Editorial 572 - Speak and kill.

x
Από το

motomag

1/7/2017

Ναι, κι εγώ έχω απαντήσει στο κινητό ενώ οδηγώ αυτοκίνητο. Πολύ σπάνια, αλλά το έχω κάνει. Και φοβάμαι όταν το κάνω, και το κλείνω όσο πιο γρήγορα γίνεται. Αν υπάρχει άλλος στο αυτοκίνητο, του λέω να το σηκώσει και να μιλήσει αντί για μένα. Πες πως θα πάρω αργότερα, οδηγώ τώρα.

Κινούμαι καθημερινά με μοτοσυκλέτα όμως. Κι εκεί, κινδυνεύω. Κινδυνεύω όλο και πιο πολύ, κάθε μέρα, κάθε βδομάδα που περνάει. Κοιτάζω τους οδηγούς των αυτοκινήτων. Παραπάνω από τους μισούς μιλάνε στο κινητό, στέλνουν μηνύματα, διαβάζουν μηνύματα, χαζεύουν στο facebook, δεν ξέρω τι άλλο κάνουν, αλλά με το κινητό ασχολούνται. Συνδεδεμένοι με την αδιαφορία για την ζωή των γύρω τους, και για την δική τους. Κι όμως, δεν πιστεύω πως το κάνουν με κακή πρόθεση. Δεν λένε, εγώ θα μιλάω στο κινητό κι ό,τι θέλει ας γίνει. Απλά το κάνουν, οχυρωμένοι πίσω από το γεγονός πως το να μιλάς στο κινητό, να πρέπει πάντα να είσαι διαθέσιμος στο κινητό, να ασχολείσαι με ό,τι μπορείς να κάνεις με ένα smartphone, είναι κοινωνικά αποδεκτό, είναι έως και επιβεβλημένο εάν δεν θέλεις να θεωρείσαι περίεργος, μυστήριος, αντιδραστικός, τεχνολογικά αναλφάβητος, ακοινώνητος. Έτσι κάνουν όλοι. Άρα, καλό θα είναι. Αν δεν ήταν, δεν θα το έκαναν οι περισσότεροι. Άρα δίκιο έχουν. Η περίφημη κοινή λογική. Αυτό το μυθικό στάνταρ που για τον καθένα σημαίνει ό,τι βολεύει εκείνον. Ε λοιπόν δεν είναι έτσι. Συγνώμη που σας χαλάω το όνειρο, αλλά κοινή λογική δεν υπάρχει. Υπάρχουν μόνο αυτοί που την επικαλούνται για να δικαιολογήσουν τις δικές τους πράξεις, τις δικές τους απόψεις.

Ακόμα κι αν αφήσουμε απ’ έξω όσους στέλνουν και διαβάζουν μηνύματα ή κάνουν ό,τιδήποτε άλλο πέρα από το να μιλάνε στο κινητό, και πάλι είναι επικίνδυνα τα πράγματα. Και μην περιμένετε κάποια στατιστική να το επιβεβαιώσει. Ακόμα και στις πολιτισμένες χώρες, είναι διαπιστωμένο πως τα στοιχεία για την συμβολή της χρήσης των κινητών στα ατυχήματα είναι πολύ ελλιπή. Το επιτρέπει ο νόμος, λένε κάποιοι, είμαι νόμιμος. Ο νόμος επιτρέπει να μιλάς με χρήση handsfree συστήματος, να μην κρατάς δηλαδή στο χέρι το κινητό. Είναι λάθος. Κι είναι λάθος γιατί το ζήτημα δεν είναι αν θα κρατάς το τιμόνι με το ένα χέρι, είναι αν θα μιλάς. Αυτό είναι που σε κάνει να μην βλέπεις τι γίνεται γύρω σου, άσχετα αν κοιτάς μπροστά. Αυτό είναι που θα σε κάνει να μην αντιδράσεις όταν πρέπει. Με οποιονδήποτε τρόπο κι αν ακούς την συνομιλία, από ακουστικό στ’ αφτί η από τα ηχεία του αυτοκινήτου, ο εγκέφαλός σου απασχολείται. Με κάτι άλλο αντί για αυτό που πρέπει. Και δεν μπορεί να κάνει πολλά πράγματα μαζί. Αυτό, είναι μια πλάνη. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος δεν είναι computer, δεν είναι tablet ή smartphone. Mπορεί να ασχολείται με ΕΝΑ πράγμα κάθε φορά. Έχουμε την ψευδαίσθηση πως μπορούμε να σκεφτόμαστε πολλά πράγματα ταυτόχρονα γιατί ο εγκέφαλος αλλάζει από το ένα στο άλλο πολύ γρήγορα. Όχι όμως τόσο γρήγορα ώστε να έχουμε την προσοχή μας συνέχεια σε όλα. Όταν απασχολούμαστε με πολλά, η απόδοσή μας πέφτει, η προσοχή που μπορούμε να αφιερώσουμε στο καθένα είναι μικρή. Κι επειδή ένα μεγάλο μέρος των αντιδράσεών μας κατά την οδήγηση συμβαίνει σχεδόν αυτόματα, ειδικά για τους οδηγούς με κάποια εμπειρία, όταν ασχολούμαστε και με κάτι εντελώς διαφορετικό από την οδήγηση, δεν υπάρχει περιθώριο για να αντιμετωπίσουμε το αναπάντεχο. Κι όταν οδηγούμε, αυτό μπορεί να είναι μοιραίο. Για μας, όταν οδηγούμε μοτοσυκλέτα. Για αυτούς που οδηγούν μοτοσυκλέτα ή για τους πεζούς, όταν οδηγούμε αυτοκίνητο. Να το εξηγήσω.

