Editorial 580 - Κέρδισε; Τιμωρήστε τον!

x
Από το

motomag

1/3/2018

Έχω μπερδευτεί. Κι αυτό που με έχει μπερδέψει είναι οι κανονισμοί των αγώνων. Σε όλο και περισσότερες κατηγορίες, όλο και περισσότερο όσο περνούν τα χρόνια, οι κανονισμοί προσπαθούν να εξισώσουν μεταξύ τους τις μοτοσυκλέτες, στο όνομα του “έντονου συναγωνισμού” και του “θεάματος”. Τι συνέβη στο παλιό καλό ρητό “οι αγώνες βελτιώνουν το είδος”;

Μια ματιά στους νέους κανονισμούς των Superbike είναι αποκαλυπτική. Οι κανονισμοί προβλέπουν όριο στροφών συγκεκριμένο για κάθε μοτοσυκλέτα, που θα κατεβαίνει αν κερδίζει! Κατ’ αρχήν, το όριο στροφών είναι θεμελιώδες για την αρχική σχεδίαση ενός κινητήρα. Άλλες απαιτήσεις έχει ένας κινητήρας που θα γυρίζει στις 11.000, τελείως διαφορετικές ένας που ανεβάζει 14.000. Τι κινητήρα θα σχεδιάσει η κάθε εταιρία; Και τι μπελάς, να ανεβοκατεβαίνει το όριο των στροφών αρκετές φορές μέσα στην χρονιά! Η αιτιολόγηση είναι η εξής: Στόχος είναι λέει, “η ισοτιμία στο πρωτάθλημα ώστε να ισοσταθμιστεί η απόδοση των αναβατών”… Δηλαδή το ιδανικό θα ήταν να τρέχουν αναβάτες με απολύτως ίδια απόδοση, με μοτοσυκλέτες εντελώς ίδιες μεταξύ τους; Κι αφού δεν μπορούν να βρουν κλωνοποιημένους, πανομοιότυπους αναβάτες, θα αλλάζουν συνεχώς τις μοτοσυκλέτες, τιμωρώντας αυτές που κερδίζουν! Εεε, συγνώμη αν ενοχλώ, αλλά υπάρχει κατηγορία με ίδιες ουσιαστικά μοτοσυκλέτες, και λέγεται Moto2, αν δεν το είχατε αντιληφθεί δηλαδή…

Η κυνικότητα προχωρά σε νέα επίπεδα, γιατί θα υπάρχει και ένα point system “παραχωρήσεων”, που θα επιτρέπει την αναβάθμιση των μοτοσυκλετών όσων δεν πάνε καλά, ενώ όσοι τερματίζουν βάθρο θα παίρνουν πόντους ποινής, που δεν θα τους επιτρέπουν αναβαθμίσεις! Στόχος εδώ είναι “ο περιορισμός της εξέλιξης των κινητήρων των πιο γρήγορων μοτοσυκλετών”, “η εξίσωση των ομάδων” και για τους θεατές, “μεγαλύτερη ποικιλία νικητών, με μάχες για τις πρώτες θέσεις”. Όλα αυτά είναι αντίθετα στην λογική των ίδιων των αγώνων. Όποιος κατασκευαστής κάνει την δουλειά του καλύτερα από τους άλλους, θα τιμωρείται. Όποιος αναβάτης κερδίζει ή τερματίζει βάθρο, θα τιμωρείται η μοτοσυκλέτα του. Δηλαδή θα φτάσουμε στην γελοιότητα να προτιμά κάποιος να τερματίσει τέταρτος αντί για τρίτος, αν πίσω του δεν είναι κάποιος που να τον απειλεί στο πρωτάθλημα, για να μην πάρει βαθμούς ποινής και του κάνουν πιο αργή την μοτοσυκλέτα! Η ιδέα και μόνο πως μοτοσυκλέτα που κερδίζει θα τιμωρείται με αφαίρεση ισχύος και ενδυνάμωση των αντιπάλων, είναι εξωφρενική. Οι αγώνες το πεδίο όπου οι κατασκευαστές θα έπρεπε να ενθαρρύνονται να καινοτομούν και να φτιάχνουν τους καλύτερους κινητήρες που μπορούν. Κι όλοι ξέρουμε πως η απόλυτη ιπποδύναμη δεν είναι αυτή που κερδίζει τους αγώνες: Αν ξαφνικά κάποιος μπορούσε να βγάλει 300 ίππους από ένα superbike, νομίζετε πως θα κέρδιζε; Φυσικά και όχι. Αν η ισχύς δεν είναι διαχειρίσιμη, αν το πλαίσιο, οι αναρτήσεις, το στήσιμο και τα φρένα δεν συμβαδίζουν με τον κινητήρα, δεν οδηγείται, και σίγουρα δεν οδηγείται γρήγορα για να κερδίσει αγώνες. Με αυτή την λογική, η τεχνολογική πρόοδος της Honda, όταν σχεδίασε κινητήρες που ανέβαζαν 5.000 στροφές παραπάνω από του ανταγωνισμού για να κερδίσει στο Isle of Man, και κατόπιν στα GP, θα έπρεπε να τιμωρηθεί.

