιότερα και χειροκίνητη λίπανση κινητήρα, ακόμα και φώτα που άναβαν με σπίρτο, ας πιάσουμε το θέμα από την έλευση της ηλεκτρονικής ανάφλεξης. Ξαφνικά, ο αναβάτης δεν χρειαζόταν να ασχοληθεί με το ιδανικό αβάνς για κάθε ταχύτητα κιβωτίου, άνοιγμα γκαζιού και κλίση του οδοστρώματος. Δεν χρειαζόταν καν να υπάρχει μηχανικό αβάνς. Δεν χρειαζόταν πια να ξέρει τι κάνουν οι πλατίνες, να τις καθαρίζει, να τις ρυθμίζει και να τις αλλάζει, να βάζει λάδι στο σφουγγαράκι τους, να βρίσκει πεταμένο στην άκρη του δρόμου χαρτονάκι από Άσσο σκέτο κασετίνα για να ρυθμίζει το διάκενό τους στα 0,4 mm περίπου, να βρίσκει ντουκόχαρτο για να τις πάρει λίγο όταν μπιμπικιάσουν, να ταιριάζει άλλο πυκνωτάκι γιατί σιγά μην παραγγείλει το δικό τους. Ό,τι βρεθεί. Το κεφάλαιο πλατίνες όμως είχε ξεκινήσει την πορεία του προς το τέλος. Η βασική διαφορά των ηλεκτρονικών από τις πλατίνες είναι πως ενώ για τις πλατίνες ο αναβάτης μπορούσε να κάνει κάτι (να τις ρυθμίσει ή να τις αλλάξει στο πλάι του δρόμου και να συνεχίσει, όταν χαλάσει όμως η ηλεκτρονική πρέπει να την πετάξεις και αγοράσεις μια άλλη (και οι πρώτες χαλούσαν, ειδικά οι aftermarket), που δεν έβρισκες πρόχειρη και σε κάθε χωριό της Ελλάδας. Πλατίνες όμως, είχες πολλές πιθανότητες να βρεις, αν δεν κουβαλούσες μαζί σου.

Ήρθαν και εποχές που ο αναβάτης δεν είχε να ρυθμίσει τίποτα. Ούτε αναρτήσεις, ούτε απόδοση κινητήρα, ούτε κάτι άλλο που να είχε σχέση με την συμπεριφορά και τις επιδόσεις της μοτοσυκλέτας. Έτσι είναι, κι ο καθένας ας την οδηγήσει όπως μπορεί. Φυσικά, πάντα κάποιοι μπορούσαν καλύτερα από τους άλλους. Σήμερα, με όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα, υπάρχει άραγε εξίσωση των αναβατών, ή παραμένουν οι διαφορές μεταξύ τους; Μια απλουστευμένη λογική λέει πως από την στιγμή που τα ηλεκτρονικά αποφασίζουν τι θα συμβεί, η απόδοση των φρένων για παράδειγμα, θα είναι ίδια για όλους. Πατάς με όλη σου τη δύναμη, το ABS κάνει τη δουλειά του, οι ημιενεργητικές αναρτήσεις την δική τους, σταματάνε όλοι οι αναβάτες στις ίδιες αποστάσεις, αντίστοιχα γλιτώνουν όλοι το ίδιο ένα γλίστρημα χάρη στο traction control, κατεβάζουν όλοι όπως νά 'ναι ταχύτητες αφού έχουν μονόδρομο συμπλέκτη και auto blipper, και κάπως έτσι είναι εύκολο να πιστέψει κανείς πως πάει πια, δεν χρειάζεται να ξέρει κανείς να οδηγεί, τα συστήματα τα κάνουν όλα γι' αυτόν, άντε κι έγιναν όλοι ίδιοι. Μόνο που στην πραγματική ζωή δεν είναι καθόλου έτσι. Είναι αλήθεια πως τα ηλεκτρονικά συστήματα μπορούν να βοηθήσουν κάποιον αναβάτη, άπειρο ή έμπειρο αδιάφορο, να την γλιτώσει κάποια στιγμή. Ο λιγότερο ικανός όμως θα παραμείνει σ' αυτό το επίπεδο, ενώ ο καλύτερος αναβάτης θα αφιερώσει χρόνο και φαιά ουσία για να κατανοήσει πλήρως και εμπειρικά την λειτουργία του κάθε συστήματος. Μετά, έρχεται το επόμενο στάδιο, η πλήρης εκμετάλλευση των νέων δυνατοτήτων που προσφέρει το κάθε καλοσχεδιασμένο σύστημα. Βοηθούν τα ηλεκτρονικά στην εξέλιξη των αναβατών; Σίγουρα ναι. Κανείς αναβάτης δεν μπορούσε ποτέ να οδηγεί με μπλοκαρισμένους τους τροχούς. Το σύνηθες ήταν ένα ξαφνικό μπλοκάρισμα και εξίσου αστραπιαία, επώδυνη πτώση. Αυτό που αλλάζει είναι πως τώρα ο αναβάτης προειδοποιείται για το όριο της πρόσφυσης και του μπλοκαρίσματος, και ρυθμίζει το φρενάρισμά του ανάλογα, πετυχαίνοντας πολύ πιο εύκολα τη μέγιστη επιβράδυνση. Αυτό και μόνο απελευθερώνει ένα κομμάτι από την υπολογιστική ισχύ του εγκεφάλου του, που δεν χρειάζεται πια να ασχολείται με το συγκεκριμένο θέμα, τουλάχιστον όχι τόσο πολύ. Αν προσθέσει κανείς τις αντίστοιχες μειώσεις απαιτήσεων σε υπολογιστική ισχύ και στα θέματα της πρόσφυσης, της απόκρισης – απόδοσης του κινητήρα και της λειτουργίας των αναρτήσεων που άρχισαν πια να προσαρμόζονται στις συνθήκες της κάθε στιγμής, ο αναβάτης έχει πια το περιθώριο να ασχοληθεί την αξιοποίηση όλων αυτών, με τις γραμμές του, με τις εντολές του προς την μοτοσυκλέτα, έτσι όπως ποτέ πριν δεν μπορούσε να κάνει. Γι' αυτό κι ακόμα δεν μπορούμε να ξέρουμε σε ποιο οδηγικό επίπεδο μπορούν να μας φτάσουν. Ακόμα και οι αναβάτες – θεοί των MotoGP μπορεί να αναπολούν τις μέρες χωρίς ηλεκτρονικά "βοηθήματα", τουλάχιστον όσοι έμαθαν αρχικά να τρέχουν χωρίς αυτά, αλλά δεν θα μπορούσαν να πάνε το ίδιο γρήγορα χωρίς αυτά. Και πάλι, μιλάμε για τους καλύτερους του κόσμου, με τις καλύτερες μοτοσυκλέτες, που τρέχουν σε συγκεκριμένες συνθήκες μιας κλειστής πίστας. Στους δρόμους, είναι μια άλλη ιστορία. Για ρωτήστε τους, πόσοι από αυτούς τους υπερ-αναβάτες κυκλοφορούν με μοτοσυκλέτα στο δρόμο; Αν υπάρχει κάποιος, θα είναι η εξαίρεση.

