Editorial 588 - Ινδία, το μέλλον - Γιατί η Ινδία θα καθορίζει τις τύχες της μοτοσυκλέτας…

x
Από το

motomag

1/11/2018

Η Ελληνική αγορά δικύκλων θα φτάσει περίπου στις 32.000 μονάδες το 2018. Η Ινδική προβλέπεται να ανέβει πάνω από 20 εκατομμύρια. Στην Ινδική αγορά πουλιούνται διπλάσια Royal Enfield ΤΟ ΜΗΝΑ από το ετήσιο σύνολο της Ελληνικής αγοράς. Πάνω από 48.000 δίκυκλα πωλούνται κάθε μέρα, και για τα πιο δημοφιλή υπάρχει λίστα αναμονής έως και τρεις μήνες. Το οικονομικό έτος 2016/17 πουλήθηκαν 17.589.738, και το 2017/18, 20.192.672… Η Ινδία έχει ξεπεράσει προ πολλού την Κίνα, τόσο σε πωλήσεις όσο και σε παραγωγή, αφού στην Κίνα έχει απαγορευτεί η χρήση βενζινοκίνητων δικύκλων σε δεκάδες μεγάλες πόλεις και έχουν ανέβει πολύ οι πωλήσεις αυτοκινήτων.

Στην Ινδία όμως του 1,339 δισεκατομμυρίου κατοίκων, που έχει ξεπεράσει ήδη από το 2017 σε πληθυσμό και την Κίνα (1,338 δις!), η ανάπτυξη της μοτοσυκλέτας είναι ραγδαία, κι αναμένεται να συνεχιστεί αμείωτη ως τουλάχιστον το 2026, σύμφωνα με εκτιμήσεις. Η αγορά της σχεδόν διπλασιάστηκε μέσα σε 8 χρόνια, κι ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό είναι μικρά δίκυκλα, ως 200cc, οι μεγάλες μοτοσυκλέτες κερδίζουν συνέχεια έδαφος. Το success story είναι αυτό της Royal Enfield, όπως θα διαβάσετε και στο τεστ του Himalayan σ’ αυτό το τεύχος, με την Ινδική εταιρία να ανεβάζει την παραγωγή της στις 900.000 μονάδες για να μπορέσει να καλύψει την ζήτηση. Καμία της μοτοσυκλέτα δεν είναι μικρότερη από 350 κυβικά, κι ήδη κάνει το διεθνές της άνοιγμα με τα δικύλινδρα των 650cc που ήδη παρουσίασε. Η πιο επιτυχημένη “πολυτελής μάρκα”, όπως αναφέρουν στην Ινδία τις εισαγόμενες, μεγάλες και ακριβές μοτοσυκλέτες είναι η Triumph.

Που οφείλεται όμως αυτή η αλματώδης ανάπτυξη της Ινδικής αγοράς και βιομηχανίας; Η Ινδία, πέρα από τον μεγαλύτερο πληθυσμό χώρας στον πλανήτη, έχει και την ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία. Αυτό έχει δημιουργήσει μια μεσαία οικονομική τάξη που έχει διαθέσιμο εισόδημα, τόσο στις πόλεις όσο και σε αγροτικές περιοχές. Σε συνδυασμό με το ανεπαρκές οδικό δίκτυο στις επαρχίες, και στις πηγμένες από κυκλοφοριακή συμφόρηση πόλεις με ανεπαρκές δίκτυο μαζικών μεταφορών, όλο και περισσότεροι στρέφονται στο δίκυκλο ως λύση μετακίνησης, και τα best seller μοντέλα το επιβεβαιώνουν αυτό. Οι χρηματοδοτήσεις είναι κι αυτές ευνοϊκές, και βοηθά επίσης και το internet στις αγορές και την εξυπηρέτηση. Επιπλέον, τα αυτοκίνητα είναι ακριβά, φορολογούνται πολύ περισσότερο από τα δίκυκλα και στις πόλεις δεν έχουν που να παρκάρουν. Η Ινδική κυβέρνηση έχει ξεκινήσει ένα τεράστιο πρόγραμμα οδικών υποδομών, που αναμένεται να αυξήσει ακόμα περισσότερο τις πωλήσεις. Εκτός όμως από ένα τεράστιο τμήμα του πληθυσμού που βγήκε ή βγαίνει από τα επίπεδα της φτώχιας και μπορεί να διαθέσει τα χρήματα για δίκυκλο, η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη της Ινδίας (έχει την μεγαλύτερη άνοδο παγκοσμίως στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) σε συνδυασμό με τον πληθυσμό της, έχει φέρει οικονομική άνεση σε εκατομμύρια Ινδούς, τέτοια που να αντιμετωπίζουν την μοτοσυκλέτα ως αναψυχή και ως ως σύμβολο κοινωνικής καταξίωσης, αγοράζοντας μεγάλες εισαγόμενες μοτοσυκλέτες. Το καλοκαίρι είχαμε πολλούς Ινδούς τουρίστες, που έδιναν 2.500 ευρώ το άτομο για πέντε μέρες στην Αθήνα…

