editorial 528 - Επικίνδυνη ζωή

Από το

Μαύρο Σκύλο

31/10/2013

Είμαι εναντίον κάθε μορφής προσηλυτισμού. Θρησκευτικού, πολιτικού, μοτοσυκλετιστικού, ό,τι κι αν είναι. Επίσης, είμαι... φανατικά εναντίον των φανατικών. Επειδή εμένα μου αρέσουν οι μοτοσυκλέτες, πρέπει να αρέσουν σε όλους; Δεν γίνεται. Με απασχολεί όμως το για ποιους λόγους οι νέες γενιές φαίνεται να μην ενθουσιάζονται με τις μοτοσυκλέτες. Το μεγαλύτερο πρόβλημα της μοτοσυκλέτας αυτή τη στιγμή είναι ότι οι αναβάτες γερνάνε, χωρίς να έρχονται νέοι για να εξισορροπήσουν την κατάσταση και να κατεβάσουν τον μέσο όρο ηλικίας, να φέρουν νέες ιδέες, νέες τάσεις, νέα πράγματα. Οι λόγοι πολλοί, και τους έχουμε αναλύσει. Πως να εκτιμήσει κάποιος τις συζητήσεις της παρέας πριν και μετά από κάθε βόλτα, όταν η "παρέα" δεν συζητά κατά πρόσωπο αλλά μέσω facebook; Πως να συναρπάσει κάποιον νέο η απλή χαρά της 3D κίνησης στο χώρο με μια μοτοσυκλέτα, όταν περνά όλη τη μέρα του και την νύχτα του σκοτώνοντας ακατάπαυστα εχθρούς σε παιχνίδια εικονικής πραγματικότητας; Γιατί όταν μπορείς να έχεις μια αυθεντική εμπειρία να προτιμάς την ψεύτικη; Και τι να λέμε τώρα, μας απασχολούν οι μοτοσυκλέτες, ενώ φαίνεται πως τους νέους ούτε το sex τους συγκινεί πια... Ένας από τους κύριους λόγους όμως είναι η φανατικά ρισκοφοβική δυτικού τύπου κοινωνία μας, που φαίνεται να δαιμονοποιεί το ρίσκο και να ξοδεύει πολλή ενέργεια και πόρους για να εξαλείψει κάθε πιθανότητα κινδύνου από την ζωή μας, σε μια τεράστια, ουτοπική όμως προσπάθεια. Ένα από τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας είναι η όλο και αυξανόμενη παραγωγή ηλιθίων. Οι άνθρωποι δεν μαθαίνουν πια να σκέφτονται και να κρίνουν, αλλά εκπαιδεύονται να περιμένουν από κάποιον άλλο να τους πει τι και πως πρέπει να κάνουν. Όταν αγοράζεις ένα καλό κράνος στις ΗΠΑ, η ζελατίνα του γράφει επάνω "DO NOT PAINT" και "DO NOT COVER". Πείτε μου τώρα, πόσο στόκος πρέπει να είσαι για να βάψεις την ζελατίνα του κράνους ή να την γεμίσεις αυτοκόλλητα και να μην βλέπεις μπροστά σου; Αντίστοιχα, υπάρχουν αυτή την στιγμή αυτοκίνητα παραγωγής που αν το επέτρεπε η νομοθεσία θα μπορούσαν να σε πάνε στον προορισμό σου χωρίς εσύ να κάνεις τίποτα. Θα μπορούσες να ρίξεις κι έναν υπνάκο. Ή, όπως επιτρέπει η σημερινή νομοθεσία, να πατήσεις ένα κουμπί και το αυτοκίνητό σου να ακολουθεί πιστά και με "ασφάλεια" το προπορευόμενο όχημα! Υπολογίστε και όλα τα συστήματα "ασφαλείας" που υπάρχουν, για να καταλάβετε πως οι αναβάτες και οι οδηγοί μετατρέπονται σε επιβάτες, με όλο και μικρότερη συμμετοχή στην οδήγηση.