Ο εγκέφαλός μας φιλτράρει τις πληροφορίες με τις οποίες θα ασχοληθεί. Μόνο που εκείνη την ώρα εμείς δεν γνωρίζουμε ποιες άφησε απ’ έξω. Υπάρχουν συγκεκριμένα στάδια στην λειτουργία του εγκεφάλου. Ένα, επιλέγει την πληροφορία με την οποία θα ασχοληθεί. Δύο, επεξεργάζεται την πληροφορία. Τρία, την κωδικοποιεί, ένα στάδιο που δημιουργεί μνήμη, και Τέσσερα, αποθηκεύει την πληροφορία. Ανάλογα με το είδος της πληροφορίας, εμπλέκονται διαφορετικοί νευρώνες και περιοχές του εγκεφάλου. Και πριν ακόμα δώσει εντολή για κάποια αντίδραση, ο εγκέφαλος πρέπει να ανακτήσει την αποθηκευμένη πληροφορία, και μετά να δώσει εντολή για δράση. Η οδήγηση είναι από μόνη της μια πολύπλοκη διαδικασία, που απαιτεί την πλήρη προσοχή μας. Όταν υπερφορτώνουμε τον εγκέφαλο προσθέτοντας κι άλλες διαδικασίες, όλα τα παραπάνω βήματα επηρεάζονται αρνητικά, ο χρόνος αντίδρασής μας μεγαλώνει ή δεν αντιδρούμε καθόλου. Ο εγκέφαλος μπορεί να μην επεξεργαστεί καθόλου κρίσιμες πληροφορίες. Αλλά δεν το συνειδητοποιούμε. Και αντλούμε μια ψευδαίσθηση σιγουριάς, εγώ μπορώ να τα καταφέρω, γιατί ευτυχώς δεν μας συμβαίνουν κάθε μέρα ατυχήματα, γιατί συνήθως φτάνουμε στον προορισμό μας, κι έτσι φτάνουμε να θεωρούμε πως κάτι λάθος (όπως το να μιλάμε στο κινητό) είναι σωστό.

Τι μπορούμε να κάνουμε γι΄αυτό; Πρώτα απ’ όλα, να αλλάξουμε εμείς. Η πιο δύσκολη απόφαση δηλαδή. Να μην μιλάμε στο κινητό όταν οδηγούμε. Έχει κόστος, η πίεση του κοινωνικού και επαγγελματικού περίγυρου είναι μεγάλη. Σε πήρα και δεν το σήκωνες. Που ήσουν; Πείτε σε οικογένεια, φίλους και γνωστούς πως δεν πρόκειται να απαντήσετε στο κινητό όταν οδηγείτε. Και στην μοτοσυκλέτα, όπου είμαστε πολύ πιο ευάλωτοι, είναι ακόμα πιο επικίνδυνο να έχουμε οποιοδήποτε σύστημα μας επιτρέπει να μιλάμε στο κινητό ή να ακούμε μουσική ενώ οδηγούμε.

