Editorial 579 - Η περιπέτεια είναι παπί

Από το

motomag

1/2/2018

Ίσως να φαίνεται βαρύς ο προσδιορισμός “H πιο σημαντική μοτοσυκλέτα του κόσμου”. Δεν υπάρχει όμως κάποια άλλη πιο επιτυχημένη, ή με μεγαλύτερη επιρροή σε όλο τον πλανήτη. Και ναι, μιλάμε για το ταπεινό παπί, που διεκδικεί ακόμα και τον τίτλο της πιο βολικής και ρεαλιστικής μοτοσυκλέτας περιπέτειας. Αν πιστέψει κανείς πως για να ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο, στα πιο απομακρυσμένα σημεία του και στα πιο απίθανα μέρη, ο μόνος και καλύτερος τρόπος είναι να ξεκινήσει αγοράζοντας μια μοτοσυκλέτα δεκάδων χιλιάδων ευρώ, ας το ξανασκεφτεί. Κάποιοι προτιμούν με ένα τέτοιο ποσό να ταξιδέψουν για χρόνια, αντί να το ξοδέψουν πριν καν ξεκινήσουν. Κι είναι άδικο να πεθαίνουν όνειρα εξ αιτίας προκαταλήψεων.

Μια τέτοια εξαιρετικά διδακτική περίπτωση είναι αυτή του Άγγλου Ed March. Είχε ένα παπί, ένα C90 που το είχε αγοράσει πολύ μεταχειρισμένο για κάτι λιγότερο από 200 ευρώ. Όταν είδε εκείνο το επεισόδιο του Top Gear που διασχίζουν το Vietnam με μηχανάκια, του ήρθε η ιδέα να στείλει το παπί του εκεί, και να γυρίσει οδικώς πίσω στην Αγγλία. Οι φίλοι του του είπαν πως πρόκειται για μια χαζή ιδέα, καθώς “δεν γίνεται να κάνεις τον γύρο του κόσμου με ένα C90”. Οι φίλοι προφανώς δεν ήξεραν πως αυτό ήταν κάτι που είχε ήδη γίνει πριν πολλά χρόνια (το συγκεκριμένο παπί που είχε κάνει τον γύρο του κόσμου το είχα δει στο Isle of Man, κι είχε επιστρέψει χωρίς ούτε ένα σκασμένο λάστιχο στην διαδρομή, κι ήταν σε άριστη κατάσταση), αλλά ευτυχώς ο Ed δεν πτοήθηκε, κι έστειλε το παπί του στην Μαλαισία. Όταν πήγε να το βγάλει από το τελωνείο, διαπίστωσε πως είχε ξεχάσει τα κλειδιά στο σπίτι… Mπροστά όμως στους τελωνειακούς, “έσπασα την κλειδαριά του τιμονιού με ένα κατσαβίδι και μια πέτρα, βραχυκύκλωσα τα καλώδια και πήγα μέχρι το πρώτο συνεργείο, όπου με περίπου 7 ευρώ άλλαξα κλειδαριά και διακόπτη”. Αυτή ήταν η αρχή ενός ταξιδιού 8 μηνών και πάνω από 23.000 χιλιομέτρων. Το έκανε. Και του άρεσε. Το επόμενό του ταξίδι ήταν να πάει ως το Nordkapp μέσω Πολωνίας και Φινλανδίας, επιστρέφοντας από Νορβηγία και Σουηδία, πάνω από 6.400 χιλιόμετρα. Φεβρουάριο, και κατασκηνώνοντας όπου νυχτωνόταν. Μετά σκέφτηκε να οργανώσει ένα ταξίδι και για άλλους, και βρήκε επτά άτομα με παπιά, τα έστειλαν στην Μογγολία και από κει επέστρεψαν στην Αγγλία. Σύνολο 11.200 χιλιόμετρα. Την επόμενη χρονιά, μαζί με την φίλη του, έκαναν 40.000 χιλιόμετρα από την Αλάσκα ως την Αργεντινή, αλλά δεν τους έφτασαν, κι έκαναν άλλα 28.800 διασχίζοντας τον Καναδά – χειμώνα. Κάποια βράδια, η θερμοκρασία μέσα στην σκηνή τους έπεφτε στους μείον 32, και το πρωί έπρεπε να βάλουν φωτιά κάτω από τους κινητήρες για να ζεσταθούν τα λάδια. Καλά θα πέρασαν, γιατί στην συνέχεια κατηφόρισαν ως το Tennessee, όπου ακολούθησαν το TransAmerica Trail ως το Oregon – μια εκτός δρόμου διαδρομή, άλλα 6.400 χιλιόμετρα.  Συνολικά έχει κάνει πάνω από 180.000 χιλιόμετρα σε 36 χώρες με ένα μηχανάκι ηλικίας 30 ετών και 200 ευρώ. “Ναι, μπορεί κάτι να χαλάσει, αλλά μπορεί να φτιαχτεί οπουδήποτε με ο,τιδήποτε. Οι άνθρωποι γελάνε όταν τους λέω πως η μόνη συντήρηση που κάνω είναι να βάζω βενζίνη, αλλά εκτός από αλλαγές λαδιών κάθε 1.500 χιλιόμετρα, δεν έχω λαδώσει ποτέ καμία ντίζα, δεν έχω γρασάρει τίποτα, δεν το έχω πλύνει ποτέ. Μερικές φορές βάζω λίγο λάδι στην αλυσίδα, αλλά όταν με 15 ευρώ παίρνεις και αλυσίδα και γρανάζια, δεν έχει και πολλή σημασία αν δεν την λαδώσω…”

