Editorial 587 - Ευτυχώς, εμπάργκο!

x
Από το

motomag

1/10/2018

Η σχέση μεταξύ δημοσιογράφων και εταιριών κρέμεται πάντα από μια λεπτή κλωστή. Στην πραγματικότητα, ιδανικά οι ρόλοι είναι συμπληρωματικοί, και οι δημοσιογράφοι βρίσκονται ανάμεσα στις εταιρίες και το κοινό, ως ειδικοί στο θέμα τους. Ο ρόλος τους είναι να διαθέτουν τις γνώσεις και την εμπειρία ώστε να παρουσιάσουν, να αναλύσουν και να αξιολογήσουν μια μοτοσυκλέτα, γράφοντας κατόπιν ένα κείμενο τεκμηριωμένο, ενδιαφέρον και σε σωστά Ελληνικά – ή σε όποια άλλη γλώσσα – έτσι ώστε ο αναγνώστης τους να έχει όλα τα δεδομένα για να σχηματίσει άποψη.

Φυσικά, ακόμα και η πιο απίστευτη μοτοσυκλέτα κάποια κουσούρια θα έχει, ενώ υπάρχουν κι αυτές που θα έπρεπε να σπρωχτούν άμεσα στον πλησιέστερο γκρεμό. Κι εδώ αρχίζουν οι σχέσεις να χαλάνε, καθώς στόχος των εταιριών είναι να πουλάνε, και στόχος των δημοσιογράφων είναι (ή θα πρέπει να είναι…) να πουν τα πράγματα με το όνομά τους. Ειδικά για τις μοτοσυκλέτες, που οι ιδιοκτήτες τους έχουν και συναισθηματική σχέση μαζί τους, και τις βιώνουν με εντελώς διαφορετικό τρόπο απ’ ότι άλλα μηχανήματα που υπάρχουν στην ζωή τους, η κριτική των δημοσιογράφων τους φέρνει πολλές φορές αντιμέτωπους και με τις εταιρίες, και με τους αναγνώστες τους. Οι πρώτες θα προτιμούσαν να μην λέγεται τίποτα το αρνητικό, να είναι πάντα όλα υπέροχα, κι οι δεύτεροι δεν ανέχονται να τους θίξεις την καλή τους για κανένα λόγο.

Η μεγάλη υπηρεσία που προσφέρουν οι άξιοι λόγου δημοσιογράφοι στις εταιρίες είναι να επισημαίνουν τα θετικά, αλλά και τα αρνητικά της μοτοσυκλέτας, έτσι ώστε να μπορούν να τα διορθώσουν και να μην τα επαναλάβουν. Για κάποιους λίγους ανθρώπους εταιριών, αυτό είναι ευπρόσδεκτο, για πολλούς στοιχείο ενόχλησης. Κι όταν τα πράγματα περάσουν σε τοπικό επίπεδο, οι αντιπρόσωποι που θεωρούν πως η μοτοσυκλέτα τους έχει “αδικηθεί” και κινδυνεύει να μην πουλήσει όσο θα ήθελαν, αντιδρούν με διάφορους τρόπους, που φτάνουν ως τον αποκλεισμό του δημοσιογράφου και του μέσου, και φυσικά, με “κόψιμο” της διαφήμισης ως στεγνό εκβιασμό. Αντίθετα, οι ευφυείς δεν το κάνουν θέμα, καταγράφουν τις παρατηρήσεις και τις στέλνουν στην εταιρία, ώστε να τις λάβει υπόψη της. Μέσα σ’ αυτά τα πάνω από τριάντα χρόνια που ασχολούμαι με το θέμα, έχω συναντήσει και τα χειρότερα και τα καλύτερα, και σίγουρα είναι πάρα πολλές οι περιπτώσεις που από τις δικές μας παρατηρήσεις συγκεκριμένες μοτοσυκλέτες βελτιώθηκαν ή και δημιουργήθηκαν ενώ δεν υπήρχαν. Και ναι, πολλές φορές μας έχουν κόψει την διαφήμιση ή έχουν επιχειρήσει να μας πείσουν πως ο ήλιος λάμπει, ενώ έξω ήταν νύχτα. Κάπως έτσι, ως δημοσιογράφοι του ειδικού τύπου νιώθουμε πως αξίζει τον κόπο να συνεχίζουμε αυτή τη δουλειά, πως προσφέρουμε στους αναγνώστες μας την γνώση που χρειάζονται και για να ενημερωθούν και να κατανοήσουν, αλλά και φυσικά για να αποφασίσουν τι τους ταιριάζει να αγοράσουν.

