Editorial 565 - John, Hans, Max και Fritz…

x
Από το

motomag

1/12/2016

Μπορεί κανείς να φανταστεί μοτοσυκλέτες χωρίς λάστιχα, χωρίς ρουλεμάν, χωρίς ατσάλινους σωλήνες, χωρίς αλυσίδες; Εντάξει, μερικές δεν έχουν τελική μετάδοση με αλυσίδα, αλλά όλο και κάποια θα έχουν κρυμμένη στον κινητήρα τους. Για αυτά τα καίρια κομμάτια κάθε μοτοσυκλέτας, έχουμε να ευχαριστήσουμε συγκεκριμένους ανθρώπους, αλλά και τα ποδήλατα! Καθώς η μοτοσυκλέτα δεν είναι παρά μια φυσική εξέλιξη του ποδηλάτου, με την προσθήκη κινητήρα, μερικές εφευρέσεις του 19ου αιώνα εξελίχθηκαν για τα ποδήλατα ή βρήκαν εκεί πρώτα εφαρμογή, πριν περάσουν στις μοτοσυκλέτες. Ειδικά στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, η βιομηχανική ανάπτυξη έκανε τις τεχνολογικές καινοτομίες να οργιάσουν, κι αυτό δημιούργησε τις κατάλληλες συνθήκες για την γέννηση των μοτοσυκλετών. Εξάλλου, πολλές μάρκες μοτοσυκλετών ξεκίνησαν από αντίστοιχες ποδηλάτων. Τι εποχή θα ήταν αυτή για να ζει κανείς, αν βέβαια είχε την οικονομική δυνατότητα για να μπορέσει να απολαύσει τους καρπούς των τεχνολογικών εξελίξεων... Μέσα σε λίγα χρόνια, μόνο και μόνο η δυνατότητα χερσαίας μετακίνησης πέρασε από το άλογο και την άμαξα στην μοτοσυκλέτα και το αυτοκίνητο. 

Όπως πάντα, ήταν και θέμα συγχρονισμού. Κάποιες εφευρέσεις ήρθαν στον κατάλληλο χρόνο ώστε να είναι εφικτή η παραγωγή και η εφαρμογή τους, επιτρέποντας με την σειρά τους τον συνδυασμό τους σε πρωτοποριακά μέσα μετακίνησης και διασκέδασης. Εφευρέτες προσπαθούσαν να δώσουν λύσεις σε προβλήματα της εποχής τους, αλλά μερικές φορές οι τεχνολογικές τους λύσεις δεν ήταν εφαρμόσιμες σε ευρεία κλίμακα. Μια τέτοια περίπτωση ήταν του Robert Thomson (1822 – 1873), που είναι και ο πρώτος εφευρέτης του πνευματικού ελαστικού, του φουσκωτού δηλαδή! Το σκέφτηκε σαν βελτίωση της κύλισης και της άνεσης για τις ιππήλατες άμαξες, και σ’ αυτόν χρωστάμε την έννοια βουλκανισμός και βουλκανιζατέρ. Το 1839, πρόσθεσε θείο σε φυσικό λάστιχο για να το κάνει ελαστικό αλλά όχι κολλώδες. Κατασκεύασε κιόλας τέτοια ελαστικά για άμαξες (με την "σαμπρέλα" του από μέσα και δέρμα απ’ έξω), ήταν όμως πολύ ακριβά για να παραχθούν μαζικά. Η πατέντα του ξεχάστηκε, μέχρι που ένας Σκωτσέζος κτηνίατρος, ο John Boyd Dunlop (1840–1921), συνδύασε ύφασμα Arbroath για πανιά πλοίων με Ινδικό κόμμι (αυτό που λέμε καουτσούκ, βγαίνει από ένα είδος φίκου), κατασκευάζοντας το πρώτο φουσκωτό ελαστικό χωρίς να γνωρίζει τις προγενέστερες προσπάθειες του Thomson. To δοκίμασε στον εμπρός τροχό του ποδηλάτου του γιου του, το 1887. Δυο χρόνια αργότερα βγήκε σε μαζική παραγωγή, ακριβώς την σωστή περίοδο: Η νέα εφεύρεση δεν θα χρησίμευε μόνο για τα ποδήλατα, αλλά και για τις μοτοσυκλέτες και τα αυτοκίνητα που θα γνώριζαν αλματώδη ανάπτυξη λίγα χρόνια μετά. Κι ο Dunlop, στην ουσία, μια σαμπρέλα κι ένα πρωτόγονο λάστιχο έφτιαξε αρχικά, έγκλειστη μέσα σε ένα "μανίκι" από καραβόπανο που στερεώνονταν στη ζάντα με κορδονέτα, κι είχε κολλημένο ένα προστατευτικό πέλμα από καουτσούκ επάνω του. Η αρχική τους εφαρμογή στα ποδήλατα βελτίωσε κατά πολύ τις επιδόσεις τους στους αγώνες, αλλά και την άνεση στην καθημερινή χρήση.    

