Editorial 553 - ξυπνητήρι Japan!

x
Από το

motomag

1/12/2015

Η παράδοση συνεχίζεται: Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 το ΜΟΤΟ είχε γίνει το πρώτο Ευρωπαϊκό περιοδικό μοτοσυκλέτας που είχε καλύψει το Tokyo Motor Show, αλλά και είχε επισκεφθεί και τα εργοστάσια των Ιαπωνικών εταιριών, συνομιλώντας με τους ανθρώπους που τότε καθόριζαν τις τύχες της μοτοσυκλέτας παγκόσμια. Από τότε, είχαμε ταξιδέψει κι άλλες φορές στην Ιαπωνία και το Tokyo Motor Show, όχι όμως πρόσφατα, όχι στα χρόνια αυτά της κρίσης. Η φτώχια όμως θέλει καλοπέραση, και για μας "καλοπέραση" είναι να πετάξουμε ατέλειωτες ώρες με τρεις διηπειρωτικές πτήσεις, να παλέψουμε με ένα τεράστιο jet lag, να βρούμε την άκρη του συγκοινωνιακού χάρτη του Tokyo (ψάξτε τον, σαν μακαρονάδα είναι, όχι δυό γραμμές μετρό, ένας ηλεκτρικός κι ένα τραμ...) και το σημαντικότερο, να συνεννοηθούμε με τους Ιάπωνες, ενώ ελάχιστοι ξέρουν αγγλικά. Όλα γίνονται όμως, και το ταξίδι άξιζε και με το παραπάνω τα έξοδα και τον κόπο. Παραλίγο βέβαια ο Φελούκας να μείνει για πάντα εκεί, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Επίσης για την ιστορία, το μόνο άλλο περιοδικό του κόσμου που έστειλε φέτος δημοσιογράφο στο Tokyo ήταν ο Ιταλικός γίγαντας Motociclismo, που εκδίδεται από το 1914 και που το budget ενός συγκριτικού του είναι μεγαλύτερο από το budget του ΜΟΤΟ για όλη την χρονιά...

 

Τι μάθαμε εκεί; Ότι το ξυπνητήρι χτύπησε, και πως οι Ιάπωνες έχουν πεταχτεί πάνω και δουλεύουν πυρετωδώς... Ότι ο λήθαργος που είχαν πέσει τα τελευταία χρόνια έχει τελειώσει οριστικά, άσχετα αν έχουμε δει απ’ όλους τα αποτελέσματα του ξυπνήματος. Για όσους από μας έχουμε ζήσει την χρυσή δεκαετία της Ιαπωνικής μοτοσυκλέτας, 1985-1995, η σημερινή εικόνα των Ιαπώνων κατασκευαστών είναι από κάπως έως πολύ ξεθωριασμένη, ανάλογα με το πόσο ευγενικός θέλεις να είσαι στην κριτική σου. Τότε, τα όνειρα της κάθε Ιαπωνικής εταιρίας αλλά και ο μεταξύ τους ανταγωνισμός είχαν οδηγήσει σε έναν μοτοσυκλετιστικό οργασμό, με εκατοντάδες εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους μοντέλα, με μοτοσυκλέτες που θα μείνουν για πάντα στην ιστορία, από το πρώτο GSX-R 750 έως την ΝR750 και τόσες άλλες ακόμα. Τότε, όλες οι κατηγορίες είχαν μοτοσυκλέτες καταπληκτικές κι επιθυμητές, τέτοιες που ήσουν περήφανος που τις είχες και απολάμβανες να τις οδηγείς, από τα "ταπεινά" on-off 250 έως τις κορυφαίες superbike.

