Editorial 552 - Ο άγραφος νόμος

Από το

motomag

1/11/2015

Δεν έχει υπάρξει μέχρι σήμερα αγώνας όπου προπορευόμενος αναβάτης να μην ανοίξει την γραμμή του έτσι ώστε αυτός που τον ακολουθεί να επιβραδύνει, και να μην τον προσπεράσει. Ακόμα και στον αγώνα της Sepang ο Marquez το είχε κάνει στον Rossi, κι όχι μια φορά. Κι όλα καλά. Όταν όμως ήδη ο Rossi από την συνέντευξη τύπου της Πέμπτης είχε επισημάνει πως ο Marquez εσκεμμένα τον καθυστερεί, ήρθε ο αγώνας της Κυριακής για να επιβεβαιωθεί. Όταν ο Lorenzo έφτασε τον Marquez, εκείνος του άφησε την πόρτα ορθάνοιχτη, χωρίς να κάνει καμία προσπάθεια να τον κυνηγήσει. Μόλις του έκανε το ίδιο ο Rossi, λύσσαξε! Αρκετές φορές μέσα στους επόμενους γύρους τα πράγματα ήταν οριακά, με τον Marquez να σηκώνει πολύ νωρίς το μηχανάκι του προσπερνώντας τον Rossi, γνωρίζοντας πως στην επαφή πίσω τροχού με μπροστινό νικάει ο πίσω – κι ο άλλος πέφτει. Η προειδοποίηση του Rossi την Πέμπτη δεν είχε πιάσει τόπο. Ο Marquez, που καθυστερούσε σκόπιμα τον Rossi στην Αυστραλία, έκανε τα ίδια και χειρότερα – κι η δικαιολογία του, πως τάχα έκοβε για να κρυώσει το μπροστινό του λάστιχο, δεν στέκει, αφού στο τέλος του αγώνα, μετά από αρκετούς γρήγορους γύρους και με φαγωμένο το μπροστινό, έκανε χρόνο ρεκόρ...

Και πάμε στην επίμαχη στροφή, αυτή που θα στοιχειώσει τον Rossi, τον Marquez αλλά κυρίως το πρωτάθλημα που όπως όλα δείχνουν, σερβιρίστηκε στο πιάτο του LorenzoO Rossi κόβει, ανοίγει την γραμμή του, αλλά ούτε αλλάζει πορεία ούτε επιβραδύνει ή επιταχύνει ξαφνικά. Κοιτάζει τον Marquez, αφού ήδη του έχει κάνει μια χειρονομία του στυλ "Μα τι θέλεις πια; Παράτα με!". Δίπλα του, ο Marquez κάνει μια πρώτη απόπειρα να πλαγιάσει, τεντώνει το σώμα του προς το εσωτερικό της στροφής, αλλά με δίπλα του τον Rossi, ξαναμαζεύεται. Στα slow motion των βίντεο, φαίνεται ξεκάθαρα πως αμέσως μετά ο Marquez επιταχύνει, σκύβει το κεφάλι και το σώμα του και χτυπάει με το δεξί του χέρι τον μηρό του Rossi, που πιέζεται προς το ρεζερβουάρ. Αν προσέξετε, θα δείτε πως το σώμα του Rossi κάνει μια κίνηση για να ισορροπήσει, κι αμέσως μετά το γόνατό του ανοίγει προς τα έξω. Η μοίρα του Marquez όμως, είχε προδιαγραφεί πριν ανοίξει το γόνατο του Rossi προς τα έξω: O ίδιος ο Marquez είπε πως o Rossi με το πόδι του του πάτησε το φρένο, χωρίς να μας εξηγήσει πως έγινε αυτό αφού υπάρχει προστατευτικό στην άκρη των κλιπόν. Και μια μοτοσυκλέτα, πάνω από 210 κιλά μαζί με τον αναβάτη της, και ήδη πλαγιασμένη, και με ανοιχτό το γκάζι, ΔΕΝ πέφτει αν την ακουμπήσει ένα γόνατο. Τι συμβαίνει όμως αν μια μοτοσυκλέτα που επιταχύνει, οδηγηθεί από τον αναβάτη της έτσι ώστε να χτυπήσει με το χέρι του τον μηρό του προπορευόμενου; Στρίβει το τιμόνι της δεξιά, το μπροστινό διπλώνει, και πέφτει από low siding, όπως ακριβώς ο Marquez. Επιπλέον, ούτε εκνευρισμένος φάνηκε, ούτε κάποια χειρονομία έκανε, ενώ όταν είχε πέσει στην Aragon ήταν έξαλλος. Φάνηκε σαν να ήξερε πως οι εντυπώσεις ήταν ήδη με το μέρος του, πως θα κέρδιζε περισσότερα με μια πτώση...

