Editorial 576 - Ασφαλείς, αλλά όχι αυτόνομοι

x
Από το

motomag

1/11/2017

Στο όνομα της ασφάλειας, η μοτοσυκλέτα θα αλλάξει δραστικά, πολύ πιο σύντομα απ’ ότι φανταζόμαστε… Ο Stephan Schaller, επικεφαλής της BMW Motorrad, πρόσφατα δήλωσε στην Frankfurter Allgemeine Zeitung: “Ας σκεφτούμε 20 χρόνια μπροστά. Τα αυτοκίνητα θα χρησιμοποιούν κυρίως ηλεκτροκινητήρες και θα είναι πολύ συνδεδεμένα. Για να επιβιώσει, η μοτοσυκλέτα θα πρέπει επίσης να γίνει αθόρυβη, χωρίς ρύπους και να χρησιμοποιεί τα χαρακτηριστικά ασφαλείας της συνδεσιμότητας που η βιομηχανία αυτοκινήτων εξελίσσει για την αυτόνομη κίνησή τους”. Η ΒΜW έχει δείξει μέχρι στιγμής δύο πρωτότυπα, το Vision Next 100 που μπορεί να ισορροπεί μόνο του (σε σημείο που η BMW να λέει πως ο αναβάτης του δεν χρειάζεται κράνος…) και πιο πρόσφατα, το σκουτεροειδές Concept Link, που επιδεικνύει τις δυνατότητες συνδεσιμότητας με τα άλλα οχήματα, τις υποδομές αλλά και τον αναβάτη του, μέσω ειδικού εξοπλισμού. “Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν είναι μακρινό”, λέει ο Schaller για αυτά τα δύο concept. “Είναι ήδη πραγματικότητα, και πολλά θα συμβούν μέσα σε ένα χρονικό πλαίσιο τριών έως οκτώ ετών”.

 

Όπως θα διαβάσετε και στο αντίστοιχο άρθρο των Νέων στις επόμενες σελίδες, οι κατασκευαστές ήδη δουλεύουν πυρετωδώς για τον εξοπλισμό των μοτοσυκλετών με συστήματα συνδεσιμότητας (Cooperative-Intelligent Transportation Systems, C-ITS), που στόχο έχουν την αύξηση της ασφάλειας για τους μοτοσυκλετιστές, στοχεύοντας αρχικά στην κύρια αιτία θανατηφόρων ατυχημάτων, τους οδηγούς αυτοκινήτων. Από την στιγμή που ο άνθρωπος θεωρείται ο πιο αδύναμος κρίκος στην εξίσωση “οδική ασφάλεια”, και φυσικά είναι, η συνδεσιμότητα αρχικά θα λειτουργεί ως έγκαιρη προειδοποίηση, ενημερώνοντας οδηγούς και αναβάτες, ακόμα κι αν δεν έχουν οπτική επαφή μεταξύ τους. Για να έχουμε όμως πλήρη εικόνα και συναίσθηση για το που θα οδηγήσει αυτή η εξέλιξη, χρειάζεται να ξέρουμε τον απώτερο στόχο, το τελικό στάδιο, κι αυτό είναι η πλήρως αυτόνομη κίνηση αυτοκινήτων… και μοτοσυκλετών, όπου ο άνθρωπος δεν θα χρειάζεται πια να πάρει αποφάσεις, ούτε να αντιδρά: Αυτό θα το κάνουν μόνα τους και τα αυτοκίνητα και οι μοτοσυκλέτες. Αυτή είναι η λύση, σύμφωνα με τους κατασκευαστές αλλά και την κυβερνητική πολιτική, σε Ευρώπη, ΗΠΑ και Ιαπωνία. Οι υπόλοιποι, αναγκαστικά θα ακολουθήσουν. 