H ιδέα των ταξιδιών με παπί δεν είναι νέα, αλλά στην εποχή μας το να ταξιδεύεις με μια απλή, φτηνή μοτοσυκλέτα που δεν σε νοιάζει ακόμα κι αν καταστραφεί, κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος. Καταστάσεις που με μια μεγάλη, βαριά και βαρυφορτωμένη μοτοσυκλέτα μπορούν να οδηγήσουν εύκολο σε ακινητοποίηση ή τραυματισμό, με κάτι μικρό περνούν με γέλιο. Ο Ed March θεωρεί μειονέκτημα την μικρή τελική, αλλά ως εκεί. Κι είναι κυρίως θέμα φιλοσοφίας, τι θεωρεί κανείς ταξίδι. Για κάποιους, πιεσμένους από χρόνο, μπορεί να είναι ατέλειωτα χιλιόμετρα κάθε μέρα, για άλλους όμως να μετράει περισσότερο η επαφή με τους τόπους και τους ανθρώπους. Πάνω σε ένα παπί, πας αργά και τα βλέπεις όλα, τα μυρίζεις όλα, τα αισθάνεσαι όλα. Και μόλις ξεφύγει κανείς από τους μεγάλους δρόμους και το άγχος της άφιξης, τα πάντα είναι διαφορετικά και η μικρή τελική γίνεται πλεονέκτημα. Έπεσες; Τι πιο απλό από το να σηκώσεις ένα παπί; Όπως λέει ο March, “Τα όριά του είναι χαμηλά, και οι όποιες ικανότητες έχω αρκούν. Πολύ γρήγορα ανακάλυψα πως αυτό το μηχανάκι μ’ αφήνει να το διασκεδάζω, πολλές φορές γελάω όταν το οδηγώ, κάτι που δεν συνέβαινε με το Husqvarna TE610 που είχα πριν. Επιπλέον, με το παπί είμαι σχεδόν αόρατος, δεν ξεχωρίζω, και οι άνθρωποι είναι πολύ πιο φιλικοί μαζί μου απ’ ότι αν οδηγούσα μια μεγάλη, ακριβή μοτοσυκλέτα. Ακριβώς επειδή η όλη εμφάνισή μου ως ταξιδιώτη με παπί είναι και λίγο γελοία. Είναι υπέροχα ειρωνικό το γεγονός πως ο λόγος που δεν ξεχωρίζω είναι πως οδηγώ το πιο δημοφιλές όχημα του κόσμου! Κι οι άνθρωποι που συναντώ καταλαβαίνουν πως δεν υπάρχει τίποτα το εξαιρετικό είτε σε μένα είτε στη μοτοσυκλέτα μου, κι αυτό τους το κάνει πιο εύκολο να ταυτιστούν μαζί μου. Μου λένε πως τους αρέσει που είμαι ένας συνηθισμένος άνθρωπος σαν κι εκείνους, που απλά έχει κάνει μια δυό επιλογές στην ζωή του. Μου λένε πως τους εμπνέω γιατί θα μπορούσαν εύκολα να κάνουν αυτό που κάνω κι εγώ, αν το αποφάσιζαν. Δεν είναι κάτι δύσκολο ή ανέφικτο”.    

