Editorial 578 - 1 28’ 39”

x
Από το

motomag

1/1/2018

Αυτή είναι η διάρκεια του ντοκιμαντέρ On Any Sunday, του 1971. Το γράφω κι αλλού, αν δεν το έχετε δει, να το δείτε οπωσδήποτε. Δείτε το στο internet, κατεβάστε το, νοικιάστε το, βρείτε βιντεοκασέτα, δεν ξέρω τι θα κάνετε, πρέπει να το δείτε. Γυρισμένο σε μια εποχή που η μοτοσυκλέτα ήταν σε ξεκάθαρα ανοδική πορεία, αλλά και ταυτόχρονα τόσο παρεξηγημένη, κυρίως λόγω άγνοιας. Το On Any Sunday έβγαλε από την μοτοσυκλέτα το είδος της ρετσινιάς που συνέχιζαν να της κολλάνε ταινίες σαν το Easy Rider – τσοπεριές, μαστούρα, αλητεία και στο τέλος στην φυτεύει κι ένας redneck με την καραμπίνα κι ησυχάζεις. Κι άντε, για να μην στεναχωρήσουμε τους παραδοσιακούς, να πούμε πως κι οι τσοπεριές ήταν φτιαγμένες για την ελευθερία των ανοιχτών δρόμων και τάχα μου Born to be Wild κι άλλες τέτοιες παπαριές (αυτό το τραγούδι και το άλλο με το μπουφάν το πλαστικό του κουρσάρου της ασφάλτου θα έπρεπε να απαγορεύονται δια ροπάλου σε μοτοσυκλετιστικές και μη μαζώξεις…). Το μόνο κοινό των δύο ταινιών είναι πως α) Έχουν μοτοσυκλέτες και β) Οι μοτοσυκλέτες έχουν δύο ρόδες.

Πάμε στον Bruce Brown. Σερφάς ήταν, γύρισε και κάτι μικρού μήκους, γύρισε και το ντοκιμαντέρ Endless Summer που έκανε για το surf ό,τι έκανε και το On Any Sunday για τους αγώνες μοτοσυκλέτας  αργότερα. Μετά το Endless Summer άρχισε να γουστάρει μοτοσυκλέτες, πήγαινε σε αγώνες, έβγαινε στην έρημο, μέχρι που αποφάσισε να αγοράσει μια από τον μέγα Malcolm Smith. Γοητευμένος από την προσωπικότητα και την τέχνη του Malcolm στους αγώνες, του ήρθε η ιδέα να κάνει κι ένα ντοκιμαντέρ με όσο πιο πολλά είδη αγώνων γινόταν, με τον πολυτάλαντο Malcolm. Ο επόμενος άνθρωπος που προσέγγισε ήταν ο mega-star της εποχής Steve McQueen. Δεν τον ήξερε, αλλά είχε αρκετό θράσος για να του πει να βάλει τα χρήματα, αλλά όχι να παίξει! Η πρώτη απάντηση του McQueen ήταν πως παίζει σε ταινίες, δεν τις χρηματοδοτεί. Ε, τότε, του λέει ο Bruce, δεν θα εμφανίζεσαι στην ταινία! Την επόμενη μέρα ο McQueen τον πήρε τηλέφωνο και του είπε να ξεκινήσει το project. O Malcolm Smith τελικά ήταν πιο δύσκολος, μόλις είχε αγοράσει μια επιχείρηση, δεν είχε χρόνο, δεν μπορούσε, αλλά όταν ο Bruce του είπε μετά από δύο εβδομάδες πως θα του δίνει 100 δολάρια για κάθε μέρα που θα έλειπε από το γραφείο, δέχτηκε.