 

Και τα αυτόνομα αυτοκίνητα, ειδικά με την εμπειρία των Ελληνικών δρόμων, μπορώ να τα καταλάβω, αφού σας απασχολεί περισσότερο να μιλάτε στο κινητό και να στέλνετε μηνύματα ή να χαζεύετε στο Facebook ενώ οδηγείτε, αφήστε το να σας πάει μόνο του, πιο ασφαλές θα είναι για όλους, κυρίες και κύριοι “οδηγοί”. Μπείτε με την παρέα σας στο αυτόνομο αυτοκίνητό σας, και κάντε ό,τι θέλετε μέχρι να φτάσετε στον προορισμό σας. Μια αυτόνομη μοτοσυκλέτα όμως, τι νόημα έχει; Ναι, θα είναι ασύγκριτα πιο ασφαλής από τις σημερινές: Οι στατιστικές στις ΗΠΑ δείχνουν πως είναι 29 φορές πιο πιθανό να σκοτωθείς αν εμπλακείς σε ατύχημα οδηγώντας την μοτοσυκλέτα σου απ’ ότι με αυτοκίνητο. Παγκόσμια, πάνω από 1.000.000 άνθρωποι σκοτώνονται σε οδικά ατυχήματα. Μια μοτοσυκλέτα με C-ITS θα προειδοποιεί και εσένα αλλά και τα υπόλοιπα οχήματα γύρω σου για πιθανώς επικίνδυνες προσεγγίσεις, οπότε θα είναι πολύ πιο εύκολο να τις αποφύγεις, κι αυτό θα είναι μόνο ένα αρχικό στάδιο. Η Society of Automotive Engineers (SAE), έχει θεσπίσει έξι επίπεδα αυτονομίας για τα αυτοκίνητα, ένα στάνταρ λίγο πολύ αποδεκτό παγκοσμίως. Στο πρώτο, το Level Zero, οδηγούμε ακόμα εμείς, έστω και με προειδοποιήσεις ή συστήματα ασφαλείας. Στο Level 1, το όχημα μπορεί ανά περίπτωση να πάρει τον έλεγχο του τιμονιού ή των πεντάλ, όχι όμως και τιμόνι και πεντάλ ταυτόχρονα. Η μερική αυτοματοποίηση έρχεται στο Level 2, όπου ο οδηγός απλά πρέπει να έχει τα μάτια του στο δρόμο και να είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμος να αναλάβει τον έλεγχο (στο Level 2 είναι και το Autopilot της Tesla από το 2014). Στο Level 3, το όχημα έχει τον πλήρη έλεγχο, αλλά αν τα βρει σκούρα χρησιμοποιεί τον άνθρωπο ως έσχατη λύση. Το πιθανότερο είναι πως οι κατασκευαστές θα περάσουν κατ’ ευθείαν στο Level 4, όπου το όχημα πραγματικά οδηγείται μόνο του, αλλά θα μπορεί να οδηγηθεί κι από άνθρωπο (όπως είναι ήδη τα αυτοκίνητα δοκιμών της Google/Waymo). Η πλήρης αυτοματοποίηση έρχεται στο Level 5, όπου τα πράγματα αλλάζουν δραστικά, με το όχημα να κινείται αυτόνομα σε όλες τις συνθήκες, άσχετα με το αν υπάρχει άνθρωπος.   

 

