Editorial 547 - Πόσα άλογα είναι αρκετά;

Στο τεύχος Ιουλίου: Τέζα στο Τατόι με την Kawasaki Ninja H2R
Από το

motomag

1/6/2015

Μόλις οδηγήθηκε η πρώτη μοτοσυκλέτα που κατασκευάστηκε ποτέ, έβγαζε δεν έβγαζε έναν ίππο, οι άνθρωποι χωρίστηκαν σε δύο κατηγορίες: Σ’ αυτούς που παρακάλαγαν για περισσότερο γκάζι, και σ’ αυτούς που έκριναν πως ακόμα κι ο ένας ίππος είναι υπερβολή. Η ζωή όμως έχει τον τρόπο της να σε πηγαίνει σε μονοπάτια που ούτε καν φανταζόσουν. Μόλις συναρμολογήθηκε η δεύτερη μοτοσυκλέτα και βγήκε στο δρόμο, έγινε και η πρώτη κόντρα. Ο πόλεμος του γκαζιού είχε ξεκινήσει, και συνεχίζεται ακόμα, 120 και βάλε χρόνια μετά.

 

Πριν τον δεύτερο παγκόσμιο, στις πίστες έτρεχαν μοτοσυκλέτες με κομπρέσορα (από την ΒΜW) και οι κατασκευαστές δοκίμαζαν ό,τι τους κατέβαινε στο μυαλό για να βγάλουν άλογα. Κι αν δεν είχαν αλλάξει οι κανονισμοί μεταπολεμικά, με την απαγόρευση της υπερτροφοδότησης πάσης μορφής, υποψιάζομαι πως η εξέλιξη σε πλαίσια, αναρτήσεις φρένα και ελαστικά θα είχε προχωρήσει πολύ περισσότερο, πολύ νωρίτερα.

 

Το σίγουρο είναι πως κάθε μοτοσυκλέτα και οι επιδόσεις της πρέπει να κρίνονται κυρίως στα πλαίσια της εποχής τους. Επίσης σίγουρο είναι πως μέχρι να ασχοληθούν οι Ιάπωνες με το θέμα, υπήρχαν μεν γρήγορες μοτοσυκλέτες, αλλά δεν έμεναν γρήγορες για πολύ. Αιμορραγούσαν λάδια, αυτοκαταστρέφονταν γενικώς και αυτοβούλως, ήταν ειδικής χρήσης, εφήμερα παιχνίδια πλουσίων. Το "δώστε γκάζια στο λαό" ξεκίνησε από τους Ιάπωνες, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπήρχαν και πριν από αυτούς γρήγορες μοτοσυκλέτες, πολύ πιο γρήγορες από τα πλαίσιά τους. Είχαν όμως άδειους δρόμους.

 