Αυτό όμως που γεννάει τα περισσότερα ερωτηματικά είναι η απόφαση της διεύθυνσης του αγώνα σχετικά με το συμβάν, και η τιμωρία τoυ Rossi. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο Mike Webb, race director των MotoGP, δήλωσε πως όντως ο Marquez σκόπιμα έκοβε το ρυθμό του Rossi, αλλά πως δεν μπορούσε να κάνει κάτι γι’ αυτό γιατί δεν το προβλέπει ο κανονισμός! Επιπλέον, τιμωρείται ο Rossi γιατί "επίτηδες ανοίχτηκε στην στροφή 14 ώστε να αναγκάσει άλλον αναβάτη να βγει εκτός αγωνιστικής γραμμής, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα επαφή που έκανε τον άλλον αναβάτη να πέσει. Αυτό θεωρείται ανεύθυνη οδήγηση που δημιουργεί κινδύνους για άλλους αγωνιζόμενους". Η άποψή μου είναι πως η απόφαση αυτή είναι άκρως συναισθηματική, και λήφθηκε μόνο από τις εντυπώσεις της πρώτης στιγμής, κι όχι από την μελέτη των στοιχείων και τις συνομιλίες με τους αναβάτες, που κράτησαν μία ώρα. Φυσικά και οι αγωνιζόμενοι επίτηδες ανοίγονται έτσι ώστε αυτός που τους ακολουθεί να μην έχει πια που να πάει, και να κόψει. Το κάνουν συνέχεια, όλοι, από τότε που υπάρχουν αγώνες, γίνεται συνέχεια και στα MotoGP χωρίς συνέπειες για τους εμπλεκόμενους αναβάτες. Αν απαγορευόταν η άμυνα, δεν θα μπορούσαμε να έχουμε αγώνες. Φυσικά και ο Rossi παραδέχθηκε πως επίτηδες επιβράδυνε, αλλά ούτε αυτό το απαγορεύουν οι κανονισμοί. Όπως δεν απαγορεύουν και να κοιτάς τον αντίπαλό σου, είτε αυτός βρίσκεται πίσω σου, δίπλα σου, ή μπροστά σου. Η ευθύνη όμως για την πτώση του Marquez βαρύνει τον ίδιο: Εκείνος επιτάχυνε και έγειρε την μοτοσυκλέτα του ενώ βρισκόταν πιο πίσω και δίπλα από τον Rossi. Kι αυτό, το προβλέπουν οι κανονισμοί: Όποιος βρίσκεται μπροστά, μπορεί να επιλέξει την ταχύτητά του και την πορεία του. Όποιος έρχεται από πίσω, οφείλει να προσαρμοστεί ανάλογα. Σ’ αυτή την περίπτωση γιατί δεν ίσχυσε ο κανονισμός;