Κάπως έτσι, η Ινδία έχει αυτή τη στιγμή περίπου το 34% της παγκόσμιας αγοράς, χωρίς ακόμα να έχει ξεκινήσει στα σοβαρά τις εξαγωγές της, τουλάχιστον στις μεγάλες μοτοσυκλέτες. Αυτό όμως δεν θα ισχύει για πολύ. Ινδικές εταιρίες έχουν εξαγοράσει ιστορικά ονόματα της μοτοσυκλέτας, ή έχουν κάνει στρατηγικές συμμαχίες με ήδη υπάρχουσες εταιρίες. Κι όσο κι αν υπάρχει η εσωτερική αγορά που είναι η μεγαλύτερη του κόσμου, η προοπτική των διεθνών πωλήσεων και η αίγλη μιας παγκόσμιας (αντί μόνο Ινδικής) εταιρίας, είναι τεράστιο κίνητρο. Οι Ινδοί βρίσκονται πιο κοντά στους Ευρωπαίους απ’ ότι οι Κινέζοι, λόγω γλώσσας, νοοτροπίας και επαγγελματικών σχέσεων, ενώ έχουν και μοτοσυκλετιστική κουλτούρα, χαίρονται τη μοτοσυκλέτα, κάτι που δεν έχουν αποκτήσει οι Κινέζοι που είδαν τα δίκυκλα απλά ως προσωρινή λύση μέχρι να καταφέρουν να πάρουν αυτοκίνητο.

Η Ινδία έχει πολλούς κατασκευαστές με παραγωγή πάνω από 2.000.000 μοτοσυκλέτες το χρόνο. Η Bajaj, που κατέχει το 47,99% της KTM, κατασκευάζει ήδη στο εργοστάσιό της στο Chakan πάνω από 100.000 KTM (τα μικρά Duke) και τα μικρά street Husqvarna, ενώ θα αρχίσει σύντομα να κατασκευάζει και τα 790. Έχει επενδύσει πάνω από 250.000.000 $ στην ΚΤΜ, ενώ είναι και ο επίσημος διανομέας της Kawasaki στην Ινδία, ενώ έχει κάνει και συνεταιρισμό με την Triumph (χωρίς να κατέχει ποσοστό της) για την εξέλιξη μικρών και μεσαίων μοτοσυκλετών που θα δούμε και ως Triumph. Είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος κατασκευαστής στην Ινδία.

Η TVS, που δεν είχε μέχρι τότε κατασκευάσει μοτοσυκλέτα μεγαλύτερη από 250cc, συνεταιρίστηκε με την BMW Motorrad, κατασκευάζοντας τη σειρά G310 για λογαριασμό της, ενώ αναμένεται να ακολουθήσουν κι άλλα μοντέλα. Είναι στην τρίτη θέση των Ινδών κατασκευαστών.

