Editorial 583 - Επιστροφή στο Dakar

x
Από το

motomag

1/6/2018

Ο Thierry Sabine ήταν ήδη χαμένος δυό μέρες κάπου στην έρημο Tenere, και πιπίλιζε βοτσαλάκια για να βγάλει λίγο σάλιο… Ευτυχώς, οι οργανωτές του αγώνα Abidjan – Nice, στον οποίο συμμετείχε με μοτοσυκλέτα το 1977, τον βρήκαν, χάρη σε ένα σταυρό από πέτρες που είχε φτιάξει στο έδαφος. Αυτή η εμπειρία του, το να βρεθεί τόσο κοντά στον θάνατο, τον έκανε να πει “ενδιαφέρον είχε, ας οργανώσω κι εγώ έναν αγώνα 10.000 χιλιομέτρων από το Παρίσι στο Ντακάρ, για να γουστάρουν κι άλλοι…”. Κάπως έτσι, το 1979 ξεκίνησε το Paris-Dakar, “μια πραγματική περιπέτεια για ερασιτέχνες”, “μια πρόκληση για όσους συμμετέχουν, ένα όνειρο γι’ αυτούς που μένουν πίσω”, σύμφωνα με τα δικά του λόγια, αυτού του χαρισματικού “μεγαλομανούς της άμμου”, όπως τον χαρακτήρισε αργότερα ο Γαλλικός τύπος. Για τριάντα χρόνια, το Paris-Dakar γινόταν στην Αφρική, κόντρα στις προβλέψεις όσων νόμιζαν πως μετά τον θάνατό του το 1986, το Dakar θα έσβηνε. Δεν έσβησε, αλλά μετακόμισε στη Νότια Αμερική όταν ακυρώθηκε το 2008 λόγω “απειλών από την Al Qaeda” , χωρίς να αλλάξει όνομα. Είχε πια αλλάξει εντελώς σε σχέση με το όραμα του Thierry Sabine, με τους ερασιτέχνες να ξεπερνούν τα όριά τους. Από τα ταπεινά on-off, XT500 και XL-S και street Guzzi και ΒMW, οι κορυφαίες συμμετοχές ήταν πια εργοστασιακά πρωτότυπα, που βοήθησαν όσο τίποτα άλλο να εδραιωθεί η κατηγορία των μοτοσυκλετών “περιπέτειας παντός δρόμου”. Το Dakar είχε εξελιχθεί σε πολύ μεγάλη υπόθεση, με τεράστια επιρροή και γόητρο. Και πολύ χρήμα. Κι οι καημένες οι χώρες της Αφρικής απ’ όπου πέρναγε, πολύ φτωχές… Η προτεραιότητα είχε περάσει από την περιπέτεια στο “να ανοίξουν νέες αγορές”, ένας εύσχημος τρόπος για να πει κανείς “εδώ δεν έχουν τίποτα να τους πάρουμε, πάμε εκεί που θα μας δώσουν”. Για μια δεκαετία φαίνεται πως κάτι είχαν να δώσουν οι χώρες των δυτικών ακτών της Ν. Αμερικής, αλλά κι εκεί περνάνε δύσκολα και δεν έχουν να δώσουν “αέρα” για να διαφημιστεί η χώρα τους μέσω του Dakar. Έτσι, το 41ο Dakar θα γίνει εξ ολοκλήρου στο Peru, για δέκα μέρες, κάτι που θα μειώσει τα κοστολόγια για όλους, αλλά κυρίως για τους οργανωτές. Ήταν μια αναγκαστική κίνηση, από την στιγμή που η Χιλή και η Βολιβία δήλωσαν πως δεν μπορούν να καταβάλλουν τα ποσά που ζητούν οι οργανωτές (όσο γινόταν στην Αφρική, υπήρχε συνεργασία με τις χώρες που περνούσε, βοηθούσαν, αλλά δεν έδιναν “αέρα”, καθώς υπήρχαν σημαντικά έσοδα από χορηγίες, που μειώθηκαν μετά το 2000). Όμως, το αφεντικό της Amaury Sport Organization που οργανώνει το Dakar, o Etienne Lavigne, δήλωσε και πως θα μελετήσουν την επιστροφή του στην Αφρική, καθώς έχουν επαφές με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα στην Αλγερία, την Ναμίμπια και την Ανγκόλα. Τους πιέζει και κάτι ακόμα: Οι συμμετοχές αναμένεται να μειωθούν κι άλλο το 2019, η Peugeot αποχώρησε, τα κοστολόγια της συμμετοχής είναι τεράστια.