Αφορμή για αυτές τις σκέψεις ήταν το πρόσφατο εμπάργκο που έθεσε η Honda Αμερικής στους εγχώριους καλεσμένους της στην παρουσίαση του νέου Honda CRF450L. Το εμπάργκο αφορούσε κάθε είδους δημοσίευση, για σχεδόν μια βδομάδα. Αυτό είναι κάτι που έχει ξαναγίνει, δεν ήταν η πρώτη φορά, σημασία όμως εδώ έχει ο λόγος: Με την παρουσίαση να διαρκεί μια μέρα, η Honda έθεσε το εμπάργκο για να μην υπάρξει ανταγωνισμός μεταξύ των καλεσμένων δημοσιογράφων για το ποιος θα βγάλει “πρώτος” το θέμα στο internet… Βλέπετε, αυτό που συμβαίνει είναι ακόμα και να διακόπτουν την οδήγηση της μοτοσυκλέτας ώστε να προλάβουν να ποστάρουν το θέμα τους “πρώτη βόλτα” πριν από κάθε άλλον. Και να λοιπόν που οι εταιρίες, από κει που ήθελαν όσο πιο πολλή δημοσιότητα γινόταν, και πρόθυμοι “δημοσιογράφοι” τους την παρείχαν σε αφθονία αλλά κενή περιεχομένου, κατάλαβαν πως αυτή η δημοσιότητα ήταν κυρίως σκουπίδια και προχειροδουλειές, και πως τους κάνει πολύ μεγαλύτερο κακό απ’ ότι μια εμπεριστατωμένη κριτική. Η μεγάλη διαφορά είναι πως στην τελευταία περίπτωση γίνονται πιστευτά και τα προτερήματα, ενώ όλες οι άλλες “ιντερνετιές” που τα βρίσκουν όλα υπέροχα, απορρίπτονται τελικά από το κοινό που δεν πιστεύει πια τίποτα και κανέναν. Φυσικά, υπάρχουν και τα ανάποδα, εξίσου άχρηστα, που όμως δημιουργούν εντυπώσεις σε όσους δεν μπορούν να κρίνουν: “Γιατί το νέο CRF είναι σκουπίδι” ήταν ο τίτλος σε ένα βιντεάκι που βρήκα στο YouTube. Φυσικά, ο τύπος ήταν γελοίος και δεν ήξερε τι έλεγε.

Γύρισαν λοιπόν οι εταιρίες να θυμίσουν στους δημοσιογράφους πως πρέπει να γίνεται η δουλειά. Και καλά έκαναν. Ένας από τους συμμετέχοντες δημοσιογράφους σ’ αυτή την παρουσίαση στις ΗΠΑ επικρότησε την επιβολή του εμπάργκο, γράφοντας: “Με το εμπάργκο όλο το event έγινε πολύ πιο απολαυστικό. Αντί όλοι να τρέξουν στα δωμάτιά τους για να στείλουν τις εντυπώσεις τους όσο πιο γρήγορα γινόταν, μόνο και μόνο για να είναι πρώτοι, γράφοντας βιαστικά, χωρίς πολλή σκέψη και με λάθος στοιχεία, είχαν την άνεση να ολοκληρώσουν την βόλτα με την μοτοσυκλέτα, να μιλήσουν με τους Ιάπωνες μηχανολόγους, να λύσουν απορίες τους και να μεταφέρουν την εμπειρία τους στους ανθρώπους που έφτιαξαν την μοτοσυκλέτα”. Καταλαβαίνουμε από τα λεγόμενά του πως το σύνηθες στις παρουσιάσεις όπου συμμετείχε, ήταν να τρέχουν όλοι με την πρώτη ευκαιρία να ποστάρουν, αδιαφορώντας για το αν έχουν συγκεντρώσει όλες τις πληροφορίες ή αν έχουν μιλήσει με τους ανθρώπους που έφτιαξαν την μοτοσυκλέτα! Όχι πως δεν τα έχουμε ζήσει κι εμείς αυτά, έ; Έχω δει διάφορους “δημοσιογράφους” να απαξιούν να μιλήσουν με τους δημιουργούς της μοτοσυκλέτας που δοκίμαζαν, οι ίδιοι που με κατηγορούσαν γιατί καθόμουν και μιλούσα με τους Ιάπωνες ή τους Ιταλούς με τις ώρες…  