Πέρα όμως από τους γραπτούς νόμους, που όπως όλοι ξέρουμε οι άνθρωποι τους εφαρμόζουν όποτε και αν τους βολεύει, υπάρχουν και οι πολύ πιο ισχυροί, οι άγραφοι νόμοι. Κι αυτοί λένε πως ΔΕΝ εμποδίζεις επίτηδες αναβάτη που προηγείται στην βαθμολογία και πάει για πρωτάθλημα, ειδικά όταν εσύ το έχεις χαμένο από χέρι. Κι ο Marquez το έκανε συνειδητά σε δύο αγώνες. Κι οι αγώνες ποτέ δεν ήταν περίπατος σε ανθισμένο λιβάδι, κι οι αγωνιζόμενοι ποτέ δεν ήταν οι παρθένες που κάνουν τον περίπατό τους. Είτε θέλει να το παραδεχτεί κάποιος είτε όχι, οι αγώνες είναι άγριοι, βίαιοι και επικίνδυνοι. Και δεν καταλαβαίνω καθόλου όλους όσους βγήκαν σαν θεούσες με κότσο φωνάζοντας "ουουου σιξ σιξ σιξ, μα τι αντιαθλητική συμπεριφορά ήταν αυτή, εμείς εδώ στους αγώνες ήμασταν πάντα κυρίες". Ούτε με πείθει το "δεν το προβλέπει ο κανονισμός", γιατί είναι σαν να νομιμοποιεί τακτικές σαν του Marquez. Και πιο πολύ απ’ όλα, θέλω τα πρωταθλήματα να κρίνονται στην πίστα, κι όχι στα γραφεία. Αυτός είναι ένας ακόμα λόγος για τον οποίο θεωρώ την τιμωρία του Rossi άδικη.

ΥΓ: Φαντάζεστε να γινόταν αυτό στο Mugello, στην Ιταλία; Δεν θα είχε μείνει τίποτα όρθιο.

ΥΓ2: Στην απονομή ο Lorenzo γιουχαρίστηκε έντονα κι έφυγε χωρίς να πάρει το κύπελλό του... Οι άγραφοι νόμοι που λέγαμε, κι ένα πρωτάθλημα που δεν θα έχει την ικανοποίηση να λέι πως πήρε μόνο χάρη στις δικές του προσπάθειες.

ΥΓ3: Κι αν, λέω αν, στην εκκίνηση του τελευταίου αγώνα οι περισσότεροι αναβάτες ξεκινήσουν πολύ χλιαρά κάνοντας στην άκρη για να περάσει ο Rossi, θα τιμωρηθούν; Ο κανονισμός δεν το απαγορεύει!

editorial 522 - Kakonomics

Από το

Μαύρο Σκύλο

1/5/2013

Ο φίλος μου ο Πάνος μου έστειλε το ομώνυμο κείμενο της Ιταλίδας Gloria Origgi. Η φιλόσοφος και ειδική στη θεωρία της σκέψης, Gloria Origgi, με την ελληνικής ετυμολογίας λέξη Kakonomics, μιλά για την παράδοξη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, κάτι που εξηγεί γιατί η ποιότητα ζωής μας συχνά είναι χάλια.

"Οι συνήθεις προσεγγίσεις της θεωρίας των παιγνίων αναφέρουν πως όταν οι άνθρωποι συναλλάσσονται (με ιδέες, υπηρεσίες ή αγαθά), επιθυμούν να λαμβάνουν υψηλή ποιότητα από τους άλλους. Ας θεωρήσουμε πως οι συναλλαγές μπορούν να γίνουν μόνο σε δύο επίπεδα ποιότητας: Υψηλή και χαμηλή. Ο όρος Kakonomics περιγράφει περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι όχι μόνο θέλουν να λάβουν υψηλή ποιότητα δίνοντας για αντάλλαγμα χαμηλή (να κοροϊδέψουν κάποιον δηλαδή) αλλά στην πραγματικότητα προτιμούν να δώσουν χαμηλή ποιότητα και να λάβουν σε αντάλλαγμα επίσης χαμηλή.

Πως είναι δυνατόν κάτι τέτοιο; Και πως μπορεί κάτι τέτοιο να είναι λογικό; Ακόμα κι όταν τεμπελιάζουμε, και προτιμούμε να δώσουμε χαμηλή ποιότητα (όπως όταν δεχόμαστε να γράψουμε ένα άρθρο για ένα μέτριο περιοδικό, αρκεί να μην μας ζητήσουν να το δουλέψουμε και πολύ), θα έπρεπε λογικά να προτιμούμε να δουλέψουμε λιγότερο αλλά να αμειφθούμε περισσότερο απ' ότι θα άξιζε η δουλειά μας, δηλαδή να δώσουμε χαμηλή ποιότητα και να λάβουμε υψηλή. Η περίπτωση Kakonomics είναι διαφορετική: Σ' αυτήν, όχι μόνο προτιμούμε να δώσουμε ένα αγαθό χαμηλής ποιότητας, αλλά προτιμούμε να λάβουμε ένα εξίσου χαμηλής ποιότητας αντάλλαγμα!