Το κενό που άφησε το Dakar όταν έφυγε από την Αφρική, αναπληρώθηκε πολύ γρήγορα από το Africa Eco Race, οργανωμένο από τον δύο φορές νικητή του Dakar, Jean-Louis Schlesser. Γίνεται από το 2009, περνάει από το Μαρόκο, την Μαυριτανία  και την Σενεγάλη, τερματίζοντας στην λίμνη Lac Rose του Dakar. Είναι πολύ πιο κοντά στο πνεύμα των πρώτων Dakar, με κατασκηνώσεις στο πουθενά κι όχι σε μεγάλες πόλεις ή αεροδρόμια. Mόλις πέρυσι, ο Etienne Lavigne της A.S.O. δήλωνε πως “το ρίσκο της επιστροφής στην Αφρική είναι πολύ μεγάλο”. Κι όμως, από το 2009 ως σήμερα κανείς δεν απείλησε το Africa Eco Race, ούτε ποτέ αντιμετώπισαν κάποιο θέμα ασφάλειας. Στην αρχή, το 2009, τους είχαν πάρει για τρελούς, “που πάτε, θα σας φάνε όλους λάχανο”. Τίποτα τέτοιο δεν συνέβη, και η ομάδα των διοργανωτών του Africa Eco Race, οι πολύπειροι René Metge και Hubert Auriol, θεωρούν πως “Το Dakar θα σπάσει τα μούτρα του. Εμείς έχουμε την έρημο με το μέρος μας!”, κι αυτό ίσως έχει μια δόση αλήθειας, αφού το ξεκίνημά του, το 2009, αποφασίστηκε όταν το ζήτησαν οι ίδιες οι χώρες από τις οποίες περνούσε το Dakar! Αναβίωσαν το πνεύμα του Dakar, την “περιπέτεια με κεφαλαίο Π και την πλοήγηση επίσης με κεφαλαίο Π, όπως στο Dakar την δεκαετία του ‘80”.  Oι απλές διαδρομές και τα ασφάλτινα “transfer” είναι σχεδόν ανύπαρκτα, η αλληλεγγύη πανταχού παρούσα. Μερικοί από τους συμμετέχοντες στο Dakar έχουν αρχίσει να επιστρέφουν στο Africa, όπως ο Pal Anders Ullevalseter που έχει τερματίσει 9 φορές στην δεκάδα του Dakar, την μια φορά δεύτερος. Οι κατασκευαστές όμως, οι εργοστασιακές συμμετοχές, παραμένουν στην Νότιο Αμερική. “Τα πρώτα χρόνια εκεί, οι συμμετέχοντες ήθελαν να γνωρίσουν αυτά τα νέα μέρη,” λέει ο Schlesser. “Aλλά έτσι όπως έχει εξελιχθεί ο αγώνας, δεν έχει καμία σχέση με το πνεύμα του Dakar. Στο Africa δεν έχουμε ποτέ δεχτεί απειλές. Μάλλον κάποιοι έχουν δαιμονοποιήσει την Αφρική, θέλουν να μας κάνουν να πιστεύουμε πως τα ρίσκα είναι ανυπέρβλητα. Αλλά η εγκληματικότητα στην Ν. Αμερική δεν είναι χαμηλότερη απ’ ότι στην Αφρική. Και μας βοηθάνε οι χώρες, στο Μαρόκο και η Σενεγάλη έχουμε την βοήθεια του στρατού, ενώ η Μαυριτανία προστατεύει το κομβόι του αγώνα με τις ειδικές προεδρικές δυνάμεις. Θέλουν να αποδείξουν πως δεν είναι επικίνδυνο να ταξιδεύει κανείς στην χώρα τους, γιατί το Dakar με την αποχώρησή του τις έχει στιγματίσει, δίνοντάς τους μια πολύ κακή εικόνα. Τους έκανε ζημιά, και θέλουν να βγάλουν από πάνω τους την ρετσινιά”.  Όσο για τις χώρες της Αφρικής που η A.S.O. δήλωσε ως υποψήφιες, υπάρχουν θέματα. Η Ναμίμπια είναι σχεδόν όλη προστατευόμενη περιοχή, και στην Ανγκόλα τον Ιανουάριο ο καιρός δεν βοηθάει καθόλου, ενώ κι η Αλγερία, αν η A.S.O. ζητήσει χρήματα, δεν θα τα δώσει. Και το Περού όμως πέρυσι είχε βαθιά πολιτική κρίση με σκάνδαλα διαφθοράς…