   Η κάμερα του Bruce ακολουθούσε τους αγωνιζόμενους, κι ελάχιστες σκηνές ήταν στημένες, όπως εκείνη του αναβάτη που έχει μείνει στην έρημο με το Husqvarna του και του βάζει φωτιά για να τον βρουν. Η σκηνή γυρίστηκε με ένα παλιό Husky που είχε ο Malcolm με την μπιέλα του να έχει δραπετεύσει από τα κάρτερ και να προβάλλει από το κάτω μέρος τους. Το πήγαν στην έρημο, του έβαλαν φωτιά, γύρισαν την σκηνή, αλλά ο Malcolm, που δεν άφηνε ούτε σεντ να πάει χαμένο, το επισκεύασε και το πούλησε μετά.

Ο Bruce Brown ταξίδευε μαζί με τους αγωνιζόμενους, τον Μalcolm Smith και τον Mert Lawill, παρέα στα βανάκια τους, κάνοντας χιλιάδες μίλια μαζί τους, ενώ το υπόλοιπο συνεργείο ερχόταν αεροπορικώς. Ταξίδεψε παρέα με τον Malcolm ως και στο Six Days του 1970, στο El Escorial της Ισπανίας, κι εκεί δεν είχε συνεργείο, μόνος του με μια κάμερα στο χέρι γύριζε.

Ένα στοιχείο που κάνει την ταινία ξεχωριστεί, είναι πως ο Bruce την αφηγείται ο ίδιος, καταφέρνοντας μαζί με το χιούμορ του και τα ξεχωριστά του πλάνα να κάνει μια ταινία που ενώ είναι γεμάτη σίδερα, είναι και γεμάτη συναισθήματα. Πέρασαν και καλά στα γυρίσματα: Σε κάποια φάση, ο Steve McQueen νόμιζε πως θα περνούσαν σιγά σιγά ένα ποταμάκι, αλλά ο Malcolm με τον Mert του την είχαν στημένη. Τον άφησαν να μπει πρώτος, και μετά τον έκαναν λούτσα περνώντας γρήγορα από δίπλα του. Η έκπληξη αλλά και το χαμόγελο στο πρόσωπό του αποτυπώθηκαν στην ταινία, κι είναι αυθεντικά, όπως προφανώς και τα μπινελίκια που τους έριξε. Θα δείτε και το κόλπο με την σβουνιά, που μόλις την εντοπίσεις στην μέση του δρόμου σπινάρεις πάνω της για να λούσεις με φρέσκο σκατό αγελάδας τον φίλο σου που σε ακολουθεί. Το λεπτό μοτοσυκλετιστικό χιούμορ δεν γνωρίζει σύνορα, και είναι πάντα διαχρονικό. Και μ’ αυτή τη σβουνιά ο McQueen πήρε το αίμα του πίσω: Καθώς πάντα ήθελε να προπορεύεται, και οι άλλοι δύο τον άφηναν, είχε συνεννοηθεί με τον Bruce για να στηθεί εκεί που μια αγελάδα στρατηγικά είχε αφήσει μια σβουνιά, και το κόλπο πέτυχε απόλυτα, με το σκατό να πετάγεται στον Mert, τον Malcolm να γελάει και τον Steve να στρέφει το κεφάλι του για να δει αν τους πέτυχε…  Κι αυτή ακριβώς είναι η δύναμη της μοτοσυκλέτας: Δύο αγωνιζόμενοι κι ένας mega-star ηθοποιός που δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους, και το μόνο κοινό που έχουν είναι η χαρά της οδήγησης, κάνουν πλάκες μεταξύ τους πετώντας νερά και σβουνιές ο ένας στον άλλο.