Η πιο σωστή απάντηση στο "πόσα άλογα είναι αρκετά;" είναι «όσα έχει». Μπορείς να κάνεις το γύρο το κόσμου με πενηντάρι παπί, μπορείς να πηγαίνεις ταχύτατα σε μια πίστα με λιγότερα από 50, μπορείς και να οδηγήσεις Ninja H2R και να μην σου φτάνουν. Μου φαίνεται όμως πως αυτό που πραγματικά θέλει να ρωτήσει ο ποιητής, είναι το πάνω όριο, μην είναι 100, μην είναι 200 ή 300; Θυμάστε πως όταν Γάλλοι και Γερμανοί πήγαν να επιβάλλουν όριο 100 ίππων, έπεσαν όλοι να τους φάνε, και δικαίως. Ευτυχώς, το γλιτώσαμε αυτό. Πάμε παρακάτω. Μην είν’ τα 200; Μα τόσα και παραπάνω ανακοινώνουν ήδη ένα σωρό κατασκευαστές για τα superbike τους, και στην πίστα με τα ηλεκτρονικά τους μια χαρά είναι. Πάμε όμως πίσω, όταν πρωτοακούστηκε ο όρος "superbike", με την Honda CB750, το 1968. Παραμίλαγε ο κόσμος όλος όταν το είδε, παραμίλαγαν και όσοι το οδήγησαν, τρελαμένοι από αδρεναλίνη. Και πόσα άλογα είχε στον τροχό; 53. Τι θα λέγαμε σήμερα; Ε, εντάξει μωρέ, κινείται. Τέσσερα χρόνια αργότερα, πετάει η Kawasaki στη μάχη το Z900. Οι έμπειροι μοτοσυκλετιστές της εποχής το καβαλούσαν και χεζόντουσαν πάνω τους, δεν το πίστευαν πως μπορεί μοτοσυκλέτα να έχει τόσο γκάζι. Πόσο είχε; 72 στον τροχό. Αστεία άλογα για σήμερα. Προσθέστε άλλα εκατό και βάλε για να φτάσετε στα επίπεδα των σημερινών superbike. Προσθέστε βεβαίως και μην ξεχνάτε, πως τα πολλά σημερινά άλογα έχουν και ηλεκτρονικά χαλινάρια. Χωρίς αυτά, ούτε βήμα, τα άλογά τους δεν αξιοποιούνται ούτε στην πίστα. Γι’ αυτό βλέπουμε και καθημερινές, τουριστικές μοτοσυκλέτες για όλους να έχουν 160 ίππους. Χρειάζονται; Φυσικά. Εννοείται πως δεν τους χρησιμοποιείς όλους, συνέχεια, όταν όμως χρειαστείς το "κάτι τι" σου, το έχεις, προσπερνάς, φχαριστιέσαι επιτάχυνση, νιώθεις το μοτέρ να γουργουρίζει στα 200, που τα πρώτα superbike δεν τα έφταναν καλά καλά. Κι υπάρχει ένα επιπλέον πλεονέκτημα: Μια μοτοσυκλέτα σχεδιασμένη για 160-200 ίππους, με τα ηλεκτρονικούλια της, την πλαισιούκλα της, τις αναρτησάρες της και τις φρενούκλες της, σε σχέση με μια παλιότερη και πιο αδύναμη, είναι τόσο πολύ καλύτερη σε συνήθεις ταχύτητες κίνησης, που δεν υπάρχει καμία σύγκριση. Άρα, μοτοσυκλέτα επαρκής για 270 +, είναι πολύ ασφαλέστερη στα 170 από μια που τελικιάζει στα 200.

 

Όσο λίγα άλογα και να έχεις είναι αρκετά, και για να κάνεις την πλάκα σου, και για να τρομάξεις, και για να ταξιδέψεις και για να ευχαριστηθείς μοτοσυκλέτα. Η αύξηση όμως των ιπποδυνάμεων, με τα χρόνια έχει φέρει και τόση πρόοδο στην τεχνογνωσία, την τεχνολογία, την συμπεριφορά και την ασφάλεια, που καλά κάνουν και αυξάνονται. Κι αυτές οι "συμφωνίες κυρίων" για περιορισμό της τελικής στα 299 καλές είναι για να κάνουν πως καθησυχάζονται κάπως οι γραφειοκράτες, αλλά επί της ουσίας είναι στρουθοκαμηλισμός και υποκρισία, να δείξουμε πως κάνουμε κάτι για να μην προκαλούμε. Ό,τι κόφτη και να έχει το μηχανάκι, πάντα θα βρεθεί ο βλάκας που θα ανέβει χωρίς κράνος, και τότε ποιός κόφτης τον σώζει;  

Στην πορεία της ιστορίας της μοτοσυκλέτας υπήρξαν πολλές που έβγαλαν φήμη "σκοτώστρας", μόνο που αν το ψάξεις, γι’ αυτή τη φήμη έφταιγε ότι η υπόλοιπη μοτοσυκλέτα δεν στεκόταν στο ύψος της απόδοσης του κινητήρα της, και κυρίως, ότι αυτοί που τις καβαλούσαν είχαν τα μυαλά στα κάγκελα. Ευτυχώς, για όσους νοσταλγούν τέτοιες ανατριχιαστικές εμπειρίες, υπάρχουν ακόμα μοτοσυκλέτες του τότε, που τώρα τις λένε classics ή modern classics, και μπορούν να κάνουν ένα replay για να καταλάβουν από τι γλίτωσαν που δεν γεννήθηκαν νωρίτερα.