Επιπλέον, στο Africa μπορούν να συμμετέχουν όλες οι μοτοσυκλέτες, ανεξαρτήτως κυβικών και κυλίνδρων, ενώ στο Dakar εδώ και πολλά χρόνια είχαν περιοριστεί στα 450cc για λόγους “ασφάλειας και οικονομίας”. Κι από κει που μπορούσε κανείς να τρέξει και με μια μοτοσυκλέτα παραγωγής με λίγες μετατροπές, αναγκαστικά θα πρέπει να αγοράσει μια εργοστασιακή rally, με αντίστοιχα υψηλό κόστος και συντήρηση. Κι όσο για την ασφάλεια, είναι γνωστό πως τα 450 πάνε πάνω από 180km/h, οπότε γιατί είναι πιο ασφαλή, την στιγμή που και με 80 να σκάσεις σε ένα βράχο, σου φτάνει…

Η μεγάλη διαφορά όμως είναι πως αυτού του είδους οι αγώνες ξεκίνησαν ως πρόκληση και εμπειρία ζωής για τους συμμετέχοντες, κι αυτή ήταν η προτεραιότητα. Με τα χρόνια όμως, οι προτεραιότητες άλλαξαν, το Dakar γιγαντώθηκε και το κέρδος των οργανωτών έγινε το πιο σημαντικό θέμα. Για να δούμε πως θα εξελιχθεί η ιστορία, ανάμεσα στο αυθεντικό πνεύμα της περιπέτειας του Dakar και του Dakar ως άπληστη πολυεθνική.

 

