Editorial 563 - άι, άι, άι!

x
Από το

motomag

1/10/2016

Α.Ι., όπως λέμε Artificial Intelligence, Τεχνητή Νοημοσύνη. Ο όρος έχει περάσει από την επιστημονική φαντασία στην καθημερινότητα, καθώς όσο εξελίσσονται οι υπολογιστές, δουλειές που κάποτε θεωρούνταν θρίαμβος της τεχνητής νοημοσύνης, τώρα πια θεωρούνται ρουτίνα, και πάμε γι’ άλλα. Το πιο κοντινό στις μοτοσυκλέτες παράδειγμα είναι τα αυτόνομα αυτοκίνητα, που αντιλαμβάνονται το περιβάλλον τους και τις συνθήκες που επικρατούν, αποφασίζοντας ανάλογα – και μόνα τους – για τις ενέργειές τους. Ποτέ μέχρι τώρα δεν είχε αναφερθεί η Α.Ι. σε συνάρτηση με τις μοτοσυκλέτες, αλλά το έκανε πρόσφατα η Kawasaki.

Ανακοίνωσε πως εξελίσσει ένα σύστημα που θα επιτρέπει στις μοτοσυκλέτες της να ακούν τι τους λέει ο αναβάτης τους, να του απαντούν, ενώ παράλληλα θα αντιλαμβάνονται πως οδηγεί, ποιες είναι οι ικανότητές του και η εμπειρία του. Σ’ αυτά, θα πρέπει να προσθέσουμε και την διάθεση του αναβάτη κάθε δεδομένη στιγμή, αφού η εταιρία με την οποία συνεργάζεται η Kawasaki, n Softbank Robotics, έχει ήδη ένα ρομποτάκι εν λειτουργία, ονόματι Pepper, που συνομιλεί κανονικά με τους ανθρώπους, ενώ παράλληλα αντιλαμβάνεται την διάθεσή τους, την ψυχολογική τους κατάσταση, τα συναισθήματά τους, αναλύοντας την φωνή τους.  Η Kawasaki ονομάζει το πρόγραμμά της Kanjo Engine, όπου Kanjo σημαίνει συναίσθημα. Από τα λίγα που έχει ανακοινώσει, μαθαίνουμε πως ο Kanjo (να του δώσουμε ένα όνομα, για να το προσωποποιήσουμε) των μελλοντικών Kawasaki θα προτείνει στον αναβάτη του ό,τι θα κρίνει πως θα κάνει την βόλτα του πιο ασφαλή και πιο απολαυστική... Εδώ πραγματικά δεν μπορώ να κρατηθώ, γιατί οι ευκαιρίες για να κάνει πλάκα κανείς με το θέμα είναι ήδη πολλές... Φαντάζομαι αναβάτες μελλοντικών Kawasaki να συζητούν μεταξύ τους: "Καλά ε, ο δικός μου ο Kanjo μου έχει βγει πολύ κάγκουρας! Μην καταλάβει πως περνάμε από καφέ που έχει κι άλλα μηχανάκια παρκαρισμένα, και να οι σούζες, να τα σπιναρίσματα, για πότε βγάζει το traction control και ρυθμίζει την απόκριση του γκαζιού στο "ακαριαίο", για πότε βάζει το souza control στο mode "να ξύνει η πινακίδα άσφαλτο", ούτε που το παίρνεις χαμπάρι!" Και να του απαντάει ο φίλος του: "Μπα, άσε, τον δικό μου τον Kanjo τον άρχισα σε κάτι μπινελίκια, κι ακόμα μούτρα μου κρατάει, μια βδομάδα έχει να μου μιλήσει. Έχει επιλέξει τον χάρτη απόδοσης "μόλις που σέρνεται" και δεν μου τον αλλάζει με τίποτα, πρέπει να βρω πως θα τον καλοπιάσω..."   