Μια εταιρία που δεν έχει δώσει ακόμα το στίγμα της στην μοτοσυκλέτα, αλλά θα το κάνει, είναι η Mahindra & Mahindra, μια από τις μεγαλύτερες εταιρίες της Ινδίας σε απόλυτα μεγέθη, με έσοδα πάνω από 13 δις δολάρια το χρόνο, κυρίως από αυτοκίνητα και τρακτέρ. Έχει γκάμα μικρών μοτοσυκλετών με το όνομά της, αλλά δεν έχει καταφέρει πολλά μέχρι τώρα καθώς είναι στην όγδοη θέση μεταξύ των Ινδών κατασκευαστών μοτοσυκλέτας – αυτό όμως θα αλλάξει, καθώς κατέχει δύο ιστορικά ονόματα, της Jawa και της BSA. Από το 2015, έχει αποκτήσει και το 51% της Peugeot, που είχε παρουσιάσει την πρώτη της μοτοσυκλέτα το 1898, αλλά δεν ξεκίνησε παραγωγή ως το 1901. Μέσω της θυγατρικής της Classic Legends Private Limited (CLPL) απέκτησε τα δικαιώματα της BSA, που κάποτε ήταν ο μεγαλύτερος κατασκευαστής στον κόσμο, όπως και του θρυλικού ονόματος Gold Star. Τα σχέδια για έναρξη της παραγωγής των νέων Jawa (έχουμε ήδη δει τον κινητήρα) και των BSA είναι προχωρημένα, με εξέλιξη μοτοσυκλετών στην Ιταλία και εργοστάσια στην Γαλλία και την Ινδία, για μια γκάμα από 300 ως 750cc. To πρώτο μοντέλο, αυτό των 300cc, με έναν κινητήρα κλασικής εμφάνισης αλλά σύγχρονης τεχνολογίας, θα παρουσιαστεί στις 15 Νοεμβρίου στην Ινδία. Παράλληλα η Mahindra αγόρασε το 2015 και τον σχεδιαστικό οίκο Pininfarina, που έχει σχεδιάσει τις περισσότερες Ferrari…

Οι Ινδοί έχουν την βιομηχανία, έχουν τα χρήματα, έχουν μια τεράστια εσωτερική αγορά να τους στηρίζει, έχουν εξασφαλίσει τεχνογνωσία, έχουν στρατηγικές συνεργασίες με κορυφαίες εταιρίες μοτοσυκλέτας, διαθέτουν μερικά από τα πιο ιστορικά ονόματα και κατασκευάζουν πια παγκόσμια αποδεκτές μοτοσυκλέτες – το μέλλον τους ανήκει.

https://www.marklines.com/statics/report/img/en/rep1590_002.jpg

 

Motorcycle Demand in Major Countries

editorial 529 - η όμορφη αλητεία

Από το

Μαύρο Σκύλο

28/11/2013

η όμορφη αλητεία

 

Άλλες εποχές, θα ξερογλειφόμασταν βλέποντας μια μοτοσυκλέτα σαν την καινούργια CBR-SP. Κάτι το μονόσελο, κάτι τα Ohlins μπρος πίσω, κάτι τα λίγα άλογα ακόμα και η ιστορία με τα προσεκτικά ταιριαγμένα έμβολα και μπιέλες, από χέρι ανθρώπου ένα-ένα ζυγισμένα κι όχι τυχαία, θα μπορούσαμε να γράφουμε σελίδες επί σελίδων. Όχι πως τώρα δεν μπορούμε, όχι πως τώρα δεν ξερογλειφόμαστε. Έχουν αλλάξει όμως οι προτεραιότητές μας. Αντί για μια υπέροχη μοτοσυκλέτα εξειδικευμένη χρήσης που απευθύνεται σε άνετους οικονομικά, μιας κάποιας ηλικίας μοτοσυκλετιστές, σήμερα οφείλουμε να προσέχουμε πολύ περισσότερο όσα νέα μοντέλα μπορούν να ενθουσιάσουν τους νέους, που δεν έχουν ακόμα στις επιλογές τους την μοτοσυκλέτα. Γιατί σε λίγο θα μείνουμε λίγοι, μιας κάποιας ηλικίας, και μετά από μας... ένα μεγάλο κενό.