editorial 526 - Ο ταξιδιώτης και άλλες ιστορίες

Από το

Μαύρο Σκύλο

2/9/2013

Τον βλέπω σταθερά τα τελευταία καλοκαίρια. Έχει ένα από τα πρώτα Transalp, ασημί με ταμπούρο, πρέπει να φτάνει την εικοσπενταετία γεμάτη πια (το Transalp, ο ιδιοκτήτης είναι μεγαλύτερος). Το χρώμα της μάνας του, μοναδική διακόσμηση δεκάδες αυτοκόλλητα από διάφορες χώρες του κόσμου. Θυμίζει αυτές τις προπολεμικές βαλίτσες που είχαν κολλημένα πάνω τους σήματα θερέτρων και ξενοδοχείων, πιστοποίηση της οικονομικής άνεσης του ταξιδεμένου ιδιοκτήτη τους. Μόνο που εδώ μιλάμε για το ακριβώς αντίθετο. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος φαίνεται πως ταξιδεύει πολύ, με τα ελάχιστα δυνατά έξοδα. Ουδεμία υποψία ασορτί τριβάλιτσου και ηλεκτρονικών βοηθημάτων, εργαλεία που πολλοί θεωρούν πια απαραίτητα για ταξίδι. Τα πράγματα δεμένα με χταπόδια το ένα πάνω από το άλλο, η σκηνή, το στρωματάκι, το sleeping bag. ειδικά η σκηνή του θα πρέπει να αποτελέσει έκθεμα σε ταξιδιωτικό μουσείο. Μιλάμε για ένα σκηνάκι που είναι τόσο μικρό, ώστε είσαι σίγουρος όταν το δεις πως ο ένοικός του αποκλείεται να κοιμάται ποτέ με τα πόδια τεντωμένα, αφού έτσι κι αλλιώς δεν χωράει μέσα σε άλλη στάση εκτός από την εμβρυακή. Το μέγεθός του είναι ένα θέμα, το άλλο είναι η κατάστασή του. Φτιαγμένο από το σύνηθες ασημί απ' έξω, μπλε σκούρο από μέσα πανί, έχει φτάσει πια σε μια κατάσταση φθοράς που είναι πιο πολύ μπλε απ' έξω παρά ασημί. Οι μπανέλες του ίσα που το στηρίζουν όρθιο, το πανί ίσα που στέκει και δεν διαλύεται σε μικρά-μικρά κομματάκια για να το πάρει ο αέρας. Έχω δει τέτοια σκηνάκια να τα πουλάνε 9,9 ευρώ καινούρια, κι όχι σε προσφορά. Κι όμως, δεν το αλλάζει με τίποτα. Για περίπτωση βροχής, κουβαλάει μαζί του ένα νάιλον, που το ρίχνει από πάνω και το καλύπτει ολόκληρο, ενώ περισσεύει και γύρω-γύρω πάνω από μέτρο. Μιλάμε για ένα στάδιο πριν την ασφυξία. Αλλά πόσο συχνά βρέχει το καλοκαίρι;

Πέρα από το κράνος, και ο μοτοσυκλετιστικός εξοπλισμός λάμπει δια της απουσίας του. Μινιμαλισμός κι εκεί. Το θέμα είναι όμως πως ο άνθρωπος ταξιδεύει, σε άσφαλτο και χώμα, και ταξιδεύει πολύ, σε αντίθεση με όσους εγκλωβίζονται σε απαιτητικά στερεότυπα και καταλήγουν να μην κάνουν τίποτα. Όσοι θεωρούν πως χρειάζονται απαραιτήτως μοτοσυκλέτα των 20.000 ευρώ για να ταξιδέψουν, καταλήγουν να χάνουν το ίδιο το ταξίδι. Με 20.000 ευρώ ο συγκεκριμένος ταξιδιώτης θα έκανε δύο φορές το γύρο του κόσμου.

Ο "πού είμαι ρε γαμώτο;": Βρισκόμουν σε ένα απομονωμένο ορεινό χωριό, απ' αυτά που το κοντινότερο βενζινάδικο είναι στα 50 χιλιόμετρα, αλλά που τώρα πια οι δύο από τις τρεις οδικές προσβάσεις του είναι ασφαλτοστρωμένες. Ακούω τετρακύλινδρο μοτέρ να πλησιάζει, με τον αναβάτη του να το φορτώνει το στροφόμετρο. Φτάνει στο χωριό, σταματάει χωρίς να κατέβει και χωρίς να βγάλει κράνος, ρίχνει μια ματιά δεξιά-αριστερά, κάνει επί τόπου στροφή και φεύγει προς την κατεύθυνση που ήρθε. Μυστήριο. Αν είχε ξεχάσει κάτι στο σπίτι, κι ήταν κάτοικος Αθηνών, ήθελε χίλια χιλιόμετρα μπρος πίσω για να πάει να το πάρει. Μερικοί όμως αφορμή για να κάνουν χιλιόμετρα ψάχνουν. Μπορεί όμως να αντιλήφθηκε, λίγο αργά είναι η αλήθεια, πως είχε φτάσει σε λάθος χωριό για το ραντεβού του. Tip: Φίλε, μην εμπιστεύεσαι το GPS, ειδικά αν έχει αυτόματη διόρθωση, κι αντί να πας στο Με-λιγαλά σε στέλνει στο Μέ-τσοβο. Επίσης, παίζει κι εκείνη να σε έστησε, και να μην είχε ποτέ σκοπό να σε συναντήσει.

