Editorial 588 - Ινδία, το μέλλον - Γιατί η Ινδία θα καθορίζει τις τύχες της μοτοσυκλέτας…

x
Από το

motomag

1/11/2018

Η Ελληνική αγορά δικύκλων θα φτάσει περίπου στις 32.000 μονάδες το 2018. Η Ινδική προβλέπεται να ανέβει πάνω από 20 εκατομμύρια. Στην Ινδική αγορά πουλιούνται διπλάσια Royal Enfield ΤΟ ΜΗΝΑ από το ετήσιο σύνολο της Ελληνικής αγοράς. Πάνω από 48.000 δίκυκλα πωλούνται κάθε μέρα, και για τα πιο δημοφιλή υπάρχει λίστα αναμονής έως και τρεις μήνες. Το οικονομικό έτος 2016/17 πουλήθηκαν 17.589.738, και το 2017/18, 20.192.672… Η Ινδία έχει ξεπεράσει προ πολλού την Κίνα, τόσο σε πωλήσεις όσο και σε παραγωγή, αφού στην Κίνα έχει απαγορευτεί η χρήση βενζινοκίνητων δικύκλων σε δεκάδες μεγάλες πόλεις και έχουν ανέβει πολύ οι πωλήσεις αυτοκινήτων.

Στην Ινδία όμως του 1,339 δισεκατομμυρίου κατοίκων, που έχει ξεπεράσει ήδη από το 2017 σε πληθυσμό και την Κίνα (1,338 δις!), η ανάπτυξη της μοτοσυκλέτας είναι ραγδαία, κι αναμένεται να συνεχιστεί αμείωτη ως τουλάχιστον το 2026, σύμφωνα με εκτιμήσεις. Η αγορά της σχεδόν διπλασιάστηκε μέσα σε 8 χρόνια, κι ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό είναι μικρά δίκυκλα, ως 200cc, οι μεγάλες μοτοσυκλέτες κερδίζουν συνέχεια έδαφος. Το success story είναι αυτό της Royal Enfield, όπως θα διαβάσετε και στο τεστ του Himalayan σ’ αυτό το τεύχος, με την Ινδική εταιρία να ανεβάζει την παραγωγή της στις 900.000 μονάδες για να μπορέσει να καλύψει την ζήτηση. Καμία της μοτοσυκλέτα δεν είναι μικρότερη από 350 κυβικά, κι ήδη κάνει το διεθνές της άνοιγμα με τα δικύλινδρα των 650cc που ήδη παρουσίασε. Η πιο επιτυχημένη “πολυτελής μάρκα”, όπως αναφέρουν στην Ινδία τις εισαγόμενες, μεγάλες και ακριβές μοτοσυκλέτες είναι η Triumph.

Που οφείλεται όμως αυτή η αλματώδης ανάπτυξη της Ινδικής αγοράς και βιομηχανίας; Η Ινδία, πέρα από τον μεγαλύτερο πληθυσμό χώρας στον πλανήτη, έχει και την ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία. Αυτό έχει δημιουργήσει μια μεσαία οικονομική τάξη που έχει διαθέσιμο εισόδημα, τόσο στις πόλεις όσο και σε αγροτικές περιοχές. Σε συνδυασμό με το ανεπαρκές οδικό δίκτυο στις επαρχίες, και στις πηγμένες από κυκλοφοριακή συμφόρηση πόλεις με ανεπαρκές δίκτυο μαζικών μεταφορών, όλο και περισσότεροι στρέφονται στο δίκυκλο ως λύση μετακίνησης, και τα best seller μοντέλα το επιβεβαιώνουν αυτό. Οι χρηματοδοτήσεις είναι κι αυτές ευνοϊκές, και βοηθά επίσης και το internet στις αγορές και την εξυπηρέτηση. Επιπλέον, τα αυτοκίνητα είναι ακριβά, φορολογούνται πολύ περισσότερο από τα δίκυκλα και στις πόλεις δεν έχουν που να παρκάρουν. Η Ινδική κυβέρνηση έχει ξεκινήσει ένα τεράστιο πρόγραμμα οδικών υποδομών, που αναμένεται να αυξήσει ακόμα περισσότερο τις πωλήσεις. Εκτός όμως από ένα τεράστιο τμήμα του πληθυσμού που βγήκε ή βγαίνει από τα επίπεδα της φτώχιας και μπορεί να διαθέσει τα χρήματα για δίκυκλο, η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη της Ινδίας (έχει την μεγαλύτερη άνοδο παγκοσμίως στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) σε συνδυασμό με τον πληθυσμό της, έχει φέρει οικονομική άνεση σε εκατομμύρια Ινδούς, τέτοια που να αντιμετωπίζουν την μοτοσυκλέτα ως αναψυχή και ως ως σύμβολο κοινωνικής καταξίωσης, αγοράζοντας μεγάλες εισαγόμενες μοτοσυκλέτες. Το καλοκαίρι είχαμε πολλούς Ινδούς τουρίστες, που έδιναν 2.500 ευρώ το άτομο για πέντε μέρες στην Αθήνα…