Η πολιτικά ορθή και κοινώς αποδεκτή άποψη, όπως και η πολιτική της ΕΕ, λέει πως πρέπει να μειώσουμε τα ατυχήματα στο μηδέν. Σε πρώτη ανάγνωση δύσκολα θα μπορούσε κανείς να διαφωνήσει. Ευτυχώς όμως υπάρχουν και άνθρωποι που σκέφτονται εκτός της πεπατημένης, και που δίνουν και σε άλλους τροφή για σκέψη.

Ένας από αυτούς είναι και οι Ian Mutch, πρόεδρος του Βρετανικού Motorcycle Action Group, εξέφρασε μια ανατρεπτική άποψη που αξίζει να ακούσουμε και που θα έκανε όλους τους ζηλωτές της "ασφάλειας" να βγάλουν σπυράκια. Ακούστε τον:

"Δεν χρειάζεται να μειωθούν οι θάνατοι μοτοσυκλετιστών. Κι όπως πολλές υπερβολικές και ακραίες δηλώσεις, υπάρχει μια δόση αλήθειας μέσα της. Μερικές φορές, για να δεις μια κατάσταση από μια καλύτερη προοπτική, χρειάζεται να απομακρυνθείς για να δεις την αλήθεια. Κάτι σαν έναν πίνακα του Rolf Harris, με τον κίνδυνο να καταλήξεις σε αμφιλεγόμενο συμπέρασμα. Κι ακριβώς επειδή έχουμε σε μεγάλο βαθμό μετατραπεί σε μια κοινωνία που απεχθάνεται το ρίσκο, κάτι που πριν μερικές δεκαετίες φαινόταν απολύτως φυσικό, σήμερα φαντάζει για πολλούς σαν την μεγαλύτερη απειλή για τον Δυτικό πολιτισμό από τότε που οι Μογγολικές ορδές την έπεφταν στην Ευρώπη.

Οι μοτοσυκλετιστές σκοτώνονται πιο συχνά για κάθε χιλιόμετρο που διανύουν σε σχέση με τους οδηγούς αυτοκινήτων – εκπληκτικό! Ποιος θα το περίμενε! Πάνω σε τόσους τροχούς οδηγούμε, με μηδενική προστασία γύρω μας, σωστά; Το πρόβλημα είναι πως οι υπερπροστατευτικοί φανατικοί της ασφάλειας πιστεύουν πως μπορούν να βάλουν ως στόχο την μείωση των θανάτων μοτοσυκλετιστών στο ίδιο ποσοστό με αυτό των οδηγών αυτοκινήτων. Ναι, μπορεί να γίνει. Πως, θα με ρωτήσετε. Απλό – προσθέτουμε άλλους δύο τροχούς και ένα ατσάλινο περίβλημα γύρω – γύρω. Απλό.

Εντάξει, ας το παραδεχτούμε, οι μοτοσυκλέτες είναι επικίνδυνες. Ναι, ναι, ναι, πραγματικά το είπα αυτό. Όλοι ξέρουμε πως ο άλλος έφταιγε, πως ήταν ο δρόμος χάλια, πως ο καιρός "δεν βοήθησε" ή ότι άλλο θα θέλαμε να κατηγορήσουμε για την δική μας δυστυχία. Ό,τι και να πεις όμως, αν έχεις ατύχημα με μοτοσυκλέτα έχεις και πολύ περισσότερες πιθανότητες τραυματισμού ή θανάτου σε σχέση με το να χτυπήσεις κάτι με το αυτοκίνητο.

Οι ζηλωτές που σκέφτηκαν και υποστηρίζουν την καμπάνια "Vision Zero" (κανένας θάνατος), ζουν στον πλανήτη κούκου. Στον πραγματικό κόσμο τα πράγματα είναι διαφορετικά. Μερικά παιδιά δεν είναι "διανοητικά διαφοροποιημένα", είναι απλώς χαζά. Κάποιοι άνθρωποι δεν είναι ότι έχουν απολύτως αποδεκτές αναλογίες βάρους – ύψους που ξεφεύγουν από το μέσο όρο. Είναι απλώς θεόχοντροι. Ο αλπινισμός είναι πιο επικίνδυνος από την ανθοδετική, και το Everest έχει διάσπαρτες πάνω του τις αποδείξεις.

