Editorial 583 - Επιστροφή στο Dakar

x
Από το

motomag

1/6/2018

Ο Thierry Sabine ήταν ήδη χαμένος δυό μέρες κάπου στην έρημο Tenere, και πιπίλιζε βοτσαλάκια για να βγάλει λίγο σάλιο… Ευτυχώς, οι οργανωτές του αγώνα Abidjan – Nice, στον οποίο συμμετείχε με μοτοσυκλέτα το 1977, τον βρήκαν, χάρη σε ένα σταυρό από πέτρες που είχε φτιάξει στο έδαφος. Αυτή η εμπειρία του, το να βρεθεί τόσο κοντά στον θάνατο, τον έκανε να πει “ενδιαφέρον είχε, ας οργανώσω κι εγώ έναν αγώνα 10.000 χιλιομέτρων από το Παρίσι στο Ντακάρ, για να γουστάρουν κι άλλοι…”. Κάπως έτσι, το 1979 ξεκίνησε το Paris-Dakar, “μια πραγματική περιπέτεια για ερασιτέχνες”, “μια πρόκληση για όσους συμμετέχουν, ένα όνειρο γι’ αυτούς που μένουν πίσω”, σύμφωνα με τα δικά του λόγια, αυτού του χαρισματικού “μεγαλομανούς της άμμου”, όπως τον χαρακτήρισε αργότερα ο Γαλλικός τύπος. Για τριάντα χρόνια, το Paris-Dakar γινόταν στην Αφρική, κόντρα στις προβλέψεις όσων νόμιζαν πως μετά τον θάνατό του το 1986, το Dakar θα έσβηνε. Δεν έσβησε, αλλά μετακόμισε στη Νότια Αμερική όταν ακυρώθηκε το 2008 λόγω “απειλών από την Al Qaeda” , χωρίς να αλλάξει όνομα. Είχε πια αλλάξει εντελώς σε σχέση με το όραμα του Thierry Sabine, με τους ερασιτέχνες να ξεπερνούν τα όριά τους. Από τα ταπεινά on-off, XT500 και XL-S και street Guzzi και ΒMW, οι κορυφαίες συμμετοχές ήταν πια εργοστασιακά πρωτότυπα, που βοήθησαν όσο τίποτα άλλο να εδραιωθεί η κατηγορία των μοτοσυκλετών “περιπέτειας παντός δρόμου”. Το Dakar είχε εξελιχθεί σε πολύ μεγάλη υπόθεση, με τεράστια επιρροή και γόητρο. Και πολύ χρήμα. Κι οι καημένες οι χώρες της Αφρικής απ’ όπου πέρναγε, πολύ φτωχές… Η προτεραιότητα είχε περάσει από την περιπέτεια στο “να ανοίξουν νέες αγορές”, ένας εύσχημος τρόπος για να πει κανείς “εδώ δεν έχουν τίποτα να τους πάρουμε, πάμε εκεί που θα μας δώσουν”. Για μια δεκαετία φαίνεται πως κάτι είχαν να δώσουν οι χώρες των δυτικών ακτών της Ν. Αμερικής, αλλά κι εκεί περνάνε δύσκολα και δεν έχουν να δώσουν “αέρα” για να διαφημιστεί η χώρα τους μέσω του Dakar. Έτσι, το 41ο Dakar θα γίνει εξ ολοκλήρου στο Peru, για δέκα μέρες, κάτι που θα μειώσει τα κοστολόγια για όλους, αλλά κυρίως για τους οργανωτές. Ήταν μια αναγκαστική κίνηση, από την στιγμή που η Χιλή και η Βολιβία δήλωσαν πως δεν μπορούν να καταβάλλουν τα ποσά που ζητούν οι οργανωτές (όσο γινόταν στην Αφρική, υπήρχε συνεργασία με τις χώρες που περνούσε, βοηθούσαν, αλλά δεν έδιναν “αέρα”, καθώς υπήρχαν σημαντικά έσοδα από χορηγίες, που μειώθηκαν μετά το 2000). Όμως, το αφεντικό της Amaury Sport Organization που οργανώνει το Dakar, o Etienne Lavigne, δήλωσε και πως θα μελετήσουν την επιστροφή του στην Αφρική, καθώς έχουν επαφές με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα στην Αλγερία, την Ναμίμπια και την Ανγκόλα. Τους πιέζει και κάτι ακόμα: Οι συμμετοχές αναμένεται να μειωθούν κι άλλο το 2019, η Peugeot αποχώρησε, τα κοστολόγια της συμμετοχής είναι τεράστια.