Η Kawasaki δεν έχει ανακοινώσει φυσικά τις δυνατότητες, ή τις φιλοδοξίες του συστήματος, αλλά το κεντρικό κομμάτι, πέρα από την πληροφόρηση που θα μπορεί να του δίνει για το περιβάλλον του (τις συνθήκες κυκλοφορίας, για παράδειγμα), θα είναι να προσαρμόζει τις ρυθμίσεις της μοτοσυκλέτας έτσι ώστε να ταιριάζουν στο προφίλ του αναβάτη που θα έχει διαμορφώσει. Το προφίλ αυτό θα βγαίνει από τον τρόπο που οδηγεί και την ψυχολογική του κατάσταση, κι άρα ήδη εδώ μπορεί να βγει ένα πρώιμο συμπέρασμα πως αυτές οι ρυθμίσεις θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι και αντίθετες με τις επιθυμίες του αναβάτη, αν ο "Kanjo" είναι έτσι προγραμματισμένος... Με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα, μια τέτοια "Emotion Engine" θα μπορούσε να ρυθμίζει τον τρόπο απόδοσης του κινητήρα, τις αναρτήσεις, την ισχύ των φρένων και το ABS, το traction control, το σούζα control και όποιο άλλο σύστημα της μοτοσυκλέτας μπορεί να ρυθμιστεί ηλεκτρικά ή ηλεκτρονικά, όπως προτιμάτε. Παρένθεση εδώ, με ερώτηση:  Ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει τις καλές, καλοεξελιγμένες μοτοσυκλέτες, και απαραίτητο για την οδήγηση, είναι η προβλεψιμότητα. Να ανταποκρίνονται δηλαδή στις εντολές του αναβάτη κάθε φορά με τον ίδιο τρόπο. Η προβλεψιμότητα φέρνει την εμπιστοσύνη, κι η εμπιστοσύνη είναι κλειδί και για να πας γρήγορα και για να το απολαύσεις. Πως θα λειτουργεί ο Kanjo σ’ αυτό το θέμα; Πως και πότε θα αντιλαμβάνεται ο αναβάτης τις αλλαγές; Δεν ξέρουμε.

 Τέτοιες ερωτήσεις και απορίες και πλάκες γίνονται αν θεωρήσουμε πως τέτοια συστήματα τεχνητής νοημοσύνης απευθύνονται σε έμπειρους, κατασταλαγμένους αναβάτες. Πόσο χρήσιμα όμως θα μπορούσαν να είναι σ’ αυτούς που θέλουν να γίνουν μοτοσυκλετιστές, αλλά διστάζουν; Ας μην ξεχνάμε πως ένα από τα μεγαλύτερα θέματα για τους κατασκευαστές είναι πως ο μέσος όρος ηλικίας των αναβατών αυξάνει συνεχώς, και ψάχνουν να βρουν τρόπους για να προσελκύσουν νέους αναβάτες, ανθρώπους δηλαδή που θα θεωρήσουν την μοτοσυκλέτα πιο συναρπαστική από το κινητό τους. Έτσι, ακούγεται πιο λογική η σκέψη: Όσοι έχουν συνηθίσει να μιλάνε στο και με το κινητό τους, είτε κάνουν καμάκι στην Siri είτε δίνουν φωνητικές εντολές, θα αισθάνονταν πιο οικεία αν μπορούσαν να μιλάνε στην μοτοσυκλέτα τους, και η μοτοσυκλέτα τους να τους απαντά. Θα φτιάξει η Kawasaki το αντίδοτο της μοτοσυκλετιστικής μοναξιάς; Θα είναι όντως πιο ελκυστικές έτσι οι μοτοσυκλέτες για τους νέους;  Ή μήπως η σχετική αδυναμία προσέγγισης του νεανικού κοινού οφείλεται ακριβώς στο γεγονός πως οι πιο μικρές και πιο προσιτές μοτοσυκλέτες των κατασκευαστών παραείναι ανώδυνες, άχρωμες, άοσμες και ακίνδυνες; Θέλω να πω, μήπως αντί για να δώσουν στους νέους και άπειρους έναν μέντορα που θα τους παίρνει χεράκι χεράκι και θα προσαρμόζει την μοτοσυκλέτα στα μέτρα τους, θα ήταν καλύτερα να επικεντρωθούν στο πως θα κάνουν τις προσιτές μοτοσυκλέτες συναρπαστικές;   

