Editorial 585 - Ένας σπάνιος άνθρωπος

Από το

motomag

1/8/2018

Δεν είμαι σίγουρος για το πώς πρέπει να μετριέται η επιτυχία μιας εταιρίας. Από την σημερινή της κατάσταση; Ή από αυτά που στην πορεία του χρόνου κατάφερε; Το ίδιο και για τους ανθρώπους. Μπορείς να πεις έναν άνθρωπο σαν τον Ivano Beggio αποτυχημένο, μόνο και μόνο γιατί στο τέλος, τα όνειρά του ήταν μεγαλύτερα από την πραγματικότητα; Κάθε άλλο. Από το 2004, όταν οι πιστωτές του τον ανάγκασαν να πουλήσει τις εταιρίες του Aprilia, Moto Guzzi και Laverda (με αγοραστή την Piaggio), τον είχαμε σχεδόν ξεχάσει, και τον θυμηθήκαμε πάλι φέτος, με αφορμή τον θάνατό του σε ηλικία 73 ετών, μετά από μακρόχρονη ασθένεια.

Ας το πάμε ανάποδα: Πως κατέληξε χρεωμένη η μεγαλύτερη το 2001 εταιρία μοτοσυκλετών στην Ευρώπη, με πωλήσεις πάνω από 300.000 κομμάτια; Τρεις ήταν οι λόγοι. Το 2000 ο Beggio είχε αγοράσει την Moto Guzzi και την Laverda, επενδύοντας σημαντικά ποσά στο εργοστάσιο του Mandello del Lario, όπως και στην εξέλιξη των νέων V2 της Guzzi, ενώ ετοίμαζε και την αναβίωση της Laverda. Πάνω που είχε χρεωθεί για να γίνουν όλα αυτά, η αγορά των scooter στην Ιταλία πήρε τον κατήφορο γιατί έγινε υποχρεωτικό το κράνος και ακρίβυναν πολύ τα ασφάλιστρα, στερώντας από σημαντικά έσοδα την Aprilia. Ο τρίτος λόγος ήταν μια απόφαση που τώρα φαίνεται αδικαιολόγητη, να αφήσει δηλαδή η Aprilia το συγκριτικά οικονομικό παγκόσμιο superbike και να προσπαθήσει να πρωταγωνιστήσει στα MotoGP με το τρικύλινδρο RS Cube που είχε σχεδιάσει η Cosworth. Τα όνειρά του όμως δεν τα διάλεγε με κριτήριο το φτηνότερο. Αυτή η προσπάθεια ουσιαστικά έβαλε τέλος στην ιδιοκτησία της Aprilia από τον Beggio, καθώς το 2003 η Aprilia μπήκε μέσα 43 εκατομμύρια ευρώ.   