Το κενό που άφησε το Dakar όταν έφυγε από την Αφρική, αναπληρώθηκε πολύ γρήγορα από το Africa Eco Race, οργανωμένο από τον δύο φορές νικητή του Dakar, Jean-Louis Schlesser. Γίνεται από το 2009, περνάει από το Μαρόκο, την Μαυριτανία  και την Σενεγάλη, τερματίζοντας στην λίμνη Lac Rose του Dakar. Είναι πολύ πιο κοντά στο πνεύμα των πρώτων Dakar, με κατασκηνώσεις στο πουθενά κι όχι σε μεγάλες πόλεις ή αεροδρόμια. Mόλις πέρυσι, ο Etienne Lavigne της A.S.O. δήλωνε πως “το ρίσκο της επιστροφής στην Αφρική είναι πολύ μεγάλο”. Κι όμως, από το 2009 ως σήμερα κανείς δεν απείλησε το Africa Eco Race, ούτε ποτέ αντιμετώπισαν κάποιο θέμα ασφάλειας. Στην αρχή, το 2009, τους είχαν πάρει για τρελούς, “που πάτε, θα σας φάνε όλους λάχανο”. Τίποτα τέτοιο δεν συνέβη, και η ομάδα των διοργανωτών του Africa Eco Race, οι πολύπειροι René Metge και Hubert Auriol, θεωρούν πως “Το Dakar θα σπάσει τα μούτρα του. Εμείς έχουμε την έρημο με το μέρος μας!”, κι αυτό ίσως έχει μια δόση αλήθειας, αφού το ξεκίνημά του, το 2009, αποφασίστηκε όταν το ζήτησαν οι ίδιες οι χώρες από τις οποίες περνούσε το Dakar! Αναβίωσαν το πνεύμα του Dakar, την “περιπέτεια με κεφαλαίο Π και την πλοήγηση επίσης με κεφαλαίο Π, όπως στο Dakar την δεκαετία του ‘80”.  Oι απλές διαδρομές και τα ασφάλτινα “transfer” είναι σχεδόν ανύπαρκτα, η αλληλεγγύη πανταχού παρούσα. Μερικοί από τους συμμετέχοντες στο Dakar έχουν αρχίσει να επιστρέφουν στο Africa, όπως ο Pal Anders Ullevalseter που έχει τερματίσει 9 φορές στην δεκάδα του Dakar, την μια φορά δεύτερος. Οι κατασκευαστές όμως, οι εργοστασιακές συμμετοχές, παραμένουν στην Νότιο Αμερική. “Τα πρώτα χρόνια εκεί, οι συμμετέχοντες ήθελαν να γνωρίσουν αυτά τα νέα μέρη,” λέει ο Schlesser. “Aλλά έτσι όπως έχει εξελιχθεί ο αγώνας, δεν έχει καμία σχέση με το πνεύμα του Dakar. Στο Africa δεν έχουμε ποτέ δεχτεί απειλές. Μάλλον κάποιοι έχουν δαιμονοποιήσει την Αφρική, θέλουν να μας κάνουν να πιστεύουμε πως τα ρίσκα είναι ανυπέρβλητα. Αλλά η εγκληματικότητα στην Ν. Αμερική δεν είναι χαμηλότερη απ’ ότι στην Αφρική. Και μας βοηθάνε οι χώρες, στο Μαρόκο και η Σενεγάλη έχουμε την βοήθεια του στρατού, ενώ η Μαυριτανία προστατεύει το κομβόι του αγώνα με τις ειδικές προεδρικές δυνάμεις. Θέλουν να αποδείξουν πως δεν είναι επικίνδυνο να ταξιδεύει κανείς στην χώρα τους, γιατί το Dakar με την αποχώρησή του τις έχει στιγματίσει, δίνοντάς τους μια πολύ κακή εικόνα. Τους έκανε ζημιά, και θέλουν να βγάλουν από πάνω τους την ρετσινιά”.  Όσο για τις χώρες της Αφρικής που η A.S.O. δήλωσε ως υποψήφιες, υπάρχουν θέματα. Η Ναμίμπια είναι σχεδόν όλη προστατευόμενη περιοχή, και στην Ανγκόλα τον Ιανουάριο ο καιρός δεν βοηθάει καθόλου, ενώ κι η Αλγερία, αν η A.S.O. ζητήσει χρήματα, δεν θα τα δώσει. Και το Περού όμως πέρυσι είχε βαθιά πολιτική κρίση με σκάνδαλα διαφθοράς…