Με αυτό που η Kawasaki ονομάζει "Emotion Generation and Natural Language Dialogue System", ελπίζει να πετύχει και κάτι άλλο: Να ενισχύσει τον δεσμό ανάμεσα στην συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα και τον αναβάτη, με την ελπίδα πως θα απολαύσει τόσο την εμπειρία οδήγησης μιας μοτοσυκλέτας που η "προσωπικότητά της" θα εξελίσσεται συνεχώς, έτσι ώστε να παραμείνει πελάτης της, και να συνεχίσει να αγοράζει Kawasaki. Είναι κάτι που όλοι οι κατασκευαστές ονειρεύονται, κανείς όμως μέχρι τώρα δεν το έχει πετύχει με αυτό τον τρόπο. Η θεωρία βέβαια πως οι μοτοσυκλέτες έχουν "προσωπικότητα", δεν ισχύει, τουλάχιστον κυριολεκτικά. Όταν το λέμε αυτό, δεν εννοούμε τίποτα άλλο από το σύνολο των προτερημάτων και μειονεκτημάτων τους, που του δίνουμε μια ανθρωπόμορφη χροιά γιατί απλά είναι πιο εύκολο για ανθρώπους να αλληλεπιδρούν με άλλους ανθρώπους, παρά με άψυχα μηχανήματα. Επειδή λοιπόν τα γουστάρουμε τόσο πολύ αυτά τα μηχανήματα, τα φορτώνουμε με προσωπικότητα και χαρακτήρα και προθέσεις και εκδικητικότητα ή και σεξουαλικές δράσεις – γαμάει το μηχανάκι. Λες και είναι έμβια όντα, που δεν είναι. Αλλά εμείς νιώθουμε καλύτερα αν μιλάμε γιαυτά λες και είναι.

 Με μια άλλη θεώρηση, θα πρόκειται για τις απόλυτα custom μοτοσυκλέτες, αφού η κάθε μία θα γίνεται με τον καιρό μοναδική, προσαρμοσμένη στον ιδιοκτήτη της. Δεν ξέρουμε πόσο διάστημα προσαρμογής θα χρειάζεται αν πουληθεί και θα πάει σε άλλο ιδιοκτήτη, ή θα πρέπει πριν να πάει στον ψυχολόγο μηχανικό στο service να της κάνει reset προσωπικότητας. Και η έννοια της μοναδικότητας όμως είναι χαρακτηριστικό που πολλοί ψάχνουν στην μοτοσυκλέτα που επιλέγουν. Μόνο που στην περίπτωση αυτή, οι διαφορές θα είναι εσωτερικές, αντί για εξωτερικές.  Στην ανακοίνωση της Kawasaki αναφέρονται και τρεις άλλες λέξεις, σχετικές με την λειτουργία του συστήματος: Internet, και cloud storage.  Με αυτές, ξεκινά μια νέα σειρά ερωτήσεων, για το αν θέλουμε στην μοτοσυκλέτα μας χαρακτηριστικά που οι περισσότεροι έχουμε αποδεχτεί για τα κινητά μας, που ξέρουν ανά πάσα στιγμή που βρισκόμαστε, τι κάνουμε και τι λέμε. Με τον "Kanjo" συν-αναβάτη, η μοτοσυκλέτα μας και όσοι έχουν πρόσβαση στα δεδομένα της, θα μπορούν να ξέρουν όχι μόνο που πήγαμε, αλλά και πόσο ανοίξαμε το γκάζι ή πόσο υπερβήκαμε το όριο ταχύτητας. Kι αυτό που παλιααά λέγαμε, πως μοτοσυκλέτα ίσον ελευθερία, μάλλον θα πρέπει να το ξανασκεφτούμε.  

editorial 521 - το τέλος της τέχνης;