Η Kakonomics είναι η παράδοξη, αλλά εξαιρετικά διαδεδομένη προτίμηση για χαμηλής ποιότητας συναλλαγές, όσο κανείς δεν παραπονιέται γι' αυτό. Ο κόσμος των Kakonomics είναι ένας κόσμος όπου οι άνθρωποι όχι μόνο ανέχονται την μετριότητα και την αναξιοπιστία των άλλων, αλλά την περιμένουν: "Γνωρίζω πολύ καλά πως δεν θα εκπληρώσεις στο ακέραιο τις υποσχέσεις σου, αλλά το δέχομαι γιατί θέλω να μπορώ κι εγώ να μην εκπληρώσω τις δικές μου χωρίς να αισθάνομαι άσχημα γι' αυτό". Η συμπεριφορά αυτή είναι αλλόκοτη και ενδιαφέρουσα γιατί όπως σε όλες τις συναλλαγές αυτού του είδους, τα δύο μέρη φαίνεται να έχουν μια διπρόσωπη συμφωνία: Πρώτα μια "επίσημη", όπου και οι δύο δηλώνουν την πρόθεσή τους για μια συναλλαγή σε υψηλό επίπεδο ποιότητας, και μετά μια ανομολόγητη, που δέχεται πως οι εκπτώσεις στην ποιότητα όχι μόνο επιτρέπονται αλλά είναι και αναμενόμενες. Γίνεται έτσι μια συμφωνία, ανομολόγητη όμως, για αμοιβαία εξαπάτηση. Έτσι, κανείς δεν επωφελείται, λαμβάνοντας περισσότερα απ' όσα θα έπρεπε. Οι συναλλαγές Kakonomics ρυθμίζονται από έναν άγραφο κοινωνικό νόμο για εκπτώσεις στην ποιότητα, μια κοινή αποδοχή ενός μετριότατου ή κακού αποτελέσματος που ικανοποιεί όμως και τα δύο μέρη, τουλάχιστον όσο μπορούν να συνεχίσουν να δηλώνουν πως η συναλλαγή ήταν σε υψηλό επίπεδο ποιότητας.

Ορίστε ένα παράδειγμα: Ένας επιτυχημένος συγγραφέας best seller πρέπει να παραδώσει το νέο του μυθιστόρημα στον εκδότη του, κι έχει αργήσει πολύ. Το κοινό του είναι πολυπληθές, κι ο ίδιος γνωρίζει πολύ καλά πως θα αγοράσει το βιβλίο του μόνο και μόνο επειδή θα γράφει το όνομά του στο εξώφυλλο, κι έτσι κι αλλιώς, λίγοι από αυτούς θα διαβάσουν πέρα από το πρώτο κεφάλαιο. Ο εκδότης του επίσης το γνωρίζει αυτό. Έτσι, ο συγγραφέας αποφασίζει να παραδώσει το νέο του βιβλίο με ένα συγκλονιστικό πρώτο κεφάλαιο αλλά μέτρια πλοκή από κει και πέρα (να το αποτέλεσμα χαμηλής ποιότητας). Ο εκδότης είναι ευχαριστημένος, τον συγχαίρει δηλώνοντας πως παρέλαβε ένα αριστούργημα (το παραμύθι της υψηλής ποιότητας) κι έτσι είναι και οι δύο ευχαριστημένοι. Ο συγγραφέας όχι μόνο προτιμά να παραδώσει χαμηλή ποιότητα, αλλά επιθυμεί και ο εκδότης να του δώσει το ίδιο, για παράδειγμα αποφεύγοντας να χτενίσει πολύ καλά το κείμενο βελτιώνοντάς το, και να το εκδώσει όπως είναι. Εμπιστεύονται ο ένας την αναξιοπιστία του άλλου, και συνωμοτούν για ένα κοινά αποδεκτό χαμηλής ποιότητας αποτέλεσμα που βολεύει και τους δύο. Όποτε υπάρχει μια τέτοια σιωπηρή συμφωνία σύγκλισης προς χαμηλή ποιότητα με στόχο αμοιβαία οφέλη, έχουμε να κάνουμε με μια περίπτωση Kakonomics.