Ο πατέρας του, Cavaliere Alberto Beggio, είχε μια βιοτεχνία ποδηλάτων στο Noale, βόρεια από την Βενετία. Μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’60, έβγαζε και κάτι αυτοματάκια με μικρούς τροχούς. Ο Ivano είχε σπουδάσει μηχανολόγος και ήταν μόλις 27 ετών όταν το 1968 έχασε τον πατέρα του και ανέλαβε τις τύχες της εταιρίας. Στην καρδιά του δεν είχε πετάλια, αλλά βενζίνη και τρακτερωτά λάστιχα. Ήδη το 1970 είχε έτοιμο το Scarabeo cross, κι έβαζε τις βάσεις για το αγωνιστικό τμήμα, που στην αρχή ασχολούνταν μόνο με χωματερά, κερδίζοντας το 1977 τα πρωταθλήματα ΜΧ Ιταλίας στα 125 και 250 κυβικά. Σήμερα λίγοι θυμούνται τα motocross, τα enduro και τα trial της Aprilia, αλλά ήταν όμως εξαιρετικές μοτοσυκλέτες που έτρεξαν και κέρδισαν παντού πρωταθλήματα, και στην Ελλάδα: Το πρώτο παγκόσμιό της η Aprilia το κέρδισε στο trial, με τον Tommi Ahvala. Πιστεύοντας ακράδαντα πως οι επιτυχίες στους αγώνες φέρνουν και πωλήσεις, και φροντίζοντας προσωπικά για την εμφάνιση των μοτοσυκλετών του (είχε πάθος με το design και τους χρωματισμούς), μπήκε και στους αγώνες ταχύτητας, κι εκεί η Aprilia είχε ακόμα μεγαλύτερες επιτυχίες. Πολλοί γνωστοί αναβάτες ξεκίνησαν υπό την σκέπη του Beggio: Ο έφηβος Valentino Rossi πήρε τον πρώτο του τίτλο στα 125 το ’97, και στα 250 δυό χρόνια αργότερα, με Aprilia. Και ο Max Biaggi (που δηλώνει πως ο Beggio ήταν σαν πατέρας του) πήρε δύο συνεχόμενα στα 250, χωρίς να ξεχνάμε τους Loris Capirossi, Marco Simoncelli, Casey Stoner, Marco Melandri, Loris Reggiani, Alvaro Bautista, Manuel Poggiali και Alessandro Gramigni. Το αποτέλεσμα όλης αυτής της πολύχρονης αγωνιστικής προσπάθειας ήταν 54 παγκόσμια πρωταθλήματα, περισσότερα από κάθε άλλης Ευρωπαϊκής εταιρίας. Τα 38 από αυτά στα GP (294 νίκες!), 7 στα superbike, 7 στα supermoto και 2 στο trial.  Παράλληλα, η ανάπτυξη της Aprilia ήταν ραγδαία, και τα έσοδά της αυξήθηκαν… 140 φορές ανάμεσα στο 1982 και το 1997, χρονιά που η παραγωγή έφτασε τις 290.000 μονάδες.   

Πως κατάφερε όμως ο Beggio να τα κάνει όλα αυτά;  Ο Romano Albesiano, τώρα επικεφαλής της Aprilia στα MotoGP, που είχε δουλέψει με τον Beggio, λέει πως “Χρειάζεται να σκεφτεί κανείς πόσους πρωταθλητές έχει γαλουχήσει η Aprilia, πόσες νίκες και πόσα πρωταθλήματα έχει πάρει, για να αρχίσει να αντιλαμβάνεται την σπουδαιότητα των προσπαθειών του Ivano Beggio. Αντιμετώπισε τους Ιάπωνες στις πίστες και τους νίκησε, κόντρα στους μεγαλύτερους κατασκευαστές του κόσμου, ξεκινώντας από το μηδέν. Για να το πετύχεις αυτό χρειάζεται να βάλεις μαζί και ψυχή και σώμα. Να έχεις σπουδαίες διοικητικές ικανότητες και πολλή αγάπη για τον κόσμο μας.” Από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 και μετά, μόλις πέντε χρόνια από τότε που ξεκίνησε να φτιάχνει μοτοσυκλέτες, ο Beggio είχε στο νου του τον Ιαπωνικό ανταγωνισμό, θυμίζοντας τον Soichiro Honda που στο ξεκίνημά του είχε ήδη στο νου του το διεθνές άνοιγμα της Honda, δηλώνοντας πως “Αν δεν είμαστε πρώτοι στον κόσμο, πως θα είμαστε πρώτοι στην Ιαπωνία;”. Χαρακτηριστικό του σκεπτικού του Beggio ήταν πως το 1979 είχε προσλάβει για το παγκόσμιο MX τον Ιάπωνα εργοστασιακό αναβάτη Torao Suzuki, με το σκεπτικό “Πώς να αντισταθείς σε κάποιον που ήταν αναβάτης της Yamaha και τον λένε Suzuki;”. Ανταμείφθηκε με μια έκτη θέση στο παγκόσμιο ΜΧ, το 1980.