Για μας τους υπόλοιπους, που δεν κολλάνε στο θέμα "πόσα είναι αρκετά" και απαντάνε "και τα λίγα και τα πολλά", μια βόλτα με το Ninja H2R δώρο...

 

ΥΓ: Σας είχα υποσχεθεί πως σ’ αυτό το τεύχος θα διαβάζατε για τις εμπειρίες μας με την Kawasaki Ninja H2R, κι αντί γι’ αυτό διαβάζετε αμπελοφιλοσοφίες για το πόσα άλογα είναι αρκετά. Ζητώ συγνώμη, αλλά ήταν για καλό σκοπό! Γιατί όχι μόνο την δυναμομετρήσαμε, αλλά πείστηκε και η Kawasaki να μας την δώσει για να την οδηγήσουμε, κι αυτό κάναμε, στο ιστορικό για την μοτοσυκλέτα Τατόι. Τότε, ήταν πια αργά για να προλάβουμε το τεύχος. Στο τεύχος του Ιουλίου όμως, τα άλογα θα είναι πολλά, τα περισσότερα που έχουμε καβαλήσει ποτέ!

 

 

Στο τεύχος Ιουλίου: Τέζα στο Τατόι με την Kawasaki Ninja H2R

editorial 535 - Παγκόσμιες ιστορίες

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

30/5/2014

Πέμπτη μεσημέρι κατά τις δύο, φτάνουμε στα Μετέωρα. Σιγά μη λείπαμε από το μεγαλύτερο γεγονός της χρονιάς. Παγκόσμιο πρωτάθλημα enduro είναι αυτό, δεν είναι παίξε γέλασε, το 2011 που είχε ξαναγίνει στην ίδια περιοχή μας είχαν πέσει τα σαγόνια κάτω μ’ αυτά που είδαμε. Τότε είχε ψηφιστεί ως ο καλύτερος αγώνας της χρονιάς, ανάμεσα σε όλες τις διοργανώσεις του παγκοσμίου. Οι ίδιοι άνθρωποι, μια διάσπαση λέσχης και μια ίδρυση καινούργιας μετά, διεκδικούν και πάλι το ίδιο βραβείο. Με το σπαθί τους. Ομάδες και αναβάτες είχαν μόνο τα καλύτερα λόγια να πουν. Για μας είναι σαν να το έχουν πάρει ήδη.
Βιάζομαι όμως. Ζαλισμένοι ακόμα από το ταξίδι, ξεφορτώνουμε τα μηχανάκια και ντυνόμαστε για να πάμε να κάνουμε τις απλές. Η σηματοδότηση συνεχίζεται ακόμα, βρίσκουμε αναβάτες της οργάνωσης να την συμπληρώνουν, τους λέμε για κάποια σημεία που τα σήματα έχουν πέσει ή είναι ασαφή. Μονοπάτια γνώριμα αλλά και καινούργια, καθόλου χωματόδρομοι, μερικές ενδιαφέρουσες ανηφόρες έτσι για να μην είναι όλη η απλή περίπατος. Ξέρουμε καλά πως τα μονοπάτια που σήμερα κάνουμε σχεδόν απάτητα, μετά τον αγώνα θα έχουν αλλάξει τελείως μορφή. Την περασμένη Κυριακή, οι οργανωτές έστηναν τις ειδικές μέσα σε καταρρακτώδη βροχή, αλλά τέσσερις μέρες μετά το μέρος έχει στεγνώσει κι έχει σκόνη, τόση που στις ανηφόρες αν είχες δύο μηχανάκια μπροστά σου δεν έβλεπες τίποτα, κι απλώς έλπιζες πως δεν θα βρεις κάποια πέτρα ή χαντάκι. Και νύχτα χωρίς φώτα να οδηγούσες, το ίδιο θα ήταν...
Βγαίνουμε στις ειδικές, που είναι η μια δίπλα στην άλλη, διαφορετικές όμως μεταξύ τους, κι έχουν ένα μεγάλο μερίδιο στην επιτυχία αυτού του αγώνα. Δύσκολες όσο πρέπει, μεγάλες σε διάρκεια, βγάζουν διαφορές στους χρόνους τέτοιες που να είναι δυνατή επίθεση για τα χαμένα δευτερόλεπτα και το κυνήγι των θέσεων. Σε κεντρική θέση είναι και το service με τα φορτηγάκια των ομάδων, κι όλοι όσοι υποστηρίζουν την προσπάθεια των αναβατών δεν χρειάζεται να μετακινηθούν πολύ. Όπως διαπιστώσαμε για ακόμα μια φορά, ο αγώνας δεν κερδίζεται μόνο στις ειδικές, αλλά και στην προετοιμασία πριν τον αγώνα. Οι περισσότεροι από τους παγκόσμιους ήταν εκεί μια βδομάδα πριν τον αγώνα, με τους αναβάτες να περπατούν τις ειδικές και τους support αναβάτες να ψάχνουν τα σημεία των απλών όπου μπορούν να συναντήσουν τους αναβάτες. Η αναγνώριση των ειδικών από τους αγωνιζόμενους, που γίνεται μόνο με τα πόδια, έχει εξελιχθεί σε επιστήμη. Περπατάνε συνολικά δεκάδες χιλιόμετρα, αφού δεν τις κάνουν μόνο μία φορά. Βασική τους αρχή: η ευθεία είναι ο συντομότερος δρόμος, κι αυτή η ευθεία δεν πρέπει να έχει εκπλήξεις. Βλέπαμε τους αναβάτες να κοιτούν τα ρέματα και τις πλαγιές σαν τοπογράφοι, βάζοντας το χέρι τεντωμένο μπροστά για να "γράψουν" οπτικά μια νοητή ευθεία. Έχοντας αποφασίσει για την γραμμή τους, κι άσχετα αν αυτή έχει εμπόδια που οι κοινοί θνητοί θα πέρναγαν ως ερπετά, με τους τροχούς τους συνέχεια στο έδαφος, αυτοί που το μάτι τους κόβει διαφορετικά επιλέγουν γραμμές με φαντασία, κατάλληλες για τις ταχύτητες που αυτοί μπορούν να κινηθούν. Για παράδειγμα, στην αρχή της enduro test υπήρχε μια μικρή ρεματιά. Κινούμενοι από πριν σε ευθεία με το σημείο που θα ήθελαν να προσγειωθούν, έψαχναν το πιο κατάλληλο σημείο απογείωσης και πηδούσαν τη ρεματιά, αποφεύγοντας τελευταία στιγμή τα δέντρα που ήταν απέναντι. Άσχετα δηλαδή με τις υψομετρικές διακυμάνσεις του εδάφους, αυτοί οι alien του enduro κινούνται σε ευθεία πορεία...