Είχα δύο παπιά στη ζωή μου, και τα δύο γκρι. Το ένα πρέπει να ήταν ίδιας ηλικίας με μένα, από τα πρώτα με επικεφαλής εκκεντροφόρο, άσπρα καπάκια, άσπρο κοντέρ και καρμπυρατέρ καθέτου ροής. Το δεύτερο, “πεταλούδα” ή “γλάρος”, με το πλαίσιο του 12βολτου. Οι καλύτερες αναμνήσεις κι από τα δύο ήταν οι εκδρομές μ’ αυτά, φορτωμένα με όλο τον κατασκηνωτικό εξοπλισμό, σε χώματα, λάσπες, ποτάμια, βουνά. Με παρέα άλλα πενηντάρια παπιά, πηγαίναμε παντού όπου θα πηγαίναμε και με μια “μοτοσυκλέτα περιπέτειας”, αλλά πολύ πιο φτηνά (ειδικά όταν είσαι μαθητής ή φοιτητής και τα χρήματα ήταν ελάχιστα), χωρίς μπελάδες (το χειρότερο θα ήταν να φτιάξουμε ένα σκασμένο λάστιχο ή να βγάλουμε κανένα μπροστινό φτερό όταν μπούκωνε από λάσπη), χωρίς άγχος. Τα μαρσπιέ τους στράβωναν όταν έπεφτες, αλλά ίσιωναν εύκολα, οι αλυσίδες τους ήταν καλυμμένες, η βενζίνη που έκαιγαν ελάχιστη (με ένα έξτρα πεντόλιτρο μπορείς να διασχίσεις την Πίνδο) και δεν διαμαρτύρονταν αν δούλευαν μέρες, μήνες, χρόνια τέρμα γκάζι. Ακόμα και χωρίς λάδι. Και τελικά, η απόσταση που θα διανύσουν δεν τα επηρεάζει καθόλου. Χρόνο να έχεις.

Και κάπως έτσι, το ταπεινό παπί μπορεί επάξια να διεκδικήσει έναν ακόμα τίτλο, αυτόν της πιο βολικής μοτοσυκλέτας περιπέτειας ever. Γιατί αυτόν της πιο οικονομικής από κάθε άποψη μοτοσυκλέτας περιπέτειας, και ανθεκτικής, τον έχει ήδη.

 

ΥΓ: Τα ξαναθυμήθηκα όλα αυτά, με αφορμή την επέτειο του παπιού της Honda (60 χρόνια, 100 εκατομμύρια κομμάτια) κι ένα υπέροχο ταξίδι αναζήτησης της ιστορίας της γέννησης του παπιού, στην μεταπολεμική Ιαπωνία και την φιλοσοφία των ριζοσπαστικών μυαλών του Soichiro Honda και του Takeo Fujisawa.

 

