Editorial 580 - Κέρδισε; Τιμωρήστε τον!

x
Από το

motomag

1/3/2018

Έχω μπερδευτεί. Κι αυτό που με έχει μπερδέψει είναι οι κανονισμοί των αγώνων. Σε όλο και περισσότερες κατηγορίες, όλο και περισσότερο όσο περνούν τα χρόνια, οι κανονισμοί προσπαθούν να εξισώσουν μεταξύ τους τις μοτοσυκλέτες, στο όνομα του “έντονου συναγωνισμού” και του “θεάματος”. Τι συνέβη στο παλιό καλό ρητό “οι αγώνες βελτιώνουν το είδος”;

Μια ματιά στους νέους κανονισμούς των Superbike είναι αποκαλυπτική. Οι κανονισμοί προβλέπουν όριο στροφών συγκεκριμένο για κάθε μοτοσυκλέτα, που θα κατεβαίνει αν κερδίζει! Κατ’ αρχήν, το όριο στροφών είναι θεμελιώδες για την αρχική σχεδίαση ενός κινητήρα. Άλλες απαιτήσεις έχει ένας κινητήρας που θα γυρίζει στις 11.000, τελείως διαφορετικές ένας που ανεβάζει 14.000. Τι κινητήρα θα σχεδιάσει η κάθε εταιρία; Και τι μπελάς, να ανεβοκατεβαίνει το όριο των στροφών αρκετές φορές μέσα στην χρονιά! Η αιτιολόγηση είναι η εξής: Στόχος είναι λέει, “η ισοτιμία στο πρωτάθλημα ώστε να ισοσταθμιστεί η απόδοση των αναβατών”… Δηλαδή το ιδανικό θα ήταν να τρέχουν αναβάτες με απολύτως ίδια απόδοση, με μοτοσυκλέτες εντελώς ίδιες μεταξύ τους; Κι αφού δεν μπορούν να βρουν κλωνοποιημένους, πανομοιότυπους αναβάτες, θα αλλάζουν συνεχώς τις μοτοσυκλέτες, τιμωρώντας αυτές που κερδίζουν! Εεε, συγνώμη αν ενοχλώ, αλλά υπάρχει κατηγορία με ίδιες ουσιαστικά μοτοσυκλέτες, και λέγεται Moto2, αν δεν το είχατε αντιληφθεί δηλαδή…

Η κυνικότητα προχωρά σε νέα επίπεδα, γιατί θα υπάρχει και ένα point system “παραχωρήσεων”, που θα επιτρέπει την αναβάθμιση των μοτοσυκλετών όσων δεν πάνε καλά, ενώ όσοι τερματίζουν βάθρο θα παίρνουν πόντους ποινής, που δεν θα τους επιτρέπουν αναβαθμίσεις! Στόχος εδώ είναι “ο περιορισμός της εξέλιξης των κινητήρων των πιο γρήγορων μοτοσυκλετών”, “η εξίσωση των ομάδων” και για τους θεατές, “μεγαλύτερη ποικιλία νικητών, με μάχες για τις πρώτες θέσεις”. Όλα αυτά είναι αντίθετα στην λογική των ίδιων των αγώνων. Όποιος κατασκευαστής κάνει την δουλειά του καλύτερα από τους άλλους, θα τιμωρείται. Όποιος αναβάτης κερδίζει ή τερματίζει βάθρο, θα τιμωρείται η μοτοσυκλέτα του. Δηλαδή θα φτάσουμε στην γελοιότητα να προτιμά κάποιος να τερματίσει τέταρτος αντί για τρίτος, αν πίσω του δεν είναι κάποιος που να τον απειλεί στο πρωτάθλημα, για να μην πάρει βαθμούς ποινής και του κάνουν πιο αργή την μοτοσυκλέτα! Η ιδέα και μόνο πως μοτοσυκλέτα που κερδίζει θα τιμωρείται με αφαίρεση ισχύος και ενδυνάμωση των αντιπάλων, είναι εξωφρενική. Οι αγώνες το πεδίο όπου οι κατασκευαστές θα έπρεπε να ενθαρρύνονται να καινοτομούν και να φτιάχνουν τους καλύτερους κινητήρες που μπορούν. Κι όλοι ξέρουμε πως η απόλυτη ιπποδύναμη δεν είναι αυτή που κερδίζει τους αγώνες: Αν ξαφνικά κάποιος μπορούσε να βγάλει 300 ίππους από ένα superbike, νομίζετε πως θα κέρδιζε; Φυσικά και όχι. Αν η ισχύς δεν είναι διαχειρίσιμη, αν το πλαίσιο, οι αναρτήσεις, το στήσιμο και τα φρένα δεν συμβαδίζουν με τον κινητήρα, δεν οδηγείται, και σίγουρα δεν οδηγείται γρήγορα για να κερδίσει αγώνες. Με αυτή την λογική, η τεχνολογική πρόοδος της Honda, όταν σχεδίασε κινητήρες που ανέβαζαν 5.000 στροφές παραπάνω από του ανταγωνισμού για να κερδίσει στο Isle of Man, και κατόπιν στα GP, θα έπρεπε να τιμωρηθεί.