Επιπλέον, στο Africa μπορούν να συμμετέχουν όλες οι μοτοσυκλέτες, ανεξαρτήτως κυβικών και κυλίνδρων, ενώ στο Dakar εδώ και πολλά χρόνια είχαν περιοριστεί στα 450cc για λόγους “ασφάλειας και οικονομίας”. Κι από κει που μπορούσε κανείς να τρέξει και με μια μοτοσυκλέτα παραγωγής με λίγες μετατροπές, αναγκαστικά θα πρέπει να αγοράσει μια εργοστασιακή rally, με αντίστοιχα υψηλό κόστος και συντήρηση. Κι όσο για την ασφάλεια, είναι γνωστό πως τα 450 πάνε πάνω από 180km/h, οπότε γιατί είναι πιο ασφαλή, την στιγμή που και με 80 να σκάσεις σε ένα βράχο, σου φτάνει…

Η μεγάλη διαφορά όμως είναι πως αυτού του είδους οι αγώνες ξεκίνησαν ως πρόκληση και εμπειρία ζωής για τους συμμετέχοντες, κι αυτή ήταν η προτεραιότητα. Με τα χρόνια όμως, οι προτεραιότητες άλλαξαν, το Dakar γιγαντώθηκε και το κέρδος των οργανωτών έγινε το πιο σημαντικό θέμα. Για να δούμε πως θα εξελιχθεί η ιστορία, ανάμεσα στο αυθεντικό πνεύμα της περιπέτειας του Dakar και του Dakar ως άπληστη πολυεθνική.

 

editorial 524 - Club 100

Από το

Μαύρο Σκύλο

3/7/2013

Δεν μπορώ να φανταστώ πως στα κολασμένα στροφιλίκια του Montenegro μια street θα μπορούσε να πάει το ίδιο γρήγορα και το ίδιο απολαυστικά με τις on-off του MEGA TEST. Στο editorial του προηγούμενου τεύχους έγραφα πως οι on-off είναι πια οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, με τις υπόλοιπες κατηγορίες να είναι οι... εξειδικευμένες, όπως οι street. To ταξίδι μας στο Montenegro επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς μου. Στην πραγματική ζωή, η οδήγηση σε κάθε είδους δρόμο είναι απόλαυση με αυτές τις μοτοσυκλέτες που πρώτοι εμείς στο ΜΟΤΟ αποκαλέσαμε παντός δρόμου. Χωρίς αυτή η απόλαυση να σταματά εκεί που τελειώνει η άσφαλτος. Μερικοί μπορούν να θεωρήσουν από παράδοξη έως υπερβολική την χρήση μιας μοτοσυκλέτας με 1200 κυβικά και πάνω από 100 ίππους στο χώμα, αλλά δεν είναι. Το μόνο εμπόδιο είναι για τους περισσότερους το ποσό που απαιτείται για την αγορά της, και οι οδηγικές ικανότητες που θα πρέπει να διαθέτουν για να την πάνε όπως μπορεί να πάει. Στην πραγματικότητα, οι καλύτερες σημερινές παντός δρόμου είναι πιο ικανές στα χώματα από άλλες μικρότερες δικύλινδρες ή μονοκύλινδρες, ακόμα κι από κάποιες που έχουν τα μισά τους κυβικά και άλογα.

Αλλά τα χώματα είναι μόνο ένα μέρος των ταλέντων τους. Όπως φάνηκε στα πολλά βρεγμένα χιλιόμετρα που κάναμε, αν είσαι εξοπλισμένος με αδιάβροχα, μπότες και γάντια που δεν μπάζουν νερό, μπορείς να τις ευχαριστηθείς ακόμα κι εκεί, ευχαριστώντας την εξέλιξη των RAIN mode, των ABS και των traction control. [Παρένθεση περί αδιάβροχων: Αξιόπιστα αδιάβροχες μπότες βρίσκεις πια, με τα αδιάβροχα πάνω κάτω και τα γάντια τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Έχουμε δει φτηνά που δεν μπάζουν, στην αρχή τουλάχιστον, και ακριβά που είναι σφουγγάρια. Ίσως πρέπει να φτιάξουμε μια λίστα με τα αποδεδειγμένα αδιάβροχα αδιάβροχα.]

