Editorial 550 - Σβέλτααα!!!

Από το

motomag

10/9/2015

Μερικές φορές είναι καλύτερα να μην ξέρεις. Ας πούμε, όταν οδήγησα τις μοτοσυκλέτες του MEGA TEST δεν ήξερα, ή δεν θυμόμουν, πόσα άλογα βγάζουν. Μερικά δεν τα είχαμε ακόμη μετρήσει – δυναμομετρήσει. Καλύτερα. Γιατί έτσι, έβγαλα συμπεράσματα από τις εντυπώσεις μου στις διαδρομές που έκανα με το καθένα, από την πραγματική ζωή. Έτσι, δεν είχα ιδέα πως το Super Adventure με τους 160 ανακοινωμένους από την ΚΤΜ ίππους βγάζει 140 στον τροχό. Μετά, όταν το δυναμομετρήσαμε, διαπίστωσα πως στα ορεινά στοφιλίκια που το δούλευα συνήθως ως τις 6.000, δηλαδή στην πράξη αξιοποιούσα τους 90 από τους 140, και πάλι μια χαρά σβέλτο ρυθμό κρατούσα (και 50 ίππους καβάτζα για ώρα ανάγκης). Σε σύγκριση, με το GS αρκούσε να ανεβάζω ως τις 4.500 για να πηγαίνω με τον ίδιο ρυθμό. Μια ματιά στις δυναμομετρήσεις δείχνει πως στις 4.500 το ΚΤΜ έχει δύο κιλά παραπάνω ροπή από το GS, οπότε το λογικό θα ήταν να πηγαίνει σβέλτα χωρίς να χρειάζεται να ανεβάζεις περισσότερες στροφές. Κι όμως, στην πράξη ήταν το αντίθετο. Το πιο κοντό γρανάζωμα του BMW και η χαρτογράφηση του κινητήρα το έκανε να το νιώθεις πιο ζωντανό, πιο πρόθυμο, πιο "ροπάτο", χωρίς οι απόλυτοι αριθμοί του δυναμόμετρου να υποστηρίζουν κάτι τέτοιο. Στις μετρήσεις μας όμως, στο εικονικό προσπέρασμα από τα 80 στα 140 το BMW είναι ταχύτερο, με 2,8” αντί για 3,0" του ΚΤΜ, μια διαφορά περίπου 7%. Ψάχνοντας κι άλλο τους αριθμούς, βρήκα πως το GS σταματάει και καλύτερα, αφού χρειάζεται έξι μέτρα λιγότερα για να επιβραδύνει από τα 120 στα 40. Το ακλόνητο Caponord είναι ακόμα καλύτερο από το GS στα φρένα, κυρίως λόγω της άμεσης ανταπόκρισης της ανάρτησης, που σκληραίνει άμεσα το πιρούνι, σε συνδυασμό με το χαμηλό ύψος του.  Η δυναμομέτρηση εξηγεί και την μεγαλύτερη κατανάλωση του Caponord: Έχει μια κοιλιά στις μεσαίες σε σχέση με τα άλλα μεγάλα, οπότε αναγκάζεσαι να ανεβάζεις περισσότερες στροφές για να πηγαίνεις με τον ίδιο σβέλτο ρυθμό.

 