Το χειρότερο είναι πως ο ιδιοκτήτης των αγώνων (η DORNA), αλλά και οι κατασκευαστές, αν συμφώνησαν, φαίνεται πως τα κάνουν όλα αυτά για τους λάθος λόγους. Πως έβγαλαν το συμπέρασμα πως με ίδιας απόδοσης μοτοσυκλέτες οι θεατές το απολαμβάνουν περισσότερο και πως οι αγώνες γίνονται πιο δημοφιλείς; Έχετε πάει σε MotoGP; Ακόμα κι από όσους θεατές είναι αρκετά φανατικοί για να μπουν στον κόπο και τα έξοδα να πάνε τουλάχιστον Σαββατοκύριακο σε μια πίστα να δουν αγώνα από κοντά, στην Moto3 ενδιαφέρονται αρκετοί, ας πούμε οι μισοί, στην MotoGP σχεδόν όλοι, ενώ στην Moto2 όπου όλες οι μοτοσυκλέτες έχουν ίδιους κινητήρες σύμφωνα με το ιδανικό της DORNA (κι οι περισσότερες, και ίδια πλαίσια), πάνε οι περισσότεροι θεατές για μπύρες και για μια βόλτα στα μαγαζάκια. Κι όσο για το αν οι μάχες για τις πρώτες θέσεις και οι πολλοί διαφορετικοί νικητές τονώνουν το ενδιαφέρον των θεατών, το 2017 στην Moto2 είχαμε πέντε διαφορετικούς νικητές (ο Morbidelli πήρε 8 νίκες), ενώ στα MotoGP είχαμε επίσης πέντε (ο Marquez και ο Dovizioso πήραν από έξι νίκες), ενώ στην Moto3 ο Mir πήρε 10 νίκες σε 18 αγώνες. Βλέπουμε λοιπόν πως ακόμα και με την κατηγορία “ενιαίου” όπως έχει γίνει η Moto2, η ποικιλία νικητών δεν διαφέρει από της MotoGP. Στην δε Moto3, όπου αντικειμενικά γίνεται της κολάσεως και οι μάχες είναι συνεχείς, ένας αναβάτης κυριάρχησε. Και ούτε η Moto2 ή Moto3 που έχουν πιο πολλές μάχες και προσπεράσματα είναι οι πιο δημοφιλείς κατηγορίες. Δεν τα ξέρουν όλα αυτά οι της DORNA; Πως θα γίνουν οι αγώνες δημοφιλείς αν δεν υπάρχει τεχνολογική και οδηγική υπεροχή; Η ιστορία έχει δείξει, τουλάχιστον στα μηχανοκίνητα σπορ, πως όποτε είχαμε κάποιου είδους κυριαρχία συνδυασμού αναβάτη – μοτοσυκλέτας ή αυτοκινήτου – οδηγού, σ’ αυτές οι εποχές οι αγώνες ήταν και οι πιο δημοφιλείς. Γιατί; Γιατί τότε δημιουργούνται μύθοι, συλλογικά αφηγήματα υπεροχής και εξαιρετικών επιδόσεων. Κι οι μύθοι είναι ό,τι πιο ισχυρό για το ανθρώπινο είδος. Δεν μπορώ να φανταστώ τι είδους άνθρωπος θα έλεγε “Aαα, εγώ για να ευχαριστηθώ αγώνα πρέπει όλα τα μηχανάκια να είναι ίδια, κι αν κάποιος αναβάτης ξεχωρίζει, να τον τιμωρούν”. Το λέει όμως η DORNA, που υποτίθεται πως κόπτεται για την θέαση των αγώνων, και κάνει συνδρομητική την παρακολούθησή τους. Στην Ιταλία, όπου έχουμε στοιχεία, από τότε που κλείδωσε η μετάδοση των MotoGP σε συνδρομητικό κανάλι, περίπου 1.000.000 θεατές τα παρακολουθούν. Πριν, ήταν πάνω από 5.000.000. Αυτό μπορεί να φέρνει έσοδα στην DORNA και το κανάλι, αλλά οι διαφημιζόμενοι και οι χορηγοί έχασαν τον 80% του κοινού τους. Για σκεφτείτε, αυτό τώρα κάνει καλό στο σπορ;