Δεν είναι από καταπληκτικό έως τρομακτικό; Οι εταιρίες, που σε πάρα πολλές χώρες του κόσμου έχουν τον τύπο μόνο και μόνο ως ένα ακόμα διαφημιστικό κανάλι, να καταλαβαίνουν πως η κατρακύλα στα στάνταρ του τύπου τις ζημιώνει; Και να προσπαθούν να… ανεβάσουν το επίπεδο των δημοσιογράφων, προσπαθώντας οι ίδιες να βρουν τρόπους για να τους αναγκάσουν να κάνουν καλύτερα την δουλειά τους;  Που φτάσαμε… Απ’ την άλλη, μην περιμένετε και πολλά, ή κάποια δραματική αλλαγή νοοτροπίας – οι εταιρίες που καταλαβαίνουν πως το πολύ σκουπίδι και η τσαπατσουλιά των αμόρφωτων τους κάνει τελικά κακό, όσο κι αν λιβανίζει τα προϊόντα τους, καλούν πια όχι μόνο δημοσιογράφους στις παρουσιάσεις τους, αλλά και influencers των social media, ανθρώπους δηλαδή που επηρεάζουν, όχι βέβαια με τις γνώσεις τους, αλλά για εντελώς άσχετους με την μοτοσυκλέτα λόγους, όπως για παράδειγμα ότι είναι διάσημοι και τους ακολουθούν πολλοί στα τιτιβίσματα… Με λίγα λόγια, πρόκειται για μια διαφημιστική συναλλαγή: Εμείς σε καλούμε, εσύ μας διαφημίζεις, και λες στους ακολούθους σου πόσο υπέροχα περνάς πάνω στην μοτοσυκλέτα μας. Εντάξει, ποτέ δεν είπαμε πως ο κόσμος μας είναι απλός, ή αγγελικά πλασμένος. Είναι ωραίο όμως να υπάρχει κάποια φωτεινή αναλαμπή που και που!       

 

editorial 524 - Club 100

Από το

Μαύρο Σκύλο

3/7/2013

Δεν μπορώ να φανταστώ πως στα κολασμένα στροφιλίκια του Montenegro μια street θα μπορούσε να πάει το ίδιο γρήγορα και το ίδιο απολαυστικά με τις on-off του MEGA TEST. Στο editorial του προηγούμενου τεύχους έγραφα πως οι on-off είναι πια οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, με τις υπόλοιπες κατηγορίες να είναι οι... εξειδικευμένες, όπως οι street. To ταξίδι μας στο Montenegro επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς μου. Στην πραγματική ζωή, η οδήγηση σε κάθε είδους δρόμο είναι απόλαυση με αυτές τις μοτοσυκλέτες που πρώτοι εμείς στο ΜΟΤΟ αποκαλέσαμε παντός δρόμου. Χωρίς αυτή η απόλαυση να σταματά εκεί που τελειώνει η άσφαλτος. Μερικοί μπορούν να θεωρήσουν από παράδοξη έως υπερβολική την χρήση μιας μοτοσυκλέτας με 1200 κυβικά και πάνω από 100 ίππους στο χώμα, αλλά δεν είναι. Το μόνο εμπόδιο είναι για τους περισσότερους το ποσό που απαιτείται για την αγορά της, και οι οδηγικές ικανότητες που θα πρέπει να διαθέτουν για να την πάνε όπως μπορεί να πάει. Στην πραγματικότητα, οι καλύτερες σημερινές παντός δρόμου είναι πιο ικανές στα χώματα από άλλες μικρότερες δικύλινδρες ή μονοκύλινδρες, ακόμα κι από κάποιες που έχουν τα μισά τους κυβικά και άλογα.

Αλλά τα χώματα είναι μόνο ένα μέρος των ταλέντων τους. Όπως φάνηκε στα πολλά βρεγμένα χιλιόμετρα που κάναμε, αν είσαι εξοπλισμένος με αδιάβροχα, μπότες και γάντια που δεν μπάζουν νερό, μπορείς να τις ευχαριστηθείς ακόμα κι εκεί, ευχαριστώντας την εξέλιξη των RAIN mode, των ABS και των traction control. [Παρένθεση περί αδιάβροχων: Αξιόπιστα αδιάβροχες μπότες βρίσκεις πια, με τα αδιάβροχα πάνω κάτω και τα γάντια τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Έχουμε δει φτηνά που δεν μπάζουν, στην αρχή τουλάχιστον, και ακριβά που είναι σφουγγάρια. Ίσως πρέπει να φτιάξουμε μια λίστα με τα αποδεδειγμένα αδιάβροχα αδιάβροχα.]