Η εφεύρεση της αλυσίδας με την μορφή που την ξέρουμε σήμερα έλυσε το θέμα της μετάδοσης κίνησης στα ποδήλατα, αλλά και το θέμα των σχέσεων μετάδοσης. Όταν τα πετάλια ήταν κατ’ ευθείαν στον εμπρός τροχό, αυτός έπρεπε να είναι τεράστιος για να μπορεί το ποδήλατο να αναπτύξει μια στοιχειώδη ταχύτητα. Η εφεύρεση του Ελβετού Hans Renold έλυσε αυτά τα θέματα, και σ’ αυτόν χρωστάμε την μετάδοση κίνησης με αλυσίδα και γρανάζια. Αρχικά, χρειάστηκε κάποιος χρόνος για να γίνει κοινός τόπος στις μοτοσυκλέτες, αφού οι δερμάτινοι ιμάντες που χρησιμοποιούνταν ταίριαζαν καλύτερα στις πρωτόλειες μοτοσυκλέτες της εποχής, που δεν είχαν συμπλέκτη, κι έτσι τον ρόλο του έπαιζε η ολίσθηση του δερμάτινου ιμάντα στα καρούλια του. Η αλυσίδα, βλέπετε, δεν μπορούσε να πατινάρει στα δόντια των γραναζιών της! Γρήγορα όμως αυτά τα θέματα λύθηκαν, και η εφεύρεση που είχε κάνει το 1880 δίνοντας στην αλυσίδα την σημερινή μορφή της με τα κυλινδράκια, εξακολουθεί να μας κινεί. Φανταστείτε πως πριν το 1900 είχαν γίνει και δοκιμές με αυτολιπαινόμενες αλυσίδες, αλλά η πρακτική τους εφαρμογή θα ερχόταν με τις o-ring, πολύ αργότερα. Στον ίδιο τον Hans Renold που είχε εγκατασταθεί από 21 ετών στην Αγγλία, χρωστάμε και την σημερινή μορφή των γραναζιών κίνησης, όπως και το σχέδιο της ασφάλειας αλυσίδας. Ο ίδιος επίσης έκανε τις πρώτες δοκιμές για κάπως μεγαλύτερες αλυσίδες το 1916, αυτές που σήμερα ξέρουμε ως ερπύστριες. Η παραγωγή ειδικών για μοτοσυκλέτες αλυσίδων ξεκίνησε από τον ίδιο το 1918. Αν και μπορούσε να κατοχυρώσει πατέντα, προτίμησε να αφήσει όποιον ήθελε να παράγει αλυσίδες.