 

Πάλι καλά που υπάρχουν και δύο διαφορετικά είδη κινητήρων στα MotoGP, κι άλλα δύο στα Superbike, τετρακύλινδρα εν σειρά ή σε V. Αλλιώς, θα ήταν ήδη σαν ενιαίο. Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί πως με τόσο περιοριστικούς κανονισμούς η τεχνολογία έχει τελματώσει. Υπάρχει, και τα κοστολόγια είναι τεράστια, μόνο που είναι δύσκολο να ενθουσιαστεί κανείς μαζί της. Για παράδειγμα, εξαιρετική δουλειά έχει γίνει τα τελευταία χρόνια στον κρίσιμο τομέα της μείωσης των τριβών, και άρα των απωλειών ισχύος και της μείωσης των θερμοκρασιών, μαζί με την αύξηση της αξιοπιστίας. Αυτή η τεχνογνωσία έχει τεράστια σημασία και για τις καθημερινές μοτοσυκλέτες, κι όχι μόνο σε θέματα οικονομίας καυσίμου. Πως όμως να ενθουσιαστείς και να ενθουσιάσεις και τους φίλους σου μιλώντας τους για το πόσο μειωμένες τριβές έχει ο κινητήρας της νέας σου μοτοσυκλέτας; Αυτό εννοώ. Που είναι ο μύθος, που είναι η τεχνολογική ταυτότητα της κάθε εταιρίας, αν όλοι κάνουν τα ίδια; Πώς να γίνουν οι αγώνες συναρπαστικοί για τους θεατές, κι αυτός ο ενθουσιασμός να περάσει στο δρόμο, στις πωλήσεις; Κι αν φτάνουμε στο σημείο να τιμωρούμε όσους πετυχαίνουν μια εξαιρετική επίδοση, τότε νομίζω πως το έχουμε χάσει το νόημα. Και μαζί του, όσο υπάρχουν τόσο περιοριστικοί κανονισμοί, την ελπίδα για πραγματική ελευθερία δημιουργίας υπέροχων μηχανών και συναρπαστικών μύθων.   