Κάπου εκεί μου καρφώθηκε και μια άλλη ερώτηση στο μυαλό, από αυτές που μου έρχονται κατά καιρούς για να βασανίζομαι εγώ και να βασανίζω και τους γύρω μου: Μπορεί μια μοτοσυκλέτα να είναι καλή αν δεν την ευχαριστιέσαι και κάτω από τα 100 km/h; Μπορείς να απολαμβάνεις οδήγηση με μέγιστη ταχύτητα τα 100; Μήπως στις σημερινές οικονομικές και κυκλοφοριακές συνθήκες τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες είναι οι πιο χαβαλεδιάρικες ό,τι διαδρομή κι αν κάνεις; Σκέφτηκα τον Λύκο που μόλις τελείωσε την ανακατασκευή ενός XL185, που το 99% των χιλιομέτρων που θα κάνει θα είναι έως 100. Είμαι σίγουρος πως θα είναι ξετρελαμένος χωρίς ποσώς να τον απασχολεί που αυτό το μηχανάκι του δεν θα βλέπει πολύ πάνω από 100 συχνά, και που θα πάει 120 αν ο άνεμος είναι ούριος, ο δρόμος έντονα κατηφορικός και οι πλανήτες ευθυγραμμισμένοι καταλλήλως, με τις βαλβιδούλες του να χοροπηδάνε στην κεφαλή λίγο πριν πεταχτούν έξω και το πλαίσιο ένα τσικ πριν κοπεί, συνήθως στην αριστερή μεριά, κοντά στον άξονα του ψαλιδιού.

Το σκεφτόμουν επίσης οδηγώντας την τελευταία βδομάδα το Honda ΜSX125, με το τετρατάχυτο συμπλεκτάτο ψεκαστό παπίσιο μοτεράκι του και τα δωδεκάρια λαστιχάκια του. Σε κάθε φανάρι κάποιος θα μου μιλήσει, ρωτώντας γι' αυτό, όπου σταματήσω όλοι το χαζεύουν, προφανώς γιατί το θεωρούν χαριτωμένο, γιατί κάτι τους λέει χωρίς ίσως να ξέρουν ακριβώς γιατί. Κι αυτό πάει 100 στην ευθεία, παραπάνω στον κατήφορο. Μέχρι τα 100 όμως, τα έχεις κάνει όλα κι έχεις περάσει πολύ καλά, ακόμα και στην πιο συνηθισμένη, βαρετή συνήθως διαδρομή. Γιατί μου ανάβουν φωτιές τώρα; Αν είχα ένα δεκάρικο για κάθε έναν που με ρώτησε, θα είχα μαζέψει τα λεφτά για να το αγοράσω, ή μήπως να τα μαζέψω για να πάρω δεκατριάρι Husqvarna, με τις τιμές που έχουν; Θέλει κανείς το εντεκάρι μου;

Ποιό είναι το μυστικό του Club 100; Κοίτα να δεις, ρωτάω ποιό είναι το μυστικό χωρίς να έχω εξηγήσει τι είναι το Club 100. Για να συνεννοούμαστε, προτείνω να λέμε πως ανήκουν στο Club 100 όλοι εκείνοι οι αναβάτες και όλες οι μοτοσυκλέτες που την κύρια απόλαυση από την οδήγησή τους την βρίσκουν πριν τα 100. Δεν υπάρχει περιορισμός κυβικών, ας είναι και Goldwing 1800, αρκεί να σου δίνει χαρά όταν την οδηγείς και κάτω από 100. Εκεί μέσα στο Club 100 μπαίνουν από μοτοποδήλατα μέχρι MX, trial και enduro, αν και οι superbikes και τα supersport όχι, καθώς δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως τα απολαμβάνει κυρίως πριν... φτάσει η πρώτη στον κόφτη. Στο Club 100 έτσι ανήκουν και τα classics, που κι αυτά τα απολαμβάνουμε με ταχύτητες καθημερινά εφικτές, κοινό χαρακτηριστικό των Club 100 μοτοσυκλετών. Όπως είπαμε και για τα χωματερά, που τα πάντα στον κόσμο τους συμβαίνουν κυρίως κάτω από τα 100, χωρίς αυτό να αφαιρεί ούτε στο ελάχιστο την γοητεία τους.

