Editorial 583 - Επιστροφή στο Dakar

x
Από το

motomag

1/6/2018

Ο Thierry Sabine ήταν ήδη χαμένος δυό μέρες κάπου στην έρημο Tenere, και πιπίλιζε βοτσαλάκια για να βγάλει λίγο σάλιο… Ευτυχώς, οι οργανωτές του αγώνα Abidjan – Nice, στον οποίο συμμετείχε με μοτοσυκλέτα το 1977, τον βρήκαν, χάρη σε ένα σταυρό από πέτρες που είχε φτιάξει στο έδαφος. Αυτή η εμπειρία του, το να βρεθεί τόσο κοντά στον θάνατο, τον έκανε να πει “ενδιαφέρον είχε, ας οργανώσω κι εγώ έναν αγώνα 10.000 χιλιομέτρων από το Παρίσι στο Ντακάρ, για να γουστάρουν κι άλλοι…”. Κάπως έτσι, το 1979 ξεκίνησε το Paris-Dakar, “μια πραγματική περιπέτεια για ερασιτέχνες”, “μια πρόκληση για όσους συμμετέχουν, ένα όνειρο γι’ αυτούς που μένουν πίσω”, σύμφωνα με τα δικά του λόγια, αυτού του χαρισματικού “μεγαλομανούς της άμμου”, όπως τον χαρακτήρισε αργότερα ο Γαλλικός τύπος. Για τριάντα χρόνια, το Paris-Dakar γινόταν στην Αφρική, κόντρα στις προβλέψεις όσων νόμιζαν πως μετά τον θάνατό του το 1986, το Dakar θα έσβηνε. Δεν έσβησε, αλλά μετακόμισε στη Νότια Αμερική όταν ακυρώθηκε το 2008 λόγω “απειλών από την Al Qaeda” , χωρίς να αλλάξει όνομα. Είχε πια αλλάξει εντελώς σε σχέση με το όραμα του Thierry Sabine, με τους ερασιτέχνες να ξεπερνούν τα όριά τους. Από τα ταπεινά on-off, XT500 και XL-S και street Guzzi και ΒMW, οι κορυφαίες συμμετοχές ήταν πια εργοστασιακά πρωτότυπα, που βοήθησαν όσο τίποτα άλλο να εδραιωθεί η κατηγορία των μοτοσυκλετών “περιπέτειας παντός δρόμου”. Το Dakar είχε εξελιχθεί σε πολύ μεγάλη υπόθεση, με τεράστια επιρροή και γόητρο. Και πολύ χρήμα. Κι οι καημένες οι χώρες της Αφρικής απ’ όπου πέρναγε, πολύ φτωχές… Η προτεραιότητα είχε περάσει από την περιπέτεια στο “να ανοίξουν νέες αγορές”, ένας εύσχημος τρόπος για να πει κανείς “εδώ δεν έχουν τίποτα να τους πάρουμε, πάμε εκεί που θα μας δώσουν”. Για μια δεκαετία φαίνεται πως κάτι είχαν να δώσουν οι χώρες των δυτικών ακτών της Ν. Αμερικής, αλλά κι εκεί περνάνε δύσκολα και δεν έχουν να δώσουν “αέρα” για να διαφημιστεί η χώρα τους μέσω του Dakar. Έτσι, το 41ο Dakar θα γίνει εξ ολοκλήρου στο Peru, για δέκα μέρες, κάτι που θα μειώσει τα κοστολόγια για όλους, αλλά κυρίως για τους οργανωτές. Ήταν μια αναγκαστική κίνηση, από την στιγμή που η Χιλή και η Βολιβία δήλωσαν πως δεν μπορούν να καταβάλλουν τα ποσά που ζητούν οι οργανωτές (όσο γινόταν στην Αφρική, υπήρχε συνεργασία με τις χώρες που περνούσε, βοηθούσαν, αλλά δεν έδιναν “αέρα”, καθώς υπήρχαν σημαντικά έσοδα από χορηγίες, που μειώθηκαν μετά το 2000). Όμως, το αφεντικό της Amaury Sport Organization που οργανώνει το Dakar, o Etienne Lavigne, δήλωσε και πως θα μελετήσουν την επιστροφή του στην Αφρική, καθώς έχουν επαφές με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα στην Αλγερία, την Ναμίμπια και την Ανγκόλα. Τους πιέζει και κάτι ακόμα: Οι συμμετοχές αναμένεται να μειωθούν κι άλλο το 2019, η Peugeot αποχώρησε, τα κοστολόγια της συμμετοχής είναι τεράστια.

