Editorial 586 - Τζιρς και ούτσο

x
Από το

motomag

1/9/2018

“Τζιρς, τζιρς;”, ρώταγε και ξαναρώταγε ο Γερμανός τουρίστας που πριν λίγο είχε ξεκαβαλήσει από το GS του, σ’ ένα από τα πιο απομονωμένα χωριά της Ηπείρου. Οι άνθρωποι του μαγαζιού έκριναν ότι χρειάζονται βοήθεια. Αυτός βέβαια που σίγουρα χρειάζονταν βοήθεια ήταν ο Γερμανός.

“Για έλα ρε Βαγγέλη εσύ που τα μιλάς τα ξένα, να δεις τι θέλει…”

“Τζιρς, τζιρς;”, ξανάρχισε ο Γερμανός, που δεν σκέφτηκε να μιλήσει Γερμανικά ή Αγγλικά, παρά μόνο να επαναλαμβάνει αυτό που πίστευε πως ήταν Ελληνικά. Ακόμα κι έτσι όμως, τον κατάλαβαν τελικά.

“Γύρο θέλει ο άνθρωπος…”, απεφάνθη ο γλωσσομαθής μεταφραστής.

“Εδώ ήρθε να φάει γύρο; Έλα Παναγία μου! Κοντοσούβλι πες του, προβατίνα άμα θέλει…”

Παρά τις δυσκολίες που πάντα υπάρχουν όταν προσπαθείς να εξηγήσεις σε έναν ξένο τι είναι το κοντοσούβλι και τι η προβατίνα, έγινε σαφές πως κρέατα υπήρχαν, αλλά όχι σε μορφή γύρου. Κι αφού απογοητεύτηκε που το μαγαζί δεν είχε γύρο, το Γερμάνι είπε να πνίξει τον πόνο του και ρώτησε, με μια φωνή γεμάτη προσδοκία:

“Ούτσο;”

“Δεν θα τα πάμε καλά μ’ αυτόν. Τι θέλει τώρα;”

“Ούζο…”

“Ούουζο; Ούζο; Τι μας πέρασε; Τσίπουρο πες του άμα θέλει, χωρίς. Με, δεν έχουμε”.

Αφού πια κατάλαβαν πως και θα φάνε και θα πιούνε αν προσαρμοστούν στο μενού της περιοχής, το ζεύγος των Γερμανών με τα GS – ο καθένας το δικό του, 1200 για κείνον, 800 για εκείνη – ντερλίκωσε δεόντως, συνοδεία Ελληνικής μπύρας.

 

Σ’ αυτές τις διακοπές είδα να περνάνε από τα βουνά πολύ περισσότερες μοτοσυκλέτες απ’ ότι τις προηγούμενες χρονιές, χωρίς βέβαια να μπορώ να είμαι σίγουρος για τους λόγους. Να έγιναν οι παραλίες λιγότερο δημοφιλείς; Κατάλαβαν πως τα στροφιλίκια, το σκηνικό και η δροσιά των βουνών ταιριάζουν περισσότερο στην μοτοσυκλέτα απ’ ότι ο ντάλα ήλιος και η αρμύρα της θάλασσας; Οι διαφορές πάντως μεταξύ των διάφορων ταξιδιωτών με μοτοσυκλέτα ήταν εμφανείς: Οι Γερμανοί μπορεί να μην γνώριζαν το μενού της περιοχής, αλλά πάρκαραν τις μοτοσυκλέτες τους εκεί που είδαν πως ήταν παρκαρισμένα και τα αυτοκίνητα. Κάποιοι Έλληνες πέρασαν τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, πέρασαν και την ταμπέλα που έλεγε πως απαγορεύεται το parking και έβαλαν τις μοτοσυκλέτες τους στο πλακόστρωτο ανάμεσα στα τραπέζια, κάνοντας μανούβρες και γκαζώνοντας λες και καμιά τους δεν κράταγε ρελαντί, ούτε δούλευε κάτω από τις 5.000 στροφές. Άσε που προφανώς οι μοτοσυκλέτες τους θα ένιωθαν αφόρητη μοναξιά αν τις πάρκαραν δέκα μέτρα πιο κει όπως όλος ο κόσμος, κι όχι δίπλα στο τραπέζι τους.