Χρειάζεται να έχει κανείς πρότερη εμπειρία σε "αναλογικές" μοτοσυκλέτες, για να εκτιμήσει τις "ψηφιακές"; Όχι απαραίτητα. Μπορεί να είναι και καλύτερα να μην έχει. Είναι δύσκολο για τους περισσότερους να αποβάλλουν συνήθειες και προκαταλήψεις ετών. Το πραγματικό αποτέλεσμα θα το δούμε στους αναβάτες των επόμενων γενεών, που θα έχουν μάθει να βρίσκουν νέα όρια μόνο πάνω σε νέες μοτοσυκλέτες.

Ο τίτλος αυτού του editorial είναι παραπλανητικός. Η τέχνη δεν τελειώνει, εξελίσσεται. Το ίδιο και οι αναβάτες. Αυτό που αλλάζει μαζί με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών είναι το είδος της εμπλοκής του αναβάτη, ποια πράγματα χρειάζεται να σκέφτεται, πότε και πόσο. Η ουσία όμως, παραμένει ίδια. Κατανόηση, εφαρμογή, εξέλιξη. Έτσι κι αλλιώς, η κίνηση μιας μοτοσυκλέτας και στους τρεις άξονες του χώρου (ταυτόχρονα!) και το πλήθος των ερεθισμάτων που δέχεται ο αναβάτης της, απαιτεί πολύ πιο ουσιαστική εμπλοκή απ' ότι ένα αυτοκίνητο. Επιβάλλεται άλλωστε, καθώς οι συνέπειες του κάθε λάθους μπορεί να είναι πολύ χειρότερες. Από τη μια, φοβάμαι πως οι οδηγοί των σύγχρονων αυτοκινήτων μπορεί να γίνονται καλοί χειριστές αλλά σπάνια πραγματικά καλοί οδηγοί, καθώς δεν αποκτούν εμπειρία για την δυναμική συμπεριφορά του αυτοκινήτου όταν πια οι νόμοι της φυσικής ορίζουν την πορεία του. Μερίδιο ευθύνης εδώ, ειδικά στα αυτοκίνητα, έχουν και οι πωλητές, όπως και πολλοί "δημοσιογράφοι", που επιμένουν "αυτό δεν κολλάει πουθενά, τα κάνει όλα μόνο του, πάντα θα σε σώζει". Μια ματιά στις μπαριέρες και τα χαντάκια του δρόμου πάει στο χιονοδρομικό του Παρνασσού, τις μέρες που ο δρόμος είναι χιονισμένος ή και παγωμένος, δίνει μια καλή άποψη: Ειδικά αυτά που υποτίθεται πως είναι άτρωτα, όπως οι μεγάλες ψηλές τζιπούρες, πάνε στου χαντάκ' χωρίς δεύτερη συζήτηση, αν ο οδηγός τους πιστέψει τους ισχυρισμούς πωλητών και εταιριών. Το ίδιο ισχύει και στις μοτοσυκλέτες. Τα συστήματα δεν είναι πανάκεια, απλά σου βγάζουν μερικές σκοτούρες απ' το κεφάλι σου, αφήνοντάς σε να ασχοληθείς με άλλα ζητήματα. Το γεγονός πως η οδήγηση μοτοσυκλέτας απαιτεί το 100% της προσοχής σου, δεν αλλάζει. Αποδεδειγμένα όμως, τα συστήματα αυτά μειώνουν τις συνέπειες μιας λάθος εκτίμησης και μας βοηθούν να πάμε πιο γρήγορα, με περισσότερη ασφάλεια.