Ο κόσμος μας αντιμετωπίζει έναν υπερπληθυσμό φανατικών της ασφάλειας που υποκρίνονται πως πραγματικά απορούν με τις στατιστικές θανάτων των μοτοσυκλετιστών, σε σχέση με των αυτοκινητιστών, λες και πρόκειται για κάποια ασθένεια που μπορεί να αντιμετωπιστεί με αντιβίωση.

Οπότε, που θέλω να το πάω με αυτή την προβοκατόρικη οπτική; Φυσικά και θα ήταν υπέροχο αν μπορούσαν να μειωθούν οι θάνατοι από δυστυχήματα μοτοσυκλετιστών. Και ναι, χρησιμοποιώ τη λέξη "δυστυχήματα" και όχι "συμβάντα". Το δυστύχημα δεν είναι κάτι προσχεδιασμένο. Οι φανατικοί της ασφάλειας μέσα στον τρόμο και τον πανικό του κόσμου τους "κάποιος φταίει και θα έπρεπε να υπάρχει ένας νόμος γι' αυτό", δεν μπορούν να δεχτούν την ιδέα πως δυστυχήματα συμβαίνουν, οπότε ψάχνουν να βρουν εκφράσεις που να δείχνουν πως δεν θα έπρεπε να συμβαίνουν καθόλου.

Το ξαναλέω, θα ήταν πολύ καλό αν πέθαιναν λιγότεροι στους δρόμους μας. Αυτό όμως που πραγματικά θα έπρεπε να κάνουμε δεν είναι να αφιερώσουμε όλη μας την ενέργεια για να βελτιώσουμε τις στατιστικές, αλλά για να αλλάξουμε την νοοτροπία των νομοθετών, ώστε να αναγνωρίζουν πως υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα ρίσκου στη ζωή, κι είναι μέρος της ίδιας της ζωής. Ο σεβασμός στο δικαίωμα κάθε ατόμου να κάνει τις επιλογές της ζωής του είναι τόσο ζωτικός για την ποιότητα ζωής μας όσο και το καθαρό, πόσιμο νερό. Αν φτάσουμε να εγκαταλείψουμε αυτή την θεώρηση της πραγματικότητας, τότε πρέπει να εγκαταλείψουμε και τα οποιαδήποτε επιχειρήματά μας υπέρ του μοτοσυκλετισμού.

Μιλώντας ως πρόεδρος του MAG, είμαι περήφανος που βοηθήσαμε να πραγματοποιηθούν οι καμπάνιες Bikesafe και Get a Grip (για καλούς συντελεστές τριβής στους δρόμους). Είμαι περήφανος για όλες μας τις λογικές προσπάθειες βελτίωσης της ασφάλειας των μοτοσυκλετιστών, που στρέφουν τους πολιτικούς προς χρήσιμες δράσεις αντί για δρακόντεια νομοθετικά μέτρα. Το MAG δεν καθορίζεται μόνο από αυτές τις προσπάθειες, όπως και η μοτοσυκλέτα δεν καθορίζεται μόνο από τον παράγοντα "ασφάλεια". Μοτοσυκλέτα σημαίνει απόλαυση και ελευθερία, και στόχος του MAG είναι να υπερασπίζεται την όρεξη γι' αυτά, παρά το γεγονός πως – άντε πάλι! – είναι μια δραστηριότητα πιο επικίνδυνη από άλλες. Όπως είχε πει κι ένας μπάτσος, "προσέχετε εκεί έξω, είναι επικίνδυνα». Αυτή είναι η ζωή."

