Editorial 568 - Όλοι αγαπημένοι;

x
Από το

motomag

1/3/2017

Υπάρχει και η αντίληψη, πως όσοι σχετίζονται με ένα αντικείμενο, οφείλουν να είναι μονοιασμένοι και αγαπημένοι για ένα κοινό σκοπό. Πάρτε για παράδειγμα τον χώρο της  μοτοσυκλέτας, τον δικό μας. Γίνονται δοκιμές MotoGP; Φλέγον ζήτημα το αν θα είναι όλο αγάπες και λουλούδια ο Vinales με τον Rossi, o νέος ανερχόμενος γρήγορος με τον παλιό μαχητή που είναι στην δύση της καριέρας του. «Τα πάνε πολύ καλά, πολύ καλό το κλίμα, όλο στο box του Rossi είναι ο Vinales», δηλώνει ο Lin Jarvis, επικεφαλής της Yamaha Racing. Προσέξτε τώρα. Είσαι ο επικεφαλής της ομάδας. Έχεις τον GOAT, τον Greatest Of All Time, στην ομάδα σου, φέρνεις όμως και τον νέο πύραυλο. Ο στόχος σου ποιος είναι; Να πάρει η Yamaha πρωτάθλημα. Να το πάρει ο Rossi; Χαρές και πανηγύρια, πήρε το δέκατο, απίστευτος ο γηραιότερος των MotoGP! Να το πάρει ο Vinales; Πάλι χαρές και πανηγύρια, να πόσο καλά είναι τα Yamaha, στην πρώτη του χρονιά με την ομάδα και κέρδισε. Πριν όμως κριθεί το πρωτάθλημα, όταν αυτοί οι δύο θα έχουν και μεταξύ τους μάχη, και με όλους τους υπόλοιπους αναβάτες, είναι λογικό να περιμένει κανείς να μην υπάρξει αντιπαλότητα μεταξύ τους; Αγωνιζόμενοι είναι, άρα αντίπαλοι. Κι οι αγωνιζόμενοι αγωνίζονται με έναν και μόνο στόχο: Την νίκη. Η πρώτη θέση του βάθρου δεν χωράει δύο, κι όποιος τερματίσει μπροστά από τον άλλο τον έχει νικήσει. Κι έτσι πρέπει να είναι. Γι’ αυτό υπάρχουν οι αγώνες, ειδικά στο υψηλότερό τους επίπεδο, και η άμιλλα παύει να είναι ευγενής όταν παίζονται θέσεις και πρωταθλήματα. Μπορεί να ζούμε σε μια εξαιρετικά politically correct εποχή, είναι όμως υπερβολή να περιμένουμε πως ο Rossi, για παράδειγμα, θα πάρει αγκαλίτσα τον Vinales και θα του εξηγήσει πως ακριβώς θα γίνει ακόμα καλύτερος από κείνον, όταν ο μικρός θα αρχίσει να τον αφήνει πίσω του. Εντάξει, δεν είπαμε να γυρίσουμε και στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, όπου τα μπουνίδια μεταξύ των όχι και τόσο gentlemen αναβατών στα pits ήταν συνηθισμένα, και η αυτοδικία ένας λίγο πολύ αποδεκτός τρόπος επίλυσης διαφορών. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη. Αντιπαλότητα όμως δεν υπάρχει μόνο μεταξύ αναβατών, αλλά και μεταξύ εταιριών (από… πάντα).