 

Ακόμα κι όταν τα γυρίσματα τελείωσαν, η παρέα των τεσσάρων συνέχισε να βγαίνει βόλτες με χωματερά μηχανάκια. Μια φορά ήταν στο ράντσο του Bruce, που συνόρευε με τις εκτάσεις του Camp Pendleton των πεζοναυτών, και χωρίς να το καταλάβουν, μπήκαν σε αυστηρά απαγορευμένη ζώνη και βρέθηκαν μπροστά σε καμουφλαρισμένους πεζοναύτες που τους σημάδευαν με τα όπλα τους… Μόλις ο Bruce κατάλαβε τι είχε γίνει, ζήτησε τον επικεφαλής, του είπε σε αυστηρό τόνο “Στρατηγός Brown. Eλπίζω η άσκησή σας να πηγαίνει καλά. Συνεχίστε!”. O επικεφαλής στήθηκε κλαρίνο και χαιρέτησε, και οι τέσσερις φίλοι συνέχισαν την βόλτα τους… Βέβαια, μάλλον θα την γλίτωναν τελικά, αφού όταν ο Bruce είχε ζητήσει να κάνουν τα τελευταία γυρίσματα στην παραλία του Camp Pentleton, ο διοικητής είχε αρνηθεί κατηγορηματικά, όταν όμως τον πήρε τηλέφωνο ο Steve την επόμενη μέρα και του είπε πως γυρίζει μια ταινία με μοτοσυκλέτες, ο διοικητής ήταν όλο γλύκες: “Βεβαίως κ. McQueen, ό,τι θέλετε! Να στείλουμε και πεζοναύτες να βοηθήσουν;”

 

Οι δύο αγωνιζόμενοι ήταν φυσικά πολύ γρήγοροι, αλλά και ο McQueen δεν πήγαινε πίσω, ήταν πολύ ανταγωνιστικός, ήθελε να βρίσκεται συνέχεια μπροστά, κι αυτό του στοίχισε πολλές τούμπες. Αλλά δεν μάσαγε. Είχε τρέξει πολλούς αγώνες στην έρημο, ακόμα και σε Six Days είχε συμμετάσχει, με Triumph. Στο τέλος των τριών ημερών των γυρισμάτων με τους τρεις τους να παίζουν σε παραλίες και αμμόλοφους, όπου δεν ήταν μαύρος από τους μώλωπες ήταν γρατζουνισμένος… Κι όπου κι αν πήγαιναν για γυρίσματα, όλες οι γυναίκες έπεφταν πάνω του. Για μερικούς η ζωή είναι πολύ σκληρή. Ο Steve τουλάχιστον ήταν γνήσιος, κι όχι fake, σε ό,τι κι αν έκανε.

 

Κι ο Bruce Brown όμως, παρά την επιτυχία των δύο ντοκιμαντέρ του, δεν καβάλησε το καλάμι ούτε παρασύρθηκε από το σταριλίκι του Hollywood. To On Any Sunday προτάθηκε για Όσκαρ (Best Documentary) αλλά ήρθε δεύτερο πίσω από ένα που σήμερα κανείς δεν θυμάται πια. Λίγο μετά, ένα από τα μεγάλα studio τον κάλεσε, του πρότεινε μισθό ενός εκατομμυρίου δολαρίων το χρόνο (πολλά λεφτά το 1972), του έδειξε και το γραφείο που του είχαν ετοιμάσει με το όνομά του στην πόρτα και την εκπάγλου καλλονής ιδιαιτέρα που τον περίμενε, αλλά εκείνος τους είπε “Ευχαριστώ, αλλά όχι. Το μόνο αφεντικό που είχα ποτέ ή που ήθελα να έχω είναι ο εαυτός μου”. Κι έφυγε. Τα κάνουν κάτι τέτοια οι μοτοσυκλετιστές.

 

editorial 519 - Tώρα είναι η ευκαιρία!

Από το

Μαύρο Σκύλο

1/2/2013

Ακούς παράπονα από παντού. Για τα μαγαζιά, για τα συνεργεία, για τις αντιπροσωπείες. Και με την σειρά τους, τα μαγαζιά, τα συνεργεία και οι αντιπροσωπείες κάνουν τα δικά τους παράπονα. Κι όταν τους ρωτήσεις, η στάνταρ απάντηση είναι η κρίση: Δεν έχουμε δουλειά. Και τι κάνουν γι’ αυτό; Το περίεργο είναι πως οι περισσότεροι κάνουν ό,τι μπορούν για να μην πουλήσουν. Ναι, ειδικά αυτή την εποχή, που κάθε πώληση μετράει, δείχνουν σαν να αδιαφορούν. Απίστευτο και όμως αληθινό.