Το χειρότερο είναι πως ο ιδιοκτήτης των αγώνων (η DORNA), αλλά και οι κατασκευαστές, αν συμφώνησαν, φαίνεται πως τα κάνουν όλα αυτά για τους λάθος λόγους. Πως έβγαλαν το συμπέρασμα πως με ίδιας απόδοσης μοτοσυκλέτες οι θεατές το απολαμβάνουν περισσότερο και πως οι αγώνες γίνονται πιο δημοφιλείς; Έχετε πάει σε MotoGP; Ακόμα κι από όσους θεατές είναι αρκετά φανατικοί για να μπουν στον κόπο και τα έξοδα να πάνε τουλάχιστον Σαββατοκύριακο σε μια πίστα να δουν αγώνα από κοντά, στην Moto3 ενδιαφέρονται αρκετοί, ας πούμε οι μισοί, στην MotoGP σχεδόν όλοι, ενώ στην Moto2 όπου όλες οι μοτοσυκλέτες έχουν ίδιους κινητήρες σύμφωνα με το ιδανικό της DORNA (κι οι περισσότερες, και ίδια πλαίσια), πάνε οι περισσότεροι θεατές για μπύρες και για μια βόλτα στα μαγαζάκια. Κι όσο για το αν οι μάχες για τις πρώτες θέσεις και οι πολλοί διαφορετικοί νικητές τονώνουν το ενδιαφέρον των θεατών, το 2017 στην Moto2 είχαμε πέντε διαφορετικούς νικητές (ο Morbidelli πήρε 8 νίκες), ενώ στα MotoGP είχαμε επίσης πέντε (ο Marquez και ο Dovizioso πήραν από έξι νίκες), ενώ στην Moto3 ο Mir πήρε 10 νίκες σε 18 αγώνες. Βλέπουμε λοιπόν πως ακόμα και με την κατηγορία “ενιαίου” όπως έχει γίνει η Moto2, η ποικιλία νικητών δεν διαφέρει από της MotoGP. Στην δε Moto3, όπου αντικειμενικά γίνεται της κολάσεως και οι μάχες είναι συνεχείς, ένας αναβάτης κυριάρχησε. Και ούτε η Moto2 ή Moto3 που έχουν πιο πολλές μάχες και προσπεράσματα είναι οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες. Δεν τα ξέρουν όλα αυτά οι της DORNA; Πως θα γίνουν οι αγώνες δημοφιλείς αν δεν υπάρχει τεχνολογική και οδηγική υπεροχή; Η ιστορία έχει δείξει, τουλάχιστον στα μηχανοκίνητα σπορ, πως όποτε είχαμε κάποιου είδους κυριαρχία συνδυασμού αναβάτη – μοτοσυκλέτας ή αυτοκινήτου – οδηγού, σ’ αυτές οι εποχές οι αγώνες ήταν και οι πιο δημοφιλείς. Γιατί; Γιατί τότε δημιουργούνται μύθοι, συλλογικά αφηγήματα υπεροχής και εξαιρετικών επιδόσεων. Κι οι μύθοι είναι ό,τι πιο ισχυρό για το ανθρώπινο είδος. Δεν μπορώ να φανταστώ τι είδους άνθρωπος θα έλεγε “Aαα, εγώ για να ευχαριστηθώ αγώνα πρέπει όλα τα μηχανάκια να είναι ίδια, κι αν κάποιος αναβάτης ξεχωρίζει, να τον τιμωρούν”. Το λέει όμως η DORNA, που υποτίθεται πως κόπτεται για την θέαση των αγώνων, και κάνει συνδρομητική την παρακολούθησή τους. Στην Ιταλία, όπου έχουμε στοιχεία, από τότε που κλείδωσε η μετάδοση των MotoGP σε συνδρομητικό κανάλι, περίπου 1.000.000 θεατές τα παρακολουθούν. Πριν, ήταν πάνω από 5.000.000. Αυτό μπορεί να φέρνει έσοδα στην DORNA και το κανάλι, αλλά οι διαφημιζόμενοι και οι χορηγοί έχασαν τον 80% του κοινού τους. Για σκεφτείτε, αυτό τώρα κάνει καλό στο σπορ;

