Editorial 549 - 30, 20, 550!

30, 20, 550!
Από το

motomag

1/8/2015

Τριάντα χρόνια κλείνει φέτος το ΜΟΤΟ. Είκοσι το MEGA TEST. Έχουμε φτάσει ένα τεύχος πριν τα 550. Τις βαριέμαι τις επετείους. Από μόνες τους δεν λένε τίποτα. Το θέμα είναι αν κάναμε κάτι αξιόλογο όλα αυτά τα χρόνια, γιατί οι επέτειοι δεν είναι τίποτα άλλο από αφορμή για απολογισμό κι αφετηρία για την συνέχεια. Τους βαριέμαι τους απολογισμούς. Είναι εξίσου εύκολο ή να βλογήσεις τα γένια σου ή να υποτιμήσεις την δουλειά σου. Όλο παγίδες. Κι ό,τι χρειαζόταν να ειπωθεί για το ΜΟΤΟ, το είπε ο φίλος μας ο Mac MacDiarmid το 1995, όταν τον είχα καλέσει στο πρώτο MEGA TEST. Για όσους δεν τον γνωρίζουν, ο Mac είναι ένας από τους καλύτερους φωτογράφους, συγγραφείς και δημοσιογράφους που είχε ποτέ ο ειδικός τύπος παγκόσμια, κι έχει συνεργαστεί με τα σημαντικότερα περιοδικά. Προέρχεται δε από μια χώρα με τον αρχαιότερο ειδικό τύπο, κι είναι εκ φύσεως πικρόχολος, κυνικός και μπλαζέ, με χιούμορ που σκοτώνει. Ένα μειδίαμα επιδοκιμασίας είναι τεράστιος έπαινος, όταν προέρχεται από τον Μac. Μετά το τέλος του πρώτου MEGA TEST, του ζήτησα να μου γράψει κάτι γι’ αυτό. Ο άθλιος, αντί για ένα κείμενο για τοπία και μηχανάκια, έγραψε για το ίδιο το ΜΟΤΟ απευθυνόμενος σε σας, τους αναγνώστες του, και συγκρίνοντάς το με τα μεγαλύτερα περιοδικά μοτοσυκλέτας παγκοσμίως: "...Κανένα άλλο περιοδικό στον κόσμο δεν είναι σαν κι αυτό. Κανένα άλλο περιοδικό δεν έχει αναλάβει τέτοια βαριά αποστολή πληροφόρησης και διέγερσης των αναγνωστών του. Το να βρίσκεσαι μπροστά από τα γεγονότα είναι δύσκολο ακόμα και για χώρες πιο κοντά στο κέντρο του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος. Για ένα μικρό περιοδικό σε μια μικρή χώρα σε μια γωνιά της Ευρώπης, είναι διαβολεμένα δύσκολο. Κι όμως το ΜΟΤΟ τα καταφέρνει με ένα πάθος, έναν ενθουσιασμό και έναν επαγγελματισμό, αξεπέραστο απ’ οποιονδήποτε. [...] Όσο η αγορά της μοτοσυκλέτας στην Ελλάδα θα μεγαλώνει, ο τύπος της δεν θα μπορούσε να βρίσκεται σε καλύτερα χέρια. Αυτό σας δίνει, ελπίζω, την ευχαρίστηση να μεγαλώνετε μαζί με το ΜΟΤΟ, κι ακόμα, σας επιφορτίζει με ένα καθήκον, γιατί τίποτα δεν διαρκεί αν το παρατήσεις: Κρατήστε τους στην τσίτα!".

 