O Beggio ήταν πολυτάλαντος και πολυπράγμων, με πάθος για τις μοτοσυκλέτες, την τεχνολογία τους, την αισθητική τους, τους αγώνες. Η Aprilia καθιέρωσε και τις race replica, ήταν η πρώτη που έβγαλε μονόμπρατσο ψαλίδι σε παραγωγή (το 1987 με το AF1 125), είχε δίχρονα παραγωγής με ψεκασμό, χρησιμοποιούσε διεθνούς φήμης σχεδιαστές όπως ο Phillip Starck και είχε αξιόλογες μοτοσυκλέτες σε κάθε κατηγορία, από μοτοποδήλατα ως superbike. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η ατμόσφαιρα που επικρατούσε επί Beggio μέσα την εταιρία. Όπως θυμάται ο Albesiano, “Ήταν ένα ανεπανάληπτο περιβάλλον, με μια έννοια αναρχικό, πάντα με ένταση και πάθος, όπου ανάμεσα σε έντονες διαφωνίες και αδελφικές φιλίες γεννήθηκαν εξαιρετικές μοτοσυκλέτες που αντιμετώπιζαν στα ίσα τον ανταγωνισμό. Ο Ivano Beggio ήταν ο αδιαμφισβήτητος μονάρχης αυτού του μαγικού βασιλείου που είχε δημιουργήσει κατ’ εικόνα και κατ’ ομοίωσή του”.  

Για τον Beggio δεν είχε σημασία τι μέρα ή τι ώρα ήταν. Έπαιρνε τηλέφωνο τους συνεργάτες του οποτεδήποτε, για να τους πει μια ιδέα του ή να μάθει τι γίνεται με διάφορα project, όπως αυτό με τις κυψέλες υδρογόνου, που κινούσαν ένα σκουτεράκι που το 2001 είχε τελική 75 km/h. Αποτελούσε έναν γενναίο συνδυασμό μηχανολόγου, επιχειρηματία και γνώστη της αισθητικής, παθιασμένου με την ζωή και με όλα τα ωραία της. Στην ζωή του είχε βοηθήσει πολλούς, χωρίς ποτέ να επιδιώξει να το μάθει κανείς. Δεν μπορεί παρά να σκεφτεί κανείς πως ίσως και να ήταν ο τελευταίος μιας γενιάς σπάνιων ανθρώπων, ιδιοκτητών εταιριών μοτοσυκλετών, που κατάφεραν να τις γιγαντώσουν, επηρεάζοντας θετικά τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων και κάνοντας τον κόσμο μας έναν πιο ενδιαφέροντα τόπο.  

 

editorial 523 - on-off, το νέο στάνταρ

Από το

Μαύρο Σκύλο

31/5/2013

Μέχρι και την δεκαετία του '70, οι μοτοσυκλέτες δρόμου ήταν αναγκαστικά και παντός δρόμου, έπαιζαν και τον ρόλο των on-off. Αυτές ήταν, μ' αυτές θα έκανες τα πάντα. Καθημερινή μετακίνηση, χαβαλέ, κοντρίτσες, ταξιδάκια, κι αν σου τύχαινε και κανένας χωματόδρομος δεν το σκεφτόσουν, απλά τον πέρναγες. Βοηθούσαν όμως και τα μηχανάκια, αυτό να λέγεται. Είχαν τροχούς μεγάλης διαμέτρου, 18 και 19 ιντσών, όσες και η πλειοψηφία των on-off σήμερα, στενά λάστιχα, σχετικά μεγάλες διαδρομές τουλάχιστον μπροστά, κι έτσι μπορούσαν να πηγαίνουν άνετα στα χώματα, έως και διασκεδαστικά για όσους μπορούσαν να οδηγούν με γκάζι και να δουλεύουν τον στρόφαλό τους. Όταν έλεγες μοτοσυκλέτα, μια τέτοια εννοούσες, που την προσάρμοζες εσύ για κάθε χρήση. Ή προσαρμοζόσουν εσύ, το ίδιο κάνει.

Η εποχή των ταξιδιάρικων on-off "περιπέτειας" ξεκίνησε με τα ΧΤ500 και R80G/S. M' αυτές και όσες παρόμοιες ακολούθησαν, οι ταξιδιάρηδες ευρωπαίοι άνοιξαν νέους ορίζοντες σε τόπους που μέχρι τότε ήταν ανεξερεύνητοι μοτοσυκλετιστικά. Η αίγλη του σκληρού αγώνα Paris-Dakar βοήθησε τα μέγιστα στην ανάδειξη και την εξέλιξη αυτών των μοτοσυκλετών, και κάπως έτσι, χιλιάδες μοτοσυκλετιστές είχαν στο μυαλό τους την εικόνα του μοναχικού καβαλάρη που χάνεται προς τον ορίζοντα αφήνοντας πίσω του ένα συννεφάκι σκόνης, ως βενζινοκίνητος Λούκυ Λουκ.