Το κενό που άφησε το Dakar όταν έφυγε από την Αφρική, αναπληρώθηκε πολύ γρήγορα από το Africa Eco Race, οργανωμένο από τον δύο φορές νικητή του Dakar, Jean-Louis Schlesser. Γίνεται από το 2009, περνάει από το Μαρόκο, την Μαυριτανία  και την Σενεγάλη, τερματίζοντας στην λίμνη Lac Rose του Dakar. Είναι πολύ πιο κοντά στο πνεύμα των πρώτων Dakar, με κατασκηνώσεις στο πουθενά κι όχι σε μεγάλες πόλεις ή αεροδρόμια. Mόλις πέρυσι, ο Etienne Lavigne της A.S.O. δήλωνε πως “το ρίσκο της επιστροφής στην Αφρική είναι πολύ μεγάλο”. Κι όμως, από το 2009 ως σήμερα κανείς δεν απείλησε το Africa Eco Race, ούτε ποτέ αντιμετώπισαν κάποιο θέμα ασφάλειας. Στην αρχή, το 2009, τους είχαν πάρει για τρελούς, “που πάτε, θα σας φάνε όλους λάχανο”. Τίποτα τέτοιο δεν συνέβη, και η ομάδα των διοργανωτών του Africa Eco Race, οι πολύπειροι René Metge και Hubert Auriol, θεωρούν πως “Το Dakar θα σπάσει τα μούτρα του. Εμείς έχουμε την έρημο με το μέρος μας!”, κι αυτό ίσως έχει μια δόση αλήθειας, αφού το ξεκίνημά του, το 2009, αποφασίστηκε όταν το ζήτησαν οι ίδιες οι χώρες από τις οποίες περνούσε το Dakar! Αναβίωσαν το πνεύμα του Dakar, την “περιπέτεια με κεφαλαίο Π και την πλοήγηση επίσης με κεφαλαίο Π, όπως στο Dakar την δεκαετία του ‘80”.  Oι απλές διαδρομές και τα ασφάλτινα “transfer” είναι σχεδόν ανύπαρκτα, η αλληλεγγύη πανταχού παρούσα. Μερικοί από τους συμμετέχοντες στο Dakar έχουν αρχίσει να επιστρέφουν στο Africa, όπως ο Pal Anders Ullevalseter που έχει τερματίσει 9 φορές στην δεκάδα του Dakar, την μια φορά δεύτερος. Οι κατασκευαστές όμως, οι εργοστασιακές συμμετοχές, παραμένουν στην Νότιο Αμερική. “Τα πρώτα χρόνια εκεί, οι συμμετέχοντες ήθελαν να γνωρίσουν αυτά τα νέα μέρη,” λέει ο Schlesser. “Aλλά έτσι όπως έχει εξελιχθεί ο αγώνας, δεν έχει καμία σχέση με το πνεύμα του Dakar. Στο Africa δεν έχουμε ποτέ δεχτεί απειλές. Μάλλον κάποιοι έχουν δαιμονοποιήσει την Αφρική, θέλουν να μας κάνουν να πιστεύουμε πως τα ρίσκα είναι ανυπέρβλητα. Αλλά η εγκληματικότητα στην Ν. Αμερική δεν είναι χαμηλότερη απ’ ότι στην Αφρική. Και μας βοηθάνε οι χώρες, στο Μαρόκο και η Σενεγάλη έχουμε την βοήθεια του στρατού, ενώ η Μαυριτανία προστατεύει το κομβόι του αγώνα με τις ειδικές προεδρικές δυνάμεις. Θέλουν να αποδείξουν πως δεν είναι επικίνδυνο να ταξιδεύει κανείς στην χώρα τους, γιατί το Dakar με την αποχώρησή του τις έχει στιγματίσει, δίνοντάς τους μια πολύ κακή εικόνα. Τους έκανε ζημιά, και θέλουν να βγάλουν από πάνω τους την ρετσινιά”.  Όσο για τις χώρες της Αφρικής που η A.S.O. δήλωσε ως υποψήφιες, υπάρχουν θέματα. Η Ναμίμπια είναι σχεδόν όλη προστατευόμενη περιοχή, και στην Ανγκόλα τον Ιανουάριο ο καιρός δεν βοηθάει καθόλου, ενώ κι η Αλγερία, αν η A.S.O. ζητήσει χρήματα, δεν θα τα δώσει. Και το Περού όμως πέρυσι είχε βαθιά πολιτική κρίση με σκάνδαλα διαφθοράς…

