editorial 535 - Παγκόσμιες ιστορίες

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

30/5/2014

Πέμπτη μεσημέρι κατά τις δύο, φτάνουμε στα Μετέωρα. Σιγά μη λείπαμε από το μεγαλύτερο γεγονός της χρονιάς. Παγκόσμιο πρωτάθλημα enduro είναι αυτό, δεν είναι παίξε γέλασε, το 2011 που είχε ξαναγίνει στην ίδια περιοχή μας είχαν πέσει τα σαγόνια κάτω μ’ αυτά που είδαμε. Τότε είχε ψηφιστεί ως ο καλύτερος αγώνας της χρονιάς, ανάμεσα σε όλες τις διοργανώσεις του παγκοσμίου. Οι ίδιοι άνθρωποι, μια διάσπαση λέσχης και μια ίδρυση καινούργιας μετά, διεκδικούν και πάλι το ίδιο βραβείο. Με το σπαθί τους. Ομάδες και αναβάτες είχαν μόνο τα καλύτερα λόγια να πουν. Για μας είναι σαν να το έχουν πάρει ήδη.
Βιάζομαι όμως. Ζαλισμένοι ακόμα από το ταξίδι, ξεφορτώνουμε τα μηχανάκια και ντυνόμαστε για να πάμε να κάνουμε τις απλές. Η σηματοδότηση συνεχίζεται ακόμα, βρίσκουμε αναβάτες της οργάνωσης να την συμπληρώνουν, τους λέμε για κάποια σημεία που τα σήματα έχουν πέσει ή είναι ασαφή. Μονοπάτια γνώριμα αλλά και καινούργια, καθόλου χωματόδρομοι, μερικές ενδιαφέρουσες ανηφόρες έτσι για να μην είναι όλη η απλή περίπατος. Ξέρουμε καλά πως τα μονοπάτια που σήμερα κάνουμε σχεδόν απάτητα, μετά τον αγώνα θα έχουν αλλάξει τελείως μορφή. Την περασμένη Κυριακή, οι οργανωτές έστηναν τις ειδικές μέσα σε καταρρακτώδη βροχή, αλλά τέσσερις μέρες μετά το μέρος έχει στεγνώσει κι έχει σκόνη, τόση που στις ανηφόρες αν είχες δύο μηχανάκια μπροστά σου δεν έβλεπες τίποτα, κι απλώς έλπιζες πως δεν θα βρεις κάποια πέτρα ή χαντάκι. Και νύχτα χωρίς φώτα να οδηγούσες, το ίδιο θα ήταν...
Βγαίνουμε στις ειδικές, που είναι η μια δίπλα στην άλλη, διαφορετικές όμως μεταξύ τους, κι έχουν ένα μεγάλο μερίδιο στην επιτυχία αυτού του αγώνα. Δύσκολες όσο πρέπει, μεγάλες σε διάρκεια, βγάζουν διαφορές στους χρόνους τέτοιες που να είναι δυνατή επίθεση για τα χαμένα δευτερόλεπτα και το κυνήγι των θέσεων. Σε κεντρική θέση είναι και το service με τα φορτηγάκια των ομάδων, κι όλοι όσοι υποστηρίζουν την προσπάθεια των αναβατών δεν χρειάζεται να μετακινηθούν πολύ. Όπως διαπιστώσαμε για ακόμα μια φορά, ο αγώνας δεν κερδίζεται μόνο στις ειδικές, αλλά και στην προετοιμασία πριν τον αγώνα. Οι περισσότεροι από τους παγκόσμιους ήταν εκεί μια βδομάδα πριν τον αγώνα, με τους αναβάτες να περπατούν τις ειδικές και τους support αναβάτες να ψάχνουν τα σημεία των απλών όπου μπορούν να συναντήσουν τους αναβάτες. Η αναγνώριση των ειδικών από τους αγωνιζόμενους, που γίνεται μόνο με τα πόδια, έχει εξελιχθεί σε επιστήμη. Περπατάνε συνολικά δεκάδες χιλιόμετρα, αφού δεν τις κάνουν μόνο μία φορά. Βασική τους αρχή: η ευθεία είναι ο συντομότερος δρόμος, κι αυτή η ευθεία δεν πρέπει να έχει εκπλήξεις. Βλέπαμε τους αναβάτες να κοιτούν τα ρέματα και τις πλαγιές σαν τοπογράφοι, βάζοντας το χέρι τεντωμένο μπροστά για να "γράψουν" οπτικά μια νοητή ευθεία. Έχοντας αποφασίσει για την γραμμή τους, κι άσχετα αν αυτή έχει εμπόδια που οι κοινοί θνητοί θα πέρναγαν ως ερπετά, με τους τροχούς τους συνέχεια στο έδαφος, αυτοί που το μάτι τους κόβει διαφορετικά επιλέγουν γραμμές με φαντασία, κατάλληλες για τις ταχύτητες που αυτοί μπορούν να κινηθούν. Για παράδειγμα, στην αρχή της enduro test υπήρχε μια μικρή ρεματιά. Κινούμενοι από πριν σε ευθεία με το σημείο που θα ήθελαν να προσγειωθούν, έψαχναν το πιο κατάλληλο σημείο απογείωσης και πηδούσαν τη ρεματιά, αποφεύγοντας τελευταία στιγμή τα δέντρα που ήταν απέναντι. Άσχετα δηλαδή με τις υψομετρικές διακυμάνσεις του εδάφους, αυτοί οι alien του enduro κινούνται σε ευθεία πορεία...