Έχει ενδιαφέρον να δει κανείς τις παράλληλες πορείες των δύο κατηγοριών. Τα on-off φτιάχτηκαν από το πλευρό των street, που αποδείχθηκαν στην συνέχεια ιδιαιτέρως καρπερά, σκορπίζοντας δεξιά κι αριστερά πλήθος υποκατηγοριών, με ένα τεράστιο εύρος, από streetfighters, naked και superbike ως τουριστικά, υπερτουριστικά και σπορτουριστικά και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Έτσι, χάθηκε κάπου το τι ακριβώς είναι μια μοτοσυκλέτα δρόμου, αρχίσαμε τις διευκρινιστικές ερωτήσεις, για ποιά δουλειά, με πόσα θα ταξιδεύεις, θα βγαίνεις και εκτός πόλης ή όχι, μόνος σου ή με παρέα, πόσο γρήγορα πας, πότε θα φας, μια τρέλα κανονική. Ρε μάγκες, έπρεπε κάποιος να φωνάξει, σήμερα γουστάρω χαλαρή βολτίτσα, αύριο να πάω να τα χώσω και μεθαύριο να ξεκινήσω για εξάμηνο ταξίδι, πότε μόνος και πότε με παρέα, μην με πρήζετε, δέκα μηχανάκια δεν μπορώ να έχω, και να μπορούσα, δεν θέλω.

Εν τω μεταξύ, όσο τα street γεννοβολούσαν, τα on-off εξελίσσονταν, κι από εμφανισιακούς κλώνους των αγωνιστικών του Dakar ξαναδανείστηκαν στοιχεία από τα κορυφαία street για να φτάσουν στο σημερινό στάδιο της εξέλιξής τους. Και γι' αυτό, ευχαριστήστε την Ducati. Από κει που ήταν αποδεκτό για τα μεγάλα on-off να υπολείπονται σημαντικά σε επιδόσεις σε σχέση με τα street, βρέθηκαν να τα ανταγωνίζονται στα ίσα. Από κει που με απλές αναρτήσεις "έκανες τη δουλειά σου", οι ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενες έγιναν κοινός τόπος, μια καινοτομία που καθιέρωσε η BMW. Τον πήχυ τον ανέβασε το Multistrada, που συνδυάζει εμφάνιση on-off με επιδόσεις σχεδόν superbike, χωρίς όμως να τελειοποιήσει την συνταγή. Η adventure εμφάνισή του δεν συνοδεύεται από ανάλογες δυνατότητες στα χώματα, οι κορυφαίες του επιδόσεις δεν συνοδεύονται από αντίστοιχη σιγουριά και σταθερότητα μετά τα 200. Ο βράχος όμως είχε αρχίσει να κατρακυλάει, παρασέρνοντας κι άλλους στο πέρασμά του. Η KTM απάντησε με έναν κινητήρα που κι αυτός προέρχεται από superbike, κοντράροντας το Multistrada στα ίσα από επιδόσεις, ενώ η BMW ξανασχεδίασε τον boxer της κάνοντάς τον και πιο δυνατό και πολύ πιο εύστροφο. Κι από μια μεριά (νέο Aprilia Caponord) που δεν ενδιαφέρεται για την απόδοση στο χώμα αλλά εκτός από την εμφάνιση που φέρνει σε on-off είναι καθαρά δρόμου, ήρθαν και οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις. Επίσης, είναι σαφές πια πως για να εκμεταλλευτείς τέτοιου είδους γκάζια παντού και πάντα χωρίς να χρειάζεσαι αυτοσυγκέντρωση Θιβετιανού μοναχού και οδηγικές ικανότητες Rossi, τα ηλεκτρονικά συστήματα που φροντίζουν να μην ξεφύγεις ανεπανόρθωτα προς το ΚΑΤ, είναι απαραίτητα. Και οι τελευταίες on-off τα έχουν όλα.