Από το

Μαύρο Σκύλο

26/3/2013

Ή η αρχή μιας άλλης; Μιλάω για την τέχνη της οδήγησης της μοτοσυκλέτας, με την έννοια της συνολικής σχέσης του αναβάτη μαζί της, της ενασχόλησής του με την λειτουργία της και την συντήρησή της. Κάθε πρόοδος της τεχνολογίας φέρνει και αλλαγές σ' αυτή τη σχέση. Από το 1969 που η λέξη "ηλεκτρονική" εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα, στο τρικύλινδρο δίχρονο Kawasaki Mach III 500, μπήκαν τα ηλεκτρονικά στην μοτοσυκλετιστική μας ζωή, ενώ σήμερα οι κορυφαίες μοτοσυκλέτες έχουν περισσότερα ηλεκτρονικά συστήματα από ποτέ, κι είμαστε μόνο στην αρχή της εξέλιξης των περισσότερων από αυτά. Και πιο πριν όμως, πριν το 1969, κάθε μικρή πρόοδος άλλαζε κάτι σημαντικό. Σκεφτείτε τους ταπεινούς διακόπτες των ρεζερβουάρ με τις τρεις υπό εξαφάνιση "λέξεις", ΟΝ-ΟFF-RES. Μέχρι να εμφανιστούν, έπρεπε να έχεις συνεχώς το νου σου πότε θα τελειώσει η βενζίνη, να σταματάς, να ανοίγεις την τάπα και να κουνάς τη μηχανή δεξιά αριστερά ώστε να κρίνεις με το μάτι (αν δεις το πλατσούρισμα) και το αφτί (το πως ακουγόταν το πλατσούρισμα) πόσο μακριά μπορείς να πας ακόμα. Με την εμφάνιση του ON-OFF-RES απλά άφηνες το αριστερό σου χέρι από το τιμόνι για να γυρίσεις ρεζέρβα, που από την εμπειρία σου ήξερες για πόσο σου φτάνει. Αργότερα, εμφανίστηκαν οι δείκτες στάθμης καυσίμου, με ένα πρόβλημα: Ήταν πολύ αναξιόπιστοι, καθώς κανένα ρεζερβουάρ μοτοσυκλέτας δεν έχει κανονικό σχήμα, κι έδειχναν γεμάτο-γεμάτο-γεμάτο για πολλά χιλιόμετρα, για να περάσουν όμως στο άδειο-άδειο- έμεινες βλάκα πολύ γρήγορα. Σήμερα έχουμε ψηφιακές μπαρίτσες που αναβοσβήνουν, μετρήσεις μέσης και στιγμιαίας κατανάλωσης, και το πιο χρήσιμο απ' όλα, χιλιόμετρα που σου απομένουν μέχρι να μείνεις.

Για να μην πούμε τι γνώσεις και ενασχόληση απαιτούσαν οι προπολεμικής τεχνολογίας μοτοσυκλέτες, με λεβιεδάκια για την προπορεία της ανάφλεξης, για τον αέρα, παλιότερα και χειροκίνητη λίπανση κινητήρα, ακόμα και φώτα που άναβαν με σπίρτο, ας πιάσουμε το θέμα από την έλευση της ηλεκτρονικής ανάφλεξης. Ξαφνικά, ο αναβάτης δεν χρειαζόταν να ασχοληθεί με το ιδανικό αβάνς για κάθε ταχύτητα κιβωτίου, άνοιγμα γκαζιού και κλίση του οδοστρώματος. Δεν χρειαζόταν καν να υπάρχει μηχανικό αβάνς. Δεν χρειαζόταν πια να ξέρει τι κάνουν οι πλατίνες, να τις καθαρίζει, να τις ρυθμίζει και να τις αλλάζει, να βάζει λάδι στο σφουγγαράκι τους, να βρίσκει πεταμένο στην άκρη του δρόμου χαρτονάκι από Άσσο σκέτο κασετίνα για να ρυθμίζει το διάκενό τους στα 0,4 mm περίπου, να βρίσκει ντουκόχαρτο για να τις πάρει λίγο όταν μπιμπικιάσουν, να ταιριάζει άλλο πυκνωτάκι γιατί σιγά μην παραγγείλει το δικό τους. Ό,τι βρεθεί. Το κεφάλαιο πλατίνες όμως είχε ξεκινήσει την πορεία του προς το τέλος. Η βασική διαφορά των ηλεκτρονικών από τις πλατίνες είναι πως ενώ για τις πλατίνες ο αναβάτης μπορούσε να κάνει κάτι (να τις ρυθμίσει ή να τις αλλάξει στο πλάι του δρόμου και να συνεχίσει, όταν χαλάσει όμως η ηλεκτρονική πρέπει να την πετάξεις και αγοράσεις μια άλλη (και οι πρώτες χαλούσαν, ειδικά οι aftermarket), που δεν έβρισκες πρόχειρη και σε κάθε χωριό της Ελλάδας. Πλατίνες όμως, είχες πολλές πιθανότητες να βρεις, αν δεν κουβαλούσες μαζί σου.