Επιπλέον, στο Africa μπορούν να συμμετέχουν όλες οι μοτοσυκλέτες, ανεξαρτήτως κυβικών και κυλίνδρων, ενώ στο Dakar εδώ και πολλά χρόνια είχαν περιοριστεί στα 450cc για λόγους “ασφάλειας και οικονομίας”. Κι από κει που μπορούσε κανείς να τρέξει και με μια μοτοσυκλέτα παραγωγής με λίγες μετατροπές, αναγκαστικά θα πρέπει να αγοράσει μια εργοστασιακή rally, με αντίστοιχα υψηλό κόστος και συντήρηση. Κι όσο για την ασφάλεια, είναι γνωστό πως τα 450 πάνε πάνω από 180km/h, οπότε γιατί είναι πιο ασφαλή, την στιγμή που και με 80 να σκάσεις σε ένα βράχο, σου φτάνει…

Η μεγάλη διαφορά όμως είναι πως αυτού του είδους οι αγώνες ξεκίνησαν ως πρόκληση και εμπειρία ζωής για τους συμμετέχοντες, κι αυτή ήταν η προτεραιότητα. Με τα χρόνια όμως, οι προτεραιότητες άλλαξαν, το Dakar γιγαντώθηκε και το κέρδος των οργανωτών έγινε το πιο σημαντικό θέμα. Για να δούμε πως θα εξελιχθεί η ιστορία, ανάμεσα στο αυθεντικό πνεύμα της περιπέτειας του Dakar και του Dakar ως άπληστη πολυεθνική.

 

editorial 520 - χωματερές ψυχές

Από το

Μαύρο Σκύλο

28/2/2013

Η είδηση έσκασε σαν βόμβα: Η ΚΤΜ αγόρασε την Husqvarna από την ΒΜW. Αλλά ήταν λάθος. Το σωστό είναι πως ο Stefan Pierer, CEO της ΚΤΜ, αγόρασε την Husqvarna μέσω μιας δικής του εταιρίας, της Pierer Industrie AG. H αγορά μένει να επικυρωθεί από την Αυστριακή Επιτροπή Ανταγωνισμού, αν και δεν βλέπω να υπάρξει κάποιο πρόβλημα από κει. Τα προηγούμενα χρόνια, στόχος του Pierer και της ΚΤΜ ήταν σαφώς η BMW, και το πέτυχε: Το 2012 οι πωλήσεις της ΚΤΜ ήταν μεγαλύτερες από της ΒΜW. Οι Γερμανοί είχαν αγοράσει την Husqvarna για να χτυπήσουν την ΚΤΜ και με τα ίδια της τα όπλα, τις χωματερές μοτοσυκλέτες. Ξόδεψαν πολλά χρήματα και τεχνογνωσία, εξελίσσοντας μοτοσυκλέτες enduro, δρόμου και on-off με κινητήρες που ήδη είχαν, βελτιώνοντας την σειρά ΜΧ & enduro X-Lite και εκσυγχρονίζοντας το εργοστάσιο της Husqvarna στο Varese. Αυτό που δεν μπόρεσαν να καταλάβουν αρχικά, είναι πως το κοινό της Husqvarna είναι εντελώς διαφορετικό από της BMW, και πως δεν θα ήταν αρκετό να τα βάλουν δίπλα-δίπλα στις εκθέσεις. Κάπως έτσι, η BMW έδωσε προτεραιότητα σε Husqvarna δρόμου, αντί να ολοκληρώσει την χωματερή γκάμα της Husqvarna με τα ψεκαστά δίχρονα που ήδη ήταν σε εξέλιξη, κι έτσι έφτιαξε μια εταιρία που εν μέρει την ανταγωνιζόταν μέσα στο ίδιο της το σπίτι. Μπέρδεμα, μέχρι που ο Αυστριακός εχθρός αγόρασε τον αντίπαλο.