Το πιο δύσκολο πράγμα να αλλάξει είναι η συνήθεια. Και η ομιλία στο κινητό παντού και πάντα έχει γίνει συνήθεια κοινώς αποδεκτή, κοινωνικά επιβεβλημένη. Αλλά λάθος, επικίνδυνη συνήθεια. Η συμπεριφορά μας περιέχει πολύ μεγάλο ποσοστό συνήθειας. Η αλλαγή της συμπεριφοράς είναι δύσκολη, και ο πιο αποτελεσματικός τρόπος είναι η συνεπής εφαρμογή, απόφασης ή νόμου. Ο νόμος επιτρέπει τα handsfree. Κάποτε οι περισσότεροι είχαν ένα ακουστικό Bluetooth στο αφτί. Σήμερα οι περισσότεροι κρατάνε την smart παντόφλα στο αφτί τους. Η εφαρμογή του νόμου θα έφερνε σημαντικό αποτέλεσμα. Εφαρμογή ευρείας κλίμακας και διάρκειας, συνεχής, συνεπής και με σημαντικές συνέπειες. Καθημερινά βλέπουμε πως αυτοί ακριβώς που είναι επιφορτισμένοι με την τήρηση των νόμων αδιαφορούν πλήρως. Η τεχνολογία μπορεί να βοηθήσει, η ενημέρωση, η εκπαίδευση. Πάνω από 30 μελέτες σε ΗΠΑ, Καναδά και Αυστραλία έδειξαν πως ο κίνδυνος να εμπλακεί σε ατύχημα οδηγός που μιλάει με οποιονδήποτε τρόπο στο κινητό είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερος απ’ ότι αν δεν μιλούσε. Για να κάνουμε όμως κάτι γι’ αυτό πρέπει να ξεκινήσουμε από τον εαυτό μας. Κι είναι ο πιο δύσκολος αντίπαλος.   

 

editorial 524 - Club 100

Από το

Μαύρο Σκύλο

3/7/2013

Δεν μπορώ να φανταστώ πως στα κολασμένα στροφιλίκια του Montenegro μια street θα μπορούσε να πάει το ίδιο γρήγορα και το ίδιο απολαυστικά με τις on-off του MEGA TEST. Στο editorial του προηγούμενου τεύχους έγραφα πως οι on-off είναι πια οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, με τις υπόλοιπες κατηγορίες να είναι οι... εξειδικευμένες, όπως οι street. To ταξίδι μας στο Montenegro επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς μου. Στην πραγματική ζωή, η οδήγηση σε κάθε είδους δρόμο είναι απόλαυση με αυτές τις μοτοσυκλέτες που πρώτοι εμείς στο ΜΟΤΟ αποκαλέσαμε παντός δρόμου. Χωρίς αυτή η απόλαυση να σταματά εκεί που τελειώνει η άσφαλτος. Μερικοί μπορούν να θεωρήσουν από παράδοξη έως υπερβολική την χρήση μιας μοτοσυκλέτας με 1200 κυβικά και πάνω από 100 ίππους στο χώμα, αλλά δεν είναι. Το μόνο εμπόδιο είναι για τους περισσότερους το ποσό που απαιτείται για την αγορά της, και οι οδηγικές ικανότητες που θα πρέπει να διαθέτουν για να την πάνε όπως μπορεί να πάει. Στην πραγματικότητα, οι καλύτερες σημερινές παντός δρόμου είναι πιο ικανές στα χώματα από άλλες μικρότερες δικύλινδρες ή μονοκύλινδρες, ακόμα κι από κάποιες που έχουν τα μισά τους κυβικά και άλογα.

Αλλά τα χώματα είναι μόνο ένα μέρος των ταλέντων τους. Όπως φάνηκε στα πολλά βρεγμένα χιλιόμετρα που κάναμε, αν είσαι εξοπλισμένος με αδιάβροχα, μπότες και γάντια που δεν μπάζουν νερό, μπορείς να τις ευχαριστηθείς ακόμα κι εκεί, ευχαριστώντας την εξέλιξη των RAIN mode, των ABS και των traction control. [Παρένθεση περί αδιάβροχων: Αξιόπιστα αδιάβροχες μπότες βρίσκεις πια, με τα αδιάβροχα πάνω κάτω και τα γάντια τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Έχουμε δει φτηνά που δεν μπάζουν, στην αρχή τουλάχιστον, και ακριβά που είναι σφουγγάρια. Ίσως πρέπει να φτιάξουμε μια λίστα με τα αποδεδειγμένα αδιάβροχα αδιάβροχα.]