Τα επιχειρήματά του μπορεί να φαίνονται αμφιλεγόμενα, αλλά είναι στατιστικά, και άρα μαθηματικά, σωστά. Οι θάνατοι είναι προϊόν του ρίσκου και του πλήθους των ανθρώπων που παίρνουν αυτό το ρίσκο. Σε μεγάλους πληθυσμούς, ο μηδενισμός των θανάτων έχει ως απαραίτητη προϋπόθεση να μην παίρνει ρίσκο κανείς απολύτως. Αν αυτό δεν είναι εφικτό ή επιθυμητό, τότε θα έπρεπε να συζητάμε για το ποιό είναι το αποδεκτό ποσοστό θνησιμότητας. Από την στιγμή όμως που το μη αποδεκτό ρίσκο είναι ένα μεγάλο φρένο για την μοτοσυκλέτα γενικότερα, χρειάζεται να μελετήσουμε περισσότερο ποια είναι η σχέση των πιο σημαντικών για την μοτοσυκλέτα κοινωνιών σήμερα, με το ρίσκο. Πάρτε έναν παγκόσμιο χάρτη, και ρίξτε μια ματιά σε όλη την νότια Ασία, από Ινδία μέχρι και Κίνα, εκεί βρίσκονται αυτές. Η θεώρηση για την ανθρώπινη ζωή και την αξία της είναι εκεί πολύ διαφορετική απ' ότι στο τόξο ΗΠΑ – Ευρώπη. Γνωστός μου που επέβλεπε την κατασκευή πλοίου σε ναυπηγείο στην Κίνα, μου είπε φρικαρισμένος πως όταν ένας εργάτης έπεσε από ψηλή σκαλωσιά κι έγινε αλοιφή στο πάτωμα, όσοι δούλευαν εκεί γύρω που έπεσε δεν σταμάτησαν ούτε λεπτό την εργασία τους, δεν ασχολήθηκαν με το συμβάν. Μετά, έχουμε εκεί κάτω και όσους έχουν βαθιά πίστη στην μετενσάρκωση, οπότε αν δεν αλλοτριωθούν ταχύτατα, κι αν η νεολαία τους δεν προσπεράσει τις μοτοσυκλέτες για άλλες δραστηριότητες που θα είναι πιο της μόδας στην χώρα τους, υπάρχει ελπίδα. Ο σφυγμός της μοτοσυκλέτας θα χτυπάει σε αυτές τις χώρες όλο και περισσότερο, κι αν ρίξετε μια ματιά στους μεγάλους κατασκευαστές, όλοι έχουν κάποια συνεργασία έτοιμη στην Ινδία και την Κίνα, ή την ετοιμάζουν. Δεν είναι μακριά η στιγμή που αυτές οι αγορές θα καθορίζουν και τι είδους μοτοσυκλέτες θα παράγονται. Μια τρελή σκέψη είναι να γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια το ρίσκο, και να ξαναζήσουμε εποχές που το γκάζι των μοτοσυκλετών ξεπερνούσε κατά πολύ τα πλαίσιά τους. Σε ένα πιο προσγειωμένο επίπεδο, οι κατασκευαστές έχουν αρχίσει να σχεδιάζουν και να παράγουν μοντέλα που απευθύνονται σε όσους δεν είναι μοτοσυκλετιστές, για να τους προσελκύσουν, όπως τα CTX 700 και CTX1300 στις ΗΠΑ. Τέτοια μοντέλα μπορεί να μην αρέσουν σε μας τους ήδη με διαμορφωμένη άποψη μοτοσυκλετιστές, αλλά μπορεί να προσελκύσουν μη μοτοσυκλετιστές. Κι όπως έχει δείξει η ιστορία, ανατροπές γίνονται, και μετά την ανατροπή έρχεται η ανάπτυξη. Και μετά τους επαναστάτες χωρίς αιτία έρχονται οι πιο χαριτωμένοι άνθρωποι που τους συναντάς να βολτάρουν με μοτοσυκλέτα.