Τις τελευταίες μέρες, αίσθηση προκάλεσαν οι δηλώσεις του Chief Executive Officer της ΚΤΜ, Stefan Pierer, όταν αποκάλεσε την Honda «τον πιο μισητό αντίπαλο». Ζόρικη επιλογή λέξης, δύσκολο να φανταστείς τον επικεφαλής μιας μεγάλης εταιρίας να νιώθει μίσος για μια άλλη. Είναι χρήσιμο να γνωρίζει κανείς το ιστορικό της αντιπαλότητας των δύο εταιριών στους αγώνες, για να μπορέσει να καταλάβει την επιλογή λέξεων του Pierer. Έχοντας ξεπεράσει σε πωλήσεις την BMW εδώ και τρία χρόνια, η ΚΤΜ είναι ο μεγαλύτερος κατασκευαστής σπορ μοτοσυκλετών στην Ευρώπη, και θέλει να συγκρίνεται, και να κερδίζει, τους Ιάπωνες. Και ειδικά την Honda, που οι δρόμοι τους έχουν συναντηθεί πολλές φορές… Η μεγάλη τους αντιπαλότητα άρχισε με την έλευση της Moto2, την εποχή που η ΚΤΜ κέρδιζε τα 250 με το ψεκαστό δικύλινδρο δίχρονό της. Θεώρησαν πως η δημιουργία της Moto2 οφειλόταν σε επιθυμία της Honda, που θα προμήθευε και τους κινητήρες, και που δεν ήθελε ούτε να τα βλέπει τα δίχρονα. Η ΚΤΜ έφυγε τότε από τα GP, θυμωμένη από την χειραγώγηση, όπως θεωρούσαν, των GP από την Honda. Mε την Moto3 όμως, βρήκαν ευκαιρία να επιστρέψουν. Οι κανονισμοί έθεταν όριο κόστους κινητήρα, για να κρατήσουν την κατηγορία προσιτή σε νέους αναβάτες και ομάδες. Κι ενώ η Honda έφτιαξε έναν όχι κορυφαίας απόδοσης κινητήρα, για να μείνει στα όρια κόστους των κανονισμών, η ΚΤΜ έκανε ό,τι ήξερε και δεν ήξερε, κι έφτιαξε έναν πολύ πιο δυνατό, και σαφώς ακριβότερο…

Έτσι, κέρδισε το πρώτο πρωτάθλημα Moto3, και n Honda την κατηγόρησε πως παραβίασε το πνεύμα των κανονισμών, φτιάχνοντας μια πολύ ακριβή μοτοσυκλέτα, αντί για μια πιο φθηνή, ειδικά για εκκολαπτήριο ταλέντων. Η ΚΤΜ απλά απάντησε «διαβάσαμε τους κανονισμούς, αλλά δεν έλεγαν τίποτα για το πνεύμα»… Έτσι, ξαναπήρε το πρωτάθλημα και το 2013, όταν άλλαξαν οι κανονισμοί ορίζοντας πως οι ίδιοι κινητήρες με το συγκεκριμένο κόστος θα πρέπει να παρέχονται και σε όσες ομάδες το επιθυμούσαν, σε μια προσπάθεια να μην υπάρχουν «εργοστασιακοί» και «ιδιώτες». Τότε, η Honda είχε κατηγορήσει την ΚΤΜ πως πούλαγε φθηνά τον ακριβό της κινητήρα και μετά χρέωνε άλλες 200.000 ευρώ για το πλαίσιο και την υποστήριξη, μεταθέτοντας έτσι το κόστος του κινητήρα αλλού, αλλά τυπικά παραμένοντας εντός του γράμματος των κανονισμών. Για το ’14, και η Honda έκανε ό,τι ήξερε και δεν ήξερε στην νέα της Moto3, ανεβάζοντας κι αυτή το κόστος σε αστρονομικά ύψη. Τους πήραν και το πρωτάθλημα, ακολουθώντας τις μεθόδους τους. Και τη επόμενη χρονιά (το ’15, που πάλι η Honda πήρε την Moto3), η ΚΤΜ κατηγόρησε την Honda πως έκλεβε, ανεβάζοντας το όριο των στροφών πάνω από τις 13.500 που όριζαν οι κανονισμοί. Η ένσταση της ΚΤΜ απορρίφθηκε όταν εξετάστηκαν τα δεδομένα των Honda από την Dorna.  Αλλά πήρε λίγο από το αίμα της πίσω με την νίκη της το 2016.

