Editorial 548 - Για την διάκριση και την υπεροχή

Οι μοτοσυκλέτες που παρουσιάζονται σ’ αυτό το τεύχος κοστίζουν συνολικά πάνω από 380.000 ευρώ! Το μεγαλύτερο μέρος από αυτό το ποσό οφείλεται στην τιμή αγοράς του νέου Honda RC213V-S, που με το κιτ κοστίζει στρογγυλά 200.000 ευρώ. Βάλτε άλλα 55.000 για το H2R, κι είμαστε ήδη στο τέταρτο του εκατομμυρίου. Άκουσα διάφορα αρνητικά σχόλια για τις τιμές αυτών των δύο μοτοσυκλετών, του στυλ "...με διακόσια χιλιάρικα παίρνω δέκα CBR" ή "...τόσα λεφτά για 159 άλογα", ή "...τι να το κάνεις το H2R, τόσα λεφτά και δεν βγάζει πινακίδα" κι άλλα τέτοια.
Honda
Από το

motomag

1/7/2015

Οι μοτοσυκλέτες που παρουσιάζονται σ’ αυτό το τεύχος κοστίζουν συνολικά πάνω από 380.000 ευρώ! Το μεγαλύτερο μέρος από αυτό το ποσό οφείλεται στην τιμή αγοράς του νέου Honda RC213V-S, που με το κιτ κοστίζει στρογγυλά 200.000 ευρώ. Βάλτε άλλα 55.000 για το H2R, κι είμαστε ήδη στο τέταρτο του εκατομμυρίου. Άκουσα διάφορα αρνητικά σχόλια για τις τιμές αυτών των δύο μοτοσυκλετών, του στυλ "...με διακόσια χιλιάρικα παίρνω δέκα CBR" ή "...τόσα λεφτά για 159 άλογα", ή "...τι να το κάνεις το H2R, τόσα λεφτά και δεν βγάζει πινακίδα" κι άλλα τέτοια. Συνήθως, τέτοια σχόλια προέρχονται από την αντίληψη πως ο κατασκευαστής κερδίζει ένα σωρό χρήματα από την κάθε μοτοσυκλέτα, κάτι που δεν ισχύει. Το πιθανότερο είναι πως η Honda χάνει χρήματα με κάθε RC-S που θα παραδίδει σε πελάτη, ενώ η Kawasaki πρέπει να είναι σε λίγο καλύτερη θέση, γιατί έχει κι ένα παρόμοιο μοντέλο, το Η2, το οποίο αν πουλήσει καλά, θα καλύψει τα κόστη εξέλιξης του R. Το χρηματικό κέρδος όμως δεν είναι ο λόγος που εταιρίες σαν την Honda και την Kawasaki αποφασίζουν να παρουσιάσουν μοτοσυκλέτες - ορόσημα.

 

Όπως σε κάθε εξαιρετική κίνηση, και με την έννοια της μοναδικότητας αλλά και της αριστείας, το κίνητρο δεν είναι το χρηματικό όφελος, αλλά η διάκριση, η δόξα και η υπεροχή.

 