 

Απ’ την άλλη, οι διαφορές στον εξοπλισμό μεταξύ Ελλήνων και “ξένων” δεν υπάρχουν πια. Όλοι ήταν καλοντυμένοι, με σωστό μοτοσυκλετιστικό εξοπλισμό, κι η μόνη διαφορά φαινόταν στα λίγο πιο “βαριά” ρούχα των αλλοδαπών, κάτι λογικό αφού και έρχονται από πιο κρύα και βροχερά μέρη. Και οι μοτοσυκλέτες προσεγμένες ήταν, και με το παραπάνω. Αυτό που έλειπε ήταν το… χύμα, το πάμε μ’ ό,τι έχουμε. Μια χαρά είναι τα τριβάλιτσα και τα προβολάκια και τα tankbag και όλα, όταν όμως βλέπεις μόνο τέτοια, αρχίζουν να σου λείπουν πιο χύμα καταστάσεις, χωρίς βαλίτσες, χωρίς γυαλιστερές “εντούρο μεγάλου κυβισμού”, χωρίς κλεισμένα από έξι μήνες πριν ξενοδοχεία. Αυτές οι πιο χύμα καταστάσεις που μιλάνε για λιγότερα λεφτά αλλά για περισσότερη τρέλα και όρεξη, για ταξίδια που κάθε χιλιόμετρο της διαδρομής γίνεται με την γλώσσα στο μάγουλο και την γυαλάδα στο μάτι. Βοηθάει στο concept αν δεν είναι σίγουρο πως το μηχανάκι θα σε βγάλει, ή όχι. Βοηθάει και στην ικανοποίηση που νιώθεις αν οι άλλοι που συναντάς, οι άψογοι τριβάλιτσοι, πολύ φιλικά αλλά απολύτως πατερναλιστικά σου επιχειρηματολογούν για την ανεπάρκεια της μοτοσυκλέτας σου έναντι της δικής τους, και σου δίνουν συμβουλές για το πώς θα γίνεις σαν κι εκείνους. Ακούγοντας συζητήσεις, ένα μοτίβο ήταν συχνό: Οι “τριβάλιτσοι” έχουν συνήθως ως θέμα συζήτησης το ποια μοτοσυκλέτα είναι τόσο καλύτερη ώστε όλες οι άλλες μετατρέπονται αυτομάτως σε σκουπίδια (συζήτηση απολύτως βαρετή και ανούσια) ενώ οι πιο “χύμα” μιλάνε για τόπους, ανθρώπους, ξεχειλίζουν από εμπειρίες κι όχι απ’ το φαγητό στις ταβέρνες. Οι της (απολύτως σεβαστής, μην παρεξηγούμαστε, έ;) πρώτης κατηγορίας μπορεί να έχουν προβολείς Xenon και LED που τυφλώνουν τους πάντες, οι της δεύτερης να έχουν μια ταπεινή λαμπίτσα 35/35W, άντε 55/60W οι τυχεροί. Αλλά έχω την αίσθηση πως δεν τους νοιάζει. Πως οι προτεραιότητές τους είναι άλλες. Όπως οι προτεραιότητες της παρέας από την Θεσσαλονίκη που πήραν τα παλιά τους αερόψυκτα 250άρια on-off και πήγαν στα Καταραμένα Βουνά της βόρειας Αλβανίας, με αφορμή το παλιό MEGA TEST του ΜΟΤΟ. Πολύ τους χάρηκα, κι εκείνοι ακόμα περισσότερο το ταξίδι τους. Όπως και άλλες παρέες που ταξιδεύουν με παπιά και χαίρονται περισσότερο τα χιλιόμετρά τους αντί για την τελική των τετραψήφιων κυβικών τους. Είναι η διαφορά ανάμεσα στο έχω λίγα λεφτά στην τσέπη, έφυγα, και στο έχω πολλές πιστωτικές στο πορτοφόλι, αλλά δεν ξεκινάω αν δεν ευθυγραμμιστούν οι πλανήτες.