Έτσι, δυο μέρες πριν ξεκινήσουμε το φετινό MEGA TEST, με το νέο GS 1200, τα νέα ΚΤΜ Adventure & Adventure R, το Crosstourer DCT και το Triumph Explorer XC, κάθομαι και τα χαζεύω. Και σήμερα, όταν λέμε μοτοσυκλέτα, αυτές θα έπρεπε να εννοούμε. Κάνουν ό,τι κάνουν και οι street, κι ακόμα περισσότερα. Έχουν πια τον ρόλο που είχαν οι street για όλες τις δουλειές, πριν διασπαστούν σε δεκάδες κατηγορίες. Και στην πραγματική ζωή, στους πραγματικούς δρόμους, από την καθημερινότητα της πόλης ως τα ταξίδια στα πέρατα της γης, είναι καλύτερες, κι όχι μόνο γιατί πάνε και στο χώμα. Κι όσο είχαν έλλειμμα επιδόσεων, μπορούσαν να θεωρούνται λίγο φτωχοί συγγενείς, τώρα όμως ούτε σε επιδόσεις υστερούν ούτε σε τεχνολογία. Από παλιότερα μπορούσαν να δείξουν τον δρόμο στις street όταν κινούνταν εκτός εθνικής οδού, τώρα τις κοντράρουν κι εκεί. Είναι χαμαιλέοντες. Προσαρμόζονται παντού. Σου κάνουν τα κέφια, σε κάνουν να ονειρεύεσαι το ταξίδι. Μπορεί να μην το κάνεις ποτέ, μπορεί και να το αποφασίσεις κάποια στιγμή. Ό,τι κι αν σκεφτείς να κάνεις μαζί τους, γίνεται. Ακόμα και να το διασκεδάσεις σε ένα track day. Τόσο πολυτάλαντες κατασκευές δεν υπήρχαν μέχρι τώρα. Ναι, μια απολύτως υπερτουριστική μοτοσυκλέτα μπορεί να προσφέρει περισσότερη άνεση, μια superbike να γυρίσει πιο γρήγορα στην πίστα, μια καθαρόαιμη enduro να πάει πιο γρήγορα στο χώμα, αν θέλουμε να μιλήσουμε για τα όρια των δυνατοτήτων τους. Η συνολική τους αξία όμως και η χρηστικότητά τους είναι αξεπέραστη. Και κάπου σκέφτομαι πως αν είναι έτσι τα πράγματα, και οι νέες on-off είναι οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, οι πιο πολυτάλαντες όλων, τότε το φετινό MEGA TEST θα αναδείξει την καλύτερη μοτοσυκλέτα για την πραγματική ζωή και όχι μόνο για εξειδικευμένες ανάγκες. Εμείς, σε δέκα μέρες από τη στιγμή που γράφονται αυτές οι λέξεις, θα ξέρουμε. Στο τεύχος Ιουλίου, θα ξέρετε κι εσείς.

ΜΕGA TEST ON-OFF 2013

Πέρσι, είχαμε φτάσει μέχρι τέρμα πινέζα Αλβανία, στα Καταραμένα Βουνά. Φέτος, θα πάμε πιο ψηλά, για να γνωρίσουμε τη χώρα που απλώνεται πίσω τους: Το Montenegro, το Μαυροβούνιο, την Crna Gora. Χώρα μικρή, αλλά με πολλά να δει και να κάνει κανείς. Από τις ακτές της Αδριατικής και τα παραλιακά θέρετρα, ως τα ποτάμια και τα φαράγγια της ενδοχώρας, ως την άλλη μεριά των Καταραμένων Βουνών, το Μαυροβούνιο είναι ένας ακόμα γείτονάς μας για τον οποίο μάλλον λίγα ξέρουμε. Αλλά αν το ταξίδι δεν είναι στο άγνωστο και δεν έχει εξερεύνηση, τι νόημα έχει;

Gay ΜotoGP;