Ήρθαν και εποχές που ο αναβάτης δεν είχε να ρυθμίσει τίποτα. Ούτε αναρτήσεις, ούτε απόδοση κινητήρα, ούτε κάτι άλλο που να είχε σχέση με την συμπεριφορά και τις επιδόσεις της μοτοσυκλέτας. Έτσι είναι, κι ο καθένας ας την οδηγήσει όπως μπορεί. Φυσικά, πάντα κάποιοι μπορούσαν καλύτερα από τους άλλους. Σήμερα, με όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα, υπάρχει άραγε εξίσωση των αναβατών, ή παραμένουν οι διαφορές μεταξύ τους; Μια απλουστευμένη λογική λέει πως από την στιγμή που τα ηλεκτρονικά αποφασίζουν τι θα συμβεί, η απόδοση των φρένων για παράδειγμα, θα είναι ίδια για όλους. Πατάς με όλη σου τη δύναμη, το ABS κάνει τη δουλειά του, οι ημιενεργητικές αναρτήσεις την δική τους, σταματάνε όλοι οι αναβάτες στις ίδιες αποστάσεις, αντίστοιχα γλιτώνουν όλοι το ίδιο ένα γλίστρημα χάρη στο traction control, κατεβάζουν όλοι όπως νά 'ναι ταχύτητες αφού έχουν μονόδρομο συμπλέκτη και auto blipper, και κάπως έτσι είναι εύκολο να πιστέψει κανείς πως πάει πια, δεν χρειάζεται να ξέρει κανείς να οδηγεί, τα συστήματα τα κάνουν όλα γι' αυτόν, άντε κι έγιναν όλοι ίδιοι. Μόνο που στην πραγματική ζωή δεν είναι καθόλου έτσι. Είναι αλήθεια πως τα ηλεκτρονικά συστήματα μπορούν να βοηθήσουν κάποιον αναβάτη, άπειρο ή έμπειρο αδιάφορο, να την γλιτώσει κάποια στιγμή. Ο λιγότερο ικανός όμως θα παραμείνει σ' αυτό το επίπεδο, ενώ ο καλύτερος αναβάτης θα αφιερώσει χρόνο και φαιά ουσία για να κατανοήσει πλήρως και εμπειρικά την λειτουργία του κάθε συστήματος. Μετά, έρχεται το επόμενο στάδιο, η πλήρης εκμετάλλευση των νέων δυνατοτήτων που προσφέρει το κάθε καλοσχεδιασμένο σύστημα. Βοηθούν τα ηλεκτρονικά στην εξέλιξη των αναβατών; Σίγουρα ναι. Κανείς αναβάτης δεν μπορούσε ποτέ να οδηγεί με μπλοκαρισμένους τους τροχούς. Το σύνηθες ήταν ένα ξαφνικό μπλοκάρισμα και εξίσου αστραπιαία, επώδυνη πτώση. Αυτό που αλλάζει είναι πως τώρα ο αναβάτης προειδοποιείται για το όριο της πρόσφυσης και του μπλοκαρίσματος, και ρυθμίζει το φρενάρισμά του ανάλογα, πετυχαίνοντας πολύ πιο εύκολα τη μέγιστη επιβράδυνση. Αυτό και μόνο απελευθερώνει ένα κομμάτι από την υπολογιστική ισχύ του εγκεφάλου του, που δεν χρειάζεται πια να ασχολείται με το συγκεκριμένο θέμα, τουλάχιστον όχι τόσο πολύ. Αν προσθέσει κανείς τις αντίστοιχες μειώσεις απαιτήσεων σε υπολογιστική ισχύ και στα θέματα της πρόσφυσης, της απόκρισης – απόδοσης του κινητήρα και της λειτουργίας των αναρτήσεων που άρχισαν πια να προσαρμόζονται στις συνθήκες της κάθε στιγμής, ο αναβάτης έχει πια το περιθώριο να ασχοληθεί την αξιοποίηση όλων αυτών, με τις γραμμές του, με τις εντολές του προς την μοτοσυκλέτα, έτσι όπως ποτέ πριν δεν μπορούσε να κάνει. Γι' αυτό κι ακόμα δεν μπορούμε να ξέρουμε σε ποιο οδηγικό επίπεδο μπορούν να μας φτάσουν. Ακόμα και οι αναβάτες – θεοί των MotoGP μπορεί να αναπολούν τις μέρες χωρίς ηλεκτρονικά "βοηθήματα", τουλάχιστον όσοι έμαθαν αρχικά να τρέχουν χωρίς αυτά, αλλά δεν θα μπορούσαν να πάνε το ίδιο γρήγορα χωρίς αυτά. Και πάλι, μιλάμε για τους καλύτερους του κόσμου, με τις καλύτερες μοτοσυκλέτες, που τρέχουν σε συγκεκριμένες συνθήκες μιας κλειστής πίστας. Στους δρόμους, είναι μια άλλη ιστορία. Για ρωτήστε τους, πόσοι από αυτούς τους υπερ-αναβάτες κυκλοφορούν με μοτοσυκλέτα στο δρόμο; Αν υπάρχει κάποιος, θα είναι η εξαίρεση.