Κάπου εκεί μου καρφώθηκε και μια άλλη ερώτηση στο μυαλό, από αυτές που μου έρχονται κατά καιρούς για να βασανίζομαι εγώ και να βασανίζω και τους γύρω μου: Μπορεί μια μοτοσυκλέτα να είναι καλή αν δεν την ευχαριστιέσαι και κάτω από τα 100 km/h; Μπορείς να απολαμβάνεις οδήγηση με μέγιστη ταχύτητα τα 100; Μήπως στις σημερινές οικονομικές και κυκλοφοριακές συνθήκες τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες είναι οι πιο χαβαλεδιάρικες ό,τι διαδρομή κι αν κάνεις; Σκέφτηκα τον Λύκο που μόλις τελείωσε την ανακατασκευή ενός XL185, που το 99% των χιλιομέτρων που θα κάνει θα είναι έως 100. Είμαι σίγουρος πως θα είναι ξετρελαμένος χωρίς ποσώς να τον απασχολεί που αυτό το μηχανάκι του δεν θα βλέπει πολύ πάνω από 100 συχνά, και που θα πάει 120 αν ο άνεμος είναι ούριος, ο δρόμος έντονα κατηφορικός και οι πλανήτες ευθυγραμμισμένοι καταλλήλως, με τις βαλβιδούλες του να χοροπηδάνε στην κεφαλή λίγο πριν πεταχτούν έξω και το πλαίσιο ένα τσικ πριν κοπεί, συνήθως στην αριστερή μεριά, κοντά στον άξονα του ψαλιδιού.

Το σκεφτόμουν επίσης οδηγώντας την τελευταία βδομάδα το Honda ΜSX125, με το τετρατάχυτο συμπλεκτάτο ψεκαστό παπίσιο μοτεράκι του και τα δωδεκάρια λαστιχάκια του. Σε κάθε φανάρι κάποιος θα μου μιλήσει, ρωτώντας γι' αυτό, όπου σταματήσω όλοι το χαζεύουν, προφανώς γιατί το θεωρούν χαριτωμένο, γιατί κάτι τους λέει χωρίς ίσως να ξέρουν ακριβώς γιατί. Κι αυτό πάει 100 στην ευθεία, παραπάνω στον κατήφορο. Μέχρι τα 100 όμως, τα έχεις κάνει όλα κι έχεις περάσει πολύ καλά, ακόμα και στην πιο συνηθισμένη, βαρετή συνήθως διαδρομή. Γιατί μου ανάβουν φωτιές τώρα; Αν είχα ένα δεκάρικο για κάθε έναν που με ρώτησε, θα είχα μαζέψει τα λεφτά για να το αγοράσω, ή μήπως να τα μαζέψω για να πάρω δεκατριάρι Husqvarna, με τις τιμές που έχουν; Θέλει κανείς το εντεκάρι μου;

Ποιό είναι το μυστικό του Club 100; Κοίτα να δεις, ρωτάω ποιό είναι το μυστικό χωρίς να έχω εξηγήσει τι είναι το Club 100. Για να συνεννοούμαστε, προτείνω να λέμε πως ανήκουν στο Club 100 όλοι εκείνοι οι αναβάτες και όλες οι μοτοσυκλέτες που την κύρια απόλαυση από την οδήγησή τους την βρίσκουν πριν τα 100. Δεν υπάρχει περιορισμός κυβικών, ας είναι και Goldwing 1800, αρκεί να σου δίνει χαρά όταν την οδηγείς και κάτω από 100. Εκεί μέσα στο Club 100 μπαίνουν από μοτοποδήλατα μέχρι MX, trial και enduro, αν και οι superbikes και τα supersport όχι, καθώς δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως τα απολαμβάνει κυρίως πριν... φτάσει η πρώτη στον κόφτη. Στο Club 100 έτσι ανήκουν και τα classics, που κι αυτά τα απολαμβάνουμε με ταχύτητες καθημερινά εφικτές, κοινό χαρακτηριστικό των Club 100 μοτοσυκλετών. Όπως είπαμε και για τα χωματερά, που τα πάντα στον κόσμο τους συμβαίνουν κυρίως κάτω από τα 100, χωρίς αυτό να αφαιρεί ούτε στο ελάχιστο την γοητεία τους.