Ποιός είναι όμως αυτός ο "ρυθμός"; Προφανώς είναι διαφορετικός για κάθε αναβάτη, γιατί η ταχύτητα είναι στο μάτι. Καλή η ομοιοκαταληξία, αλλά σας μπέρδεψα; Για κάθε αναβάτη υπάρχει ένας συγκεκριμένος ρυθμός κίνησης που νιώθει άνετα, για την κάθε μοτοσυκλέτα. Προσωπικά, μιλάω για έναν ρυθμό που τον περιγράφω ως "σβέλτο", αντί για "γρήγορο", γιατί το δεύτερο περιέχει μέσα του την έννοια της προσπάθειας για την επίτευξη του ταχύτερου δυνατού χρόνου στην συγκεκριμένη διαδρομή, που είναι άλλο πράγμα. Ο σβέλτος ρυθμός είναι αυτός που μπορώ να κρατήσω όλη μέρα, χωρίς να κουράζομαι υπερβολικά και χωρίς να απαιτεί το 100% της προσοχής μου, χωρίς άγχος, χωρίς λάθη, ένας ρυθμός που βγάζει άνετα εξαιρετικές μέσες ωριαίες και που μαζεύει πολλά χιλιόμετρα αν οδηγείς πολλές ώρες. Το μυστικό της καλής μέσης ωριαίας είναι να μην υπάρχουν μεγάλες διακυμάνσεις ταχύτητας, δηλαδή ο κύκλος τέρμα γκάζι στο ευθειάκι, φουλ φρένα μετά, άντε ξανά επιτάχυνση, μπορεί να είναι πιο αργός σε σχέση με τον υπολογισμό της ταχύτητας στην ευθεία έτσι ώστε να στρίψεις "όπως έρχεσαι", κουβαλώντας περισσότερα χιλιόμετρα στην έξοδο της στροφής κι έχοντας μεγάλο πλεονέκτημα στην επόμενη ευθεία. Κι όταν οι στροφές διαδέχονται η μία την άλλη χωρίς ευθεία μεταξύ τους, είναι ο μόνος τρόπος για να πας γρήγορα. Άλλωστε, έτσι κερδίζονται και οι αγώνες, και το ρητό "ο καλός αναβάτης στην ευθεία φαίνεται" αυτό ακριβώς το πράγμα εννοεί: Αυτός που θα στρίψει πιο γρήγορα βγαίνει με πιο πολλά στην ευθεία και κουβαλάει τα περισσότερα χιλιόμετρα μέχρι τα φρένα για την επόμενη στροφή.

Όπως και στα αυτοκίνητα, στρίβεις πιο γρήγορα με τον κινητήρα από ελαφρώς κρεμασμένο ως λίγο πιο κάτω από την μέγιστη ροπή του, παρά με τον κινητήρα να ουρλιάζει ψηλά, με τον κόφτη να παραμονεύει. Είναι πιο γρήγορο, αλλά και πιο δύσκολο.

 