Μια ματιά στα στοιχεία των πωλήσεων δίνει μια πρώτη εξήγηση. Οι μοτοσυκλέτες αποτελούν μόνο το 10% της αγοράς, το υπόλοιπο 90% είναι παπιά και σκούτερ. Ο τζίρος των αντιπροσωπειών, και κατ’ επέκταση των καταστημάτων, έχει πέσει δραματικά. Οι αιτίες γνωστές, λεφτά δεν υπάρχουν, τα δάνεια έχουν τελειώσει, κανείς δεν περιμένει πως αύριο κάτι θα αλλάξει. Οι αντιπροσωπείες έχουν αρχίσει να "ξεχνούν" τις μοτοσυκλέτες, και να περιορίζονται στα παπιά και τα σκούτερ, που έχουν όμως πολύ μικρότερο περιθώριο κέρδους. Χάνουν έτσι μια πολύ καλή ευκαιρία: Τώρα που οι αντίπαλοί τους κοιμούνται, μπορούν να τους πιάσουν στον ύπνο, και μόλις η κατάσταση αρχίσει να αναστρέφεται, και να κυκλοφορεί και πάλι χρήμα στην αγορά, να είναι εκείνοι που θα έχουν την καλύτερη εικόνα και θα είναι έτοιμοι να κάνουν τις μεγαλύτερες πωλήσεις. Το 2012, πουλήθηκαν στην Ελλάδα σχεδόν 3.300 μοτοσυκλέτες, κι ακόμα κι αν υποθέσουμε πως δεν προβλέπεται να αυξηθούν το 2013, γιατί η κάθε αντιπροσωπεία να μην προσπαθεί να είναι εκείνη που θα πουλήσει τις περισσότερες; Δεν ισχύει βέβαια για όλους, αλλά ο κανόνας πια είναι πως αρκετά μοντέλα θα έρχονται μόνον κατόπιν παραγγελίας, χωρίς ο υποψήφιος αγοραστής να έχει δει το όνειρό του από κοντά, ή να το έχει οδηγήσει σε ένα test ride. Κάτι σαν γουρούνι στο σακί. Και για να περάσουμε και στην δική μας δουλειά εδώ στο ΜΟΤΟ, που είναι προς όφελος της ενημέρωσης των αναγνωστών μας, αν μια αντιπροσωπεία δεν μας στείλει στην παρουσίαση του νέου μοντέλου, κι όταν έρθει στην Ελλάδα δεν το βγάζει για τεστ, ούτε το διαφημίζει, τότε πολύ γρήγορα και το μοντέλο αλλά και η ίδια η εταιρία βγαίνει από τις επιλογές των αγοραστών. Μάτια που δεν βλέπονται, γρήγορα λησμονιούνται. Ο ρόλος του ειδικού τύπου και των test rides δεν αναπληρώνεται από δελτία τύπου στα social media, ούτε από το site της εταιρίας στο internet. Οι μύθοι και η εικόνα της κάθε μοτοσυκλέτας χτίζεται με χιλιόμετρα στους δρόμους, χτίζεται από την αίσθηση που παίρνουν όσοι την οδηγούν, από το αν θα τους μιλήσει κατ’ ευθείαν στην καρδιά ή όχι.