Όταν ο Soichiro Honda αποφάσιζε το 1954 πως θα αντιμετωπίσει όλους τους καταξιωμένους κατασκευαστές στον κορυφαίο αγώνα του κόσμου, ενώ η Honda δεν ήταν ακόμα τίποτα, δεν το έκανε υπολογίζοντας πόσα θα βγάλει. Το κίνητρό του ήταν η γνώση, η εξέλιξη της τεχνολογίας των μοτοσυκλετών του, κι ο υψηλότατος στόχος που έθεσε έκανε απαραίτητη την καινοτομία. Οι μηχανολόγοι του άφησαν την σκέψη τους να πάει σε μονοπάτια που κανείς άλλος δεν είχε περπατήσει μέχρι τότε, κάτι που έκπληκτη ανακάλυψε πρόσφατα μια ομάδα ανθρώπων στην Γαλλία, όταν μελέτησε βίδα-βίδα και εξάρτημα-εξάρτημα ένα εξακύλινδρο 250 των αρχών της δεκαετίας του ’60, για να φτιάξει ένα αντίγραφο. Αν και η ομάδα αυτή διέθετε όλη την τεχνογνωσία των σύγχρονων κινητήρων Formula 1, έμεινε έκπληκτη με τις μηχανολογικές και μεταλλουργικές καινοτομίες που συνάντησε. Για πολλά εξαρτήματα, αποφάνθηκαν: "Δεν ξέρουμε πως το έκαναν αυτό. Εμείς σήμερα δεν μπορούμε να το κάνουμε". Αυτό κέρδισε ο Honda, γι’ αυτό κερδίζει η Honda (όταν δεν πέφτει το τρελαμένο). Μέχρι σήμερα έχει μαζέψει 695 νίκες σε GP, που κάθε μια τους ξεκίνησε από το θράσος και την σκληρή δουλειά του Soichiro Honda.

Πολλοί μπερδεύτηκαν από τις διάφορες ιπποδυνάμεις που ανακοίνωσε η Ηonda για την RCV, χωρίς να σκεφτούν πως αφορούν μόνο το θέμα "προδιαγραφές", κι όχι τις δυνατότητες του κινητήρα. Και δεν πιστεύω πως θα υπάρξει κάποιος τόσο τσιγκούνης που να μην αγοράσει και το κιτ, ή πως κάποιος θα θέλει αυτή τη μοτοσυκλέτα μόνο για καθημερινή μετακίνηση, και να θέλει να είναι και απολύτως νόμιμος, ώστε να τον αφορά το θέμα 102 ή 159 ίπποι. Κι όσο για την τιμή, είναι τζάμπα αν θέλετε την γνώμη μου. Η μοτοσυκλέτα είναι σχεδόν ίδια με την factory RCV1000R, που τελευταία φορά που κοίταξα η Honda την πούλαγε ένα εκατομμύριο... Διαβάστε και το κομμάτι σε επόμενες σελίδες του τεύχους, και θα καταλάβετε πως είναι ευκαιρία.

 

Καλά είναι και τα Versys και οι άλλες χρηστικές μοτοσυκλέτες της Kawasaki, καμία όμως δεν θα αναβαθμίσει το γόητρό της όπως η H2R. To όνομά της είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με μοτοσυκλέτες επιδόσεων, από τις αρχές της δεκαετίας μέχρι σήμερα. Τα μεγάλα, δυνατά Kawasaki είχαν πάντα έναν δικό τους τρόπο στην διαχείριση του αέρα, τόσο από την πλευρά της αεροδυναμικής όσο και στην εκμετάλλευσή του για να βγάζουν περισσότερα άλογα. Είναι η εταιρία που μας έμαθε το Ram Air, είναι εκείνη που μοτοσυκλέτα της έχει καταγράψει την υψηλότερη τελική πριν την συμφωνία κυρίων που έβαλε τον κόφτη στα 299. Το ZX-12R είχε μετρηθεί από το ΜΟΤΟ στα 312 πραγματικά χιλιόμετρα και στους 164 ίππους. Νόμιμο για το δρόμο ή όχι, το H2R είναι μια μοτοσυκλέτα παραγωγής που βγάζει 100 ίππους στον τροχό περισσότερους από εκείνο, και κάπου ογδόντα παραπάνω από το πιο δυνατό superbike που έχουμε δυναμομετρήσει. Κάποτε, οι κακές γλώσσες έλεγαν πως οι μοτοσυκλέτες της Kawasaki είναι τόσο γρήγορες στην ευθεία γιατί οι δοκιμές τους γινόντουσαν σε μια ευθεία (την έχω δει!) ανάμεσα στα εργοστάσια της ΚΗΙ. Η αλήθεια είναι πως από τότε που τους πρόλαβε η Honda με το πρώτο CB750, ενώ κι εκείνοι εξέλισσαν 750, κι αποφάσισαν να το κάνουν 900, δεν έχουν κοιτάξει πίσω. Κυβικά και γκάζια ήταν, και συνεχίζουν να είναι, το σήμα κατατεθέν τους, με τις υψηλότερες τελικές να είναι παραδοσιακά δικές τους.