 

 

 

editorial 526 - Ο ταξιδιώτης και άλλες ιστορίες

Από το

Μαύρο Σκύλο

2/9/2013

Τον βλέπω σταθερά τα τελευταία καλοκαίρια. Έχει ένα από τα πρώτα Transalp, ασημί με ταμπούρο, πρέπει να φτάνει την εικοσπενταετία γεμάτη πια (το Transalp, ο ιδιοκτήτης είναι μεγαλύτερος). Το χρώμα της μάνας του, μοναδική διακόσμηση δεκάδες αυτοκόλλητα από διάφορες χώρες του κόσμου. Θυμίζει αυτές τις προπολεμικές βαλίτσες που είχαν κολλημένα πάνω τους σήματα θερέτρων και ξενοδοχείων, πιστοποίηση της οικονομικής άνεσης του ταξιδεμένου ιδιοκτήτη τους. Μόνο που εδώ μιλάμε για το ακριβώς αντίθετο. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος φαίνεται πως ταξιδεύει πολύ, με τα ελάχιστα δυνατά έξοδα. Ουδεμία υποψία ασορτί τριβάλιτσου και ηλεκτρονικών βοηθημάτων, εργαλεία που πολλοί θεωρούν πια απαραίτητα για ταξίδι. Τα πράγματα δεμένα με χταπόδια το ένα πάνω από το άλλο, η σκηνή, το στρωματάκι, το sleeping bag. ειδικά η σκηνή του θα πρέπει να αποτελέσει έκθεμα σε ταξιδιωτικό μουσείο. Μιλάμε για ένα σκηνάκι που είναι τόσο μικρό, ώστε είσαι σίγουρος όταν το δεις πως ο ένοικός του αποκλείεται να κοιμάται ποτέ με τα πόδια τεντωμένα, αφού έτσι κι αλλιώς δεν χωράει μέσα σε άλλη στάση εκτός από την εμβρυακή. Το μέγεθός του είναι ένα θέμα, το άλλο είναι η κατάστασή του. Φτιαγμένο από το σύνηθες ασημί απ' έξω, μπλε σκούρο από μέσα πανί, έχει φτάσει πια σε μια κατάσταση φθοράς που είναι πιο πολύ μπλε απ' έξω παρά ασημί. Οι μπανέλες του ίσα που το στηρίζουν όρθιο, το πανί ίσα που στέκει και δεν διαλύεται σε μικρά-μικρά κομματάκια για να το πάρει ο αέρας. Έχω δει τέτοια σκηνάκια να τα πουλάνε 9,9 ευρώ καινούρια, κι όχι σε προσφορά. Κι όμως, δεν το αλλάζει με τίποτα. Για περίπτωση βροχής, κουβαλάει μαζί του ένα νάιλον, που το ρίχνει από πάνω και το καλύπτει ολόκληρο, ενώ περισσεύει και γύρω-γύρω πάνω από μέτρο. Μιλάμε για ένα στάδιο πριν την ασφυξία. Αλλά πόσο συχνά βρέχει το καλοκαίρι;

Πέρα από το κράνος, και ο μοτοσυκλετιστικός εξοπλισμός λάμπει δια της απουσίας του. Μινιμαλισμός κι εκεί. Το θέμα είναι όμως πως ο άνθρωπος ταξιδεύει, σε άσφαλτο και χώμα, και ταξιδεύει πολύ, σε αντίθεση με όσους εγκλωβίζονται σε απαιτητικά στερεότυπα και καταλήγουν να μην κάνουν τίποτα. Όσοι θεωρούν πως χρειάζονται απαραιτήτως μοτοσυκλέτα των 20.000 ευρώ για να ταξιδέψουν, καταλήγουν να χάνουν το ίδιο το ταξίδι. Με 20.000 ευρώ ο συγκεκριμένος ταξιδιώτης θα έκανε δύο φορές το γύρο του κόσμου.