editorial 526 - Ο ταξιδιώτης και άλλες ιστορίες

Από το

Μαύρο Σκύλο

2/9/2013

Τον βλέπω σταθερά τα τελευταία καλοκαίρια. Έχει ένα από τα πρώτα Transalp, ασημί με ταμπούρο, πρέπει να φτάνει την εικοσπενταετία γεμάτη πια (το Transalp, ο ιδιοκτήτης είναι μεγαλύτερος). Το χρώμα της μάνας του, μοναδική διακόσμηση δεκάδες αυτοκόλλητα από διάφορες χώρες του κόσμου. Θυμίζει αυτές τις προπολεμικές βαλίτσες που είχαν κολλημένα πάνω τους σήματα θερέτρων και ξενοδοχείων, πιστοποίηση της οικονομικής άνεσης του ταξιδεμένου ιδιοκτήτη τους. Μόνο που εδώ μιλάμε για το ακριβώς αντίθετο. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος φαίνεται πως ταξιδεύει πολύ, με τα ελάχιστα δυνατά έξοδα. Ουδεμία υποψία ασορτί τριβάλιτσου και ηλεκτρονικών βοηθημάτων, εργαλεία που πολλοί θεωρούν πια απαραίτητα για ταξίδι. Τα πράγματα δεμένα με χταπόδια το ένα πάνω από το άλλο, η σκηνή, το στρωματάκι, το sleeping bag. ειδικά η σκηνή του θα πρέπει να αποτελέσει έκθεμα σε ταξιδιωτικό μουσείο. Μιλάμε για ένα σκηνάκι που είναι τόσο μικρό, ώστε είσαι σίγουρος όταν το δεις πως ο ένοικός του αποκλείεται να κοιμάται ποτέ με τα πόδια τεντωμένα, αφού έτσι κι αλλιώς δεν χωράει μέσα σε άλλη στάση εκτός από την εμβρυακή. Το μέγεθός του είναι ένα θέμα, το άλλο είναι η κατάστασή του. Φτιαγμένο από το σύνηθες ασημί απ' έξω, μπλε σκούρο από μέσα πανί, έχει φτάσει πια σε μια κατάσταση φθοράς που είναι πιο πολύ μπλε απ' έξω παρά ασημί. Οι μπανέλες του ίσα που το στηρίζουν όρθιο, το πανί ίσα που στέκει και δεν διαλύεται σε μικρά-μικρά κομματάκια για να το πάρει ο αέρας. Έχω δει τέτοια σκηνάκια να τα πουλάνε 9,9 ευρώ καινούρια, κι όχι σε προσφορά. Κι όμως, δεν το αλλάζει με τίποτα. Για περίπτωση βροχής, κουβαλάει μαζί του ένα νάιλον, που το ρίχνει από πάνω και το καλύπτει ολόκληρο, ενώ περισσεύει και γύρω-γύρω πάνω από μέτρο. Μιλάμε για ένα στάδιο πριν την ασφυξία. Αλλά πόσο συχνά βρέχει το καλοκαίρι;

Πέρα από το κράνος, και ο μοτοσυκλετιστικός εξοπλισμός λάμπει δια της απουσίας του. Μινιμαλισμός κι εκεί. Το θέμα είναι όμως πως ο άνθρωπος ταξιδεύει, σε άσφαλτο και χώμα, και ταξιδεύει πολύ, σε αντίθεση με όσους εγκλωβίζονται σε απαιτητικά στερεότυπα και καταλήγουν να μην κάνουν τίποτα. Όσοι θεωρούν πως χρειάζονται απαραιτήτως μοτοσυκλέτα των 20.000 ευρώ για να ταξιδέψουν, καταλήγουν να χάνουν το ίδιο το ταξίδι. Με 20.000 ευρώ ο συγκεκριμένος ταξιδιώτης θα έκανε δύο φορές το γύρο του κόσμου.