Χρειάζεται να έχει κανείς πρότερη εμπειρία σε "αναλογικές" μοτοσυκλέτες, για να εκτιμήσει τις "ψηφιακές"; Όχι απαραίτητα. Μπορεί να είναι και καλύτερα να μην έχει. Είναι δύσκολο για τους περισσότερους να αποβάλλουν συνήθειες και προκαταλήψεις ετών. Το πραγματικό αποτέλεσμα θα το δούμε στους αναβάτες των επόμενων γενεών, που θα έχουν μάθει να βρίσκουν νέα όρια μόνο πάνω σε νέες μοτοσυκλέτες.

Ο τίτλος αυτού του editorial είναι παραπλανητικός. Η τέχνη δεν τελειώνει, εξελίσσεται. Το ίδιο και οι αναβάτες. Αυτό που αλλάζει μαζί με την τεχνολογία των μοτοσυκλετών είναι το είδος της εμπλοκής του αναβάτη, ποια πράγματα χρειάζεται να σκέφτεται, πότε και πόσο. Η ουσία όμως, παραμένει ίδια. Κατανόηση, εφαρμογή, εξέλιξη. Έτσι κι αλλιώς, η κίνηση μιας μοτοσυκλέτας και στους τρεις άξονες του χώρου (ταυτόχρονα!) και το πλήθος των ερεθισμάτων που δέχεται ο αναβάτης της, απαιτεί πολύ πιο ουσιαστική εμπλοκή απ' ότι ένα αυτοκίνητο. Επιβάλλεται άλλωστε, καθώς οι συνέπειες του κάθε λάθους μπορεί να είναι πολύ χειρότερες. Από τη μια, φοβάμαι πως οι οδηγοί των σύγχρονων αυτοκινήτων μπορεί να γίνονται καλοί χειριστές αλλά σπάνια πραγματικά καλοί οδηγοί, καθώς δεν αποκτούν εμπειρία για την δυναμική συμπεριφορά του αυτοκινήτου όταν πια οι νόμοι της φυσικής ορίζουν την πορεία του. Μερίδιο ευθύνης εδώ, ειδικά στα αυτοκίνητα, έχουν και οι πωλητές, όπως και πολλοί "δημοσιογράφοι", που επιμένουν "αυτό δεν κολλάει πουθενά, τα κάνει όλα μόνο του, πάντα θα σε σώζει". Μια ματιά στις μπαριέρες και τα χαντάκια του δρόμου πάει στο χιονοδρομικό του Παρνασσού, τις μέρες που ο δρόμος είναι χιονισμένος ή και παγωμένος, δίνει μια καλή άποψη: Ειδικά αυτά που υποτίθεται πως είναι άτρωτα, όπως οι μεγάλες ψηλές τζιπούρες, πάνε στου χαντάκ' χωρίς δεύτερη συζήτηση, αν ο οδηγός τους πιστέψει τους ισχυρισμούς πωλητών και εταιριών. Το ίδιο ισχύει και στις μοτοσυκλέτες. Τα συστήματα δεν είναι πανάκεια, απλά σου βγάζουν μερικές σκοτούρες απ' το κεφάλι σου, αφήνοντάς σε να ασχοληθείς με άλλα ζητήματα. Το γεγονός πως η οδήγηση μοτοσυκλέτας απαιτεί το 100% της προσοχής σου, δεν αλλάζει. Αποδεδειγμένα όμως, τα συστήματα αυτά μειώνουν τις συνέπειες μιας λάθος εκτίμησης και μας βοηθούν να πάμε πιο γρήγορα, με περισσότερη ασφάλεια.