 

Κι εμείς στο ΜΟΤΟ επαγγελματίες του χώρου της μοτοσυκλέτας είμαστε. Πουλάμε γνώσεις, όνειρα, εμπειρίες και συναισθήματα για να ζήσουμε. Ζοριζόμαστε, ναι, αλλά η ίδια η μοτοσυκλέτα μας δίνει αρκετή ενέργεια για να συνεχίσουμε, και προσπαθούμε συνέχεια να βρίσκουμε τρόπους να γινόμαστε καλύτεροι. Η κρίση φυσικά μας έχει χτυπήσει κι εμάς, αλλά αυτό δεν έγινε δικαιολογία ούτε για να ρίξουμε την ποιότητά μας ούτε για να κάτσουμε στ’ αυγά μας και να μιζεριάζουμε. Για παράδειγμα, σ’ αυτό το τεύχος θα βρείτε την πρώτη μιας σειράς δοκιμών παλαιότερων μοτοσυκλετών, που δεν είναι πια σε παραγωγή αλλά εμείς θεωρούμε πως αξίζουν ακόμα. Πως είναι σήμερα; Τι κερδίζεις και τι χάνεις σε σχέση με ένα καινούργιο; Τι αξεσουάρ και βελτιώσεις κυκλοφορούν στην αγορά; Βάζουμε το μυαλό μας να δουλέψει για να κάνουμε τα άρθρα μας όσο το δυνατόν πιο πλήρη, και μετά τα δίνουμε στην δική σας κρίση, κι αν σας αρέσουν, θα αγοράσετε και το επόμενο τεύχος μας. Έτσι πάει, κρινόμαστε σε κάθε τεύχος, σε κάθε άρθρο. Αντίστοιχη προσπάθεια θα ήθελα να βλέπω από όλους τους επαγγελματίες του χώρου της μοτοσυκλέτας, σε όλα τα επίπεδα. Είναι πια θέμα επιβίωσης για πολλούς, το γνωρίζω, αλλά για να επιβιώσεις σήμερα δεν αρκεί να κάνεις ότι έκανες και χτες. Οι επιλογές πάντα υπάρχουν. Απαθής ή δραστήριος; Έτσι έμαθα κι έτσι κάνω, ή βρίσκω νέους τρόπους; Περιμένω αραχτός στο μαγαζί μου μπας και μπει πελάτης ή τον φέρνω γιατί κάτι έχω να προσφέρω που τον ενδιαφέρει;

Για να αλλάξει κανείς κάτι, χρειάζεται πρώτα να εντοπίσει και να αποδεχτεί το πρόβλημα. Αν δεν το κάνει αυτό, καμία λύση δεν πρόκειται να βρεθεί. Κι όταν βάλεις στο μυαλό σου πως στεγανά δεν υπάρχουν, πως αυτό που θα φέρει κόσμο στο μαγαζί σου μπορεί να είναι και άσχετο με το τι ακριβώς πουλάς και με το πόσο το πουλάς, πολλά μπορούν να γίνουν.

Θαυμάζω την καμπάνια με τις παστίλιες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, "Παστίλιες για τον πόνο του άλλου. Εσύ τις παίρνεις, κάποιοι άλλοι σταματούν να πονάνε". Έξυπνο και αποτελεσματικό, σου κινεί το ενδιαφέρον και σε παρακινεί να κάνεις κάτι. είναι καιρός να δούμε κάτι αντίστοιχο και στην μοτοσυ

 

---------------------------------------------------------------------------------

Διακοπή. Κενό. Βαθιά ανάσα. Όχι ρε πούστη. Μόλις έμαθα ότι χτες, 22 Ιανουαρίου του 2013, σκοτώθηκε ο Kevin Ash, φίλος μου και συνεργάτης του ΜΟΤΟ. Το ατύχημα έγινε στην Νότια Αφρική, οδηγώντας στην παρουσίαση του νέου GS. To πως ακριβώς, δεν το ξέρουμε και δεν έχει και σημασία πια. Αυτό που έχει σημασία, είναι πως στον κόσμο μας υπήρχε μια θέση για τον Kevin, ενώ τώρα υπάρχει ένα κενό. Αυτός ο χώρος που γέμιζε με το χιούμορ, την εξυπνάδα του και τις γνώσεις του, αυτός ο χώρος που κάθε φορά απολάμβανα όταν βρισκόμουν εκεί, τώρα φιλοξενεί μόνο τις αναμνήσεις μας από κείνον, αλλά δεν έχει ζωή.