Πριν όμως μπουν με μοτοσυκλέτα στις ειδικές, κι ενώ τις περπατάνε, πολλές φορές μαζί με τους support, αρχίζουν την αποψίλωση. Αφαιρούν από το πάτημά τους μια πέτρα εδώ, ένα κλαδί πιο κει, παρεμβαίνοντας στο έδαφος των ειδικών με τέτοιο τρόπο ώστε πριν αρχίσει ο αγώνας, η χάραξη των ειδικών μπορεί να είναι η αρχική, αλλά το έδαφός τους δεν έχει καμία σχέση. "Αυτοί τις έχουν αποψιλώσει τις ειδικές!", έλεγαν οι αναβάτες της οργάνωσης. Στόχος τους βέβαια η μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα στις επιλεγμένες τους γραμμές, χωρίς εκπλήξεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πτώση. Δεν είναι όμως πως μόνο αφαιρούν πέτρες και ξύλα από τις ειδικές, προσθέτουν κιόλας αν τους βολεύει, όπως είδαμε πριν το special test της Παρασκευής, όπου κάποιος από την ομάδα της ΚΤΜ έβαλε μια πέτρα να ακουμπάει στους κορμούς. Και που πάτησε ο Meo όταν πέρασε από κει; Κέντραρε την πέτρα και πήδηξε πιο εύκολα και πιο ασφαλής τους κορμούς. Η δουλειά αναγνώρισης των ειδικών από αναβάτες και support συνεχίζεται και κατά τη διάρκεια κάθε αγωνιστικής ημέρας. Πριν μπουν στις ειδικές, αρκετοί αναβάτες έκαναν μια παράκαμψη αφήνοντας την απλή, κι έριχναν μια ματιά σε σημεία της ειδικής που τους προβλημάτιζαν για το πως θα κερδίσουν κανένα δεκατάκι, για να δουν πως έχουν γίνει. Την ίδια ώρα, οι support αναβάτες αλλά και... πεζοπόρα τμήματα, περπάταγαν τις ειδικές και συνέχιζαν την διαμόρφωσή τους, κυρίως απομακρύνοντας πέτρες ή "γλυκαίνοντας" κάποιο πάτημα. Επιπλέον, μερικοί από αυτούς, οι παλουκοφόροι, έπαιρναν ένα παλούκι απ’ αυτά που πάνω τους δένεται η κορδέλα των ειδικών, κι ενώ οι ίδιοι στέκονταν πίσω από την κορδέλα οριοθέτησης, έβαζαν την μύτη του παλουκιού ακριβώς στο πάτημα που έπρεπε να ακολουθήσει ο αναβάτης τους, τραβώντας το πίσω μόνο όταν αυτός είχε φτάσει στο μέτρο! Αμέσως μετά, έτρεχαν σε άλλο σημείο της ειδικής, κι επαναλάμβαναν το ίδιο. Το τι αντιλαμβάνονται οι θεατές ως πάτημα και το τι αντιλαμβάνονται οι αναβάτες, είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα. Κι όταν κάποιοι θεατές έβαλαν πέτρες σ’ ένα πάτημα που είχε κατ’ αυτούς χαλάσει, κι είχε φτιάξει βαθύ λούκι, είχαμε πτώσεις αναβατών. Πως γίνεται να θυμούνται τόσα χιλιόμετρα ειδικών, και μάλιστα να προσαρμόζονται στις αλλαγές του εδάφους τους σε κάθε πέρασμα; Μερικά από τα παραπάνω που αναφέραμε το εξηγούν, συν το ότι αυτή είναι η δουλειά τους κι έχουν αναπτύξει ιδιαίτερη μεθοδολογία για να την κάνουν. Κωδικοποιούν τα σημεία των ειδικών που τους ενδιαφέρουν περισσότερο με "Κάπα", όπως γίνεται και στις στροφές μια πίστας, Κ1, Κ2, Κ3. Μετά, έχουν συνεχή πληροφόρηση για τις αλλαγές στα πατήματα της ειδικής από τους ανθρώπους υποστήριξης που έχει η ομάδα, συν την επιτόπου επιβεβαίωση των "παλουκοφόρων". Και πάλι, όπως ο Meo που το Σάββατο ξεκίνησε αγχωμένος κι ήταν ακόμα πιο αρκουδιάρης στην οδήγηση απ’ ότι συνήθως, είχε δύο πτώσεις μέσα σε ειδικές. Αυτό κοστίζει πολλές θέσεις όταν οι μνηστήρες για την νίκη σε κάθε κατηγορία είναι πάνω από πέντε, μερικές φορές και στο ίδιο δευτερόλεπτο...

