Editorial 551 - Be happy!

x
Από το

motomag

1/10/2015

Πως θα είμαι ευτυχισμένος; Φέρνουν τα λεφτά την ευτυχία; Πως να ξοδέψω τα όποια χρήματά μου, αγοράζοντας τη μοτοσυκλέτα που ονειρεύομαι ή πηγαίνοντας ένα ταξίδι μ’ αυτή που ήδη έχω; Θα θέλατε κάποιες επιστημονικά τεκμηριωμένες απαντήσεις σ’ αυτές τις ερωτήσεις; Φυσικά, ο καθένας από μας μπορεί να δώσει τις δικές του απαντήσεις, πρόσφατα όμως έπεσε στα χέρια μου μια δημοσίευση των καθηγητών ψυχολογίας Travis J. Carter και Thomas Gilovich του πανεπιστημίου Cornell της Νέας Υόρκης, με τίτλο "Η σχετική σχετικότητα των υλικών και εμπειρικών αγορών". Με αφορμή την διαπίστωση πως όσο πιο άνετοι οικονομικά κι αν γίνονται οι άνθρωποι δεν γίνονται και πιο ευτυχείς, οι δύο καθηγητές έκαναν πολυετείς έρευνες, εξετάζοντας την σχέση μεταξύ των αγορών υλικών αγαθών και των εμπειριών. Τα συμπεράσματά τους είναι αξιόλογα, κι έχουν άμεση σχέση με τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε την ζωή μας γενικά, και την ζωή μας με την μοτοσυκλέτα ειδικότερα.    

 

Οι περισσότεροι από μας θεωρούμε λογικό πως ένα αντικείμενο (μια μοτοσυκλέτα, ένα κινητό, ένα... βάλτε ό,τι ονειρεύεται ο καθένας) μπορεί να μας κάνει ευτυχείς για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, σε σχέση με μια εμπειρία ανάλογου κόστους, που θα τελειώσει πολύ πιο γρήγορα. Με βάση την έρευνα των καθηγητών ψυχολογίας, αυτό αποδεικνύεται εντελώς λανθασμένο. "Εχθρός της ευτυχίας είναι η προσαρμογή, η συνήθεια," λέει ο δόκτωρ Thomas Gilovich, που μελετά την σχέση χρήματος και ευτυχίας για πάνω από δύο δεκαετίες. "Αγοράζουμε πράγματα για να γίνουμε πιο ευτυχείς, και το πετυχαίνουμε, αλλά μόνο για λίγο. Κάθε νέο απόκτημα είναι αρχικά συναρπαστικό, αλλά σύντομα το συνηθίζουμε και ο δείκτης ευτυχίας μειώνεται."  Αντίθετα, η έρευνά του έδειξε πως για να είμαστε ευτυχείς είναι καλύτερο να ξοδεύουμε τα χρήματά μας και τον χρόνο μας σε εμπειρίες, όπως τα ταξίδια, το να μαθαίνουμε μια καινούργια τέχνη ή να κάνουμε δραστηριότητες στη φύση. Και να πως μπαίνει εδώ σφήνα η μοτοσυκλέτα, που μπορεί να τα συνδυάσει όλα αυτά, κι ακόμα περισσότερα, με τον καλύτερο τρόπο. Οι μελέτες και οι έρευνες του Gilovich και των συνεργατών του εκφράζονται με το "παράδοξο του Easterlin": Αρχικά, η ικανοποίηση από αγορές αγαθών σε σχέση με τις εμπειρίες είναι περίπου ίδια. Όσο περνά ο χρόνος όμως, η πρώτη μειώνεται ενώ η δεύτερη, η ικανοποίηση από εμπειρίες, αυξάνεται. Ο λόγος είναι πως οι εμπειρίες γίνονται αναπόσπαστο μέρος της ίδιας μας της ύπαρξης, της ταυτότητάς μας, του ποιοι είμαστε.