 

Πάλι καλά που υπάρχουν και δύο διαφορετικά είδη κινητήρων στα MotoGP, κι άλλα δύο στα Superbike, τετρακύλινδρα εν σειρά ή σε V. Αλλιώς, θα ήταν ήδη σαν ενιαίο. Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί πως με τόσο περιοριστικούς κανονισμούς η τεχνολογία έχει τελματώσει. Υπάρχει, και τα κοστολόγια είναι τεράστια, μόνο που είναι δύσκολο να ενθουσιαστεί κανείς μαζί της. Για παράδειγμα, εξαιρετική δουλειά έχει γίνει τα τελευταία χρόνια στον κρίσιμο τομέα της μείωσης των τριβών, και άρα των απωλειών ισχύος και της μείωσης των θερμοκρασιών, μαζί με την αύξηση της αξιοπιστίας. Αυτή η τεχνογνωσία έχει τεράστια σημασία και για τις καθημερινές μοτοσυκλέτες, κι όχι μόνο σε θέματα οικονομίας καυσίμου. Πως όμως να ενθουσιαστείς και να ενθουσιάσεις και τους φίλους σου μιλώντας τους για το πόσο μειωμένες τριβές έχει ο κινητήρας της νέας σου μοτοσυκλέτας; Αυτό εννοώ. Που είναι ο μύθος, που είναι η τεχνολογική ταυτότητα της κάθε εταιρίας, αν όλοι κάνουν τα ίδια; Πώς να γίνουν οι αγώνες συναρπαστικοί για τους θεατές, κι αυτός ο ενθουσιασμός να περάσει στο δρόμο, στις πωλήσεις; Κι αν φτάνουμε στο σημείο να τιμωρούμε όσους πετυχαίνουν μια εξαιρετική επίδοση, τότε νομίζω πως το έχουμε χάσει το νόημα. Και μαζί του, όσο υπάρχουν τόσο περιοριστικοί κανονισμοί, την ελπίδα για πραγματική ελευθερία δημιουργίας υπέροχων μηχανών και συναρπαστικών μύθων.   