 

Οι καλοκαιρινές διακοπές είναι πολύ διδακτικές για μένα. Είναι η περίοδος που κυκλοφορώ με αυτοκίνητο, αφού δεν έχω βρει ακόμα μοτοσυκλέτα που να παίρνει τρία άτομα και περίπου τρία κυβικά συμπράγκαλα, συν τρία ποδήλατα. Κάποιος μου είχε ρίξει την ιδέα για μοτοσυκλέτα με καλάθι που θα σέρνει τρέιλερ – μπαγαζιέρα, αλλά ούτε αμερικάνος είμαι ούτε βλέπω τον λόγο να έχω ένα όχημα που να συνδυάζει όλα τα μειονεκτήματα των μοτοσυκλετών ΚΑΙ των αυτοκινήτων μαζί. Αυτοκίνητο λοιπόν, κι αυτόματα βρίσκομαι στην απέναντι όχθη, έχοντας την εμπειρία του πόσο δύσκολο είναι να συνυπάρξουν μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, όταν η κίνηση και των δύο δεν γίνεται σύμφωνα με κοινά αποδεκτούς κανόνες, αλλά εντελώς απρόβλεπτα. Και το καλοκαίρι φαίνεται πως δεν βγαίνουν μόνο οι καπεταναίοι του Αυγούστου στις θάλασσες κι όποιον πάρει η προπέλα, αλλά βγαίνουν στους δρόμους οδηγοί αυτοκινήτων και αναβάτες μοτοσυκλετών που μοιάζουν σαν εξωγήινοι που μόλις ήρθαν από άλλο πλανήτη, και προσπαθούν να προσαρμοστούν στις οδικές συνήθειες των γήινων. Ή εμένα μου φαίνεται έτσι; Στην εθνική, 9 στις 10 μοτοσυκλέτες σε προσπερνούν από δεξιά, ακόμα κι αν κινείσαι στην μεσαία λωρίδα. Σε τουριστικές περιοχές, τα νοικιάρικα, αυτοκίνητα και μηχανάκια, οδηγιούνται απελπιστικά αργά και απολύτως επικίνδυνα. Κι όχι μόνο πάνε τόσο αργά που δημιουργούν γύρω τους το χάος, πυροδοτώντας προσπεράσματα απελπισίας, αλλά μπορεί  παρ’ όλα αυτά να αλλάξουν κατεύθυνση αστραπιαία, είτε προς το χαντάκι είτε προς το αντίθετο ρεύμα. Το βραβείο αυτοκινήτου παίρνουν οι τουρίστες που με νοικιασμένο οδηγούσαν στο αντίθετο ρεύμα, σε ορεινό δρόμο νησιού, μέχρι τα πέντε μέτρα πριν στουκάρουν μετωπικά με αυτοκίνητο φίλων που ερχόταν αντίθετα. Το βραβείο μοτοσυκλέτας το απονέμω στον άγνωστο αυτοκτονικό, που βράδυ σε σκοτεινό δρόμο κι ενώ ετοιμαζόμουν να προσπεράσω έναν από αυτούς τους εξωγήινους έχοντας βγάλει φλας, ευτυχώς η εξάτμισή του έκανε θόρυβο, τον άκουσα και μαζεύτηκα. Με προσπέρασε τότε ένα παπί χωρίς φώτα, χωρίς κράνος, χωρίς αύριο… Αλλά όπως λένε κι οι φίλοι στην Κεφαλλονιά, Αύγουστος είναι, θα περάσει.  

 

 

 

 

 

 

editorial 519 - Tώρα είναι η ευκαιρία!