Δεν λέω, ξέρω πως το μυαλό των περισσότερων από μας έχει κολλήσει κάπου εκεί στην ηλικία των 18 με 20, με όσα ψήγματα γνώσης και εμπειρίας μπορεί να μας χάρισαν τα χρόνια από τότε. Γι' αυτό, ακόμα και στην Ελλάδα του 2013 δεν παύουμε να ονειρευόμαστε, να μας τρέχουν τα σάλια καθώς τα νέα από το Σαλόνι του Μιλάνου και το Tokyo Motor Show φτάνουν σιγά σιγά και ψηφιακά στα γραφεία του ΜΟΤΟ. Βλέπουμε Έμμε Βου Αγκούστα Τουρίσμο Βελότσε Οττοτσέντο, κι επίτηδες το γράφω ελληνικά για να το διαβάζεις και να γεμίζει το στόμα σου, να το βλέπεις και να θολώνει το μάτι σου. Κι αυτοί έκριναν πως μόνο με superbike και supersport δουλειά δεν γίνεται, ψωμάκι δεν βγαίνει. Να και καινούργιο Ducati Monster, πιο μακρύ, πιο δυνατό, πιο μεγάλο, πιο Ντιαβελοειδές. Κάτι θα ξέρουν: εδώ στην Ελλάδα, το μεγάλο muscle bike το Diavel, έχει πουλήσει περισσότερα κομμάτια από το μικρότερο, πιο βολικό και καθημερινά χρήσιμο Hyperstrada! Φαίνεται πως αυτοί που έχουν τα χρήματα, αγοράζουν κάτι εντυπωσιακό παρά κάτι πιο πρακτικό, και φυσικό το βρίσκω.