Κάπου εκεί μου καρφώθηκε και μια άλλη ερώτηση στο μυαλό, από αυτές που μου έρχονται κατά καιρούς για να βασανίζομαι εγώ και να βασανίζω και τους γύρω μου: Μπορεί μια μοτοσυκλέτα να είναι καλή αν δεν την ευχαριστιέσαι και κάτω από τα 100 km/h; Μπορείς να απολαμβάνεις οδήγηση με μέγιστη ταχύτητα τα 100; Μήπως στις σημερινές οικονομικές και κυκλοφοριακές συνθήκες τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες είναι οι πιο χαβαλεδιάρικες ό,τι διαδρομή κι αν κάνεις; Σκέφτηκα τον Λύκο που μόλις τελείωσε την ανακατασκευή ενός XL185, που το 99% των χιλιομέτρων που θα κάνει θα είναι έως 100. Είμαι σίγουρος πως θα είναι ξετρελαμένος χωρίς ποσώς να τον απασχολεί που αυτό το μηχανάκι του δεν θα βλέπει πολύ πάνω από 100 συχνά, και που θα πάει 120 αν ο άνεμος είναι ούριος, ο δρόμος έντονα κατηφορικός και οι πλανήτες ευθυγραμμισμένοι καταλλήλως, με τις βαλβιδούλες του να χοροπηδάνε στην κεφαλή λίγο πριν πεταχτούν έξω και το πλαίσιο ένα τσικ πριν κοπεί, συνήθως στην αριστερή μεριά, κοντά στον άξονα του ψαλιδιού.

Το σκεφτόμουν επίσης οδηγώντας την τελευταία βδομάδα το Honda ΜSX125, με το τετρατάχυτο συμπλεκτάτο ψεκαστό παπίσιο μοτεράκι του και τα δωδεκάρια λαστιχάκια του. Σε κάθε φανάρι κάποιος θα μου μιλήσει, ρωτώντας γι' αυτό, όπου σταματήσω όλοι το χαζεύουν, προφανώς γιατί το θεωρούν χαριτωμένο, γιατί κάτι τους λέει χωρίς ίσως να ξέρουν ακριβώς γιατί. Κι αυτό πάει 100 στην ευθεία, παραπάνω στον κατήφορο. Μέχρι τα 100 όμως, τα έχεις κάνει όλα κι έχεις περάσει πολύ καλά, ακόμα και στην πιο συνηθισμένη, βαρετή συνήθως διαδρομή. Γιατί μου ανάβουν φωτιές τώρα; Αν είχα ένα δεκάρικο για κάθε έναν που με ρώτησε, θα είχα μαζέψει τα λεφτά για να το αγοράσω, ή μήπως να τα μαζέψω για να πάρω δεκατριάρι Husqvarna, με τις τιμές που έχουν; Θέλει κανείς το εντεκάρι μου;

Ποιό είναι το μυστικό του Club 100; Κοίτα να δεις, ρωτάω ποιό είναι το μυστικό χωρίς να έχω εξηγήσει τι είναι το Club 100. Για να συνεννοούμαστε, προτείνω να λέμε πως ανήκουν στο Club 100 όλοι εκείνοι οι αναβάτες και όλες οι μοτοσυκλέτες που την κύρια απόλαυση από την οδήγησή τους την βρίσκουν πριν τα 100. Δεν υπάρχει περιορισμός κυβικών, ας είναι και Goldwing 1800, αρκεί να σου δίνει χαρά όταν την οδηγείς και κάτω από 100. Εκεί μέσα στο Club 100 μπαίνουν από μοτοποδήλατα μέχρι MX, trial και enduro, αν και οι superbikes και τα supersport όχι, καθώς δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως τα απολαμβάνει κυρίως πριν... φτάσει η πρώτη στον κόφτη. Στο Club 100 έτσι ανήκουν και τα classics, που κι αυτά τα απολαμβάνουμε με ταχύτητες καθημερινά εφικτές, κοινό χαρακτηριστικό των Club 100 μοτοσυκλετών. Όπως είπαμε και για τα χωματερά, που τα πάντα στον κόσμο τους συμβαίνουν κυρίως κάτω από τα 100, χωρίς αυτό να αφαιρεί ούτε στο ελάχιστο την γοητεία τους.