 

Ακόμα περισσότερο απ’ ότι το RC213V-S της Honda, τα Η2 και H2R της Kawasaki τολμηρά βήματα προς ένα νέο κεφάλαιο της ιστορίας της. Αρκεί η τεχνολογία και κυρίως το πνεύμα και ο ενθουσιασμός που οδήγησαν στην δημιουργία των Η2, να περάσουν προς τα κάτω, και στην υπόλοιπη γκάμα της Kawasaki, κάνοντας τις μοτοσυκλέτες της πιο επιθυμητές από ποτέ. Τo ισχύει και για την Ηonda, που ενώ διαθέτει και την εταιρική κουλτούρα και την τεχνολογία, τα τελευταία χρόνια αργεί χαρακτηριστικά να παρουσιάσει μοτοσυκλέτες γοητευτικές και επιθυμητές: Πόσα χρόνια έχουν περάσει χωρίς πραγματικά νέο Fireblade, που θα κάνει την επανάστασή του όπως το πρώτο; Πόσα χρόνια πέρασαν για να δούμε νέο Africa Twin; Και τελικά, εξίσου επιθυμητά και γοητευτικά μπορούν να είναι και τα μικρότερα μηχανάκια, αρκεί να αντανακλούν τα όνειρα, την τεχνογνωσία και την τρέλα των ανθρώπων που τα έφτιαξαν.         

editorial τ.530 - αξίζουν και τώρα!

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/12/2013

Ένα από τα άσχημα των εποχών με αφθονία χρήματος ήταν πως έκαναν τις μοτοσυκλέτες να μοιάζουν αναλώσιμες. Όταν υπάρχει η δυνατότητα συχνών αλλαγών, και πολλοί δεν το σκέφτονταν δεύτερη φορά πριν πουλήσουν τη μια κι αγοράσουν την άλλη, μια παρενέργεια είναι πως μειώνεται ο χρόνος ενασχόλησης με την ίδια την μοτοσυκλέτα. Κι όταν δεν της βάζεις χέρι, όταν δεν την γνωρίζεις λίγο πιο βαθιά, όταν μόνο το συνεργείο ασχολείται μαζί της, τότε χάνεις πολλά από την σχέση σου μαζί της. Λόγω της ίδιας ευκολίας στην απόκτηση καινούργιας, στα παλιότερα μοντέλα κανείς δεν έδινε σημασία, κι ειδικά σ' αυτά που δεν ήταν τόσο παλιά ή σπάνια ώστε να θεωρούνται κλασικά, ειδικά σ' αυτά που δεν είχαν αξία χρηματική παρά μόνο συναισθηματική. Πολλές τέτοιες μοτοσυκλέτες βρίσκονται παρατημένες σε αυλές, αποθήκες και υπόγεια, μοτοσυκλέτες που τόσα είχαμε ζήσει μαζί τους αλλά κάποια στιγμή παροπλίστηκαν και ξεχάστηκαν. Ξανασκεφτείτε το, γιατί αυτές οι μοτοσυκλέτες αξίζουν και τώρα.