Από το

Μαύρο Σκύλο

1/2/2013

Ακούς παράπονα από παντού. Για τα μαγαζιά, για τα συνεργεία, για τις αντιπροσωπείες. Και με την σειρά τους, τα μαγαζιά, τα συνεργεία και οι αντιπροσωπείες κάνουν τα δικά τους παράπονα. Κι όταν τους ρωτήσεις, η στάνταρ απάντηση είναι η κρίση: Δεν έχουμε δουλειά. Και τι κάνουν γι’ αυτό; Το περίεργο είναι πως οι περισσότεροι κάνουν ό,τι μπορούν για να μην πουλήσουν. Ναι, ειδικά αυτή την εποχή, που κάθε πώληση μετράει, δείχνουν σαν να αδιαφορούν. Απίστευτο και όμως αληθινό.

Μια ματιά στα στοιχεία των πωλήσεων δίνει μια πρώτη εξήγηση. Οι μοτοσυκλέτες αποτελούν μόνο το 10% της αγοράς, το υπόλοιπο 90% είναι παπιά και σκούτερ. Ο τζίρος των αντιπροσωπειών, και κατ’ επέκταση των καταστημάτων, έχει πέσει δραματικά. Οι αιτίες γνωστές, λεφτά δεν υπάρχουν, τα δάνεια έχουν τελειώσει, κανείς δεν περιμένει πως αύριο κάτι θα αλλάξει. Οι αντιπροσωπείες έχουν αρχίσει να "ξεχνούν" τις μοτοσυκλέτες, και να περιορίζονται στα παπιά και τα σκούτερ, που έχουν όμως πολύ μικρότερο περιθώριο κέρδους. Χάνουν έτσι μια πολύ καλή ευκαιρία: Τώρα που οι αντίπαλοί τους κοιμούνται, μπορούν να τους πιάσουν στον ύπνο, και μόλις η κατάσταση αρχίσει να αναστρέφεται, και να κυκλοφορεί και πάλι χρήμα στην αγορά, να είναι εκείνοι που θα έχουν την καλύτερη εικόνα και θα είναι έτοιμοι να κάνουν τις μεγαλύτερες πωλήσεις. Το 2012, πουλήθηκαν στην Ελλάδα σχεδόν 3.300 μοτοσυκλέτες, κι ακόμα κι αν υποθέσουμε πως δεν προβλέπεται να αυξηθούν το 2013, γιατί η κάθε αντιπροσωπεία να μην προσπαθεί να είναι εκείνη που θα πουλήσει τις περισσότερες; Δεν ισχύει βέβαια για όλους, αλλά ο κανόνας πια είναι πως αρκετά μοντέλα θα έρχονται μόνον κατόπιν παραγγελίας, χωρίς ο υποψήφιος αγοραστής να έχει δει το όνειρό του από κοντά, ή να το έχει οδηγήσει σε ένα test ride. Κάτι σαν γουρούνι στο σακί. Και για να περάσουμε και στην δική μας δουλειά εδώ στο ΜΟΤΟ, που είναι προς όφελος της ενημέρωσης των αναγνωστών μας, αν μια αντιπροσωπεία δεν μας στείλει στην παρουσίαση του νέου μοντέλου, κι όταν έρθει στην Ελλάδα δεν το βγάζει για τεστ, ούτε το διαφημίζει, τότε πολύ γρήγορα και το μοντέλο αλλά και η ίδια η εταιρία βγαίνει από τις επιλογές των αγοραστών. Μάτια που δεν βλέπονται, γρήγορα λησμονιούνται. Ο ρόλος του ειδικού τύπου και των test rides δεν αναπληρώνεται από δελτία τύπου στα social media, ούτε από το site της εταιρίας στο internet. Οι μύθοι και η εικόνα της κάθε μοτοσυκλέτας χτίζεται με χιλιόμετρα στους δρόμους, χτίζεται από την αίσθηση που παίρνουν όσοι την οδηγούν, από το αν θα τους μιλήσει κατ’ ευθείαν στην καρδιά ή όχι.