Ο "πού είμαι ρε γαμώτο;": Βρισκόμουν σε ένα απομονωμένο ορεινό χωριό, απ' αυτά που το κοντινότερο βενζινάδικο είναι στα 50 χιλιόμετρα, αλλά που τώρα πια οι δύο από τις τρεις οδικές προσβάσεις του είναι ασφαλτοστρωμένες. Ακούω τετρακύλινδρο μοτέρ να πλησιάζει, με τον αναβάτη του να το φορτώνει το στροφόμετρο. Φτάνει στο χωριό, σταματάει χωρίς να κατέβει και χωρίς να βγάλει κράνος, ρίχνει μια ματιά δεξιά-αριστερά, κάνει επί τόπου στροφή και φεύγει προς την κατεύθυνση που ήρθε. Μυστήριο. Αν είχε ξεχάσει κάτι στο σπίτι, κι ήταν κάτοικος Αθηνών, ήθελε χίλια χιλιόμετρα μπρος πίσω για να πάει να το πάρει. Μερικοί όμως αφορμή για να κάνουν χιλιόμετρα ψάχνουν. Μπορεί όμως να αντιλήφθηκε, λίγο αργά είναι η αλήθεια, πως είχε φτάσει σε λάθος χωριό για το ραντεβού του. Tip: Φίλε, μην εμπιστεύεσαι το GPS, ειδικά αν έχει αυτόματη διόρθωση, κι αντί να πας στο Με-λιγαλά σε στέλνει στο Μέ-τσοβο. Επίσης, παίζει κι εκείνη να σε έστησε, και να μην είχε ποτέ σκοπό να σε συναντήσει.

Ο φιλομαθής με τον φραπέ στο χέρι: "Ρε συ, πες μου τώρα που σε βρήκα, εσύ που ξέρεις. Το Horex το καινούργιο είναι καλό;" Τι να σου πω ρε συ, δεν βλέπω πολλά να κυκλοφορούν, αν το πάρεις όμως, ευχαρίστως να το οδηγήσουμε.

Άλλος, σε διαδικασία επίλυσης μυστηριωδών συμπτωμάτων: "Έχει ένα πρόβλημα η μοτοσυκλέτα μου. Ξεκινάω, και μόλις βάζω τρίτη-τετάρτη ο κινητήρας σβήνει. Ευτυχώς ήταν κατηφόρα ως το σπίτι κι έβαλα την ουδέτερη, ξέρεις, την NATURAL, και τσούλησα μέχρι εκεί. Ο μάστορας μου είπε πως φταίει η εξάτμιση, που δεν είναι της μάνας του, και μου έχει παραγγείλει μια καινούργια. Πιστεύεις πως θα λυθεί το πρόβλημα;" Του μάστορα σίγουρα, της μοτοσυκλέτας, χλωμό το βλέπω.

Οι ασορτί: Ίδια κράνη, ίδια ρούχα με την συνεπιβάτιδα, και να σωστά μαντέψατε, Γερμανική μοτοσυκλέτα οδηγούσε, απ' αυτές με τα Βαυαρικά και κατόπιν υιοθετημένα Ελληνικά χρώματα στο σηματάκι τους. Οι βαλίτσες της μαμάς του, η οδήγηση δική του. Με αυτοκίνητο ήμουν, σε δρόμο με κίνηση, και μέσα σε μια ώρα τον πέρασα – με πέρασε τρεις φορές. Μα τι κάνουν; Συχνουρία έχουν; Ποιό είναι το νόημα να οδηγείς μοτοσυκλέτα αν σε ένα δρόμο με κίνηση πηγαίνεις τελικά πιο αργά από τα αυτοκίνητα; Tip: Yπάρχουν και αυτοκίνητα με το ίδιο σηματάκι.

Οι κλαμπάτοι: Για άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε φέτος το καλοκαίρι η υποψία μου πως μόλις η παρέα μεγαλώσει πάνω από τις δύο-τρεις μοτοσυκλέτες, η μέση ωριαία τους πέφτει δραματικά. Τα πράγματα χειροτερεύουν όταν οι μοτοσυκλέτες είναι όλες ίδια μοντέλα, οπότε για κάποιο μυστηριώδη λόγο ο αριθμός των στάσεων αυξάνεται εκθετικά, και η άφιξη στον όποιο προορισμό γίνεται όνειρο όλο και πιο μακρινό. Επιπλέον, κάθε κατηγορία μοτοσυκλετών φαίνεται πως προτιμά διαφορετικά σημεία για στάση. Οι παρέες με αναβάτες μεγάλων on-off σταματούν μόνο εκεί που υπάρχει φαγητό, και έχω την υποψία πως μερικές τέτοιες παρέες σταματούν σε ΟΛΑ τα σημεία όπου υπάρχει φαγητό. Με το δεδομένο πως κατά κανόνα το φαγητό στους κεντρικούς οδικούς άξονες είναι για πέταμα, είναι να απορείς τι είδους γαστριμαργικό τουρισμό κάνουν οι άνθρωποι. Βεβαίως, έτσι σου λύνεται η απορία γιατί από μακριά το Varadero το 1000 φαινόταν σαν 125.