Κάπως έτσι, η Ινδία έχει αυτή τη στιγμή περίπου το 34% της παγκόσμιας αγοράς, χωρίς ακόμα να έχει ξεκινήσει στα σοβαρά τις εξαγωγές της, τουλάχιστον στις μεγάλες μοτοσυκλέτες. Αυτό όμως δεν θα ισχύει για πολύ. Ινδικές εταιρίες έχουν εξαγοράσει ιστορικά ονόματα της μοτοσυκλέτας, ή έχουν κάνει στρατηγικές συμμαχίες με ήδη υπάρχουσες εταιρίες. Κι όσο κι αν υπάρχει η εσωτερική αγορά που είναι η μεγαλύτερη του κόσμου, η προοπτική των διεθνών πωλήσεων και η αίγλη μιας παγκόσμιας (αντί μόνο Ινδικής) εταιρίας, είναι τεράστιο κίνητρο. Οι Ινδοί βρίσκονται πιο κοντά στους Ευρωπαίους απ’ ότι οι Κινέζοι, λόγω γλώσσας, νοοτροπίας και επαγγελματικών σχέσεων, ενώ έχουν και μοτοσυκλετιστική κουλτούρα, χαίρονται τη μοτοσυκλέτα, κάτι που δεν έχουν αποκτήσει οι Κινέζοι που είδαν τα δίκυκλα απλά ως προσωρινή λύση μέχρι να καταφέρουν να πάρουν αυτοκίνητο.

Η Ινδία έχει πολλούς κατασκευαστές με παραγωγή πάνω από 2.000.000 μοτοσυκλέτες το χρόνο. Η Bajaj, που κατέχει το 47,99% της KTM, κατασκευάζει ήδη στο εργοστάσιό της στο Chakan πάνω από 100.000 KTM (τα μικρά Duke) και τα μικρά street Husqvarna, ενώ θα αρχίσει σύντομα να κατασκευάζει και τα 790. Έχει επενδύσει πάνω από 250.000.000 $ στην ΚΤΜ, ενώ είναι και ο επίσημος διανομέας της Kawasaki στην Ινδία, ενώ έχει κάνει και συνεταιρισμό με την Triumph (χωρίς να κατέχει ποσοστό της) για την εξέλιξη μικρών και μεσαίων μοτοσυκλετών που θα δούμε και ως Triumph. Είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος κατασκευαστής στην Ινδία.

Η TVS, που δεν είχε μέχρι τότε κατασκευάσει μοτοσυκλέτα μεγαλύτερη από 250cc, συνεταιρίστηκε με την BMW Motorrad, κατασκευάζοντας τη σειρά G310 για λογαριασμό της, ενώ αναμένεται να ακολουθήσουν κι άλλα μοντέλα. Είναι στην τρίτη θέση των Ινδών κατασκευαστών.