Την ίδια περίοδο στα τέλη του 19ου αιώνα, οι αδελφοί Max και Reinhard Mannesmann παρουσίασαν στην Γερμανία μια διαδικασία παραγωγής ατσάλινων σωλήνων χωρίς ραφή. Διαδικασίες κατασκευής σωλήνων υπήρχαν από το 1825, αλλά ήταν με ραφές και σχεδόν ποτέ εντελώς κυλινδρικοί ή ευθείς. Χωρίς την πατέντα των αδελφών Mannesmann, δεν θα είχε φτιαχτεί κανένα πλαίσιο χωροδικτύωμα, ούτε καν ένα απλό πλαίσιο ποδηλάτου: Η ονομασία "diamond frame", που ακόμα χρησιμοποιείται για να περιγράψει πλαίσια μοτοσυκλετών, προήλθε από τα ποδήλατα λόγω του ρομβοειδούς σχήματος του πλαισίου τους, που μεταφέρθηκε αυτούσιο σχεδόν στις πρώτες μοτοσυκλέτες. Οι ίδιοι έφτιαξαν το 1912 τους πρώτους σωλήνες από ανοξείδωτο ατσάλι, και η εταιρία τους υπάρχει ακόμα, ως Salzgitter Mannesmann Stainless Tubes.

Αφαιρέστε από μια μοτοσυκλέτα τα ρουλεμάν της, και θα διαλυθεί. Οι τροχοί δεν θα γυρίζουν, το τιμόνι δεν θα στρίβει, ο κινητήρας δεν θα λειτουργεί, το κιβώτιο επίσης. Η βασική ιδέα των ρουλεμάν είναι τόσο παλιά όσο και οι ξύλινοι κύλινδροι κάτω από πλοία ή ογκόλιθους, χιλιάδες χρόνια πριν. Αλλά για να γίνει πραγματικότητα και να βρει χιλιάδες εφαρμογές το γνωστό μας ρουλεμάν, χρειάστηκε η εξυπνάδα του επίσης Γερμανού Friedrich Fischer, που κατάφερε να βγάλει σε μαζική παραγωγή απόλυτα σφαιρικές ατσάλινες μπίλιες το 1883, κι έφτασε σε ακρίβεια 0,00012 του χιλιοστού το 1892!  Η εταιρία που ξεκίνησε ο ίδιος υπάρχει ακόμα ως Fischers Aktien-Gesellschaft, η γνωστή FAG. Μάλλον δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσουμε για τα οφέλη των ρουλεμάν, και το πως έκαναν πιο αποδοτικές και ακριβείς παντός είδους μηχανές. Και μοτοσυκλέτες.

Κάτι τέτοιους τύπους χρειάζεται να θυμόμαστε που και που, μουσάτους, με αυστηρό βλέμμα, με κοιλιά, αυτούς τους εφευρέτες – βιομήχανους του δέκατου ένατου αιώνα. Η εποχή τους ήταν μια μεγάλη χύτρα με μαγικό φίλτρο: Μέσα του ρίχνονταν διάφορα τυχαία συστατικά, αλλά συνδυάζονταν με έναν μοναδικό τρόπο για να δώσουν εφευρέσεις που απολαμβάνουμε ακόμα και σήμερα. Ελπίζω να μην γίνουν κάποια μέρα όλες οι μοτοσυκλέτες ηλεκτρικές και να πρέπει να γράψω για την μπαταρία της Βαγδάτης, έτσι για να πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή...

editorial 529 - η όμορφη αλητεία

Από το

Μαύρο Σκύλο

28/11/2013

η όμορφη αλητεία

 

Άλλες εποχές, θα ξερογλειφόμασταν βλέποντας μια μοτοσυκλέτα σαν την καινούργια CBR-SP. Κάτι το μονόσελο, κάτι τα Ohlins μπρος πίσω, κάτι τα λίγα άλογα ακόμα και η ιστορία με τα προσεκτικά ταιριαγμένα έμβολα και μπιέλες, από χέρι ανθρώπου ένα-ένα ζυγισμένα κι όχι τυχαία, θα μπορούσαμε να γράφουμε σελίδες επί σελίδων. Όχι πως τώρα δεν μπορούμε, όχι πως τώρα δεν ξερογλειφόμαστε. Έχουν αλλάξει όμως οι προτεραιότητές μας. Αντί για μια υπέροχη μοτοσυκλέτα εξειδικευμένη χρήσης που απευθύνεται σε άνετους οικονομικά, μιας κάποιας ηλικίας μοτοσυκλετιστές, σήμερα οφείλουμε να προσέχουμε πολύ περισσότερο όσα νέα μοντέλα μπορούν να ενθουσιάσουν τους νέους, που δεν έχουν ακόμα στις επιλογές τους την μοτοσυκλέτα. Γιατί σε λίγο θα μείνουμε λίγοι, μιας κάποιας ηλικίας, και μετά από μας... ένα μεγάλο κενό.