Ο "πού είμαι ρε γαμώτο;": Βρισκόμουν σε ένα απομονωμένο ορεινό χωριό, απ' αυτά που το κοντινότερο βενζινάδικο είναι στα 50 χιλιόμετρα, αλλά που τώρα πια οι δύο από τις τρεις οδικές προσβάσεις του είναι ασφαλτοστρωμένες. Ακούω τετρακύλινδρο μοτέρ να πλησιάζει, με τον αναβάτη του να το φορτώνει το στροφόμετρο. Φτάνει στο χωριό, σταματάει χωρίς να κατέβει και χωρίς να βγάλει κράνος, ρίχνει μια ματιά δεξιά-αριστερά, κάνει επί τόπου στροφή και φεύγει προς την κατεύθυνση που ήρθε. Μυστήριο. Αν είχε ξεχάσει κάτι στο σπίτι, κι ήταν κάτοικος Αθηνών, ήθελε χίλια χιλιόμετρα μπρος πίσω για να πάει να το πάρει. Μερικοί όμως αφορμή για να κάνουν χιλιόμετρα ψάχνουν. Μπορεί όμως να αντιλήφθηκε, λίγο αργά είναι η αλήθεια, πως είχε φτάσει σε λάθος χωριό για το ραντεβού του. Tip: Φίλε, μην εμπιστεύεσαι το GPS, ειδικά αν έχει αυτόματη διόρθωση, κι αντί να πας στο Με-λιγαλά σε στέλνει στο Μέ-τσοβο. Επίσης, παίζει κι εκείνη να σε έστησε, και να μην είχε ποτέ σκοπό να σε συναντήσει.

Ο φιλομαθής με τον φραπέ στο χέρι: "Ρε συ, πες μου τώρα που σε βρήκα, εσύ που ξέρεις. Το Horex το καινούργιο είναι καλό;" Τι να σου πω ρε συ, δεν βλέπω πολλά να κυκλοφορούν, αν το πάρεις όμως, ευχαρίστως να το οδηγήσουμε.

Άλλος, σε διαδικασία επίλυσης μυστηριωδών συμπτωμάτων: "Έχει ένα πρόβλημα η μοτοσυκλέτα μου. Ξεκινάω, και μόλις βάζω τρίτη-τετάρτη ο κινητήρας σβήνει. Ευτυχώς ήταν κατηφόρα ως το σπίτι κι έβαλα την ουδέτερη, ξέρεις, την NATURAL, και τσούλησα μέχρι εκεί. Ο μάστορας μου είπε πως φταίει η εξάτμιση, που δεν είναι της μάνας του, και μου έχει παραγγείλει μια καινούργια. Πιστεύεις πως θα λυθεί το πρόβλημα;" Του μάστορα σίγουρα, της μοτοσυκλέτας, χλωμό το βλέπω.

Οι ασορτί: Ίδια κράνη, ίδια ρούχα με την συνεπιβάτιδα, και να σωστά μαντέψατε, Γερμανική μοτοσυκλέτα οδηγούσε, απ' αυτές με τα Βαυαρικά και κατόπιν υιοθετημένα Ελληνικά χρώματα στο σηματάκι τους. Οι βαλίτσες της μαμάς του, η οδήγηση δική του. Με αυτοκίνητο ήμουν, σε δρόμο με κίνηση, και μέσα σε μια ώρα τον πέρασα – με πέρασε τρεις φορές. Μα τι κάνουν; Συχνουρία έχουν; Ποιό είναι το νόημα να οδηγείς μοτοσυκλέτα αν σε ένα δρόμο με κίνηση πηγαίνεις τελικά πιο αργά από τα αυτοκίνητα; Tip: Yπάρχουν και αυτοκίνητα με το ίδιο σηματάκι.

Οι κλαμπάτοι: Για άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε φέτος το καλοκαίρι η υποψία μου πως μόλις η παρέα μεγαλώσει πάνω από τις δύο-τρεις μοτοσυκλέτες, η μέση ωριαία τους πέφτει δραματικά. Τα πράγματα χειροτερεύουν όταν οι μοτοσυκλέτες είναι όλες ίδια μοντέλα, οπότε για κάποιο μυστηριώδη λόγο ο αριθμός των στάσεων αυξάνεται εκθετικά, και η άφιξη στον όποιο προορισμό γίνεται όνειρο όλο και πιο μακρινό. Επιπλέον, κάθε κατηγορία μοτοσυκλετών φαίνεται πως προτιμά διαφορετικά σημεία για στάση. Οι παρέες με αναβάτες μεγάλων on-off σταματούν μόνο εκεί που υπάρχει φαγητό, και έχω την υποψία πως μερικές τέτοιες παρέες σταματούν σε ΟΛΑ τα σημεία όπου υπάρχει φαγητό. Με το δεδομένο πως κατά κανόνα το φαγητό στους κεντρικούς οδικούς άξονες είναι για πέταμα, είναι να απορείς τι είδους γαστριμαργικό τουρισμό κάνουν οι άνθρωποι. Βεβαίως, έτσι σου λύνεται η απορία γιατί από μακριά το Varadero το 1000 φαινόταν σαν 125.