Σε έναν τέτοιου τύπου ρυθμό φαίνονται ξεκάθαρα οι δυνατότητες κάθε μοτοσυκλέτας. Όποια σου εμπνέει εμπιστοσύνη να την πετάξεις από τέρμα πλαγιασμένη αριστερά, τέρμα δεξιά μέσα σε ελάχιστα μέτρα, αποκτά τρομερό πλεονέκτημα. Αν κάποιος θέλει να πλαγιάζει αργά, προοδευτικά, έχει χάσει. Αν με την μοτοσυκλέτα που οδηγεί δεν νιώθει άνετα να της ρίξει το "χαστούκι" και να την πετάξει κάτω στο τέλος της ευθείας ή από στροφή σε στροφή, σβέλτα δεν πρόκειται να πάει. Και μιλάμε πάντα για άσφαλτο, όχι για χώμα. Σημαντικό χαρακτηριστικό μιας τέτοιας σβέλτης μοτοσυκλέτας είναι να νιώθει άνετα σε όποια κλίση κι αν την βάλεις, κι όχι να προσπαθεί να κάνει κάτι άλλο από αυτό που της λες. Είναι αυτό που οι Άγγλοι αποκαλούν "self steering", με την μοτοσυκλέτα να αντιστέκεται στις εντολές σου και να θέλει να κάνει κάτι άλλο δικό της, διαφορετικό από το αποτέλεσμα που θα ήθελες να έχουν οι εντολές σου μέσω του τιμονιού, της μέσης σου και των μαρσπιέ. Αυτό παθαίνουν τα μεγάλα ΚΤΜ όταν τους βάλεις βαλίτσες, φαινόμενο γίνεται πιο έντονο όσο μειώνεται η πρόσφυση: Στο χώμα, εκδηλώνεται ως ελαφρύ και ασαφές τιμόνι που δεν ακολουθεί την πορεία που του ορίζεις. Ευτυχώς, στο χώμα η κατάσταση σώζεται από δύο πράγματα: Από την όρθια θέση οδήγησης, που σου επιτρέπει να φορτίσεις περισσότερο τον μπροστινό τροχό αυξάνοντάς του την πρόσφυση, και από το γκάζι, που σου επιτρέπει rear wheel steering, να κατευθύνεις την μοτοσυκλέτα με τον πίσω τροχό αντί τον μπροστινό. Ένα σημείο κλειδί είναι η μέση του αναβάτη. Όχι η περίμετρός της, αλλά η ευκαμψία της. Αναβάτες που είναι αγχωμένοι, με άκαμπτη την μέση τους και την σπονδυλική τους στήλη ευθεία, δεν μπορούν να οδηγήσουν σβέλτα, ειδικά όταν η κάθε στροφή ξεκινά από την έξοδο της προηγούμενης. Σπρώξε λοιπόν προς τα μπρος το άκρο του τιμονιού που θα βρίσκεται στο εσωτερικό της στροφής, έχε ελεύθερη τη μεσούλα σου, κοίτα όσο πιο μακριά μπορείς στην έξοδο της στροφής και στρίψε σβέλτα. Επανέλαβε άμεσα στην επόμενη, πλαγιάζοντας την μοτοσυκλέτα σου πολύ πριν φτάσεις στο μέσο της στροφής, κι είσαι σε καλό δρόμο για οδηγική νιρβάνα στα άπειρα ορεινά στροφιλίκια της Ελλάδας. Και για να το κάνεις αυτό, καλύτερες μοτοσυκλέτες από τις on-off δεν υπάρχουν. Απολαύστε υπεύθυνα, που λένε και τα αλκοόλια. Γιατί η σβέλτη οδήγηση είναι απολύτως εθιστική.

 

on-off = ελευθερία επιλογής διαδρομών

 

επιμελημένα ανοργάνωτο το motohappening, όπως πάντα

editorial 533 - η Νίκη και τα φτερά της

Από το

Μαύρο Σκύλο

31/3/2014

Πόσο μακριά έφτασε η έμπνευση που χάρισε σε όλο τον κόσμο η περίφημη Νίκη της Σαμοθράκης; Και πως γύρισε σε μας αυτή η έμπνευση, από την Ιαπωνία πίσω στην Ελλάδα, μέσω ανθρώπων που είχαν μαύρη μουτζούρα κάτω από τα νύχια τους;

 

Ο Gihei Honda προερχόταν από οικογένεια αγροτών, από πάππο προς πάππου που λένε, είχε πολεμήσει στον Ρωσο-Ιαπωνικό πόλεμο, κι αργότερα, άνοιξε ένα σιδεράδικο, όπου επισκεύαζε και ποδήλατα. Πήγαινε στο Τόκυο, αγόραζε παλιά ποδήλατα, τα ανακατασκεύαζε και τα πουλούσε. Ο πρωτότοκός του ο Soichiro είχε γεννηθεί το 1906, κι από μικρό παιδάκι, βοηθούσε τον πατέρα του, βάζοντας τη μουτζούρα από νωρίς στη ζωή του. Αρκετά χιλιόμετρα από το σπίτι του, βρισκόταν ένα αποφλοιωτήριο ρυζιού, κι ο παππούς του μικρού Soichiro τον έπαιρνε στην πλάτη τζιτζίνα ως εκεί. Ο μικρός περνούσε ώρες παρακολουθώντας μια σπάνια για την εποχή βενζινοκίνητη μηχανή που έδινε κίνηση στο μύλο. Tο ’14, ενώ ήταν στη δευτέρα τάξη, είχε την τύχη να δει ένα αεροπλάνο, που το πιλοτάριζε ο Άγγλος Niles Smith. O Soichiro έφτιαξε "γυαλιά" αεροπόρου από χαρτόνι, έβαλε έλικες από μπαμπού στο ποδήλατό του κι επί μήνες τρομοκρατούσε τους ανθρώπους και τις κότες του χωριού με τα γρήγορα περάσματά του. Ο πρώτος κάγκουρας;