Η κατηγορία αυτή των Μοτοσυκλετών Συναισθηματικής Αξίας ξεφεύγει από τις συνήθεις κλασικές, κι όχι μόνο λόγω ηλικίας. Υπάρχει μια τεράστια διαφορά: Αυτές οι μοτοσυκλέτες έχουν αξία ειδικά και αποκλειστικά για τον ιδιοκτήτη τους, σε αντίθεση με τις κοινώς και παγκοσμίως αποδεκτές "ιστορικές". Ένα ταπεινό XL185S δεν έχει την χρηματική αξία ή την αίγλη ενός RC30, αλλά για αυτόν που το έχει στην καρδιά του λέει πολλά, ενώ το superbike μπορεί να το θαυμάζεις, αλλά να είναι συναισθηματικά αδιάφορο. Μπορεί την μοτοσυκλέτα να την είχες μικρός ή να την έχεις ακόμα κάπου παρατημένη, μπορεί να την θυμάσαι να περνάει κι εσύ να χάσκεις με το στόμα ανοιχτό, μπορεί να την είχε ο πατέρας σου και πάνω της να έκανες την πρώτη σου βόλτα. Μπορεί να ήταν μια φωτογραφία μόνο που κάποτε είχες δει σ' ένα περιοδικό, μπορεί να μην είχες καμιά παλιότερη επαφή μαζί της αλλά για τους δικούς σου μοναδικούς λόγους να έφαγες την φλασιά: "Θέλω να ζήσω πράγματα μαζί της". Και να ξεκινήσεις για ένα μοναδικό ταξίδι, που θα σε ανταμείψει πλούσια πριν καν πάρει μπρος ο κινητήρας και διανύσεις τα πρώτα μέτρα. Το πιο ενθαρρυντικό απ' όλα δεν είναι πως κάποιοι παλιοί μοτοσυκλετιστές βγάζουν ξανά στο δρόμο τις παλιές τους αγάπες, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Πολλοί νέοι αποφασίζουν να ασχοληθούν για πρώτη φορά με την μοτοσυκλέτα κι αντί να κλαίγονται που δεν έχουν χρήματα να αγοράσουν το τελευταίο σούπερ ουάου μοντέλο, μαζεύουν ένα παλιό μηδαμινής ή μηδενικής αξίας και το ξαναβγάζουν σε κυκλοφορία, με πολλή προσωπική ενασχόληση. Κι ίσως να μην υπάρχει καλύτερος τρόπος για να αρχίσει κάποιος το ταξίδι του στον κόσμο της μοτοσυκλέτας. Για σκεφτείτε το: Πριν καν την οδηγήσει, θα την έχει λύσει, επισκευάσει, συντηρήσει και ξαναδέσει, χτίζοντας μια μοναδική σχέση μαζί της. Και στην εποχή της ηλεκτρονικής "κοινωνικότητας", όταν οι άλλοι είναι σκυμμένοι στα έξυπνα κινητά τους και θεωρούν πως "επικοινωνούν", υπάρχουν παρέες που πραγματικά ζουν και επικοινωνούν μέσω κοινών δράσεων, που μαθαίνουν και διασκεδάζουν ξαναδίνοντας ζωή σε μια μοτοσυκλέτα, ξοδεύοντας λιγότερα χρήματα από το κόστος ενός καλού laptop.