Είδα αρκετά περάσματα στην αρχή της ειδικής extreme, όπου οι enduro aliens προτιμούσαν να πηδήξουν ευθεία το ρέμα, περνώντας ανάμεσα από δυο πλατάνια και σκάζοντας στις πέτρες απέναντι, παρά να χάσουν χρόνο στρίβοντας δεξιά και μετά αριστερά, κάτω και πάνω, μέσα στις βρεγμένες κροκάλες. Για το πρώτο και το δεύτερο πέρασμα το πάτημα απογείωσης ήταν καλό, μετά όμως έφτιαξε λούκι και δεν ήταν εύκολο να πηδήξουν ούτε τόσο μακριά ούτε τόσο ψηλά όσο θα ήθελαν. Το αποτέλεσμα ήταν αρκετές πτώσεις, στις οποίες οι άτιμοι δεν άφηναν με τίποτα το τιμόνι, άσχετα αν είχαν κοπανήσει το κράνος τους σε βραχάκι ή είχαν φύγει με τα πόδια ψηλά κι είχαν καταλήξει μπροστά από το πεσμένο μηχανάκι. Το θέμα ήταν να μην σβήσει, και χάσουν κι άλλο χρόνο... Ένας από αυτούς που έπεσαν, Πορτογάλος αναβάτης, χτύπησε μια θεατή που καθόταν πίσω από τα πανό, σε επικίνδυνο όμως σημείο, ευθεία απέναντι από το σημείο απογείωσης. Προς τιμήν του, μόλις τερμάτισε την ειδική έτρεξε σχεδόν εκατό μέτρα μπρος πίσω, κι ήρθε να ζητήσει συγνώμη: "I’m very sorry, very sorry…", για να φύγει μετά ξανά τρέχοντας και να συνεχίσει τον αγώνα του.
Ήταν μαγικό να παρακολουθεί κανείς, κι όχι μόνο τους καταξιωμένους παγκόσμιους, αλλά και τους αναβάτες της κατηγορίας Youth, δεκάξι ως δεκαοκτώ ετών, με τα 125 τους. Οι καλοί από αυτούς έκαναν και χρόνους μέσα στην δεκάδα γενικής (!), οδηγώντας αέρινα στα πιο δύσκολα κομμάτια των ειδικών. Σκεφτείτε εδώ, πως με δεκάξι ειδικές κάθε μέρα, και επτά ως οκτώ ώρες οδήγησης σε τερέν καθαρά εκτός δρόμου, για να μπορείς να ορμάς μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο ειδικής της δεύτερης μέρας, η αντοχή που απαιτείται τους κατατάσσει αυτόματα σε κατηγορία κορυφαίων αθλητών. Ακόμα και οι 16χρονοι πιτσιρικάδες είναι alien, όχι μόνο ο Marquez κι όσοι τον κυνηγούν στα MotoGP. Από κει και πάνω, προς το καλύτερο, άστο... Μιλάμε για υπεραθλητές. Εννιά παρά είκοσι το Σάββατο το βράδυ ο Seistola πήγε για ύπνο στο δωμάτιό του...

Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια τάση απαξίωσης του enduro, με αφορμή την συμμετοχή πρώην αναβατών motocross, με βάση ίσως θεωρητική και απόλυτη προσέγγιση που δεν δέχεται την μετακίνηση αναβατών από το ένα άθλημα στο άλλο. Οι περισσότεροι από τους κορυφαίους αναβάτες των τελευταίων χρόνων προέρχονται από το χώρο του motocross, κι αυτό είναι γεγονός. Επίσης γεγονός είναι πως δεν είναι όλοι οι μοτοκροσάδες επιτυχημένοι στο enduro, όπως δεν είναι και εύκολη η μετάβασή τους στο enduro. Οι ίδιοι οι αγώνες enduro, απαιτούν ένα σπάνιο συνδυασμό προσόντων, ταχύτητας, αντοχής και διαφορετικής ματιάς στο έδαφος που κινούνται. Γεγονός επίσης είναι, πως από παλιά, αν ήθελες να διακριθείς στο enduro θα έπρεπε να κάνεις και motocross, αγώνες και προπονήσεις, και πως αυτοί οι αναβάτες έχουν ανεβάσει κατά πολύ το επίπεδο, πολύ περισσότερο από το να είχαν συνεχίσει να γίνονται οι αγώνες με συμμετέχοντες που έχουν κάνει μόνο enduro στη ζωή τους. Υπάρχουν όμως κι άλλα κίνητρα, οικονομικά. Είναι πολύ δύσκολο για έναν αναβάτη motocross να βρει ανταγωνιστική ομάδα στο παγκόσμιο, στην οποία θα πληρώνεται αντί να πληρώνει, σε σχέση με το enduro. Οπότε, είναι και βιοποριστικοί οι λόγοι, ή τουλάχιστον, αυτοί οι αναβάτες καταφέρνουν να συνεχίζουν να αγωνίζονται σε κορυφαίο επίπεδο, αντί να πληρώνουν για να συμμετέχουν στο παγκόσμιο motocross. Δείτε το κι αντίστροφα: Για να τα καταφέρεις στο enduro, πρέπει ήδη να είσαι πρωταθλητής motocross στη χώρα σου και με θητεία στη δεκάδα του παγκοσμίου, και κατόπιν να μάθεις και μια νέα τέχνη. Κι αυτό μάλλον κάνει τους εντουράδες πιο πολυτάλαντους και ολοκληρωμένους αναβάτες.

editorial τ.530 - αξίζουν και τώρα!

Από το

Μαύρο Σκύλο

25/12/2013

Ένα από τα άσχημα των εποχών με αφθονία χρήματος ήταν πως έκαναν τις μοτοσυκλέτες να μοιάζουν αναλώσιμες. Όταν υπάρχει η δυνατότητα συχνών αλλαγών, και πολλοί δεν το σκέφτονταν δεύτερη φορά πριν πουλήσουν τη μια κι αγοράσουν την άλλη, μια παρενέργεια είναι πως μειώνεται ο χρόνος ενασχόλησης με την ίδια την μοτοσυκλέτα. Κι όταν δεν της βάζεις χέρι, όταν δεν την γνωρίζεις λίγο πιο βαθιά, όταν μόνο το συνεργείο ασχολείται μαζί της, τότε χάνεις πολλά από την σχέση σου μαζί της. Λόγω της ίδιας ευκολίας στην απόκτηση καινούργιας, στα παλιότερα μοντέλα κανείς δεν έδινε σημασία, κι ειδικά σ' αυτά που δεν ήταν τόσο παλιά ή σπάνια ώστε να θεωρούνται κλασικά, ειδικά σ' αυτά που δεν είχαν αξία χρηματική παρά μόνο συναισθηματική. Πολλές τέτοιες μοτοσυκλέτες βρίσκονται παρατημένες σε αυλές, αποθήκες και υπόγεια, μοτοσυκλέτες που τόσα είχαμε ζήσει μαζί τους αλλά κάποια στιγμή παροπλίστηκαν και ξεχάστηκαν. Ξανασκεφτείτε το, γιατί αυτές οι μοτοσυκλέτες αξίζουν και τώρα.