Ούτε οι σφήκες: "Σταμάτησα να φάω δυο σουβλάκια ρε παιδί μου, ε, αν έρχεσαι για Ήπειρο από Αθήνα μέσω της παλιάς εθνικής, Θήβα, Λειβαδιά, Μπράλο, Δομοκό, με 640 Adventure, σε πιάνει μια πείνα. Κάπου μετά την Καλαμπάκα, παραγγέλνω δυο σουβλάκια, τρώω το ένα γιατί πείναγα πολύ, κι όπως κοίταζα το άλλο, έρχονται κάτι σφήκες, το μυρίζουν... και φεύγουν." Προφανώς ο φίλος που μου διηγήθηκε την ιστορία την παρεξήγησε την φάση, και δεν κατάλαβε πως μ' αυτό τον τρόπο οι Έλληνες επιχειρηματίες στο χώρο της εστίασης βοηθούν αποτελεσματικά στη διατήρηση της σιλουέτας των ταξιδιωτών. Το σκεπτικό είναι απλό: Δεν θα φας πολύ, αφού δεν τρώγονται. Κι αν φας έστω και λίγο, δεν θα θέλεις να ξαναδείς κρέας για κανένα μήνα. Αποτοξίνωση. Tip: Μπορείτε να κουβαλάτε μια σφήκα μαζί σας, για να δοκιμάζει το φαγητό των εστιατορίων της εθνικής πριν το ακουμπήσετε.

Τα χαρμάνια: Για κάποιον περίεργο λόγο, οι αναβάτες των superbike καπνίζουν περισσότερο. Μπορεί να υπάρχει μια μυστηριώδης σύνδεση με τις συχνότητες των κραδασμών δεύτερης τάξης των τετρακύλινδρων και τις εκκρίσεις αδρεναλίνης, που κάνει επιτακτική την ανάγκη για νικοτίνη στα πιο άσχετα σημεία. Τους έχω δει σταματημένους σε ΛΕΑ πλάτους 40 πόντων με τις νταλίκες να περνάνε στον πόντο από τα κλιπόν τους, να τραβάνε παράλληλη τζούρα από το τσιγάρο τους και το φουγάρο του φορτηγού. Επίσης, πρέπει να κατέχουν το ανεπίσημο ρεκόρ για το πιο γρήγορο άναμμα τσιγάρου από την στιγμή που το σταντ θα ακουμπήσει στην άσφαλτο. Υπάρχει λόγος όμως γι' αυτό: Πρέπει να δείξουν στο φίλο τους, που θα σταματήσει ένα λεπτό μετά, πως τον περιμένουν πολλή ώρα. Σ' αυτό βοηθούν και μερικές γόπες που μπορείς να έχεις φυλαγμένες σε αλουμινόχαρτο, και τις πετάς κάτω μόλις σταματήσεις: "Που είσαι ρε σαύρα, μισό πακέτο έχω κάνει..."