Αυτή η Ιαπωνική άνοιξη ήταν που ξύπνησε, παρέσυρε και οδήγησε στην πρόοδο και την άνοδο τους Ευρωπαίους κατασκευαστές. Αρκεί να σκεφτείτε που βρίσκονταν το ’85 με ’90 οι σημαντικότεροι Ευρωπαίοι, και πως εξελίχθηκαν από κει και πέρα, για να διαπιστώσετε πως δεν ήταν καθόλου τυχαίο το ξεκίνημα της ανόδου των Ευρωπαίων, μια πορεία που συνεχίστηκε με πρωτοπόρους την KTM, την BMW, την Ducati, την Triumph. Τόσο πολύ τους ξύπνησαν μάλιστα, που συνέχισαν την ανοδική τους πορεία κι όταν οι Ιάπωνες άρχισαν να λαγοκοιμούνται... Και φτάσαμε σ’ ένα σημείο, ειδικά τα τελευταία λίγα χρόνια, να απορούμε: Τι κάνουν οι Ιάπωνες; Τόσο μεγάλη κρίση; Τόση σημασία έχουν πια οι "αναπτυσσόμενες" αγορές, που ξεχάστηκε το τι σημαίνει μοτοσυκλέτα; Θα φτιάχνουν όλοι μοτοσυκλέτες μόνο για την Κίνα; Στέρεψαν από ιδέες; Ένας λόγος αυτής της υπνηλίας, είναι πως οι Ιάπωνες παρέσυραν μεν ο ένας τον άλλο στην άνοδο της Ιαπωνικής άνοιξης, αλλά αργότερα, αλληλοπαρασύρθηκαν σε μια κατάσταση χαύνωσης, αφήνοντας πολύ χώρο στους Ευρωπαίους, που άρχισαν να αλωνίζουν επικίνδυνα.

 

Ποιος να το έλεγε, πως θα ερχόταν η μέρα που μόνο δύο από τους τέσσερις Ιάπωνες θα είχαν superbike νεότερο της πενταετίας; Η Yamaha έχει νέο R1, σε τρεις μάλιστα εκδόσεις, η Kawasaki έχει κι αυτή νέα δαφνοστεφανωμένη πρωταθλήτρια ΖΧ-10R και... η Honda έχει πέντε χρόνια να δείξει νέο CBR-RR, ενώ η Suzuki έχει τον ίδιο κινητήρα από το 2007 και μόλις έδειξε ένα νέο GSX-R για το 2017!  Τα ίδια και χειρότερα γίνονταν και στις υπόλοιπες κατηγορίες. Φυσικά, οι εποχές που οι Ιάπωνες σχεδίαζαν κι έναν καινούργιο κινητήρα για κάθε νέο μοντέλο επί πολλά κάθε χρόνο, έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Η νέα στρατηγική είναι η δημιουργία οικογενειών μοντέλων με τον ίδιο κινητήρα και πλαίσιο, όπως έδειξαν το δρόμο η Honda με τα δικύλινδρα 500 και 750, και η Υamaha με τα τρικύλινδρα 700/900. Ακόμα και ο κινητήρας του νέου Africa Twin είναι προορισμένος να κινήσει και άλλες μοτοσυκλέτες, που δεν έχουμε καν υποψιαστεί ακόμα. Κι η περίπτωση του Africa είναι χαρακτηριστική, καθώς δείχνει πως μια εταιρία με ιστορία και νίκες στο Dakar σε συνδυασμό με εξαιρετικά επιτυχημένο μοντέλο on-off, το Africa 650/750, σταματά την παραγωγή του την στιγμή ακριβώς που παίρνουν οι Ευρωπαίοι την σκυτάλη – και δεν κοιτάνε πίσω. Πως, σπάω το κεφάλι μου, πως μια εταιρία σαν την Honda έκανε πάνω από 12 χρόνια να ανανεώσει το Africa, την στιγμή που οι Ευρωπαίοι έκαναν κατάληψη στην κατηγορία και καθορίζουν τις τύχες της μέχρι σήμερα; Το 2003 βγήκαν τα τελευταία Africa, το 2004 παρουσίασε η BMW το R1200GS κι από τότε οι Ιάπωνες δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτα για να το εκθρονίσουν. Οι μόνες εναλλακτικές ήταν και πάλι Ευρωπαϊκές, από την ΚΤΜ κυρίως. Τελειώνει το 2015, κι ακόμα το νέο Africa δεν το έχουμε οδηγήσει, θα γίνει όμως κι αυτό!