Η πρώτη σκέψη ενός ρομαντικού σαν κι εμένα, μόλις έμαθα πως την αγόρασε με την προσωπική του εταιρία, ήταν πως να, θα πουλήσει στην Ινδική Bajaj το πάνω από 50% της ΚΤΜ που έχει, και θα κάνει την Husqvarna άξιο αντίπαλο της ΚΤΜ! Την δουλειά την ξέρει, και οι Ινδοί έχουν ήδη το 47,5% της ΚΤΜ. Ο Pierer όμως μπορεί να αγαπάει τις μοτοσυκλέτες, αλλά δεν είναι ρομαντικός, είναι businessman. Mέχρι τώρα έχει δώσει δύο συνεντεύξεις, τη μία σε Ολλανδικό site και την άλλη σε Ινδικό τηλεοπτικό κανάλι. Οι δηλώσεις του έχουν ενδιαφέρον: "Με την ΚΤΜ να είναι ήδη παγκόσμιος ηγέτης στο enduro και το ΜΧ, η περαιτέρω ανάπτυξη είναι δύσκολη. Γι' αυτό, όπως ήδη έχουν κάνει πολλές αυτοκινητοβιομηχανίες, χρειαζόμαστε περισσότερες μάρκες κάτω από την ίδια στέγη, που θα συνεργάζονται στην εξέλιξη, στις αγορές εξαρτημάτων, σε κοινούς κινητήρες και πλαίσια. Η Husqvarna πρέπει να επιστρέψει στις ρίζες της, είχε ξεφύγει πολύ. Έχουμε και την Husaberg, αλλά πιστεύω πως η Husqvarna έχει την δική της θέση στο χώρο, και με αυτή θέλουμε να ανταγωνιστούμε την Yamaha, την Suzuki και την Kawasaki. Έχει μια υπέροχη ιστορία, αλλά εντελώς λάθος γκάμα μοντέλων και πορεία. Θα επιστρέψει σύντομα εκεί που κυριαρχούσε, στο motocross και το supermoto, ενώ μέσα στη χρονιά θα φτιάξουμε την κατάλληλη μοτοσυκλέτα, με τις προδιαγραφές και τον χαρακτήρα που της ταιριάζει. ΚΤΜ και Husqvarna θα έχουν ξεχωριστή εικόνα, μοντέλα και δίκτυα πωλήσεων. Δεν ξέρω ακόμα αν η παραγωγή θα μείνει στο Varese ή θα μεταφερθεί στο Mattighofen. Aγόρασα την Husqvarna με την προσωπική μου εταιρία, αλλά αυτό στο μέλλον μπορεί να αλλάξει, και να συμπεριλάβει την Bajaj. Η τιμή ήταν λογική και για μένα και για την BMW, κι ήταν αυτονόητο να απευθυνθούν σε μας, από την στιγμή που ήθελαν να αφήσουν τον τομέα του off-road."