"Μπορεί να πιστεύουμε πως τα υλικά αγαθά μας είναι μέρος της ταυτότητάς μας, αλλά στην πραγματικότητα παραμένουν πάντα ξεχωριστά από μας," λέει ο Gilovich. "Δεν είμαστε τίποτα άλλο από το σύνολο των εμπειριών μας". Έτσι, δεν μας χαρακτηρίζει το ποια μοτοσυκλέτα έχουμε, αλλά το τι έχουμε κάνει με αυτή. Οι μελέτες και οι έρευνες του Gilovich και των συνεργατών του έδειξαν επίσης πως ακόμα και σε περιπτώσεις δυσάρεστων αρχικά εμπειριών, μετά, όσο τις αναπολούμε και τις αξιολογούμε, μετατρέπονται από αγχωτικές και επικίνδυνες σε "ηρωικές" ή ακόμα και σε αστείες. Αυτό δεν συμβαίνει ποτέ με μια λάθος ή απογοητευτική αγορά. Και ταιριάζει απόλυτα με το τόσο συνυφασμένο με την μοτοσυκλέτα θέμα "περιπέτεια", που για να λογίζεται ως περιπέτεια είναι αρχικά μια δυσάρεστη έως επικίνδυνη εμπειρία. Πόσες εκδρομές μας δεν αναπολούμε με ευχαρίστηση, άσχετα αν είχαμε ταλαιπωρηθεί, κολλήσει, χαθεί, υποφέρει από μηχανικές βλάβες ή πτώσεις;  Ένας άλλος λόγος είναι πως οι εμπειρίες μας συνδέουν με άλλους ανθρώπους πολύ περισσότερο, σε αντίθεση με τα αντικείμενα. Ακούγεται αυτονόητο: Φυσικά και συνδέεσαι με ανθρώπους που πήγες μια επική εντουράδα παρέα τους πολύ περισσότερο σε σχέση με αυτούς που έχουν επίσης 42άρα τηλεόραση.

Ένας ακόμη λόγος που οι εμπειρίες μας κάνουν ευτυχείς μακροπρόθεσμα, είναι οι συγκρίσεις. Ενώ θεωρούμε πως σε αγορές αγαθών η πληθώρα πληροφοριών και τεχνικών χαρακτηριστικών μπορεί να κάνει πιο εύκολη και πιο σίγουρη την επιλογή μας, στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Όσο περισσότερα τα "αντικειμενικά κριτήρια", τόσο πιο δύσκολη η επιλογή και τόσο πιο γρήγορη η απογοήτευση μετά. Οι επιλογές αγαθών υπονομεύονται έτσι από συγκρίσεις με τις άλλες διαθέσιμες επιλογές, αλλά και τις επιλογές των άλλων. Αντίθετα, η σύγκριση εμπειριών δεν γίνεται εύκολα, ακριβώς γιατί δεν υπάρχουν μετρήσιμα μεγέθη ή κι αν υπάρχουν, δεν έχουν τόση σημασία (για παράδειγμα, η αξία της εμπειρίας ενός ταξιδιού δεν μετριέται με βάση τα χιλιόμετρα που διανύθηκαν, αλλά με το τι ζήσαμε στο ταξίδι). Επιπλέον, η επιλογή μιας εμπειρίας δεν αποκλείει την επιλογή άλλης την επόμενη μέρα ή τον επόμενο μήνα, σε αντίθεση με την αγορά ενός ακριβού αγαθού που δεν διορθώνεται εύκολα, ή διορθώνεται με μεγάλο οικονομικό κόστος.

Πολλοί οικονομολόγοι πιστεύουν πια πως η αξιολόγηση μιας υγιούς κοινωνίας δεν γίνεται με βάση τον πλούτο που παράγει, αλλά με τον δείκτη ευτυχίας της. Υπάρχει και ειδικός κλάδος, τα happiness economics.