Η κατηγορία αυτή των Μοτοσυκλετών Συναισθηματικής Αξίας ξεφεύγει από τις συνήθεις κλασικές, κι όχι μόνο λόγω ηλικίας. Υπάρχει μια τεράστια διαφορά: Αυτές οι μοτοσυκλέτες έχουν αξία ειδικά και αποκλειστικά για τον ιδιοκτήτη τους, σε αντίθεση με τις κοινώς και παγκοσμίως αποδεκτές "ιστορικές". Ένα ταπεινό XL185S δεν έχει την χρηματική αξία ή την αίγλη ενός RC30, αλλά για αυτόν που το έχει στην καρδιά του λέει πολλά, ενώ το superbike μπορεί να το θαυμάζεις, αλλά να είναι συναισθηματικά αδιάφορο. Μπορεί την μοτοσυκλέτα να την είχες μικρός ή να την έχεις ακόμα κάπου παρατημένη, μπορεί να την θυμάσαι να περνάει κι εσύ να χάσκεις με το στόμα ανοιχτό, μπορεί να την είχε ο πατέρας σου και πάνω της να έκανες την πρώτη σου βόλτα. Μπορεί να ήταν μια φωτογραφία μόνο που κάποτε είχες δει σ' ένα περιοδικό, μπορεί να μην είχες καμιά παλιότερη επαφή μαζί της αλλά για τους δικούς σου μοναδικούς λόγους να έφαγες την φλασιά: "Θέλω να ζήσω πράγματα μαζί της". Και να ξεκινήσεις για ένα μοναδικό ταξίδι, που θα σε ανταμείψει πλούσια πριν καν πάρει μπρος ο κινητήρας και διανύσεις τα πρώτα μέτρα. Το πιο ενθαρρυντικό απ' όλα δεν είναι πως κάποιοι παλιοί μοτοσυκλετιστές βγάζουν ξανά στο δρόμο τις παλιές τους αγάπες, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Πολλοί νέοι αποφασίζουν να ασχοληθούν για πρώτη φορά με την μοτοσυκλέτα κι αντί να κλαίγονται που δεν έχουν χρήματα να αγοράσουν το τελευταίο σούπερ ουάου μοντέλο, μαζεύουν ένα παλιό μηδαμινής ή μηδενικής αξίας και το ξαναβγάζουν σε κυκλοφορία, με πολλή προσωπική ενασχόληση. Κι ίσως να μην υπάρχει καλύτερος τρόπος για να αρχίσει κάποιος το ταξίδι του στον κόσμο της μοτοσυκλέτας. Για σκεφτείτε το: Πριν καν την οδηγήσει, θα την έχει λύσει, επισκευάσει, συντηρήσει και ξαναδέσει, χτίζοντας μια μοναδική σχέση μαζί της. Και στην εποχή της ηλεκτρονικής "κοινωνικότητας", όταν οι άλλοι είναι σκυμμένοι στα έξυπνα κινητά τους και θεωρούν πως "επικοινωνούν", υπάρχουν παρέες που πραγματικά ζουν και επικοινωνούν μέσω κοινών δράσεων, που μαθαίνουν και διασκεδάζουν ξαναδίνοντας ζωή σε μια μοτοσυκλέτα, ξοδεύοντας λιγότερα χρήματα από το κόστος ενός καλού laptop.