editorial 520 - χωματερές ψυχές

Από το

Μαύρο Σκύλο

28/2/2013

Η είδηση έσκασε σαν βόμβα: Η ΚΤΜ αγόρασε την Husqvarna από την ΒΜW. Αλλά ήταν λάθος. Το σωστό είναι πως ο Stefan Pierer, CEO της ΚΤΜ, αγόρασε την Husqvarna μέσω μιας δικής του εταιρίας, της Pierer Industrie AG. H αγορά μένει να επικυρωθεί από την Αυστριακή Επιτροπή Ανταγωνισμού, αν και δεν βλέπω να υπάρξει κάποιο πρόβλημα από κει. Τα προηγούμενα χρόνια, στόχος του Pierer και της ΚΤΜ ήταν σαφώς η BMW, και το πέτυχε: Το 2012 οι πωλήσεις της ΚΤΜ ήταν μεγαλύτερες από της ΒΜW. Οι Γερμανοί είχαν αγοράσει την Husqvarna για να χτυπήσουν την ΚΤΜ και με τα ίδια της τα όπλα, τις χωματερές μοτοσυκλέτες. Ξόδεψαν πολλά χρήματα και τεχνογνωσία, εξελίσσοντας μοτοσυκλέτες enduro, δρόμου και on-off με κινητήρες που ήδη είχαν, βελτιώνοντας την σειρά ΜΧ & enduro X-Lite και εκσυγχρονίζοντας το εργοστάσιο της Husqvarna στο Varese. Αυτό που δεν μπόρεσαν να καταλάβουν αρχικά, είναι πως το κοινό της Husqvarna είναι εντελώς διαφορετικό από της BMW, και πως δεν θα ήταν αρκετό να τα βάλουν δίπλα-δίπλα στις εκθέσεις. Κάπως έτσι, η BMW έδωσε προτεραιότητα σε Husqvarna δρόμου, αντί να ολοκληρώσει την χωματερή γκάμα της Husqvarna με τα ψεκαστά δίχρονα που ήδη ήταν σε εξέλιξη, κι έτσι έφτιαξε μια εταιρία που εν μέρει την ανταγωνιζόταν μέσα στο ίδιο της το σπίτι. Μπέρδεμα, μέχρι που ο Αυστριακός εχθρός αγόρασε τον αντίπαλο.

Η πρώτη σκέψη ενός ρομαντικού σαν κι εμένα, μόλις έμαθα πως την αγόρασε με την προσωπική του εταιρία, ήταν πως να, θα πουλήσει στην Ινδική Bajaj το πάνω από 50% της ΚΤΜ που έχει, και θα κάνει την Husqvarna άξιο αντίπαλο της ΚΤΜ! Την δουλειά την ξέρει, και οι Ινδοί έχουν ήδη το 47,5% της ΚΤΜ. Ο Pierer όμως μπορεί να αγαπάει τις μοτοσυκλέτες, αλλά δεν είναι ρομαντικός, είναι businessman. Mέχρι τώρα έχει δώσει δύο συνεντεύξεις, τη μία σε Ολλανδικό site και την άλλη σε Ινδικό τηλεοπτικό κανάλι. Οι δηλώσεις του έχουν ενδιαφέρον: "Με την ΚΤΜ να είναι ήδη παγκόσμιος ηγέτης στο enduro και το ΜΧ, η περαιτέρω ανάπτυξη είναι δύσκολη. Γι' αυτό, όπως ήδη έχουν κάνει πολλές αυτοκινητοβιομηχανίες, χρειαζόμαστε περισσότερες μάρκες κάτω από την ίδια στέγη, που θα συνεργάζονται στην εξέλιξη, στις αγορές εξαρτημάτων, σε κοινούς κινητήρες και πλαίσια. Η Husqvarna πρέπει να επιστρέψει στις ρίζες της, είχε ξεφύγει πολύ. Έχουμε και την Husaberg, αλλά πιστεύω πως η Husqvarna έχει την δική της θέση στο χώρο, και με αυτή θέλουμε να ανταγωνιστούμε την Yamaha, την Suzuki και την Kawasaki. Έχει μια υπέροχη ιστορία, αλλά εντελώς λάθος γκάμα μοντέλων και πορεία. Θα επιστρέψει σύντομα εκεί που κυριαρχούσε, στο motocross και το supermoto, ενώ μέσα στη χρονιά θα φτιάξουμε την κατάλληλη μοτοσυκλέτα, με τις προδιαγραφές και τον χαρακτήρα που της ταιριάζει. ΚΤΜ και Husqvarna θα έχουν ξεχωριστή εικόνα, μοντέλα και δίκτυα πωλήσεων. Δεν ξέρω ακόμα αν η παραγωγή θα μείνει στο Varese ή θα μεταφερθεί στο Mattighofen. Aγόρασα την Husqvarna με την προσωπική μου εταιρία, αλλά αυτό στο μέλλον μπορεί να αλλάξει, και να συμπεριλάβει την Bajaj. Η τιμή ήταν λογική και για μένα και για την BMW, κι ήταν αυτονόητο να απευθυνθούν σε μας, από την στιγμή που ήθελαν να αφήσουν τον τομέα του off-road."