Μια εταιρία που δεν έχει δώσει ακόμα το στίγμα της στην μοτοσυκλέτα, αλλά θα το κάνει, είναι η Mahindra & Mahindra, μια από τις μεγαλύτερες εταιρίες της Ινδίας σε απόλυτα μεγέθη, με έσοδα πάνω από 13 δις δολάρια το χρόνο, κυρίως από αυτοκίνητα και τρακτέρ. Έχει γκάμα μικρών μοτοσυκλετών με το όνομά της, αλλά δεν έχει καταφέρει πολλά μέχρι τώρα καθώς είναι στην όγδοη θέση μεταξύ των Ινδών κατασκευαστών μοτοσυκλέτας – αυτό όμως θα αλλάξει, καθώς κατέχει δύο ιστορικά ονόματα, της Jawa και της BSA. Από το 2015, έχει αποκτήσει και το 51% της Peugeot, που είχε παρουσιάσει την πρώτη της μοτοσυκλέτα το 1898, αλλά δεν ξεκίνησε παραγωγή ως το 1901. Μέσω της θυγατρικής της Classic Legends Private Limited (CLPL) απέκτησε τα δικαιώματα της BSA, που κάποτε ήταν ο μεγαλύτερος κατασκευαστής στον κόσμο, όπως και του θρυλικού ονόματος Gold Star. Τα σχέδια για έναρξη της παραγωγής των νέων Jawa (έχουμε ήδη δει τον κινητήρα) και των BSA είναι προχωρημένα, με εξέλιξη μοτοσυκλετών στην Ιταλία και εργοστάσια στην Γαλλία και την Ινδία, για μια γκάμα από 300 ως 750cc. To πρώτο μοντέλο, αυτό των 300cc, με έναν κινητήρα κλασικής εμφάνισης αλλά σύγχρονης τεχνολογίας, θα παρουσιαστεί στις 15 Νοεμβρίου στην Ινδία. Παράλληλα η Mahindra αγόρασε το 2015 και τον σχεδιαστικό οίκο Pininfarina, που έχει σχεδιάσει τις περισσότερες Ferrari…

Οι Ινδοί έχουν την βιομηχανία, έχουν τα χρήματα, έχουν μια τεράστια εσωτερική αγορά να τους στηρίζει, έχουν εξασφαλίσει τεχνογνωσία, έχουν στρατηγικές συνεργασίες με κορυφαίες εταιρίες μοτοσυκλέτας, διαθέτουν μερικά από τα πιο ιστορικά ονόματα και κατασκευάζουν πια παγκόσμια αποδεκτές μοτοσυκλέτες – το μέλλον τους ανήκει.

https://www.marklines.com/statics/report/img/en/rep1590_002.jpg

 

Motorcycle Demand in Major Countries

editorial 524 - Club 100

Από το

Μαύρο Σκύλο

3/7/2013

Δεν μπορώ να φανταστώ πως στα κολασμένα στροφιλίκια του Montenegro μια street θα μπορούσε να πάει το ίδιο γρήγορα και το ίδιο απολαυστικά με τις on-off του MEGA TEST. Στο editorial του προηγούμενου τεύχους έγραφα πως οι on-off είναι πια οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, με τις υπόλοιπες κατηγορίες να είναι οι... εξειδικευμένες, όπως οι street. To ταξίδι μας στο Montenegro επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς μου. Στην πραγματική ζωή, η οδήγηση σε κάθε είδους δρόμο είναι απόλαυση με αυτές τις μοτοσυκλέτες που πρώτοι εμείς στο ΜΟΤΟ αποκαλέσαμε παντός δρόμου. Χωρίς αυτή η απόλαυση να σταματά εκεί που τελειώνει η άσφαλτος. Μερικοί μπορούν να θεωρήσουν από παράδοξη έως υπερβολική την χρήση μιας μοτοσυκλέτας με 1200 κυβικά και πάνω από 100 ίππους στο χώμα, αλλά δεν είναι. Το μόνο εμπόδιο είναι για τους περισσότερους το ποσό που απαιτείται για την αγορά της, και οι οδηγικές ικανότητες που θα πρέπει να διαθέτουν για να την πάνε όπως μπορεί να πάει. Στην πραγματικότητα, οι καλύτερες σημερινές παντός δρόμου είναι πιο ικανές στα χώματα από άλλες μικρότερες δικύλινδρες ή μονοκύλινδρες, ακόμα κι από κάποιες που έχουν τα μισά τους κυβικά και άλογα.

Αλλά τα χώματα είναι μόνο ένα μέρος των ταλέντων τους. Όπως φάνηκε στα πολλά βρεγμένα χιλιόμετρα που κάναμε, αν είσαι εξοπλισμένος με αδιάβροχα, μπότες και γάντια που δεν μπάζουν νερό, μπορείς να τις ευχαριστηθείς ακόμα κι εκεί, ευχαριστώντας την εξέλιξη των RAIN mode, των ABS και των traction control. [Παρένθεση περί αδιάβροχων: Αξιόπιστα αδιάβροχες μπότες βρίσκεις πια, με τα αδιάβροχα πάνω κάτω και τα γάντια τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Έχουμε δει φτηνά που δεν μπάζουν, στην αρχή τουλάχιστον, και ακριβά που είναι σφουγγάρια. Ίσως πρέπει να φτιάξουμε μια λίστα με τα αποδεδειγμένα αδιάβροχα αδιάβροχα.]