Στην πορεία, ξαναζωντανεύουν τέχνες και τεχνικές που κινδυνεύουν να χαθούν, σώζονται γνώσεις και ανασύρονται πατέντες, εφευρίσκονται νέες και οι παρέες περνάνε καλά πριν ακόμα την πρώτη τους βόλτα. Το ευτύχημα είναι πως όλες αυτές οι συναισθηματικής αξίας μοτοσυκλέτες δεν χρειάζονται εξειδικευμένο εξοπλισμό για την συντήρηση και την ρύθμισή τους, καθώς τα ηλεκτρονικά τους λάμπουν δια της απουσίας τους, και τα διαγνωστικά ήταν άγνωστη λέξη όταν φτιάχτηκαν. Με βασικά εργαλεία και όρεξη μπορούν να γίνουν οι περισσότερες δουλειές, χωρίς να είναι απαραίτητα τα Τρία Χι της αναπαλαίωσης κλασικών μοτοσυκλετών: Χρήμα, Χρόνος, Χώρος. Ένας χώρος κάπου θα βρεθεί, χρόνος επίσης, ενώ το χρήμα είναι ελάχιστο, ειδικά όταν δεν σε απασχολεί η αυθεντικότητα και ξεφύγεις από το "100% original". Έτσι, ξεφεύγεις και από τα νύχια του αετονύχη που σε περιμένει με ακονισμένο το ξυράφι για να σου πουλήσει το καρασπάνιο original παπαράκι που θεωρεί πως αξίζει το βάρος του σε χρυσό. Κι έχει μεγαλύτερη αξία να καταφέρεις να σώσεις εξαρτήματα, παρά να έχεις φουσκωτό πορτοφόλι και να τα πάρεις όλα καινούργια. Πως ξανανιώνει ένα πλαστικό; Πως θα μπαλώσεις το σκουριασμένο φτερό χωρίς να φαίνεται; Πως θα ξεσκουριάσεις ζάντες και ακτίνες; Πως θα ξεβάψεις το πλαίσιο; Που θα βρεις "βαρελάκια" για να αλλάξεις συρματόσχοινα στις ντίζες; Πως θα καθαρίσεις το καρμπυρατέρ; Τις βίδες; Πως βγαίνουν τα ρουλεμάν των τροχών; Κι αυτά είναι λίγα μόνο από τα χιλιάδες ερωτήματα που θα δημιουργηθούν στην πορεία μιας ανακατασκευής, και που θα οδηγήσουν σε αντίστοιχες απαντήσεις και γνώση.

Φυσικά, κάποια στιγμή μπορεί να χρειαστούν αυθεντικά ανταλλακτικά, γιατί αυτά θέλεις, κι όχι κάποια πατέντα. Μέχρι στιγμής, υπήρχε μόνο μία εταιρεία που ενεργά στηρίζει με ανταλλακτικά παλιά (πολύ παλιά...) μοντέλα, κι αυτή είναι η BMW, που έχει κατάλογο με τα ανταλλακτικά των κλασικών της. Πρόσφατα όμως, η Suzuki στην Αγγλία ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα παλαιών ανταλλακτικών, που θα διατίθενται online για δημοφιλή μοντέλα του παρελθόντος. Η αρχή γίνεται με το πρώτο RGV250Γ, για το οποίο μπορεί κανείς να βρει εκτός από ανταλλακτικά, service και parts manual, όπως και προσπέκτους (τα manual είναι δωρεάν και μπορεί να τα κατεβάσει οποιοσδήποτε). Κάθε τρίμηνο θα ακολουθεί ένα ακόμα μοντέλο, όπως τα πρώτα GSX-R, το δίχρονο υγρόψυκτο 750 (ο "βραστήρας"), το GS1000S, η μεγάλη Katana 1100, το 250 Χ7 και άλλα. Ενστικτωδώς, έχουμε σε μεγαλύτερη εκτίμηση κάθε εταιρεία που σέβεται το παρελθόν της, και δεν το έχει ξεχάσει κοιτάζοντας μόνο το σήμερα. Ακόμα κι αν δεν υπάρχουν σε στοκ τα ανταλλακτικά (η Suzuki δεν διευκρινίζει αν θα ξαναφτιαχτούν ανταλλακτικά για αυτά τα μοντέλα ή θα διατίθεται το στοκ μέχρι να εξαντληθεί, αν και είναι λίγο απίθανο να έχουν πλήρες στοκ για GT750 και GS1000S, οπότε μάλλον θα τα ξαναφτιάξουν...) κάθε εταιρεία θα μπορούσε να έχει σε ειδικό site τα service manual και τους καταλόγους των ανταλλακτικών για τα προ εικοσαετίας μοντέλα της, βοηθώντας την ίδια της την ιστορία να παραμείνει ζωντανή και εμπνέοντας τους αναβάτες να μείνουν "πιστοί" στην μάρκα. Έτσι κι αλλιώς, μοτοσυκλέτες τέτοιας ηλικίας σπάνια περνούν την πόρτα εξουσιοδοτημένων συνεργείων, οπότε δεν πρόκειται να χάσουν χρήματα, και οι κατάλογοι των ανταλλακτικών μπορούν να χρησιμεύσουν και για παραγγελίες αλλά και για τις πολύ συχνές απορίες του στυλ "τώρα που στο διάολο έμπαινε αυτή η ροδέλα...". Ανοίγεις το parts list και βλέπεις άμεσα που πάει κάθε παπαράκι και κάθε καυλιτζέκι, γιατί πάντα είναι αυτά τα αγνώστου προορισμού και θέσεως εξαρτήματα που κάτι σου θυμίζουν, αλλά που με τίποτα δεν θυμάσαι που ακριβώς πάνε.