Ο φιλομαθής με τον φραπέ στο χέρι: "Ρε συ, πες μου τώρα που σε βρήκα, εσύ που ξέρεις. Το Horex το καινούργιο είναι καλό;" Τι να σου πω ρε συ, δεν βλέπω πολλά να κυκλοφορούν, αν το πάρεις όμως, ευχαρίστως να το οδηγήσουμε.

Άλλος, σε διαδικασία επίλυσης μυστηριωδών συμπτωμάτων: "Έχει ένα πρόβλημα η μοτοσυκλέτα μου. Ξεκινάω, και μόλις βάζω τρίτη-τετάρτη ο κινητήρας σβήνει. Ευτυχώς ήταν κατηφόρα ως το σπίτι κι έβαλα την ουδέτερη, ξέρεις, την NATURAL, και τσούλησα μέχρι εκεί. Ο μάστορας μου είπε πως φταίει η εξάτμιση, που δεν είναι της μάνας του, και μου έχει παραγγείλει μια καινούργια. Πιστεύεις πως θα λυθεί το πρόβλημα;" Του μάστορα σίγουρα, της μοτοσυκλέτας, χλωμό το βλέπω.

Οι ασορτί: Ίδια κράνη, ίδια ρούχα με την συνεπιβάτιδα, και να σωστά μαντέψατε, Γερμανική μοτοσυκλέτα οδηγούσε, απ' αυτές με τα Βαυαρικά και κατόπιν υιοθετημένα Ελληνικά χρώματα στο σηματάκι τους. Οι βαλίτσες της μαμάς του, η οδήγηση δική του. Με αυτοκίνητο ήμουν, σε δρόμο με κίνηση, και μέσα σε μια ώρα τον πέρασα – με πέρασε τρεις φορές. Μα τι κάνουν; Συχνουρία έχουν; Ποιό είναι το νόημα να οδηγείς μοτοσυκλέτα αν σε ένα δρόμο με κίνηση πηγαίνεις τελικά πιο αργά από τα αυτοκίνητα; Tip: Yπάρχουν και αυτοκίνητα με το ίδιο σηματάκι.

Οι κλαμπάτοι: Για άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε φέτος το καλοκαίρι η υποψία μου πως μόλις η παρέα μεγαλώσει πάνω από τις δύο-τρεις μοτοσυκλέτες, η μέση ωριαία τους πέφτει δραματικά. Τα πράγματα χειροτερεύουν όταν οι μοτοσυκλέτες είναι όλες ίδια μοντέλα, οπότε για κάποιο μυστηριώδη λόγο ο αριθμός των στάσεων αυξάνεται εκθετικά, και η άφιξη στον όποιο προορισμό γίνεται όνειρο όλο και πιο μακρινό. Επιπλέον, κάθε κατηγορία μοτοσυκλετών φαίνεται πως προτιμά διαφορετικά σημεία για στάση. Οι παρέες με αναβάτες μεγάλων on-off σταματούν μόνο εκεί που υπάρχει φαγητό, και έχω την υποψία πως μερικές τέτοιες παρέες σταματούν σε ΟΛΑ τα σημεία όπου υπάρχει φαγητό. Με το δεδομένο πως κατά κανόνα το φαγητό στους κεντρικούς οδικούς άξονες είναι για πέταμα, είναι να απορείς τι είδους γαστριμαργικό τουρισμό κάνουν οι άνθρωποι. Βεβαίως, έτσι σου λύνεται η απορία γιατί από μακριά το Varadero το 1000 φαινόταν σαν 125.