Κατά καιρούς διάφοροι έχουν απορήσει: Υπάρχουν gay στους αγώνες μοτοσυκλέτας, και ειδικά στα MotoGP; Κανείς όμως δεν είχε θέσει το ερώτημα ανοιχτά, στους ίδιους τους αναβάτες. Συνέβη όμως κι αυτό, στην συνέντευξη τύπου στο Jerez, πριν τον αγώνα. Με αφορμή το άρθρο που έγραψε ο παίκτης του ΝΒΑ Jason Collins στο Sports Illustrated, και όπου δήλωνε πως είναι gay, o David Emmett βρήκε το θάρρος να ρωτήσει για την ύπαρξη και την αποδοχή ομοφυλόφιλων αναβατών στα MotoGP. Αν έχετε λογαριασμό στο ΜotoGP.com, μπορείτε να δείτε ολόκληρη τη συνέντευξη, αξίζει όμως να σας μεταφέρω εδώ κάποιους διαλόγους.

David Emmett: "Μια ερώτηση προς όλους -κι αρκετά δύσκολη. Την περασμένη βδομάδα ο Jason Collins, ένας παίκτης του NBA, παραδέχτηκε πως είναι ομοφυλόφιλος. Μέχρι τώρα κανείς αναβάτης MotoGP δεν έχει δηλώσει κάτι τέτοιο. Θέλω να ακούσω τις σκέψεις σας, σχετικά με το γιατί δεν έχει γίνει. Οι αναβάτες φοβούνται να δηλώσουν πως είναι gay, ή όλοι σας πραγματικά ενδιαφέρεστε μόνο για γυναίκες;"

<γέλια από το πλήθος>

Cal Crutchlow: "Να πω πρώτος;!"

David Emmett: "Ναι, παρακαλώ!"

<πιο πολλά γέλια>

Cal Crutchlow: "Λυπάμαι David, αλλά εξαιρούμαι -είμαι σχεδόν παντρεμένος. Αυτό έχω να πω... δεν ξέρω. Δεν νομίζω πως έχει σημασία, έτσι; Πιστεύω πως αυτό το σπορ αφορά τις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες. Ποτέ δεν έχει αποκαλυφθεί πως κάποιος είναι gay. Ίσως να υπάρχουν μερικοί, κρυμμένοι στην ντουλάπα, δεν ξέρω. ΄Ισως να έχω κάτσει παρέα με κάποιον. Δεν ξέρω."

Jorge Lorenzo: "Για όλους όσους με ρωτούν στο Twitter, ή όπου, αν είμαι gay, τώρα είναι η ώρα να μάθουν πως δεν είμαι gay. Σέβομαι τους gay. Φυσικά, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα μαζί τους."

David Emmett: "Κανείς άλλος;"

Nick Harris: "Marc Marquez;"

<περισσότερα γέλια>

Marc Marquez: "Νομίζω πως δεν είναι πρόβλημα. Έχω μεγάλο σεβασμό για όλους, όσο διαφορετική κι αν είναι η προσωπικότητά τους. Δεν είναι πρόβλημα."

Andrea Dovisioso: "Ποτέ δεν το σκέφτηκα αυτό, πως μερικοί αναβάτες μπορεί να είναι gay, πιστεύω όμως πως δεν θα ήταν πρόβλημα για κανέναν. Είναι δύσκολο να το σκεφτώ πάντως. Δεν ξέρω γιατί."

Stefan Bradl: "Αν είναι να μας κάνει πιο γρήγορους ίσως να το σκεφτόμασταν..."

<γέλια απ' όλη την αίθουσα>

Stefan Bradl: "Αλλά μέχρις τιμής δεν είχα αυτήν την εμπειρία. Ούτε εγώ είμαι gay. Σίγουρα όμως σέβομαι όσους είναι. Κι αυτοί είναι φυσιολογικοί άνθρωποι."

Scott Redding: "Ναι, το ίδιο κι εγώ. είμαι με την φίλη μου πολύ καιρό τώρα, και ποτέ δεν σκέφτηκα να πάρω τον άλλο δρόμο. Και πάλι, σεβασμός για όλους, όπως κι αν είναι."

Φανταστείτε τώρα το εξής σκηνικό: Συνέντευξη τύπου με όλους τους αναβάτες του ελληνικού πρωταθλήματος ταχύτητας παρόντες. Δημοσιογράφος σηκώνεται και κάνει την ίδια ερώτηση...