Πρόκειται για μια αντιπαλότητα που δεν θα τελειώσει εδώ, αλλά θα συνεχιστεί. Κι όλα καλά, είναι αντίπαλοι, κι ο καθένας προσπαθεί να κερδίσει. Τώρα που η ΚΤΜ μπαίνει και στην Moto2 (με κινητήρα Honda!) και στα MotoGP, με πλάνο να βρεθεί στο βάθρο σε τρία χρόνια, και με V4 μάλιστα σαν της Honda, η κόντρα θα συνεχιστεί. Αστειευόμενος, ο Pierer δήλωσε πως δεν μπορούν να νικήσουν την BMW γιατί… δεν τρέχει, αλλά και πως με την νέα τους MotoGP θέλουν να ξεπεράσουν γρήγορα την Aprilia. Ο επόμενός τους στόχος θεωρεί πως είναι η Suzuki, της οποίας έπλεξε το εγκώμιο για την πρόοδό της στα MotoGP. «Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο απ’ το να κερδίζεις τους Ιάπωνες!», δήλωσε, για να συνεχίσει λέγοντας πως «Η Ηonda είναι ο γίγαντας, και η Honda πάντα προσπαθεί να κλέβει». Μίσος και κατηγορίες και μάχες μεταξύ του Ευρωπαίου και του Ιάπωνα γίγαντα, τώρα και στα MotoGP… Σημαντικό είναι πως ο Pierer απευθυνόταν σε Αυστριακό κανάλι όταν τα έλεγε αυτά, στην χώρα του. Φανταστείτε πόσοι θα χειροκροτούσαν σε αντίστοιχες δηλώσεις ενός Έλληνα, επικεφαλής της μεγαλύτερης στην Ευρώπη Ελληνικής εταιρίας, σε δηλώσεις του σε Ελληνικό κανάλι, κατηγορώντας την μεγαλύτερη Ιαπωνική εταιρία! Ενθουσιασμός στα πλήθη!

Μ’ αρέσει η άποψη πως η πρώτη κόντρα στήθηκε μόλις φτιάχτηκε η δεύτερη μοτοσυκλέτα. Τι θα ήταν οι αγώνες χωρίς αντιπαλότητα και ανελέητο κυνήγι της νίκης; Κι άλλωστε, η αξία της νίκης καθορίζεται από την αξία του αντιπάλου, κι η ΚΤΜ προς τιμήν της έχει βρει άξιο αντίπαλο. 

editorial 522 - Kakonomics

Από το

Μαύρο Σκύλο

1/5/2013

Ο φίλος μου ο Πάνος μου έστειλε το ομώνυμο κείμενο της Ιταλίδας Gloria Origgi. Η φιλόσοφος και ειδική στη θεωρία της σκέψης, Gloria Origgi, με την ελληνικής ετυμολογίας λέξη Kakonomics, μιλά για την παράδοξη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, κάτι που εξηγεί γιατί η ποιότητα ζωής μας συχνά είναι χάλια.

"Οι συνήθεις προσεγγίσεις της θεωρίας των παιγνίων αναφέρουν πως όταν οι άνθρωποι συναλλάσσονται (με ιδέες, υπηρεσίες ή αγαθά), επιθυμούν να λαμβάνουν υψηλή ποιότητα από τους άλλους. Ας θεωρήσουμε πως οι συναλλαγές μπορούν να γίνουν μόνο σε δύο επίπεδα ποιότητας: Υψηλή και χαμηλή. Ο όρος Kakonomics περιγράφει περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι όχι μόνο θέλουν να λάβουν υψηλή ποιότητα δίνοντας για αντάλλαγμα χαμηλή (να κοροϊδέψουν κάποιον δηλαδή) αλλά στην πραγματικότητα προτιμούν να δώσουν χαμηλή ποιότητα και να λάβουν σε αντάλλαγμα επίσης χαμηλή.

Πως είναι δυνατόν κάτι τέτοιο; Και πως μπορεί κάτι τέτοιο να είναι λογικό; Ακόμα κι όταν τεμπελιάζουμε, και προτιμούμε να δώσουμε χαμηλή ποιότητα (όπως όταν δεχόμαστε να γράψουμε ένα άρθρο για ένα μέτριο περιοδικό, αρκεί να μην μας ζητήσουν να το δουλέψουμε και πολύ), θα έπρεπε λογικά να προτιμούμε να δουλέψουμε λιγότερο αλλά να αμειφθούμε περισσότερο απ' ότι θα άξιζε η δουλειά μας, δηλαδή να δώσουμε χαμηλή ποιότητα και να λάβουμε υψηλή. Η περίπτωση Kakonomics είναι διαφορετική: Σ' αυτήν, όχι μόνο προτιμούμε να δώσουμε ένα αγαθό χαμηλής ποιότητας, αλλά προτιμούμε να λάβουμε ένα εξίσου χαμηλής ποιότητας αντάλλαγμα!