Το μυστικό λοιπόν του Club 100 είναι πως μπορείς να οδηγείς πραγματικά στο όριο, χωρίς να χρειάζεσαι ούτε πίστα, ούτε συγκεκριμένο είδος δρόμου, τίποτα το ειδικό. Κι όταν λέμε στο όριο, είναι από κάθε άποψη, στο όριο των δυνατοτήτων του αναβάτη ή της μοτοσυκλέτας: Στην ουσία, οι συγκινήσεις από την επαφή με αυτό το όριο δεν διαφέρουν από αυτές που ζει ο Rossi οδηγώντας στα MotoGP. Ακόμα κι ο ίδιος όμως ο Valentino, για να διασκεδάσει και να προπονηθεί και να ευχαριστηθεί οδήγηση όταν δεν καβαλάει την Μ1 του, κάνει γύρους σε πίστα dirt track με το Ouroboros που φτιάχνει ο πατέρας του ή παίζει με χωματερά μηχανάκια ή κοντράρεται με τους φίλους του πάνω σε φτιαγμένα τρίκυκλα Ape, άρα εκτός MotoGP, είναι κι εκείνος μέλος του Club 100, ακόμα κι αν δεν το ξέρει. Κάπως έτσι, διαπιστώνουμε πως στην κυριολεξία τους οι συγκινήσεις δεν εξαρτώνται από την απόλυτη ταχύτητα, παρά μόνο από την σχετική. Για να συγκινηθείς απαιτείται κίνηση, ελληνικά μιλάμε, ας καταλαβαίνουμε και τι σημαίνουν οι λέξεις. Γι' αυτό και υποστηρίζω πως για να ευχαριστηθείς την μοτοσυκλέτα, δεν απαιτείται ούτε η πιο γρήγορη, ούτε η πιο ακριβή, ούτε η πιο εξοπλισμένη, ούτε η πιο καινούργια. Το μόνο που χρειάζεται είναι να λειτουργεί, να την καβαλήσεις και να φύγεις.

Ίσως μερικούς να τους ξενίζει η ιδέα πως μπορεί να οδηγείς στο όριο ενώ πηγαίνεις σιγά. Κι εδώ μπαίνει η έννοια της απόλυτης και της σχετικής ταχύτητας. Όταν παλιότερα πηγαίναμε το ZX-12R τελικιασμένο στα 312, τότε βιώναμε την απόλυτη ταχύτητα μοτοσυκλέτας παραγωγής. Όταν σήμερα περνάμε ένα κακοτράχαλο μονοπάτι με 40, πάμε αργά; Σε απόλυτα νούμερα ναι, σε σχετική ταχύτητα όχι, αν είναι πολύ δύσκολο να περάσει κάποιος από το ίδιο μονοπάτι με 42. Άρα, μπορείς να οδηγείς οριακά με 40, ενώ αν ταξιδεύεις στον ανοιχτό δρόμο με 160 κινδυνεύεις να σε πάρει ο ύπνος.

Αν και δεν δεχόμαστε νταλίκες στο Club 100, απατάσθε αν πιστέψετε πως είναι αργές ή δεν οδηγούνται οριακά, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούμε εύκολα. Μια φορτωμένη νταλίκα που κινείται σταθερά με 100, μπορεί να βγάλει καλύτερη μέση ωριαία από μια παρέα γρήγορων που θα πηγαίνουν τέζα αλλά θα σταματάνε κάθε 50-60 χιλιόμετρα για ανεφοδιασμό, τσιγάρο και κουβεντούλα. Πόσες φορές δεν σας έχει τύχει να βλέπετε την νταλίκα που είχατε περάσει ώρα πριν, να σας προσπερνά όταν σταματήσετε στο βενζινάδικο; Βγάζει καλύτερη μέση ωριαία, τι να κάνουμε, κι όσο για την οριακή οδήγηση της νταλίκας, δεν την αντιλαμβανόμαστε όσο κινείται με σταθερή ταχύτητα, μόλις όμως συμβεί κάτι και πρέπει να φρενάρει ή να αλλάξει πορεία απότομα και αναλάβει πια η μάζα και η αδράνειά της τον λόγο, γίνεται χαμός.