Να λοιπόν γιατί αγαπάμε περισσότερο τις μοτοσυκλέτες με τις οποίες ζήσαμε πολλά, κι όχι τις ακριβότερες ή τις "καλύτερες", αλλά που δεν είχαμε ανάλογες εμπειρίες μαζί τους. Οι μοτοσυκλέτες έρχονται και φεύγουν, όσα ζήσαμε μαζί τους μένουν. Μπορεί κάποιοι να παθιάζονται και να αντιδικούν για ώρες προσπαθώντας να πείσουν πως η δική τους μοτοσυκλέτα είναι καλύτερη, μάταιος κόπος όμως. Δεν έχει καμία σημασία, τα αντικειμενικά κριτήρια μπορεί να είναι μετρήσιμα, δεν είναι όμως αυτά που μετράνε. Οι εμπειρίες μας όμως, είναι σαν τα παιδιά μας: Κάποια άλλα μπορεί να είναι "αντικειμενικά καλύτερα", αλλά τα δικά μας δεν θα τα αλλάζαμε με τίποτα στον κόσμο. Τα όσα ζούμε μας κάνουν αυτό που είμαστε, κι ευτυχώς, τώρα έχουμε και επιστημονικές απαντήσεις για να επιβεβαιώσουμε αυτά που ίσως νιώθαμε, αλλά δεν θέλαμε να παραδεχτούμε. Επιπλέον, ειδικά σ’ αυτούς τους δύσκολους οικονομικά καιρούς, οι εμπειρίες κοστίζουν πολύ λιγότερο σε σχέση με τις αγορές, και γινόμαστε πολύ πιο ευτυχείς όταν τις μοιραζόμαστε με άλλους. Οι φίλοι είναι εδώ, η ζωή μας περιμένει, λίγη βενζίνη μόνο χρειάζεται κι οι δρόμοι είναι ανοιχτοί.   

 

editorial 524 - Club 100

Από το

Μαύρο Σκύλο

3/7/2013

Δεν μπορώ να φανταστώ πως στα κολασμένα στροφιλίκια του Montenegro μια street θα μπορούσε να πάει το ίδιο γρήγορα και το ίδιο απολαυστικά με τις on-off του MEGA TEST. Στο editorial του προηγούμενου τεύχους έγραφα πως οι on-off είναι πια οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, με τις υπόλοιπες κατηγορίες να είναι οι... εξειδικευμένες, όπως οι street. To ταξίδι μας στο Montenegro επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς μου. Στην πραγματική ζωή, η οδήγηση σε κάθε είδους δρόμο είναι απόλαυση με αυτές τις μοτοσυκλέτες που πρώτοι εμείς στο ΜΟΤΟ αποκαλέσαμε παντός δρόμου. Χωρίς αυτή η απόλαυση να σταματά εκεί που τελειώνει η άσφαλτος. Μερικοί μπορούν να θεωρήσουν από παράδοξη έως υπερβολική την χρήση μιας μοτοσυκλέτας με 1200 κυβικά και πάνω από 100 ίππους στο χώμα, αλλά δεν είναι. Το μόνο εμπόδιο είναι για τους περισσότερους το ποσό που απαιτείται για την αγορά της, και οι οδηγικές ικανότητες που θα πρέπει να διαθέτουν για να την πάνε όπως μπορεί να πάει. Στην πραγματικότητα, οι καλύτερες σημερινές παντός δρόμου είναι πιο ικανές στα χώματα από άλλες μικρότερες δικύλινδρες ή μονοκύλινδρες, ακόμα κι από κάποιες που έχουν τα μισά τους κυβικά και άλογα.

Αλλά τα χώματα είναι μόνο ένα μέρος των ταλέντων τους. Όπως φάνηκε στα πολλά βρεγμένα χιλιόμετρα που κάναμε, αν είσαι εξοπλισμένος με αδιάβροχα, μπότες και γάντια που δεν μπάζουν νερό, μπορείς να τις ευχαριστηθείς ακόμα κι εκεί, ευχαριστώντας την εξέλιξη των RAIN mode, των ABS και των traction control. [Παρένθεση περί αδιάβροχων: Αξιόπιστα αδιάβροχες μπότες βρίσκεις πια, με τα αδιάβροχα πάνω κάτω και τα γάντια τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Έχουμε δει φτηνά που δεν μπάζουν, στην αρχή τουλάχιστον, και ακριβά που είναι σφουγγάρια. Ίσως πρέπει να φτιάξουμε μια λίστα με τα αποδεδειγμένα αδιάβροχα αδιάβροχα.]