Παραδόξως, αν ο ένας από τους δύο παραδώσει υψηλή ποιότητα αντί για την αναμενόμενη χαμηλή, ο άλλος αισθάνεται προδομένος και το θεωρεί αθέτηση της άτυπης συμφωνίας, ακόμα κι αν δεν το παραδεχτεί ανοιχτά. Στο παράδειγμά μας, έτσι θα ένιωθε ο συγγραφέας εάν ο επιμελητής του εκδότη βελτίωνε το κείμενό του. Η αξιοπιστία του εκδότη σ' αυτή την περίπτωση συνίσταται στο να παραδώσει την ίδια χαμηλή ποιότητα. Κόντρα στο κλασικό Δίλημμα του Φυλακισμένου της θεωρίας παιγνίων (όπου δύο άνθρωποι δεν συνεργάζονται ακόμα κι αυτό θα ήταν προς αμοιβαίο τους όφελος), η προθυμία επανάληψης μιας συναλλαγής με κάποιον εξασφαλίζεται όταν υπάρχει η σιγουριά πως κι εκείνος θα παραδώσει χαμηλή αντί για υψηλή ποιότητα.

Οι συναλλαγές Kakonomics δεν είναι πάντα κακές. Μερικές φορές επιτρέπουν μια αμοιβαία κατανόηση εκπτώσεων που κάνει την ζωή πιο χαλαρή για όλους. Όπως μου είπε ένας φίλος που ανακαίνιζε μια αγροικία στην Τοσκάνη, "οι Ιταλοί μαστόροι ποτέ δεν τελειώνουν τη δουλειά στο συμφωνημένο χρόνο, το καλό όμως είναι πως δεν περιμένουν κι εσύ να τους πληρώσεις τότε που έχεις υποσχεθεί".

Το μεγάλο όμως πρόβλημα των Kakonomics -που στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει χείριστα οικονομικά- και ο λόγος για τον οποίο αποτελούν μια μορφή συλλογικής παράνοιας εξαιρετικά δύσκολης να εξαλειφθεί, είναι πως κάθε συναλλαγή χαμηλής ποιότητας είναι ένα τοπικό ισοζύγιο όπου και τα δύο μέρη μένουν ευχαριστημένα, αλλά κάθε μία από αυτές τις συναλλαγές διαφθείρει μακροχρόνια συνολικά το σύστημα. Οπότε, οι απειλές που αντιμετωπίζουν τα καλά συλλογικά αποτελέσματα δεν προέρχονται μόνο από "αρπακτικά" και "κερδοσκόπους", όπως μας διδάσκουν οι καθιερωμένες κοινωνικές επιστήμες, αλλά και από καλά οργανωμένους κανόνες Kakonomics που εξασφαλίζουν πως τα αποτελέσματα των συναλλαγών θα είναι προς το χειρότερο. Ο συνδετικός ιστός της κοινωνίας δεν είναι μόνο η συνεργασία για το γενικό καλό. Για να καταλάβουμε γιατί πολλές φορές "η ζωή είναι σκατά", θα πρέπει να μελετήσουμε τις άτυπες συμφωνίες που προσδοκούν σε ένα ατομικό όφελος και ταυτόχρονα σε μια συλλογική ζημία."