Όταν είχα πρωτοδιαβάσει το κείμενό του, είχα μείνει. Πω, πω, πρέπει να είναι πολύ σπουδαία αυτά που κάνουμε! Χρόνια αργότερα, όποτε τύχαινε να το δω, έπεφτε συγκίνηση κι έκανε λίγο νοσταλγία. Τώρα πια, αν και θεωρώ πως πρόκειται για τον μεγαλύτερο έπαινο που έχουμε λάβει ποτέ, διαφωνώ μαζί του. Η "αποστολή πληροφόρησης και διέγερσης των αναγνωστών" δεν μου φάνηκε ποτέ βαριά. Τονίζοντας εξ αρχής πως αν και οποιαδήποτε εργασία, ακόμα και η δική μας, έχει και κακές, ψυχρές κι ανάποδες στιγμές και περιόδους, δεν θα μπορούσα να σκεφτώ έναν καλύτερο τρόπο για να περάσω τα τελευταία 30 σχεδόν χρόνια. Για όσους έχουν αποτελέσει τον σκληρό πυρήνα του ΜΟΤΟ, η αναζήτηση της γνώσης και της εμπειρίας ήταν πάντα χαρά και απόλαυση. Για να μπορείς να προσφέρεις κάτι αξιόλογο στους αναγνώστες σου, πρέπει πρώτα να έχεις εσύ ο ίδιος την τρέλα, την αγωνία, την ανάγκη να μάθεις, ικανοποιώντας πρώτα απ’ όλα την δική σου περιέργεια και μετά δημιουργώντας κάτι – ένα άρθρο για το περιοδικό, ένα event ας πούμε – που θα μοιραστείς με τους αναγνώστες. Άρα, κάθε φορά, με κάθε άρθρο, με κάθε τεύχος, ο δημοσιογράφος πρέπει να έχει κάτι καινούργιο να πει, να έχει εξελιχθεί πρώτα ο ίδιος, να έχει προχωρήσει ένα τουλάχιστον βήμα πιο μπροστά, για να μπορέσει να προσφέρει κάτι καλύτερο στους αναγνώστες του.  Αυτό είναι πάντα η μεγαλύτερη ικανοποίηση. Και γι΄αυτό ποτέ δεν ένιωσα πως ήταν "βαριά αποστολή". Ούτε κάτι "διαβολεμένα δύσκολο". Δύσκολο είναι αν δεν μπορείς να σκεφτείς να το κάνεις, ή αν έχεις μεν την ιδέα, αλλά δεν βρίσκεις τον τρόπο να την εφαρμόσεις. Προφανώς και δεν ισχυρίζομαι πως τριάντα χρόνια τώρα μας ήρθαν όλα εύκολα, το αντίθετο μάλιστα. Η ίδια όμως η δυσκολία είναι που δίνει και την ικανοποίηση, όπως ακριβώς η αξία του αντιπάλου δίνει αξία στην νίκη.

 

Όπως το είχε πει ο Mac, η αγορά της μοτοσυκλέτας μεγάλωσε, μαζί της και το ΜΟΤΟ, μαζί και οι αναγνώστες μας που τους ευχαριστούμε που μας κράτησαν στην τσίτα. Αποτέλεσμα αυτής της... τσίτας, είναι πως το ΜΟΤΟ μετά από 20 χρόνια ΜΕGA TEST είναι ακόμα εδώ, πως σε πείσμα της κατάρρευσης της αγοράς μοτοσυκλέτας στην Ελλάδα κάναμε ακόμα ένα MEGA TEST με επτά μοτοσυκλέτες επί 2.500 χιλιόμετρα, ενώ λίγο πριν, είχαμε διοργανώσει το ΜΟΤΟ test ride event, όπου έγιναν 7.410 test rides, και δεν ξέρουμε να έχει γίνει κάτι καλύτερο στο είδος του, οπουδήποτε. Το μόνο δύσκολο το έχουμε μπροστά μας: Τα έχουμε καταφέρει τόσο καλά ως χώρα, που αυτή τη στιγμή ούτε μοτοσυκλέτες εισάγονται, ούτε χρήματα έχουμε για να τις αγοράσουμε. Το μόνο που μας σώζει προς το παρόν είναι πως η υπόθεση μοτοσυκλέτα για τον καθένα από μας δεν αρχίζει και τελειώνει στο "αγοράζω καινούργια μοτοσυκλέτα". Το πάθος και η δίψα για γνώση, εμπειρίες και μοτοσυκλετιστική ζωή είναι πάντα εδώ, κινητήρια δύναμη και για το ΜΟΤΟ και στους αναγνώστες του. Τα όνειρα είναι ζωντανά, δωρεάν, κι οι δρόμοι ανοιχτοί. Ονειρευτείτε μαζί μας.       