Δεν θυμάμαι αν τον είχα γνωρίσει πριν την παρουσίαση του Ducati 916, το ’93, εκεί όμως ήμασταν μαζί. Ο Kevin δεν ήταν ο τυπικός Άγγλος δημοσιογράφος. είχε ένα σπάνιο συνδυασμό βαθιάς γνώσης και παιχνιδιάρικης διάθεσης, πάντα με το χαμόγελο, πάντα έτοιμος για την πιο βαθιά συζήτηση ή την πιο διασκεδαστική πλάκα. Για είκοσι χρόνια η δουλειά μας μας έφερε πολλές φορές κοντά, από τα σοκάκια του Tokyo ως τα casino του Las Vegas, κι ο Kevin ήταν πάντα η καλύτερη παρέα για μένα. Θα μου λείψει πολύ.

 

Πρόσφατα, τον είχαν ρωτήσει τι είναι η απόλυτη ευτυχία για κείνον: "Οδηγώντας μοτοσυκλέτα, υπάρχουν στιγμές που η συγκέντρωσή σου είναι τόσο έντονη, ώστε ο υπόλοιπος κόσμος, η ζωή σου, οι στεναχώριες σου, οι αναμνήσεις σου, τα πάντα φεύγουν από το μυαλό σου καθώς εστιάζεις στο τώρα. Αυτό μπορεί να συμβεί με μια καλοζυγισμένη μοτοσυκλέτα σε ένα αισθησιακό στροφιλίκι, ή με ένα πανίσχυρο αλλά επικοινωνιακό superbike σε μια υπέροχη πίστα. Δεν πιστεύω πως υπάρχει η απόλυτη ευτυχία, αλλά πάνω σε μια μοτοσυκλέτα, μπορείς να πλησιάσεις αρκετά. Μπορώ να σκεφτώ και μερικά άλλα πράγματα, χωρίς μοτοσυκλέτα... "

Και η αγαπημένη του διαδρομή; "Οποιαδήποτε διάσχιση των Άλπεων. Αν υπάρχει κάτι που ξεκαθαρίζει γιατί οι μοτοσυκλέτες είναι καλύτερες από τα αυτοκίνητα, αυτό είναι. Έχεις την εμπειρία της διαδρομής μέσω της πτώσης της θερμοκρασίας, νιώθεις την παγωνιά στον αέρα, το πόσο κοντά στο χάος είναι η άκρη του δρόμου σε μια δύσκολη στροφή. Έχεις το νου σου συνέχεια στην πρόσφυση, μουσκεύεις καθώς περνάς μέσα από τα σύννεφα, κρυώνεις στην κορυφή του διάσελου, ίσως σταματήσεις για να ντυθείς πιο ζεστά, και μετά, καθώς κατεβαίνεις, νιώθεις τη ζεστασιά να επιστρέφει, την υγρασία να αυξάνεται, τη μυρωδιά της βλάστησης να αλλάζει από την φρέσκια των ελάτων στην πιο βαριά της γύρης, τα έντομα αρχίζουν ξανά να στουκάρουν στην ζελατίνα του κράνους σου. Συμμετέχεις στην διαδρομή και το περιβάλλον της, δεν παρατηρείς απλώς κλεισμένος πίσω από ένα παρμπρίζ, μέσα σε ένα άνετο κλιματιζόμενο κουτί, μυρίζοντας μόνο τα σάντουιτς που είχες αγοράσει στο βενζινάδικο."