Στο συνεργείο: Ο πελάτης πάει γιατί άκουσε πως είναι φθηνό. Σκέφτεται πως και καλή δουλειά να μην γίνει, θα δώσει λίγα, οπότε εντάξει. Ακόμα και πριν φτάσει και το δει, έχει προσπαθήσει να πείσει τον εαυτό του πως το πάτωμα θα είναι μαύρο από στυλιστική επιλογή, κι όχι από τα λάδια είκοσι ετών που κανείς δεν καθάρισε, και πως τα μισολυμένα μοτέρ και τα διάσπαρτα παντού παλιά εξαρτήματα είναι άποψη εικαστική. Ανάλογες μυθοπλασίες ισχύουν και για την συμπεριφορά του μάστορα, που ξινίζει τα μούτρα του λες και ο πελάτης έχει έρθει για να του κάνει τη ζωή δύσκολη, κι όχι για να του δώσει δουλειά. Αλλά έτσι είναι οι ιδιοφυΐες, ιδιόρρυθμες, κι η ανάγωγη συμπεριφορά τους δικαιολογείται από το μεγαλείο των έργων τους. Παρά το αυτοπαραμύθιασμα όμως, ο πελάτης γνωρίζει πως η δουλειά δεν θα είναι πρώτης τάξης, αλλά ελπίζει κιόλας πως η χαμηλή τιμή θα αντισταθμίσει την τσαπατσουλιά και την έλλειψη γνώσεων. Από την μεριά του, ο μάστορας γνωρίζει πως ο πελάτης είναι στο κόλπο ("θα δώσω λίγα, θα πάρω αντίστοιχα λίγα"), οφείλει όμως να κάνει την προσπάθεια να ανεβάσει την δουλειά του, με ένα καλά προβαρισμένο ανεκδοτολογικό λογύδριο, για να πείσει τον πελάτη πως όλοι οι άλλοι θα του έπαιρναν τζάμπα λεφτά, και πως μόνος εκείνος είναι μυημένος στα απόκρυφα των κινητήρων των παπιών. Ενστικτωδώς, ο μάστορας γνωρίζει πως να χειραγωγήσει ψυχολογικά τον πελάτη, όπως επίσης γνωρίζει πως ακόμα και τα σχετικά λίγα χρήματα που θα του πάρει είναι στην πραγματικότητα πάρα πολλά για τις δουλειές που δεν θα κάνει, αλλά θα πει ότι έχει κάνει. Η συναλλαγή ολοκληρώνεται, ο πελάτης φεύγει ευχαριστημένος που έδωσε σχετικά λίγα χρήματα (για δουλειές όμως που δεν έγιναν, ή που έγιναν με σφυροκάλεμο), αφήνοντας τον μάστορα επίσης ευχαριστημένο γιατί με τόσο λίγο κόπο και ικανότητα έβγαλε το μεροκάματο. Τέτοιου είδους συναλλαγές εξαπλώνονται σαν ιώσεις, ξεκινώντας μια δίνη που ρουφάει προς τα κάτω όλο και περισσότερους, υποβαθμίζοντας την ποιότητα και των πελατών, και των υπηρεσιών, και των μαστόρων. Αφού γίνεται κι έτσι, γιατί να προσπαθήσω για κάτι καλύτερο; Μετά, ο πελάτης κοκορεύεται στους φίλους του πως έδωσε μόνο 50 ευρώ για service στο τετρακύλινδρό του, εννοώντας πως είναι κορόιδα όσοι πληρώνουν λογικά χρήματα για αξιοπρεπή εργασία.

Το αντίστροφο: Στο αψεγάδιαστο συνεργείο, ο ευγενικός μάστορας σου λέει μια τιμή που σου φαίνεται χαμηλή. Γίνεσαι πολύ δύσπιστος και φεύγεις: "Κάποιο λάκκο έχει η φάβα", σκέφτεσαι, αντί για το πιο λογικό, "Επιτέλους, σωστό μαγαζί με σωστές τιμές".

Για ανταλλακτικά: Πάρε το ιμιτασιόν, την ίδια δουλειά θα κάνεις. Αμ δε. Μετά από δέκα χρόνια αχρηστίας, αποφάσισα να ξαναβγάλω στο δρόμο το παλιό μου SS50 (τέλη δεκαετίας '60). Αγόρασα ένα σετ "πάνω" φλάντζες έναντι του συγκλονιστικού αντιτίμου του ενός ευρώ και εξήντα λεπτών, κομπλέ με o-ring, ζουάν για την εξάτμιση, τσιμουχάκια βαλβίδων. Το μετάνιωσα με το που το άνοιξα, ήταν σαν κομμένες από παλιό χαρτί τετραδίου. Μερικές δεν έκαναν, μακάρι να μην ταίριαζε καμία για να τις πετάξω όλες. Τι περίμενα; Ποιότητα Honda με 1,60; Σ' αυτή την περίπτωση το Kakonomics δούλεψε: Τις αγόρασα, ξέροντας πως θα είναι σκουπίδια, αλλά παραμυθιάστηκα πως "θα κάνω τη δουλειά μου". Κάπου στα βάθη της Κίνας ένας Κινέζος φλαντζάς γελάει. Τελειωμό δεν έχουν τα κορόιδα. Αν μου κοστίζουν εμένα 15 σεντ του ευρώ, τι περιμένουν; Να είναι και καλές;