Πριν όμως μπουν με μοτοσυκλέτα στις ειδικές, κι ενώ τις περπατάνε, πολλές φορές μαζί με τους support, αρχίζουν την αποψίλωση. Αφαιρούν από το πάτημά τους μια πέτρα εδώ, ένα κλαδί πιο κει, παρεμβαίνοντας στο έδαφος των ειδικών με τέτοιο τρόπο ώστε πριν αρχίσει ο αγώνας, η χάραξη των ειδικών μπορεί να είναι η αρχική, αλλά το έδαφός τους δεν έχει καμία σχέση. "Αυτοί τις έχουν αποψιλώσει τις ειδικές!", έλεγαν οι αναβάτες της οργάνωσης. Στόχος τους βέβαια η μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα στις επιλεγμένες τους γραμμές, χωρίς εκπλήξεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πτώση. Δεν είναι όμως πως μόνο αφαιρούν πέτρες και ξύλα από τις ειδικές, προσθέτουν κιόλας αν τους βολεύει, όπως είδαμε πριν το special test της Παρασκευής, όπου κάποιος από την ομάδα της ΚΤΜ έβαλε μια πέτρα να ακουμπάει στους κορμούς. Και που πάτησε ο Meo όταν πέρασε από κει; Κέντραρε την πέτρα και πήδηξε πιο εύκολα και πιο ασφαλής τους κορμούς. Η δουλειά αναγνώρισης των ειδικών από αναβάτες και support συνεχίζεται και κατά τη διάρκεια κάθε αγωνιστικής ημέρας. Πριν μπουν στις ειδικές, αρκετοί αναβάτες έκαναν μια παράκαμψη αφήνοντας την απλή, κι έριχναν μια ματιά σε σημεία της ειδικής που τους προβλημάτιζαν για το πως θα κερδίσουν κανένα δεκατάκι, για να δουν πως έχουν γίνει. Την ίδια ώρα, οι support αναβάτες αλλά και... πεζοπόρα τμήματα, περπάταγαν τις ειδικές και συνέχιζαν την διαμόρφωσή τους, κυρίως απομακρύνοντας πέτρες ή "γλυκαίνοντας" κάποιο πάτημα. Επιπλέον, μερικοί από αυτούς, οι παλουκοφόροι, έπαιρναν ένα παλούκι απ’ αυτά που πάνω τους δένεται η κορδέλα των ειδικών, κι ενώ οι ίδιοι στέκονταν πίσω από την κορδέλα οριοθέτησης, έβαζαν την μύτη του παλουκιού ακριβώς στο πάτημα που έπρεπε να ακολουθήσει ο αναβάτης τους, τραβώντας το πίσω μόνο όταν αυτός είχε φτάσει στο μέτρο! Αμέσως μετά, έτρεχαν σε άλλο σημείο της ειδικής, κι επαναλάμβαναν το ίδιο. Το τι αντιλαμβάνονται οι θεατές ως πάτημα και το τι αντιλαμβάνονται οι αναβάτες, είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα. Κι όταν κάποιοι θεατές έβαλαν πέτρες σ’ ένα πάτημα που είχε κατ’ αυτούς χαλάσει, κι είχε φτιάξει βαθύ λούκι, είχαμε πτώσεις αναβατών. Πως γίνεται να θυμούνται τόσα χιλιόμετρα ειδικών, και μάλιστα να προσαρμόζονται στις αλλαγές του εδάφους τους σε κάθε πέρασμα; Μερικά από τα παραπάνω που αναφέραμε το εξηγούν, συν το ότι αυτή είναι η δουλειά τους κι έχουν αναπτύξει ιδιαίτερη μεθοδολογία για να την κάνουν. Κωδικοποιούν τα σημεία των ειδικών που τους ενδιαφέρουν περισσότερο με "Κάπα", όπως γίνεται και στις στροφές μια πίστας, Κ1, Κ2, Κ3. Μετά, έχουν συνεχή πληροφόρηση για τις αλλαγές στα πατήματα της ειδικής από τους ανθρώπους υποστήριξης που έχει η ομάδα, συν την επιτόπου επιβεβαίωση των "παλουκοφόρων". Και πάλι, όπως ο Meo που το Σάββατο ξεκίνησε αγχωμένος κι ήταν ακόμα πιο αρκουδιάρης στην οδήγηση απ’ ότι συνήθως, είχε δύο πτώσεις μέσα σε ειδικές. Αυτό κοστίζει πολλές θέσεις όταν οι μνηστήρες για την νίκη σε κάθε κατηγορία είναι πάνω από πέντε, μερικές φορές και στο ίδιο δευτερόλεπτο...