Τις αμέσως επόμενες μέρες, ο Pierer ανακοίνωσε σε Ινδικό κανάλι τα σχέδιά του για την Husqvarna, σε σχέση με την Bajaj: "Σε δύο χρόνια τα πρώτα Husqvarna θα βγουν από τις γραμμές παραγωγής της Bajaj στο Chakan, αρχικά με βάση την κοινή πλατφόρμα κινητήρων-πλαισίων στα 125 και 200 κυβικά, για την Ινδική αγορά και τις αναπτυσσόμενες χώρες." Προφανώς αυτό αφορά κλώνους των Duke 125 και 200, πιθανώς αργότερα και του Duke 390 που θα αρχίσει σύντομα να πωλείται. Όταν όμως τα πρώτα σχέδια που ανακοινώνεις αφορούν μοτοσυκλέτες δρόμου, πως λες "επιστροφή στις ρίζες" και "λάθος γκάμα"; Ίσως η επιστροφή να είναι σε μακρινές ρίζες, αφού οι μοτοσυκλέτες Husqvarna ξεκίνησαν να παράγονται το 1903, από μια εταιρία που υπήρχε με το ίδιο όνομα από τον 18ο αιώνα, και φέτος γιορτάζουν τα 110 τους χρόνια. Στην πορεία της είχε και δικύλινδρες αγωνιστικές μοτοσυκλέτες δρόμου, αλλά εμείς έχουμε περισσότερο στο μυαλό μας την ιστορική χωματερή της εποχή που ξεκίνησε την δεκαετία του '60. Και γιατί "ΜΧ και supermoto", τη στιγμή που η Husqvarna έχει περισσότερους παγκόσμιους τίτλους enduro παρά ΜΧ; Ίσως γιατί η Husaberg, επίσης πρώην Σουηδική και ιδιοκτησίας ΚΤΜ, έχει μόνο γκάμα enduro. Το παράδειγμα της Husaberg ίσως είναι ενδεικτικό: Αγοράστηκε από την ΚΤΜ, αλλά σύντομα μεταφέρθηκε στην Αυστρία και ξεκίνησε ένα δικό της project με τον αντεστραμμένο κινητήρα των 70 μοιρών και πολλά κοινά εξαρτήματα με τα KTM. Είχε όμως την δική της άποψη και ξεχωριστή ταυτότητα, δικό της κινητήρα, δικό της πλαίσιο. Η διαφορετικότητα αυτή εγκαταλείφθηκε όμως εντελώς στα μοντέλα του 2013, που όπως έγινε και με την προσθήκη των δίχρονων της γκάμας τους, είναι τόσο διαφορετικά από τα ΚΤΜ όσο τους επιτρέπουν τα δικά τους πλαστικά και χρώματα, μαζί με κάποια στοιχεία εξοπλισμού και ρυθμίσεις στις αναρτήσεις.

Κάπου εκεί, άρχισε να προβάλλει το worst case scenario: Θες μια χωματερή μοτοσυκλέτα. Πηγαίνεις στον έμπορο, και βλέπεις στο μαγαζί μοτοσυκλέτες γυμνές, χωρίς πλαστικά και ρεζερβουάρ. Έρχεται ο πωλητής : "Πως θα επιθυμούσε την μοτοσυκλέτα του ο κύριος; Σε πορτοκαλί, μπλε-κίτρινο, ή άσπρο-κόκκινο; Να δούμε και την λίστα του εξοπλισμού;". Το φανταστικό χειρότερο σενάριο δεν απέχει πολύ από αυτό που γίνεται ήδη σε κάποιες από τις μάρκες του VW Group, εταιρίας που ο Pierer έχει δηλώσει πως θαυμάζει πολύ. Audi, Volkswagen και Seat χρησιμοποιούν κοινά πλαίσια, κινητήρες και εξαρτήματα, σε τέτοιο βαθμό που και όσοι τα δοκιμάζουν απορούν με την διαφοροποίηση της τιμής τους. Παρακολούθησα πρόσφατα μια εκπομπή της Deutsche Welle, όπου ο δοκιμαστής ενός νέου Skoda Octavia προσπαθούσε να καταλάβει γιατί είναι 1.300 ευρώ φθηνότερο (στην Γερμανία) από ένα Golf με ίδιο κινητήρα και εξοπλισμό. Έψαξε τα πάντα, από τα διάκενα του αμαξώματος μέχρι τα υλικά του εσωτερικού, τον κινητήρα, τις επιδόσεις, τα πάντα, και η μόνη διαφορά που βρήκε ήταν λιγότερη ηχομόνωση, που δεν δικαιολογούσε την διαφορά τιμής. Φτάνουμε έτσι στο περίφημο "positioning" της κάθε μάρκας, την προσλαμβάνουσα εικόνα της στην αγορά, που μαζί με το όνομα και τα λογότυπα "διαφοροποιεί" τις επιμέρους μάρκες. Ο Pierer δεν έχει κάνει σαφές ποια θα είναι η Audi, ποια η VW και ποια η Skoda της ΚΤΜ.