Η Kakonomics είναι η παράδοξη, αλλά εξαιρετικά διαδεδομένη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, όσο κανείς δεν παραπονιέται γι' αυτό. Ο κόσμος των Kakonomics είναι ένας κόσμος όπου οι άνθρωποι όχι μόνο ανέχονται την μετριότητα και την αναξιοπιστία των άλλων, αλλά την περιμένουν: "Γνωρίζω πολύ καλά πως δεν θα εκπληρώσεις στο ακέραιο τις υποσχέσεις σου, αλλά το δέχομαι γιατί θέλω να μπορώ κι εγώ να μην εκπληρώσω τις δικές μου χωρίς να αισθάνομαι άσχημα γι' αυτό". Η συμπεριφορά αυτή είναι αλλόκοτη και ενδιαφέρουσα γιατί όπως σε όλες τις συναλλαγές αυτού του είδους, τα δύο μέρη φαίνεται να έχουν μια διπρόσωπη συμφωνία: Πρώτα μια "επίσημη", όπου και οι δύο δηλώνουν την πρόθεσή τους για μια συναλλαγή σε υψηλό επίπεδο ποιότητας, και μετά μια ανομολόγητη, που δέχεται πως οι εκπτώσεις στην ποιότητα όχι μόνο επιτρέπονται αλλά είναι και αναμενόμενες. Γίνεται έτσι μια συμφωνία, ανομολόγητη όμως, για αμοιβαία εξαπάτηση. Έτσι, κανείς δεν επωφελείται, λαμβάνοντας περισσότερα απ' όσα θα έπρεπε. Οι συναλλαγές Kakonomics ρυθμίζονται από έναν άγραφο κοινωνικό νόμο για εκπτώσεις στην ποιότητα, μια κοινή αποδοχή ενός μετριότατου ή κακού αποτελέσματος που ικανοποιεί όμως και τα δύο μέρη, τουλάχιστον όσο μπορούν να συνεχίσουν να δηλώνουν πως η συναλλαγή ήταν σε υψηλό επίπεδο ποιότητας.

Ορίστε ένα παράδειγμα: Ένας επιτυχημένος συγγραφέας best seller πρέπει να παραδώσει το νέο του μυθιστόρημα στον εκδότη του, κι έχει αργήσει πολύ. Το κοινό του είναι πολυπληθές, κι ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλά πως θα αγοράσει το βιβλίο του μόνο και μόνο επειδή θα γράφει το όνομά του στο εξώφυλλο, κι έτσι κι αλλιώς, λίγοι από αυτούς θα διαβάσουν πέρα από το πρώτο κεφάλαιο. Ο εκδότης του επίσης το γνωρίζει αυτό. Έτσι, ο συγγραφέας αποφασίζει να παραδώσει το νέο του βιβλίο με ένα συγκλονιστικό πρώτο κεφάλαιο αλλά μέτρια πλοκή από κει και πέρα (να το αποτέλεσμα χαμηλής ποιότητας). Ο εκδότης είναι ευχαριστημένος, τον συγχαίρει δηλώνοντας πως παρέλαβε ένα αριστούργημα (το παραμύθι της υψηλής ποιότητας) κι έτσι είναι και οι δύο ευχαριστημένοι. Ο συγγραφέας όχι μόνο προτιμά να παραδώσει χαμηλή ποιότητα, αλλά επιθυμεί και ο εκδότης να του δώσει το ίδιο, για παράδειγμα αποφεύγοντας να χτενίσει πολύ καλά το κείμενο βελτιώνοντάς το, και να το εκδώσει όπως είναι. Εμπιστεύονται ο ένας την αναξιοπιστία του άλλου, και συνωμοτούν για ένα κοινά αποδεκτό χαμηλής ποιότητας αποτέλεσμα που βολεύει και τους δύο. Όποτε υπάρχει μια τέτοια σιωπηρή συμφωνία σύγκλισης προς χαμηλή ποιότητα με στόχο αμοιβαία οφέλη, έχουμε να κάνουμε με μια περίπτωση Kakonomics.