Μετά από οχτώ χρόνια στο σχολείο, ο 15χρονος Soichiro μπήκε το 1922 μαθητευόμενος σε ένα συνεργείο αυτοκινήτων στο Τόκυο, μακριά από το σπίτι του, κι έμεινε έκπληκτος από το πόσα αυτοκίνητα κυκλοφορούσαν εκεί. Στο Komyo, το χωριό του κοντά στο Hamamatsu, θα ήταν τυχερός αν έβλεπε ένα το μήνα. Η πρώτη του δουλειά όμως στην ART Shokai (το συνεργείο που λέγαμε), ήταν άσχετη με αυτοκίνητα: έπρεπε κάθε μέρα να κουβαλάει το μούλικο του ιδιοκτήτη στην πλάτη του, και τον είχε πιάσει απελπισία, καθώς έβλεπε το όνειρό του να απομακρύνεται. Μπορεί να μην γινόταν ποτέ μηχανικός αυτοκινήτων. Ήταν δυστυχής και θα τα παράταγε αν δεν ντρεπόταν να αντικρίσει τους γονείς του. Αυτό που τον βοήθησε ήταν ο μεγάλος σεισμός του 1923, που σχεδόν κατέστρεψε την Art Shokai όπως άλλωστε και την γύρω περιοχή, με αποτέλεσμα να φύγουν οι άλλοι εργαζόμενοι πίσω στα σπίτια τους. Έμεινε μόνο ο ιδιοκτήτης, ο Yuzo Sakakibara, ο αρχιμηχανικός και ο Honda, οπότε αναγκαστικά έκανε τα πάντα, κι έμαθε γρήγορα. Επιπλέον, ο Sakakibara ήταν τρελός με τους αγώνες, και συμφώνησε να ξεκινήσει ο μαθητευόμενος Honda την κατασκευή ενός αγωνιστικού αυτοκινήτου, στον ελεύθερό του χρόνο φυσικά, δηλαδή το βράδυ. Κάπου είχαν βρει έναν αεροπορικό κινητήρα Curtis-Wright, V8 8.000 κυβικών και 100 ίππων. Εκτός από τον κινητήρα, ο Honda έφτιαξε τα πάντα μόνος του, ακόμα και τις ακτίνες των ξύλινων τροχών! Το αυτοκίνητο ήταν γρήγορο και κέρδισε απρόσμενα πολλούς αγώνες. Εκτός όμως από τα αυτοκίνητα, του άρεσαν φυσικά και οι μοτοσυκλέτες. Επιβιώνει μια φωτογραφία του 15χρονου Soichiro πάνω σε μια μοτοσυκλέτα με καλάθι, από το 1922 ή το 1923.

 

Στα 21 του, άνοιξε παράρτημα της ART στο Hamamatsu, συνεχίζοντας να κατασκευάζει πρωτότυπα αγωνιστικά αυτοκίνητα – πάντα στον ελεύθερό του χρόνο – που οδηγούσε ο ίδιος στους αγώνες. Εννιά χρόνια αργότερα, το 1936, είχε ένα ατύχημα σε αγώνα, όχι από δικό του λάθος, με αποτέλεσμα να διαλυθεί η αριστερή μεριά του προσώπου του, να βγάλει τον ώμο του και να σπάσει και τους δύο καρπούς του. Είχε προλάβει όμως να βγάλει την μεγαλύτερη μέση ωριαία που είχε επιτευχθεί ποτέ στην Ιαπωνία. Συνήλθε, και το ’37 ξεκίνησε να φτιάχνει ελατήρια πιστονιών, μελετώντας μόνος του μεταλλουργία και χύτευση. Επέκτεινε τις κατασκευαστικές του δραστηριότητες και κατά την διάρκεια του πολέμου, οι εγκαταστάσεις του όμως βομβαρδίστηκαν και ισοπεδώθηκαν από σεισμό το 1945. Πούλησε όμως το στοκ των ελατηρίων και των πιστονιών του στην Toyota, για το ισόποσο των σχεδόν 800.000 δολαρίων σήμερα. Αποφάσισε να περάσει τον επόμενο ένα χρόνο γλεντώντας με τους φίλους του, φτιάχνοντας το δικό του ουίσκι. Και το έκανε. Κι αν σήμερα υπάρχει η Honda όπως την ξέρουμε, αυτό οφείλεται και στην Toyota, και στα τρικούβερτα γλέντια του Soichiro.