Στην πορεία, ξαναζωντανεύουν τέχνες και τεχνικές που κινδυνεύουν να χαθούν, σώζονται γνώσεις και ανασύρονται πατέντες, εφευρίσκονται νέες και οι παρέες περνάνε καλά πριν ακόμα την πρώτη τους βόλτα. Το ευτύχημα είναι πως όλες αυτές οι συναισθηματικής αξίας μοτοσυκλέτες δεν χρειάζονται εξειδικευμένο εξοπλισμό για την συντήρηση και την ρύθμισή τους, καθώς τα ηλεκτρονικά τους λάμπουν δια της απουσίας τους, και τα διαγνωστικά ήταν άγνωστη λέξη όταν φτιάχτηκαν. Με βασικά εργαλεία και όρεξη μπορούν να γίνουν οι περισσότερες δουλειές, χωρίς να είναι απαραίτητα τα Τρία Χι της αναπαλαίωσης κλασικών μοτοσυκλετών: Χρήμα, Χρόνος, Χώρος. Ένας χώρος κάπου θα βρεθεί, χρόνος επίσης, ενώ το χρήμα είναι ελάχιστο, ειδικά όταν δεν σε απασχολεί η αυθεντικότητα και ξεφύγεις από το "100% original". Έτσι, ξεφεύγεις και από τα νύχια του αετονύχη που σε περιμένει με ακονισμένο το ξυράφι για να σου πουλήσει το καρασπάνιο original παπαράκι που θεωρεί πως αξίζει το βάρος του σε χρυσό. Κι έχει μεγαλύτερη αξία να καταφέρεις να σώσεις εξαρτήματα, παρά να έχεις φουσκωτό πορτοφόλι και να τα πάρεις όλα καινούργια. Πως ξανανιώνει ένα πλαστικό; Πως θα μπαλώσεις το σκουριασμένο φτερό χωρίς να φαίνεται; Πως θα ξεσκουριάσεις ζάντες και ακτίνες; Πως θα ξεβάψεις το πλαίσιο; Που θα βρεις "βαρελάκια" για να αλλάξεις συρματόσχοινα στις ντίζες; Πως θα καθαρίσεις το καρμπυρατέρ; Τις βίδες; Πως βγαίνουν τα ρουλεμάν των τροχών; Κι αυτά είναι λίγα μόνο από τα χιλιάδες ερωτήματα που θα δημιουργηθούν στην πορεία μιας ανακατασκευής, και που θα οδηγήσουν σε αντίστοιχες απαντήσεις και γνώση.

Φυσικά, κάποια στιγμή μπορεί να χρειαστούν αυθεντικά ανταλλακτικά, γιατί αυτά θέλεις, κι όχι κάποια πατέντα. Μέχρι στιγμής, υπήρχε μόνο μία εταιρεία που ενεργά στηρίζει με ανταλλακτικά παλιά (πολύ παλιά...) μοντέλα, κι αυτή είναι η BMW, που έχει κατάλογο με τα ανταλλακτικά των κλασικών της. Πρόσφατα όμως, η Suzuki στην Αγγλία ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα παλαιών ανταλλακτικών, που θα διατίθενται online για δημοφιλή μοντέλα του παρελθόντος. Η αρχή γίνεται με το πρώτο RGV250Γ, για το οποίο μπορεί κανείς να βρει εκτός από ανταλλακτικά, service και parts manual, όπως και προσπέκτους (τα manual είναι δωρεάν και μπορεί να τα κατεβάσει οποιοσδήποτε). Κάθε τρίμηνο θα ακολουθεί ένα ακόμα μοντέλο, όπως τα πρώτα GSX-R, το δίχρονο υγρόψυκτο 750 (ο "βραστήρας"), το GS1000S, η μεγάλη Katana 1100, το 250 Χ7 και άλλα. Ενστικτωδώς, έχουμε σε μεγαλύτερη εκτίμηση κάθε εταιρεία που σέβεται το παρελθόν της, και δεν το έχει ξεχάσει κοιτάζοντας μόνο το σήμερα. Ακόμα κι αν δεν υπάρχουν σε στοκ τα ανταλλακτικά (η Suzuki δεν διευκρινίζει αν θα ξαναφτιαχτούν ανταλλακτικά για αυτά τα μοντέλα ή θα διατίθεται το στοκ μέχρι να εξαντληθεί, αν και είναι λίγο απίθανο να έχουν πλήρες στοκ για GT750 και GS1000S, οπότε μάλλον θα τα ξαναφτιάξουν...) κάθε εταιρεία θα μπορούσε να έχει σε ειδικό site τα service manual και τους καταλόγους των ανταλλακτικών για τα προ εικοσαετίας μοντέλα της, βοηθώντας την ίδια της την ιστορία να παραμείνει ζωντανή και εμπνέοντας τους αναβάτες να μείνουν "πιστοί" στην μάρκα. Έτσι κι αλλιώς, μοτοσυκλέτες τέτοιας ηλικίας σπάνια περνούν την πόρτα εξουσιοδοτημένων συνεργείων, οπότε δεν πρόκειται να χάσουν χρήματα, και οι κατάλογοι των ανταλλακτικών μπορούν να χρησιμεύσουν και για παραγγελίες αλλά και για τις πολύ συχνές απορίες του στυλ "τώρα που στο διάολο έμπαινε αυτή η ροδέλα...". Ανοίγεις το parts list και βλέπεις άμεσα που πάει κάθε παπαράκι και κάθε καυλιτζέκι, γιατί πάντα είναι αυτά τα αγνώστου προορισμού και θέσεως εξαρτήματα που κάτι σου θυμίζουν, αλλά που με τίποτα δεν θυμάσαι που ακριβώς πάνε.