Δεν λέω, ξέρω πως το μυαλό των περισσότερων από μας έχει κολλήσει κάπου εκεί στην ηλικία των 18 με 20, με όσα ψήγματα γνώσης και εμπειρίας μπορεί να μας χάρισαν τα χρόνια από τότε. Γι' αυτό, ακόμα και στην Ελλάδα του 2013 δεν παύουμε να ονειρευόμαστε, να μας τρέχουν τα σάλια καθώς τα νέα από το Σαλόνι του Μιλάνου και το Tokyo Motor Show φτάνουν σιγά σιγά και ψηφιακά στα γραφεία του ΜΟΤΟ. Βλέπουμε Έμμε Βου Αγκούστα Τουρίσμο Βελότσε Οττοτσέντο, κι επίτηδες το γράφω ελληνικά για να το διαβάζεις και να γεμίζει το στόμα σου, να το βλέπεις και να θολώνει το μάτι σου. Κι αυτοί έκριναν πως μόνο με superbike και supersport δουλειά δεν γίνεται, ψωμάκι δεν βγαίνει. Να και καινούργιο Ducati Monster, πιο μακρύ, πιο δυνατό, πιο μεγάλο, πιο Ντιαβελοειδές. Κάτι θα ξέρουν: εδώ στην Ελλάδα, το μεγάλο muscle bike το Diavel, έχει πουλήσει περισσότερα κομμάτια από το μικρότερο, πιο βολικό και καθημερινά χρήσιμο Hyperstrada! Φαίνεται πως αυτοί που έχουν τα χρήματα, αγοράζουν κάτι εντυπωσιακό παρά κάτι πιο πρακτικό, και φυσικό το βρίσκω.