To ’46, ξεκίνησε το Τεχνολογικό Ινστιτούτο Ερευνών Honda, τον πρόδρομο της Honda Motor Company, και, μας τα έπρηξες με τον Ηοnda, τι σχέση έχει επιτέλους με την Νίκη της Σαμοθράκης; Όλη αυτή μου η έρευνα για τα χρόνια της ζωής του Soichiro πριν ξεκινήσει να φτιάχνει μοτοσυκλέτες, ξεκίνησε από μία απορία μου: Πως προέκυψε το λογότυπο των μοτοσυκλετών της Honda, το πασίγνωστο "Φτερό"; Θα περίμενε κανείς πως θα ήταν γνωστή η ιστορία ενός από τα πιο γνωστά λογότυπα του κόσμου. Αλλά όχι. Στην βιβλιοθήκη του ΜΟΤΟ έχουμε πολλά βιβλία για την Honda, ακόμα και στα Ιαπωνικά που δεν ξέρουμε να διαβάζουμε. Τίποτα σχετικό δεν γράφεται εκεί. Τυχαία όμως, ψάχνοντας για την ιστορία των τετράχρονων trial της Honda, έπεσα πάνω στο site του Joan Forrellad, το onlytrial.com, που επί δεκαετίες ασχολείται με το θέμα. Εκεί, υπάρχει ένα άρθρο που αναφέρει πως ο Soichiro επέλεξε τον συμβολισμό των φτερών της θεάς Νίκης, και ειδικότερα από την απεικόνισή τους στο περίφημο άγαλμα της Νίκης της Σαμοθράκης, για να δώσει στην νέα του τότε εταιρεία ένα σύμβολο.

Επικοινώνησα με τον Joan για να μάθω από πού βρήκε αυτή την πληροφορία: "Ήταν πολύ δύσκολο, και μου πήρε χρόνια. Ευτυχώς όμως, καθώς έχω πολλούς καλούς φίλους από την Ιαπωνία, αρκετούς που ήταν κοντά στον Soichiro την δεκαετία του ’60 και του ’70, κατάφερα να μάθω αυτά που έγραψα στο άρθρο μου." Δεν είχα τον χρόνο για να "σκαλίσω" στην Ιαπωνία μήπως μάθω κάτι περισσότερο, πριν γράψω αυτό το editorial (θα το κάνω όμως). Άρχισα να σκέφτομαι το πως έφτασε ως τον Soichiro η Nίκη της Σαμοθράκης, αφού όπως είδατε δεν έκανε αυτό που θα λέγαμε κλασικές σπουδές. Και πριν ξεκινήσει την Honda, δεν γνωρίζω να έχει ταξιδέψει εκτός Ιαπωνίας, οπότε κομμάτι δύσκολο να είχε επισκεφθεί το Λούβρο, όπου εκτίθεται από το 1883 η Νίκη της Σαμοθράκης. Στην Ιαπωνία όμως, είναι πολύ γνωστή και αγαπητή η αρχαία Ελλάδα, η ιστορία και η μυθολογία της. Υπάρχει ακόμα και το νησί της ελιάς, κατάφυτο με ελιές, πλήρες με αντίγραφα αρχαίων ναών! Ίσως τελικά ο Soichiro να μην έκανε μόνο πάρτυ τον ένα χρόνο των διακοπών του, αλλά να άνοιξε και κανένα βιβλίο.