Αυτή η τάση, της αναγέννησης των Μοτοσυκλετών Συναισθηματικής Αξίας που Αξίζουν και Τώρα (ακριβώς γιατί έχουν συναισθηματική αξία!), συνδυάζεται ιδανικά και με το customizing. Ας ξεχάσουμε όμως καλύτερα την εποχή που custom σήμαινε "ψευτοτσόπερ", μοτοσυκλέτα δηλαδή μαζικής παραγωγής που αντλούσε το στυλ της από τις πραγματικά custom κατασκευές της αμερικάνικης δύσης, που σήμερα λέγεται cruiser. Περιφραστικά, θα μπορούσαμε να περιγράψουμε το customizing ως την διαδικασία με την οποία μετατρέπεται εμφανισιακά και λειτουργικά μια μοτοσυκλέτα έτσι ώστε να ταιριάζει με τα γούστα του ιδιοκτήτη της. Και τα café racer τέτοια είναι, και τα street trackers, και τα scrambler style και τόσα άλλα που δεν έχουν όνομα αλλά τους δίνει υπόσταση η φαντασία και η εργασία του κατασκευαστή τους. Ακόμα και ένα rat bike, custom είναι, φτιάχτηκε "επί τούτου". To customizing (και παρακαλώ τον Λύκο ως προφέσορα της Αγγλικής να εφεύρει τον ελληνικό όρο) αφορά όλες τις μοτοσυκλέτες, από τις πιο μικρές και φτηνές ως τις πιο μεγάλες και ακριβές. Όλοι μας λίγο πολύ κάτι κάνουμε στις μοτοσυκλέτες μας, κάποια πινελιά δική μας προσθέτουμε, είναι όμως οι πιο εκτεταμένες επεμβάσεις που μπορούν να βγάλουν αριστουργήματα ή εκτρώματα. Αν γουστάρετε για παράδειγμα ιταλικά V2, ρίξτε μια ματιά στην Radical Ducati που φτιάχνει κάτι αριστουργήματα με σαφείς αναφορές στο παρελθόν. Ή δείτε το στυλ των Deus και των Wrenchmonkees, που έχει επηρεάσει δεκάδες άλλους επαγγελματίες καστομάδες. Κάπου εκεί συναντιέται η μοτοσυκλέτα με την τέχνη, κάπου εκεί είναι και η ευκαιρία του κάθε ερασιτέχνη να δημιουργήσει. Θέλει και λίγο προσοχή βέβαια, γιατί σε τέτοιες περιπτώσεις όλοι οι φίλοι και γνωστοί θεωρούν υποχρέωσή τους να σου δηλώσουν "έτσι θα το κάνεις!", για κάτι που οι ίδιοι δεν έχουν κάνει ποτέ. Καθώς η μοτοσυκλέτα είναι προσωπική υπόθεση, και μια custom μοτοσυκλέτα ακόμη περισσότερο, μπορείτε να θυμίσετε στους φίλους σας πως η καμήλα είναι άλογο που το έφτιαξε επιτροπή. Και στην ουσία, κάθε αναγέννηση μοτοσυκλέτας που θα την κάνει να ξεφύγει από την αυθεντική της μορφή, είναι customizing. To ενθαρρυντικό είναι πως με αυτή την διαδικασία, μοτοσυκλέτες που ποτέ δεν διεκδικούσαν βραβείο ομορφιάς, μπορούν να μετατραπούν σε κάτι αξιόλογο, συνήθως με την διαδικασία της αφαίρεσης, με στόχο μια πιο μίνιμαλ αισθητική. Ποιός θα περίμενε πως ένα Suzuki LS650 Savage μπορεί να μετατραπεί σχετικά εύκολα σε dirt tracker ή café racer; Κι όμως, λίγο φαντασία θέλει, να μπορείς να βιδώνεις και να ξεβιδώνεις βίδες, κι άντε, να βοηθήσουν και μερικοί φίλοι. Ακόμα και ασχημόπαπα σαν κάτι Yamaha SR250 και περίεργα σαν τον Χαρούμενο Χοντρούλη TW200, μπορούν να γίνουν "κουλά" μηχανάκια, μοναδικά σαν αυτόν που θα τα φτιάξει.