Τις αμέσως επόμενες μέρες, ο Pierer ανακοίνωσε σε Ινδικό κανάλι τα σχέδιά του για την Husqvarna, σε σχέση με την Bajaj: "Σε δύο χρόνια τα πρώτα Husqvarna θα βγουν από τις γραμμές παραγωγής της Bajaj στο Chakan, αρχικά με βάση την κοινή πλατφόρμα κινητήρων-πλαισίων στα 125 και 200 κυβικά, για την Ινδική αγορά και τις αναπτυσσόμενες χώρες." Προφανώς αυτό αφορά κλώνους των Duke 125 και 200, πιθανώς αργότερα και του Duke 390 που θα αρχίσει σύντομα να πωλείται. Όταν όμως τα πρώτα σχέδια που ανακοινώνεις αφορούν μοτοσυκλέτες δρόμου, πως λες "επιστροφή στις ρίζες" και "λάθος γκάμα"; Ίσως η επιστροφή να είναι σε μακρινές ρίζες, αφού οι μοτοσυκλέτες Husqvarna ξεκίνησαν να παράγονται το 1903, από μια εταιρία που υπήρχε με το ίδιο όνομα από τον 18ο αιώνα, και φέτος γιορτάζουν τα 110 τους χρόνια. Στην πορεία της είχε και δικύλινδρες αγωνιστικές μοτοσυκλέτες δρόμου, αλλά εμείς έχουμε περισσότερο στο μυαλό μας την ιστορική χωματερή της εποχή που ξεκίνησε την δεκαετία του '60. Και γιατί "ΜΧ και supermoto", τη στιγμή που η Husqvarna έχει περισσότερους παγκόσμιους τίτλους enduro παρά ΜΧ; Ίσως γιατί η Husaberg, επίσης πρώην Σουηδική και ιδιοκτησίας ΚΤΜ, έχει μόνο γκάμα enduro. Το παράδειγμα της Husaberg ίσως είναι ενδεικτικό: Αγοράστηκε από την ΚΤΜ, αλλά σύντομα μεταφέρθηκε στην Αυστρία και ξεκίνησε ένα δικό της project με τον αντεστραμμένο κινητήρα των 70 μοιρών και πολλά κοινά εξαρτήματα με τα KTM. Είχε όμως την δική της άποψη και ξεχωριστή ταυτότητα, δικό της κινητήρα, δικό της πλαίσιο. Η διαφορετικότητα αυτή εγκαταλείφθηκε όμως εντελώς στα μοντέλα του 2013, που όπως έγινε και με την προσθήκη των δίχρονων της γκάμας τους, είναι τόσο διαφορετικά από τα ΚΤΜ όσο τους επιτρέπουν τα δικά τους πλαστικά και χρώματα, μαζί με κάποια στοιχεία εξοπλισμού και ρυθμίσεις στις αναρτήσεις.