Παραδόξως, αν ο ένας από τους δύο παραδώσει υψηλή ποιότητα αντί για την αναμενόμενη χαμηλή, ο άλλος αισθάνεται προδομένος και το θεωρεί αθέτηση της άτυπης συμφωνίας, ακόμα κι αν δεν το παραδεχτεί ανοιχτά. Στο παράδειγμά μας, έτσι θα ένιωθε ο συγγραφέας εάν ο επιμελητής του εκδότη βελτίωνε το κείμενό του. Η αξιοπιστία του εκδότη σ' αυτή την περίπτωση συνίσταται στο να παραδώσει την ίδια χαμηλή ποιότητα. Κόντρα στο κλασικό Δίλημμα του Φυλακισμένου της θεωρίας παιγνίων (όπου δύο άνθρωποι δεν συνεργάζονται ακόμα κι αυτό θα ήταν προς αμοιβαίο τους όφελος), η προθυμία επανάληψης μιας συναλλαγής με κάποιον εξασφαλίζεται όταν υπάρχει η σιγουριά πως κι εκείνος θα παραδώσει χαμηλή αντί για υψηλή ποιότητα.

Οι συναλλαγές Kakonomics δεν είναι πάντα κακές. Μερικές φορές επιτρέπουν μια αμοιβαία κατανόηση εκπτώσεων που κάνει την ζωή πιο χαλαρή για όλους. Όπως μου είπε ένας φίλος που ανακαίνιζε μια αγροικία στην Τοσκάνη, "οι Ιταλοί μαστόροι ποτέ δεν τελειώνουν τη δουλειά στο συμφωνημένο χρόνο, το καλό όμως είναι πως δεν περιμένουν κι εσύ να τους πληρώσεις τότε που έχεις υποσχεθεί".

Το μεγάλο όμως πρόβλημα των Kakonomics -που στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει χείριστα οικονομικά- και ο λόγος για τον οποίο αποτελούν μια μορφή συλλογικής παράνοιας εξαιρετικά δύσκολης να εξαλειφθεί, είναι πως κάθε συναλλαγή χαμηλής ποιότητας είναι ένα τοπικό ισοζύγιο όπου και τα δύο μέρη μένουν ευχαριστημένα, αλλά κάθε μία από αυτές τις συναλλαγές διαφθείρει μακροχρόνια συνολικά το σύστημα. Οπότε, οι απειλές που αντιμετωπίζουν τα καλά συλλογικά αποτελέσματα δεν προέρχονται μόνο από "αρπακτικά" και "κερδοσκόπους", όπως μας διδάσκουν οι καθιερωμένες κοινωνικές επιστήμες, αλλά και από καλά οργανωμένους κανόνες Kakonomics που εξασφαλίζουν πως τα αποτελέσματα των συναλλαγών θα είναι προς το χειρότερο. Ο συνδετικός ιστός της κοινωνίας δεν είναι μόνο η συνεργασία για το γενικό καλό. Για να καταλάβουμε γιατί πολλές φορές "η ζωή είναι σκατά", θα πρέπει να μελετήσουμε τις άτυπες συμφωνίες που προσδοκούν σε ένα ατομικό όφελος και ταυτόχρονα σε μια συλλογική ζημία."