 

 

--------------------------------

Οι σελίδες του τεύχους: Οι παρατηρητικοί θα πρόσεξαν πως είναι λιγότερες. Πόσες λείπουν; 16, και είναι (θα ήταν, αν υπήρχαν), όλες διαφημίσεις. Οι σελίδες των άρθρων είναι όσες και στα προηγούμενα τεύχη, οπότε και η αξία του τεύχους για τον αναγνώστη δεν έχει μειωθεί.

editorial 525 - Ο μύθος ζει

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/7/2013

Κι όμως, ο μύθος της μοτοσυκλέτας δημιουργήθηκε από αυτούς που προκαλούσαν το κοινό αίσθημα, την κοινή ησυχία και τους φιλήσυχους πολίτες. Κάτι Άγριοι Μάρλον Μπράντοι, κάτι Ήσυχοι Καβαλάρηδες με τα πιρούνια σαπέρα, κάτι μπυροκοιλιάδες με πολλά ραφτά στα γιλέκα τους, κάτι αλάνια με τέσσερις σε καμία και κουρελούδες για να έρθουμε και στα δικά μας. Μπορεί από την απόσταση των τριάντα ή σαράντα χρόνων όλα αυτά να μας φαίνονται από αφελή έως ρομαντικά, για την εποχή τους όμως ήταν πολύ σοβαρά, απασχολούσαν την κοινή γνώμη, οι γριές σταυροκοπιόντουσαν, οι νοικοκυραίοι έβριζαν τα ξεκράνωτα αληταριά. Παράλληλα, υπήρχαν βέβαια και οι καθωσπρέπει μοτοσυκλετιστές, με τα κράνη τους και τα δερμάτινά τους τα Λιούις Λέδερς που είχαν φέρει "απέξω", καβάλα στα ακριβά τους μηχανάκια. Πολύ χοντρικά, υπήρχε ένας διαχωρισμός ανάμεσα σε παράνομους και νόμιμους.

Όταν οι "νόμιμοι" έγιναν πολλοί, κι έγιναν πολλοί χάρη στο μύθο που είχαν δημιουργήσει οι "παράνομοι", χρειάστηκαν δεκαετίες προσπαθειών για να καθαρίσουν από πάνω τους τη ρετσινιά του αλήτη. Εδώ μέσα υπάρχει μια σχιζοφρένεια, αν το σκεφθεί κανείς ψύχραιμα. Δηλαδή κάποιοι προσελκύονται από την αίγλη της αντίστασης στα κατεστημένα ήθη μέσω της μοτοσυκλέτας, κι αμέσως μετά προσπαθούν να αποκηρύξουν αυτή την εικόνα. Δεν χάνουν έτσι τον λόγο που τους έφερε στην μοτοσυκλέτα, μαζί με την αίγλη της; Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα, που "γέμισε ο τόπος μοτοσυκλέτες", όταν άλλοι προσπαθούν να οριοθετήσουν τους "αληθινούς" σε σχέση με τους "ψεύτικους" μοτοσυκλετιστές. Μπορούν όμως στ' αλήθεια να μπουν κριτήρια μοτοσυκλετιστικής αυθεντικότητας; Να φτιάξουμε κι ένα ειδικό ΚΤΕΟ αναβατών που θα δίνει πιστοποιητικά γνησιότητας; Και τι κριτήρια θα μπορούσαν να είναι αυτά; Διανυθέντα χιλιόμετρα; Μηχανολογικές γνώσεις; Χρονομετρήσεις στην πίστα; Δεν πιστεύω πως έχει καν νόημα να το σκέφτεται κανείς.

Αν επιλέξει κανείς μοτοσυκλέτα, είναι μοτοσυκλετιστής. Για όποιον λόγο κι αν το κάνει. Ας μην ξέρει κατά που πέφτει το μπουζί κι ας πιστεύει πως η μπιέλα είναι είδος παγωτού ή τραγουδίστρια. Ας μην έχει ταξιδέψει ποτέ έξω από τα όρια του δήμου του. Ακόμα κι αν πλαγιάζει μόνο όταν κοιμάται, κι όχι στις στροφές. Τι σε κόφτει εσένα και γκρινιάζεις; Μήπως κι εσύ, αντίστοιχα, δεν χάλασες την πιάτσα σ' ό,τι σου αναλογεί; Αν ζήταγες την γνώμη των παλιών αλανιών για σένα, αλλά και των σύγχρονων, μπορεί κι εκείνοι να σκέφτονται κάτι αντίστοιχα μειωτικό για σένα.