Μέσα από μια τέτοια διαδικασία, μπαίνεις λίγο και στα παπούτσια των κατασκευαστών, και αν εσύ δυσκολεύεσαι να αποφασίσεις πως θες να κάνεις την δική σου, την προσωπική σου μοτοσυκλέτα, καταλαβαίνεις τι μπελά έχουν στο κεφάλι τους όσοι σχεδιάζουν μια μοτοσυκλέτα που προορίζεται για να αρέσει σε όλο τον πλανήτη. Μια άλλη πτυχή του customizing είναι πως σε πολλές περιπτώσεις οι μοτοσυκλέτες γίνονται λειτουργικά χειρότερες, στο όνομα της εμφάνισης: Σέλες υποτυπώδεις, αναρτήσεις με μικρότερες διαδρομές, ο απολύτως ελάχιστος εξοπλισμός, μικρότερα ρεζερβουάρ, λάστιχα τετράγωνα... Κι όμως, αυτές οι "ελλείψεις" τελικά καταλήγουν να ενισχύουν την εμπειρία, και όχι να την μειώνουν. Μια custom μοτοσυκλέτα μπορεί και να πηγαίνει, να στρίβει, να φρενάρει χειρότερα, αλλά η εμπειρία της οδήγησής της να είναι ανώτερη της καλύτερης λειτουργικά αρχικής της μορφής. Να και κάτι άλλο λοιπόν που ενισχύει το γόητρο των custom μοτοσυκλετών: Η απόλαυση που παίρνεις από την οδήγησή τους είναι ανεξάρτητη από μετρήσιμα μεγέθη επιδόσεων, ή τεχνικά χαρακτηριστικά που θα έδιναν την νίκη σε μια λεκτική μάχη της καφετέριας.

Μου φαίνεται πως η επιστροφή σε μοτοσυκλέτες που για τον καθένα μας αξίζουν και τώρα, και που έχουν επιλεγεί με συναισθηματικά και όχι ορθολογιστικά κριτήρια, δεν είναι παρά μια έστω και ασυνείδητη επιστροφή στις αρχικές αξίες της μοτοσυκλέτας, τότε που ένας κινητήρας, ένα πλαίσιο, ένα ρεζερβουάρ και δύο ρόδες ήταν αρκετές για να νιώσεις μοναδικές συγκινήσεις, ή για να κάνεις το γύρο του κόσμου. Οι αυτοκινητάδες το έχουν χάσει αυτό το παιχνίδι. Πως να κάτσεις να κάνεις ένα σύγχρονο αυτοκίνητο απλό και ελαφρύ σαν ένα 2CV; Δεν γίνεται. Μια μοτοσυκλέτα όμως...