Κάπου εκεί μου καρφώθηκε και μια άλλη ερώτηση στο μυαλό, από αυτές που μου έρχονται κατά καιρούς για να βασανίζομαι εγώ και να βασανίζω και τους γύρω μου: Μπορεί μια μοτοσυκλέτα να είναι καλή αν δεν την ευχαριστιέσαι και κάτω από τα 100 km/h; Μπορείς να απολαμβάνεις οδήγηση με μέγιστη ταχύτητα τα 100; Μήπως στις σημερινές οικονομικές και κυκλοφοριακές συνθήκες τέτοιου είδους μοτοσυκλέτες είναι οι πιο χαβαλεδιάρικες ό,τι διαδρομή κι αν κάνεις; Σκέφτηκα τον Λύκο που μόλις τελείωσε την ανακατασκευή ενός XL185, που το 99% των χιλιομέτρων που θα κάνει θα είναι έως 100. Είμαι σίγουρος πως θα είναι ξετρελαμένος χωρίς ποσώς να τον απασχολεί που αυτό το μηχανάκι του δεν θα βλέπει πολύ πάνω από 100 συχνά, και που θα πάει 120 αν ο άνεμος είναι ούριος, ο δρόμος έντονα κατηφορικός και οι πλανήτες ευθυγραμμισμένοι καταλλήλως, με τις βαλβιδούλες του να χοροπηδάνε στην κεφαλή λίγο πριν πεταχτούν έξω και το πλαίσιο ένα τσικ πριν κοπεί, συνήθως στην αριστερή μεριά, κοντά στον άξονα του ψαλιδιού.

Το σκεφτόμουν επίσης οδηγώντας την τελευταία βδομάδα το Honda ΜSX125, με το τετρατάχυτο συμπλεκτάτο ψεκαστό παπίσιο μοτεράκι του και τα δωδεκάρια λαστιχάκια του. Σε κάθε φανάρι κάποιος θα μου μιλήσει, ρωτώντας γι' αυτό, όπου σταματήσω όλοι το χαζεύουν, προφανώς γιατί το θεωρούν χαριτωμένο, γιατί κάτι τους λέει χωρίς ίσως να ξέρουν ακριβώς γιατί. Κι αυτό πάει 100 στην ευθεία, παραπάνω στον κατήφορο. Μέχρι τα 100 όμως, τα έχεις κάνει όλα κι έχεις περάσει πολύ καλά, ακόμα και στην πιο συνηθισμένη, βαρετή συνήθως διαδρομή. Γιατί μου ανάβουν φωτιές τώρα; Αν είχα ένα δεκάρικο για κάθε έναν που με ρώτησε, θα είχα μαζέψει τα λεφτά για να το αγοράσω, ή μήπως να τα μαζέψω για να πάρω δεκατριάρι Husqvarna, με τις τιμές που έχουν; Θέλει κανείς το εντεκάρι μου;

Ποιό είναι το μυστικό του Club 100; Κοίτα να δεις, ρωτάω ποιό είναι το μυστικό χωρίς να έχω εξηγήσει τι είναι το Club 100. Για να συνεννοούμαστε, προτείνω να λέμε πως ανήκουν στο Club 100 όλοι εκείνοι οι αναβάτες και όλες οι μοτοσυκλέτες που την κύρια απόλαυση από την οδήγησή τους την βρίσκουν πριν τα 100. Δεν υπάρχει περιορισμός κυβικών, ας είναι και Goldwing 1800, αρκεί να σου δίνει χαρά όταν την οδηγείς και κάτω από 100. Εκεί μέσα στο Club 100 μπαίνουν από μοτοποδήλατα μέχρι MX, trial και enduro, αν και οι superbikes και τα supersport όχι, καθώς δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος πως τα απολαμβάνει κυρίως πριν... φτάσει η πρώτη στον κόφτη. Στο Club 100 έτσι ανήκουν και τα classics, που κι αυτά τα απολαμβάνουμε με ταχύτητες καθημερινά εφικτές, κοινό χαρακτηριστικό των Club 100 μοτοσυκλετών. Όπως είπαμε και για τα χωματερά, που τα πάντα στον κόσμο τους συμβαίνουν κυρίως κάτω από τα 100, χωρίς αυτό να αφαιρεί ούτε στο ελάχιστο την γοητεία τους.