 

Κι εμείς στο ΜΟΤΟ επαγγελματίες του χώρου της μοτοσυκλέτας είμαστε. Πουλάμε γνώσεις, όνειρα, εμπειρίες και συναισθήματα για να ζήσουμε. Ζοριζόμαστε, ναι, αλλά η ίδια η μοτοσυκλέτα μας δίνει αρκετή ενέργεια για να συνεχίσουμε, και προσπαθούμε συνέχεια να βρίσκουμε τρόπους να γινόμαστε καλύτεροι. Η κρίση φυσικά μας έχει χτυπήσει κι εμάς, αλλά αυτό δεν έγινε δικαιολογία ούτε για να ρίξουμε την ποιότητά μας ούτε για να κάτσουμε στ’ αυγά μας και να μιζεριάζουμε. Για παράδειγμα, σ’ αυτό το τεύχος θα βρείτε την πρώτη μιας σειράς δοκιμών παλαιότερων μοτοσυκλετών, που δεν είναι πια σε παραγωγή αλλά εμείς θεωρούμε πως αξίζουν ακόμα. Πως είναι σήμερα; Τι κερδίζεις και τι χάνεις σε σχέση με ένα καινούργιο; Τι αξεσουάρ και βελτιώσεις κυκλοφορούν στην αγορά; Βάζουμε το μυαλό μας να δουλέψει για να κάνουμε τα άρθρα μας όσο το δυνατόν πιο πλήρη, και μετά τα δίνουμε στην δική σας κρίση, κι αν σας αρέσουν, θα αγοράσετε και το επόμενο τεύχος μας. Έτσι πάει, κρινόμαστε σε κάθε τεύχος, σε κάθε άρθρο. Αντίστοιχη προσπάθεια θα ήθελα να βλέπω από όλους τους επαγγελματίες του χώρου της μοτοσυκλέτας, σε όλα τα επίπεδα. Είναι πια θέμα επιβίωσης για πολλούς, το γνωρίζω, αλλά για να επιβιώσεις σήμερα δεν αρκεί να κάνεις ότι έκανες και χτες. Οι επιλογές πάντα υπάρχουν. Απαθής ή δραστήριος; Έτσι έμαθα κι έτσι κάνω, ή βρίσκω νέους τρόπους; Περιμένω αραχτός στο μαγαζί μου μπας και μπει πελάτης ή τον φέρνω γιατί κάτι έχω να προσφέρω που τον ενδιαφέρει;

Για να αλλάξει κανείς κάτι, χρειάζεται πρώτα να εντοπίσει και να αποδεχτεί το πρόβλημα. Αν δεν το κάνει αυτό, καμία λύση δεν πρόκειται να βρεθεί. Κι όταν βάλεις στο μυαλό σου πως στεγανά δεν υπάρχουν, πως αυτό που θα φέρει κόσμο στο μαγαζί σου μπορεί να είναι και άσχετο με το τι ακριβώς πουλάς και με το πόσο το πουλάς, πολλά μπορούν να γίνουν.

Θαυμάζω την καμπάνια με τις παστίλιες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, "Παστίλιες για τον πόνο του άλλου. Εσύ τις παίρνεις, κάποιοι άλλοι σταματούν να πονάνε". Έξυπνο και αποτελεσματικό, σου κινεί το ενδιαφέρον και σε παρακινεί να κάνεις κάτι. είναι καιρός να δούμε κάτι αντίστοιχο και στην μοτοσυ

 

---------------------------------------------------------------------------------

Διακοπή. Κενό. Βαθιά ανάσα. Όχι ρε πούστη. Μόλις έμαθα ότι χτες, 22 Ιανουαρίου του 2013, σκοτώθηκε ο Kevin Ash, φίλος μου και συνεργάτης του ΜΟΤΟ. Το ατύχημα έγινε στην Νότια Αφρική, οδηγώντας στην παρουσίαση του νέου GS. To πως ακριβώς, δεν το ξέρουμε και δεν έχει και σημασία πια. Αυτό που έχει σημασία, είναι πως στον κόσμο μας υπήρχε μια θέση για τον Kevin, ενώ τώρα υπάρχει ένα κενό. Αυτός ο χώρος που γέμιζε με το χιούμορ, την εξυπνάδα του και τις γνώσεις του, αυτός ο χώρος που κάθε φορά απολάμβανα όταν βρισκόμουν εκεί, τώρα φιλοξενεί μόνο τις αναμνήσεις μας από κείνον, αλλά δεν έχει ζωή.