Το μυστικό λοιπόν του Club 100 είναι πως μπορείς να οδηγείς πραγματικά στο όριο, χωρίς να χρειάζεσαι ούτε πίστα, ούτε συγκεκριμένο είδος δρόμου, τίποτα το ειδικό. Κι όταν λέμε στο όριο, είναι από κάθε άποψη, στο όριο των δυνατοτήτων του αναβάτη ή της μοτοσυκλέτας: Στην ουσία, οι συγκινήσεις από την επαφή με αυτό το όριο δεν διαφέρουν από αυτές που ζει ο Rossi οδηγώντας στα MotoGP. Ακόμα κι ο ίδιος όμως ο Valentino, για να διασκεδάσει και να προπονηθεί και να ευχαριστηθεί οδήγηση όταν δεν καβαλάει την Μ1 του, κάνει γύρους σε πίστα dirt track με το Ouroboros που φτιάχνει ο πατέρας του ή παίζει με χωματερά μηχανάκια ή κοντράρεται με τους φίλους του πάνω σε φτιαγμένα τρίκυκλα Ape, άρα εκτός MotoGP, είναι κι εκείνος μέλος του Club 100, ακόμα κι αν δεν το ξέρει. Κάπως έτσι, διαπιστώνουμε πως στην κυριολεξία τους οι συγκινήσεις δεν εξαρτώνται από την απόλυτη ταχύτητα, παρά μόνο από την σχετική. Για να συγκινηθείς απαιτείται κίνηση, ελληνικά μιλάμε, ας καταλαβαίνουμε και τι σημαίνουν οι λέξεις. Γι' αυτό και υποστηρίζω πως για να ευχαριστηθείς την μοτοσυκλέτα, δεν απαιτείται ούτε η πιο γρήγορη, ούτε η πιο ακριβή, ούτε η πιο εξοπλισμένη, ούτε η πιο καινούργια. Το μόνο που χρειάζεται είναι να λειτουργεί, να την καβαλήσεις και να φύγεις.

Ίσως μερικούς να τους ξενίζει η ιδέα πως μπορεί να οδηγείς στο όριο ενώ πηγαίνεις σιγά. Κι εδώ μπαίνει η έννοια της απόλυτης και της σχετικής ταχύτητας. Όταν παλιότερα πηγαίναμε το ZX-12R τελικιασμένο στα 312, τότε βιώναμε την απόλυτη ταχύτητα μοτοσυκλέτας παραγωγής. Όταν σήμερα περνάμε ένα κακοτράχαλο μονοπάτι με 40, πάμε αργά; Σε απόλυτα νούμερα ναι, σε σχετική ταχύτητα όχι, αν είναι πολύ δύσκολο να περάσει κάποιος από το ίδιο μονοπάτι με 42. Άρα, μπορείς να οδηγείς οριακά με 40, ενώ αν ταξιδεύεις στον ανοιχτό δρόμο με 160 κινδυνεύεις να σε πάρει ο ύπνος.

Αν και δεν δεχόμαστε νταλίκες στο Club 100, απατάσθε αν πιστέψετε πως είναι αργές ή δεν οδηγούνται οριακά, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούμε εύκολα. Μια φορτωμένη νταλίκα που κινείται σταθερά με 100, μπορεί να βγάλει καλύτερη μέση ωριαία από μια παρέα γρήγορων που θα πηγαίνουν τέζα αλλά θα σταματάνε κάθε 50-60 χιλιόμετρα για ανεφοδιασμό, τσιγάρο και κουβεντούλα. Πόσες φορές δεν σας έχει τύχει να βλέπετε την νταλίκα που είχατε περάσει ώρα πριν, να σας προσπερνά όταν σταματήσετε στο βενζινάδικο; Βγάζει καλύτερη μέση ωριαία, τι να κάνουμε, κι όσο για την οριακή οδήγηση της νταλίκας, δεν την αντιλαμβανόμαστε όσο κινείται με σταθερή ταχύτητα, μόλις όμως συμβεί κάτι και πρέπει να φρενάρει ή να αλλάξει πορεία απότομα και αναλάβει πια η μάζα και η αδράνειά της τον λόγο, γίνεται χαμός.