 

Είναι τραγικό να βγαίνουν ο ένας μετά τον άλλο οι Ιάπωνες πρόεδροι και να παραδέχονται πως οι εταιρίες τους έχουν μείνει πίσω, πως έχουν κοιμηθεί, όπως έχουμε δει να γίνεται τα δύο τελευταία χρόνια. Με βάση αυτά που ξέρουμε για τους Ιάπωνες, θα περιμέναμε να τρέχουν τα αίματα στις σκάλες για καθυστέρηση λίγων ημερών, όχι πολλών ετών... Τι έγιναν οι φιλοσοφίες just in time; Κι όμως, όσο δύσκολο κι αν είναι να καλύψουν το χαμένο έδαφος, τώρα που το έβαλαν στόχο, θα το κάνουν, δεν υπάρχει αμφιβολία. Και πάλι όμως, έχουν κολλήματα που θα τους κρατήσουν πίσω, όπως θα διαβάσετε στο κομμάτι για το Tokyo Motor Show, κι ένα από αυτά είναι πως ο ένας περιμένει να δει τι θα κάνει ο άλλος, αντί να κυνηγά ανελέητα τα δικά του όνειρα, παρουσιάζοντας τις δικές του πρωτότυπες προτάσεις. Ακόμα κι αυτή η νέα μόδα που έχει χτυπήσει άπαντες, με τα scrambler και τα café racer, δεν είναι τίποτα άλλο από μια μίμηση των κατασκευών ιδιωτών, που τόσα χρόνια μετατρέπουν κυρίως παλιότερα μοντέλα σε απομιμήσεις ακόμα παλιότερων. Δείτε το σαν ένα μεταβατικό στάδιο, σαν ορεκτικό πριν το κυρίως πιάτο. Γιατί όταν ξυπνήσουν για τα καλά όλοι οι Ιάπωνες κι αρχίσει ο πραγματικός ανταγωνισμός μεταξύ τους, τότε τα πράγματα θα γίνουν πολύ πιο ενδιαφέροντα, κι ακόμα μια Χρυσή Δεκαετία μας περιμένει. Μόνο που τώρα είναι κι οι Ευρωπαίοι πολύ δυνατοί...   

editorial 541 - Η πιο γρήγορη είναι...

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

1/12/2014

Η ταχύτερη μοτοσυκλέτα παραγωγής του κόσμου δεν ήταν ούτε στην Ιntermot, ούτε στην EICMA. H ταχύτερη νόμιμη για κυκλοφορία στο δρόμο μοτοσυκλέτα έχει τελική πάνω από 350 χιλιόμετρα, κι έχει νικήσει στα ίσα όλες τις άλλες στην ανάβαση του Pikes Peak πέρυσι, οπότε και στρίβει και φρενάρει. Κι όμως, ελάχιστοι την γνωρίζουν, γιατί είναι εκτός πεπατημένης και των συνηθειών μας: Δεν έχει τάπα βενζίνης, αλλά μπρίζα για να φορτίζει. Ακούει στο μάλλον κακόγουστο όνομα "Αστραπή LS-218", και κατασκευάζεται στην Αμερική. Η Lightning λοιπόν, μπορεί να γίνει δική σας με 38.888 δολάρια, καθώς οι παραδόσεις ήδη έχουν αρχίσει.

 