Αυτή η τάση, της αναγέννησης των Μοτοσυκλετών Συναισθηματικής Αξίας που Αξίζουν και Τώρα (ακριβώς γιατί έχουν συναισθηματική αξία!), συνδυάζεται ιδανικά και με το customizing. Ας ξεχάσουμε όμως καλύτερα την εποχή που custom σήμαινε "ψευτοτσόπερ", μοτοσυκλέτα δηλαδή μαζικής παραγωγής που αντλούσε το στυλ της από τις πραγματικά custom κατασκευές της αμερικάνικης δύσης, που σήμερα λέγεται cruiser. Περιφραστικά, θα μπορούσαμε να περιγράψουμε το customizing ως την διαδικασία με την οποία μετατρέπεται εμφανισιακά και λειτουργικά μια μοτοσυκλέτα έτσι ώστε να ταιριάζει με τα γούστα του ιδιοκτήτη της. Και τα café racer τέτοια είναι, και τα street trackers, και τα scrambler style και τόσα άλλα που δεν έχουν όνομα αλλά τους δίνει υπόσταση η φαντασία και η εργασία του κατασκευαστή τους. Ακόμα και ένα rat bike, custom είναι, φτιάχτηκε "επί τούτου". To customizing (και παρακαλώ τον Λύκο ως προφέσορα της Αγγλικής να εφεύρει τον ελληνικό όρο) αφορά όλες τις μοτοσυκλέτες, από τις πιο μικρές και φτηνές ως τις πιο μεγάλες και ακριβές. Όλοι μας λίγο πολύ κάτι κάνουμε στις μοτοσυκλέτες μας, κάποια πινελιά δική μας προσθέτουμε, είναι όμως οι πιο εκτεταμένες επεμβάσεις που μπορούν να βγάλουν αριστουργήματα ή εκτρώματα. Αν γουστάρετε για παράδειγμα ιταλικά V2, ρίξτε μια ματιά στην Radical Ducati που φτιάχνει κάτι αριστουργήματα με σαφείς αναφορές στο παρελθόν. Ή δείτε το στυλ των Deus και των Wrenchmonkees, που έχει επηρεάσει δεκάδες άλλους επαγγελματίες καστομάδες. Κάπου εκεί συναντιέται η μοτοσυκλέτα με την τέχνη, κάπου εκεί είναι και η ευκαιρία του κάθε ερασιτέχνη να δημιουργήσει. Θέλει και λίγο προσοχή βέβαια, γιατί σε τέτοιες περιπτώσεις όλοι οι φίλοι και γνωστοί θεωρούν υποχρέωσή τους να σου δηλώσουν "έτσι θα το κάνεις!", για κάτι που οι ίδιοι δεν έχουν κάνει ποτέ. Καθώς η μοτοσυκλέτα είναι προσωπική υπόθεση, και μια custom μοτοσυκλέτα ακόμη περισσότερο, μπορείτε να θυμίσετε στους φίλους σας πως η καμήλα είναι άλογο που το έφτιαξε επιτροπή. Και στην ουσία, κάθε αναγέννηση μοτοσυκλέτας που θα την κάνει να ξεφύγει από την αυθεντική της μορφή, είναι customizing. To ενθαρρυντικό είναι πως με αυτή την διαδικασία, μοτοσυκλέτες που ποτέ δεν διεκδικούσαν βραβείο ομορφιάς, μπορούν να μετατραπούν σε κάτι αξιόλογο, συνήθως με την διαδικασία της αφαίρεσης, με στόχο μια πιο μίνιμαλ αισθητική. Ποιός θα περίμενε πως ένα Suzuki LS650 Savage μπορεί να μετατραπεί σχετικά εύκολα σε dirt tracker ή café racer; Κι όμως, λίγο φαντασία θέλει, να μπορείς να βιδώνεις και να ξεβιδώνεις βίδες, κι άντε, να βοηθήσουν και μερικοί φίλοι. Ακόμα και ασχημόπαπα σαν κάτι Yamaha SR250 και περίεργα σαν τον Χαρούμενο Χοντρούλη TW200, μπορούν να γίνουν "κουλά" μηχανάκια, μοναδικά σαν αυτόν που θα τα φτιάξει.