Οι μοτοσυκλέτες αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε εξέλιξη κοντά στο Level 2, από την στιγμή που θα μπορούν μόνες τους να ισορροπούν και να αναλαμβάνουν και το σύστημα διεύθυνσης, και το γκάζι – φρένο. Το ΜΟΤΟΒΟΤ της Yamaha είναι ένα καλό παράδειγμα, και μην μπερδεύεστε από την ύπαρξη αναβάτη – ρομπότ, απλά υπάρχει γιατί ο χειρισμός γίνεται ακόμα από τα παραδοσιακά, φτιαγμένα για ανθρώπους σημεία της μοτοσυκλέτας, και γιατί η εξέλιξη δεν έχει συρρικνώσει ακόμα το hardware. Και ναι, είναι κάποιου είδους παρηγοριά η εκτίμηση πως για να φτάσουν στα τελευταία επίπεδα αυτονομίας οι μοτοσυκλέτες θα περάσουν ίσως και δύο με τρεις δεκαετίες, η πορεία όμως προς τα κει είναι καθορισμένη. Ακόμα κι από τα πρώτα επίπεδα όμως, προκύπτουν ερωτήματα με κοινωνικές προεκτάσεις, που δεν ξέρουμε ακόμα τις απαντήσεις. Το πρώτο και κύριο είναι η ορθότητα της προσέγγισης του ζητήματος ασφάλεια: Είναι σωστή η απόφαση να εξαλειφθεί σταδιακά ο παράγοντας άνθρωπος από την οδήγηση στους δρόμους; Για να γίνει αυτό, έστω και με διαδικασίες deep learning – τεχνητής νοημοσύνης, όπου το όχημα θα μπορεί αλάνθαστα να αποφασίσει τι θα κάνει σε κάθε δεδομένη κατάσταση, θα χρειαστεί να “εφεύρουμε” τον άνθρωπο με την ιδανική συμπεριφορά, κρίση και επιλογές, για να βασίσουμε σε αυτά τα κριτήρια τις αποφάσεις των αυτόνομων οχημάτων… Και γι’ αυτό το θέμα ποτέ ως τώρα η ανθρωπότητα δεν έχει συμφωνήσει. Απ’ την άλλη, αν όλη αυτή η εξέλιξη είχε στόχο να επαυξήσει τις ανθρώπινες δεξιότητες στην οδήγηση αντί να τις υποκαταστήσει, μήπως θα ήταν καλύτερα, με τον άνθρωπο δηλαδή να έχει τον έλεγχο, μέσα σε προκαθορισμένα όρια; (Όπως γίνεται στα αεροσκάφη, όπου ο πιλότος μπορεί να τα χειριστεί, αλλά τα συστήματα FEP (Flight Envelope Protections) δεν του επιτρέπουν να δώσει εντολές που θα ανάγκαζαν το αεροσκάφος να υπερβεί τα λειτουργικά όριά του. Έτσι, σε μια έκτακτη κατάσταση ο πιλότος μπορεί να αντιδράσει γρήγορα χωρίς να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια αεροσκάφους και επιβατών).  Τα ερωτήματα πολλά, κι ενώ τον στόχο της μείωσης των ατυχημάτων κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει, οι παραχωρήσεις που θα χρειαστεί να κάνουμε μπορεί να αποδειχτούν δύσπεπτες. Το μόνο σίγουρο είναι πως κανείς ακόμα δεν μπορεί να εκτιμήσει πλήρως την κατάσταση.

Και φυσικά, ως άνθρωποι που είμαστε, θα μας ενοχλήσουν περισσότερο τα πρώτα στάδια της προσαρμογής στα συστήματα C-ITS, κι όχι τα τελευταία… Θα μας ενοχλήσει πως η θέση μας στο δρόμο θα είναι γνωστή με ακρίβεια εκατοστού, όπως και η ταχύτητα που κινούμαστε, ή η δυνατότητα περιορισμού της ταχύτητάς μας σύμφωνα με τα όρια, ή οι κλήσεις που κάλλιστα θα μπορούν να πέφτουν αυτόματα κάθε φορά που κάνουμε κάτι παράνομο…  Κι από τι μπορεί να αντικατασταθεί η χαρά της οδήγησης της μοτοσυκλέτας, η χαρά της ίδιας της ανθρώπινης αυτονομίας; Σίγουρα όχι από την αυτονομία των μηχανών. Αλλά μέχρι να συμβεί αυτό, μπορεί οι προτεραιότητές μας να έχουν αλλάξει.