Καταλαβαίνω πως περίπου το 101% των μοτοσυκλετών ξενερώνει όταν δίπλα στην λέξη μοτοσυκλέτα μπαίνει και το ηλεκτρική. Το ίδιο κι εγώ. Η αιτιολόγηση, μέχρι τώρα, ήταν απλή: Δείξτε μου μια ηλεκτρική μοτοσυκλέτα που για το ίδιο κόστος με μια βενζινοκίνητη, να θέλω πιο πολύ να την αγοράσω. Που να είναι δυνατότερη, ταχύτερη, να στρίβει καλύτερα, να πηγαίνει εξίσου μακριά με μια φόρτιση, που να γουστάρω τέλος πάντων να οδηγώ αυτή με την μπρίζα αντί για την άλλη με την μάνικα. Που να μην μοιάζει με παιδικό παιχνίδι, που να μην φωνάζει με την πρώτη ματιά πως πρόκειται για κάτι που σχεδίασαν και έφτιαξαν άνθρωποι που μπορεί να ξέρουν από ρεύματα, αλλά όχι από μοτοσυκλέτες. Προσπάθειες έχουν γίνει πολλές, τόσο σε επίπεδο παραγωγής (όπως οι Zero Motorcycles στις ΗΠΑ) όσο και αγωνιστικό (από Moto Czysz ως Mugen), ακόμα και για χωμάτινη χρήση (ΚΤΜ Freeride-E). Mέχρι τώρα όμως, δεν υπήρχε ηλεκτρική μοτοσυκλέτα που να τα είχε βάλει με βενζινοκίνητες αγωνιστικές και να τις είχε νικήσει στα ίσα. Κι όμως, αυτό συνέβη πέρυσι στο Pikes Peak, όπου συμμετέχουν κορυφαίες αγωνιστικές ομάδες απ’ όλο τον κόσμο, και τουλάχιστον στις ΗΠΑ, τον παίρνουν πολύ σοβαρά αυτόν τον αγώνα. Το 2012, η Lightning είχε κερδίσει όλους τους αγώνες ηλεκτρικών στους οποίους είχε συμμετάσχει, και για το 2013 έπεισαν τον Carlin Dunne να οδηγήσει την μοτοσυκλέτα τους. O Dunne είχε πρωτοεμφανιστεί στο Pikes Peak το 2011, και το κέρδισε με την πρώτη, νίκη που επανέλαβε με Ducati και το 2012. Δεν ήταν λίγο ρίσκο γι’ αυτόν να πάει σε μια ομάδα με ηλεκτρική μοτοσυκλέτα; Κι όμως, μετά από δύο track days, το πρώτο για να συνηθίσει λίγο την μοτοσυκλέτα και το δεύτερο για να ρυθμίσει αναρτήσεις, πήγε να τρέξει στο Pikes Peak κι έκανε τον ταχύτερο χρόνο από όλες τις μοτοσυκλέτες, ανεξαρτήτως κινητήρα. Ο δεύτερος ήταν 21 δευτερόλεπτα πίσω του.

 

Φαίνεται πως η σχεδιασμένη από τον "δικό μας" Glynn Kerr Lightning σηματοδοτεί την ωρίμανση των ηλεκτρικών μοτοσυκλετών, το στάδιο εκείνο όπου ανταγωνίζονται πια στα ίσα το κατεστημένο των βενζινοκίνητων. Συμφωνώ πως για να προτιμάς το σφύριγμα μιας ηλεκτρικής σε σχέση με τον ήχο ενός κινητήρα εσωτερικής καύσης πρέπει ο σφυγμός σου να έχει πέσει στο μηδέν, από ώρα. Μόνο το soundtrack όμως είναι που κάνει μια μοτοσυκλέτα συναρπαστική; Ένα από τα μεγαλύτερα μειονεκτήματα των ηλεκτρικών, πάντα σύμφωνα με την τρέχουσα τεχνολογία μπαταριών, είναι η περιορισμένη τους αυτονομία. Η Lightning υπόσχεται αυτονομία 160-200 χιλιόμετρα με τη μικρή μπαταρία των 12 kwh, και 250-290 με την μεγάλη των 20 kwh. Όσοι νομίσουν πως είναι λίγα, ας πάρουν οποιαδήποτε superbike με 200 ίππους, κι ας την πάνε τέρμα γκάζι. Στις μετρήσεις που κάνουμε για το περιοδικό, έχουμε αδειάσει 17λιτρα ρεζερβουάρ πολύ πριν κάνουμε 100 χιλιόμετρα, όπως θα έχουν διαπιστώσει και όσοι έχουν καταφέρει να πάνε ένα superbike τελικιασμένο για καμιά ώρα... Η Lightning, από την άλλη, έχει και το παγκόσμιο ρεκόρ ταχύτητας για μοτοσυκλέτες παραγωγής, με 347,55 km/h μέσο όρο διελεύσεων (η μία ήταν πάνω από 350 km/h). Οι τεχνικοί της υπολόγισαν πως στα 320 km/h το αντίστοιχο της κατανάλωσής της σε λίτρα βενζίνης θα ήταν 4,7 l/100km, επίδοση που θεωρείται οικονομική για απλές μοτοσυκλέτες με 50 ίππους. Υπολόγισαν επίσης, πως κάθε πέρασμα για τα ρεκόρ ταχύτητας στην Bonneville τους στοίχιζε το ισόποσο των 8 cent του δολαρίου, από ενέργεια που αποθήκευαν μέσω των ηλιακών πάνελ που είχε στην οροφή του το φορτηγάκι της ομάδας. Φυσικά – φυσικά, όταν σου αδειάσει το ρεζερβουάρ χώνεσαι σ’ ένα βενζινάδικο και σε πέντε λεπτά έχεις ξεμπερδέψει, έχεις δώσει τα 30 ευρώ σου και ξαναορμάς προς την δόξα. Με το ηλεκτρικό όμως, θα έπρεπε να ξέρεις πως κάθε, ή έστω πολλά βενζινάδικα έχουν γρήγορους φορτιστές, και να πιεις έναν καφέ, αφού μέσα σε μισή ώρα οι μπαταρίες γεμίζουν. Με απλό φορτιστή στο σπίτι, χωρίς τριφασικό ρεύμα, θέλουν δύο ώρες. Κοίταξα το κόστος για τον γρήγορο φορτιστή ενός υβριδικού αυτοκινήτου, του BMW i8, και είναι στα 2.300 ευρώ, κομπλέ με μετρητή κατανάλωσης. Αν υπήρχε αρκετή ζήτηση, το κόστος δεν είναι υπερβολικό για ένα βενζινάδικο.   