Αν δεν απολαμβάνεις την οδήγηση πηγαίνοντας και χαλαρά, δεν είναι καλή η μοτοσυκλέτα. Σωστό ή λάθος; Ας το σκεφτούμε λίγο. Μου φαίνεται πως μια μοτοσυκλέτα που την απολαμβάνεις μόνο πηγαίνοντας γρήγορα, είναι χειρότερη από μια που την βρίσκεις μαζί της και στο χαλαρό και στο γρήγορο. Στην δεύτερη περίπτωση, χρειάζεται πολύ πιο ποιοτικές αναρτήσεις που να μπορούν να ανταποκριθούν το ίδιο καλά και σε χαμηλές και σε υψηλές ταχύτητες, κι αυτό είναι πιο δύσκολο και πιο ακριβό για να το πετύχει ένας κατασκευαστής μοτοσυκλετών. Απαιτείται επίσης πολύ μεγαλύτερη αρχική επένδυση στην σχεδίασή της, τόσο σε γνώση όσο και χρήμα, από το στάδιο της σχεδίασης ως τις δοκιμές εξέλιξης. Ζητήματα όπως η συγκέντρωση της μάζας κοντά στο κέντρο βάρους έχουν προκύψει και εξελιχθεί από αυτή ακριβώς την ανάγκη, της ομοιογενούς και προβλέψιμης συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας σε όλες τις συνθήκες. Πολλοί μπερδεύουν την έννοια "ευκολοδήγητο" πιστεύοντας πως λίγο πολύ σημαίνει "μειωμένων δυνατοτήτων". Το αντίθετο συμβαίνει. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αγαπημένες μας παντός δρόμου αυτού του τεύχους. Οι καλύτερες από αυτές χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις γενιές και δεκαετίες έρευνας, εξέλιξης και εμπειρίας για να φτάσουν τις σημερινές τους δυνατότητες, όπου φυσικά και είναι πιο ευκολοδήγητες από τις προγόνους τους ενώ ταυτόχρονα οι επιδόσεις τους είναι αναμφισβήτητα ανώτερες σε όλους τους τομείς. Και ειδικά για να γίνουν ικανές να μπουν και στο Club 100, να μπορούν δηλαδή να είναι απολαυστικές και όταν πηγαίνεις χαλαρά ή σε πολύ κλειστό στροφιλίκι, χρειάστηκε να βελτιωθεί τόσο η ομοιογένειά τους, όσο και κάθε υποσύστημά τους ξεχωριστά, μαζί με την αρμονική συνεργασία όλων των υποσυστημάτων. Νομίζετε πως είναι απλό να κάνεις ελαστικό έναν δικύλινδρο κινητήρα 1200 κυβικών και 130 ίππων, την στιγμή που μια γενιά πριν ένας παρόμοιος με 1000 κυβικά και 90 ίππους δεν ήταν; Καθόλου απλό. Αυτό φάνηκε άλλωστε γιατί ακόμα και μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας με τους ψεκασμούς ακόμα βελτιώνονται αισθητά κάθε χρόνο, σε αντίθεση με την αντίληψη που υπήρχε όταν πρωτοεφαρμόστηκαν (ή καλύτερα, την ελπίδα) πως τώρα τέλειωσαν όλοι μας οι μπελάδες, οι τροφοδοσίες αναφλέξεις θα αυτορυθμίζονται και με το software θα κάνεις μια έτσι με το laptop σου και θα τα φτιάχνεις όλα. Δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Όπως δεν είναι και απλό να φτιάξεις έναν προοδευτικό, σταθερής απόδοσης συμπλέκτη, ένα καλοσχεδιασμένο κιβώτιο με τις κατάλληλες σχέσεις και σωστή αίσθηση κουμπώματος ταχύτητας στο λεβιέ, και τόσα άλλα. Αυτό που θέλω να πω είναι πως για να φτιαχτεί μια ικανή μοτοσυκλέτα, απολαυστική σε όλες τις συνθήκες, ρυθμούς και ταχύτητες, απαιτείται πολύ περισσότερος κόπος, χρόνος, γνώση και χρήμα απ' ότι για να φτιάξεις μια που αποδίδει καλά μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες. Πρέπει να είσαι πολύ καλός για να μπεις στο Club 100!

Mε μια πιο ευρεία ερμηνεία, οι μοτοσυκλέτες που αξίζουν να μπουν στο Club 100 είναι όσες απολαμβάνουμε καθημερινά, σε κάθε ρυθμό και σε κάθε δρόμο, ανεξάρτητα από κυβικά, τιμή και ηλικία. Ήδη το Club απέκτησε το δεύτερο μέλος του, τον Λύκο, που ενθουσιάστηκε με την ιδέα, μην αρχίσετε όμως να λέτε για καταστατικά και προεδρεία, δεν χρειάζεται να καταδικάσουμε το Club μόλις που γεννήθηκε, είπαμε, το Club 100 είναι μόνο ιδέα και άποψη, κι ας παραμείνει έτσι.