 

 

 

 

editorial 524 - Club 100

Από το

Μαύρο Σκύλο

3/7/2013

Δεν μπορώ να φανταστώ πως στα κολασμένα στροφιλίκια του Montenegro μια street θα μπορούσε να πάει το ίδιο γρήγορα και το ίδιο απολαυστικά με τις on-off του MEGA TEST. Στο editorial του προηγούμενου τεύχους έγραφα πως οι on-off είναι πια οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, με τις υπόλοιπες κατηγορίες να είναι οι... εξειδικευμένες, όπως οι street. To ταξίδι μας στο Montenegro επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς μου. Στην πραγματική ζωή, η οδήγηση σε κάθε είδους δρόμο είναι απόλαυση με αυτές τις μοτοσυκλέτες που πρώτοι εμείς στο ΜΟΤΟ αποκαλέσαμε παντός δρόμου. Χωρίς αυτή η απόλαυση να σταματά εκεί που τελειώνει η άσφαλτος. Μερικοί μπορούν να θεωρήσουν από παράδοξη έως υπερβολική την χρήση μιας μοτοσυκλέτας με 1200 κυβικά και πάνω από 100 ίππους στο χώμα, αλλά δεν είναι. Το μόνο εμπόδιο είναι για τους περισσότερους το ποσό που απαιτείται για την αγορά της, και οι οδηγικές ικανότητες που θα πρέπει να διαθέτουν για να την πάνε όπως μπορεί να πάει. Στην πραγματικότητα, οι καλύτερες σημερινές παντός δρόμου είναι πιο ικανές στα χώματα από άλλες μικρότερες δικύλινδρες ή μονοκύλινδρες, ακόμα κι από κάποιες που έχουν τα μισά τους κυβικά και άλογα.

Αλλά τα χώματα είναι μόνο ένα μέρος των ταλέντων τους. Όπως φάνηκε στα πολλά βρεγμένα χιλιόμετρα που κάναμε, αν είσαι εξοπλισμένος με αδιάβροχα, μπότες και γάντια που δεν μπάζουν νερό, μπορείς να τις ευχαριστηθείς ακόμα κι εκεί, ευχαριστώντας την εξέλιξη των RAIN mode, των ABS και των traction control. [Παρένθεση περί αδιάβροχων: Αξιόπιστα αδιάβροχες μπότες βρίσκεις πια, με τα αδιάβροχα πάνω κάτω και τα γάντια τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Έχουμε δει φτηνά που δεν μπάζουν, στην αρχή τουλάχιστον, και ακριβά που είναι σφουγγάρια. Ίσως πρέπει να φτιάξουμε μια λίστα με τα αποδεδειγμένα αδιάβροχα αδιάβροχα.]

Κάπου εκεί μου καρφώθηκε και μια άλλη ερώτηση στο μυαλό, από αυτές που μου έρχονται κατά καιρούς για να βασανίζομαι εγώ και να βασανίζω και τους γύρω μου: Μπορεί μια μοτοσυκλέτα να είναι καλή αν δεν την ευχαριστιέσαι και κάτω από τα 100 km/h; Μπορείς να απολαμβάνεις οδήγηση με μέγιστη ταχύτητα τα 100; Μήπως στις σημερινές οικονομικές και κυκλοφοριακές συνθήκες τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες είναι οι πιο χαβαλεδιάρικες ό,τι διαδρομή κι αν κάνεις; Σκέφτηκα τον Λύκο που μόλις τελείωσε την ανακατασκευή ενός XL185, που το 99% των χιλιομέτρων που θα κάνει θα είναι έως 100. Είμαι σίγουρος πως θα είναι ξετρελαμένος χωρίς ποσώς να τον απασχολεί που αυτό το μηχανάκι του δεν θα βλέπει πολύ πάνω από 100 συχνά, και που θα πάει 120 αν ο άνεμος είναι ούριος, ο δρόμος έντονα κατηφορικός και οι πλανήτες ευθυγραμμισμένοι καταλλήλως, με τις βαλβιδούλες του να χοροπηδάνε στην κεφαλή λίγο πριν πεταχτούν έξω και το πλαίσιο ένα τσικ πριν κοπεί, συνήθως στην αριστερή μεριά, κοντά στον άξονα του ψαλιδιού.