Για σκέψου. Αγόρασες μοτοσυκλέτα γιατί; Όποια απάντηση κι αν δώσει ο καθένας μας σ' αυτό το ερώτημα, δεν θα γίνει περισσότερο ή λιγότερο μοτοσυκλετιστής. Ναι κύριε, αγόρασα από μίμηση. Ναι, εγώ για φιγούρα. Ναι, για να δείχνω πως είμαι ωραίος τύπος, για να τρομάζω τον εαυτό μου, για να ανήκω κάπου, για να αποκτήσω μια ταυτότητα, δώστε όποια απάντηση θέλετε, κι από αυτές που θεωρούνται θετικές, ή από αυτές που άλλοι θεωρούν κατακριτέες. Μην δίνετε καμία σημασία, τελικά, δεν έχει σημασία το γιατί.

Αν θεωρήσει κανείς πως μπορεί να υπάρχουν "κριτήρια μοτοσυκλετιστού", είναι σαν να δέχεται πως υπάρχουν μοτοσυκλετιστές – πρότυπα που σαν κι αυτούς θα έπρεπε να είναι και όλοι οι άλλοι. Αυτό όμως θυμίζει πολύ επικίνδυνα κάτι άλλους τύπους που λένε πως όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να ανήκουν στην Άρεια φυλή και τους υπόλοιπους να τους κάνουμε σαπούνια. Αν αρχίσουμε με τα κριτήρια και τις προδιαγραφές, τότε ξεκινάμε μια διαδικασία χωρίς νόημα και χωρίς τέλος, θα καταντήσουμε σαν τους πολιτικούς και τα κόμματά τους.

Φυσικά, υπάρχουν και οι ακραίοι. Δεν είμαι σίγουρος αν υπάρχει πουθενά στον πλανήτη απολύτως νομοταγής μοτοσυκλετιστής, που δεν παραβαίνει ποτέ τον ΚΟΚ και είναι πλήρως συμμορφωμένος με κάποια ιδανικά πρότυπα μοτοσυκλετιστή. Έτσι ως υπόθεση εργασίας, ας πούμε πως υπάρχει. Στο άλλο άκρο, έζησα πρόσφατα μια βραδιά στην Καστοριά, όπου οι συνήθεις προσκολλούμενοι της Πανελλήνιας κάγκουρες έκαναν τα δικά τους, burn out, μοτέρ στους κόφτες κι άλλα τέτοια ψυχαγωγικά, παρέα με μερικούς ντόπιους.