Ούτε οι σφήκες: "Σταμάτησα να φάω δυο σουβλάκια ρε παιδί μου, ε, αν έρχεσαι για Ήπειρο από Αθήνα μέσω της παλιάς εθνικής, Θήβα, Λειβαδιά, Μπράλο, Δομοκό, με 640 Adventure, σε πιάνει μια πείνα. Κάπου μετά την Καλαμπάκα, παραγγέλνω δυο σουβλάκια, τρώω το ένα γιατί πείναγα πολύ, κι όπως κοίταζα το άλλο, έρχονται κάτι σφήκες, το μυρίζουν... και φεύγουν." Προφανώς ο φίλος που μου διηγήθηκε την ιστορία την παρεξήγησε την φάση, και δεν κατάλαβε πως μ' αυτό τον τρόπο οι Έλληνες επιχειρηματίες στο χώρο της εστίασης βοηθούν αποτελεσματικά στη διατήρηση της σιλουέτας των ταξιδιωτών. Το σκεπτικό είναι απλό: Δεν θα φας πολύ, αφού δεν τρώγονται. Κι αν φας έστω και λίγο, δεν θα θέλεις να ξαναδείς κρέας για κανένα μήνα. Αποτοξίνωση. Tip: Μπορείτε να κουβαλάτε μια σφήκα μαζί σας, για να δοκιμάζει το φαγητό των εστιατορίων της εθνικής πριν το ακουμπήσετε.

Τα χαρμάνια: Για κάποιον περίεργο λόγο, οι αναβάτες των superbike καπνίζουν περισσότερο. Μπορεί να υπάρχει μια μυστηριώδης σύνδεση με τις συχνότητες των κραδασμών δεύτερης τάξης των τετρακύλινδρων και τις εκκρίσεις αδρεναλίνης, που κάνει επιτακτική την ανάγκη για νικοτίνη στα πιο άσχετα σημεία. Τους έχω δει σταματημένους σε ΛΕΑ πλάτους 40 πόντων με τις νταλίκες να περνάνε στον πόντο από τα κλιπόν τους, να τραβάνε παράλληλη τζούρα από το τσιγάρο τους και το φουγάρο του φορτηγού. Επίσης, πρέπει να κατέχουν το ανεπίσημο ρεκόρ για το πιο γρήγορο άναμμα τσιγάρου από την στιγμή που το σταντ θα ακουμπήσει στην άσφαλτο. Υπάρχει λόγος όμως γι' αυτό: Πρέπει να δείξουν στο φίλο τους, που θα σταματήσει ένα λεπτό μετά, πως τον περιμένουν πολλή ώρα. Σ' αυτό βοηθούν και μερικές γόπες που μπορείς να έχεις φυλαγμένες σε αλουμινόχαρτο, και τις πετάς κάτω μόλις σταματήσεις: "Που είσαι ρε σαύρα, μισό πακέτο έχω κάνει..."