Μέσα από μια τέτοια διαδικασία, μπαίνεις λίγο και στα παπούτσια των κατασκευαστών, και αν εσύ δυσκολεύεσαι να αποφασίσεις πως θες να κάνεις την δική σου, την προσωπική σου μοτοσυκλέτα, καταλαβαίνεις τι μπελά έχουν στο κεφάλι τους όσοι σχεδιάζουν μια μοτοσυκλέτα που προορίζεται για να αρέσει σε όλο τον πλανήτη. Μια άλλη πτυχή του customizing είναι πως σε πολλές περιπτώσεις οι μοτοσυκλέτες γίνονται λειτουργικά χειρότερες, στο όνομα της εμφάνισης: Σέλες υποτυπώδεις, αναρτήσεις με μικρότερες διαδρομές, ο απολύτως ελάχιστος εξοπλισμός, μικρότερα ρεζερβουάρ, λάστιχα τετράγωνα... Κι όμως, αυτές οι "ελλείψεις" τελικά καταλήγουν να ενισχύουν την εμπειρία, και όχι να την μειώνουν. Μια custom μοτοσυκλέτα μπορεί και να πηγαίνει, να στρίβει, να φρενάρει χειρότερα, αλλά η εμπειρία της οδήγησής της να είναι ανώτερη της καλύτερης λειτουργικά αρχικής της μορφής. Να και κάτι άλλο λοιπόν που ενισχύει το γόητρο των custom μοτοσυκλετών: Η απόλαυση που παίρνεις από την οδήγησή τους είναι ανεξάρτητη από μετρήσιμα μεγέθη επιδόσεων, ή τεχνικά χαρακτηριστικά που θα έδιναν την νίκη σε μια λεκτική μάχη της καφετέριας.

Μου φαίνεται πως η επιστροφή σε μοτοσυκλέτες που για τον καθένα μας αξίζουν και τώρα, και που έχουν επιλεγεί με συναισθηματικά και όχι ορθολογιστικά κριτήρια, δεν είναι παρά μια έστω και ασυνείδητη επιστροφή στις αρχικές αξίες της μοτοσυκλέτας, τότε που ένας κινητήρας, ένα πλαίσιο, ένα ρεζερβουάρ και δύο ρόδες ήταν αρκετές για να νιώσεις μοναδικές συγκινήσεις, ή για να κάνεις το γύρο του κόσμου. Οι αυτοκινητάδες το έχουν χάσει αυτό το παιχνίδι. Πως να κάτσεις να κάνεις ένα σύγχρονο αυτοκίνητο απλό και ελαφρύ σαν ένα 2CV; Δεν γίνεται. Μια μοτοσυκλέτα όμως...