Το σκηνικό εύκολα θα μπορούσε να είχε ξεφύγει εντελώς. Το πλήθος που είχε μαζευτεί στον παραλιακό δρόμο μπροστά στα μπαράκια απολάμβανε την μηχανολογική αναισθησία και το άρωμα του καμένου λάστιχου. Μα πόση ώρα μπορεί να δουλεύει ένα V-Strom 650 στον κόφτη; Πόσο μεγάλο κατόρθωμα είναι να κάψεις ένα λάστιχο σταματημένος; Κάποια στιγμή, η αστυνομία που ήταν απούσα από το συγκεκριμένο σημείο, αλλά ειδοποιημένη εκ των προτέρων από τους οργανωτές της Πανελλήνιας περίμενε τέτοιου είδους γεγονότα, έκλεισε την κυκλοφορία στον δρόμο αυτό και περίμενε μερικές εκατοντάδες μέτρα παραπέρα, στα φανάρια. Άφησε δηλαδή να ξεφύγει πρώτα το πράγμα, αντί να έχει μια διακριτική παρουσία που θα απέτρεπε να ξεφύγει. Έτσι κι αλλιώς, ήταν τόσο το πλήθος που άλλες αγαπημένες γυμναστικές επιδείξεις όπως σούζες και κόντρες, δεν ήταν δυνατόν να γίνουν. Μια μοτοσυκλέτα όμως που σβουρίζει επιτόπου, ξυστά στα πόδια εκατοντάδων θεατών, ή πιο δίπλα η άλλη που έκαιγε λάστιχο με το μοτέρ στον κόφτη, δεν θέλει πολύ για να εκτοξευτεί μέσα στο πλήθος, από απόσταση επαφής. Τα θύματα θα ήταν σίγουρα, ευτυχώς όμως δεν έγινε κάτι τέτοιο. Όσο περνούσε η ώρα, τόσο ανέβαινε και το "κέφι". Κι όταν στο αποκορύφωμά του έφτασαν τρία περιπολικά και συνέλαβαν ένα άτομο, ήταν σαφώς αργά: Το πλήθος με μια βοή έκλεισε γύρω από τα περιπολικά, επιτέθηκε στους αστυνομικούς και απέσπασε τελικά τον κρατούμενο από τα χέρια τους, εμφανώς χτυπημένο και με τα ρούχα σκισμένα. Το πλήθος πέταγε μπουκάλια, φώναζε περί μπάτσων γουρουνιών και δολοφόνων, έσπασε κι ένα παρμπρίζ περιπολικού. Αν ήμουν αστυνομικός, μάλλον θα φοβόμουν για την ζωή μου εκείνη την ώρα, ως θεατής, είχα το νου μου μην αρχίσουν να πέφτουν τίποτα αδέσποτες, από μάπες έως σφαίρες. Δεν ήθελε και πολύ. Οι αστυνομικοί, ψύχραιμοι, αποφασίζουν να φύγουν. Μόλις μπήκαν στα περιπολικά, κάποιος που είχε τη μηχανή του παρκαρισμένη με την ανοιχτή της εξάτμιση μισό μέτρο από το παράθυρο του οδηγού του περιπολικού, ανέβηκε πάνω της, έβαλε μπρος, κι άφησε το μοτέρ να κακαρίζει στον κόφτη. Οι αστυνομικοί ξανακατεβαίνουν από τα περιπολικά, μιλάνε με τον τύπο, αλλά δεν τον συλλαμβάνουν. Απ' ό,τι κατάλαβα ακούγοντάς τους να μιλάνε, ήταν ντόπιος, τον ήξεραν. Τα μάζεψαν κι έφυγαν από κει, αλλά την έστησαν στα φανάρια όπου υπήρχε και κλούβα των ΜΑΤ, κι έγραφαν όποιον έφευγε από κει. Αυτά έγιναν το Σάββατο, τα ίδια και χειρότερα επαναλήφθηκαν την Κυριακή, χωρίς όμως έφοδο περιπολικών. Απλά κάθησαν και έγραφαν ως τα ξημερώματα όσους έφευγαν από κει, για ό,τι μπορούσαν να τους γράψουν.

Το ζήτημα για το αν ήταν σωστές οι ενέργειες της αστυνομίας είναι άλλο, γιατί ακούγεται λίγο περίεργο να επιτρέπεις να γίνεται η κόλαση και μετά να γράφεις όποιον φεύγει από κει γιατί δεν φόραγε κράνος. Είναι σαφές πως θα μπορούσαν να είχαν χειριστεί πιο αποτελεσματικά την κατάσταση. Αυτό όμως που με απασχολεί εδώ είναι πως δεν μπορεί να δηλώνει κάποιος "αυτοί δεν είναι μοτοσυκλετιστές", και να ελπίζει έτσι πως δεν θα του κολλήσει κι αυτού η ρετσινιά του κάγκουρα (ή ο τιμητικός τίτλος, ανάλογα από ποια μεριά το βλέπεις). Είτε μας αρέσει είτε όχι, όλοι εμείς που χρησιμοποιούμε μοτοσυκλέτα είμαστε μοτοσυκλετιστές, χωρίς εξαιρέσεις. Και πρώτα απ' όλα βέβαια, είμαστε άνθρωποι, το "μοτοσυκλετιστής" είναι απλά μια ακόμα ιδιότητα που μπορεί να έχει κανείς. Δεν έχουμε όλοι τον ίδιο χαρακτήρα, δεν συμπεριφερόμαστε το ίδιο. Ζούμε όμως σε μια κοινωνία, κι έχουμε συμφωνήσει να τηρούμε κάποιους κανόνες. Υπάρχει νομοθεσία για το τι επιτρέπεται και τι όχι. Κι ο καθένας είναι υπεύθυνος και υπόλογος για τις πράξεις του. Όπως δεν έχει κανένα νόημα να βγαίνουν οι πολίτες και να δηλώνουν "εμείς δεν είμαστε κλέφτες", όταν κάποιοι άλλοι ληστέψουν μια τράπεζα, έτσι δεν έχει και νόημα να φωνάζουμε "αυτοί δεν είναι μοτοσυκλετιστές, εμείς δεν είμαστε έτσι". Το τι είναι ο καθένας το δείχνει με τις πράξεις του, κι όσοι είναι τόσο ηλίθιοι ώστε να πιστεύουν πως οι πράξεις μερικών δεκάδων ατόμων χαρακτηρίζουν εκατοντάδες χιλιάδες άλλους, δικό τους πρόβλημα (ευφυΐας). Αν υπάρχουν δέκα δολοφόνοι μέσα σε δέκα εκατομμύρια Έλληνες, τότε όλοι οι Έλληνες είναι δολοφόνοι;