 

 

 

editorial 524 - Club 100

Από το

Μαύρο Σκύλο

3/7/2013

Δεν μπορώ να φανταστώ πως στα κολασμένα στροφιλίκια του Montenegro μια street θα μπορούσε να πάει το ίδιο γρήγορα και το ίδιο απολαυστικά με τις on-off του MEGA TEST. Στο editorial του προηγούμενου τεύχους έγραφα πως οι on-off είναι πια οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, με τις υπόλοιπες κατηγορίες να είναι οι... εξειδικευμένες, όπως οι street. To ταξίδι μας στο Montenegro επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς μου. Στην πραγματική ζωή, η οδήγηση σε κάθε είδους δρόμο είναι απόλαυση με αυτές τις μοτοσυκλέτες που πρώτοι εμείς στο ΜΟΤΟ αποκαλέσαμε παντός δρόμου. Χωρίς αυτή η απόλαυση να σταματά εκεί που τελειώνει η άσφαλτος. Μερικοί μπορούν να θεωρήσουν από παράδοξη έως υπερβολική την χρήση μιας μοτοσυκλέτας με 1200 κυβικά και πάνω από 100 ίππους στο χώμα, αλλά δεν είναι. Το μόνο εμπόδιο είναι για τους περισσότερους το ποσό που απαιτείται για την αγορά της, και οι οδηγικές ικανότητες που θα πρέπει να διαθέτουν για να την πάνε όπως μπορεί να πάει. Στην πραγματικότητα, οι καλύτερες σημερινές παντός δρόμου είναι πιο ικανές στα χώματα από άλλες μικρότερες δικύλινδρες ή μονοκύλινδρες, ακόμα κι από κάποιες που έχουν τα μισά τους κυβικά και άλογα.

Αλλά τα χώματα είναι μόνο ένα μέρος των ταλέντων τους. Όπως φάνηκε στα πολλά βρεγμένα χιλιόμετρα που κάναμε, αν είσαι εξοπλισμένος με αδιάβροχα, μπότες και γάντια που δεν μπάζουν νερό, μπορείς να τις ευχαριστηθείς ακόμα κι εκεί, ευχαριστώντας την εξέλιξη των RAIN mode, των ABS και των traction control. [Παρένθεση περί αδιάβροχων: Αξιόπιστα αδιάβροχες μπότες βρίσκεις πια, με τα αδιάβροχα πάνω κάτω και τα γάντια τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Έχουμε δει φτηνά που δεν μπάζουν, στην αρχή τουλάχιστον, και ακριβά που είναι σφουγγάρια. Ίσως πρέπει να φτιάξουμε μια λίστα με τα αποδεδειγμένα αδιάβροχα αδιάβροχα.]

Κάπου εκεί μου καρφώθηκε και μια άλλη ερώτηση στο μυαλό, από αυτές που μου έρχονται κατά καιρούς για να βασανίζομαι εγώ και να βασανίζω και τους γύρω μου: Μπορεί μια μοτοσυκλέτα να είναι καλή αν δεν την ευχαριστιέσαι και κάτω από τα 100 km/h; Μπορείς να απολαμβάνεις οδήγηση με μέγιστη ταχύτητα τα 100; Μήπως στις σημερινές οικονομικές και κυκλοφοριακές συνθήκες τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες είναι οι πιο χαβαλεδιάρικες ό,τι διαδρομή κι αν κάνεις; Σκέφτηκα τον Λύκο που μόλις τελείωσε την ανακατασκευή ενός XL185, που το 99% των χιλιομέτρων που θα κάνει θα είναι έως 100. Είμαι σίγουρος πως θα είναι ξετρελαμένος χωρίς ποσώς να τον απασχολεί που αυτό το μηχανάκι του δεν θα βλέπει πολύ πάνω από 100 συχνά, και που θα πάει 120 αν ο άνεμος είναι ούριος, ο δρόμος έντονα κατηφορικός και οι πλανήτες ευθυγραμμισμένοι καταλλήλως, με τις βαλβιδούλες του να χοροπηδάνε στην κεφαλή λίγο πριν πεταχτούν έξω και το πλαίσιο ένα τσικ πριν κοπεί, συνήθως στην αριστερή μεριά, κοντά στον άξονα του ψαλιδιού.