Κάπου εκεί, άρχισε να προβάλλει το worst case scenario: Θες μια χωματερή μοτοσυκλέτα. Πηγαίνεις στον έμπορο, και βλέπεις στο μαγαζί μοτοσυκλέτες γυμνές, χωρίς πλαστικά και ρεζερβουάρ. Έρχεται ο πωλητής : "Πως θα επιθυμούσε την μοτοσυκλέτα του ο κύριος; Σε πορτοκαλί, μπλε-κίτρινο, ή άσπρο-κόκκινο; Να δούμε και την λίστα του εξοπλισμού;". Το φανταστικό χειρότερο σενάριο δεν απέχει πολύ από αυτό που γίνεται ήδη σε κάποιες από τις μάρκες του VW Group, εταιρίας που ο Pierer έχει δηλώσει πως θαυμάζει πολύ. Audi, Volkswagen και Seat χρησιμοποιούν κοινά πλαίσια, κινητήρες και εξαρτήματα, σε τέτοιο βαθμό που και όσοι τα δοκιμάζουν απορούν με την διαφοροποίηση της τιμής τους. Παρακολούθησα πρόσφατα μια εκπομπή της Deutsche Welle, όπου ο δοκιμαστής ενός νέου Skoda Octavia προσπαθούσε να καταλάβει γιατί είναι 1.300 ευρώ φθηνότερο (στην Γερμανία) από ένα Golf με ίδιο κινητήρα και εξοπλισμό. Έψαξε τα πάντα, από τα διάκενα του αμαξώματος μέχρι τα υλικά του εσωτερικού, τον κινητήρα, τις επιδόσεις, τα πάντα, και η μόνη διαφορά που βρήκε ήταν λιγότερη ηχομόνωση, που δεν δικαιολογούσε την διαφορά τιμής. Φτάνουμε έτσι στο περίφημο "positioning" της κάθε μάρκας, την προσλαμβάνουσα εικόνα της στην αγορά, που μαζί με το όνομα και τα λογότυπα "διαφοροποιεί" τις επιμέρους μάρκες. Ο Pierer δεν έχει κάνει σαφές ποια θα είναι η Audi, ποια η VW και ποια η Skoda της ΚΤΜ.

Η αποτυχία της συνεργασίας Suzuki – Kawasaki, που ήθελαν να πουλάνε τις ίδιες μοτοσυκλέτες με άλλα χρώματα και λογότυπα, είναι ένα κακό προηγούμενο, που δείχνει όμως πως οι μοτοσυκλετιστές δεν είναι αδαείς, και που απέδειξε πως το να έχουν οι έμποροι "περισσότερα μοντέλα να πουλάνε" δεν εγγυάται καμία επιτυχία. Είχαμε ακούσει βέβαια τότε έναν κάτοχο Kawasaki KLV 1000 να επιμένει πως το μηχανάκι του είναι πιο γρήγορο από V-Strom 1000. Ίσως ήταν το πορτοκαλί του χρώμα που του έδινε παραπάνω χιλιόμετρα. Στην Ιταλία η πρακτική "αλλαγής αυτοκόλλητων" είχε εφαρμοστεί παλιότερα και μεταξύ Moto Guzzi και Benelli, αλλά και στην ίδια την Husqvarna όταν την είχαν αποκτήσει οι Castiglioni και την μετέφεραν στην Ιταλία, όταν βάφτισαν Husqvarna τα δίχρονα Cagiva, εγκαταλείποντας τους κινητήρες και τα πλαίσια των Σουηδών. Επί της ουσίας όμως μια χαρά μοτοσυκλέτες ήταν, και είναι ακόμα μαζί μας ως WR250/300, με φανατικούς οπαδούς. Πωλούνταν και παράλληλα για ένα διάστημα, ως Husqvarna τα enduro και ως Cagiva τα ΜΧ. Άλλο παράδειγμα εταιριών που να μοιράζονταν κινητήρες και πλαίσια δεν έχουμε, αν δεν θέλουμε να πάμε πίσω στην υπό κατάρρευση Βρετανική βιομηχανία μοτοσυκλετών, και να θυμηθούμε πανομοιότυπα Triumph – ΒSA και AJS – Matchless.