Δεν θυμάμαι αν τον είχα γνωρίσει πριν την παρουσίαση του Ducati 916, το ’93, εκεί όμως ήμασταν μαζί. Ο Kevin δεν ήταν ο τυπικός Άγγλος δημοσιογράφος. είχε ένα σπάνιο συνδυασμό βαθιάς γνώσης και παιχνιδιάρικης διάθεσης, πάντα με το χαμόγελο, πάντα έτοιμος για την πιο βαθιά συζήτηση ή την πιο διασκεδαστική πλάκα. Για είκοσι χρόνια η δουλειά μας μας έφερε πολλές φορές κοντά, από τα σοκάκια του Tokyo ως τα casino του Las Vegas, κι ο Kevin ήταν πάντα η καλύτερη παρέα για μένα. Θα μου λείψει πολύ.

 

Πρόσφατα, τον είχαν ρωτήσει τι είναι η απόλυτη ευτυχία για κείνον: "Οδηγώντας μοτοσυκλέτα, υπάρχουν στιγμές που η συγκέντρωσή σου είναι τόσο έντονη, ώστε ο υπόλοιπος κόσμος, η ζωή σου, οι στεναχώριες σου, οι αναμνήσεις σου, τα πάντα φεύγουν από το μυαλό σου καθώς εστιάζεις στο τώρα. Αυτό μπορεί να συμβεί με μια καλοζυγισμένη μοτοσυκλέτα σε ένα αισθησιακό στροφιλίκι, ή με ένα πανίσχυρο αλλά επικοινωνιακό superbike σε μια υπέροχη πίστα. Δεν πιστεύω πως υπάρχει η απόλυτη ευτυχία, αλλά πάνω σε μια μοτοσυκλέτα, μπορείς να πλησιάσεις αρκετά. Μπορώ να σκεφτώ και μερικά άλλα πράγματα, χωρίς μοτοσυκλέτα... "

Και η αγαπημένη του διαδρομή; "Οποιαδήποτε διάσχιση των Άλπεων. Αν υπάρχει κάτι που ξεκαθαρίζει γιατί οι μοτοσυκλέτες είναι καλύτερες από τα αυτοκίνητα, αυτό είναι. Έχεις την εμπειρία της διαδρομής μέσω της πτώσης της θερμοκρασίας, νιώθεις την παγωνιά στον αέρα, το πόσο κοντά στο χάος είναι η άκρη του δρόμου σε μια δύσκολη στροφή. Έχεις το νου σου συνέχεια στην πρόσφυση, μουσκεύεις καθώς περνάς μέσα από τα σύννεφα, κρυώνεις στην κορυφή του διάσελου, ίσως σταματήσεις για να ντυθείς πιο ζεστά, και μετά, καθώς κατεβαίνεις, νιώθεις τη ζεστασιά να επιστρέφει, την υγρασία να αυξάνεται, τη μυρωδιά της βλάστησης να αλλάζει από την φρέσκια των ελάτων στην πιο βαριά της γύρης, τα έντομα αρχίζουν ξανά να στουκάρουν στην ζελατίνα του κράνους σου. Συμμετέχεις στην διαδρομή και το περιβάλλον της, δεν παρατηρείς απλώς κλεισμένος πίσω από ένα παρμπρίζ, μέσα σε ένα άνετο κλιματιζόμενο κουτί, μυρίζοντας μόνο τα σάντουιτς που είχες αγοράσει στο βενζινάδικο."