Σιγά σιγά, τις μέρες των παρουσιάσεων των νέων μοντέλων, έχω την εντύπωση πως τέτοιο καταιγισμό είχαμε χρόνια να δούμε, και το μόνο σίγουρο είναι πως καλύτερες μοτοσυκλέτες από τις σημερινές ποτέ άλλοτε δεν υπήρξαν. Δεν φτάνουμε βέβαια στα επίπεδα του Ιαπωνικού οργασμού του 1988-1990, όταν παρουσιάστηκαν πολλές και σημαντικές μοτοσυκλέτες-ορόσημα, αλλά τότε οι ευρωπαίοι κοιμόντουσαν ακόμα, και δεν ήταν παίχτες δυνατοί που να ανταγωνίζονται στα ίσα τους Ιάπωνες. Σήμερα, οι ευρωπαίοι είναι πιο δυνατοί από ποτέ, και οι μικροί, και οι μεγαλύτεροι σαν τις ΚΤΜ και BMW. Οι Ιάπωνες, από την άλλη, έχουν την Honda να πρωτοστατεί παρουσιάζοντας 13 νέα ή βελτιωμένα μοντέλα, κι έχοντας πια στην γκάμα της 15 μοτοσυκλέτες για την κατηγορία διπλωμάτων Α2. Η Yamaha συγκέντρωσε την μοτοσυκλετιστική της αντεπίθεση σε δύο νέα naked, η Kawasaki ανανέωσε τα τετρακύλινδρα χιλιάρια της (μερικά πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ, τα μοντέλα με τόσους κυλίνδρους και κυβικά ήταν πάντα συνυφασμένα με το όνομα της Kawasaki) και η Suzuki περιορίστηκε στο νέο V-Strom, που στα χαρτιά τουλάχιστον δεν φαίνεται να πλεονεκτεί κάπου έναντι των αντιπάλων του, σε τεχνολογία ή επιδόσεις. Όμως, ήρθαν τα νέα από Ιαπωνία μεριά, κι ένα δροσερό φρέσκο αεράκι φύσηξε από την μεριά της Suzuki: Πίσω από το αδιάφορο έως άσχημο όνομα Recursion κρύβεται μια μοτοσυκλέτα που αξίζει να ονειρευτείς, με ξεχωριστή εμφάνιση (είναι όμορφο ρε παιδί μου, επιτέλους κύριοι σχεδιαστές της Suzuki, ξυπνήστε, να, μπορείτε να τα καταφέρετε) κι ένα πολύ ενδιαφέρον εξάρτημα μπροστά από τον εξακοσάρη κινητήρα του: Ένα τουρμπάκι! Όσοι από σας είστε αρκετά μεγάλοι για να θυμάστε τις προηγούμενες προσπάθειες των Ιαπώνων με τα turbo, μπορεί να μην ενθουσιαστείτε, και με το δίκιο σας, αφού τότε τα turbo αποκτούσαν πολύ παραπάνω απότομο γκάζι απ' όσο μπορούσαν να διαχειριστούν τα ισχνά πλαίσιά τους. Με άλλα λόγια, το παραπάνω γκάζι ήταν το τελευταίο πράγμα που χρειαζόντουσαν, αν και γι' αυτό ακριβώς ήταν συναρπαστικά στην οδήγηση, εφόσον ο τρόμος και τα στιγμιαία άσπρα μαλλιά ήταν η ιδέα που είχες περί συναρπαστικού. Σήμερα όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά, και πλαίσια πια ξέρουν να φτιάχνουν, και αναρτήσεις. Το περίεργο είναι πως η Suzuki επέλεξε να χάσει δημοσιότητα και δεν έδειξε το Recursion στο Μιλάνο, πράγμα που έκανε και η Kawasaki, με μια δική της παραλλαγή στο θέμα υπερτροφοδότηση. Παρουσίασε μόνο τον κινητήρα μιας μελλοντικής μοτοσυκλέτας, χωρίς να αναφέρει τα κυβικά του, κι αυτή τη φορά το ενδιαφέρον εξάρτημα βρισκόταν πίσω του, κι όχι μπροστά του: Ένας κομπρέσορας! Κι η Kawasaki δεν είναι άσχετη με αυτή την τεχνολογία, αφού έχει στην παραγωγή ένα jet ski με κομπρέσορα και 300 άλογα από τα χίλια πεντακόσα τόσα κυβικά του! Οι καλές γλώσσες λένε πως μπορεί να είναι 1.000cc και να τοποθετηθεί σε μελλοντικό ΖΖ-R "1400". Ένας απλός υπολογισμός με βάση την αναλογία των κυβικών μιλά για 200 άλογα, αλλά ο κινητήρας του θαλάσσιου κατασκευάσματος δεν είναι τόσο "τσιτωμένος" όσο μιας μοτοσυκλέτας επιδόσεων, ούτε ο αριθμός είναι πια εντυπωσιακός, οπότε μπορούμε να ελπίζουμε σε περισσότερα, που τα ηλεκτρονικά θα κάνουν οδηγήσιμα...

Αυτές οι δύο εξελίξεις μπορεί να αποδειχτούν πολύ χρήσιμες στο μέλλον για τις δύο ιαπωνικές εταιρείες. Και οι δύο χρειάζονται κάτι διαφορετικό, ένα πόλο έλξης της προσοχής του κοινού. Και η υπερτροφοδότηση μπορεί να είναι κάτι που να απευθύνεται (ως αίγλη) στους ήδη μοτοσυκλετιστές, αλλά ενδέχεται να γίνει κι αυτό το κάτι διαφορετικό που να προσελκύσει και μη μοτοσυκλετιστές. Άλλωστε, δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο για το κοινό του αυτοκινήτου, κι η χρήση της εκεί το έχει προετοιμάσει, εξοικειώνοντάς το με την τεχνολογία.