Είδα αρκετά περάσματα στην αρχή της ειδικής extreme, όπου οι enduro aliens προτιμούσαν να πηδήξουν ευθεία το ρέμα, περνώντας ανάμεσα από δυο πλατάνια και σκάζοντας στις πέτρες απέναντι, παρά να χάσουν χρόνο στρίβοντας δεξιά και μετά αριστερά, κάτω και πάνω, μέσα στις βρεγμένες κροκάλες. Για το πρώτο και το δεύτερο πέρασμα το πάτημα απογείωσης ήταν καλό, μετά όμως έφτιαξε λούκι και δεν ήταν εύκολο να πηδήξουν ούτε τόσο μακριά ούτε τόσο ψηλά όσο θα ήθελαν. Το αποτέλεσμα ήταν αρκετές πτώσεις, στις οποίες οι άτιμοι δεν άφηναν με τίποτα το τιμόνι, άσχετα αν είχαν κοπανήσει το κράνος τους σε βραχάκι ή είχαν φύγει με τα πόδια ψηλά κι είχαν καταλήξει μπροστά από το πεσμένο μηχανάκι. Το θέμα ήταν να μην σβήσει, και χάσουν κι άλλο χρόνο... Ένας από αυτούς που έπεσαν, Πορτογάλος αναβάτης, χτύπησε μια θεατή που καθόταν πίσω από τα πανό, σε επικίνδυνο όμως σημείο, ευθεία απέναντι από το σημείο απογείωσης. Προς τιμήν του, μόλις τερμάτισε την ειδική έτρεξε σχεδόν εκατό μέτρα μπρος πίσω, κι ήρθε να ζητήσει συγνώμη: "I’m very sorry, very sorry…", για να φύγει μετά ξανά τρέχοντας και να συνεχίσει τον αγώνα του.
Ήταν μαγικό να παρακολουθεί κανείς, κι όχι μόνο τους καταξιωμένους παγκόσμιους, αλλά και τους αναβάτες της κατηγορίας Youth, δεκάξι ως δεκαοκτώ ετών, με τα 125 τους. Οι καλοί από αυτούς έκαναν και χρόνους μέσα στην δεκάδα γενικής (!), οδηγώντας αέρινα στα πιο δύσκολα κομμάτια των ειδικών. Σκεφτείτε εδώ, πως με δεκάξι ειδικές κάθε μέρα, και επτά ως οκτώ ώρες οδήγησης σε τερέν καθαρά εκτός δρόμου, για να μπορείς να ορμάς μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο ειδικής της δεύτερης μέρας, η αντοχή που απαιτείται τους κατατάσσει αυτόματα σε κατηγορία κορυφαίων αθλητών. Ακόμα και οι 16χρονοι πιτσιρικάδες είναι alien, όχι μόνο ο Marquez κι όσοι τον κυνηγούν στα MotoGP. Από κει και πάνω, προς το καλύτερο, άστο... Μιλάμε για υπεραθλητές. Εννιά παρά είκοσι το Σάββατο το βράδυ ο Seistola πήγε για ύπνο στο δωμάτιό του...

Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια τάση απαξίωσης του enduro, με αφορμή την συμμετοχή πρώην αναβατών motocross, με βάση ίσως θεωρητική και απόλυτη προσέγγιση που δεν δέχεται την μετακίνηση αναβατών από το ένα άθλημα στο άλλο. Οι περισσότεροι από τους κορυφαίους αναβάτες των τελευταίων χρόνων προέρχονται από το χώρο του motocross, κι αυτό είναι γεγονός. Επίσης γεγονός είναι πως δεν είναι όλοι οι μοτοκροσάδες επιτυχημένοι στο enduro, όπως δεν είναι και εύκολη η μετάβασή τους στο enduro. Οι ίδιοι οι αγώνες enduro, απαιτούν ένα σπάνιο συνδυασμό προσόντων, ταχύτητας, αντοχής και διαφορετικής ματιάς στο έδαφος που κινούνται. Γεγονός επίσης είναι, πως από παλιά, αν ήθελες να διακριθείς στο enduro θα έπρεπε να κάνεις και motocross, αγώνες και προπονήσεις, και πως αυτοί οι αναβάτες έχουν ανεβάσει κατά πολύ το επίπεδο, πολύ περισσότερο από το να είχαν συνεχίσει να γίνονται οι αγώνες με συμμετέχοντες που έχουν κάνει μόνο enduro στη ζωή τους. Υπάρχουν όμως κι άλλα κίνητρα, οικονομικά. Είναι πολύ δύσκολο για έναν αναβάτη motocross να βρει ανταγωνιστική ομάδα στο παγκόσμιο, στην οποία θα πληρώνεται αντί να πληρώνει, σε σχέση με το enduro. Οπότε, είναι και βιοποριστικοί οι λόγοι, ή τουλάχιστον, αυτοί οι αναβάτες καταφέρνουν να συνεχίζουν να αγωνίζονται σε κορυφαίο επίπεδο, αντί να πληρώνουν για να συμμετέχουν στο παγκόσμιο motocross. Δείτε το κι αντίστροφα: Για να τα καταφέρεις στο enduro, πρέπει ήδη να είσαι πρωταθλητής motocross στη χώρα σου και με θητεία στη δεκάδα του παγκοσμίου, και κατόπιν να μάθεις και μια νέα τέχνη. Κι αυτό μάλλον κάνει τους εντουράδες πιο πολυτάλαντους και ολοκληρωμένους αναβάτες.