 

Για να φτιάξει την πιο γρήγορή της μοτοσυκλέτα η Kawasaki, την H2R που συμπτωματικά έχει κι αυτή τελική 350+ χιλιόμετρα (αλλά δεν είναι νόμιμη για κυκλοφορία στο δρόμο), το κριτήριό της ήταν "η ανεπανάληπτη αίσθηση επιτάχυνσης". Σ’ αυτόν τον τομέα, τα ηλεκτρικά δεν υστερούν. Το Lightning έχει πάνω από 200 ίππους και 23,2 kgm ροπής, επιδόσεις που καμία βενζινοκίνητη μοτοσυκλέτα δεν διαθέτει. Κανένα superbike μέχρι σήμερα δεν έχει μετρηθεί στους 200 ίππους στον τροχό, και οι απώλειες ενός συστήματος μετάδοσης ενός ηλεκτρικού είναι πολύ-πολύ μικρότερες, αφού δεν παρεμβάλλονται γρανάζια, συμπλέκτης και κιβώτιο ταχυτήτων. Το Lightning δεν έχει κιβώτιο. Ανοίγεις το διακόπτη κι είσαι έτοιμος να φύγεις, απολαμβάνοντας μια αίσθηση καταιγιστικής, αδιάλειπτης επιτάχυνσης από τα μηδέν ως τα 350 χιλιόμετρα. Τα 23,2 χιλιογραμμόμετρα ροπής που έχει είναι τα διπλά από ενός Hayabusa (13,7), οπότε σε σύγκριση το κτηνώδες Suzuki θα φαίνεται σαν να δουλεύει με τους δύο κυλίνδρους. Η Kawasaki ανακοινώνει 16,8 kgm για το H2R των 300 ίππων, 7 kgm λιγότερα, που είναι αντίστοιχη της διαφοράς ροπής ενός μονοκύλινδρου 300 κυβικών όπως το CBR300 κι ενός CBR1000RR. Χαοτική.       

Ο υγρόψυκτος ηλεκτροκινητήρας του βγάζει λοιπόν πάνω από 200 ίππους, και η ροπή του είναι διπλάσια αυτής ενός Panigale. Aπό γκάζια δηλαδή, δεν του λείπει τίποτα, ούτε από πλαίσιο και φρένα και αναρτήσεις. Έχει πάνω του τα καλύτερα Brembo και Öhlins. Ούτε και υπερβολικά βαρύ είναι στα 224,5 κιλά, 10 περίπου κιλά περισσότερα από το πιο βαρύ superbike, αλλά 14 κιλά λιγότερα από του Kawasaki H2. Στα έξτρα,  όταν θα παραγγείλετε το δικό σας, μπορείτε να διαλέξετε μεταξύ carbon πλαισίου και ψαλιδιού, οθόνης touch screen με λειτουργικό Android και σέλας της προτίμησής σας. Σε μια μοτοσυκλέτα που έχει ήδη ζάντες Marchesini μαγνησίου και πιρούνι Öhlins FGRT, αμορτισέρ Öhlins ΤΤΧ και τις καλές ακτινικές Brembo, τι άλλο να ζητήσεις;