Κάπου εκεί μου καρφώθηκε και μια άλλη ερώτηση στο μυαλό, από αυτές που μου έρχονται κατά καιρούς για να βασανίζομαι εγώ και να βασανίζω και τους γύρω μου: Μπορεί μια μοτοσυκλέτα να είναι καλή αν δεν την ευχαριστιέσαι και κάτω από τα 100 km/h; Μπορείς να απολαμβάνεις οδήγηση με μέγιστη ταχύτητα τα 100; Μήπως στις σημερινές οικονομικές και κυκλοφοριακές συνθήκες τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες είναι οι πιο χαβαλεδιάρικες ό,τι διαδρομή κι αν κάνεις; Σκέφτηκα τον Λύκο που μόλις τελείωσε την ανακατασκευή ενός XL185, που το 99% των χιλιομέτρων που θα κάνει θα είναι έως 100. Είμαι σίγουρος πως θα είναι ξετρελαμένος χωρίς ποσώς να τον απασχολεί που αυτό το μηχανάκι του δεν θα βλέπει πολύ πάνω από 100 συχνά, και που θα πάει 120 αν ο άνεμος είναι ούριος, ο δρόμος έντονα κατηφορικός και οι πλανήτες ευθυγραμμισμένοι καταλλήλως, με τις βαλβιδούλες του να χοροπηδάνε στην κεφαλή λίγο πριν πεταχτούν έξω και το πλαίσιο ένα τσικ πριν κοπεί, συνήθως στην αριστερή μεριά, κοντά στον άξονα του ψαλιδιού.

Το σκεφτόμουν επίσης οδηγώντας την τελευταία βδομάδα το Honda ΜSX125, με το τετρατάχυτο συμπλεκτάτο ψεκαστό παπίσιο μοτεράκι του και τα δωδεκάρια λαστιχάκια του. Σε κάθε φανάρι κάποιος θα μου μιλήσει, ρωτώντας γι' αυτό, όπου σταματήσω όλοι το χαζεύουν, προφανώς γιατί το θεωρούν χαριτωμένο, γιατί κάτι τους λέει χωρίς ίσως να ξέρουν ακριβώς γιατί. Κι αυτό πάει 100 στην ευθεία, παραπάνω στον κατήφορο. Μέχρι τα 100 όμως, τα έχεις κάνει όλα κι έχεις περάσει πολύ καλά, ακόμα και στην πιο συνηθισμένη, βαρετή συνήθως διαδρομή. Γιατί μου ανάβουν φωτιές τώρα; Αν είχα ένα δεκάρικο για κάθε έναν που με ρώτησε, θα είχα μαζέψει τα λεφτά για να το αγοράσω, ή μήπως να τα μαζέψω για να πάρω δεκατριάρι Husqvarna, με τις τιμές που έχουν; Θέλει κανείς το εντεκάρι μου;

Ποιό είναι το μυστικό του Club 100; Κοίτα να δεις, ρωτάω ποιό είναι το μυστικό χωρίς να έχω εξηγήσει τι είναι το Club 100. Για να συνεννοούμαστε, προτείνω να λέμε πως ανήκουν στο Club 100 όλοι εκείνοι οι αναβάτες και όλες οι μοτοσυκλέτες που την κύρια απόλαυση από την οδήγησή τους την βρίσκουν πριν τα 100. Δεν υπάρχει περιορισμός κυβικών, ας είναι και Goldwing 1800, αρκεί να σου δίνει χαρά όταν την οδηγείς και κάτω από 100. Εκεί μέσα στο Club 100 μπαίνουν από μοτοποδήλατα μέχρι MX, trial και enduro, αν και οι superbikes και τα supersport όχι, καθώς δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως τα απολαμβάνει κυρίως πριν... φτάσει η πρώτη στον κόφτη. Στο Club 100 έτσι ανήκουν και τα classics, που κι αυτά τα απολαμβάνουμε με ταχύτητες καθημερινά εφικτές, κοινό χαρακτηριστικό των Club 100 μοτοσυκλετών. Όπως είπαμε και για τα χωματερά, που τα πάντα στον κόσμο τους συμβαίνουν κυρίως κάτω από τα 100, χωρίς αυτό να αφαιρεί ούτε στο ελάχιστο την γοητεία τους.