Το σκεφτόμουν επίσης οδηγώντας την τελευταία βδομάδα το Honda ΜSX125, με το τετρατάχυτο συμπλεκτάτο ψεκαστό παπίσιο μοτεράκι του και τα δωδεκάρια λαστιχάκια του. Σε κάθε φανάρι κάποιος θα μου μιλήσει, ρωτώντας γι' αυτό, όπου σταματήσω όλοι το χαζεύουν, προφανώς γιατί το θεωρούν χαριτωμένο, γιατί κάτι τους λέει χωρίς ίσως να ξέρουν ακριβώς γιατί. Κι αυτό πάει 100 στην ευθεία, παραπάνω στον κατήφορο. Μέχρι τα 100 όμως, τα έχεις κάνει όλα κι έχεις περάσει πολύ καλά, ακόμα και στην πιο συνηθισμένη, βαρετή συνήθως διαδρομή. Γιατί μου ανάβουν φωτιές τώρα; Αν είχα ένα δεκάρικο για κάθε έναν που με ρώτησε, θα είχα μαζέψει τα λεφτά για να το αγοράσω, ή μήπως να τα μαζέψω για να πάρω δεκατριάρι Husqvarna, με τις τιμές που έχουν; Θέλει κανείς το εντεκάρι μου;

Ποιό είναι το μυστικό του Club 100; Κοίτα να δεις, ρωτάω ποιό είναι το μυστικό χωρίς να έχω εξηγήσει τι είναι το Club 100. Για να συνεννοούμαστε, προτείνω να λέμε πως ανήκουν στο Club 100 όλοι εκείνοι οι αναβάτες και όλες οι μοτοσυκλέτες που την κύρια απόλαυση από την οδήγησή τους την βρίσκουν πριν τα 100. Δεν υπάρχει περιορισμός κυβικών, ας είναι και Goldwing 1800, αρκεί να σου δίνει χαρά όταν την οδηγείς και κάτω από 100. Εκεί μέσα στο Club 100 μπαίνουν από μοτοποδήλατα μέχρι MX, trial και enduro, αν και οι superbikes και τα supersport όχι, καθώς δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως τα απολαμβάνει κυρίως πριν... φτάσει η πρώτη στον κόφτη. Στο Club 100 έτσι ανήκουν και τα classics, που κι αυτά τα απολαμβάνουμε με ταχύτητες καθημερινά εφικτές, κοινό χαρακτηριστικό των Club 100 μοτοσυκλετών. Όπως είπαμε και για τα χωματερά, που τα πάντα στον κόσμο τους συμβαίνουν κυρίως κάτω από τα 100, χωρίς αυτό να αφαιρεί ούτε στο ελάχιστο την γοητεία τους.

Το μυστικό λοιπόν του Club 100 είναι πως μπορείς να οδηγείς πραγματικά στο όριο, χωρίς να χρειάζεσαι ούτε πίστα, ούτε συγκεκριμένο είδος δρόμου, τίποτα το ειδικό. Κι όταν λέμε στο όριο, είναι από κάθε άποψη, στο όριο των δυνατοτήτων του αναβάτη ή της μοτοσυκλέτας: Στην ουσία, οι συγκινήσεις από την επαφή με αυτό το όριο δεν διαφέρουν από αυτές που ζει ο Rossi οδηγώντας στα MotoGP. Ακόμα κι ο ίδιος όμως ο Valentino, για να διασκεδάσει και να προπονηθεί και να ευχαριστηθεί οδήγηση όταν δεν καβαλάει την Μ1 του, κάνει γύρους σε πίστα dirt track με το Ouroboros που φτιάχνει ο πατέρας του ή παίζει με χωματερά μηχανάκια ή κοντράρεται με τους φίλους του πάνω σε φτιαγμένα τρίκυκλα Ape, άρα εκτός MotoGP, είναι κι εκείνος μέλος του Club 100, ακόμα κι αν δεν το ξέρει. Κάπως έτσι, διαπιστώνουμε πως στην κυριολεξία τους οι συγκινήσεις δεν εξαρτώνται από την απόλυτη ταχύτητα, παρά μόνο από την σχετική. Για να συγκινηθείς απαιτείται κίνηση, ελληνικά μιλάμε, ας καταλαβαίνουμε και τι σημαίνουν οι λέξεις. Γι' αυτό και υποστηρίζω πως για να ευχαριστηθείς την μοτοσυκλέτα, δεν απαιτείται ούτε η πιο γρήγορη, ούτε η πιο ακριβή, ούτε η πιο εξοπλισμένη, ούτε η πιο καινούργια. Το μόνο που χρειάζεται είναι να λειτουργεί, να την καβαλήσεις και να φύγεις.