Έχουμε έτσι μια μοτοσυκλέτα ικανή να γεμίσει δέος και τον πιο hardcore αναβάτη superbike, που μπορεί με τις επιδόσεις της να κάνει τα πόδια των κοινών θνητών και τρέμουν σαν ζελέ, που μπορεί να τρομάξει εντελώς και για πάντα κάποιον ψιλο-άσχετο που θα βρεθεί στην σέλα της και μετά δεν θα ξαναβγεί ποτέ από το δωμάτιό του, ενώ θα ουρλιάζει υστερικά κάθε φορά που η μάνα του θα βάζει μπρος το σεσουάρ για τα μαλλιά. Κι εδώ ερχόμαστε στο μεγαλύτερο μειονέκτημά του μέχρι τα βενζινάδικα να βάλουν φορτιστές: Τον ήχο. Όντως τα ηλεκτρικά όταν επιταχύνουν κάνουν σαν σεσουάρ στη δεύτερη σκάλα, με λίγο θόρυβο από αλυσίδα να θυμίζει μοτοσυκλέτα. Άντε, αν τα γουστάρεις κιόλας, να πεις πως κάνουν σαν jet σε απογείωση. Ακούω πως μερικά αυτοκίνητα, όπως για παράδειγμα σε Renault Clio, έχουν επιλογές μέσω του συστήματος πολυμέσων, που τα κάνουν να ακούγονται σαν V8 ή σαν Nissan GTR (μέσα στην καμπίνα, γιατί απ’ έξω ακούγεται γι’ αυτό που είναι). Μου φαίνεται γελοίο. Με τα ηλεκτρικά όμως, το πρόβλημα είναι ότι δεν ακούγονται. Έχει πάει να με πατήσει Prius γιατί ξαφνικά έκανε όπισθεν, χωρίς καμία ηχητική προειδοποίηση, αφού δεν καταλαβαίνεις πως είναι "on". Στο Pikes Peak, στην διαδρομή του αγώνα, τα ηλεκτρικά είναι υποχρεωμένα από τον κανονισμό να κάνουν θόρυβο 120 ντεσιμπέλ, για να μην πατάνε τους θεατές ή τους βλάκες που αποφασίζουν να περάσουν απέναντι με το αυτοκίνητό τους. Και πως το κάνουν αυτό; Βάζουν πάνω στη μοτοσυκλέτα μια σειρήνα...