Κάθε εξέλιξη φέρνει νέες απαιτήσεις. Όταν το φαίρινγκ της BMW R100RS και τα άλλα full fairing που ακολούθησαν έκαναν εφικτό το πολύωρο ταξίδι μεγάλων ταχυτήτων, έθεσε και μια σειρά νέων, αυξημένων απαιτήσεων σε λάστιχα, αναρτήσεις, φρένα, πλαίσια... Όσο ανέβαιναν οι ιπποδυνάμεις και οι ταχύτητες, ανέβαιναν κι ένα σκαλί οι απαιτήσεις, όχι μόνο για την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα, αλλά και για τον αναβάτη της. Όταν δεν υπήρχαν ρυθμίσεις αναρτήσεων, δεν ασχολούνταν κανείς μαζί τους κι όλα καλά, πορευόσουν μ' αυτά που είχες. Βάλε όμως στην εξίσωση τις πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις με hi-low speed συμπίεση, προφορτίσεις, επαναφορές, ύψος πίσω ανάρτησης, σκληρότητες ελατηρίων, ύψος στάθμης λαδιού και διαφορετικό ιξώδες, κι έχεις ένα λαμπρό νέο πεδίο γνώσης και πειραματισμών που οδηγεί και σε καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας, και σε βελτίωση της συμπεριφοράς της, και σε πιο σκεπτόμενους αναβάτες, και σε πρόοδο των ίδιων των αναρτήσεων.

Φυσικά, το κάθε ηλεκτρονικό σύστημα που είναι προγραμματισμένο να λειτουργεί και να επεμβαίνει με ένα συγκεκριμένο τρόπο, έχει και ένα εγγενές και ουσιώδες μειονέκτημα: Είναι τόσο καλό (ή κακό) όσο του επιτρέπουν οι παράμετροι της λειτουργίας του. Μπορεί οι κατασκευαστές να λένε πως προγραμματίζουν τα συστήματά τους να αντιδρούν όπως θα ήθελε ένας έμπειρος αναβάτης, πιπιλίζοντας παράλληλα την καραμέλα της ασφάλειας, η πραγματικότητα όμως είναι πως στόχος των πωλήσεών τους δεν είναι το μικρό ποσοστό των πραγματικά καλών αναβατών, αλλά η μετριότητα της μάζας, που ελπίζουν να ψήσουν πως η υπερμοτοσυκλέτα τους δεν αποτελεί απειλή, αλλά ευεργέτημα. Πως θα τους ανεβάσει σε οδηγικές απολαύσεις παραδεισένιες, σε μέρη μακρινά κι ονειρεμένα, πως θα τους κάνει καλύτερους απ' ότι είναι. Μόνο που αυτό δεν γίνεται. Κανείς προγραμματιστής δεν μπορεί να προβλέψει τις καταστάσεις που θα προκύψουν στην πραγματική ζωή, το ίδιο όπως κανείς κατασκευαστής κράνους δεν μπορεί να προβλέψει όλους τους πιθανούς τρόπους και τόπους πρόσκρουσης του ξερού μας κεφαλιού που θα φοράει το κράνος. Η ασφάλεια όμως είναι το μεγάλο εμπόρευμα των ημερών μας, κι αυτό μας πουλάνε όλοι. Η αλήθεια είναι πως με ηλεκτρονικά ή χωρίς, η μοτοσυκλέτα παραμένει υπέροχα επικίνδυνη, και γι' αυτό την αγαπάμε. Φαίνεται πως μας χρειάζεται να νιώθουμε πως για μια ακόμη μέρα, για μια ακόμη βόλτα, τα καταφέραμε με την αξία μας απέναντι στους κινδύνους. Με βοηθήματα ή χωρίς. Κι αν μια μέρα βγει το απόλυτα ασφαλές μοντέλο που με τίποτα δεν θα σε αφήσει να κινδυνεύσεις, 1) Δεν θα είναι μοτοσυκλέτα, και 2) Δεν θα έχει ενδιαφέρον.