Για την επιλογή μοτοσυκλέτας: "Δεν κάνω ράλι εγώ", μου είπε κάποιος όταν μετά από ερώτησή του προσπαθούσα να του εξηγήσω τις μίνιμουμ προδιαγραφές μιας σύγχρονης μοτοσυκλέτας. Εν γνώσει του, ήθελε να πάρει μια κακή, απαρχαιωμένη μοτοσυκλέτα, ενώ είχε τα χρήματα να πάρει μια καλύτερη. Προτιμούσε δηλαδή την κακή ποιότητα έναντι χαμηλού αντιτίμου, αντί για αποδεκτή ποιότητα με ελάχιστα περισσότερα χρήματα. Και φυσικά, ο εγκέφαλος του ανθρώπου είναι πρώτος στο να βρίσκει δικαιολογίες για ο,τιδήποτε. Είχε πείσει τον εαυτό του πως αφού δεν είναι "ραλίστας", κάτι χωρίς φρένα, χωρίς αναρτήσεις, χωρίς επιδόσεις, κάτι επικίνδυνο τέλος πάντων, είναι αρκετό για κείνον.

Για τις παρέες: Μερικοί φοβούνται τη μοναξιά. Ίσως γιατί περισσότερο απ' όλα φοβούνται να μείνουν μόνοι με τον εαυτό τους. Και ανέχονται παρέες. Και οι παρέες, αντίστοιχα, τους ανέχονται. Γιατί μερικές φορές οι παρέες επίτηδες περιλαμβάνουν ανθρώπους που δεν θα έκαναν κανονικά παρέα μαζί τους, έτσι για να έχουν να τους κακολογούν όταν δεν είναι παρόντες, ή να τους την μπαίνουν μειωτικά όταν είναι παρόντες. Συνειδητή επιλογή χαμηλής ποιότητας, και τους λόγους ας τους βρουν οι ψυχίατροι. Και πάνε και ταξίδια μαζί, που όλοι είναι στην γκρίνια όλη την ώρα. Και κανείς δεν φχαριστιέται το ταξίδι. Καλύτερα μόνος. Κι ας τα δεις όλα.

To χειρότερο: Μια Kakonomics συναλλαγή θεωρείται πια δεδομένη, ο κανόνας, κάτι αντίστοιχο με το "όλοι τα παίρνουν", "όλοι είναι ένοχοι", και η κοινωνία αρχίζει, συνηθίζει και συνεχίζει να λειτουργεί μόνο σ' αυτή τη βάση. Έτσι κι αλλιώς, οι μέτριοι πάντα θέλουν όλοι να κατέβουν στο επίπεδό τους, και κάνουν ό,τι μπορούν γι' αυτό. Ένας από τους τρόπους που χρησιμοποιούν είναι να ισχυρίζονται πως όλοι είναι όμοιοί τους ή, ακόμα κι αν πράττουν διαφορετικά, θα ήθελαν να είναι. Έχει γίνει επίσης η στάνταρ δικαιολογία για όσους δεν κάνουν, ή δεν κάνουν καλά την δουλειά τους: Ενώ κάποιος δέχεται να κάνει μια δουλειά με συγκεκριμένο αντίτιμο, στην πορεία δικαιολογεί την ανεπάρκειά του ή την άρνησή του να την κάνει με το πρόσχημα πως δεν πληρώνεται αρκετά. Προφανώς, όταν προσλήφθηκαν, ήξεραν, αλλά φυσικά δεν είπαν ποτέ, πως δεν πρόκειται να κάνουν καλά την δουλειά τους, γιατί θεωρούσαν εξ αρχής μικρή την αμοιβή. Αλλά δέχτηκαν την συμφωνία, λέγοντας μετά το απίθανο "εμείς κάνουμε πως δουλεύουμε κι αυτοί κάνουν πως μας πληρώνουν". Κι όλα καλά, και πάμε για καλύτερα...