Σιγά σιγά, τις μέρες των παρουσιάσεων των νέων μοντέλων, έχω την εντύπωση πως τέτοιο καταιγισμό είχαμε χρόνια να δούμε, και το μόνο σίγουρο είναι πως καλύτερες μοτοσυκλέτες από τις σημερινές ποτέ άλλοτε δεν υπήρξαν. Δεν φτάνουμε βέβαια στα επίπεδα του Ιαπωνικού οργασμού του 1988-1990, όταν παρουσιάστηκαν πολλές και σημαντικές μοτοσυκλέτες-ορόσημα, αλλά τότε οι ευρωπαίοι κοιμόντουσαν ακόμα, και δεν ήταν παίχτες δυνατοί που να ανταγωνίζονται στα ίσα τους Ιάπωνες. Σήμερα, οι ευρωπαίοι είναι πιο δυνατοί από ποτέ, και οι μικροί, και οι μεγαλύτεροι σαν τις ΚΤΜ και BMW. Οι Ιάπωνες, από την άλλη, έχουν την Honda να πρωτοστατεί παρουσιάζοντας 13 νέα ή βελτιωμένα μοντέλα, κι έχοντας πια στην γκάμα της 15 μοτοσυκλέτες για την κατηγορία διπλωμάτων Α2. Η Yamaha συγκέντρωσε την μοτοσυκλετιστική της αντεπίθεση σε δύο νέα naked, η Kawasaki ανανέωσε τα τετρακύλινδρα χιλιάρια της (μερικά πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ, τα μοντέλα με τόσους κυλίνδρους και κυβικά ήταν πάντα συνυφασμένα με το όνομα της Kawasaki) και η Suzuki περιορίστηκε στο νέο V-Strom, που στα χαρτιά τουλάχιστον δεν φαίνεται να πλεονεκτεί κάπου έναντι των αντιπάλων του, σε τεχνολογία ή επιδόσεις. Όμως, ήρθαν τα νέα από Ιαπωνία μεριά, κι ένα δροσερό φρέσκο αεράκι φύσηξε από την μεριά της Suzuki: Πίσω από το αδιάφορο έως άσχημο όνομα Recursion κρύβεται μια μοτοσυκλέτα που αξίζει να ονειρευτείς, με ξεχωριστή εμφάνιση (είναι όμορφο ρε παιδί μου, επιτέλους κύριοι σχεδιαστές της Suzuki, ξυπνήστε, να, μπορείτε να τα καταφέρετε) κι ένα πολύ ενδιαφέρον εξάρτημα μπροστά από τον εξακοσάρη κινητήρα του: Ένα τουρμπάκι! Όσοι από σας είστε αρκετά μεγάλοι για να θυμάστε τις προηγούμενες προσπάθειες των Ιαπώνων με τα turbo, μπορεί να μην ενθουσιαστείτε, και με το δίκιο σας, αφού τότε τα turbo αποκτούσαν πολύ παραπάνω απότομο γκάζι απ' όσο μπορούσαν να διαχειριστούν τα ισχνά πλαίσιά τους. Με άλλα λόγια, το παραπάνω γκάζι ήταν το τελευταίο πράγμα που χρειαζόντουσαν, αν και γι' αυτό ακριβώς ήταν συναρπαστικά στην οδήγηση, εφόσον ο τρόμος και τα στιγμιαία άσπρα μαλλιά ήταν η ιδέα που είχες περί συναρπαστικού. Σήμερα όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά, και πλαίσια πια ξέρουν να φτιάχνουν, και αναρτήσεις. Το περίεργο είναι πως η Suzuki επέλεξε να χάσει δημοσιότητα και δεν έδειξε το Recursion στο Μιλάνο, πράγμα που έκανε και η Kawasaki, με μια δική της παραλλαγή στο θέμα υπερτροφοδότηση. Παρουσίασε μόνο τον κινητήρα μιας μελλοντικής μοτοσυκλέτας, χωρίς να αναφέρει τα κυβικά του, κι αυτή τη φορά το ενδιαφέρον εξάρτημα βρισκόταν πίσω του, κι όχι μπροστά του: Ένας κομπρέσορας! Κι η Kawasaki δεν είναι άσχετη με αυτή την τεχνολογία, αφού έχει στην παραγωγή ένα jet ski με κομπρέσορα και 300 άλογα από τα χίλια πεντακόσα τόσα κυβικά του! Οι καλές γλώσσες λένε πως μπορεί να είναι 1.000cc και να τοποθετηθεί σε μελλοντικό ΖΖ-R "1400". Ένας απλός υπολογισμός με βάση την αναλογία των κυβικών μιλά για 200 άλογα, αλλά ο κινητήρας του θαλάσσιου κατασκευάσματος δεν είναι τόσο "τσιτωμένος" όσο μιας μοτοσυκλέτας επιδόσεων, ούτε ο αριθμός είναι πια εντυπωσιακός, οπότε μπορούμε να ελπίζουμε σε περισσότερα, που τα ηλεκτρονικά θα κάνουν οδηγήσιμα...

Αυτές οι δύο εξελίξεις μπορεί να αποδειχτούν πολύ χρήσιμες στο μέλλον για τις δύο ιαπωνικές εταιρείες. Και οι δύο χρειάζονται κάτι διαφορετικό, ένα πόλο έλξης της προσοχής του κοινού. Και η υπερτροφοδότηση μπορεί να είναι κάτι που να απευθύνεται (ως αίγλη) στους ήδη μοτοσυκλετιστές, αλλά ενδέχεται να γίνει κι αυτό το κάτι διαφορετικό που να προσελκύσει και μη μοτοσυκλετιστές. Άλλωστε, δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο για το κοινό του αυτοκινήτου, κι η χρήση της εκεί το έχει προετοιμάσει, εξοικειώνοντάς το με την τεχνολογία.