Σκέφτηκα πολύ μέχρι να αποφασίσω ποια είναι η πιο σημαντική μοτοσυκλέτα ανάμεσα στα νέα μοντέλα του '14, αλλά για να το πούμε αυτό, πρέπει να είναι σαφή τα κριτήρια. Κι αυτά αλλάζουν, ανάλογα με την εποχή, τα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα. Και δεν πρόκειται για τα προσωπικά μου κριτήρια (για το ποια μοτοσυκλέτα δηλαδή θα ήθελα πολύ να αγοράσω) αλλά γι' αυτά που θα δείχνουν τι μπορεί να σημαίνει ένα νέο μοντέλο για τους ήδη μοτοσυκλετιστές, όπως εξίσου και γι' αυτούς που εξαιτίας του μπορεί τώρα να γίνουν. Έτσι, θα πρέπει να είναι σχετικά προσιτό οικονομικά και προσιτό οδηγικά, να έχουμε βάσιμες ενδείξεις πως θα μπορούν όλοι να ευχαριστηθούν οδηγώντας το. Επιπλέον, η γοητεία του να μην βασίζεται σε απόλυτους αριθμούς επιδόσεων, αλλά στις συγκινήσεις που μπορεί να προσφέρει σε όλους τους αναβάτες, ανεξάρτητα από το οδηγικό επίπεδό τους. . Η μοτοσυκλέτα λοιπόν που πλησιάζει περισσότερο αυτά τα κριτήρια για το 2014 είναι το νέο ΚΤΜ RC390. Με εμφάνιση βγαλμένη κατ' ευθείαν από την Μoto3, λογική τιμή, σίγουρα ενδιαφέρον οδηγικά, δεν έχει, λόγω κυβικών, το τρελό γκάζι που θα αποθάρρυνε τους πιο άπειρους, αρκετό όμως για να διασκεδάσουν όλοι χωρίς κανείς να νιώθει "φτωχός συγγενής" γιατί δεν είχε τα χρήματα να πάρει κάτι μεγαλύτερο. Μ' αρέσουν οι μοτοσυκλέτες που μπορούν να σταθούν μόνες τους, χωρίς να χρειάζεται να δανείζονται αίγλη από κάποιο μεγαλύτερο μοντέλο της γκάμας. Επίσης, και θυμηθείτε το Club 100, μ' αρέσουν οι μοτοσυκλέτες που μπορείς να τις ευχαριστηθείς στα περισσότερα από τα χιλιόμετρα που θα κάνεις μαζί τους, κάτι που δεν ισχύει για παράδειγμα με κάποιο superbike, ή ακόμα και τα μικρότερα supersport. Φανταστείτε πόσο τονωτική είναι για την ψυχολογία κάθε αναβάτη η οδήγηση μιας μοτοσυκλέτας όταν εκείνος είναι "το αφεντικό", σε αντίθεση με μιας που "του επιτρέπει" να την οδηγήσει και να μείνει όρθιος κυρίως χάρη στα ηλεκτρονικά βοηθήματά της. Δεν λέω πως η οδήγηση μοτοσυκλετών με ABS, traction control κι ό,τι άλλο ηλεκτρονικό δεν μπορεί να είναι απολαυστική, κάθε άλλο, μερικές δεν θα τις ήθελα με τίποτα χωρίς αυτά. Είναι όμως πιο αγνή εμπειρία η οδήγηση μιας αναλογικής μοτοσυκλέτας, που η συμπεριφορά της εξαρτάται αποκλειστικά από τις δικές σου εντολές, χωρίς να παίρνει πρωτοβουλίες και να αντιδρά εκείνη αντί για σένα. Είναι η διαφορά ανάμεσα στο "το πάω το μηχανάκι" και στο "μου επιτρέπει να το πάω", κι είναι άμεσα συνδεδεμένη με το είδος της ικανοποίησης που μένει όταν τα έχουμε καταφέρει καλά σε μια δύσκολη κατάσταση, όταν έχουμε επιβιώσει και ικανοποιηθεί χάρη και μόνο στις δικές μας ικανότητες.