Ίσως μερικούς να τους ξενίζει η ιδέα πως μπορεί να οδηγείς στο όριο ενώ πηγαίνεις σιγά. Κι εδώ μπαίνει η έννοια της απόλυτης και της σχετικής ταχύτητας. Όταν παλιότερα πηγαίναμε το ZX-12R τελικιασμένο στα 312, τότε βιώναμε την απόλυτη ταχύτητα μοτοσυκλέτας παραγωγής. Όταν σήμερα περνάμε ένα κακοτράχαλο μονοπάτι με 40, πάμε αργά; Σε απόλυτα νούμερα ναι, σε σχετική ταχύτητα όχι, αν είναι πολύ δύσκολο να περάσει κάποιος από το ίδιο μονοπάτι με 42. Άρα, μπορείς να οδηγείς οριακά με 40, ενώ αν ταξιδεύεις στον ανοιχτό δρόμο με 160 κινδυνεύεις να σε πάρει ο ύπνος.

Αν και δεν δεχόμαστε νταλίκες στο Club 100, απατάσθε αν πιστέψετε πως είναι αργές ή δεν οδηγούνται οριακά, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούμε εύκολα. Μια φορτωμένη νταλίκα που κινείται σταθερά με 100, μπορεί να βγάλει καλύτερη μέση ωριαία από μια παρέα γρήγορων που θα πηγαίνουν τέζα αλλά θα σταματάνε κάθε 50-60 χιλιόμετρα για ανεφοδιασμό, τσιγάρο και κουβεντούλα. Πόσες φορές δεν σας έχει τύχει να βλέπετε την νταλίκα που είχατε περάσει ώρα πριν, να σας προσπερνά όταν σταματήσετε στο βενζινάδικο; Βγάζει καλύτερη μέση ωριαία, τι να κάνουμε, κι όσο για την οριακή οδήγηση της νταλίκας, δεν την αντιλαμβανόμαστε όσο κινείται με σταθερή ταχύτητα, μόλις όμως συμβεί κάτι και πρέπει να φρενάρει ή να αλλάξει πορεία απότομα και αναλάβει πια η μάζα και η αδράνειά της τον λόγο, γίνεται χαμός.