Αν υπάρχουν μοτοσυκλετιστές με παραβατική συμπεριφορά, δεν είναι υπόθεση των υπόλοιπων μοτοσυκλετιστών να τους "συνετίσουν", ούτε χρειάζεται να διαχωρίσουν την θέση τους. Δεν μιλάμε για αυτοδικία εδώ. Ούτε η αποκήρυξή τους από τους υπόλοιπους έχει κάποιο νόημα ή αποτέλεσμα. Το μόνο που έχει νόημα, είναι να κάνει ο καθένας τη δουλειά του. Οι οργανωτές της Πανελλήνιας την δική τους, η αστυνομία την δική της. Καλά έκαναν οι πρώτοι και προειδοποίησαν τις αρχές, αφού ήξεραν το φορτίο που κουβαλάει τόσα χρόνια η Πανελλήνια, πολύ άσχημα έκαναν οι δεύτεροι την δική τους, αφού απουσίαζε η έννοια πρόληψη, και δεν έκαναν τίποτα μέχρι να ξεφύγει τελείως η κατάσταση.

Μερικοί ίσως σκεφτούν πως είναι λυπηρό ότι οι καγκουριές στην Καστοριά συγκέντρωναν κάθε βράδυ πολύ περισσότερο κόσμο απ' ότι συνολικά η Πανελλήνια στο Νεστόριο. Από αυτό μπορεί να βγει το συμπέρασμα πως πολύ περισσότεροι γουστάρουν έκνομο χαβαλέ απ' ότι μια συγκέντρωση καθωσπρέπει μοτοσυκλετιστών. Και που είναι το πρόβλημα δηλαδή, και γιατί πρέπει να μας εκπλήσσει αυτό; Ίσα ίσα, που είναι φυσικό και αναμενόμενο και κανένα πρόβλημα. Το αντίθετο θα ήταν σαν να υποστηρίζουμε πόσο την βρίσκουμε να ταξιδεύουμε στην εθνική οδό τηρώντας τα όρια ταχύτητας. Ξαναγυρίζουμε έτσι στην αρχή του κειμένου μας, και στις αρχές του μύθου της μοτοσυκλέτας. Μήπως είναι αυτοί ακριβώς οι κάγκουρες που τον συντηρούν σήμερα, άσχετα αν οι καθωσπρέπει τους γουστάρουν ή όχι; Φυσικά και δεν επικροτώ ή δεν ενθαρρύνω συμπεριφορές που βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή των άλλων. Σκέφτομαι όμως, πως αν οι πολιτικώς ορθοί μοτοσυκλετιστές είχαν αντίστοιχη ενέργεια και προσήλωση στον στόχο τους, θα είχαν πετύχει πολύ περισσότερα. Οι συμπεριφορές των ανθρώπων δεν αλλάζουν εύκολα. Ακριβώς όπως και οι γυναίκες προτιμούν τα κακά παιδιά από τα μαμόθρεφτα, έτσι και οι κάγκουρες έχουν το δικό τους κοινό. Μήπως υπάρχει και λίγη ζήλεια σ' αυτή την αντιπαράθεση; Αντίστοιχη με την αρχέγονη έχθρα μεταξύ νομάδων και μονίμως εγκατεστημένων;

Είμαστε όλοι μοτοσυκλετιστές. Δεν μπορεί να είμαστε όλοι ίδιοι, δεν είναι εφικτό, άσε που θα ήταν και πολύ βαρετό. Ούτε χρειάζεται να μοιάσουν οι μεν στους δε, ούτε υπάρχουν καν "μεν" και "δε". Σ' ένα βαθμό, όλοι μας γινόμαστε και λίγο κάγκουρες εκεί που νομίζουμε πως μας παίρνει, ή για να διασκεδάσουμε. Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω... Όλοι μας είμαστε κομμάτι του κόσμου της μοτοσυκλέτας, ας τον απολαύσουμε ο καθένας όπως γουστάρει.