Το σκεφτόμουν επίσης οδηγώντας την τελευταία βδομάδα το Honda ΜSX125, με το τετρατάχυτο συμπλεκτάτο ψεκαστό παπίσιο μοτεράκι του και τα δωδεκάρια λαστιχάκια του. Σε κάθε φανάρι κάποιος θα μου μιλήσει, ρωτώντας γι' αυτό, όπου σταματήσω όλοι το χαζεύουν, προφανώς γιατί το θεωρούν χαριτωμένο, γιατί κάτι τους λέει χωρίς ίσως να ξέρουν ακριβώς γιατί. Κι αυτό πάει 100 στην ευθεία, παραπάνω στον κατήφορο. Μέχρι τα 100 όμως, τα έχεις κάνει όλα κι έχεις περάσει πολύ καλά, ακόμα και στην πιο συνηθισμένη, βαρετή συνήθως διαδρομή. Γιατί μου ανάβουν φωτιές τώρα; Αν είχα ένα δεκάρικο για κάθε έναν που με ρώτησε, θα είχα μαζέψει τα λεφτά για να το αγοράσω, ή μήπως να τα μαζέψω για να πάρω δεκατριάρι Husqvarna, με τις τιμές που έχουν; Θέλει κανείς το εντεκάρι μου;

Ποιό είναι το μυστικό του Club 100; Κοίτα να δεις, ρωτάω ποιό είναι το μυστικό χωρίς να έχω εξηγήσει τι είναι το Club 100. Για να συνεννοούμαστε, προτείνω να λέμε πως ανήκουν στο Club 100 όλοι εκείνοι οι αναβάτες και όλες οι μοτοσυκλέτες που την κύρια απόλαυση από την οδήγησή τους την βρίσκουν πριν τα 100. Δεν υπάρχει περιορισμός κυβικών, ας είναι και Goldwing 1800, αρκεί να σου δίνει χαρά όταν την οδηγείς και κάτω από 100. Εκεί μέσα στο Club 100 μπαίνουν από μοτοποδήλατα μέχρι MX, trial και enduro, αν και οι superbikes και τα supersport όχι, καθώς δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως τα απολαμβάνει κυρίως πριν... φτάσει η πρώτη στον κόφτη. Στο Club 100 έτσι ανήκουν και τα classics, που κι αυτά τα απολαμβάνουμε με ταχύτητες καθημερινά εφικτές, κοινό χαρακτηριστικό των Club 100 μοτοσυκλετών. Όπως είπαμε και για τα χωματερά, που τα πάντα στον κόσμο τους συμβαίνουν κυρίως κάτω από τα 100, χωρίς αυτό να αφαιρεί ούτε στο ελάχιστο την γοητεία τους.

Το μυστικό λοιπόν του Club 100 είναι πως μπορείς να οδηγείς πραγματικά στο όριο, χωρίς να χρειάζεσαι ούτε πίστα, ούτε συγκεκριμένο είδος δρόμου, τίποτα το ειδικό. Κι όταν λέμε στο όριο, είναι από κάθε άποψη, στο όριο των δυνατοτήτων του αναβάτη ή της μοτοσυκλέτας: Στην ουσία, οι συγκινήσεις από την επαφή με αυτό το όριο δεν διαφέρουν από αυτές που ζει ο Rossi οδηγώντας στα MotoGP. Ακόμα κι ο ίδιος όμως ο Valentino, για να διασκεδάσει και να προπονηθεί και να ευχαριστηθεί οδήγηση όταν δεν καβαλάει την Μ1 του, κάνει γύρους σε πίστα dirt track με το Ouroboros που φτιάχνει ο πατέρας του ή παίζει με χωματερά μηχανάκια ή κοντράρεται με τους φίλους του πάνω σε φτιαγμένα τρίκυκλα Ape, άρα εκτός MotoGP, είναι κι εκείνος μέλος του Club 100, ακόμα κι αν δεν το ξέρει. Κάπως έτσι, διαπιστώνουμε πως στην κυριολεξία τους οι συγκινήσεις δεν εξαρτώνται από την απόλυτη ταχύτητα, παρά μόνο από την σχετική. Για να συγκινηθείς απαιτείται κίνηση, ελληνικά μιλάμε, ας καταλαβαίνουμε και τι σημαίνουν οι λέξεις. Γι' αυτό και υποστηρίζω πως για να ευχαριστηθείς την μοτοσυκλέτα, δεν απαιτείται ούτε η πιο γρήγορη, ούτε η πιο ακριβή, ούτε η πιο εξοπλισμένη, ούτε η πιο καινούργια. Το μόνο που χρειάζεται είναι να λειτουργεί, να την καβαλήσεις και να φύγεις.