Ούτε οι σφήκες: "Σταμάτησα να φάω δυο σουβλάκια ρε παιδί μου, ε, αν έρχεσαι για Ήπειρο από Αθήνα μέσω της παλιάς εθνικής, Θήβα, Λειβαδιά, Μπράλο, Δομοκό, με 640 Adventure, σε πιάνει μια πείνα. Κάπου μετά την Καλαμπάκα, παραγγέλνω δυο σουβλάκια, τρώω το ένα γιατί πείναγα πολύ, κι όπως κοίταζα το άλλο, έρχονται κάτι σφήκες, το μυρίζουν... και φεύγουν." Προφανώς ο φίλος που μου διηγήθηκε την ιστορία την παρεξήγησε την φάση, και δεν κατάλαβε πως μ' αυτό τον τρόπο οι Έλληνες επιχειρηματίες στο χώρο της εστίασης βοηθούν αποτελεσματικά στη διατήρηση της σιλουέτας των ταξιδιωτών. Το σκεπτικό είναι απλό: Δεν θα φας πολύ, αφού δεν τρώγονται. Κι αν φας έστω και λίγο, δεν θα θέλεις να ξαναδείς κρέας για κανένα μήνα. Αποτοξίνωση. Tip: Μπορείτε να κουβαλάτε μια σφήκα μαζί σας, για να δοκιμάζει το φαγητό των εστιατορίων της εθνικής πριν το ακουμπήσετε.

Τα χαρμάνια: Για κάποιον περίεργο λόγο, οι αναβάτες των superbike καπνίζουν περισσότερο. Μπορεί να υπάρχει μια μυστηριώδης σύνδεση με τις συχνότητες των κραδασμών δεύτερης τάξης των τετρακύλινδρων και τις εκκρίσεις αδρεναλίνης, που κάνει επιτακτική την ανάγκη για νικοτίνη στα πιο άσχετα σημεία. Τους έχω δει σταματημένους σε ΛΕΑ πλάτους 40 πόντων με τις νταλίκες να περνάνε στον πόντο από τα κλιπόν τους, να τραβάνε παράλληλη τζούρα από το τσιγάρο τους και το φουγάρο του φορτηγού. Επίσης, πρέπει να κατέχουν το ανεπίσημο ρεκόρ για το πιο γρήγορο άναμμα τσιγάρου από την στιγμή που το σταντ θα ακουμπήσει στην άσφαλτο. Υπάρχει λόγος όμως γι' αυτό: Πρέπει να δείξουν στο φίλο τους, που θα σταματήσει ένα λεπτό μετά, πως τον περιμένουν πολλή ώρα. Σ' αυτό βοηθούν και μερικές γόπες που μπορείς να έχεις φυλαγμένες σε αλουμινόχαρτο, και τις πετάς κάτω μόλις σταματήσεις: "Που είσαι ρε σαύρα, μισό πακέτο έχω κάνει..."