Το μυστήριο των διοδίων: Βλέπω μοτοσυκλέτες σταματημένες μετά τα διόδια, και απορώ. Την ημέρα, κάθονται μέσα στον ήλιο, εκεί ακριβώς που αυτοκίνητα και νταλίκες επιταχύνουν και το καυσαέριο πάει σύννεφο. Η ζέστη μπορεί να είναι αφόρητη, τα ρούχα τους κατά κανόνα μαύρα, αλλά αυτοί εκεί, κάνουν στάση ή περιμένουν τους φίλους τους. Τη νύχτα, σταματούν καμιά εκατοστή μέτρα μακριά, εκεί που το ημίφως αρχίζει να γίνεται σκοτάδι και τα νυσταγμένα και βαριά φώτα του νταλικιέρη δεν θα είναι αρκετά για να τους δει. Απ' την άλλη, αν θες να σταματήσεις κάπου και ΔΕΝ θέλεις να πας σε βενζινάδικο ή εστιατόριο, οι επιλογές σου περιορίζονται πολύ. Τα πάρκινγκ των ακριβοπληρωμένων μας "εθνικών οδών" βρωμάνε και ζέχνουν, που να τα επισκεφθείς και νύχτα; Για προορισμούς γράφουν όλα τα ταξιδιωτικά, μήπως ήρθε η ώρα να φτιάξουμε μια λίστα με τα "Φιλικά στο μοτοσυκλετιστή σημεία στάσης";

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας: Στο ΗΙGH TEST του 1998, όταν με ... οn-off είχαμε πάει κοντά στις ψηλότερες κορυφές της Ελλάδας, ανεβήκαμε όσο μπορούσαμε και στον Σμόλικα, το δεύτερο ψηλότερο βουνό. Είχαμε 12 on-off και μέσα σε πέντε μέρες επισκεφθήκαμε πέντε βουνά πάνω από τα 2000 μέτρα. Πλάκα είχε. Περιττό να σας πω πως τα μηχανάκια είχαν πέσει όλα, όπως και οι μισοί τουλάχιστον αναβάτες. Στον Σμόλικα έπεσε το τελευταίο που είχε μείνει αλώβητο, σε μια ανηφόρα που σηματοδότησε και το τέλος της ανάβασής μας στο βουνό. Όχι πως είχαμε πει πως θα την ανέβουμε, ήταν τόσο μεγάλη η κλίση και τόσο ανώμαλο το έδαφος που δεν είχε νόημα με αυτά τα μηχανάκια. Από τότε όμως, αν και ήξερα πως από πάνω υπάρχει μια στάνη και ξεκινά το μονοπάτι για την Δρακόλιμνη, μου είχε μείνει η απορία: Που τελειώνει ο δρόμος; Πόσο πάει ακόμα; Ευκαιρία να το ανακαλύψω, αφού πέρναγα από την περιοχή. Ο δρόμος είναι πολύ όμορφος, ξεκινά από το χωριό Πάδες κι ανηφορίζει στον Σμόλικα, περνά από ξέφωτα όπου περιμένεις να δεις νεράιδες κι από σκοτεινά δάση όπου μόνο τρολ μπορούν να ζουν, νερά τρέχουν παντού. Μας κάνουν εντύπωση τα πολλά σπασμένα δέντρα. Φτάνουμε και στην επίμαχη ανηφόρα, εκεί είναι ακόμα, μόνο που ο δρόμος την παρακάμπτει πια: Συνεχίζει δεξιά, μια αριστερή φουρκέτα, μια δεξιά και στα πενήντα μέτρα από την κορυφή της περιβόητης ανηφόρας, σταματάει σε μια στάνη. Αυτό ήταν λοιπόν. Αν τότε είχαμε παιδευτεί, είχαμε τραβήξει κι είχαμε σπρώξει για να ανεβάσουμε ένα τουλάχιστον μηχανάκι επάνω, θα έκανε άλλα πενήντα μέτρα πριν σταματήσει! Υψόμετρο εκεί; 1940 μέτρα, δυο ευγενικά παλικάρια στη στάνη, η μάνα τους και η γιαγιά τους: "Λύσσαξαν τα σκυλιά ψες βράδυ γιε μου, αρκούδα δεν ήταν, δεν κάνουν έτσι άμα ειν' αρκούδα, λύκος ήταν αλλά τίποτα δεν έκανε".

Το μυστήριο της κολασμένης ανηφόρας επιτέλους έχει λυθεί, τώρα μένει άλλο: Ανεβαίνει μηχανάκι στην Δρακόλιμνη από κει;