Ίσως μερικούς να τους ξενίζει η ιδέα πως μπορεί να οδηγείς στο όριο ενώ πηγαίνεις σιγά. Κι εδώ μπαίνει η έννοια της απόλυτης και της σχετικής ταχύτητας. Όταν παλιότερα πηγαίναμε το ZX-12R τελικιασμένο στα 312, τότε βιώναμε την απόλυτη ταχύτητα μοτοσυκλέτας παραγωγής. Όταν σήμερα περνάμε ένα κακοτράχαλο μονοπάτι με 40, πάμε αργά; Σε απόλυτα νούμερα ναι, σε σχετική ταχύτητα όχι, αν είναι πολύ δύσκολο να περάσει κάποιος από το ίδιο μονοπάτι με 42. Άρα, μπορείς να οδηγείς οριακά με 40, ενώ αν ταξιδεύεις στον ανοιχτό δρόμο με 160 κινδυνεύεις να σε πάρει ο ύπνος.

Αν και δεν δεχόμαστε νταλίκες στο Club 100, απατάσθε αν πιστέψετε πως είναι αργές ή δεν οδηγούνται οριακά, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούμε εύκολα. Μια φορτωμένη νταλίκα που κινείται σταθερά με 100, μπορεί να βγάλει καλύτερη μέση ωριαία από μια παρέα γρήγορων που θα πηγαίνουν τέζα αλλά θα σταματάνε κάθε 50-60 χιλιόμετρα για ανεφοδιασμό, τσιγάρο και κουβεντούλα. Πόσες φορές δεν σας έχει τύχει να βλέπετε την νταλίκα που είχατε περάσει ώρα πριν, να σας προσπερνά όταν σταματήσετε στο βενζινάδικο; Βγάζει καλύτερη μέση ωριαία, τι να κάνουμε, κι όσο για την οριακή οδήγηση της νταλίκας, δεν την αντιλαμβανόμαστε όσο κινείται με σταθερή ταχύτητα, μόλις όμως συμβεί κάτι και πρέπει να φρενάρει ή να αλλάξει πορεία απότομα και αναλάβει πια η μάζα και η αδράνειά της τον λόγο, γίνεται χαμός.