Το μυστικό λοιπόν του Club 100 είναι πως μπορείς να οδηγείς πραγματικά στο όριο, χωρίς να χρειάζεσαι ούτε πίστα, ούτε συγκεκριμένο είδος δρόμου, τίποτα το ειδικό. Κι όταν λέμε στο όριο, είναι από κάθε άποψη, στο όριο των δυνατοτήτων του αναβάτη ή της μοτοσυκλέτας: Στην ουσία, οι συγκινήσεις από την επαφή με αυτό το όριο δεν διαφέρουν από αυτές που ζει ο Rossi οδηγώντας στα MotoGP. Ακόμα κι ο ίδιος όμως ο Valentino, για να διασκεδάσει και να προπονηθεί και να ευχαριστηθεί οδήγηση όταν δεν καβαλάει την Μ1 του, κάνει γύρους σε πίστα dirt track με το Ouroboros που φτιάχνει ο πατέρας του ή παίζει με χωματερά μηχανάκια ή κοντράρεται με τους φίλους του πάνω σε φτιαγμένα τρίκυκλα Ape, άρα εκτός MotoGP, είναι κι εκείνος μέλος του Club 100, ακόμα κι αν δεν το ξέρει. Κάπως έτσι, διαπιστώνουμε πως στην κυριολεξία τους οι συγκινήσεις δεν εξαρτώνται από την απόλυτη ταχύτητα, παρά μόνο από την σχετική. Για να συγκινηθείς απαιτείται κίνηση, ελληνικά μιλάμε, ας καταλαβαίνουμε και τι σημαίνουν οι λέξεις. Γι' αυτό και υποστηρίζω πως για να ευχαριστηθείς την μοτοσυκλέτα, δεν απαιτείται ούτε η πιο γρήγορη, ούτε η πιο ακριβή, ούτε η πιο εξοπλισμένη, ούτε η πιο καινούργια. Το μόνο που χρειάζεται είναι να λειτουργεί, να την καβαλήσεις και να φύγεις.

Ίσως μερικούς να τους ξενίζει η ιδέα πως μπορεί να οδηγείς στο όριο ενώ πηγαίνεις σιγά. Κι εδώ μπαίνει η έννοια της απόλυτης και της σχετικής ταχύτητας. Όταν παλιότερα πηγαίναμε το ZX-12R τελικιασμένο στα 312, τότε βιώναμε την απόλυτη ταχύτητα μοτοσυκλέτας παραγωγής. Όταν σήμερα περνάμε ένα κακοτράχαλο μονοπάτι με 40, πάμε αργά; Σε απόλυτα νούμερα ναι, σε σχετική ταχύτητα όχι, αν είναι πολύ δύσκολο να περάσει κάποιος από το ίδιο μονοπάτι με 42. Άρα, μπορείς να οδηγείς οριακά με 40, ενώ αν ταξιδεύεις στον ανοιχτό δρόμο με 160 κινδυνεύεις να σε πάρει ο ύπνος.

Αν και δεν δεχόμαστε νταλίκες στο Club 100, απατάσθε αν πιστέψετε πως είναι αργές ή δεν οδηγούνται οριακά, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούμε εύκολα. Μια φορτωμένη νταλίκα που κινείται σταθερά με 100, μπορεί να βγάλει καλύτερη μέση ωριαία από μια παρέα γρήγορων που θα πηγαίνουν τέζα αλλά θα σταματάνε κάθε 50-60 χιλιόμετρα για ανεφοδιασμό, τσιγάρο και κουβεντούλα. Πόσες φορές δεν σας έχει τύχει να βλέπετε την νταλίκα που είχατε περάσει ώρα πριν, να σας προσπερνά όταν σταματήσετε στο βενζινάδικο; Βγάζει καλύτερη μέση ωριαία, τι να κάνουμε, κι όσο για την οριακή οδήγηση της νταλίκας, δεν την αντιλαμβανόμαστε όσο κινείται με σταθερή ταχύτητα, μόλις όμως συμβεί κάτι και πρέπει να φρενάρει ή να αλλάξει πορεία απότομα και αναλάβει πια η μάζα και η αδράνειά της τον λόγο, γίνεται χαμός.