Η αποτυχία της συνεργασίας Suzuki – Kawasaki, που ήθελαν να πουλάνε τις ίδιες μοτοσυκλέτες με άλλα χρώματα και λογότυπα, είναι ένα κακό προηγούμενο, που δείχνει όμως πως οι μοτοσυκλετιστές δεν είναι αδαείς, και που απέδειξε πως το να έχουν οι έμποροι "περισσότερα μοντέλα να πουλάνε" δεν εγγυάται καμία επιτυχία. Είχαμε ακούσει βέβαια τότε έναν κάτοχο Kawasaki KLV 1000 να επιμένει πως το μηχανάκι του είναι πιο γρήγορο από V-Strom 1000. Ίσως ήταν το πορτοκαλί του χρώμα που του έδινε παραπάνω χιλιόμετρα. Στην Ιταλία η πρακτική "αλλαγής αυτοκόλλητων" είχε εφαρμοστεί παλιότερα και μεταξύ Moto Guzzi και Benelli, αλλά και στην ίδια την Husqvarna όταν την είχαν αποκτήσει οι Castiglioni και την μετέφεραν στην Ιταλία, όταν βάφτισαν Husqvarna τα δίχρονα Cagiva, εγκαταλείποντας τους κινητήρες και τα πλαίσια των Σουηδών. Επί της ουσίας όμως μια χαρά μοτοσυκλέτες ήταν, και είναι ακόμα μαζί μας ως WR250/300, με φανατικούς οπαδούς. Πωλούνταν και παράλληλα για ένα διάστημα, ως Husqvarna τα enduro και ως Cagiva τα ΜΧ. Άλλο παράδειγμα εταιριών που να μοιράζονταν κινητήρες και πλαίσια δεν έχουμε, αν δεν θέλουμε να πάμε πίσω στην υπό κατάρρευση Βρετανική βιομηχανία μοτοσυκλετών, και να θυμηθούμε πανομοιότυπα Triumph – ΒSA και AJS – Matchless.