Στο συνεργείο: Ο πελάτης πάει γιατί άκουσε πως είναι φθηνό. Σκέφτεται πως και καλή δουλειά να μην γίνει, θα δώσει λίγα, οπότε εντάξει. Ακόμα και πριν φτάσει και το δει, έχει προσπαθήσει να πείσει τον εαυτό του πως το πάτωμα θα είναι μαύρο από στυλιστική επιλογή, κι όχι από τα λάδια είκοσι ετών που κανείς δεν καθάρισε, και πως τα μισολυμένα μοτέρ και τα διάσπαρτα παντού παλιά εξαρτήματα είναι άποψη εικαστική. Ανάλογες μυθοπλασίες ισχύουν και για την συμπεριφορά του μάστορα, που ξινίζει τα μούτρα του λες και ο πελάτης έχει έρθει για να του κάνει τη ζωή δύσκολη, κι όχι για να του δώσει δουλειά. Αλλά έτσι είναι οι ιδιοφυΐες, ιδιόρρυθμες, κι η ανάγωγη συμπεριφορά τους δικαιολογείται από το μεγαλείο των έργων τους. Παρά το αυτοπαραμύθιασμα όμως, ο πελάτης γνωρίζει πως η δουλειά δεν θα είναι πρώτης τάξης, αλλά ελπίζει κιόλας πως η χαμηλή τιμή θα αντισταθμίσει την τσαπατσουλιά και την έλλειψη γνώσεων. Από την μεριά του, ο μάστορας γνωρίζει πως ο πελάτης είναι στο κόλπο ("θα δώσω λίγα, θα πάρω αντίστοιχα λίγα"), οφείλει όμως να κάνει την προσπάθεια να ανεβάσει την δουλειά του, με ένα καλά προβαρισμένο ανεκδοτολογικό λογύδριο, για να πείσει τον πελάτη πως όλοι οι άλλοι θα του έπαιρναν τζάμπα λεφτά, και πως μόνος εκείνος είναι μυημένος στα απόκρυφα των κινητήρων των παπιών. Ενστικτωδώς, ο μάστορας γνωρίζει πως να χειραγωγήσει ψυχολογικά τον πελάτη, όπως επίσης γνωρίζει πως ακόμα και τα σχετικά λίγα χρήματα που θα του πάρει είναι στην πραγματικότητα πάρα πολλά για τις δουλειές που δεν θα κάνει, αλλά θα πει ότι έχει κάνει. Η συναλλαγή ολοκληρώνεται, ο πελάτης φεύγει ευχαριστημένος που έδωσε σχετικά λίγα χρήματα (για δουλειές όμως που δεν έγιναν, ή που έγιναν με σφυροκάλεμο), αφήνοντας τον μάστορα επίσης ευχαριστημένο γιατί με τόσο λίγο κόπο και ικανότητα έβγαλε το μεροκάματο. Τέτοιου είδους συναλλαγές εξαπλώνονται σαν ιώσεις, ξεκινώντας μια δίνη που ρουφάει προς τα κάτω όλο και περισσότερους, υποβαθμίζοντας την ποιότητα και των πελατών, και των υπηρεσιών, και των μαστόρων. Αφού γίνεται κι έτσι, γιατί να προσπαθήσω για κάτι καλύτερο; Μετά, ο πελάτης κοκορεύεται στους φίλους του πως έδωσε μόνο 50 ευρώ για service στο τετρακύλινδρό του, εννοώντας πως είναι κορόιδα όσοι πληρώνουν λογικά χρήματα για αξιοπρεπή εργασία.

Το αντίστροφο: Στο αψεγάδιαστο συνεργείο, ο ευγενικός μάστορας σου λέει μια τιμή που σου φαίνεται χαμηλή. Γίνεσαι πολύ δύσπιστος και φεύγεις: "Κάποιο λάκκο έχει η φάβα", σκέφτεσαι, αντί για το πιο λογικό, "Επιτέλους, σωστό μαγαζί με σωστές τιμές".

Για ανταλλακτικά: Πάρε το ιμιτασιόν, την ίδια δουλειά θα κάνεις. Αμ δε. Μετά από δέκα χρόνια αχρηστίας, αποφάσισα να ξαναβγάλω στο δρόμο το παλιό μου SS50 (τέλη δεκαετίας '60). Αγόρασα ένα σετ "πάνω" φλάντζες έναντι του συγκλονιστικού αντιτίμου του ενός ευρώ και εξήντα λεπτών, κομπλέ με o-ring, ζουάν για την εξάτμιση, τσιμουχάκια βαλβίδων. Το μετάνιωσα με το που το άνοιξα, ήταν σαν κομμένες από παλιό χαρτί τετραδίου. Μερικές δεν έκαναν, μακάρι να μην ταίριαζε καμία για να τις πετάξω όλες. Τι περίμενα; Ποιότητα Honda με 1,60; Σ' αυτή την περίπτωση το Kakonomics δούλεψε: Τις αγόρασα, ξέροντας πως θα είναι σκουπίδια, αλλά παραμυθιάστηκα πως "θα κάνω τη δουλειά μου". Κάπου στα βάθη της Κίνας ένας Κινέζος φλαντζάς γελάει. Τελειωμό δεν έχουν τα κορόιδα. Αν μου κοστίζουν εμένα 15 σεντ του ευρώ, τι περιμένουν; Να είναι και καλές;