To πώς θα διαχειριστεί ο Pierer το νέο του απόκτημα μένει να αποδειχθεί. Και σίγουρα, όπως και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν πως η Husqvarna είναι Σουηδική ενώ αυτό έχει αλλάξει από το 1987, έτσι και σε είκοσι χρόνια οι σημερινοί πιτσιρικάδες θα νομίζουν πως ήταν πάντα Αυστριακή. Η χώρα προέλευσης είχε μεγάλη σημασία, γιατί ήταν αυτονόητο πως μεταφερόταν στις μοτοσυκλέτες που κατασκευάζονταν εκεί η νοοτροπία, οι ιδιοσυγκρασίες, η ψυχοσύνθεση και η τεχνολογικές δεξιότητες των ανθρώπων που τις εξέλισσαν και τις κατασκεύαζαν. Έτσι τις φαντάζονταν, έτσι τις ήθελαν, έτσι τις έφτιαχναν. Άλλο οι Ισπανοί, άλλο οι Άγγλοι, άλλο οι Γάλλοι, άλλο οι Ιταλοί, άλλο οι Γερμανοί, άλλο οι Αμερικάνοι κι άλλο οι Ιάπωνες. Ξεχώριζαν η μια από την άλλη με την πρώτη ματιά, με την πρώτη βόλτα. Τώρα όλα αυτά έχουν θολώσει, και γυρισμός δεν υπάρχει. Οι δε εταιρίες, πηγαίνουν την παραγωγή τους εκεί που περιμένουν να πουλήσουν, κι εκεί που θα φτιάξουν τις μοτοσυκλέτες τους φθηνότερα. Αυτές τις κινήσεις τις καθορίζει προς το παρόν η νοτιοανατολική Ασία. Ήδη οι μεγαλύτεροι κατασκευαστές αυτοκινήτων έχουν εργοστάσια εκεί, ήδη οι μεγαλύτεροι ευρωπαίοι κατασκευαστές μοτοσυκλετών έχουν ή θα αποκτήσουν. Κι εντάξει, ας πούμε πως δεν μας απασχολεί το πού φτιάχνονται, αφού αν είναι σωστά φτιαγμένα και ταυτόχρονα φθηνότερα, μας συμφέρει.

Η ΚΤΜ, που έχει φτιάξει καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη εταιρία το συνδυασμό μοτοσυκλέτα - αξεσουάρ - αγώνες - πάντα κοντά στον αναβάτη, έχοντας καταλάβει πως το after sales είναι ό,τι πιο σημαντικό, φιλοδοξεί να κυριαρχήσει παγκόσμια στο χωματερό χώρο, και θεωρώντας πως έχει αφήσει πίσω της τους Ευρωπαίους, να ξεπεράσει και τους τρεις Ιάπωνες μαζί (αίνιγμα των δηλώσεων του Pierer η απουσία αναφοράς στην Honda). Ο κίνδυνος, για όσους υποστηρίζουν την... βιοποικιλότητα στην μοτοσυκλέτα, είναι να ασχολείται μία ομάδα εξέλιξης και με τις τρεις εταιρίες, κάνοντας και τα Husqvarna τόσο όμοια με τα ΚΤΜ και Husaberg όσο είναι κι αυτά μεταξύ τους. Κι εδώ οικονομία κλίμακας, με το μεγάλο μέρος του R&D της ΚΤΜ ελεύθερο να ασχολείται με μοτοσυκλέτες για τις "αναπτυσσόμενες χώρες", για εκεί δηλαδή που είναι και το ζουμί, αν μιλάμε για business κι όχι για ρομαντικές ιδέες. Μόνο στην Ινδία, μόνο τον Ιανουάριο του 2013, πουλήθηκαν πάνω από ένα εκατομμύριο τριακόσιες χιλιάδες μοτοσυκλέτες.

Εν τω μεταξύ, οι αθεράπευτα ρομαντικοί ας αναλογιστούν πως η Σουηδική ψυχή της Husqvarna χάθηκε το 1987, με τα τελευταία ίχνη Σουηδικού DNA να ανιχνεύονται στα 630, χωρίς αυτό να επηρεάσει αρνητικά τα σημερινά της μηχανάκια, που παραμένουν και ακλόνητα και πολεμικά και ευέλικτα. Μένει να δούμε τι ψυχή θα τους εμφυσήσουν οι Aυστριακοί, κι αν θα συνεχίσουν την παράδοση του Σουηδικού ατσαλιού, όπως άξια έκαναν οι Ιταλοί και συνέχισαν οι Γερμανοί. Γιατί δεν είναι πια θέμα εθνικότητας, αλλά άποψης για τις μοτοσυκλέτες, και η ΚΤΜ έχει τώρα την ευκαιρία να ενισχυθεί, αν κάτσει να κατανοήσει γιατί τα Husqvarna είναι Husqvarna.