Κάθε εξέλιξη φέρνει νέες απαιτήσεις. Όταν το φαίρινγκ της BMW R100RS και τα άλλα full fairing που ακολούθησαν έκαναν εφικτό το πολύωρο ταξίδι μεγάλων ταχυτήτων, έθεσε και μια σειρά νέων, αυξημένων απαιτήσεων σε λάστιχα, αναρτήσεις, φρένα, πλαίσια... Όσο ανέβαιναν οι ιπποδυνάμεις και οι ταχύτητες, ανέβαιναν κι ένα σκαλί οι απαιτήσεις, όχι μόνο για την υπόλοιπη μοτοσυκλέτα, αλλά και για τον αναβάτη της. Όταν δεν υπήρχαν ρυθμίσεις αναρτήσεων, δεν ασχολούνταν κανείς μαζί τους κι όλα καλά, πορευόσουν μ' αυτά που είχες. Βάλε όμως στην εξίσωση τις πλήρως ρυθμιζόμενες αναρτήσεις με hi-low speed συμπίεση, προφορτίσεις, επαναφορές, ύψος πίσω ανάρτησης, σκληρότητες ελατηρίων, ύψος στάθμης λαδιού και διαφορετικό ιξώδες, κι έχεις ένα λαμπρό νέο πεδίο γνώσης και πειραματισμών που οδηγεί και σε καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας, και σε βελτίωση της συμπεριφοράς της, και σε πιο σκεπτόμενους αναβάτες, και σε πρόοδο των ίδιων των αναρτήσεων.

Φυσικά, το κάθε ηλεκτρονικό σύστημα που είναι προγραμματισμένο να λειτουργεί και να επεμβαίνει με ένα συγκεκριμένο τρόπο, έχει και ένα εγγενές και ουσιώδες μειονέκτημα: Είναι τόσο καλό (ή κακό) όσο του επιτρέπουν οι παράμετροι της λειτουργίας του. Μπορεί οι κατασκευαστές να λένε πως προγραμματίζουν τα συστήματά τους να αντιδρούν όπως θα ήθελε ένας έμπειρος αναβάτης, πιπιλίζοντας παράλληλα την καραμέλα της ασφάλειας, η πραγματικότητα όμως είναι πως στόχος των πωλήσεών τους δεν είναι το μικρό ποσοστό των πραγματικά καλών αναβατών, αλλά η μετριότητα της μάζας, που ελπίζουν να ψήσουν πως η υπερμοτοσυκλέτα τους δεν αποτελεί απειλή, αλλά ευεργέτημα. Πως θα τους ανεβάσει σε οδηγικές απολαύσεις παραδεισένιες, σε μέρη μακρινά κι ονειρεμένα, πως θα τους κάνει καλύτερους απ' ότι είναι. Μόνο που αυτό δεν γίνεται. Κανείς προγραμματιστής δεν μπορεί να προβλέψει τις καταστάσεις που θα προκύψουν στην πραγματική ζωή, το ίδιο όπως κανείς κατασκευαστής κράνους δεν μπορεί να προβλέψει όλους τους πιθανούς τρόπους και τόπους πρόσκρουσης του ξερού μας κεφαλιού που θα φοράει το κράνος. Η ασφάλεια όμως είναι το μεγάλο εμπόρευμα των ημερών μας, κι αυτό μας πουλάνε όλοι. Η αλήθεια είναι πως με ηλεκτρονικά ή χωρίς, η μοτοσυκλέτα παραμένει υπέροχα επικίνδυνη, και γι' αυτό την αγαπάμε. Φαίνεται πως μας χρειάζεται να νιώθουμε πως για μια ακόμη μέρα, για μια ακόμη βόλτα, τα καταφέραμε με την αξία μας απέναντι στους κινδύνους. Με βοηθήματα ή χωρίς. Κι αν μια μέρα βγει το απόλυτα ασφαλές μοντέλο που με τίποτα δεν θα σε αφήσει να κινδυνεύσεις, 1) Δεν θα είναι μοτοσυκλέτα, και 2) Δεν θα έχει ενδιαφέρον.