Αν δεν απολαμβάνεις την οδήγηση πηγαίνοντας και χαλαρά, δεν είναι καλή η μοτοσυκλέτα. Σωστό ή λάθος; Ας το σκεφτούμε λίγο. Μου φαίνεται πως μια μοτοσυκλέτα που την απολαμβάνεις μόνο πηγαίνοντας γρήγορα, είναι χειρότερη από μια που την βρίσκεις μαζί της και στο χαλαρό και στο γρήγορο. Στην δεύτερη περίπτωση, χρειάζεται πολύ πιο ποιοτικές αναρτήσεις που να μπορούν να ανταποκριθούν το ίδιο καλά και σε χαμηλές και σε υψηλές ταχύτητες, κι αυτό είναι πιο δύσκολο και πιο ακριβό για να το πετύχει ένας κατασκευαστής μοτοσυκλετών. Απαιτείται επίσης πολύ μεγαλύτερη αρχική επένδυση στην σχεδίασή της, τόσο σε γνώση όσο και χρήμα, από το στάδιο της σχεδίασης ως τις δοκιμές εξέλιξης. Ζητήματα όπως η συγκέντρωση της μάζας κοντά στο κέντρο βάρους έχουν προκύψει και εξελιχθεί από αυτή ακριβώς την ανάγκη, της ομοιογενούς και προβλέψιμης συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας σε όλες τις συνθήκες. Πολλοί μπερδεύουν την έννοια "ευκολοδήγητο" πιστεύοντας πως λίγο πολύ σημαίνει "μειωμένων δυνατοτήτων". Το αντίθετο συμβαίνει. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αγαπημένες μας παντός δρόμου αυτού του τεύχους. Οι καλύτερες από αυτές χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις γενιές και δεκαετίες έρευνας, εξέλιξης και εμπειρίας για να φτάσουν τις σημερινές τους δυνατότητες, όπου φυσικά και είναι πιο ευκολοδήγητες από τις προγόνους τους ενώ ταυτόχρονα οι επιδόσεις τους είναι αναμφισβήτητα ανώτερες σε όλους τους τομείς. Και ειδικά για να γίνουν ικανές να μπουν και στο Club 100, να μπορούν δηλαδή να είναι απολαυστικές και όταν πηγαίνεις χαλαρά ή σε πολύ κλειστό στροφιλίκι, χρειάστηκε να βελτιωθεί τόσο η ομοιογένειά τους, όσο και κάθε υποσύστημά τους ξεχωριστά, μαζί με την αρμονική συνεργασία όλων των υποσυστημάτων. Νομίζετε πως είναι απλό να κάνεις ελαστικό έναν δικύλινδρο κινητήρα 1200 κυβικών και 130 ίππων, την στιγμή που μια γενιά πριν ένας παρόμοιος με 1000 κυβικά και 90 ίππους δεν ήταν; Καθόλου απλό. Αυτό φάνηκε άλλωστε γιατί ακόμα και μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας με τους ψεκασμούς ακόμα βελτιώνονται αισθητά κάθε χρόνο, σε αντίθεση με την αντίληψη που υπήρχε όταν πρωτοεφαρμόστηκαν (ή καλύτερα, την ελπίδα) πως τώρα τέλειωσαν όλοι μας οι μπελάδες, οι τροφοδοσίες αναφλέξεις θα αυτορυθμίζονται και με το software θα κάνεις μια έτσι με το laptop σου και θα τα φτιάχνεις όλα. Δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Όπως δεν είναι και απλό να φτιάξεις έναν προοδευτικό, σταθερής απόδοσης συμπλέκτη, ένα καλοσχεδιασμένο κιβώτιο με τις κατάλληλες σχέσεις και σωστή αίσθηση κουμπώματος ταχύτητας στο λεβιέ, και τόσα άλλα. Αυτό που θέλω να πω είναι πως για να φτιαχτεί μια ικανή μοτοσυκλέτα, απολαυστική σε όλες τις συνθήκες, ρυθμούς και ταχύτητες, απαιτείται πολύ περισσότερος κόπος, χρόνος, γνώση και χρήμα απ' ότι για να φτιάξεις μια που αποδίδει καλά μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες. Πρέπει να είσαι πολύ καλός για να μπεις στο Club 100!

Mε μια πιο ευρεία ερμηνεία, οι μοτοσυκλέτες που αξίζουν να μπουν στο Club 100 είναι όσες απολαμβάνουμε καθημερινά, σε κάθε ρυθμό και σε κάθε δρόμο, ανεξάρτητα από κυβικά, τιμή και ηλικία. Ήδη το Club απέκτησε το δεύτερο μέλος του, τον Λύκο, που ενθουσιάστηκε με την ιδέα, μην αρχίσετε όμως να λέτε για καταστατικά και προεδρεία, δεν χρειάζεται να καταδικάσουμε το Club μόλις που γεννήθηκε, είπαμε, το Club 100 είναι μόνο ιδέα και άποψη, κι ας παραμείνει έτσι.