Σκέφτηκα πολύ μέχρι να αποφασίσω ποια είναι η πιο σημαντική μοτοσυκλέτα ανάμεσα στα νέα μοντέλα του '14, αλλά για να το πούμε αυτό, πρέπει να είναι σαφή τα κριτήρια. Κι αυτά αλλάζουν, ανάλογα με την εποχή, τα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα. Και δεν πρόκειται για τα προσωπικά μου κριτήρια (για το ποια μοτοσυκλέτα δηλαδή θα ήθελα πολύ να αγοράσω) αλλά γι' αυτά που θα δείχνουν τι μπορεί να σημαίνει ένα νέο μοντέλο για τους ήδη μοτοσυκλετιστές, όπως εξίσου και γι' αυτούς που εξαιτίας του μπορεί τώρα να γίνουν. Έτσι, θα πρέπει να είναι σχετικά προσιτό οικονομικά και προσιτό οδηγικά, να έχουμε βάσιμες ενδείξεις πως θα μπορούν όλοι να ευχαριστηθούν οδηγώντας το. Επιπλέον, η γοητεία του να μην βασίζεται σε απόλυτους αριθμούς επιδόσεων, αλλά στις συγκινήσεις που μπορεί να προσφέρει σε όλους τους αναβάτες, ανεξάρτητα από το οδηγικό επίπεδό τους. . Η μοτοσυκλέτα λοιπόν που πλησιάζει περισσότερο αυτά τα κριτήρια για το 2014 είναι το νέο ΚΤΜ RC390. Με εμφάνιση βγαλμένη κατ' ευθείαν από την Μoto3, λογική τιμή, σίγουρα ενδιαφέρον οδηγικά, δεν έχει, λόγω κυβικών, το τρελό γκάζι που θα αποθάρρυνε τους πιο άπειρους, αρκετό όμως για να διασκεδάσουν όλοι χωρίς κανείς να νιώθει "φτωχός συγγενής" γιατί δεν είχε τα χρήματα να πάρει κάτι μεγαλύτερο. Μ' αρέσουν οι μοτοσυκλέτες που μπορούν να σταθούν μόνες τους, χωρίς να χρειάζεται να δανείζονται αίγλη από κάποιο μεγαλύτερο μοντέλο της γκάμας. Επίσης, και θυμηθείτε το Club 100, μ' αρέσουν οι μοτοσυκλέτες που μπορείς να τις ευχαριστηθείς στα περισσότερα από τα χιλιόμετρα που θα κάνεις μαζί τους, κάτι που δεν ισχύει για παράδειγμα με κάποιο superbike, ή ακόμα και τα μικρότερα supersport. Φανταστείτε πόσο τονωτική είναι για την ψυχολογία κάθε αναβάτη η οδήγηση μιας μοτοσυκλέτας όταν εκείνος είναι "το αφεντικό", σε αντίθεση με μιας που "του επιτρέπει" να την οδηγήσει και να μείνει όρθιος κυρίως χάρη στα ηλεκτρονικά βοηθήματά της. Δεν λέω πως η οδήγηση μοτοσυκλετών με ABS, traction control κι ό,τι άλλο ηλεκτρονικό δεν μπορεί να είναι απολαυστική, κάθε άλλο, μερικές δεν θα τις ήθελα με τίποτα χωρίς αυτά. Είναι όμως πιο αγνή εμπειρία η οδήγηση μιας αναλογικής μοτοσυκλέτας, που η συμπεριφορά της εξαρτάται αποκλειστικά από τις δικές σου εντολές, χωρίς να παίρνει πρωτοβουλίες και να αντιδρά εκείνη αντί για σένα. Είναι η διαφορά ανάμεσα στο "το πάω το μηχανάκι" και στο "μου επιτρέπει να το πάω", κι είναι άμεσα συνδεδεμένη με το είδος της ικανοποίησης που μένει όταν τα έχουμε καταφέρει καλά σε μια δύσκολη κατάσταση, όταν έχουμε επιβιώσει και ικανοποιηθεί χάρη και μόνο στις δικές μας ικανότητες.