Το μυστικό λοιπόν του Club 100 είναι πως μπορείς να οδηγείς πραγματικά στο όριο, χωρίς να χρειάζεσαι ούτε πίστα, ούτε συγκεκριμένο είδος δρόμου, τίποτα το ειδικό. Κι όταν λέμε στο όριο, είναι από κάθε άποψη, στο όριο των δυνατοτήτων του αναβάτη ή της μοτοσυκλέτας: Στην ουσία, οι συγκινήσεις από την επαφή με αυτό το όριο δεν διαφέρουν από αυτές που ζει ο Rossi οδηγώντας στα MotoGP. Ακόμα κι ο ίδιος όμως ο Valentino, για να διασκεδάσει και να προπονηθεί και να ευχαριστηθεί οδήγηση όταν δεν καβαλάει την Μ1 του, κάνει γύρους σε πίστα dirt track με το Ouroboros που φτιάχνει ο πατέρας του ή παίζει με χωματερά μηχανάκια ή κοντράρεται με τους φίλους του πάνω σε φτιαγμένα τρίκυκλα Ape, άρα εκτός MotoGP, είναι κι εκείνος μέλος του Club 100, ακόμα κι αν δεν το ξέρει. Κάπως έτσι, διαπιστώνουμε πως στην κυριολεξία τους οι συγκινήσεις δεν εξαρτώνται από την απόλυτη ταχύτητα, παρά μόνο από την σχετική. Για να συγκινηθείς απαιτείται κίνηση, ελληνικά μιλάμε, ας καταλαβαίνουμε και τι σημαίνουν οι λέξεις. Γι' αυτό και υποστηρίζω πως για να ευχαριστηθείς την μοτοσυκλέτα, δεν απαιτείται ούτε η πιο γρήγορη, ούτε η πιο ακριβή, ούτε η πιο εξοπλισμένη, ούτε η πιο καινούργια. Το μόνο που χρειάζεται είναι να λειτουργεί, να την καβαλήσεις και να φύγεις.

Ίσως μερικούς να τους ξενίζει η ιδέα πως μπορεί να οδηγείς στο όριο ενώ πηγαίνεις σιγά. Κι εδώ μπαίνει η έννοια της απόλυτης και της σχετικής ταχύτητας. Όταν παλιότερα πηγαίναμε το ZX-12R τελικιασμένο στα 312, τότε βιώναμε την απόλυτη ταχύτητα μοτοσυκλέτας παραγωγής. Όταν σήμερα περνάμε ένα κακοτράχαλο μονοπάτι με 40, πάμε αργά; Σε απόλυτα νούμερα ναι, σε σχετική ταχύτητα όχι, αν είναι πολύ δύσκολο να περάσει κάποιος από το ίδιο μονοπάτι με 42. Άρα, μπορείς να οδηγείς οριακά με 40, ενώ αν ταξιδεύεις στον ανοιχτό δρόμο με 160 κινδυνεύεις να σε πάρει ο ύπνος.

Αν και δεν δεχόμαστε νταλίκες στο Club 100, απατάσθε αν πιστέψετε πως είναι αργές ή δεν οδηγούνται οριακά, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούμε εύκολα. Μια φορτωμένη νταλίκα που κινείται σταθερά με 100, μπορεί να βγάλει καλύτερη μέση ωριαία από μια παρέα γρήγορων που θα πηγαίνουν τέζα αλλά θα σταματάνε κάθε 50-60 χιλιόμετρα για ανεφοδιασμό, τσιγάρο και κουβεντούλα. Πόσες φορές δεν σας έχει τύχει να βλέπετε την νταλίκα που είχατε περάσει ώρα πριν, να σας προσπερνά όταν σταματήσετε στο βενζινάδικο; Βγάζει καλύτερη μέση ωριαία, τι να κάνουμε, κι όσο για την οριακή οδήγηση της νταλίκας, δεν την αντιλαμβανόμαστε όσο κινείται με σταθερή ταχύτητα, μόλις όμως συμβεί κάτι και πρέπει να φρενάρει ή να αλλάξει πορεία απότομα και αναλάβει πια η μάζα και η αδράνειά της τον λόγο, γίνεται χαμός.