To πώς θα διαχειριστεί ο Pierer το νέο του απόκτημα μένει να αποδειχθεί. Και σίγουρα, όπως και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν πως η Husqvarna είναι Σουηδική ενώ αυτό έχει αλλάξει από το 1987, έτσι και σε είκοσι χρόνια οι σημερινοί πιτσιρικάδες θα νομίζουν πως ήταν πάντα Αυστριακή. Η χώρα προέλευσης είχε μεγάλη σημασία, γιατί ήταν αυτονόητο πως μεταφερόταν στις μοτοσυκλέτες που κατασκευάζονταν εκεί η νοοτροπία, οι ιδιοσυγκρασίες, η ψυχοσύνθεση και η τεχνολογικές δεξιότητες των ανθρώπων που τις εξέλισσαν και τις κατασκεύαζαν. Έτσι τις φαντάζονταν, έτσι τις ήθελαν, έτσι τις έφτιαχναν. Άλλο οι Ισπανοί, άλλο οι Άγγλοι, άλλο οι Γάλλοι, άλλο οι Ιταλοί, άλλο οι Γερμανοί, άλλο οι Αμερικάνοι κι άλλο οι Ιάπωνες. Ξεχώριζαν η μια από την άλλη με την πρώτη ματιά, με την πρώτη βόλτα. Τώρα όλα αυτά έχουν θολώσει, και γυρισμός δεν υπάρχει. Οι δε εταιρίες, πηγαίνουν την παραγωγή τους εκεί που περιμένουν να πουλήσουν, κι εκεί που θα φτιάξουν τις μοτοσυκλέτες τους φθηνότερα. Αυτές τις κινήσεις τις καθορίζει προς το παρόν η νοτιοανατολική Ασία. Ήδη οι μεγαλύτεροι κατασκευαστές αυτοκινήτων έχουν εργοστάσια εκεί, ήδη οι μεγαλύτεροι ευρωπαίοι κατασκευαστές μοτοσυκλετών έχουν ή θα αποκτήσουν. Κι εντάξει, ας πούμε πως δεν μας απασχολεί το πού φτιάχνονται, αφού αν είναι σωστά φτιαγμένα και ταυτόχρονα φθηνότερα, μας συμφέρει.

Η ΚΤΜ, που έχει φτιάξει καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη εταιρία το συνδυασμό μοτοσυκλέτα - αξεσουάρ - αγώνες - πάντα κοντά στον αναβάτη, έχοντας καταλάβει πως το after sales είναι ό,τι πιο σημαντικό, φιλοδοξεί να κυριαρχήσει παγκόσμια στο χωματερό χώρο, και θεωρώντας πως έχει αφήσει πίσω της τους Ευρωπαίους, να ξεπεράσει και τους τρεις Ιάπωνες μαζί (αίνιγμα των δηλώσεων του Pierer η απουσία αναφοράς στην Honda). Ο κίνδυνος, για όσους υποστηρίζουν την... βιοποικιλότητα στην μοτοσυκλέτα, είναι να ασχολείται μία ομάδα εξέλιξης και με τις τρεις εταιρίες, κάνοντας και τα Husqvarna τόσο όμοια με τα ΚΤΜ και Husaberg όσο είναι κι αυτά μεταξύ τους. Κι εδώ οικονομία κλίμακας, με το μεγάλο μέρος του R&D της ΚΤΜ ελεύθερο να ασχολείται με μοτοσυκλέτες για τις "αναπτυσσόμενες χώρες", για εκεί δηλαδή που είναι και το ζουμί, αν μιλάμε για business κι όχι για ρομαντικές ιδέες. Μόνο στην Ινδία, μόνο τον Ιανουάριο του 2013, πουλήθηκαν πάνω από ένα εκατομμύριο τριακόσιες χιλιάδες μοτοσυκλέτες.

Εν τω μεταξύ, οι αθεράπευτα ρομαντικοί ας αναλογιστούν πως η Σουηδική ψυχή της Husqvarna χάθηκε το 1987, με τα τελευταία ίχνη Σουηδικού DNA να ανιχνεύονται στα 630, χωρίς αυτό να επηρεάσει αρνητικά τα σημερινά της μηχανάκια, που παραμένουν και ακλόνητα και πολεμικά και ευέλικτα. Μένει να δούμε τι ψυχή θα τους εμφυσήσουν οι Aυστριακοί, κι αν θα συνεχίσουν την παράδοση του Σουηδικού ατσαλιού, όπως άξια έκαναν οι Ιταλοί και συνέχισαν οι Γερμανοί. Γιατί δεν είναι πια θέμα εθνικότητας, αλλά άποψης για τις μοτοσυκλέτες, και η ΚΤΜ έχει τώρα την ευκαιρία να ενισχυθεί, αν κάτσει να κατανοήσει γιατί τα Husqvarna είναι Husqvarna.