Το μυστικό λοιπόν του Club 100 είναι πως μπορείς να οδηγείς πραγματικά στο όριο, χωρίς να χρειάζεσαι ούτε πίστα, ούτε συγκεκριμένο είδος δρόμου, τίποτα το ειδικό. Κι όταν λέμε στο όριο, είναι από κάθε άποψη, στο όριο των δυνατοτήτων του αναβάτη ή της μοτοσυκλέτας: Στην ουσία, οι συγκινήσεις από την επαφή με αυτό το όριο δεν διαφέρουν από αυτές που ζει ο Rossi οδηγώντας στα MotoGP. Ακόμα κι ο ίδιος όμως ο Valentino, για να διασκεδάσει και να προπονηθεί και να ευχαριστηθεί οδήγηση όταν δεν καβαλάει την Μ1 του, κάνει γύρους σε πίστα dirt track με το Ouroboros που φτιάχνει ο πατέρας του ή παίζει με χωματερά μηχανάκια ή κοντράρεται με τους φίλους του πάνω σε φτιαγμένα τρίκυκλα Ape, άρα εκτός MotoGP, είναι κι εκείνος μέλος του Club 100, ακόμα κι αν δεν το ξέρει. Κάπως έτσι, διαπιστώνουμε πως στην κυριολεξία τους οι συγκινήσεις δεν εξαρτώνται από την απόλυτη ταχύτητα, παρά μόνο από την σχετική. Για να συγκινηθείς απαιτείται κίνηση, ελληνικά μιλάμε, ας καταλαβαίνουμε και τι σημαίνουν οι λέξεις. Γι' αυτό και υποστηρίζω πως για να ευχαριστηθείς την μοτοσυκλέτα, δεν απαιτείται ούτε η πιο γρήγορη, ούτε η πιο ακριβή, ούτε η πιο εξοπλισμένη, ούτε η πιο καινούργια. Το μόνο που χρειάζεται είναι να λειτουργεί, να την καβαλήσεις και να φύγεις.

Ίσως μερικούς να τους ξενίζει η ιδέα πως μπορεί να οδηγείς στο όριο ενώ πηγαίνεις σιγά. Κι εδώ μπαίνει η έννοια της απόλυτης και της σχετικής ταχύτητας. Όταν παλιότερα πηγαίναμε το ZX-12R τελικιασμένο στα 312, τότε βιώναμε την απόλυτη ταχύτητα μοτοσυκλέτας παραγωγής. Όταν σήμερα περνάμε ένα κακοτράχαλο μονοπάτι με 40, πάμε αργά; Σε απόλυτα νούμερα ναι, σε σχετική ταχύτητα όχι, αν είναι πολύ δύσκολο να περάσει κάποιος από το ίδιο μονοπάτι με 42. Άρα, μπορείς να οδηγείς οριακά με 40, ενώ αν ταξιδεύεις στον ανοιχτό δρόμο με 160 κινδυνεύεις να σε πάρει ο ύπνος.

Αν και δεν δεχόμαστε νταλίκες στο Club 100, απατάσθε αν πιστέψετε πως είναι αργές ή δεν οδηγούνται οριακά, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούμε εύκολα. Μια φορτωμένη νταλίκα που κινείται σταθερά με 100, μπορεί να βγάλει καλύτερη μέση ωριαία από μια παρέα γρήγορων που θα πηγαίνουν τέζα αλλά θα σταματάνε κάθε 50-60 χιλιόμετρα για ανεφοδιασμό, τσιγάρο και κουβεντούλα. Πόσες φορές δεν σας έχει τύχει να βλέπετε την νταλίκα που είχατε περάσει ώρα πριν, να σας προσπερνά όταν σταματήσετε στο βενζινάδικο; Βγάζει καλύτερη μέση ωριαία, τι να κάνουμε, κι όσο για την οριακή οδήγηση της νταλίκας, δεν την αντιλαμβανόμαστε όσο κινείται με σταθερή ταχύτητα, μόλις όμως συμβεί κάτι και πρέπει να φρενάρει ή να αλλάξει πορεία απότομα και αναλάβει πια η μάζα και η αδράνειά της τον λόγο, γίνεται χαμός.