Αν δεν απολαμβάνεις την οδήγηση πηγαίνοντας και χαλαρά, δεν είναι καλή η μοτοσυκλέτα. Σωστό ή λάθος; Ας το σκεφτούμε λίγο. Μου φαίνεται πως μια μοτοσυκλέτα που την απολαμβάνεις μόνο πηγαίνοντας γρήγορα, είναι χειρότερη από μια που την βρίσκεις μαζί της και στο χαλαρό και στο γρήγορο. Στην δεύτερη περίπτωση, χρειάζεται πολύ πιο ποιοτικές αναρτήσεις που να μπορούν να ανταποκριθούν το ίδιο καλά και σε χαμηλές και σε υψηλές ταχύτητες, κι αυτό είναι πιο δύσκολο και πιο ακριβό για να το πετύχει ένας κατασκευαστής μοτοσυκλετών. Απαιτείται επίσης πολύ μεγαλύτερη αρχική επένδυση στην σχεδίασή της, τόσο σε γνώση όσο και χρήμα, από το στάδιο της σχεδίασης ως τις δοκιμές εξέλιξης. Ζητήματα όπως η συγκέντρωση της μάζας κοντά στο κέντρο βάρους έχουν προκύψει και εξελιχθεί από αυτή ακριβώς την ανάγκη, της ομοιογενούς και προβλέψιμης συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας σε όλες τις συνθήκες. Πολλοί μπερδεύουν την έννοια "ευκολοδήγητο" πιστεύοντας πως λίγο πολύ σημαίνει "μειωμένων δυνατοτήτων". Το αντίθετο συμβαίνει. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αγαπημένες μας παντός δρόμου αυτού του τεύχους. Οι καλύτερες από αυτές χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις γενιές και δεκαετίες έρευνας, εξέλιξης και εμπειρίας για να φτάσουν τις σημερινές τους δυνατότητες, όπου φυσικά και είναι πιο ευκολοδήγητες από τις προγόνους τους ενώ ταυτόχρονα οι επιδόσεις τους είναι αναμφισβήτητα ανώτερες σε όλους τους τομείς. Και ειδικά για να γίνουν ικανές να μπουν και στο Club 100, να μπορούν δηλαδή να είναι απολαυστικές και όταν πηγαίνεις χαλαρά ή σε πολύ κλειστό στροφιλίκι, χρειάστηκε να βελτιωθεί τόσο η ομοιογένειά τους, όσο και κάθε υποσύστημά τους ξεχωριστά, μαζί με την αρμονική συνεργασία όλων των υποσυστημάτων. Νομίζετε πως είναι απλό να κάνεις ελαστικό έναν δικύλινδρο κινητήρα 1200 κυβικών και 130 ίππων, την στιγμή που μια γενιά πριν ένας παρόμοιος με 1000 κυβικά και 90 ίππους δεν ήταν; Καθόλου απλό. Αυτό φάνηκε άλλωστε γιατί ακόμα και μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας με τους ψεκασμούς ακόμα βελτιώνονται αισθητά κάθε χρόνο, σε αντίθεση με την αντίληψη που υπήρχε όταν πρωτοεφαρμόστηκαν (ή καλύτερα, την ελπίδα) πως τώρα τέλειωσαν όλοι μας οι μπελάδες, οι τροφοδοσίες αναφλέξεις θα αυτορυθμίζονται και με το software θα κάνεις μια έτσι με το laptop σου και θα τα φτιάχνεις όλα. Δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Όπως δεν είναι και απλό να φτιάξεις έναν προοδευτικό, σταθερής απόδοσης συμπλέκτη, ένα καλοσχεδιασμένο κιβώτιο με τις κατάλληλες σχέσεις και σωστή αίσθηση κουμπώματος ταχύτητας στο λεβιέ, και τόσα άλλα. Αυτό που θέλω να πω είναι πως για να φτιαχτεί μια ικανή μοτοσυκλέτα, απολαυστική σε όλες τις συνθήκες, ρυθμούς και ταχύτητες, απαιτείται πολύ περισσότερος κόπος, χρόνος, γνώση και χρήμα απ' ότι για να φτιάξεις μια που αποδίδει καλά μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες. Πρέπει να είσαι πολύ καλός για να μπεις στο Club 100!

Mε μια πιο ευρεία ερμηνεία, οι μοτοσυκλέτες που αξίζουν να μπουν στο Club 100 είναι όσες απολαμβάνουμε καθημερινά, σε κάθε ρυθμό και σε κάθε δρόμο, ανεξάρτητα από κυβικά, τιμή και ηλικία. Ήδη το Club απέκτησε το δεύτερο μέλος του, τον Λύκο, που ενθουσιάστηκε με την ιδέα, μην αρχίσετε όμως να λέτε για καταστατικά και προεδρεία, δεν χρειάζεται να καταδικάσουμε το Club μόλις που γεννήθηκε, είπαμε, το Club 100 είναι μόνο ιδέα και άποψη, κι ας παραμείνει έτσι.