Ξέρουμε πως ήταν κάπου ανάμεσα στο 220-185 π.Χ. όταν αφιερώθηκε το άγαλμα της Θεάς Νίκης στο ιερό των Μεγάλων Θεών, των Καβείρων, στην Σαμοθράκη. Φτιάχτηκε από Παριανό μάρμαρο και τοποθετήθηκε στην πλώρη ενός πέτρινου πολεμικού πλοίου από ασβεστόλιθο, μέσα σε μια λιμνούλα. Με τα φτερά της απλωμένα προς τα πίσω, το στήθος προτεταμένο, το λεπτό της φόρεμα με τις δραματικές του πτυχές κολλημένο πάνω της και το κεφάλι της που προφανώς κράταγε ψηλά (λέω προφανώς γιατί δεν έχει βρεθεί ακόμα το κεφάλι), έμοιαζε σαν να είχε μόλις προσνηωθεί στην πλώρη του πλοίου, παροτρύνοντας τον στόλο προς την νίκη. Άγνωστο ποιος ήταν ο γλύπτης, ή ποια ναυμαχία μνημονεύει. Η βάση του, η πλώρη του πλοίου, ήταν από Ροδίτικο μάρμαρο, και παρόμοια αγάλματα σε πλώρες έχουν βρεθεί από την Μικρά Ασία ως την Λιβύη. Η Νίκη της Σαμοθράκης βρέθηκε το 1863 από έναν ερασιτέχνη Γάλλο αρχαιολόγο, τον Charles Champoiseau, που ήταν τότε υποπρόξενος της Γαλλίας στην Αδριανούπολη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έφτασε στο Λούβρο έναν χρόνο μετά.

 

Με το δεδομένο πως ο Soichiro είχε ασχοληθεί πολύ περισσότερο με αυτοκίνητα πριν τον πόλεμο, παρά με μοτοσυκλέτες, μπορεί να είχε ήδη γνωρίσει την Νίκη της Σαμοθράκης από κει, και συγκεκριμένα από τα αυτοκίνητα της Rolls-Royce, μαθαίνοντας αργότερα ποια απεικόνιζε η φτερωτή κυρία πάνω στην τάπα των ψυγείων τους, που κι αυτά ήταν σε στυλ αρχαίων ελληνικών ναών. Το ψυγείο τους μπορείτε να το φανταστείτε σαν την μπροστινή όψη του Παρθενώνα, με την θεά Νίκη στην κορυφή του αετώματος, πράγμα που είναι και αλήθεια, γιατί από κει έχει έρθει και η έμπνευση για την χαρακτηριστική εμφάνιση των Rolls-Royce. Είναι μια ωραία ιστορία, με εστέτ λάτρεις της τέχνης και ερωμένες βαρόνων...