Ήταν αισιόδοξος για το μέλλον της μοτοσυκλέτας; "Μεσοπρόθεσμα, ναι. Ο φόβος που έχουμε για την νομοθεσία καταλήγει να είναι χειρότερος από τους νόμους που τελικά ψηφίζονται. Θυμάμαι πως όλοι έλεγαν πως η νομοθεσία για τους ρύπους θα σκοτώσει την μοτοσυκλέτα, ή πως το όριο των 100 ίππων θα μας αποθαρρύνει. Κι όμως, τα όρια ρύπων για τις μοτοσυκλέτες είναι χαλαρά σε σχέση με των αυτοκινήτων, και έχουμε περισσότερα γκάζια από ποτέ. Όσο για το όριο των 100 ίππων, μόνο η Γαλλία είχε μείνει να το έχει, χωρίς καμία απόδειξη πως έτσι καταφέρνει κάτι. Μακροπρόθεσμα όμως, η κοινωνία μας τρομοκρατείται τόσο πολύ από κάθε είδους ρίσκο, που, για όνομα του θεού, δεν επιτρέπεται στην μικρή μου κόρη να τρέχει στην παιδική χαρά. Πως θα φαίνονται στις επόμενες γενιές αυτά τα περίεργα οχήματα που δεν έχουν αερόσακους και ζώνες παραμόρφωσης, κι επιπλέουν πέφτουν κάτω κιόλας; Φοβάμαι πως οι μοτοσυκλέτες απλά θα φαίνονται πολύ τρομακτικές, και πιστεύω πως ο μοτοσυκλετισμός θα υποφέρει πολύ από έλλειψη νέου αίματος. "

Και πως νιώθεις αυτή την εποχή; "Ήρεμος και ευχαριστημένος. Δεν θα μπορούσα να σκεφτώ κάποια καλύτερη δουλειά να κάνω, και το να είσαι ελεύθερος συνεργάτης περιοδικών και εφημερίδων είναι καλύτερο από το να δουλεύεις μόνο για ένα περιοδικό, δεν έχεις να σκέφτεσαι την εξέλιξη της καριέρας σου, μια καλύτερη θέση. Είναι σκληρή δουλειά αλλά αυτό την κάνει και πιο ικανοποιητική, μου αρέσει να γράφω, να ταξιδεύω και να οδηγώ μοτοσυκλέτες, κι αυτό ακριβώς κάνω. Έχω και μια υπέροχη οικογένεια, τι άλλο θα μπορούσα να ζητήσω; Εντάξει, αυτό το λόττο της περασμένης εβδομάδας με τα 80 εκατομμύρια ευρώ καλό θα ήταν... "

 

Αυτός ήταν ο Kevin. Κι επειδή μερικοί ίσως σκεφτούν το συνηθισμένο "πέθανε κάνοντας αυτό που αγαπούσε", διαβάστε τι έγραψε η μεγάλη κόρη του:

"Η φράση "πέθανε κάνοντας αυτό που αγαπούσε", μπορεί να έρθει στο μυαλό σας, θα ήθελα όμως να το αρνηθώ κατηγορηματικά. Αγαπούσε την οικογένειά του ακόμη περισσότερο, όπως τον αγαπούσαμε κι εμείς. Είμαι η μεγαλύτερη κόρη του, και μόλις πρόσφατα άρχισα να καταλαβαίνω πλήρως πόσο στα σοβαρά έπαιρνε τον ρόλο του πατέρα. Ήταν ήδη στο αεροδρόμιο για να φύγει σε κάποια αποστολή, και τον πήρα κλαίγοντας τηλέφωνο. Η αυθόρμητη αντίδρασή του ήταν να ακυρώσει το ταξίδι και να γυρίσει σπίτι για να μου κάνει μάθημα τριγωνομετρίας όλο το βράδυ. Την επόμενη μέρα είχα εξετάσεις. Ό,τι κι αν έκανε ήταν για τα παιδιά και την γυναίκα του, άντε και λίγο για την γάτα του.

Οι γονείς μου αγαπιούνταν πολύ, κι ελπίζω κάποια μέρα να μάθουμε να ζούμε χωρίς εκείνον. "