Αν δεν απολαμβάνεις την οδήγηση πηγαίνοντας και χαλαρά, δεν είναι καλή η μοτοσυκλέτα. Σωστό ή λάθος; Ας το σκεφτούμε λίγο. Μου φαίνεται πως μια μοτοσυκλέτα που την απολαμβάνεις μόνο πηγαίνοντας γρήγορα, είναι χειρότερη από μια που την βρίσκεις μαζί της και στο χαλαρό και στο γρήγορο. Στην δεύτερη περίπτωση, χρειάζεται πολύ πιο ποιοτικές αναρτήσεις που να μπορούν να ανταποκριθούν το ίδιο καλά και σε χαμηλές και σε υψηλές ταχύτητες, κι αυτό είναι πιο δύσκολο και πιο ακριβό για να το πετύχει ένας κατασκευαστής μοτοσυκλετών. Απαιτείται επίσης πολύ μεγαλύτερη αρχική επένδυση στην σχεδίασή της, τόσο σε γνώση όσο και χρήμα, από το στάδιο της σχεδίασης ως τις δοκιμές εξέλιξης. Ζητήματα όπως η συγκέντρωση της μάζας κοντά στο κέντρο βάρους έχουν προκύψει και εξελιχθεί από αυτή ακριβώς την ανάγκη, της ομοιογενούς και προβλέψιμης συμπεριφοράς της μοτοσυκλέτας σε όλες τις συνθήκες. Πολλοί μπερδεύουν την έννοια "ευκολοδήγητο" πιστεύοντας πως λίγο πολύ σημαίνει "μειωμένων δυνατοτήτων". Το αντίθετο συμβαίνει. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αγαπημένες μας παντός δρόμου αυτού του τεύχους. Οι καλύτερες από αυτές χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις γενιές και δεκαετίες έρευνας, εξέλιξης και εμπειρίας για να φτάσουν τις σημερινές τους δυνατότητες, όπου φυσικά και είναι πιο ευκολοδήγητες από τις προγόνους τους ενώ ταυτόχρονα οι επιδόσεις τους είναι αναμφισβήτητα ανώτερες σε όλους τους τομείς. Και ειδικά για να γίνουν ικανές να μπουν και στο Club 100, να μπορούν δηλαδή να είναι απολαυστικές και όταν πηγαίνεις χαλαρά ή σε πολύ κλειστό στροφιλίκι, χρειάστηκε να βελτιωθεί τόσο η ομοιογένειά τους, όσο και κάθε υποσύστημά τους ξεχωριστά, μαζί με την αρμονική συνεργασία όλων των υποσυστημάτων. Νομίζετε πως είναι απλό να κάνεις ελαστικό έναν δικύλινδρο κινητήρα 1200 κυβικών και 130 ίππων, την στιγμή που μια γενιά πριν ένας παρόμοιος με 1000 κυβικά και 90 ίππους δεν ήταν; Καθόλου απλό. Αυτό φάνηκε άλλωστε γιατί ακόμα και μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας με τους ψεκασμούς ακόμα βελτιώνονται αισθητά κάθε χρόνο, σε αντίθεση με την αντίληψη που υπήρχε όταν πρωτοεφαρμόστηκαν (ή καλύτερα, την ελπίδα) πως τώρα τέλειωσαν όλοι μας οι μπελάδες, οι τροφοδοσίες αναφλέξεις θα αυτορυθμίζονται και με το software θα κάνεις μια έτσι με το laptop σου και θα τα φτιάχνεις όλα. Δεν συνέβη κάτι τέτοιο.

Όπως δεν είναι και απλό να φτιάξεις έναν προοδευτικό, σταθερής απόδοσης συμπλέκτη, ένα καλοσχεδιασμένο κιβώτιο με τις κατάλληλες σχέσεις και σωστή αίσθηση κουμπώματος ταχύτητας στο λεβιέ, και τόσα άλλα. Αυτό που θέλω να πω είναι πως για να φτιαχτεί μια ικανή μοτοσυκλέτα, απολαυστική σε όλες τις συνθήκες, ρυθμούς και ταχύτητες, απαιτείται πολύ περισσότερος κόπος, χρόνος, γνώση και χρήμα απ' ότι για να φτιάξεις μια που αποδίδει καλά μόνο σε συγκεκριμένες συνθήκες. Πρέπει να είσαι πολύ καλός για να μπεις στο Club 100!

Mε μια πιο ευρεία ερμηνεία, οι μοτοσυκλέτες που αξίζουν να μπουν στο Club 100 είναι όσες απολαμβάνουμε καθημερινά, σε κάθε ρυθμό και σε κάθε δρόμο, ανεξάρτητα από κυβικά, τιμή και ηλικία. Ήδη το Club απέκτησε το δεύτερο μέλος του, τον Λύκο, που ενθουσιάστηκε με την ιδέα, μην αρχίσετε όμως να λέτε για καταστατικά και προεδρεία, δεν χρειάζεται να καταδικάσουμε το Club μόλις που γεννήθηκε, είπαμε, το Club 100 είναι μόνο ιδέα και άποψη, κι ας παραμείνει έτσι.