Αν δεν απολαμβάνεις την οδήγηση πηγαίνοντας και χαλαρά, δεν είναι καλή η μοτοσυκλέτα. Σωστό ή λάθος; Ας το σκεφτούμε λίγο. Μου φαίνεται πως μια μοτοσυκλέτα που την απολαμβάνεις μόνο πηγαίνοντας γρήγορα, είναι χειρότερη από μια που την βρίσκεις μαζί της και στο χαλαρό και στο γρήγορο. Στην δεύτερη περίπτωση, χρειάζεται πολύ πιο ποιοτικές αναρτήσεις που να μπορούν να ανταποκριθούν το ίδιο καλά και σε χαμηλές και σε υψηλές ταχύτητες, κι αυτό είναι πιο δύσκολο και πιο ακριβό για να το πετύχει ένας κατασκευαστής μοτοσυκλετών. Απαιτείται επίσης πολύ μεγαλύτερη αρχική επένδυση στην σχεδίασή της, τόσο σε γνώση όσο και χρήμα, από το στάδιο της σχεδίασης ως τις δοκιμές εξέλιξης. Ζητήματα όπως η συγκέντρωση της μάζας κοντά στο κέντρο βάρους έχουν προκύψει και εξελιχθεί από αυτή ακριβώς την ανάγκη, της ομοιογενούς και προβλέψιμης συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας σε όλες τις συνθήκες. Πολλοί μπερδεύουν την έννοια "ευκολοδήγητο" πιστεύοντας πως λίγο πολύ σημαίνει "μειωμένων δυνατοτήτων". Το αντίθετο συμβαίνει. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αγαπημένες μας παντός δρόμου αυτού του τεύχους. Οι καλύτερες από αυτές χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις γενιές και δεκαετίες έρευνας, εξέλιξης και εμπειρίας για να φτάσουν τις σημερινές τους δυνατότητες, όπου φυσικά και είναι πιο ευκολοδήγητες από τις προγόνους τους ενώ ταυτόχρονα οι επιδόσεις τους είναι αναμφισβήτητα ανώτερες σε όλους τους τομείς. Και ειδικά για να γίνουν ικανές να μπουν και στο Club 100, να μπορούν δηλαδή να είναι απολαυστικές και όταν πηγαίνεις χαλαρά ή σε πολύ κλειστό στροφιλίκι, χρειάστηκε να βελτιωθεί τόσο η ομοιογένειά τους, όσο και κάθε υποσύστημά τους ξεχωριστά, μαζί με την αρμονική συνεργασία όλων των υποσυστημάτων. Νομίζετε πως είναι απλό να κάνεις ελαστικό έναν δικύλινδρο κινητήρα 1200 κυβικών και 130 ίππων, την στιγμή που μια γενιά πριν ένας παρόμοιος με 1000 κυβικά και 90 ίππους δεν ήταν; Καθόλου απλό. Αυτό φάνηκε άλλωστε γιατί ακόμα και μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας με τους ψεκασμούς ακόμα βελτιώνονται αισθητά κάθε χρόνο, σε αντίθεση με την αντίληψη που υπήρχε όταν πρωτοεφαρμόστηκαν (ή καλύτερα, την ελπίδα) πως τώρα τέλειωσαν όλοι μας οι μπελάδες, οι τροφοδοσίες αναφλέξεις θα αυτορυθμίζονται και με το software θα κάνεις μια έτσι με το laptop σου και θα τα φτιάχνεις όλα. Δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Όπως δεν είναι και απλό να φτιάξεις έναν προοδευτικό, σταθερής απόδοσης συμπλέκτη, ένα καλοσχεδιασμένο κιβώτιο με τις κατάλληλες σχέσεις και σωστή αίσθηση κουμπώματος ταχύτητας στο λεβιέ, και τόσα άλλα. Αυτό που θέλω να πω είναι πως για να φτιαχτεί μια ικανή μοτοσυκλέτα, απολαυστική σε όλες τις συνθήκες, ρυθμούς και ταχύτητες, απαιτείται πολύ περισσότερος κόπος, χρόνος, γνώση και χρήμα απ' ότι για να φτιάξεις μια που αποδίδει καλά μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες. Πρέπει να είσαι πολύ καλός για να μπεις στο Club 100!

Mε μια πιο ευρεία ερμηνεία, οι μοτοσυκλέτες που αξίζουν να μπουν στο Club 100 είναι όσες απολαμβάνουμε καθημερινά, σε κάθε ρυθμό και σε κάθε δρόμο, ανεξάρτητα από κυβικά, τιμή και ηλικία. Ήδη το Club απέκτησε το δεύτερο μέλος του, τον Λύκο, που ενθουσιάστηκε με την ιδέα, μην αρχίσετε όμως να λέτε για καταστατικά και προεδρεία, δεν χρειάζεται να καταδικάσουμε το Club μόλις που γεννήθηκε, είπαμε, το Club 100 είναι μόνο ιδέα και άποψη, κι ας παραμείνει έτσι.