Σκεφτείτε κάτι: Αν με κάποιο μαγικό τρόπο μπορούσαμε να κάνουμε την οδήγηση μοτοσυκλέτας απολύτως ασφαλή, θα μας άρεσε να οδηγούμε; Αν δεν υπήρχε και το παραμικρό ίχνος κινδύνου, θα παίρναμε ικανοποίηση, θα νιώθαμε κάτι πάνω στη σέλα; Κι ακόμα παραπέρα, αν δεν υπήρχε αυτό το στοιχείο ρίσκου, θα διαλέγαμε ποτέ την μοτοσυκλέτα για να αντλούμε ευχαρίστηση, για να είμαστε πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι, ή θα κάναμε κάτι άλλο;

Ίσως κάπου εδώ να βρίσκεται τόσο ένας τρόπος για να ενδιαφερθούν περισσότεροι (και ιδίως νέοι) για την μοτοσυκλέτα, όσο και για να την απολαύσουν ακόμα πιο πολύ όσοι είναι ήδη αναβάτες. Μου φαίνεται πως χρειάζονται "μαθήματα διασκέδασης", αντί για μαθήματα "ασφαλούς οδήγησης", κάτι που έτσι κι αλλιώς είναι ανέφικτο, αφού δεν υπάρχει απόλυτα ασφαλής οδήγηση. "Ασφαλέστερη", ίσως.

Τι λέω εδώ; Μιλάω για μια πιο τίμια, πιο ρεαλιστική προσέγγιση στο θέμα μοτοσυκλέτα, υποστηρίζοντας πως είναι λάθος να προσπαθούμε να πείσουμε τους μη μοτοσυκλετιστές πως αν κάνουν "αυτό κι αυτό" δεν έχουν να κινδυνεύσουν από τίποτα, όπως κι επίσης τους ήδη μοτοσυκλετιστές. Αντίθετα, μου φαίνεται πως αν η προσέγγιση ξεκινά και εστιάζεται στην απόλαυση και την βαθιά ικανοποίηση που μπορεί να σου δώσει η μοτοσυκλέτα, ΑΚΡΙΒΩΣ γιατί είναι μια δραστηριότητα με ρίσκο, έχουμε πολύ περισσότερες πιθανότητες να προσελκύσουμε νέους αναβάτες κάθε ηλικίας, κάτι που θα κρατήσει πολύ πιο ζωντανό το χώρο. Και φυσικά, αυτό δεν είναι κάτι που διδάσκεται, αλλά μια βιωματική εμπειρία που ο καθένας ζει μόνος του, με ελεύθερη δράση και πειραματισμούς, ακριβώς γιατί η μοτοσυκλέτα δεν σημαίνει το ίδιο πράγμα για όλους, αλλά είναι διαφορετική εμπειρία για τον καθένα.

Αναλογικά, είναι το ίδιο πράγμα που συμβαίνει σε όσα παιδιά είναι σήμερα τόσο τυχερά ώστε να βγαίνουν στη γειτονιά τους ή στο κοντινό δάσος και απλά να παίζουν μόνα τους, κι όχι χωρίς ρίσκο όπως θα θυμάστε όσοι το έχετε ζήσει, σε αντίθεση με τα παιδιά που οι μόνες δραστηριότητές τους είναι υπό την επίβλεψη ενηλίκων, πληρωμένες από τους γονείς και διαφημισμένες ως "απόλυτα ασφαλείς".

Αν καταφέρουμε να δείξουμε πως η απόλαυση της μοτοσυκλέτας μπορεί να είναι αυτό ακριβώς το παιχνίδι χωρίς συγκεκριμένους στόχους, αυτή η όμορφη αλητεία (με την καλή έννοια) χωρίς προϋποθέσεις και στερεότυπα, τότε θα έχουμε ελπίδες και να δούμε πιο γνήσια συναρπαστικές μοτοσυκλέτες στο μέλλον, και την νέα γενιά αναβατών τους.