Το μυστήριο των διοδίων: Βλέπω μοτοσυκλέτες σταματημένες μετά τα διόδια, και απορώ. Την ημέρα, κάθονται μέσα στον ήλιο, εκεί ακριβώς που αυτοκίνητα και νταλίκες επιταχύνουν και το καυσαέριο πάει σύννεφο. Η ζέστη μπορεί να είναι αφόρητη, τα ρούχα τους κατά κανόνα μαύρα, αλλά αυτοί εκεί, κάνουν στάση ή περιμένουν τους φίλους τους. Τη νύχτα, σταματούν καμιά εκατοστή μέτρα μακριά, εκεί που το ημίφως αρχίζει να γίνεται σκοτάδι και τα νυσταγμένα και βαριά φώτα του νταλικιέρη δεν θα είναι αρκετά για να τους δει. Απ' την άλλη, αν θες να σταματήσεις κάπου και ΔΕΝ θέλεις να πας σε βενζινάδικο ή εστιατόριο, οι επιλογές σου περιορίζονται πολύ. Τα πάρκινγκ των ακριβοπληρωμένων μας "εθνικών οδών" βρωμάνε και ζέχνουν, που να τα επισκεφθείς και νύχτα; Για προορισμούς γράφουν όλα τα ταξιδιωτικά, μήπως ήρθε η ώρα να φτιάξουμε μια λίστα με τα "Φιλικά στο μοτοσυκλετιστή σημεία στάσης";

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας: Στο ΗΙGH TEST του 1998, όταν με ... οn-off είχαμε πάει κοντά στις ψηλότερες κορυφές της Ελλάδας, ανεβήκαμε όσο μπορούσαμε και στον Σμόλικα, το δεύτερο ψηλότερο βουνό. Είχαμε 12 on-off και μέσα σε πέντε μέρες επισκεφθήκαμε πέντε βουνά πάνω από τα 2000 μέτρα. Πλάκα είχε. Περιττό να σας πω πως τα μηχανάκια είχαν πέσει όλα, όπως και οι μισοί τουλάχιστον αναβάτες. Στον Σμόλικα έπεσε το τελευταίο που είχε μείνει αλώβητο, σε μια ανηφόρα που σηματοδότησε και το τέλος της ανάβασής μας στο βουνό. Όχι πως είχαμε πει πως θα την ανέβουμε, ήταν τόσο μεγάλη η κλίση και τόσο ανώμαλο το έδαφος που δεν είχε νόημα με αυτά τα μηχανάκια. Από τότε όμως, αν και ήξερα πως από πάνω υπάρχει μια στάνη και ξεκινά το μονοπάτι για την Δρακόλιμνη, μου είχε μείνει η απορία: Που τελειώνει ο δρόμος; Πόσο πάει ακόμα; Ευκαιρία να το ανακαλύψω, αφού πέρναγα από την περιοχή. Ο δρόμος είναι πολύ όμορφος, ξεκινά από το χωριό Πάδες κι ανηφορίζει στον Σμόλικα, περνά από ξέφωτα όπου περιμένεις να δεις νεράιδες κι από σκοτεινά δάση όπου μόνο τρολ μπορούν να ζουν, νερά τρέχουν παντού. Μας κάνουν εντύπωση τα πολλά σπασμένα δέντρα. Φτάνουμε και στην επίμαχη ανηφόρα, εκεί είναι ακόμα, μόνο που ο δρόμος την παρακάμπτει πια: Συνεχίζει δεξιά, μια αριστερή φουρκέτα, μια δεξιά και στα πενήντα μέτρα από την κορυφή της περιβόητης ανηφόρας, σταματάει σε μια στάνη. Αυτό ήταν λοιπόν. Αν τότε είχαμε παιδευτεί, είχαμε τραβήξει κι είχαμε σπρώξει για να ανεβάσουμε ένα τουλάχιστον μηχανάκι επάνω, θα έκανε άλλα πενήντα μέτρα πριν σταματήσει! Υψόμετρο εκεί; 1940 μέτρα, δυο ευγενικά παλικάρια στη στάνη, η μάνα τους και η γιαγιά τους: "Λύσσαξαν τα σκυλιά ψες βράδυ γιε μου, αρκούδα δεν ήταν, δεν κάνουν έτσι άμα ειν' αρκούδα, λύκος ήταν αλλά τίποτα δεν έκανε".

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας επιτέλους έχει λυθεί, τώρα μένει άλλο: Ανεβαίνει μηχανάκι στην Δρακόλιμνη από κει;