Αν δεν απολαμβάνεις την οδήγηση πηγαίνοντας και χαλαρά, δεν είναι καλή η μοτοσυκλέτα. Σωστό ή λάθος; Ας το σκεφτούμε λίγο. Μου φαίνεται πως μια μοτοσυκλέτα που την απολαμβάνεις μόνο πηγαίνοντας γρήγορα, είναι χειρότερη από μια που την βρίσκεις μαζί της και στο χαλαρό και στο γρήγορο. Στην δεύτερη περίπτωση, χρειάζεται πολύ πιο ποιοτικές αναρτήσεις που να μπορούν να ανταποκριθούν το ίδιο καλά και σε χαμηλές και σε υψηλές ταχύτητες, κι αυτό είναι πιο δύσκολο και πιο ακριβό για να το πετύχει ένας κατασκευαστής μοτοσυκλετών. Απαιτείται επίσης πολύ μεγαλύτερη αρχική επένδυση στην σχεδίασή της, τόσο σε γνώση όσο και χρήμα, από το στάδιο της σχεδίασης ως τις δοκιμές εξέλιξης. Ζητήματα όπως η συγκέντρωση της μάζας κοντά στο κέντρο βάρους έχουν προκύψει και εξελιχθεί από αυτή ακριβώς την ανάγκη, της ομοιογενούς και προβλέψιμης συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας σε όλες τις συνθήκες. Πολλοί μπερδεύουν την έννοια "ευκολοδήγητο" πιστεύοντας πως λίγο πολύ σημαίνει "μειωμένων δυνατοτήτων". Το αντίθετο συμβαίνει. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αγαπημένες μας παντός δρόμου αυτού του τεύχους. Οι καλύτερες από αυτές χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις γενιές και δεκαετίες έρευνας, εξέλιξης και εμπειρίας για να φτάσουν τις σημερινές τους δυνατότητες, όπου φυσικά και είναι πιο ευκολοδήγητες από τις προγόνους τους ενώ ταυτόχρονα οι επιδόσεις τους είναι αναμφισβήτητα ανώτερες σε όλους τους τομείς. Και ειδικά για να γίνουν ικανές να μπουν και στο Club 100, να μπορούν δηλαδή να είναι απολαυστικές και όταν πηγαίνεις χαλαρά ή σε πολύ κλειστό στροφιλίκι, χρειάστηκε να βελτιωθεί τόσο η ομοιογένειά τους, όσο και κάθε υποσύστημά τους ξεχωριστά, μαζί με την αρμονική συνεργασία όλων των υποσυστημάτων. Νομίζετε πως είναι απλό να κάνεις ελαστικό έναν δικύλινδρο κινητήρα 1200 κυβικών και 130 ίππων, την στιγμή που μια γενιά πριν ένας παρόμοιος με 1000 κυβικά και 90 ίππους δεν ήταν; Καθόλου απλό. Αυτό φάνηκε άλλωστε γιατί ακόμα και μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας με τους ψεκασμούς ακόμα βελτιώνονται αισθητά κάθε χρόνο, σε αντίθεση με την αντίληψη που υπήρχε όταν πρωτοεφαρμόστηκαν (ή καλύτερα, την ελπίδα) πως τώρα τέλειωσαν όλοι μας οι μπελάδες, οι τροφοδοσίες αναφλέξεις θα αυτορυθμίζονται και με το software θα κάνεις μια έτσι με το laptop σου και θα τα φτιάχνεις όλα. Δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Όπως δεν είναι και απλό να φτιάξεις έναν προοδευτικό, σταθερής απόδοσης συμπλέκτη, ένα καλοσχεδιασμένο κιβώτιο με τις κατάλληλες σχέσεις και σωστή αίσθηση κουμπώματος ταχύτητας στο λεβιέ, και τόσα άλλα. Αυτό που θέλω να πω είναι πως για να φτιαχτεί μια ικανή μοτοσυκλέτα, απολαυστική σε όλες τις συνθήκες, ρυθμούς και ταχύτητες, απαιτείται πολύ περισσότερος κόπος, χρόνος, γνώση και χρήμα απ' ότι για να φτιάξεις μια που αποδίδει καλά μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες. Πρέπει να είσαι πολύ καλός για να μπεις στο Club 100!

Mε μια πιο ευρεία ερμηνεία, οι μοτοσυκλέτες που αξίζουν να μπουν στο Club 100 είναι όσες απολαμβάνουμε καθημερινά, σε κάθε ρυθμό και σε κάθε δρόμο, ανεξάρτητα από κυβικά, τιμή και ηλικία. Ήδη το Club απέκτησε το δεύτερο μέλος του, τον Λύκο, που ενθουσιάστηκε με την ιδέα, μην αρχίσετε όμως να λέτε για καταστατικά και προεδρεία, δεν χρειάζεται να καταδικάσουμε το Club μόλις που γεννήθηκε, είπαμε, το Club 100 είναι μόνο ιδέα και άποψη, κι ας παραμείνει έτσι.