Ήταν αισιόδοξος για το μέλλον της μοτοσυκλέτας; "Μεσοπρόθεσμα, ναι. Ο φόβος που έχουμε για την νομοθεσία καταλήγει να είναι χειρότερος από τους νόμους που τελικά ψηφίζονται. Θυμάμαι πως όλοι έλεγαν πως η νομοθεσία για τους ρύπους θα σκοτώσει την μοτοσυκλέτα, ή πως το όριο των 100 ίππων θα μας αποθαρρύνει. Κι όμως, τα όρια ρύπων για τις μοτοσυκλέτες είναι χαλαρά σε σχέση με των αυτοκινήτων, και έχουμε περισσότερα γκάζια από ποτέ. Όσο για το όριο των 100 ίππων, μόνο η Γαλλία είχε μείνει να το έχει, χωρίς καμία απόδειξη πως έτσι καταφέρνει κάτι. Μακροπρόθεσμα όμως, η κοινωνία μας τρομοκρατείται τόσο πολύ από κάθε είδους ρίσκο, που, για όνομα του θεού, δεν επιτρέπεται στην μικρή μου κόρη να τρέχει στην παιδική χαρά. Πως θα φαίνονται στις επόμενες γενιές αυτά τα περίεργα οχήματα που δεν έχουν αερόσακους και ζώνες παραμόρφωσης, κι επιπλέουν πέφτουν κάτω κιόλας; Φοβάμαι πως οι μοτοσυκλέτες απλά θα φαίνονται πολύ τρομακτικές, και πιστεύω πως ο μοτοσυκλετισμός θα υποφέρει πολύ από έλλειψη νέου αίματος. "

Και πως νιώθεις αυτή την εποχή; "Ήρεμος και ευχαριστημένος. Δεν θα μπορούσα να σκεφτώ κάποια καλύτερη δουλειά να κάνω, και το να είσαι ελεύθερος συνεργάτης περιοδικών και εφημερίδων είναι καλύτερο από το να δουλεύεις μόνο για ένα περιοδικό, δεν έχεις να σκέφτεσαι την εξέλιξη της καριέρας σου, μια καλύτερη θέση. Είναι σκληρή δουλειά αλλά αυτό την κάνει και πιο ικανοποιητική, μου αρέσει να γράφω, να ταξιδεύω και να οδηγώ μοτοσυκλέτες, κι αυτό ακριβώς κάνω. Έχω και μια υπέροχη οικογένεια, τι άλλο θα μπορούσα να ζητήσω; Εντάξει, αυτό το λόττο της περασμένης εβδομάδας με τα 80 εκατομμύρια ευρώ καλό θα ήταν... "

 

Αυτός ήταν ο Kevin. Κι επειδή μερικοί ίσως σκεφτούν το συνηθισμένο "πέθανε κάνοντας αυτό που αγαπούσε", διαβάστε τι έγραψε η μεγάλη κόρη του:

"Η φράση "πέθανε κάνοντας αυτό που αγαπούσε", μπορεί να έρθει στο μυαλό σας, θα ήθελα όμως να το αρνηθώ κατηγορηματικά. Αγαπούσε την οικογένειά του ακόμη περισσότερο, όπως τον αγαπούσαμε κι εμείς. Είμαι η μεγαλύτερη κόρη του, και μόλις πρόσφατα άρχισα να καταλαβαίνω πλήρως πόσο στα σοβαρά έπαιρνε τον ρόλο του πατέρα. Ήταν ήδη στο αεροδρόμιο για να φύγει σε κάποια αποστολή, και τον πήρα κλαίγοντας τηλέφωνο. Η αυθόρμητη αντίδρασή του ήταν να ακυρώσει το ταξίδι και να γυρίσει σπίτι για να μου κάνει μάθημα τριγωνομετρίας όλο το βράδυ. Την επόμενη μέρα είχα εξετάσεις. Ό,τι κι αν έκανε ήταν για τα παιδιά και την γυναίκα του, άντε και λίγο για την γάτα του.

Οι γονείς μου αγαπιούνταν πολύ, κι ελπίζω κάποια μέρα να μάθουμε να ζούμε χωρίς εκείνον. "