Σκεφτείτε κάτι: Αν με κάποιο μαγικό τρόπο μπορούσαμε να κάνουμε την οδήγηση μοτοσυκλέτας απολύτως ασφαλή, θα μας άρεσε να οδηγούμε; Αν δεν υπήρχε και το παραμικρό ίχνος κινδύνου, θα παίρναμε ικανοποίηση, θα νιώθαμε κάτι πάνω στη σέλα; Κι ακόμα παραπέρα, αν δεν υπήρχε αυτό το στοιχείο ρίσκου, θα διαλέγαμε ποτέ την μοτοσυκλέτα για να αντλούμε ευχαρίστηση, για να είμαστε πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι, ή θα κάναμε κάτι άλλο;

Ίσως κάπου εδώ να βρίσκεται τόσο ένας τρόπος για να ενδιαφερθούν περισσότεροι (και ιδίως νέοι) για την μοτοσυκλέτα, όσο και για να την απολαύσουν ακόμα πιο πολύ όσοι είναι ήδη αναβάτες. Μου φαίνεται πως χρειάζονται "μαθήματα διασκέδασης", αντί για μαθήματα "ασφαλούς οδήγησης", κάτι που έτσι κι αλλιώς είναι ανέφικτο, αφού δεν υπάρχει απόλυτα ασφαλής οδήγηση. "Ασφαλέστερη", ίσως.

Τι λέω εδώ; Μιλάω για μια πιο τίμια, πιο ρεαλιστική προσέγγιση στο θέμα μοτοσυκλέτα, υποστηρίζοντας πως είναι λάθος να προσπαθούμε να πείσουμε τους μη μοτοσυκλετιστές πως αν κάνουν "αυτό κι αυτό" δεν έχουν να κινδυνεύσουν από τίποτα, όπως κι επίσης τους ήδη μοτοσυκλετιστές. Αντίθετα, μου φαίνεται πως αν η προσέγγιση ξεκινά και εστιάζεται στην απόλαυση και την βαθιά ικανοποίηση που μπορεί να σου δώσει η μοτοσυκλέτα, ΑΚΡΙΒΩΣ γιατί είναι μια δραστηριότητα με ρίσκο, έχουμε πολύ περισσότερες πιθανότητες να προσελκύσουμε νέους αναβάτες κάθε ηλικίας, κάτι που θα κρατήσει πολύ πιο ζωντανό το χώρο. Και φυσικά, αυτό δεν είναι κάτι που διδάσκεται, αλλά μια βιωματική εμπειρία που ο καθένας ζει μόνος του, με ελεύθερη δράση και πειραματισμούς, ακριβώς γιατί η μοτοσυκλέτα δεν σημαίνει το ίδιο πράγμα για όλους, αλλά είναι διαφορετική εμπειρία για τον καθένα.

Αναλογικά, είναι το ίδιο πράγμα που συμβαίνει σε όσα παιδιά είναι σήμερα τόσο τυχερά ώστε να βγαίνουν στη γειτονιά τους ή στο κοντινό δάσος και απλά να παίζουν μόνα τους, κι όχι χωρίς ρίσκο όπως θα θυμάστε όσοι το έχετε ζήσει, σε αντίθεση με τα παιδιά που οι μόνες δραστηριότητές τους είναι υπό την επίβλεψη ενηλίκων, πληρωμένες από τους γονείς και διαφημισμένες ως "απόλυτα ασφαλείς".

Αν καταφέρουμε να δείξουμε πως η απόλαυση της μοτοσυκλέτας μπορεί να είναι αυτό ακριβώς το παιχνίδι χωρίς συγκεκριμένους στόχους, αυτή η όμορφη αλητεία (με την καλή έννοια) χωρίς προϋποθέσεις και στερεότυπα, τότε θα έχουμε ελπίδες και να δούμε πιο γνήσια συναρπαστικές μοτοσυκλέτες στο μέλλον, και την νέα γενιά αναβατών τους.