Αν δεν απολαμβάνεις την οδήγηση πηγαίνοντας και χαλαρά, δεν είναι καλή η μοτοσυκλέτα. Σωστό ή λάθος; Ας το σκεφτούμε λίγο. Μου φαίνεται πως μια μοτοσυκλέτα που την απολαμβάνεις μόνο πηγαίνοντας γρήγορα, είναι χειρότερη από μια που την βρίσκεις μαζί της και στο χαλαρό και στο γρήγορο. Στην δεύτερη περίπτωση, χρειάζεται πολύ πιο ποιοτικές αναρτήσεις που να μπορούν να ανταποκριθούν το ίδιο καλά και σε χαμηλές και σε υψηλές ταχύτητες, κι αυτό είναι πιο δύσκολο και πιο ακριβό για να το πετύχει ένας κατασκευαστής μοτοσυκλετών. Απαιτείται επίσης πολύ μεγαλύτερη αρχική επένδυση στην σχεδίασή της, τόσο σε γνώση όσο και χρήμα, από το στάδιο της σχεδίασης ως τις δοκιμές εξέλιξης. Ζητήματα όπως η συγκέντρωση της μάζας κοντά στο κέντρο βάρους έχουν προκύψει και εξελιχθεί από αυτή ακριβώς την ανάγκη, της ομοιογενούς και προβλέψιμης συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας σε όλες τις συνθήκες. Πολλοί μπερδεύουν την έννοια "ευκολοδήγητο" πιστεύοντας πως λίγο πολύ σημαίνει "μειωμένων δυνατοτήτων". Το αντίθετο συμβαίνει. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αγαπημένες μας παντός δρόμου αυτού του τεύχους. Οι καλύτερες από αυτές χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις γενιές και δεκαετίες έρευνας, εξέλιξης και εμπειρίας για να φτάσουν τις σημερινές τους δυνατότητες, όπου φυσικά και είναι πιο ευκολοδήγητες από τις προγόνους τους ενώ ταυτόχρονα οι επιδόσεις τους είναι αναμφισβήτητα ανώτερες σε όλους τους τομείς. Και ειδικά για να γίνουν ικανές να μπουν και στο Club 100, να μπορούν δηλαδή να είναι απολαυστικές και όταν πηγαίνεις χαλαρά ή σε πολύ κλειστό στροφιλίκι, χρειάστηκε να βελτιωθεί τόσο η ομοιογένειά τους, όσο και κάθε υποσύστημά τους ξεχωριστά, μαζί με την αρμονική συνεργασία όλων των υποσυστημάτων. Νομίζετε πως είναι απλό να κάνεις ελαστικό έναν δικύλινδρο κινητήρα 1200 κυβικών και 130 ίππων, την στιγμή που μια γενιά πριν ένας παρόμοιος με 1000 κυβικά και 90 ίππους δεν ήταν; Καθόλου απλό. Αυτό φάνηκε άλλωστε γιατί ακόμα και μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας με τους ψεκασμούς ακόμα βελτιώνονται αισθητά κάθε χρόνο, σε αντίθεση με την αντίληψη που υπήρχε όταν πρωτοεφαρμόστηκαν (ή καλύτερα, την ελπίδα) πως τώρα τέλειωσαν όλοι μας οι μπελάδες, οι τροφοδοσίες αναφλέξεις θα αυτορυθμίζονται και με το software θα κάνεις μια έτσι με το laptop σου και θα τα φτιάχνεις όλα. Δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Όπως δεν είναι και απλό να φτιάξεις έναν προοδευτικό, σταθερής απόδοσης συμπλέκτη, ένα καλοσχεδιασμένο κιβώτιο με τις κατάλληλες σχέσεις και σωστή αίσθηση κουμπώματος ταχύτητας στο λεβιέ, και τόσα άλλα. Αυτό που θέλω να πω είναι πως για να φτιαχτεί μια ικανή μοτοσυκλέτα, απολαυστική σε όλες τις συνθήκες, ρυθμούς και ταχύτητες, απαιτείται πολύ περισσότερος κόπος, χρόνος, γνώση και χρήμα απ' ότι για να φτιάξεις μια που αποδίδει καλά μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες. Πρέπει να είσαι πολύ καλός για να μπεις στο Club 100!

Mε μια πιο ευρεία ερμηνεία, οι μοτοσυκλέτες που αξίζουν να μπουν στο Club 100 είναι όσες απολαμβάνουμε καθημερινά, σε κάθε ρυθμό και σε κάθε δρόμο, ανεξάρτητα από κυβικά, τιμή και ηλικία. Ήδη το Club απέκτησε το δεύτερο μέλος του, τον Λύκο, που ενθουσιάστηκε με την ιδέα, μην αρχίσετε όμως να λέτε για καταστατικά και προεδρεία, δεν χρειάζεται να καταδικάσουμε το Club μόλις που γεννήθηκε, είπαμε, το Club 100 είναι μόνο ιδέα και άποψη, κι ας παραμείνει έτσι.