Το μυστήριο των διοδίων: Βλέπω μοτοσυκλέτες σταματημένες μετά τα διόδια, και απορώ. Την ημέρα, κάθονται μέσα στον ήλιο, εκεί ακριβώς που αυτοκίνητα και νταλίκες επιταχύνουν και το καυσαέριο πάει σύννεφο. Η ζέστη μπορεί να είναι αφόρητη, τα ρούχα τους κατά κανόνα μαύρα, αλλά αυτοί εκεί, κάνουν στάση ή περιμένουν τους φίλους τους. Τη νύχτα, σταματούν καμιά εκατοστή μέτρα μακριά, εκεί που το ημίφως αρχίζει να γίνεται σκοτάδι και τα νυσταγμένα και βαριά φώτα του νταλικιέρη δεν θα είναι αρκετά για να τους δει. Απ' την άλλη, αν θες να σταματήσεις κάπου και ΔΕΝ θέλεις να πας σε βενζινάδικο ή εστιατόριο, οι επιλογές σου περιορίζονται πολύ. Τα πάρκινγκ των ακριβοπληρωμένων μας "εθνικών οδών" βρωμάνε και ζέχνουν, που να τα επισκεφθείς και νύχτα; Για προορισμούς γράφουν όλα τα ταξιδιωτικά, μήπως ήρθε η ώρα να φτιάξουμε μια λίστα με τα "Φιλικά στο μοτοσυκλετιστή σημεία στάσης";

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας: Στο ΗΙGH TEST του 1998, όταν με ... οn-off είχαμε πάει κοντά στις ψηλότερες κορυφές της Ελλάδας, ανεβήκαμε όσο μπορούσαμε και στον Σμόλικα, το δεύτερο ψηλότερο βουνό. Είχαμε 12 on-off και μέσα σε πέντε μέρες επισκεφθήκαμε πέντε βουνά πάνω από τα 2000 μέτρα. Πλάκα είχε. Περιττό να σας πω πως τα μηχανάκια είχαν πέσει όλα, όπως και οι μισοί τουλάχιστον αναβάτες. Στον Σμόλικα έπεσε το τελευταίο που είχε μείνει αλώβητο, σε μια ανηφόρα που σηματοδότησε και το τέλος της ανάβασής μας στο βουνό. Όχι πως είχαμε πει πως θα την ανέβουμε, ήταν τόσο μεγάλη η κλίση και τόσο ανώμαλο το έδαφος που δεν είχε νόημα με αυτά τα μηχανάκια. Από τότε όμως, αν και ήξερα πως από πάνω υπάρχει μια στάνη και ξεκινά το μονοπάτι για την Δρακόλιμνη, μου είχε μείνει η απορία: Που τελειώνει ο δρόμος; Πόσο πάει ακόμα; Ευκαιρία να το ανακαλύψω, αφού πέρναγα από την περιοχή. Ο δρόμος είναι πολύ όμορφος, ξεκινά από το χωριό Πάδες κι ανηφορίζει στον Σμόλικα, περνά από ξέφωτα όπου περιμένεις να δεις νεράιδες κι από σκοτεινά δάση όπου μόνο τρολ μπορούν να ζουν, νερά τρέχουν παντού. Μας κάνουν εντύπωση τα πολλά σπασμένα δέντρα. Φτάνουμε και στην επίμαχη ανηφόρα, εκεί είναι ακόμα, μόνο που ο δρόμος την παρακάμπτει πια: Συνεχίζει δεξιά, μια αριστερή φουρκέτα, μια δεξιά και στα πενήντα μέτρα από την κορυφή της περιβόητης ανηφόρας, σταματάει σε μια στάνη. Αυτό ήταν λοιπόν. Αν τότε είχαμε παιδευτεί, είχαμε τραβήξει κι είχαμε σπρώξει για να ανεβάσουμε ένα τουλάχιστον μηχανάκι επάνω, θα έκανε άλλα πενήντα μέτρα πριν σταματήσει! Υψόμετρο εκεί; 1940 μέτρα, δυο ευγενικά παλικάρια στη στάνη, η μάνα τους και η γιαγιά τους: "Λύσσαξαν τα σκυλιά ψες βράδυ γιε μου, αρκούδα δεν ήταν, δεν κάνουν έτσι άμα ειν' αρκούδα, λύκος ήταν αλλά τίποτα δεν έκανε".

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας επιτέλους έχει λυθεί, τώρα μένει άλλο: Ανεβαίνει μηχανάκι στην Δρακόλιμνη από κει;