Ανάμεσα σ’ αυτούς που είχαν μαγευτεί από το μεγαλείο και την αίσθηση της κίνησης της Νίκης της Σαμοθράκης, ήταν και ο πρώτος διευθύνων σύμβουλος της Rolls-Royce, ο Claude Goodman Johnson. Mια από τις αγαπημένες του ασχολίες ήταν να επισκέπτεται μουσεία και γκαλερί. Είχε κάνει πολλά ταξίδια στο Παρίσι, περνώντας ατέλειωτες ώρες στο Λούβρο. Έτσι, όταν το 1910 είχε την ιδέα για μια μασκότ που θα κοσμούσε το ψυγείο των Rolls-Royce, ήξερε τι ήθελε: "Θέλω κάτι πανέμορφο," είπε στον γλύπτη Charles Sykes, "πήγαινε στο Λούβρο να ρίξεις μια ματιά στην Νίκη της Σαμοθράκης". Ο Charles το έκανε, αλλά λίγο η καλλιτεχνική του περηφάνια, λίγο το μεγαλείο της Νίκης, δεν του επέτρεψαν να αντιγράψει ακριβώς την θεά. Προτίμησε να της δώσει μια πιο λεπτεπίλεπτη όψη, να την κάνει πιο συλφίδα, κάτι που θεωρούσε πως θα εξέφραζε καλύτερα την χάρη, το αθόρυβο και την ήρεμη δύναμη των αυτοκινήτων της θρυλικής μάρκας. Ο Charles είχε μπει πολλές φορές στις Rolls-Royce του πάτρονά του John Montagu, δεύτερου βαρόνου Montagu του Beaulieu, οπότε είχε άποψη. O βαρόνος, φανατικός των αυτοκινήτων, είχε ξεκινήσει το 1902 το περιοδικό The Car Illustrated, με γραφεία στην πλατεία Piccadilly παρακαλώ. Επίσης, είχε γνωρίσει και την Eleanor Thornton, προσωπική βοηθό του βαρόνου από το ξεκίνημα του περιοδικού και του Automobile Club. H "Τhorn" ή "Τhorny" όπως την φώναζαν οι φίλοι της (τώρα φταίω εγώ που η απόσταση από το Thorny ως το Horny είναι μικρή;), όχι μόνο έγινε το αγαπημένο μοντέλο του γλύπτη Sykes, αλλά και δια βίου ερωμένη του βαρόνου Montagu, εν γνώσει και με την ανοχή της γυναίκας του. Όπως είδα σε φωτογραφίες, το σώμα της Eleanor δεν είχε σχέση με την συλφίδα μασκότ, αλλά ήταν φυσικό ο έμμισθος του βαρόνου γλύπτης να θέλει να την κολακέψει. Όλοι όμως όσοι ήξεραν την Eleanor, αναγνώρισαν το πρόσωπό της στην μασκότ του ψυγείου, την πιο διάσημη στο χώρο του αυτοκινήτου. Στην αρχή είχε ονομαστεί The Spirit of Speed, γρήγορα όμως άλλαξε σε Spirit of Ecstasy, κάτι που θεωρήθηκε πιο ταιριαστό με τον χαρακτήρα της Rolls-Royce. H Εleanor όμως έχει και μια άλλη, τραγική όμως, σύνδεση με τον ελλαδικό χώρο, εκτός από το ότι δάνεισε το πρόσωπό της σε μια μεταλλαγμένη Νίκη της Σαμοθράκης: Το πλοίο SS Persia που την μετέφερε προς την Ινδία, μαζί με τον βαρόνο, τορπιλίστηκε από γερμανικό υποβρύχιο το 1915 ανοιχτά της Κρήτης. Ο Montagu επιβίωσε, η Eleanor όχι.

 

Από το πρώτο-πρώτο λογότυπο της Honda, το 1947, υπάρχει μια αναφορά στα φτερά της Νίκης της Σαμοθράκης. Από το 1949, στο model C, την θέση της κουκλάρας Νίκης έχει πάρει ένας μπρατσαράς, αλλά με τα φτερά και τη στάση του δρομέα που τερματίζει πρώτος. Το 1954, τα πρώτα Benly είχαν δύο φτερά, ενώ από το 1955 καθιερώνεται το άσπρο φτερό με τα αρχικά "ΗΜ" από κάτω του, σε μαύρο φόντο. Μια σημαντική αλλαγή ήρθε το ’73-’74, όταν το φτερό συνδυάστηκε με το όνομα Honda, για να γίνει πιο στυλιζαρισμένο στην έκδοση που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα.

Όταν ο άγνωστος γλύπτης τελείωνε την Νίκη της Σαμοθράκης, πριν από 2200 χρόνια, ούτε που θα μπορούσε να φανταστεί πως θα γινόταν έμπνευση για το πιο διάσημο έμβλημα στο χώρο του αυτοκινήτου αλλά και σήμα κατατεθέν της πιο μεγάλης εταιρείας μοτοσυκλετών, που θα κυνηγούσε και θα κατακτούσε την νίκη σε κάθε κατηγορία αγώνων. Το μόνο που μας μένει είναι να μάθουμε επιτέλους τι ήταν οι Κάβειροι και τα μυστήριά τους...