Η ανάβαση του Pikes Peak έχει μήκος 20 χιλιόμετρα, με 156 στροφές που ανεβάζουν τους αγωνιζόμενους από τα 1.440 στα 4.300 μέτρα. Για να λέμε του βενζινοκίνητου το δίκιο, η απόδοση των κινητήρων εσωτερικής καύσης πέφτει σημαντικά σε τέτοια υψόμετρα, όμως μόλις δύο χρόνια πριν την νίκη του Dunne με το Lightning, όταν πάλι ήταν νικητής ο ίδιος με Ducati Multistrada, το πιο γρήγορο ηλεκτρικό ήταν ένα λεπτό και σαράντα δευτερόλεπτα πίσω του. Δυό χρόνια μετά, έριξε 21" στον δεύτερο, με ηλεκτρικό. Όποιος έχει ασχοληθεί έστω και λίγο με αγώνες, καταλαβαίνει πως πρόοδος δύο ολόκληρων λεπτών (στα 10 – δέκα και κάτι που κάνουν οι πιο γρήγοροι εκεί) μέσα σε δύο χρόνια, είναι τεράστια έως απίστευτη. Φανταστείτε μια μοτοσυκλέτα MotoGP που να έχει καταφέρει μέσα σε δυό χρόνια να βελτιώσει τους χρόνους της κατά 20%. Δεν γίνεται, κι αν γινόταν, θα σκότωναν για να μάθουν το μυστικό. Εδώ όμως δεν πρόκειται για μυστικό, αλλά για κάτι ολοφάνερο, που αποτελεί ταυτόχρονα το μεγαλύτερο πλεονέκτημα αλλά και το χειρότερο μειονέκτημά της: Είναι ηλεκτρικό. Με βάση στην California, όπως και οι έτερες ηλεκτρικές Mission και Ζero και Τesla (στα αυτοκίνητα αυτή η τελευταία), η Lightning ασχολείται με τα ηλεκτρόνια από το 2006, και πολύ νωρίς μπλέχτηκε με τους αγώνες. Της πήρε οκτώ χρόνια για να φτάσει στο σημείο να κερδίζει τους πάντες σ’ έναν διάσημο, διεθνή αγώνα που οι κατασκευαστές παίρνουν πολύ στα σοβαρά, καθώς έχει σημαντικό αντίκτυπο στην Αμερικάνικη αγορά. Αν το 2006 είχαν πει "σε οκτώ χρόνια θα σας σκίσουμε τις βενζινοκίνητες μπαχατέλες σας", όλοι θα γέλαγαν. Κι όμως, η ιστορία είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα. Όταν πρωτοφτιάχτηκαν μοτοσυκλέτες, κανείς δεν πίστευε πως αυτά τα πράματα του διαβόλου θα γίνουν ποτέ κάτι περισσότερο από παιχνιδάκια για εκκεντρικούς πλούσιους. Τα ίδια έλεγαν και για τα αυτοκίνητα, το ίδιο γέλαγαν όταν ο άγνωστος τότε Soichiro Honda δεσμευόταν πως θα τρέξουν τα Honda στο Isle of Man και θα κερδίσουν. Μ’ αρέσει και το πόρισμα επιστημόνων της εποχής των πρώτων τρένων: Οι επιστήμονες είχαν αποφανθεί πως αν τα τρένα τρέξουν ποτέ πιο γρήγορα από άλογο, θα φύγει ο αέρας από τα παράθυρα και οι επιβάτες θα πεθάνουν από ασφυξία. Κι εντάξει, αυτά τα έχουμε ξεπεράσει, το θέμα δεν είναι αν στα 350 θα πάμε από ασφυξία. Μια ανάσα θα την πάρουμε. Το θέμα είναι πως οι αισθήσεις μας, επί τέσσερις σχεδόν γενιές τώρα, έχουν εκπαιδευτεί να γουστάρουν μοτοσυκλέτα σύμφωνα με συγκεκριμένα κριτήρια. Κι είναι ύποπτο έως ανησυχητικό (Θα γυρίσει ο κόσμος μας ανάποδα; Θα μας πέσει ο ουρανός στο κεφάλι;) πως ψάχνοντας το γιατί δεν θα γουστάραμε αυτή τη στιγμή μια ηλεκτρική μοτοσυκλέτα, οι μόνες βάσιμες δικαιολογίες που μπορούμε να βρούμε είναι πως δεν υπάρχουν κατάλληλοι φορτιστές στα βενζινάδικα και πως αυτά τα ηλεχτρικά ακούγονται σαν δράπανα, ενώ απ’ την άλλη είναι αρκούντως τρομακτικές και πιο γρήγορες απ’ όλες τις άλλες, στις ευθείες ή στις στροφές.   

Στα χρονομετρημένα δοκιμαστικά πριν τον αγώνα του Pikes Peak, o Richard Hatfield, o "κύριος Lightning", στεκόταν δίπλα στην οθόνη με τους χρόνους, και όπως και τις προηγούμενες μέρες, το Lightning ήταν το ταχύτερο. Δίπλα του στέκονταν μερικοί Ιάπωνες μηχανολόγοι από την εργοστασιακή ομάδα της Honda, και τα CBR τους ήταν στην 14η θέση. Λέει ένας τους στον Richard: "Ω! Είστε από την Lightning! Toυ χρόνου θα επιστρέψουμε με περισσότερους ίππους!". Ο Richard (που τον βλέπεις ήσυχο ανθρωπάκι, αλλά τα καρφιά του τα ρίχνει), τους απάντησε: "Μπαταρίες θα πρέπει να φέρετε του χρόνου." Οι Ιάπωνες κοιτάχτηκαν μεταξύ τους, κι είπε ο ένας στον άλλο: "Δίκιο έχει, μπαταρίες πρέπει να φέρουμε."