Για την επιλογή μοτοσυκλέτας: "Δεν κάνω ράλι εγώ", μου είπε κάποιος όταν μετά από ερώτησή του προσπαθούσα να του εξηγήσω τις μίνιμουμ προδιαγραφές μιας σύγχρονης μοτοσυκλέτας. Εν γνώσει του, ήθελε να πάρει μια κακή, απαρχαιωμένη μοτοσυκλέτα, ενώ είχε τα χρήματα να πάρει μια καλύτερη. Προτιμούσε δηλαδή την κακή ποιότητα έναντι χαμηλού αντιτίμου, αντί για αποδεκτή ποιότητα με ελάχιστα περισσότερα χρήματα. Και φυσικά, ο εγκέφαλος του ανθρώπου είναι πρώτος στο να βρίσκει δικαιολογίες για ο,τιδήποτε. Είχε πείσει τον εαυτό του πως αφού δεν είναι "ραλίστας", κάτι χωρίς φρένα, χωρίς αναρτήσεις, χωρίς επιδόσεις, κάτι επικίνδυνο τέλος πάντων, είναι αρκετό για κείνον.

Για τις παρέες: Μερικοί φοβούνται τη μοναξιά. Ίσως γιατί περισσότερο απ' όλα φοβούνται να μείνουν μόνοι με τον εαυτό τους. Και ανέχονται παρέες. Και οι παρέες, αντίστοιχα, τους ανέχονται. Γιατί μερικές φορές οι παρέες επίτηδες περιλαμβάνουν ανθρώπους που δεν θα έκαναν κανονικά παρέα μαζί τους, έτσι για να έχουν να τους κακολογούν όταν δεν είναι παρόντες, ή να τους την μπαίνουν μειωτικά όταν είναι παρόντες. Συνειδητή επιλογή χαμηλής ποιότητας, και τους λόγους ας τους βρουν οι ψυχίατροι. Και πάνε και ταξίδια μαζί, που όλοι είναι στην γκρίνια όλη την ώρα. Και κανείς δεν φχαριστιέται το ταξίδι. Καλύτερα μόνος. Κι ας τα δεις όλα.

To χειρότερο: Μια Kakonomics συναλλαγή θεωρείται πια δεδομένη, ο κανόνας, κάτι αντίστοιχο με το "όλοι τα παίρνουν", "όλοι είναι ένοχοι", και η κοινωνία αρχίζει, συνηθίζει και συνεχίζει να λειτουργεί μόνο σ' αυτή τη βάση. Έτσι κι αλλιώς, οι μέτριοι πάντα θέλουν όλοι να κατέβουν στο επίπεδό τους, και κάνουν ό,τι μπορούν γι' αυτό. Ένας από τους τρόπους που χρησιμοποιούν είναι να ισχυρίζονται πως όλοι είναι όμοιοί τους ή, ακόμα κι αν πράττουν διαφορετικά, θα ήθελαν να είναι. Έχει γίνει επίσης η στάνταρ δικαιολογία για όσους δεν κάνουν, ή δεν κάνουν καλά την δουλειά τους: Ενώ κάποιος δέχεται να κάνει μια δουλειά με συγκεκριμένο αντίτιμο, στην πορεία δικαιολογεί την ανεπάρκειά του ή την άρνησή του να την κάνει με το πρόσχημα πως δεν πληρώνεται αρκετά. Προφανώς, όταν προσλήφθηκαν, ήξεραν, αλλά φυσικά δεν είπαν ποτέ, πως δεν πρόκειται να κάνουν καλά την δουλειά τους, γιατί θεωρούσαν εξ αρχής μικρή την αμοιβή. Αλλά δέχτηκαν την συμφωνία, λέγοντας μετά το απίθανο "εμείς κάνουμε πως δουλεύουμε κι αυτοί κάνουν πως μας πληρώνουν". Κι όλα καλά, και πάμε για καλύτερα...